•38•

Δεν γίνεται να συνεχιστεί αυτό.

Πρώτα οι γονείς μου, μετά ο Μάστερ και τώρα αυτό με τον Ιάσονα. Δεν γίνεται να αφήσω την Ηλέκτρα να κάνει ό,τι της καπνίσει. Πρέπει να βάλω ένα τέλος σε αυτήν την ιστορία. Όμως αυτήν την φορά δε θα κάνω τα ίδια λάθη. Θα δουλέψω με οργάνωση και τάξη χωρίς κανέναν άλλον. Όσο λιγότεροι τόσο το καλύτερο. Για αρχή τουλάχιστον.Όταν μαζέψω αρκετά στοιχεία θα ενημερώσω όσους χρειάζεται. Δεν πρόκειται να κάνω το οτιδήποτε μόνη μου, ειδικά τώρα που δεν έχω δυνάμεις.

Ανοίγω το δεύτερο συρτάρι του γραφείου μου και πιάνω ένα μπλοκακι. Αρπάζω ένα στιλό και ξεκινάω να γράφω ό,τι γνωρίζω για την Ηλέκτρα.

1. Συνεχίζει το άγνωστο σε εμάς έργο που δεν κατάφερε να ολοκληρώσει ο παππούς της.

2. Έχει έναν απορροφητη δυνάμεων που μπορεί να "κλέψει" την ικανότητα ενός ανθρώπου να ελέγχει το στοιχείο του. Είμαι η μόνη στην οποία έχει εφαρμοστεί επιτυχημένα.

3. Κρύβεται αρκετό καιρό και ακόμη κρατάει τους γονείς μου (?), πράγμα που μας κανει να πιστεύουμε ότι κάτι έχει στραβωσει.

4. Εισέβαλε στο Ανώτατο Συμβούλιο ψάχνοντας κάτι που δεν βρήκε. Επόμενος στόχος της είναι το πρώτο μας καταφύγιο στο οποίο φυλάσσονται μόνο βιβλία, άρα ψάχνει κάποιο συγκεκριμένο βιβλίο.

Αυτό είναι! Από εκεί θα ξεκινήσω. Θα μιλήσω στους επικεφαλής και να μεταφέρουμε όλα τα βιβλία εδώ. Λογικά θα πρέπει να τα διαβάσουμε όλα και αν είμαστε τυχεροί θα βρούμε τι ψάχνει.

Η πόρτα χτυπάει και σχεδόν ταυτόχρονα ακούω την φωνή της Κάτιας που ζητάει να την ανοίξω. Χώνω βιαστικά το μπλοκακι στην ντουλάπα με τα ρούχα μου ελπίζοντας πως δε θα ψάξει κανείς εκεί μέσα. Έπειτα ανοίγω την πόρτα και κάνω στην άκρη για να περάσουν μέσα τα κορίτσια.

Δεν μιλάει καμιά και καταλαβαίνω ότι η Κάτια τους είπε τον λόγο που δεν πήγα στην προπόνηση· πως χώρισα δηλαδή τον Ιάσονα. Από την Έλλη την περίμενα αυτήν την αντίδραση, από την Δανάη όμως όχι. Το ξέσπασμα της καθώς και οι φωνές που θα μου έβαζε ήταν κάτι το αναμενόμενο, όμως τίποτα από αυτά δεν έγιναν. Αρχίζω να αγχώνομαι μήπως η Κάτια τους είπε τον αληθινό λόγο αλλά διώχνω γρήγορα αυτήν την σκέψη από το μυαλό μου. Δεν θα με πρόδιδε ποτέ έτσι.

"Τι σας έπιασε και δεν μιλάτε;" ρωτάω με μια δόση ειρωνείας τα κορίτσια αφού βολευομαι στο παγωμένο δάπεδο του δωματίου μου.

"Φοβάμαι μην πετάξω καμιά μαλακια", απαντάει η Δανάη καθώς κάθεται στην καρέκλα του γραφείου μου.

"Είτε πετάξεις είτε δεν πετάξεις δεν αλλάζει κάτι", της λέω με πικρία και μια άβολη σιωπή πέφτει στο δωμάτιο.

"Νομίζω ότι μου αρέσει ο Γιάννης", πετάει την βόμβα η Έλλη μετατρέποντας το κλίμα αυτόματα σε πιο εύθυμο.

Τα μάτια της Κάτιας γουρλωνουν μετά από αυτήν την δήλωση και η Δανάη χτυπάει παλαμάκια σαν καθυστερημένο. Είμαι η μόνη που δεν αντιδρώ υπερβολικά και απλά της χαρίζω ένα χαμόγελο. Όλες το ξέραμε αλλά το να το ακούμε από την ίδια την Έλλη ήταν γεγονός.

"Κατσε μισό, εσείς βγήκατε χτες έτσι δεν είναι;" την ρωτάω και γνέφει καταφατικά.

"Που σε πήγε;"

"Σε μια αποθήκη κοντά στο σπίτι του", λέει και κλείνει λίγο τα μάτια της σαν να θυμάται κάτι.

"Όντως τώρα; Μήπως παραγγείλατε και σουβλάκια;" ειρωνεύεται η Κάτια και ξεσπάει σε γέλια με την Δανάη. Εγώ γυρνάω το κεφάλι μου από την άλλη και δαγκώνω τα χείλη μου για να μην κάνω το ίδιο.

"Μου τραγούδησε με την κιθάρα του"

"Ποιος ήρθε;" ρωτάει η Κάτια αποσβολωμενη. "Εμενα ο Ηλίας μια βόλτα στην πόλη με πήγε"

"Ναι και σε φίλησε!" αποκρίνεται η Έλλη στην γκρινιάρα φίλη μας που ευτυχώς το βουλώνει.

Την υπόλοιπη ώρα που μας απομένει μέχρι το μεσημεριανό συζητάμε για την προπόνηση, για τα αγόρια και γενικά για οτιδήποτε άλλο εκτός από τον Ιάσονα. Όταν σηκωνόμαστε για να φύγουμε με πιάνει πάλι το άγχος αλλά η Κάτια είναι εκεί για να με καθησυχάσει.

"Ούτε τα αγόρια μου μιλάνε", ψιθυρίζω στο αυτί της για να μην με ακούσουν οι άλλες.

"Θα τους μιλήσω εγώ, άλλωστε πρέπει να κάνω και μια κουβέντα με τον Ηλία"

Νευω καταφατικά και συνεχίζουμε την διαδρομή μέχρι την τραπεζαρία. Δεν έχω ιδέα πώς θα μιλήσει σε όλους εκτός από τον Ιάσονα και ουτε ξέρω τι θα τους πει αλλά την εμπιστεύομαι. Μου έχει ήδη αποδείξει ότι γνωρίζει τι κάνει.

Μόλις μπαίνουμε μέσα πάω κατευθείαν και κάθομαι στο ίδιο τραπέζι χωρίς να κοιτάξω αριστερά και δεξιά. Η Δανάη ήρθε μαζί μου ενω οι άλλες δύο πήγαν να πάρουν φαγητό. Με εκνευρίζει που νομίζουν οτι χρειάζομαι επίβλεψη λες και θα πάθω σοκ από την θλίψη και τον πόνο. Δηλαδή έλεος, δεν παθαίνω τίποτα.

"Αλίκη το έχεις", λέει χαμηλόφωνα στο αυτί μου η Δανάη.

Την κοιτάζω παραξενεμενη και με νοήματα μου δείχνει τα αγόρια που σε λιγότερο από μισό λεπτό θα περάσουν δίπλα ακριβώς από το τραπέζι μας. Στρέφω τα μάτια μου πάνω τους ψάχνοντας αυτά του Ιάσονα όμως το μετανιώνω μόλις τον αντικρίζω κατάματα. Το μόνο που βλέπω είναι αποστροφή και η απαξίωση σε αντίθεση με την αγάπη και τον πόθο που είχα συνηθίσει παλιά. Ο χτύπος της καρδιάς μου επιταχύνεται και μπηγω τα νύχια μου βαθιά στην σάρκα της παλάμης μου για να εμποδίσω τα δάκρυα να τρέξουν.

Όταν πλέον έχουν απομακρυνθεί αρκετά και δεν μπορούν να μας δουν, η Δανάη με κλείνει στην αγκαλιά της όπου μπορώ να ξεσπάσω χωρίς να με δει κανένας. Το αριστερό μου χέρι έχει ματώσει από τις γρατσουνιές που εγώ η ίδια προκάλεσα στον εαυτό μου, έτσι παίρνω μια χαρτοπετσέτα και το καθαρίζω. Σκουπίζω τα μάτια μου και έτσι όταν έρχονται τα κορίτσια δεν υποπτεύονται τίποτα από την οδυνηρή "συνάντηση" που έλαβε χώρα μερικά λεπτά πριν.

Η Κάτια μου δίνει ένα πιάτο γεμισμένο μακαρόνια με κιμά που μόνο βλέποντας το θέλω να ξερασω. Τρώω με το ζόρι δύο μπουκιές ίσα ίσα για να μην με πρηξουν μετά. Ακούω την συζήτηση τους για τους γονείς τους και το ποσό τους λείπουν και νιώθω ενα κενό στο στήθος μου.

Δεν αντέχω άλλο χωρίς να ξέρω που βρίσκονται και ότι είναι καλά. Μπορεί να κατέστρεψα την σχέση μου με τον Ιάσονα όμως τον βλέπω καθημερινά και αν συμβεί κάτι θα το μάθω. Οι γονεις μου είναι η προτεραιότητα. Πρέπει να μιλήσω στους επικεφαλής γιατί από μόνοι τους δεν βλέπω να ασχολούνται.

"Κορίτσια πάω να κάνω μια δουλειά και ξαναρχομαι", λεω καθως σηκώνομαι από την θεση μου.

"Δεν χρειάζεται να έρθεις ξανά. Ούτως ή άλλως κι εμείς θα φύγουμε σε λίγο", απαντάει η Δανάη. "Και θα κανονίσω αυτό που λέγαμε και πριν"

Γνέφω καταφατικά και φεύγω από την τραπεζαρία. Φτάνω στο γραφείο για δεύτερη φορά μέσα στην ημέρα και παίρνω μία βαθιά ανάσα πριν μπω μέσα.

—•—

Γεια σας :))

Τι κάνετε; Πώς πάει το σχολείο; Αντέχετε καθόλου ή μπα;

Σιγά σιγά πλησιάζουμε στο τέλος της ιστορίας για αυτό και ανεβάζω όσο πιο σύντομα μπορώ. Ελπίζω να σας άρεσε το κεφάλαιο αν και δεν είχε κάτι σημαντικό :D

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top