Επίλογος
Δύο μήνες μετά
《Μητέρα έχω ραντεβού με τον γιατρό σήμερα!》Ανακοινώνει η νεαρή κοπέλα καθώς κλείνει το φερμουάρ του παναφωριού της. Η φωνή της φανερώνει μία χαρά, μία αίσθηση ανυπομονησίας αλλά και άγχους.
《Θα με πάει ο κύριος Αλέξης. Θέλει να του δώσω κάποιες ακόμα λεπτομέρειες.》 Η Ιφιγένεια ισιάζει και τσεκάρει τις τελευταίες λεπτομέρειες στην εμφάνιση της.
《Τι ώρα να σε περιμένουμε πίσω;》Ρωτάει η αδερφή της κοιτάζοντας την με ένα πονηρό χαμόγελο ενώ κόβει λαχανικά.
《Πιστεύω πως θα έχουμε γυρίσει πριν τις δέκα. Αν αλλάξει κάτι θα σας ενημερώσω. Θα τηλεφωνήσω στην μαμά.》Η Ιφιγένεια χαϊδεύει τα ροδαλά μάγουλα της και τα μάτια της κοιτάζουν με περηφάνια την μορφή της. Καταφέρνει να χαμογελάει, να στέκεται και να αγνοεί το σκοτάδι της ψυχής και του μυαλού της. Αγνοεί τον πόνο και την τρέλα που υπάρχουν σε κάθε εκατοστό του σώματος της. Οι σκοτεινές σκέψεις αρχίζουν να γεμίζουν το μυαλό της και εκείνη βυθίζει τα νύχια της στο δέρμα της. Η κόρνα του αυτοκινήτου την ξυπνά. Τινάζει το κεφάλι της και παίρνει μια βαθιά ανάσα.
《Καλό δρόμο γλυκιά μου!》Φωνάζει η μητέρα της ενώ η Ιφιγένεια βρίσκεται ήδη στην εξώπορτα. Χαμογελάει γλυκά καθώς μπαίνει μέσα στο αυτοκίνητο. Ένα χαμόγελο που θα θεωρούνταν ψεύτικο.
《Χαίρομαι που σε βλέπω Ιφιγένεια.》Ο Αλέξης της πειράζει μια τούφα από τα μαλλιά της και βάζει μπρος το αυτοκίνητο.
《Κι εγώ χαίρομαι που σε βλέπω.. Αλέξη..》Λέει χαμηλόφωνα η κοπέλα και το βλέμμα της χαμηλώνει επίσης. Νιώθει τόσο ευάλωτη και απροστάτευτη μπροστά του. Νιώθει την καρδιά της να χτυπάει ασταμάτητα και εντελώς έντονα, όχι από φόβο αλλά από ένα άλλο άγνωστο συναίσθημα. Τον τελευταίο καιρό περνάει σχεδόν όλη της την μέρα παρέα με τον Αλέξη και την αδερφή της, Πηνελόπη.
《Έτοιμη για την επίσκεψη στον γιατρό; Αν θέλεις θα σε περιμένω απ' έξω. Μετά μπορούμε να περάσουμε από ένα καταπληκτικό ζαχαροπλαστείο για να πάρουμε κάτι!》Ο Αλέξης οδηγάει προσεκτικά έχοντας τα μάτια του καρφωμένα στον δρόμο δίνοντας την ευκαιρία στην Ιφιγένεια να τον παρατηρήσει ελεύθερα. Παρατηρεί τις γωνίες του που είναι στολισμένες με μικρές ξανθές τρίχες. Παρατηρεί τα μάτια του που έχουν μια υπέροχη πράσινη απόχρωση και έπειτα κοιτάζει τα ζουμερά σαρκώδη χείλη του. Ο τύπος είναι απίστευτα γλυκός και όμορφος.
Μόλις αντιλαμβάνεται πως έχουν περάσει αρκετά λεπτά σιωπής, συντάσσει μια πρόταση και την εκφράζει ντροπαλά.
《Θέλω να είσαι μαζί μου μέσα. Με φοβίζει η αλήθεια και πόσο μάλλον με φοβίζει η αλήθεια που θα πρέπει να παραδεχτώ. Συγγνώμη που δεν σας έχω δώσει ολοκληρωμένες καταθέσεις και που έχω αρκετά κενά μνήμης. Όπως φαίνεται το μυαλό μου αρνείται να αποδεκτεί όλα αυτά που συνέβησαν και όλα αυτά που αναγκάστηκα να κάνω. Και πάλι μιλάω πολύ..》Καταλήγει η κοπέλα και τα μάγουλα της παίρνουν το πιο ροδαλό χρώμα που έχουν πάρει ποτέ.
《Μου αρέσει να σε ακούω να μιλάς. Εξ' άλλου δεν μου λες κάτι ανούσιο. Μου μιλάς για σένα και αυτό έχει από μόνο του μεγάλη σημασία. Θα μπορούσα να σε ακούω χρόνια ολόκληρα χωρίς να παραπονεθώ στιγμή.》 Της εξηγεί εκείνος καθώς παρκάρει έξω από το ιατρείο. 《Ο γιατρός είναι απόλυτα έμπιστος και συμπονετικός. Δεν θα σε κρίνει για τίποτα Ιφιγένεια. Ούτε εγώ άλλωστε.》 Της θυμίζει και έπειτα κατεβαίνει από το δωμάτιο με εκείνη να μιμείται το παράδειγμα του.
Οι δύο τους κατευθύνονται στο γραφείο και αφού χαιρετιούν τον γιατρό, η Ιφιγένεια κάθεται απέναντι από το γραφείο του ενώ ο Αλέξης στέκεται πιο πίσω αμέτοχος.
《Πώς είσαι σήμερα Ιφιγένεια;》Ρωτάει ήρεμα ο ενήλικος άντρας προκειμένου να ξεκινήσει την συζήτηση σε ένα εύθυμο κλίμα.
《Ήταν όμορφα. Τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας μου προσπαθούν μανιωδώς να με κάνουν να χαμογελάω. Οι κακές σκέψεις όμως με καταβάλουν συνεχώς. Το μυαλό μου είναι γεμάτο σκοτάδι και πόνο και φόβο και τρέλα.. και αυτό μεγαλώνει καθημερινά μέσα μου. Δεν πιάνει καμία μέθοδος από αυτές που δοκιμάσαμε. Έμπιξα τα νύχια μου στο δέρμα μου κι όμως μόνο όταν άκουσα την κόρνα του αυτοκινήτου χαλάρωσα αμέσως.》Η Ιφιγένεια τρίβει μεταξύ τα χέρια της μεταξύ τους και κοιτάζει στα μάτια τον γιατρό της.
《Γι' αυτό είμαι εδώ για να δοκιμάσουμε καινούργιες μεθόδους. Μην μου αγχώνεσαι μικρή. Όλα με τον καιρό τους. Καταφέρνουμε σιγά σιγά και επαναφέρουμε την μνήμη σου και έπειτα θα αντιμετωπίσουμε οτιδήποτε σε ενοχλεί.》Ο γιατρός βγάζει ένα κουτί χαπιών και το δίνει στην Ιφιγένεια με σιγουριά και κατανόηση.
《Πρέπει να παίρνω κι αυτά τώρα;》Ρωτάει αδύναμα η κοπέλα και σφίγγει το χάρτινο περιτύλιγμα στα χέρια της. Γλύφει απαλά τα χείλη της για να τα κρατήσει ενυδατωμένα καθώς περιεργάζεται το κουτί.
《Θα βοηθήσουν την ψυχολογία σου. Είναι ήπια ηρεμιστικά. Θα είσαι μια χαρά αρκεί να παίρνεις την σωστή δόση, τις σωστές ώρες. Βέβαια πρέπει να ξέρεις πως θα σου φέρνουν υπνηλία και θα μειώσουν την εγρήγορση σου.》Η Ιφιγένεια νεύει θετικά και έπειτα ξαπλώνει στον δερμάτινο καναπέ με τα πόδια της να κρέμονται άψυχα από το μπράτσο.
《Ιφιγένεια πες μου τα βασανιστήρια σου. Περιέγραψε τα και προσπάθησε να εκφράσεις τα συναισθήματα σου.》Η φωνή του είναι οικεία και συμπαθητική, ταυτόχρονα όμως είναι άκρως τυπική.
《Θυμάμαι ένα συγκεκριμένο. Αυτός με έφερε μπροστά από ένα βαρέλι γεμάτο με νερό και πίεζε το κεφάλι μου προς τα μέσα. Δεν με άφηνε να πάρω αναπνοή και μόνο όταν δεν άντεχα άλλο με άφηνε να πάρω μια κοφτή ανάσα. Έπειτα βύθιζε ξανά το κεφάλι μου μέσα με περισσότερη μανία. Υπάρχει, όμως, ένα βασανιστήριο το οποίο δεν έχω αναφέρει ποτέ. Πίστευα πως δεν υπήρχε κάτι πιο φριχτό και κάθε φορά έβγαινα λάθος. Με έβρεξε και αμέσως μετά τοποθέτησε στο σώμα μου το ηλεκτρικό σίδερο επάνω μου.》Η φωνή της λυγίζει και τα χέρια της μετακινούνται στην κοιλιακή της περιοχή. 《Πόνεσα. Ήμουν αναίσθητη. Έπειτα είχα ένα όραμα.. δεν το θυμάμαι αλλά μου έδωσε θέληση για ζωή. Και θέληση για εκδίκηση. Από εκείνη την μέρα και μετά το μόνο που ήθελα ήταν να τον δω να πέφτει και να πονάει. Να ζητάει έλεος και εγώ απλά να τον αγνοώ και να τον κοιτάζω υποτιμητικά. Ακόμη το θέλω αλλά σε μικρότερο βαθμό. Επίσης θέλω να πιαστεί και η Εύη! Δεν με νοιάζει αν είναι έγκυος ή αν έχει ένα μικρό παιδί. Θέλω να την δω να πέφτει. Είναι τόσο εγωιστικό.. και νιώθω ντροπή, τα βάζω με τον εαυτό μου που σκέφτεται με αυτόν τον τρόπο. Εννοώ πως μας βοήθησε, πως αν δεν ήταν αυτή τα αδέρφια μου θα ήταν ακόμη αιχμάλωτοι του Νέιθαν. Κατανοώ πως θυσίασε πολλά για να μας βοηθήσει αλλά τελικά βοήθησε τον αγαπητικό της να το σκάσει και αυτή ακολούθησε το παράδειγμα του. Γι' αυτό μου είναι υπερβολικά δύσκολο να την συγχωρήσω. Θέλω αλλά δεν μπορώ. Θέλω μέσα μου να υπάρξει ξανά η ειρήνη και η αγάπη, να νιώθω γαλήνη και ευτυχία αλλά δεν γίνεται. Σκέφτομαι ένα σωρό τρόπους εκδίκησης και όλα αυτά μολύνουν το μυαλό μου. Δεν μπορώ να το σταματήσω. Δεν ξέρω πως. Κανείς δεν ξέρει..》Καυτά δάκρυα τρέχουν από τα μάτια της Ιφιγένεια και κάθε τόσο πνίγει με κόπο έναν λυγμό. Το σώμα της τινάζεται έντονα προς τα πάνω και η σκέψη της θολώνει. Τα χέρια της χτυπάνε το κεφάλι της και αμέσως ο γιατρός την σταματάει και της κρατάει γερά τα χέρια.
《Άσε τον εαυτό σου να εκφραστεί Ιφιγένεια. Απελευθέρωσε όλους τους δαίμονες σου πριν είναι πολύ αργά. Πες τα συναισθήματα σου πριν το σκοτάδι σε κυριεύσει. Πρέπει να ξέρεις Ιφιγένεια πως κανείς δεν είπε πως θα είναι εύκολο να βρεις ξανά τον παλιό σου εαυτό. Θέλει υπομονή και προσπάθεια και ειλικρινά πιστεύω σε σένα και στις δυνατότητες σου. Σειρά έχει να πιστέψεις και εσύ σε σένα. Να πεισμώσεις και να σταθείς στα πόδια σου όπως τότε. Το μόνο εμπόδιο που καλείσαι να αντιμετωπίσεις είναι η αλήθεια, η αποδοχή της και η αντιμετώπιση της. Μετά το πνεύμα σου θα ηρεμήσει και εσύ θα είσαι ελεύθερη!》Εξηγεί για πολλοστή φορά ο γιατρός και τρομάζει καθώς παρατηρεί τα μάτια της Ιφιγένειας να σκουραίνουν απότομα. Δεν την έχει ξαναδεί σε αυτήν την κατάσταση.
《Νομίζεις πως είναι εύκολο;》Ωρίεται και ουρλιάζει με όλη της την δύναμη. 《Νομίζεις πώς.. πώς.. εσύ θα είχες επιβιώσει; Πώς θα μπορούσες να αποδεχτείς την οδυνηρή αλήθεια και να την αντιμετωπίσεις; Είχα καταφέρει τόσα πολλά αλλά εκείνος μου τα πήρε και με άφησε κενή! Καταλαβαίνεις πως δεν έχω συναισθήματα και ενδοιασμούς; Καταλαβαίνεις πως η ηθική και οι τύψεις έχουν αφήσει το μυαλό μου; Εσείς, όμως, επιμένετε και γι' αυτόν τον λόγο σας έχω σιχαθεί όλους σας!》 Σηκώνεται επάνω και τον αρπάζει από τον γιακά. 《Όλοι λέτε πως είναι παιχνιδάκι, πως τα χάπια κάνουν δουλειά, πως σημειώνω πρόοδο και μου φέρεστε σαν ένα ηλίθιο, χαζοχαρούμενο, αβοήθητο παιδάκι!》Τα λόγια της βγαίνουν σαν ένα άγριο ποτάμι και 'χτυπούν' το πρόσωπο του γιατρού ο οποίος την κοιτάζει άναυδος. 《Μάντεψε.. δεν υπάρχει καμία πρόοδος! Προτιμώ να τα κρατώ όλα μέσα μου και το χάος να μεγαλώνει συνεχώς. Προτιμώ να φροντίζω τους δαίμονες μου. Επειδή είναι δικοί μου!》Η ανήλικη κοπέλα ετοιμάζεται να χτυπήσει τον γιατρό της και αμέσως ο Αλέξης ετοιμάζεται να επέμβει. Ο γιατρός, όμως, του κάνει νόημα να μην πράξει τίποτα και έπειτα στρέφει το βλέμμα του στης Ιφιγένειας.
Η Ιφιγένεια αφήνοντας μία κραυγή αφήνει το χέρι της να πέσει στο πλάι και απομακρύνεται βιαστικά από τον ηλικιωμένο άντρα. Τα χέρια της περνούν μέσα από τα ξανθά μαλλιά της και το κεφάλι της χαμηλώνει με ντροπή. 《Συγγνώμη.》Ψιθυρίζει αδύναμα και έπειτα ξαπλώνει ξανά στον δερμάτινο καναπέ παίρνοντας βαθιές ανάσες.
《Ιφιγένεια.. αυτό που έκανες τώρα είναι ένα μικρό βήμα. Ξέσπασες. Έβγαλες τα νεύρα σου, εξέφρασες τις βαθύτερη σκέψεις σου και μοιράστηκες τις επιθυμίες σου. Όλο αυτό αποτελεί ένα βήμα προόδου. Ειδικά εφόσον συνήλθες τόσο γρήγορα. Δεν χρειάζεται να έχεις τύψεις και ανησυχίες. Συγχαρητήρια μικρή.》Η Ιφιγένεια εμφανίζει ένα ίχνος χαμόγελου στο πρόσωπο της και κοιτάζει τον γιατρό εμψυχωτικά.
《Δηλαδή όλο αυτό.. εμ.. ή-ήταν.. πρόοδος;》Ρωτάει εμφανώς μπερδεμένος ο Αλέξης.
《Είναι καλό που εξωτερίκευσε τα συναισθήματα της και βρήκε την δύναμη να μας μιλήσει χωρίς να φιλτράρει την σκέψη της. Οπότε, ναι. Θεωρείται πρόοδος.》Απαντάει ο γιατρός μεταδίδοντας ελπίδα τόσο στον Αλέξη όσο και στην Ιφιγένεια.
[...]
Η Καλλιόπη κάθεται στο κρεβάτι της και κοιτάζει το ταβάνι προσπαθώντας να διώξει όλες της τις σκέψεις. Τον τελευταίο καιρό όλα συνέβησαν πολύ γρήγορα και πλέον αναγκάζεται να κρύβει την αλήθεια από την Ιφιγένεια προκειμένου να μην την ταράξει. Ο πατέρας της επέστρεψε σπίτι του και κλείστηκε στον εαυτό του μετά την φυγή του Νέιθαν.
Η κατάσταση γίνεται όλο και πιο ανυπόφορη καθώς η Εύη της στέλνει μηνύματα ειδοποιώντας την για την υγεία και την ιατρική πρόοδο του αδερφού της. Είναι έγκλειστος σε μια κλινική και οι γιατροί είναι αισιόδοξοι. Η εγκυμοσύνη της προχωράει σταδιακά και έχουν μάθει το φύλο του μωρού. Φαίνεται πως ο Νέιθαν θα αποκτήσει έναν γιο. Η Εύη δεν φαίνεται να ενοχλείται από το φύλο του παιδιού ούτε να νιώθει την οποιαδήποτε ανησυχία διότι είναι σίγουρη πως ο Νέιθαν μπορεί να αποτελέσει το ιδανικό πατρικό πρότυπο για το παιδί τους. Βέβαια και η Καλλιόπη νιώθει περήφανη που θα έχει έναν ανιψιό εκεί έξω. Βαθιά μέσα της πιστεύει πως ο αδερφός της είναι ένας ικανότατος πατέρας και σπουδαίος σύζυγος. Ελπίζει πως η κλινική θα τον βοηθήσει να ανακαλύψει τον εαυτό του και θα τον επαναφέρει στην αρχική του ψυχολογική κατάσταση.
Όλες αυτές τις πληροφορίες και τις σκέψεις η Καλλιόπη μπορεί να τις μοιραστεί μόνο με την Πηνελόπη καθώς οι υπόλοιποι θα έκαναν τα αδύνατα δυνατά για να κλείσουν στην φυλακή τον Νέιθαν. Πως να μην το θέλουν, βέβαια, μετά από όλα όσα έκανε; Ωστόσο το παιδί του είναι ένα σπουδαίο κίνητρο για να καταφέρει να αλλάξει.
《Μωράκι μου, τι σκέφτεσαι πάλι;》Ο Έκτορας μπαίνει στο δωμάτιο φορώντας μόνο το εσώρουχο του και φιλάει στο μέτωπο την κοπέλα του.
《Συνέβησαν πολλά απλά.》Απαντά αδύναμα η κοπέλα και απομακρύνεται από κοντά του διακριτικά.
《Το γνωρίζω. Αλλά τέλος καλά όλα καλά. 》Ο Έκτορας ξαπλώνει στο κρεβάτι τους και της ρίχνει ένα περίεργο βλέμμα.
《Ναι. Όλα καλά.》Ένα ψεύτικο χαμόγελο εμφανίζεται στα χείλη της νεαρής κοπέλας και φιλάει τον Έκτορα για να ξεφύγει από τις περαιτέρω ερωτήσεις. 《Πάω να δω αν χρειάζεται κάτι η μαμά σου.》 Η Καλλιόπη προσπαθεί να σηκωθεί αλλά το χέρι του Έκτορα την εμποδίζει.
《Δεν έχεις να πας πουθενά!》Ο Έκτορας την φιλάει και χαϊδεύει τα μαλλιά της με χαρά. 《Γνωρίζω πως ο αδερφός σου.. είναι κάπου εκεί έξω. Πιθανότατα να έχεις τύψεις και να στεναχωριέσαι αλλά είμαι σίγουρος πως αυτή η εξέλιξη των γεγονότων είναι η καλύτερη για όλους μας. Εξ' άλλου τώρα είμαστε μαζί, ζούμε μαζί, σε έχω κοντά μου, η ζωή σου συνεχίζεται και θα καταφέρουμε πολλά παραπάνω. Είμαι σίγουρος πως.. αν συνεχίσουμε να πορευόμαστε μαζί, όλα τα άλλα γεγονότα θα είναι ασήμαντα. Σε λίγο καιρό το θέμα του αδερφού σου δεν θα σε απασχολεί. Θα περάσει.》Η Καλλιόπη του ρίχνει μια δολοφονική ματιά και σηκώνεται όρθια. Πώς γίνεται να είναι τόσο ρηχός σαν άνθρωπος;
《Είναι εύκολο να το λες εσύ αυτό! Εσύ που έχεις όλη σου την οικογένεια κοντά. Λυπάμαι που το βλέπεις έτσι Έκτορα. Η μητέρα μου πέθανε, ο αδερφός μου είναι ένας δολοφόνος που κρύβεται και ο πατριός μου νόμιζε πως μου έκρυβε την αλήθεια. Έκτορα! Δεν θέλω να σταματήσει να με απασχολεί! Θέλω να βρω μια λύση, θέλω να βρω την δική μου οικογένεια! Δεν θέλω να ζω με την δική σου οικογένεια, δεν θέλω να δείχνω χαρούμενη ενώ μέσα μου να ζηλεύω! Έκτορα θέλω να το σεβαστείς αυτό και αν είναι να με βοηθήσεις σε κάτι, βοήθα με να το αντιμετωπίσω όχι να το αφήσω.》Δάκρυα τρέχουν από τα μάτια της και αυτόματα ο Έκτορας την κλείνει στην αγκαλιά του και φιλάει το μέτωπο της.
《Συγγνώμη ψυχή μου. Έχεις απόλυτο δίκαιο. Θα σε βοηθήσω να το αντιμετωπίσεις, θα είμαι μαζί σου. Θα κάνουμε ό,τι θέλεις. Θέλεις, μήπως, να επισκεφθούμε έναν ειδικό; Θέλεις να.. βγούμε έξω; Να φάμε γλυκό; Πες μου και θα κάνουμε οτιδήποτε θα σε κάνει να νιώσεις καλύτερα.》Τα χέρια του μεταφέρονται στα μάγουλα της και τα μάτια του εξερευνούν τα δικά της. Την κοιτάζει γεμάτος αγάπη, έρωτα και ενδιαφέρον. Η Καλλιόπη ακουμπάει επάνω του και ακούει προσεχτικά την καρδιά του να χτυπάει.
《Θέλω να μείνω εδώ. Μαζί σου, μέσα στην αγκαλιά σου. Μαζί θα τα καταφέρουμε ψυχή μου. Μαζί θα βγάλουμε την άκρη..》Ψιθυρίζει η κοπέλα και ο Έκτορας νεύει θετικά χωρίς να μιλήσει άλλο.
Και έμειναν εκεί. Αγκαλιασμένοι με την Καλλιόπη να λερώνει με δάκρυα της μπλούζα του αγαπημένου της και εκείνος να της χαϊδεύει τα μαλλιά στοργικά. Μια γλυκιά εικόνα ενός ζευγαριού που δημιουργήθηκε κάτω από δύσκολες συνθήκες και όμως δύο μήνες μετά συνεχίζουν να προσπαθούν για το καλύτερο.
[...]
Ο Χάρης μεταφέρει μια μια τις βαλίτσες του στο αυτοκίνητο του ενώ η Ηλέκτρα τον κοιτάζει περιμένοντας τον στην πόρτα. Το βλέμμα της φανερώνει θλίψη, μέσα της όμως νιώθει περήφανη για τον εαυτό της που πήρε μια τόσο σημαντική απόφαση.
Επιτέλους μετά από τόσους καυγάδες κατάφερε να πει στον άντρα της την φράση: 《Θέλω να χωρίσουμε.》Εκείνη την στιγμή η καρδιά της απελευθερώθηκε από το βάρος και τον πόνο που της προκαλούσε αυτός ο γάμος.
Άλλωστε της έμενε ένας τελικός καυγάς γεμάτος με απολογίες και δικαιολογίες. Όμως τι δικαιολογία μπορεί να βρει κάποιος στην απάτη; Ή στο ότι πόνταρε όλη του την περιουσία σε ένα παιχνίδι τζόγου; Ή ότι σήκωσε χέρι στην γυναίκα του, μπροστά στον γιο του επειδή είχε πιει λίγο παραπάνω; Καμία αποδεκτή δικαιολογία.
Είχε έρθει η στιγμή να πληρώσει. Παρά τις ανούσιες προσπάθειες να αλλάξει την απόφαση της, ο Χάρης δεν άφησε την αξιοπρέπεια του να φτάσει στα δικαστήρια. Και να που τώρα μεταφέρει έξω τα υπάρχοντα του από το σπίτι στο οποίο μεγάλωσε τα παιδιά του.
《Υποθέτω πως δεν μπορώ να αλλάξω την απόφαση σου.》Της απαντά με φωνή μελαγχολική. Ίσως και να λυπάται ίσως και όχι.
《Δεν αξίζει καν να προσπαθήσεις. Μου στέρησες πάρα πάρα πολλά Χάρη. Λυπάμαι που δεν ήμουν ικανή να παραδεχτώ τα λάθη σου νωρίτερα. Ήθελα την τέλεια οικογένεια. Κανείς, όμως, δεν μου είπε πως η τέλεια οικογένεια δεν έχει εξαρτάται από των αριθμό των μελών. Ξέρω πως εξαρτάται από την αγάπη, την αλληλοκατανόηση, την εμπιστοσύνη και την ειλικρίνεια. Βέβαια εφόσον το έμαθα αποφάσισα πως εσύ δεν έχεις θέση ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας μας. Πόσο μάλλον αφού πέρασες την Πρωτοχρονιά μαζί με την ερωμένη σου. Εύχομαι να μην σε παρατήσει όταν τα λεφτά σου τελειώσουν. Κάτι που πρόκειται να γίνει σύντομα. Πολύ σύντομα.》Ένα νικηφόρο χαμόγελο εμφανίζεται στα χείλη της γυναίκας ενώ μία έκφραση μίσους στο πρόσωπο του Χάρη.
《Δεν έχεις ιδέα τι σημαίνει αγάπη!》Της φωνάζει και τα μάτια του φανερώνουν το απόλυτο κενό.
《Ξέρω τι σημαίνει ειλικρίνεια, τιμή, φροντίδα και θυσία. Φαντάζομαι αυτές οι λέξεις σου είναι παντελώς άγνωστες.》Η απάντηση της βγαίνει από τα χείλη της ψύχραιμα αφήνοντας άφωνο τον πρώην άντρα της.
《Δεν σε βλέπω να νοιάζεσαι! Η κόρη μας μόλις γύρισε από το στόμα του κακού και διαλύεις την οικογένεια σου. Τόση φροντίδα!》Η Ιφιγένεια εμφανίζεται λίγο πιο πίσω αθόρυβα.
《Έπρεπε να είχα μιλήσει στις κόρες μας πολύ πριν. Ίσως τώρα να γνώριζαν τι τέρας ήταν, είναι και θα είναι ο πατέρας τους!》
《Το ξέραμε μητέρα. Μπορεί να μην τα ξέραμε όλα.. αλλά τουλάχιστον ξέραμε τα βασικά. Οι λεπτομέρειες όμως κάνουν την διαφορά. Και αυτήν την φορά οι λεπτομέρειες είναι αρκετές για να ξέρω ότι η οικογένεια μας δεν μπορεί να είναι ενωμένη για κανέναν λόγο. Για κανέναν!》Οι δύο γονείς κοιτάζονται μεταξύ τους αμήχανα και η Ιφιγένεια σπεύδει να σταθεί κοντά στην μητέρα της.
《Καλό δρόμο πατέρα. Α και καλή αντοχή καθώς θα σου χρειαστεί με την νέα σου ερωμένη. Καλή αντοχή και στα χρήματα σου.》 Η Ιφιγένεια του δίνει την τελευταία βαλίτσα και τον κοιτάζει στα μάτια. 《Θα τα ξαναπούμε, πατέρα.》 Απαντάει ψυχρά και ο Χάρης παίρνει απλώς την βαλίτσα και πηγαίνει στο αυτοκίνητο χωρίς να γυρίσει να κοιτάξει πίσω. Τοποθετεί την βαλίτσα αλλά σταματάει απότομα.
《Ελπίζω Ηλέκτρα να μην βρεις μέσα σε τρεις μέρες παρηγοριά στην αγκαλιά ενός άλλου άντρα.》Η φωνή του άντρα είναι υπερβολικά βραχνή και ψυχρή.
《Αν το επιθυμήσω ποτέ Χάρη, θα το κάνω εφόσον θα είμαι ελεύθερη και δεν θα έχω έναν άντρα να κερατώνω!》Απαντάει δυναμικά η μεσήλικη γυναίκα και γυρίζει άλλου το κεφάλι της γεμάτη αποστροφή.
《Θα σε έβριζα αλλά δεν το αξίζεις καν!》Ωρίεται ο Χάρης και αφού μπαίνει στο αυτοκίνητο, εξαφανίζεται.
《Μαμάκα από παλιά είχες δίκαιο. Μόνο αν επιτρέψεις στον εαυτό σου να χαθεί αυτό θα γίνει πραγματικότητα. Για κοίτα μας. Και οι δύο περάσαμε τόσα πολλά και όμως μέσα από τις αξίες που λάβαμε οι φωτεινές μας ψυχές συνεχίζουν να λάμπουν το ίδιο.》
Η Ηλέκτρα αγκάλιασε την κόρη της σφιχτά και έμειναν εκεί, κάτω από τον νυχτερινό ουρανό παρέα με τα αστέρια. Τόσο φωτεινές ψυχές όσο τα φωτεινά αστέρια.
~Τέλος~
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top