•44•
Έναν μήνα μετά
Αφού έχουν τελειώσει όλοι το μεσημεριανό, πηγαίνω στην τραπεζαρία και κάθομαι να φάω κι εγώ. Τώρα τελευταία μαζεύονται όλοι μαζί και επικρατεί ένα χάος που δεν το αντέχω. Έτσι επιλέγω να πηγαίνω μόνη μου μετά από όλους τους υπόλοιπους.
Χαιρετάω εγκάρδια την ευγενική μαγείρισσα που με σερβίρει τις τελευταίες ημέρες καθώς την έχω μάθει αρκετά καλά τώρα πια. Έχει μπει ο Μάρτιος και είμαστε όλοι μαζί εδώ μέσα από τον Οκτώβριο. Έχει περάσει τόσος καιρός και έχουν συμβεί τόσο πολλά...
"Αλίκη!" τον ειρμό των σκέψεων μου διακόπτει η δυνατή φωνή του Ηλία που μόλις μπήκε στην τραπεζαρία.
"Τι έπαθες;" τον ρωτάω.
"Σε έψαχνα παντού. Ευτυχώς βρήκα κάπου τον πατέρα σου και μου είπε ότι θα ήσουν εδώ", εξηγεί ενώ κάθεται απέναντι μου.
"Καλά πάλι τρως;" ρωτάει και παίρνει μια τηγανιτή πατάτα από το πιάτο μου και του χτυπάω απαλά το μπράτσο.
Ευτυχώς μετά από την ημέρα που πήραμε πίσω τους γονείς μου οι σχέσεις μου με τα αγόρια επέστρεψαν πάλι στα κανονικά. Μου είχαν λείψει οι χαζοί καβγάδες τους και οι συμβουλές που τους έδινα συνέχεια. Ακόμη και με τον Ιάσονα έχουμε περάσει το στάδιο της ψυχρότητας και του θυμού και έχουμε φτάσει στο σημείο να χαιρετιόμαστε αν τύχει και συναντηθούμε κάπου.
"Ρε σου μιλάω!"
"Αααα ναι σορυ. Τι έλεγες;" με κοιτάζει εκνευρισμένος που δεν παρατηρούσα τι έλεγε και μου αρπάζει άλλη μια πατάτα.
"Έχουμε πρόβλημα", λέει και το μυαλό μου πάει αμέσως στην Ηλέκτρα. Σηκώνομαι αυτόματα όρθια και περιμένω να ακούσω την συνέχεια.
"Η Αλεξάνδρα θέλει να ξεμυαλίσει και πάλι τον Γιάννη"
"Αυτο είναι το πρόβλημα;" ρωτάω και κάθομαι πάλι κάτω εφησυχασμένη. "Ποια είναι αυτή;"
"Η πρώην του Γιάννη, με την οποία ήταν κολλημένος οχτώ μήνες μέχρι να γνωρίσει την Έλλη. Και τώρα που είναι έτοιμος να προχωρήσει παρακάτω, εμφανίζεται αυτή και λέει ότι τον θέλει ακόμη", μου εξηγεί και συνειδητοποιώ το μέγεθος του προβλήματος.
"Η Έλλη ξέρει κάτι;" ρωτάω και σηκώνομαι όρθια ξανά. Η όρεξη μου κόπηκε και κάτι μου λέει ότι η φίλη μου δεν έχει ιδέα για το τι έχει συμβεί.
"Όχι, δεν νομίζω. Παρ' την με το μαλακό. Και πες της να μιλήσει με τον Γιάννη πριν κάνει οτιδήποτε άλλο", γνέφω καταφατικά και βγαίνω από την τραπεζαρία με κατεύθυνση το δωμάτιο των κοριτσιών.
Στον δρόμο συναντώ και την Δανάη αλλά δεν κάθομαι να την χαιρετίσω, πάρα μόνο κουνάω το χέρι μου καθώς βιάζομαι. Εκείνη μου κάνει νόημα να σταματήσω και την κοιτάζω παραξενεμένη.
"Πρέπει να πας πάνω. Σε θέλουν οι επικεφαλής στο γραφείο"
"Θέλω να μιλήσω λίγο με την Έλλη και θα πάω μετά", απαντάω και γυρνάω να φύγω.
"Αλίκη νομίζω ότι κάτι έχει συμβεί. Σημαντικό. Πήγαινε και θα μιλήσω εγώ με την Έλλη. Ούτως ή άλλως μου τα είπαν ο Λεωνίδας και ο Διονύσης"
"Εντάξει, απλά μην της το φέρεις απότομα", την συμβουλεύω και απομακρύνομαι.
Φτάνω στο γραφείο και μπαίνω μέσα χωρίς να χτυπήσω. Για άλλη μια φορά τους βρίσκω όλους συγκεντρωμένους εδώ και καταλαβαίνω ότι περίμεναν εμένα πριν πουν το οτιδήποτε. Κάθομαι σε μια κενή θέση και περιμένω να ξεκινήσουν.
"Βρήκαμε για ποιον λόγο ήθελε το συγκεκριμένο βιβλίο η Ηλέκτρα"
Ασυναίσθητα χαμογελάω, όμως κάτι στο πρόσωπο του Ιωάννη με συγκρατεί από το να χαρώ περισσότερο.
"Σε αυτό το βιβλίο υπάρχει τρόπος να φέρεις κάποιον νεκρό πίσω"
"ΤΙ;! Δεν γίνεται να είναι αλήθεια. Είπαμε η φύση μας έδωσε κάποιες υπερφυσικές δυνάμεις αλλά αυτό βγαλμένο από ταινία", λέω μη πιστεύοντας ότι μόλις άκουσα.
Παλεύω να βρω κάποια λογική εξήγηση αλλά δεν ξέρω αν υπάρχει. Ότι γνωρίζαμε για τον κόσμο έχει ανατραπεί. Τα όρια της φύσης έχουν ξεπεραστεί προ πολλού. Καθώς το σκέφτομαι καλύτερα συνειδητοποιώ ότι όντως συμβαίνει αυτό.
Γίνεται να επιστρέψει κάποιος άνθρωπος από τους νεκρούς.
Και ο πιο πιθανός λόγος που το θέλει η Ηλέκτρα είναι για τον παππού της. Η αλήθεια ξαφνικά βαραίνει τόσο πολύ καταστρέφοντας τις ελπίδες μου για την ενδεχόμενη νίκη μας σε αυτόν τον «πόλεμο».
[...]
Στο τραπέζι έχει πέσει βαριά σιωπή. Μόλις με ενημέρωσαν για τις τελευταίες εξελίξεις, μίλησαν και σε όλα τα υπόλοιπα παιδιά με αποτέλεσμα η ψυχολογία μας να έχει πέσει κατακόρυφα. Κανείς δεν έχει διάθεση να διακωμωδήσει την κατάσταση και απλά κοιτιόμαστε μεταξύ μας.
Πρώτη φεύγει από το τραπέζι η Κάτια αλλά δεν ακούω καν τι λέει αν λέει κάτι. Έπειτα από αυτήν σηκώνομαι εγώ και πηγαίνω στο δωμάτιο μου. Περνάω όλη την υπόλοιπη ημέρα ξαπλωμένη στο κρεβάτι παλεύοντας να πείσω τον εαυτό μου ότι δεν έχουν χαθεί όλα. Δεν καταλαβαίνω καν πότε με παίρνει ο ύπνος αλλά ευτυχώς αυτός είναι ήρεμος και γαλήνιος σε αντίθεση με την πραγματικότητα.
Το επόμενο πρωί ξυπνάω αρκετά εύκολα και το μόνο που θέλω είναι να κάτσω στο κρεβάτι όλη μέρα μα ξέρω πως αυτό δεν γίνεται. Αναβάλλω κάθε πέντε λεπτά την ώρα που θα σηκωθώ μέχρι που χτυπάει η πόρτα και αναγκάζομαι να τινάξω από πάνω μου το λεπτό σεντόνι ώστε να ανοίξω.
Η Έλλη μπαίνει μέσα στο δωμάτιο χωρίς καν να μιλήσει και πέφτει μπρούμυτα πάνω στο κρεβάτι. Ξαπλώνω δίπλα της και κλείνω τα μάτια μου χωρίς να έχω πρόθεση να κοιμηθώ.
"Όλα πάνε από το κακό στο χειρότερο", η φωνή της βγαίνει σαν ψίθυρος και γυρνάω να την κοιτάξω. Τα μάτια της είναι κόκκινα και συγκρατεί τον εαυτό της από το να βάλει τα κλάματα.
"Το ξέρω", είναι το μόνο που βγαίνει από το στόμα μου. Θέλω να της αναπτερώσω το ηθικό αλλά δεν έχω ιδέα πως να το κάνω χωρίς να πω ψέματα.
"Πάμε έξω;" προτείνω ύστερα από λίγη ώρα και συμφωνεί γνέφοντας. Αφού διπλώσω το σεντόνι και κλειδώσω την πόρτα βαδίζουμε προς το προαύλιο.
Καθόμαστε σε ένα παγκάκι παραμένοντας αμίλητες. Από την μια ότι μάθαμε εχτές για την Ηλέκτρα και το βιβλίο και από την άλλη το θέμα της Αλεξάνδρας και του Γιάννη έχουν ρίξει την ψυχολογία της Έλλης στα πατώματα και αδυνατώ να την ανεβάσω έστω και λίγο. Ευτυχώς από τα μεγάφωνα ακούγεται η φωνή του Λουκά που παρακινεί τους εκπαιδευόμενους αλλά και όλους τους υπόλοιπους να πάνε στην αίθουσα προπονήσεων. Κοιταζόμαστε με την Έλλη απορημένες και φεύγουμε για να μην αργήσουμε.
Μόλις μπαίνουμε μέσα βλέπω όλους τους επικεφαλής και τους εκπαιδευόμενους τους μαζεμένους πράγμα ασυνήθιστο. Τα παιδιά πάνε στα αποδυτήρια για να αλλάξουν κι εγώ μένω με τους γονείς μου στην αίθουσα. Δεν έχουν καταλάβει ούτε και αυτοί τι γίνεται έτσι περιμένουμε μαζί για να μάθουμε.
Τα παιδιά βγαίνουν έξω έχοντας φορέσει τις μπλούζες που είναι σε χρωματική αντιστοιχία με το στοιχείο τους. Τον λόγο παίρνει ο Φαίδων και μετά από τις πολλές εισαγωγές εξηγεί την επιλογή του στοιχείου για κάθε άνθρωπο. Λέει πως στην πραγματικότητα η φύση δεν τα "μοιράζει" τόσο τυχαία όσο πιστεύουμε αλλά ότι το στοιχείο ταυτίζεται με μόνιμο συναίσθημα που έχει μέσα του ο κάθε άνθρωπος.
Η ώρα περνάει και συνεχίζει να μιλάει για τα στοιχεία και τον διαμοιρασμό που έκανε η φύση. Έτσι καταλαβαίνοντας ότι τίποτα από αυτά δεν σχετίζονται με εμένα γυρνάω να φύγω.
"Αυτός είναι και ο τρόπος που θα επαναφέρουμε τις δυνάμεις τις Poderosa"
Τα πόδια μου κολλάνε στο πάτωμα και η καρδιά μου χτυπάει πιο γρήγορα. Ψίθυροι ακούγονται από όλη την αίθουσα και ξέρω ότι όλοι αφορούν εμένα. Τα άτομα που γνωρίζουν για την απώλεια των δυνάμεων μου είναι λίγα έτσι όλοι οι υπόλοιποι έχουν σοκαριστεί.
"Την ημέρα που γύρισε πίσω χτυπημένη την είχε απαγάγει η Ηλέκτρα, η οποία έχει δημιουργήσει έναν απορροφητή δυνάμεων. Το θέμα είναι ότι οι δυνάμεις αυτές είναι έμφυτες στον οργανισμό σας και σας έχουν δοθεί από την φύση, πράγμα που καθιστά αδύνατο την απορρόφηση τους από το σώμα σας. Έτσι όταν η Ηλέκτρα εφάρμοσε τον απορροφητή στην Αλίκη το μόνο που κατάφερε ήταν να "κρύψει" στο υποσυνείδητο της τον έλεγχο των στοιχείων δηλαδή με απλά ελληνικά δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις δυνάμεις της"
Ύστερα από την μεγάλη αποκάλυψη οι αντιδράσεις έχουν αυξηθεί και δυναμώσει. Άλλοι είναι θυμωμένοι που το κρατήσαμε τόσο καιρό κρυφό, άλλοι είναι τρομαγμένοι, άλλοι δύσπιστοι. Νιώθω το χέρι της μαμάς μου να χαϊδεύει στοργικά τον ώμο μου και σαν να ξυπνάω από λήθαργο γυρνάω προς το μέρος του Φαίδωνα και κάνω δύο βήματα μπροστά.
"Πώς;" ρωτάω αρκετά δυνατά ώστε να να σταματήσουν όλες οι συνομιλίες στην αίθουσα.
"Πρέπει το μόνο αίσθημα που επικρατεί μέσα σου να είναι αυτό του συγκεκριμένου στοιχείου που θες να επαναφέρεις", παίρνει τον λόγο ο Αριστοκλής τώρα. "Μετά από σκέψη φτάσαμε στο συμπέρασμα ότι το πιο εύκολο είναι η φωτιά", προσθέτει κάπως επιφυλακτικά.
Με κοιτάζει στα μάτια σαν να θέλει να μου πει συγνώμη και καταλαβαίνω αμέσως. Για να επαναφέρω τον έλεγχο της φωτιάς πρέπει να νιώσω την φωτιά μέσα μου. Και για να την νιώσω μέσα μου πρέπει κάτι να μου την προκαλέσει. Ή κάποιος βασικά.
Πάω να φύγω βιαστικά πριν ξεστομίσει τις επόμενες κουβέντες του αλλά και πάλι με σταματάει μια φωνή.
Η δικιά του φωνή.
"Μπορώ να βοηθήσω εγώ υποθέτω"
Γυρνάω αργά αργά το σώμα μου μη μπορώντας να πιστέψω αυτό που συμβαίνει και μόλις κοιτάζω πίσω οι ματιές μας συναντιούνται και κλειδώνουν. Τα μάτια του με καρφώνουν με το βλέμμα τους και κάθε άρθρωση στο σώμα μου έχει βυθιστεί σε πλήρη ακινησία. Οι ομιλίες γύρω μας έχουν σταματήσει. Ή απλά εγώ έχω αποκόπει από τα πάντα εκτός από αυτόν.
Καταλαβαίνω πως φεύγουν όλοι σιγά σιγά από την αίθουσα όμως το βλέμμα μου δεν έχει φύγει από πάνω του ούτε δευτερόλεπτο. Όταν πλέον είμαστε μόνο εμείς οι δυο με πλησιάζει με σταθερά βήματα.
Φτάνει μπροστά μου. Με γυρίζει και με κολλάει πάνω στο στέρνο του. Κλείνω τα μάτια μου. Νιώθω τους ακανόνιστους χτύπους της καρδιάς του και ακούω τις βαριές ανάσες του. Με απαλές κινήσεις αφαιρεί την ζακέτα από πάνω μου. Την πετάει κάπου μέσα στην αίθουσα. Τα χέρια του ψηλαφίζουν τους καρπούς μου. Η γνωστή ανατριχίλα εμφανίζεται και την υποδέχομαι με χαρά. Χαϊδεύει την δροσερή επιδερμίδα των χεριών μου. Νιώθω την ζέστη να απλώνεται στο κορμί μου. Το άγγιγμα του κατευθύνεται στην γυμνή μου μέση. Τα δάχτυλα του κινούνται με μαεστρία στο κορμί μου και η φλόγα μεσα μου δυναμώνει. Σχεδόν την αισθάνομαι στα χέρια μου αλλά κάτι με κρατάει πίσω.
"Λίγο ακόμη θέλουμε", ψιθυρίζει στο αυτί μου και οι τρίχες στην βάση του λαιμού μου ανασηκώνονται.
Απότομα με γυρίζει πάλι μπροστά. Η απόσταση μεταξύ μας είναι ελάχιστη. Οι παλάμες του ξεκινούν μια διαδρομή από τους ώμους μου και καταλήγουν στα δάχτυλα μου. Οι κινήσεις του είναι αργές, σχεδόν μεθυστικές. Τυλίγει τα χέρια του στα δικά μου και τα σφίγγει. Και τότε είναι που το νιώθω.
Νιώθω την φωτιά. Όχι την δικιά μου. Όχι την δικιά του.
Την δικιά μας.
Σαν να μην ξέχασα ποτέ πως να το κάνω ελευθερώνω αυτήν την ζεστασιά από μέσα μου. Ανοίγω τα μάτια μου και αντί να αντικρίσω την κατακόκκινη φλόγα που τόσο μου είχε λείψει, βλέπω στην θέση της μια άλλη με βαθύ μοβ χρώμα που ξεπηδάει από τα ενωμένα χέρια μας.
Πριν προλάβω να πω το οτιδήποτε οι πόρτες ανοίγουν και όλοι εμβρόντητοι μπαίνουν μέσα.
—•—
Ομορφαι καλημεραι
Ξέρω άργησα παρά πολύ να το ανεβάσω όμως οι υποχρεώσεις με έχουν πνίξει λίγο. Διαγωνίσματα, σχολείο, προπονησεις, αγώνες έπεσαν όλα μαζί.
Ελπίζω να σας αρέσει το κεφάλαιο (σε όσους τουλάχιστον έμειναν και θα το διαβάσουν)
Τρέχω τώρα γιατί πρέπει να ετοιμαστώ για το σκουλ <3
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top