Στις Φτωχογειτονιές
Josephine's POV
1 εβδομάδα μετά...
"Έλα τώρα βρε Ζοζεφίνα μου. Κάτι θα βρείτε να κάνετε. Από τις ιδέες που στάλθηκαν, καμία δεν καλή;" με ρωτάει η Νατάσα, ενώ τακτοποιεί τις νέες συσκευασίες καλλυντικών που έφτασαν πριν δύο μέρες.
Η αλήθεια είναι πως έχουμε λάβει πολύ καλές προτάσεις για ταινίες βασισμένες σε αληθινά γεγονότα, αλλά και ιδέες από θαυμαστές. Ο ένας παραγωγός μετά τον άλλον, μας παίρνουν τηλέφωνο και προτείνουν την μια πρόταση μετά την άλλη. Πολλοί σκηνοθέτες και σεναριογράφοι- ερασιτέχνες κάποια από αυτούς- μας επισκέφθηκαν αυτές τις μέρες και ο Αλεξάντερ πέρασε ατελείωτες ώρες στο γραφείο, συζητώντας μαζί τους. Έχουμε να έρθουμε κοντά σωματικά κάπου στις τέσσερις μέρες. Ίσως σε κάποιους να φαίνεται λίγο, αλλά για εμάς, για εκείνον δηλαδή, είναι σαν ένας αιώνας. Έχουν δυσκολέψει πολύ τα πράγματα...
"Όλες ήταν καλές Νατ. Το θέμα είναι πως εμείς θέλουμε κάτι το πρωτότυπο. Ο Αλεξάντερ θέλει κάτι διαφορετικό για την εταιρεία. Μια αλλαγή, πως να το πω. Σαφώς και όλα όσα είδαμε ήταν εξαιρετικά αλλά... Και εμένα δεν με εμπνέουν ιδιαίτερα να σου πω την αλήθεια" της εξηγώ και αφήνει κάτι τις κούτες. Τραβάει την καρέκλα δίπλα μου και κάθεται σε αυτήν.
"Ζοζεφίνα, γιατί νομίζω πως έχεις βάλει λίγο το χεράκι σου για να καθυστερήσει η επιλογή; Μου είπες για στην συμφωνία που κάνατε με τον Αλεξάντερ και ξέρω ότι όταν καταλήξετε στο επόμενο πρότζεκτ, θα πάτε στο Σαν Φρανσίσκο, για να επισκεφθείς τον πατέρα σου στην φυλακή. Προσπαθείς να το αποφύγεις, έτσι δεν είναι;" ρωτάει, κοιτώντας με στα μάτια και ξεφυσάω, σαν να της απαντώ.
Θέλω να είμαι ειλικρινής... Ναι, προσπαθώ να καθυστερήσω αυτό το ταξίδι όσο περισσότερο μπορώ. Από την μία, θέλω να επιστρέψω στο σπίτι μου. Εκεί που μεγάλωσα. Εκεί βρίσκονται οι συγγενείς μου, από την μεριά της μητέρας μου. Και τι δεν 'δινα για να πάρω μια ακόμα αγκαλιά την γλυκιά μου γιαγιά... Όμως η επιθυμία να μην αντικρίσω αυτό το άγριο βλέμμα, εκείνα τα σκούρα μάτια, από τα οποία πάντα ξεχείλιζε το μίσος... Υπερτερεί κατά πολύ. Και δεν καταλαβαίνω. Γιατί θέλει ο πατέρας μου να με δει μετά από τόσα χρόνια; Τι μπορεί να θέλει από εμένα; Πάντως συγχώρεση το αποκλείω. Η μητέρα μου είχε μόνο μια φορά να τον επισκεφθεί... Και γύρισε στο σπίτι με δάκρυα στα μάτια. Ποτέ δεν μου είπε τον λόγο, αλλά την άκουσα να μιλάει με τον πατριό μου. Έλεγε συνέχεια πως έχασε τα πάντα εξαιτίας του... Και ας μην κατάλαβα ποτέ τι σημαίνει αυτό.
"Νατάσα δεν... Δεν ξέρω τι να σου απαντήσω..."
"Πρέπει να σταματήσεις Ζοζεφίνα. Πρέπει να πας να τον δεις. Καταλαβαίνω που δεν ήθελες στα είκοσι σου μα... Τώρα είσαι τριάντα. Ως πότε θα ζεις με τον φόβο; Είσαι ώριμη σε όλα τα άλλα και σε αυτό... Κάνεις σαν έφηβη" μου λέει καθώς φτιάχνω πλεξουδάκια με τα κρόσσια από την μπλούζα μου.
Όσο και αν δεν θέλω να το παραδεχτώ, έχει δίκιο. Πολύ δίκιο. Αλλά φοβάμαι να τον αντιμετωπίσω. Ειδικά μετά από τόσα χρόνια.
"Πάω να δω τι κάνει ο Αλεξάντερ" λέω μετά από μερικά λεπτά ησυχίας και βγαίνω έξω από το δωμάτιο, με προορισμό το γραφείο του συντρόφου μου.
Φτάνω έξω από το γραφείο του και βλέπω την πόρτα μισάνοιχτη. Διακρίνω μερικά χαρτιά στο πάτωμα και αρχίζω να ανησυχώ λίγο.
"Να μπω;" ρωτάω και αξαφνα την βλέπω να ανοίγει. Τα ρούχα του Αλεξάντερ είναι κάπως ζαρωμένα και τα μαλλιά του ανακατεμένα.
"Πάντα μπορείς να μπαίνεις" μου λέει μεταξύ σοβαρού και αστείου και κάνει στην άκρη για να περάσω. Κλείνει την πόρτα πίσω μου και αφήνει ένα φιλί στον ώμο μου, επιστρέφοντας στην θέση που ήταν και πριν, μπροστά από τον πίνακα στον τοίχο. Φαντάζομαι δηλαδή.
"Πως είσαι αγάπη μου;" τον ρωτάω φτάνοντας δίπλα του και αυτός γυρνάει προς το μέρος μου, σταυρώνοντας τα χέρια του.
Οι μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια του είναι εμφανής πια. Προσπαθεί να τους κρύψει όλες αυτές τις μέρες, αλλά σήμερα, οι προσπάθειες του έπεσαν στο κενό. Θέλει να κρύψει την κούραση του, για να μην στεναχωρεί και εμένα. Δεν θέλει να παραδεχτεί πως για πρώτη φορά στην ζωή του, έχει βρεθεί σε αδιέξοδο.
"Ζόρικα τα πράγματα Ζόζι μου... Με το ζόρι συγκρατώ τα νεύρα μου... Ελπίζω αυτό να μην είναι το τέλος της Sergud Studios" απαντάει και τον αγκαλιάζω, φιλώντας τον τρυφερά στα χείλη. Ξέρω πως αυτό πάντα τον ηρεμεί, σε όποια ψυχική κατάσταση κι αν βρίσκεται.
Τα χέρια του αγκαλιάζουν την μέση μου και με φέρνει περισσότερο κοντά του, εμβαθύνοντας το φιλί μας. Τα δάχτυλα μου μπλέκονται στα μαλλιά του και μετά, τα χέρια μου κατεβαίνουν προς την πλάτη του, χαϊδεύοντας την.
Απομακρύνομαι μερικά εκατοστά, κρατώντας τα χέρια του στα δικά μου.
"Καλύτερα;" τον ρωτάω και μου σκάει το χαμόγελο, που τόσο λαχταρώ να βλέπω κάθε φορά στο πρόσωπο του.
"Πάντα... Έλα να κάτσουμε λίγο" μου απαντάει, κάνοντας μου νόημα να κάτσω στον μπλε βελούδινο καναπέ. Βάζει σε δύο ποτήρια, λίγο ουίσκι και κάθεται δίπλα μου, προσφέροντας μου το ένα.
"Σε βλέπω λίγο σκεπτική αυτές τις μέρες. Και δεν έχει κάνει μόνο με την ταινία. Είσαι καλά;" με ρωτάει και ακουμπάω την πλάτη μου πίσω στον καναπέ, επιτρέποντας στον εαυτό μου να χαλαρώσει λίγο.
Στο μυαλό μου, επιστρέφουν όλες οι αναμνήσεις του παρελθόντος. Και δεν μιλάω για τα παιδικά μου χρόνια, αλλά για τις δυσκολίες που αντιμετώπισα μετά από αυτά. Η φτώχεια που αντιμετώπισα. Οι άνθρωποι της παλιάς μου γειτονιάς. Τα μικρά παιδιά, που ακόμα και αν είχαν να φάνε μέρες, έπαιζαν ανέμελα και χαμογελούσαν. Ήμουν... Και εγώ κάποτε έτσι. Ζούσαμε πολύ δύσκολα, όμως στο τέλος της μέρας, ήμουν χαρούμενη γιατί είχα την αδερφή μου.
Μου φαίνεται άδικο πως εγώ τώρα με την Λούνα απολαμβάνουμε όλα τα καλά και αυτοί υποφέρουν. Θυμάμαι το πάρτυ που διοργάνωσαν, όταν έμαθαν πως θα φεύγαμε. Δεν είχαμε κάτι ιδιαίτερο από φαγητό και ποτό, μα είχαμε μουσική και καλή παρέα. Γιατί αυτό μας ένοιαζε. Να περάσουμε καλά.
"Αλεξάντερ;"
"Ναι αγάπη μου;"
"Θέλω... Θέλω να επισκεφτώ ξανά την παλιά μου γειτονιά. Το παλιό μου σπίτι. Τους ανθρώπους που μεγάλωσα εκεί και... Έζησα τα ίδια δεινά με αυτούς" του λέω χωρίς να πάρω ανάσα και πίνω μια ακόμα γουλιά από το ποτό μου, εστιάζοντας τα μάτια μου πάνω του. Η έκφραση του δεν δηλώνει τίποτα και η σιωπή του με τρομάζει λίγο.
"Πως σου ήρθε αυτό τώρα;" ρωτάει έκπληκτος και αφήνει το ποτήρι στο γυάλινο τραπεζάκι.
"Αλεξάντερ... Εγώ μπορεί να ζω με ανέσεις, μα εκείνοι όχι. Εγώ τώρα τρώω με χρυσά κουτάλια, μα εκείνοι με μερικά, σχεδόν κατεστρεμμενα πιρούνια και πολλές φορές και μετά χέρια. Είναι κάτι σαν οικογένεια μου" του απαντάω, σκεπτόμενη εκείνη την γυναίκα που βοήθησα στην Ελλάδα το καλοκαίρι. Δεν έχει επικοινωνήσει μαζί μου και έχω την έννοια της. Αναρωτιέμαι αν είναι καλά αυτή και και το παιδάκι της. Αν βρήκε τρόπο να τα βγάλει πέρα. Ίσως όταν ξαναπάμε στην Κρήτη, να την ψάξω και να βοηθήσω παραπάνω. Έπρεπε να το είχα επέμβει περισσότερο.
"Το θεωρώ άδικο αυτό Αλεξάντερ. Εμείς εδώ να περνάμε καλά και αυτοί... Ακόμα να υποφέρουν. Θέλω... Να του βοηθήσω. Να τους βοηθήσω να βρουν ξανά την ελπίδα... Όπως έκανες και εσύ σε εμένα" συμπληρώνω και μπλέκει τα δάχτυλα μας.
Οι ματιές μας κλειδώνουν και ένα χαμόγελο εμφανίζεται στο πρόσωπο του, κάνοντας τα λακκάκια του εμφανή. Είναι τόσο γλυκούλης.
"Με κάνεις... " πάει να πει, αλλά σταματάει.
"Τι;"
"Να σε αγαπώ ακόμα περισσότερο. Να αισθάνομαι ακόμα πιο περήφανος... Που διάλεξα την σωστή γυναίκα για εμένα. Γιατί πέρα από την απίστευτη και όμορφη εμφάνιση σου, έχεις και την πιο καλοσυνάτη καρδιά μου έχω γνωρίσει. Πάντα κάνεις τα αδύνατα δυνατά και θέλεις να προσφέρεις. Εγώ αυτό... Το έχω αγαπήσει αληθινά. Γιατί και εσύ... Εγινες η ελπίδα μου Ζοζεφίνα" ολοκληρώνει και με φιλάει πεταχτά στα χείλη, βάζοντας μια τούφα πίσω από το αυτί μου.
"Πάμε"
"Που;"
"Να δεις την γειτονιά σου... Και να μου την μάθεις και εμένα. Να μου γνωρίσεις την παλιά σου ζωή και είμαι σίγουρος πως μαζίχθα θυμηθούμε και τις ομορφιές της" απαντάει και του χαμογελάω, κάνοντας τον μια αγκαλιά.
Ο Αλεξάντερ μου... Αυτός είναι ο σύντροφος μου, ο άντρας μου αγαπώ. Τον λατρεύω. Ίσως η γνωριμία να ήταν κάπως περίεργη και να πληγωθήακαμε και οι δύο, όμως μου αρέσει η εξέλιξη και δεν θα άλλαζα τίποτα.
"Τότε... Πρέπει να αλλάξουμε ρούχα" του λέω με το χαμόγελο του τζοκερ στο πρόσωπο μου και αρπάζοντας τον από το χέρι, αποχωρούμε από το γραφείο του.
Alexander's POV
Ποτέ, μα ποτέ στην ζωή μου, δεν επέτρεψα σε γυναίκα να αποφασίζει για εμένα, πριν από εμένα. Όταν κάποιος γενικά το έκανε, αυτό με εξαγρίωνε. Θέλω να αποφασίζω μόνος μου για εμένα. Και άφησα πριν από λίγο... Την Ζοζεφίνα να το κάνει. Πιο συγκεκριμένα, διάλεξε η ίδια τι θα φορέσω. Είναι διαφορετικό... Πιο άνετο. Φοράω μαύρη φόρμα, μαύρη μακριμάνικη μπλούζα και μια ζακέτα, επίσης μαύρη. Ο Ζοζεφίνα διάλεξε και ένα σπορτ καπέλο σε σκούρο μπλε χρώμα, που πάει μαζί με τα γυαλιά μου. Η Ζοζεφίνα φοράει και αυτή μια μαύρη μπλούζα με μανίκια, ενώ έχει διαλέξει ένα τζιν παντελόνι με σκισίματα. Στον ώμο της, έχει περασμένη μια πολύ απλά τσάντα. Ευτυχώς, βρήκαμε δύο ζευγάρια παπούτσια στα νούμερα μας, αθλητικά.
"Δεν με βολεύει η μπλούζα" πετάω στο άσχετο μάθω περπατάμε στον δρόμο και την ακούω που γελάει.
"Αλεξάντερ Σέργουντ, δεν υπήρχε περίπτωση να έρθουμε εδώ και να φοράμε ότι φοράμε στην δουλειά ή στην κρεβατοκάμαρα. Πάρε τα πόδια σου και έλα"
Αν ήταν άλλη, θα είχα θυμώσει άσχημα. Αλλά... Είναι η Ζόζι μου. Το κοριτσάκι μου. Δεν θα μπορούσα ποτέ να της θυμώσω. Μπορεί να με κάνει ότι θέλει, ενώ εγώ υπακούω αδιαμαρτύρητα. Και το αντίστροφο.
"Οι φτωχογειτονίες... Του Λος Άντζελες... " λέει με πόνο στην φωνή της και την βάζω στην αγκαλιά μου. Κάνει και κάμποσο κρύο σήμερα. Ε, αφού είναι χειμώνας, τι άλλο θα έκανε.
Καθώς διασχίζουμε τον από την βροχή, υγρό δρόμο, περίεργες μυρωδιές φτάνουν στα ρουθούνια μου. Και μόλις κατάλαβα... Από τι είναι. Πεταμένα σκουπίδια στους δρόμους και τα πεζοδρόμια, άνθρωποι που κοιμούνται κάτω και μάλλον έχουν να κάνουν μπάνιο μέρες, τα παρατημένα ρούχα στα κατεστραμενα μπαλκόνια... Θεέ μου, κάποιοι ξαπλωμένοι μπρούμυτα και ακίνητοι, που εύκολα κάποιος θα μπορούσε να υποθέσει ότι... Είναι νεκροί.
"Ολοι αυτοί... Κοιμούνται στον δρόμο;" την ρωτάω ψιθυριστά, για να μην μας ακούσουν
"Ευτυχώς... Ναι... Αλλά και δυστυχώς. Δεν είχαν όλη την πολυτέλεια... Να αποκτήσουνε ένα μικρό και ταπεινό διαμέρισμα, όπως εγώ... Ελπίζω να ζει κάποιος εκεί τώρα" μου απαντά και νιώθω ένα σφίξιμο στην καρδιά μου.
Αρρώστιες, πείνα, έλλειψη νερού... Κάνει κάποιος κάτι για όλα αυτά; Ενδιαφέρεται; Ασχολείται; Ποιός τους φροντίζεις όλους αυτούς; Νοιάζεται κανείς; Δεν υπάρχει κανένας να τους στηρίξει; Θεέ μου...
"Ζουν κάτω από άθλιες συνθήκες... Και κανείς δεν νοιάζεται. Ζούσα εδώ για χρόνια και κανείς δεν μας βοήθησε" την ακούω να μου λέει και την σφίγγω περισσότερο στην αγκαλιά μου.
Μπροστά μας, βλέπουμε μερικά παιδιά που κάθονται κάτω και τραγουδούν όλα μαζί. Είναι ένα κορίτσι, δύο αγόρια μάλλον μεγαλύτερα από αυτήν και ένα μικρό αγοράκι, μάλλον πέντε. Είναι στην αγκαλιά του κοριτσιού. Η Ζοζεφίνα πάει κοντά τους και την ακολουθώ.
"Γειά σας" τους λέει και βγάζει τα γυαλιά της. Το κορίτσι βγάζει μια κραυγή ενθουσιασμού. Προφανώς και μας έχουν αναγνωρίσει. Ξαφνικά, το αγοράκι στην αγκαλιά της, αρχίζει να βήχει έντονα... Θεέ μου δεν το πιστεύω! Αυτό είναι αίμα!
"Θα γίνεις καλά μικρέ" του λέω αυθόρμητα και βγάζω την ζακέτα μου, σκεπάζοντας τον. Η μικρή νου χαμογελάει και σφίγγει το αγοράκι στην αγκαλιά του. Η Ζοζεφίνα του δίνει ένα πακέτο χαρτομάντιλα και δίνει και στους τέσσερις από ένα δολάριο.
"Πάρτε αυτά τα λεφτά και καλέστε ένα ασθενοφόρο. Πρέπει να τον δει γιατρός. Ενημερώστε τους γονείς σας..."
Σκύβει προς το κοριτσάκι και χαϊδεύει τα μαλλιά της.
"Μόλις φτάσετε και βεβαιωθείτε πως είναι καλά, πες στην μαμά σου να με καλέσει από το τηλέφωνο του νοσοκομείου στο κινητό μου" της λέει και της δίνει ένα χαρτάκι.
"Θα γίνει καλά... Ο αδερφός μου;" ρωτάει με σπασμένη φωνή, ενώ δάκρυα τρέχουν από τα ματάκια της και η Ζοζεφίνα την αγκαλιάζει.
"Ναι σου το υπόσχομαι... Τώρα πηγαίνετε. Και μην πείτε σε κανέναν πως μας είδατε εδώ" τους λέει και αυτά, βοηθώντας τον μικρό, απομακρύνονται.
"Αγάπη μου, είσαι σίγουρη πως θες να συνεχίσουμε;" την ρωτάω δειλά και με κοιτάζει στα μάτια. Τα δάκρυα της είναι έτοιμα να εμφανιστούν, αλλά τα συγκρατεί.
"Οχι. Όχι μέχρι να δω αν είναι καλά οι άνθρωποι στην αυλή" μου λέει ψυχρά, τεντώνοντας το χέρι της. Της το πιάνω και μαζί συνεχίζουμε να κατεβαίνουν την κατηφόρα.
Αισθάνομαι απαίσια... Όσο ψυχικό πόνο δεν έχω νιώσει σε όλη μου την ζωή, τον ένιωσα τώρα, αντικρίζοντας τώρα αυτό το θέαμα. Πέρασα όλη μου την ζωή μέσα στις πολυτέλειες και την χλίδα, χωρίς να έχω γνωρίσει την άλλη μεριά. Χωρίς να έχω μάθει ποτέ για αυτόν τον απαίσιο τρόπο ζωής. Συνειδητοποιώ πως δεν έχω δει το Λος Άντζελες, έτσι όπως πίστευα. Κανείς ποτέ δεν μου μίλησε για όλα αυτά. Ζούσα την ζωή μου ανέμελα, αγνοώντας ασυνείδητα αυτές τις καταστάσεις. Δεν μου έδειξε ποτέ κανείς... Πόσο υποφέρει ο κόσμος.
[...]
Έχει νυχτώσει για τα καλά. Στον ουρανό φαίνονται τα λαμπερά αστέρια. Τα στολίδια της νύχτας. Αυτό όμως που κάνει ξεχωριστή την βραδιά, είναι η πανσέληνος. Την τελευταία, την είδα πριν από τριάντα χρόνια. Είχα ευχηθεί να αποκτήσω στην ζωή μου κάτι ή κάποιον, που θα μου χαρίσει την ευτυχία.
"Είναι υπέροχα. Θυμάμαι ήμουν πέντε όταν είχα δει την πρώτη μου πανσέληνο. Κοίταξα τότε ψηλά και ευχήθηκα κάποτε να έρθει κάποιος, που θα αλλάξει την ζωή μου" μου λέει η Ζόζι μου και της χαμογελάω.
"Και εγώ το ίδιο. Ήμουν δεκαπέντε" της λέω και με φιλάει πεταχτά, συνεχίζοντας το φαγητό της.
Όλες αυτές τις ώρες, με πήγε σε κάθε γωνιά από τις φτωχογειτονιές του Λος Άντζελες. Μου μίλησε για όλους τους γνωστούς της και μου είπε πολλές ιστορίες για τα μέση εδώ. Έμαθα πως έχουμε και έναν κοινό γνωστό, τον Νικ. Είναι αστυνομικός τώρα πια, αλλά πριν από οχτώ χρόνια, εκεί ζούσε. Ήταν φίλοι από ότι μου εξήγησε και είχαν βοηθήσει αρκετές φορές ο ένας τον άλλον. Ένας ακόμα λόγος για να του πω κάποτε ευχαριστώ. Και να του ζητήσω συγνώμη, που την είχα πέσει στην γυναίκα του.
Τώρα έχουμε κάτσει σε απομονωμένο κινέζικο, που το φαγητό είναι αρκετά καλό ομολογώ. Μπορεί να είναι χαμηλές οι τιμές, όμως θα αφήσουμε κάτι παραπάνω. Από την ώρα που κάτσαμε, μας έχουν περιποιηθεί σαν να είμαστε οικογένεια τους. Άμα ο άνθρωπος έχει καρδιά, είναι αρκετό. Όλα τα άλλα, θα έρθουν μετά. Αυτό που έχει αξία, είναι το ποιόν του ανθρώπου.
"Ότι και να φάω στην ζωή μου, τα νουντλς εδώ πάντα θα είναι τα αγαπημένα μου" προσπαθεί να πει η Ζοζεφίνα καθώς μασάει.
"Μην πνιγείς μόνο" της λέω και γελάει, αφήνοντας κάτω το πιτάκι.
Θέλω να τους βοηθήσω αυτούς τους ανθρώπους. Αξίζουν κάτι καλύτερο από το να τρώνε σκουπίδια και να πίνουν νερό από τις λακκούβες κάτω στον δρόμο, ώστε να μην πεθάνουν. Το μόνο πρόβλημα είναι, να μην το κάνω μόνο εγώ, αλλά άνθρωποι σε από όλον τον κόσμο και όχι μόνο στην Αμερική, αλλά σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Οι άνθρωποι πρέπει να δουν την σοβαρότητα της κατάστασης και να ακούσουν την αλήθεια από άτομα που έχουν βιώσει τον πόνο. Και νομίζω... Πως βρήκα τον τέλειο τρόπο για να το κάνω.
"Ζοζεφίνα, τι θα έλεγες... Η επόμενη δουλειά της Sergud Studios, να είναι ένα ντοκιμαντέρ;"
"Τι εννοείς;"
"Να φτιάξουμε μια ταινία, χωρίς συγκεκριμένο σενάριο. Να αναδείξουμε δυσκολίες και φέρουμε στο φως την αλήθεια. Την πραγματικότητα. Ο κόσμος να δει αυτήν την εικόνα και όχι ότι πουλάει" της εξηγώ και από το ύφος, νομίζω πως με κατάλαβε.
"Μια ταινία... Με θέμα την φτώχεια και την δυστυχία που μαστίζει τους ανθρώπους που είδες. Και όχι μόνο στην Αμερική, αλλά παντού. Αλεξάντερ, είναι υπέροχη ιδέα. Ίσως έτσι ευαισθητοποιθεί ο κόσμος και τα πράγματα καλυτερέψουν!" φωνάζει ενθουσιασμένη και με σφίγγει στην αγκαλιά.
Ώρα να βοηθήσουμε με τον τρόπο μας και εμείς. Ώρα να κάνω κάτι άλλο και να δώσω τα χρήματα μου σε κάτι που πραγματικά αξίζει τον κόπο. Θα είναι ότι καλύτερο θα έχει βγάλει η Sergud Studios εδώ και χρόνια. Το πιστεύω βαθιά μέσα πως θα φέρει την αλλαγή.
"Μην ξεχνάς πως τώρα που βρήκαμε το νερό πρότζεκτ, πρέπει να κάνουμε ένα ταξίδι" της υπενθυμίζω και ξεφυσάει.
"Δεν το ξεχνάω..." μουρμουρίζει και την πιάνω από τους ώμους.
"Μεθαύριο πάμε Σαν Φρανσίσκο. Μόνο εγώ και εσύ"
"Εννοείται. Δεν θα άφηνα την αδερφή μου να έρθει. Θα βρω τρόπο να την πείσω. Αλλά γιατί όχι αύριο;" με ρωτάει και της παίρνω από το χέρι, φέρνοντας την να κάτσει στα πόδια μου.
"Γιατί πρώτον, θα κοιμηθούμε αύριο και δεύτερον... Θέλω απόψε να κάνουμε έρωτα μέχρι το πρωΐ" της ψιθυρίζω στο αυτί και αρχίζω να την φιλάω στον λαιμό.
"Αλεξάντερ... Μας βλέπουν..." ψελλίζει, απολαμβάνοντας όμως το άγγιγμα μου. Έχω να την αγγίξω τόσες μέρες... Απορώ πως άντεξα!
"Όποιος έχει πρόβλημα... Μπορεί να πάει στον διάολο"
Γειά σας δελφινάκια μου🐬🐬🐬🐬🐬
Τι μου κάνετε;
Εγώ νυστάζω😋
Τέσπα!
Πως σας φάνηκε το κεφάλαιο;
Οι πρωταγωνιστές μας, είπαν να κάνουν κάτι διαφορετικό σήμερα. Επισκέφθηκαν το παλιό σπίτι της Ζοζεφίνας.
Όλα αυτά που περιέγραψα, τα έχω δει σε ταινίες και είναι σκηνές που έχω αντικρίσει εδώ, στην ίδια μου την χώρα. Στην πραγματικότητα. Μόνο που είναι δέκα φορές χειρότερα. Αυτοί οι άνθρωποι αξίζουν μια καλύτερη και είμαι αποφασισμένη, όταν θα μπορέσω να τους την προσφέρω. Γιατί το θεωρώ άδικο να έχω πράγματα που αυτοί απλά ονειρεύονται.
Είχα δει κάποτε μια ολόκληρη φραντζόλα ψωμί, πεταμενη έξω από έναν κάδο στην γειτονιά μου. Αυτός που την πέταξε, σκέφτηκε ότι με αυτήν, θα μπορούσαν να χορτάσουν τα στομάχια είκοσι παιδιών;
Όχι φυσικά!
Γιατί πράγματα που εμείς θεωρούμε δεδομένα, άλλοι δεν τα έχουν ούτε σε δείγμα!
Μέσα από αυτήν την ιστορία, προσπαθώ να περάσω και αυτά τα μηνύματα. Πως αν αξίζουμε μια καλύτερη ζωή, αυτή αξίζουν δέκα!
Δεν ξέρω βέβαια αν το έχω κάνει με επιτυχία και θα ήθελα την γνώμη σας πάνω σε αυτό😁
Η ιδέα του Αλεξάντερ σας άρεσε;
Θα θέλατε να δούμε κάποια κεφάλαια από την διαδικασία;
Στο επόμενο... Είναι η συνάντηση πατέρα και κόρης, ύστερα από είκοσι χρόνια😳
Πως λέτε να πάει;
Τι αποκαλύψεις μπορεί να φέρει στο φως;
Ερώτηση...
Θεωρείται πως η πλοκή εξελίσσεται γρήγορα; Να μειώσω την ταχύτητα; Ή να συνεχίσω κανονικά;
Αυτά!
Μέχρι το επόμενο...
Peace❤️💛✌️
Υ. Γ. : Να τι έβαλαν τα παιδιά😂😻
👇👇👇
Αλεξάντερ💙🙀
Ζοζεφίνα💜😻
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top