Κεφάλαιο 17: Ο Βασιλιάς του χρυσού παλατιού

Ταξιδεύαμε όλο το ηλιοβασίλεμα, ώσπου η νύχτα έπεσε. Όταν σταματήσαμε είμασταν όλοι πιασμένοι και κουρασμένοι. Ο Gandalf μας άφησε λίγες ώρες να ξεκουραστούμε. Ο Legolas και ο Gimli κοιμήθηκαν αμέσως Εγώ ξάπλωσα στο πλάι του Aragorn και που και που ανταλλάσσαμε καμιά κουβέντα, μέχρι που μας πήρε ο ύπνος. Ο Gandalf όμως στεκόταν όρθιος λίγο πιο δίπλα κοιτάζοντας μία ανατολικά και μία δυτικά. Είχε γίνει πιο παράξενος απο ότι ήταν πριν. Η νύχτα ήταν σπαρμένη με σύννεφα που έτρεχαν όταν ο Gandalf μας ξύπνησε.

Ξεκινήσαμε πάλι κάτω απ' το φεγγάρι πηγαίνοντας το ίδιο γρήγορα, όπως και με το φως της μέρας. Οι ώρες περνούσαν και εξακολουθούσαμε να προχωράμε. Τα μίλια έφευγαν. Το φεγγάρι βούλιαξε στην Δύση του.

Ενα διαπεραστικό κρύο απλώθηκε στην ατμόσφαιρα. Αργά αργά ο ήλιος έβγαινε και η σκοτεινιά ξεθώριαζε. Η αυγή έφτασε φωτεινή και καθαρή. Ξαφνικά ο Ίσκιος στάθηκε ακίνητος και χλιμίντρισε.

"Δείτε!" φώναξε ο Gandalf, δείχνοντας μπροστά.

Μπροστά μας υψώνονταν τα βουνά του Νοτιά, με κάτασπρες κορυφές και μαύρες σκιές.

"Έλα Legolas." είπε ο Gandalf. "Πες μας τι βλέπεις εκεί μπροστά μας."

"Βλέπω ένα άσπρο ποταμάκι που κατεβαίνει από τα χιόνια." είπε ο Legolas. "Εκεί όπου ξεχύνεται ανατολικά υψώνετε ένας πράσινος λόφος. Μια τάφρος, ένας πανίσχυρος τείχος και ένας αγκαθωτός φράχτης τον περιβάλλουν. Από μέσα φαίνονται σκέπες σπιτιών και στην μέση πάνω σε ένα πράσινο εξώστη προβάλλει αγέρωχο ένα μεγάλο ανθρώπινο παλάτι. Στα μάτια μου φαίνεται σαν σκεπασμένο με χρυσάφι. Το φως του αντιφέγγει μακριά σε όλη την περιοχή."

"Edoras* λέγονται εκείνες οι αυλές." απάντησε ο Gandalf. "Και Meduseld* εκείνο το παλάτι. Εκεί κατοικεί ο Theoden γιος του Thengel. Βασιλιάς του Mark, του Rohan. Πρέπει όμως να προχωρούμε με προσοχή. Μην τραβήξετε όπλο, ούτε να ξεστομήσετε περήφανη κουβέντα, ώσπου να βρεθούμε μπροστά στον θρόνο του Theoden."

Μετά από αρκετή ώρα που ο ήλιος είχε ανέβει για τα καλά στον ουρανό φτάσαμε στο φαρδύ τείχος και τις πύλες του Edoras. Εκεί κάθονταν πολλοί άντρες με αστραφτερή αρματωσιά που μας έκλεισαν τον δρόμο.

"Σταθείτε ξένοι." φώναξε ένας από αυτούς. "Ποια είναι τα ονόματά σας; Δεν είστε μάγοι κάποιοι κατάσκοποι του Saruman ή φαντάσματα τις μαγείας του; Λέγεται τώρα. Με γελούν τα μάτια μου ή αυτά άλογα είναι δικά μας;"

"Δεν είμαστε φαντάσματα." είπα αμέσως. "Ούτε σε γελούν τα μάτια σου. Γιατί πράγματι τα άλογα που ιππεύουμε είναι δικά σας και αυτό το ήξερες πολύ καλά, πριν ακόμα ρωτήσεις φαντάζομαι. Εδώ είναι ο Hasufel και ο Arond, που ο Eomer, ο τρίτος Στρατάρχης του Mark μας δάνεισε πριν δυο μέρες. Τα φέρνουμε πίσω τώρα, έτσι όπως του υποσχεθήκαμε. Δεν γύρισε ο Eomer να σας προειδοποιήσει για τον ερχομό μας;"

Μια ανήσυχη μάτια φάνηκε στο βλέμμα του φρουρού.

"Δεν έχω τίποτα να πω για τον Eomer." απάντησε. "Αν αυτά που λέτε είναι αλήθεια, τότε δίχως άλλο ο Theoden θα τα έχει ακούσει. Μπορεί ο ερχομός σας να μην είναι τόσο απρόσμενος. Πείτε μου όμως τα ονόματα σας γιατί θα πρέπει να σας αναφέρω πριν περάσετε."

"Εγώ είμαι ο Gandalf. Επέστρεψα. Και φέρνω πίσω και ένα άλογο, τον ίσκιο, τον Μέγα, που κάνεις δεν μπορεί να ημερέψει. Και εδώ δίπλα μου είναι ο Aragorn, γιος του Arathorn και κληρονόμος των Βασιλιάδων και η αδελφή του Belle. Και εδώ είναι επίσης ο Legolas από το μακρινό δάσος του Mirkwood και ο Gimli. ο νάνος." απάντησε αμέσως ο Gandalf.

Ο φρουρός έφυγε γρήγορα αφήνοντας μας με τους συντρόφους του. Έπειτα από λίγη ώρα επέστρεψε.

"Ακολουθήστε με!" είπε. "Ο Theoden δίνει την άδεια να περάσετε αλλά ότι όπλο κρατάτε θα πρέπει να το αφήσετε στο κατώφλι. Οι θυροφρουροί θα τα φυλάξουν."

Οι πύλες άνοιξαν και μπήκαμε μέσα. Βρεθήκαμε σε ένα πλατύ δρόμο στρωμένο με πέτρες που άλλοτε ανηφόριζε και άλλοτε ανέβαινε από σκαλοπάτια. Προχωράγαμε πλάι σε ένα πέτρινο αυλάκι που κυλούσε ένα ρυάκι με ολοκάθαρο νερό. Τέλος φτάσαμε στην κορυφή του λόφου. Εκεί βρισκόταν ο εξώστης με το ανάκτορο.

"Να οι πόρτες μπροστά σας!" είπε ο οδηγός. "Εγώ πρέπει τώρα να επιστρέψω πίσω. Έχετε γεια!" πρόσθεσε και έφυγε.

Εμείς ανεβήκαμε τα σκαλιά κάτω από τα μάτια τον σιωπηλών και πανύψηλων φρουρών.

"Χαίρεται 'σεις που έρχεστε από μακριά. Είμαι ο θυροφρουρος του Theoden." είπε ένας από αυτούς. "Με λένε Hama. Θα πρέπει να σας παρακαλέσω να αφήσετε εδώ τα όπλα σας πριν μπείτε μέσα. "

Αφήσαμε όλοι τα όπλα μας εκτός από τον Gandalf που κατάφερε να κρατήσει το ραβδί του.

Οι φρουροί σήκωσαν τις αμπάρες της πόρτας και έσπρωξαν αργά τα φύλλα προς τα μέσα. Οι αίθουσα ήταν σκοτεινή, μακριά και φαρδιά. Τεράστιες κολόνες κρατούσαν την ψηλή οροφή. Μόλις συνηθίσαμε στο σκοτάδι είδαμε πως το πάτωμα ήταν στρωμένο με πέτρινες πλάκες. Προχωρήσαμε μπροστά, προσπερνώντας την μεγάλη ζωηρή φωτιά, που έκαιγε σε μιά μακρόστενη εστία, στην μέση της αίθουσας. Ύστερα σταματήσαμε. Τέρμα στο βάθος υπήρχε ένα βάθρο και εκεί στην μέση ένας μεγάλος θρόνος που καθόταν ένας άνθρωπος τόσο διπλωμένος από τα χρόνια που έμοιαζε με νάνο. Είχε ένα χρυσό στεφάνι στο μέτωπο, με ένα και μοναδικό διαμάντι στο κέντρο. Πίσω από το κάθισμα στεκόταν μια γυναίκα ντυμένη στα λευκά και στα πόδια του Βασιλιά καθόταν ένα χλωμό μαυροντυμένο ανθρωπάκι.

"Χαίρε Theoden, γιε του Thengel. Γύρισα πίσω! Γιατί δες η καταιγίδα έρχεται και όλοι οι φίλοι πρέπει να συγκεντρωθούν για να μην μας εξολοθρεύσει έναν έναν." είπε ο Gandalf.

"Σε χαιρετώ." είπε ο βασιλιάς Theoden. "Και ίσως να γυρεύεις να σε καλοσωρίσω, αλλά για να πω την αλήθεια το καλωσόρισμα σου εδώ είναι αμφίβολο αφέντη Gandalf. Πάντα ήσουν προπομπός κακών. Οι φασαρίες σε ακολουθούν. Γιατί να σε καλωσορίσω λοιπόν κοράκι της συμφοράς; Μπορείς να μου πεις; Αλλά ποιοι είναι αυτοί οι τέσσερις που σε ακολουθούν;"

"Η ευγένεια του παλατιού σου έχει κάπως λιγοστέψει τώρα τελευταία Theoden." απάντησε ο Gandalf. "Δεν σου είπε ο αγγελιοφόρος τα ονόματα των συντρόφων μου; Πολύ σπάνια είχε την τιμή άρχοντας του Rohan να δεχτεί τέτοιους ξένους. Είναι γκρίζα τα ρούχα τους γιατί τους έντυσαν τα ξωτικά. Και έτσι πέρασαν μέσα από πολλούς κινδύνους για να φτάσουν εδω."

"Είναι λοιπόν αλήθεια, όπως είπε ο Eomer, πως συνεργάζεστε με την μάγισσα του Χρυσαφένιου Δάσους." είπε το χλωμό ανθρωπάκι που καθόταν στα σκαλιά. "Δόλιες πλεκτάνες πλέκονταν πάντα εκεί."

"Οι σοφοί μιλούν μόνο για ότι ξέρουν Grima. Γι' αυτό σώπα και κράτα την γλώσσα σου μέσα από τα δόντια σου." απάντησε ο Gandalf άγρια. "Δεν πέρασα μέσα από φωτιά και θάνατο για να ανταλλάσσω κουβέντες με έναν υπηρέτη ώσπου να πέσει ο κεραυνός." είπε ο Gandalf και σήκωσε το ραβδι του.

Ακούστηκαν βροντές. Ξαφνικά το λιγοστό φως που υπήρχε στην αίθουσα έσβησε. Μόνο ο Gandalf ήταν ορατός. Ο Legolas μου έπιασε το χέρι και με κράτησε κοντά του. Δημιουργήθηκε μια λάμψη, λες και μια αστραπή έσκισε την στέγη στα δύο. Όλα σώπασαν και ο Grima βρέθηκε πεσμένος μπρούμητα. Ο Gandalf ξανασήκωσε το ραβδί του και το σκοτάδι άρχισε να διαλύεται.

"Σε παρακαλώ να βγεις έξω στις πόρτες σου μπροστά και να κοιτάξεις πέρα. Έμεινες πάρα πολύ καιρό στα σκοτάδια και εμπιστεύτηκες ψεύτικες ιστορίες και δόλιες προτροπές." είπε ο Gandalf.

Φτάσαμε στις πόρτες και βγήκαμε έξω. Από την βεράντα μπορούσαμε να δούμε τα πράσινα χωράφια του Rohan να σβήνουν γκρίζα. Ο ουρανός ήταν ακόμα σκοτεινός γεμάτος σύννεφα. Μετά από λίγο όμως ο αέρας γύρισε βορινός και η καταιγίδα υποχώρησε.

"Gandalf θα μας χρειαστείς τώρα;" ρώτησε ο Legolas.

"Όχι είστε ελεύθεροι για λίγο."

Ο Legolas μου έπιασε το χέρι και αρχίσαμε να κατεβαίνουμε τις σκάλες.

"Χαίρε άρχοντα Eomer!" είπε ο Legolas καθώς συναντήσαμε τον Eomer που ανέβαινε τις σκάλες.

"Καλωσορίσατε!" απάντησε ο Eomer χαμογελώντας. "Χαίρομαι που σας ξαναβλέπω! Και πάνω από όλα χαίρομαι που τηρίσατε την υπόσχεση σας. Άλλα να μην σας καθυστερώ." πρόσθεσε καθώς είδε τα χέρια μας που ήταν μπλεγμένα.

Κατεβήκαμε γρήγορα τις σκάλες και πήγαμε σε ένα ήσυχο μέρος λίγο πιο πέρα από το παλάτι. Το μόνο που ακουγόταν ήταν ο ήχος από το ρυάκι που κυλούσε. Ήρθε πιο κοντά μου και έβαλε τα χέρια του στην μέση μου. Πέρασα τα δικά μου γύρω από το λαιμό του. Αυτός μηδένισε την απόσταση μεταξύ μας και άρχισε να με φιλάει. Καθίσαμε στο γρασίδι και συζητάγαμε.

Μετά από αρκετή ώρα επιστρέψαμε στο μέγαρο και πετύχαμε τους άλλους να τρώνε. Ο Eomer μας είδε πρώτος και μας έκανε νόημα να πλησιάσουμε.

"Ελάτε! Καθήστε μαζί μας!" είπε αμέσως ο βασιλιάς Theoden

Μετά το γεύμα ήρθαν μερικοί άντρες και μας έντυσαν με πολεμικές στολές. Ύστερα ανεβήκαμε στα άλογα και ξεκινήσαμε για την δύση.

Τέλος Κεφαλαίου

Ελπίζω να σας αρέσει....

*The name Edoras is said to mean "the courts" in the Mark-speech of Rohan. In Old English, edoras means "dwellings, houses".

*The word Meduseld, in the Old English, means "Mead Hall" having a connotation of "Hall of feasts"; medu means "mead" but as a word it has connotations to "joy".




Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top