•10•
"Μάλιστα... Μόνο ένα πράγμα δεν καταλαβαίνω εσύ γιατί δεν θέλεις σχέση;" με ρωτάει ο Ηλίας και πίνει λίγο από τον καφέ του.
Εδώ και μισή ώρα του περιγράφω λεπτομερώς την κατάσταση με τον Ιάσονα αλλά και γενικά ότι έχει συμβεί. Δείχνει να με καταλαβαίνει και ελπίζω να μην αναφέρει τίποτα στους υπόλοιπους.
"Οι σχέσεις δεν σου προσφέρουν τίποτα, αργά ή γρήγορα θα πληγωθείς, οπότε ποιος ο λόγος;" απαντώ ανέκφραστη.
"Δηλαδή τώρα εσύ θα αποφεύγεις τον Ιάσονα;"
"Ναι, δεν νομίζω να είναι και τόσο δύσκολο..."
Μόλις ξεστομίζω αυτά τα λόγια τον βλέπω να μπαίνει μέσα με τους άλλους τρεις.
"Το 'χεις;" ρωτάει ψιθυριστά ο Ηλίας.
Όχι.
"Ναι"
Φτάνουν στο τραπέζι και αφήνουν τις τσάντες τους κάτω. Ο Ιάσονας κοιτάζει μια εμένα και μια τον Ηλία με την ίδια έκφραση που μας κοιτούσε πριν. Λες και του έχουμε κάνει κάτι...
"Αλίκη εσύ δεν έπρεπε να φύγεις;" με ρωτάει ο Ηλίας και μου κάνει νόημα. Εγώ σπρώχνω την καρέκλα πίσω και σηκώνομαι για να φύγω. Είμαι λίγο νευρική και με κοιτάζουν παράξενα.
"Ναι, γεια παιδιά", τους χαιρετώ και ελπίζω να μην με κρατήσουν πίσω.
"Μα δεν ήθελες να μας μιλήσεις για το πρωί;" με ρωτάει ο Γιάννης κοιτώντας με εξεταστικά.
Νιωθω τα μάτια του Ιάσονα να με καρφώνουν και συγκεντρώνομαι στον Γιάννη. Αν με δει θα καταλάβει ότι κάτι δεν πάει καλά.
"Όχι, δεν χρειάζεται. Περασμένα ξεχασμένα"
Ο Λεωνίδας με κοιτάζει πολύ περίεργα, ξέρει ότι όταν έχω νεύρα ποτέ δεν αφήνω το θέμα να περάσει και πάντα κάνω χαμό. Πηγαίνω γρήγορα να φύγω γιατί έχουν καταλάβει ότι κάτι δεν πάει καλά.
"Ε μικρή περίμενε! Θέλω να σε ρωτήσω κάτι" με φωνάζει ο Ιάσονας και με κρατάει από τον αγκώνα. Τραβάω διακριτικά το χέρι μου, κάτι που φαίνεται να παρατήρει, και χωρίς να τον κοιτάξω στα μάτια λέω:
"Σόρυ αλλά πρέπει να φύγω"
Βγαίνω γρήγορα έξω από την τραπεζαρία και κατεβαίνω στο δωμάτιό μου. Ξαπλώνω στο κρεβάτι και κλείνω τα μάτια μου.
Τι συμβαίνει με εμένα; Μήπως έχει δίκιο ο Μάστερ; Μήπως έχω αρχίσει να νιώθω κάτι για τον Ιάσονα;
Όχι, όχι ούτε καν! Δε νιώθω τίποτα και για κανέναν! Ξάφνου στις σκέψεις μου ξεπροβάλλει η εικόνα του Ιάσονα με τα καστανοπράσινα ματιά του πιο λαμπερά από ποτέ. Οι χτυποι της καρδιάς μου αυξάνονται λίγο και προσπαθώ να το αγνοήσω.
Κουνάω το κεφάλι μου πέρα δώθε για να διώξω την εικόνα και βάζω ξανά σε τάξη τις σκέψεις και το μυαλό μου. Δεν νιώθω τίποτα και για κανέναν, πάει και τελείωσε!
[...]
"Αλίκη, άνοιξε! Θέλω να μιλήσουμε", η φωνή του Ιάσονα με ξυπνάει απότομα.
Σηκώνομαι από το κρεβάτι και ρίχνω παγωμένο νερό στο πρόσωπό μου για να ξυπνήσω καλύτερα, ευτυχώς που έχω και αυτό το μπάνιο στο δωμάτιό μου.
"Αλίκη, άνοιξε! Σταματά να με αποφεύγεις!" συνεχίζει να φωνάζει δυνατά και σκουπίζομαι γρήγορα.
Ανοίγω την πόρτα και εισβάλει μέσα θυμωμένος. Κλείνω την πόρτα και κάθομαι στο κρεβάτι.
"Όλα καλ-"
"Όχι δεν είναι!" με διακόπτει οργισμένος, "γιατί με αποφεύγεις;" ρωτάει πιο ήρεμα αυτήν την φορά και κάθεται δίπλα μου.
"Δεν σε αποφεύγω", απαντώ και κοιτάζοντας παντού εκτός από τα μάτια του.
"Κοίτα με στα μάτια", μου σηκώνει το πηγούνι και ανατριχιάζω. Τραβάω το πρόσωπο μου βιαστικά και γυρνάω το κεφάλι μου από την άλλη, έτσι ώστε να βλέπει τα μαλλιά μου.
"Τι πάει λάθος μαζί σου;" ρωτάει και έρχεται από την άλλη πλευρά. Κάθεται μπροστά μου και με παρατηρεί. Κλείνω τα μάτια μου και τα σκεπάζω με τα χέρια μου.
"Γιατί δεν με κοιτάς γαμώτο;" ρωτάει ξανά και πιάνει τα χέρια μου και τα κρατάει κάτω.
"Άσε με!" τραβάω τα χέρια μου και σηκώνομαι όρθια.
"Ξέρεις κατανοώ ότι έχεις σχέση αλλά μην αγχώνεσαι δεν θα σε κάνω να απατήσεις το αγόρι σου", λέει εκνευρισμένος και τα μάτια μου ανοίγουν διάπλατα.
"Τι λες;" ρωτάω και σηκώνεται όρθιος.
"Δεν είμαι ηλίθιος για να μην καταλάβω. Φεύγετε μαζί από την προπόνηση για να πάτε για καφέ και όταν ερχόμαστε και εμείς φεύγεις γιατί υποτίθεται έχεις κάποια δουλειά", εξηγεί πηγαίνοντας πάνω κάτω στο δωμάτιο και γελάω. Για αυτό είχε εκνευριστεί;
"Δεν είσαι ηλίθιος, χαζός είσαι!" λέω και με κοιτάζει ερωτηματικά, "με είχε δει που δεν ήμουν καλά και απλά πήγαμε και συζητήσαμε. Τώρα μετά που έφυγα έτσι, όντως σε απέφευγα", παραδέχομαι ντροπιασμένη.
"Δηλαδή δεν τα έχεις με τον Ηλία;" ρωτάει μπερδεμένος και γνέφω καταφατικά, "άρα τζάμπα τον έδειρα..." μουρμουρίζει χαμηλόφωνα αλλά τον ακούω.
"Πας καλά; Γιατί τον έδειρες;" ρωτάω σοκαρισμένη.
"Γιατί νόμιζα ότι τα φτιάξατε. Μην αγχώνεσαι, μια δυο μπουνιές ήταν"
Δηλαδή τον έδειρε επειδή νόμιζε ότι τα φτιάξαμε; Βασικά τι τον νοιάζει; Πάλι αυτές οι πεταλούδες γαμώτο!
"Και εσένα τι σε πειράζει αν τα είχαμε;" ρωτάω και τον κοιτάζω κατάματα.
"Αυτό πρέπει να το βρεις μόνη σου", απαντάει πονηρά και πλησιάζει το πρόσωπό του στο δικό μου. Οι ανάσες μου γίνονται πιο βαριές καθώς πλησιάζει τα χείλη του στα δικά μου και η καρδιά μου είναι έτοιμη να πεταχτεί έξω από το στήθος μου.
Ευτυχώς βρίσκω την χαμένη λογική μου και τραβιέμαι από κοντά του. Γυρνάω το πρόσωπό μου από την άλλη πλευρά και σταθεροποιώ τις ανάσες μου. Δεν το πιστεύω ότι παραλίγο να το κάνω αυτό... Τι έπαθα ξαφνικά και πήγα να τον φιλήσω; Δεν μιλάει κανείς μας και αυτή η σιωπή είναι άβολη και αμήχανη. Ανοίγω το στόμα μου για να μιλήσω, όμως αλλάζω γνώμη και το ξανακλείνω.
Ο Ιάσονας καθαρίζει τον λαιμό του και λέει:
"Εγώ να πηγαίνω να σε αφήσω να ξεκουραστείς", λέει χωρίς να με κοιτάζει αλλά δεν κάνει κίνηση να φύγει.
Ξαφνικά ακούγεται μια δυνατή σειρήνα που τρυπάει τα αυτιά μου. Κάτι κακό έχει συμβεί...
"Τι έγινε;" φωνάζει δυνατά για να ακουστεί.
"Πρέπει να πάμε στο γραφείο του Μάστερ, έλα μαζί μου!" τον τραβάω από το χέρι και βγαίνουμε έξω.
Πολλά παιδιά τρέχουν φοβισμένα στους διαδρόμους αλλά δεν έχω χρόνο να τους εξηγήσω.
"Όταν αποφασίσαμε να φτιάξουμε έτσι το σχολείο ξέραμε ότι ήταν πιθανό να συμβεί κάτι, οπότε βάλαμε συναγερμούς. Υπάρχει συναγερμός για όταν μπουν μέσα, όταν κινδυνεύουν τα παιδιά και όταν κινδυνεύει ο Μάστερ", λέω με δυσκολία καθώς ανεβαίνουμε τα σκαλιά.
"Άρα τώρα κάτι συμβαίνει με τον Μάστερ" συμπεραίνει ο Ιάσονας.
Για να πάτησε τον συναγερμό ο Μάστερ σημαίνει ότι δεν είναι καθόλου καλά τα πράγματα.
Φτάνουμε έξω από το γραφείο του και κοιτάζω μέσα από την χαραμάδα της πόρτας. Ο Μάστερ είναι ακινητοποιημένος στην καρέκλα του από έναν μαυροντυμένο άντρα που τον σημαδεύει με όπλο. Δίπλα ένας άλλος ντυμένος στα μπλε, βγάζει από τον υπολογιστή ένα στικάκι και λέει:
"Πήρα ότι ήθελα τελείωνε με αυτόν να φεύγουμε"
"Ιάσονα, μπαίνω μέσα, αν συμβεί κάτι σε εμένα και στον Μάστερ σε αφήνω στο πόδι μου", ψιθυρίζω και ανοίγω την πόρτα χωρίς να με καταλάβουν. Μόλις ετοιμάζομαι να τους ρίξω ο Ιάσονας με τραβάει έξω.
"Αλίκη αν μπεις μέσα και πάθεις κάτι, τελείωσαν όλα! Δεν έχουμε μετά!"
"Έχεις δίκιο αλλά τι να κάνουμε;"
"Θα μπούμε και οι δύο, είναι ευκολότερο δύο εναντίον δύο και θα φροντίσω να μην πάθεις κάτι" απαντάει και μπαίνουμε γρήγορα μέσα.
Μας κοιτάζουν και οι δύο μπερδεμένοι για δέκα δευτερόλεπτα. Ρίχνω γρήγορα ένα "κύμα" νερού στον τύπο με τα μπλε και πέφτει κάτω.
"Τελείωσε τον!" ουρλιάζει και πηδάει από το παράθυρο. Ο άλλος πυροβολεί τον Μάστερ στην καρδιά πριν προλάβω να κάνω τίποτα και πηδάει και αυτός από το παράθυρο.
"ΟΧΙΙΙΙ", φωνάζω και τρέχω στο παράθυρο. Τους ρίχνω πίδακες νερού χωρίς όμως να καταφέρνω να τους χτυπήσω. Ετοιμάζομαι να πηδήξω από το παράθυρο όταν με τραβάει πίσω ο Ιάσονας.
"ΑΣΕ ΜΕ! ΘΑ ΤΟΥΣ ΠΝΙΞΩ, ΘΑ ΤΟΥΣ ΣΚΟΤΩΣΩ!" ουρλιάζω και προσπαθώ να φύγω από τα χέρια του.
"Ηρέμησε! Δεν θα το ήθελε αυτό"
"Δεν με νοιάζει θα τους κάνω να το μετανιώσουν! Δεν χρειαζόταν να τον σκοτώσουν... Γιατί;"
Δάκρυα κυλάνε από τα μάτια μου ανεξέλεγκτα και δεν κάνω κίνηση να τα σκουπίσω. Δεν γίνεται να πέθανε έτσι ο Μάστερ, δεν γίνεται να το άφησα να συμβεί... Είναι λες και κάποιος με χτυπάει σε όλο μου το σώμα χωρίς να μπορώ να αντιδράσω. Ο πόνος στο στήθος μου μεγαλώνει και δεν μπορώ να αναπνεύσω. Σαν σε ταινία από μπροστά μου παίρνουν όλες οι στιγμές που έζησα με τον Μάστερ, από την μέρα που μου μιλήσε για τις δυνάμεις μου μέχρι και πριν από λίγο. Ο πόνος δίνει την θέση του στις τύψεις μου. Ήμουν ακριβώς μπροστά και δεν έκανα τίποτα. Είχα κολλήσει στην θέση μου από τον φόβο ενώ θα μπορούσα άνετα να τον είχα σώσει. Μη μπορώντας να συγκρατησω άλλο το βάρος του σώματος μου πέφτω στα γόνατα και αφηνω τα δάκρυα μου ελεύθερα να τρέξουν.
"Δεν καταφ-φερα ν-να τον σώσω, δ-δεν θα μου το συγχ-χωρήσω ποτέ", λέω μέσα από τους λυγμούς μου και ο Ιάσονας με βάζει στην αγκαλιά του. Η μπλούζα του με τα κλάματα μου, ενώ εκείνος με χαϊδεύει στο κεφάλι και σιγά σιγά ηρεμώ.
"Ιάσονα μπορούσα να τον σώσω, ήμουν δίπλα του και δεν έκανα τίποτα", λεω αδύναμα και αισθάνομαι έναν κόμπο στο λαιμό μου που δυσκολεύει την ομιλία μου.
"Ηρέμησε", λέει και μου σκουπίζει τα δάκρυα. Τι θα κάνω χωρίς τον Μάστερ; Με στήριξε όταν κανένας δεν πίστευε σε εμένα...
"Δεν ξέρω αν μπορώ να συνεχίσω χωρίς αυτόν"
"Έλα εδώ", λέει και με βάζει στην αγκαλιά του, "πάμε να ξεκουραστείς"
-•-
Γεια σας..
Λοιπόν, τι κάνετε? Ελπίζω να μην μου κρατήσετε κακία που σκότωσα τον Μάστερ... Έπρεπε να συμβεί και αυτο😢
Τι πιστεύετε ότι θα γίνει στην συνέχεια? Πως θα αντιδράσει η Αλίκη σε αυτό? Τι έψαχναν άραγε εκείνοι οι δύο τύποι στον υπολογιστή του Μάστερ?
Περιμένω τα σχόλια και τις ψήφους σας! Τώρα πρέπει να προσέξω λίγο στο μάθημα😂
Αντιοοο🤎
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top