Ποιός Θα Το Κάνει;
"Ζοζεφίνα τελειώνεις; Θα αργήσουμε! Τα παιδιά είναι ήδη στην πόλη!" μου φωνάζει από το σαλόνι και κουμπώνω το φόρεμα μου βιαστικά.
Μιλούσα αρκετή ώρα με την αδερφή μου και για αυτό άργησα να μπω στο μπάνιο για να πλυθω. Πριν από τριάντα λεπτά βγήκα. Στέγνωσα γρήγορα τα μαλλιά μου και τα ίσιωσα όσο καλύτερα μπορούσα. Διάλεξα ένα φόρεμα, μια παλάμη πάνω από το γόνατο. Το κομμάτι από το στήθος και πάνω είναι μια ανοιχτή απόχρωση του καφέ, το υπόλοιπο ροζ και φοράω τα τις λευκές μου γόβες.
"Τώρα αγάπη μου!" του απαντώ και αρχίζω να βάφομαι γρήγορα.
Δεν κάνω κάτι έντονο. Μόνο ένα απαλό ροζ, καλοκαιρινό χρώμα και λίγη μάσκαρα. Βάζω στο μικρό, μαύρο τσαντάκι μου τα απαραίτητα μικροπράγματα και βγαίνω από το δωμάτιο, πηγαίνοντας στο σαλόνι.
Τον βλέπω να περπατάει πέρα δώθε, παρατηρώντας το σαλονάκι. Φοράει ένα παντελόνι, που το χρώμα του κλείνει στο πολύ ανοιχτό γκρι και μια άσπρη, φαρδιά μπλούζα. Είναι... Είναι τόσο όμορφος και γοητευτικός. Όπως και αν είναι ντυμένος, πάντα δείχνει ελκυστικός.
Τα μάτια του σταματάνε πάνω μου και με κοιτάζει με ένα απλανές βλέμμα. Βγάζει τα χέρια από τις τσέπες και ξύνει νευρικά τον σβέρκο του... Μόλις κοκκίνησε;
Περνάω την τσάντα στον ώμο μου και τον πλησιάζω, αγκαλιάζοντας τον σφιχτά. Τα χέρια του ανταποδίδουν την κίνηση, πιέζοντας απαλά το σώμα μου πάνω στο δικό του. Το άρωμα του εισχωρεί στα ρουθούνια μου και με ζαλίζει. Θυμίζει την αλμήρα της θάλασσας. Είναι πιο μεθυστικό και από την ρακί που ήπιαμε χθες το βράδυ.
Βγαίνω από την αγκαλιά του, συνεχίζοντας να κρατάω τα χέρια του.
"Είσαι εκθαμβωτική... Κάθε Ελληνίδα θα σε ζηλεύει" μου λέει και χαϊδεύει το πρόσωπο μου, βάζοντας τα μαλλιά μου πίσω από τα αυτιά και δαγκώνω το κάτω χείλος μου.
Αυτό του αρέσει πολύ και τον ανάβει κάποιες φορές. Για αυτό άλλωστε και έχει ιδρώσει ελαφρά.
"Να σου θυμίσω πως έχω ρίζα Ελληνίδας. Η γιαγιά μου ήταν μια κρητικιά. Γέννημα θρέμμα. Είχα ακούσει τόσες ιστορίες... Θέλω να δω τα πάντα!" αποκρίνομαι και γελάει με την αντίδραση μου.
"Δεν μπορείς να δεις τα πάντα με μια φορά... Αλλά σου υπόσχομαι που θα έρθουμε όσες φορές θες" μου λέει και με φιλάει τρυφερά στα χείλη.
[...]
"Ορίστε. Εκεί είναι. Μπροστά από το συντριβάνι. Ουάου, όλοι τους έχουνε παραμείνει ίδιοι. Νομίζω ο Έρικ έχει παχύνει λίγο. Και ο Στέφανος... Αχ, ακόμα να πιάσει σχέση. Το καημένο το παιδί" ψελλίζει και τον κοιτάζω, αναρωτιόντας τι εννοεί.
"Τι εννοείς;"
"Η κοπέλα του πέθανε πριν από δύο χρόνια. Την αγαπούσε πάρα πολύ. Αλλά... Ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου, μπορεί να φέρει τα πάνω κάτω στην ζωή του ανθρώπου" μου εξηγεί και αναστενάζω.
Εμένα μου λες... Ο πατέρας μου είναι στην φυλακή, οπότε είναι σαν νεκρός για εμένα, μιας και ποτέ δεν είχαμε την κλασσική σχέση μεταξύ πατέρα και κόρη, που πάντα ήθελα, και η μητέρα μου με τον πατριό μου, σκοτώθηκαν σε τροχαίο δυστύχημα πριν από δέκα χρόνια, αφήνοντας εμένα και την Λούνα μόνες μας. Περάσαμε τόσες δυσκολίες, αλλά επιβιώσαμε, γιατί είχαμε η μία την άλλη. Γνωρίζω πολύ καλά λοιπόν... Πως είναι ο πόνος, λόγω της απώλειας του αγαπημένου σου προσώπου. Και εγώ έχασα τρία από αυτά. Ναι, τον αγαπούσα τον πατέρα μου, όσο περίεργο και αν ακούγεται. Κάπου βαθιά μέσα μου... Ακόμα τον νοιάζομαι. Σε ανθρώπινο επίπεδο πάντα. Το θέμα όμως είναι... Πως ίσως να ήμουν είκοσι ετών τότε... Αλλά δεν έπαψα να χρειάζομαι τους γονείς μου. Την μαμά μου...
Σκουπίζω τα βουρκωμένα μάτια μου και παίρνω μερικές ανάσες για να ηρεμήσω, όταν δύο χείλη ακουμπάνε τα μαλλιά μου και αφήνουν ένα φιλί όλο αγάπη. Ο Αλεξάντερ πάντα αντιλαμβάνεται την συναισθηματική μου φόρτιση, χωρίς να του πω εγώ κάτι. Επικοινωνούμε, χωρίς να μιλάμε.
Φτάνουμε στα παιδιά και όλοι γυρνάνε προς το μέρος μας.
"Χαίρομαι τόσο που σας βλέπω ξανά και τους δύο!" αναφωνεί η Τερέζα και μας κάνει μια αγκαλιά, τον καθένα ξεχωριστά.
Η αλήθεια είναι πως και εγώ χαίρομαι που την βλέπω ξανά. Στην προηγούμενη συνάντηση μας, μιλούσαμε για ώρες. Συζητούσαμε για διάφορα θέματα και παίζαμε με την μικρή Ρόουζ, την κόρη του. Τώρα η Τερέζα είναι έγκυος στον μικρό τους γιό τώρα. Θα μπει τώρα στον τρίτο μήνα.
"Δεν περίμενα να σας δω τόσο σύντομα όλους ξανά. Χαίρομαι που ήρθαμε"
"Άστα αυτά. Για το φαΐ ήρθες όπως όλοι μας" του απαντάει ο Έρικ και σκάμε στα γέλια.
Μου θυμίζει τον Κρις όταν κάνει αυθόρμητα αστεία. Συνήθως δεν το καταλαβαίνει και αυτό που λέει είναι για πραγματικά γέλια.
Τους χαιρετάει όλους και ύστερα ακουμπάει το χέρι του στην πλάτη μου, σπρώχνοντας με ελαφρά πιο κοντά στους άλλους. Τα πόδια μου κάνουν μερικά μικρά βήματα, τρέμοντας λίγο. Με αγχώνει το ότι θα γνωρίσω άλλα τρία άτομα.
"Να σας συστήσω την κοπέλα μου, την Ζοζεφίνα Ράινχαρτ. Ζοζεφίνα, τον Χάντερ και την Τερέζα τους γνωρίζεις. Από εδώ τα αδέρφια της Τερέζας, ο Στέφανος και η Νόρα. Ο Έρικ είναι ο σύζυγος της Νόρας και καλύτερος φίλος του Χάντερ" μου εξηγεί ο Αλεξάντερ και ανταλλάζω μια χειραψία με όλους τους.
Τα χαμόγελα όλων είναι τόσο αληθινά και προσδίδουν μια ζεστασιά. Τολμώ πως η αμηχανία μου έχει σχεδόν εξαφανιστεί.
"Έχω να πω πως λατρεύω το φόρεμα σου. Τι στυλ είναι αυτό... Απλά θεϊκό!" λέει η Νόρα και κοιτάζω προς τα κάτω, χαμογελώντας.
Αν και μου αρέσει να ακούω κοπλιμέντα για τις στιλιστικές επιλογές μου και γενικά για την δουλειά μου στο σύνολο, νιώθω λίγο περίεργα όταν αυτό συμβαίνει. Θέλω να πω, κάποια άλλη γυναίκα θα μπορούσε να κάνει τις ίδιες επιλογές ή και ακόμα καλύτερες.
"Σε ευχαριστώ Νόρα. Είναι ωραίο να ακούω καλά σχόλια για την δουλειά μου" της απαντώ και ο Αλεξάντερ με πιάνει αγκαζέ από το χέρι.
"Είδαμε και την ταινία. Έμεινα πολύ εντυπωσιασμένος. Όλα ήταν σε μια τέλεια αρμονία. Ανυπομονώ για την επόμενη δημιουργία της Sergud Studios" μας λέει ο Στέφανος και ένα κύμα ευχαρίστησης κατακλύζει το κορμί μου. Είναι υπέροχο να ξέρω πως η δουλειά μας αναγνωρίζεται και μέχρι την άλλη άκρη του κόσμου.
Αρχίζουμε να περπατάμε κατά μήκος του παλιού λιμανιού, συζητώντας για διάφορα θέματα. Ανάμεσα σε αυτά, είναι η ιστορία της γνωριμίας μου με τον Αλεξάντερ και μερικά στοιχεία της ιστορίας του νησιού. Με ενθουσιάζει πάρα ότι ακούω για την Κρήτη. Μαθαίνω πράγματα που δεν έχει ποτέ την δυνατότητα. Ειδικά για ένα μέρος που δεν μπορούσα να έρθω τόσα χρόνια, ενώ γνώριζα πως έχω ρίζες.
Με τα μάτια μου, βλέπω τα βλέμματα των περαστικών να μας παρατηρούν καθώς τους προσπερνάμε. Ψιθυρίζουν μεταξύ τους και εμφανίζουν τα κινητά τους, βγάζοντας μας φωτογραφίες. Όχι πάλι... Όχι πάλι αυτό. Δεν μου αρέσει. Δεν ήρθα διακοπές με τον σύντροφο μου για να μας φωτογραφίζουν.
Ο Αλεξάντερ με βάζει στην αγκαλιά του. Πάντα νιώθω πως όσο βρίσκομαι μέσα σε αυτήν, είμαι προστατευμένη. Ξέρω πως δεν θα βρεθώ ποτέ μόνη μου σε όλο αυτό και ότι σιγά σιγά, θα μπορέσω να το συνηθίσω και να αντιμετωπίζω αυτήν την κατάσταση όπως πρέπει.
[...]
"Ρακί σε όλους!" φωνάζει ο Έρικ και το μπουκάλι πλησιάζει το ποτήρι μου.
"Όχι σε ευχαριστώ Έρικ. Δεν θέλω να πιω ρακί μετά το χθεσινό βράδυ" του λέω και κερδίζω ένα πονηρό χαμόγελο από τον Αλεξάντερ.
"Γιατί ρε αγάπη μου; Ωραία περάσαμε" μου λέει και ρολάρω τα μάτια μου, έχοντας σκάσει στα γέλια.
Κάτσαμε σε ένα μαγαζί κάπου μέσα στην παλιά πόλη. Σε αυτά που συχνάζουν οι ντόπιοι που μένουν εδώ. Η Τερέζα μας είπε πως εδώ ερχόταν συχνά με τους γονείς και τα αδέρφια της. Πολλοί λίγοι τουρίστες μαθαίνουν για αυτό το κομμάτι. Για αυτό και είναι το καλύτερο μέρος για να κάτσεις να φας, χωρίς ενοχλήσεις. Και μου αρέσει πολύ ο στολισμός. Τα λαμπάκια κρέμονται από τους τοίχους και μικρά φαναράκια στέκουν διάσπαρτα στο έδαφος. Γλάστρες με χρωματιστά φυτά στις άκρες, δείχνουν πως ήρθε το καλοκαίρι.
Ο σερβιτόρος μας αφήνει δύο ακόμα μπουκάλια με νερό στο τραπέζι, μαζί με την ρακί και τα έξτρα πιάτα που παρήγγειλε ο Αλεξάντερ. Του καρφώθηκε η ιδέα να κεράσει.
"Να έρθουμε ξανά εδώ"
"Εννοείται πως θα έρθετε. Εγώ εδώ πέρασα σχεδόν όλη την παιδική μου ηλικία, ακόμα δεν έχω καταφέρει να το εδώ όλο το νησί" μου απαντάει η Τερέζα από δίπλα μου πίνει την ρακί από το ποτήρι της.
Με την άκρη του ματιού μου, αντικρίζω μια γυναίκα να στέκεται στην είσοδο του μαγαζιού και να μιλάει με έναν σερβιτόρο. Σαν να μαλώνουν είναι. Είναι ντυμένη με παλιά και σχεδόν κατεστραμένα ρούχα, ενώ στα χέρια της... Κρατάει ένα μωρό. Τα μαλλιά της είναι πιασμένα σε έναν ατημέλητο κότσο. Δείχνει... Σαν και εμένα, όταν έμεινα μόνη μου με την Λούνα. Που στην αρχή ζητιάνευα στους δρόμους, ενώ ήμουν υποχρεωμένη να ανέχομαι πολύ άσχημη αντιμετώπιση.
Από το τραπέζι δίπλα στην είσοδο, μια γυναίκα με μαύρα μαλλιά σηκώνεται όρθια και παίρνει ένα ποτήρι νερό στο χέρι της, πλησιάζοντας τους. Πάει να το δώσει στην γυναίκα, όταν ξαφνικά... Γυρίζει το ποτήρι ανάποδα και το νερό χύνεται κάτω, μπροστά στα μάτια της. Τα μάτια της ανοίγουν διάπλατα και τα ανοιγοκλείνει αρκετές φορές, προσπαθώ στις να εμποδίσει τα δάκρυα της υποθέτω.
"Εσείς οι φτωχοί δεν αξίζετε το νερό που πίνουμε εμείς" ακούω την μαυρομάλλα να της λέει και μου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι.
Σπρώχνω την καρέκλα προς τα πίσω και σηκώνομαι όρθια. Με κοιτάνε τα παιδιά έκπληκτοι, καθώς εγώ παίρνω ένα από τα μπουκάλια και πλησιάζω στο σημείο.
Αγνοώντας την μαυρομάλλα, κοιτάζω την γυναίκα και την χαμογελάω, προσφέροντας της το μπουκάλι με το παγωμένο νερό. Σοκαρισμένη, το δέχεται και με δάκρυα στα μάτια, χαμογελάει δειλά.
Στρέφω για λίγα λεπτά τα μάτια μου πάνω στην άλλη και σταυρώνω τα χέρια μου κάτω από το στήθος.
"Και εγώ φτωχή είμαι. Αλλά δεν σε είδα να το θυμάσαι όταν μου ζήτησες αυτόγραφο μόλις ήρθαμε στο μαγαζί με την παρέα μου" αποκρίνομαι σε ψυχρό τόνο και αναψοκοκκινισμένη, επιστρέφει στο τραπέζι της, βλαστημίζοντας.
Κάνω νόημα σε έναν σερβιτόρο να μας πλησιάσει.
"Δώσε σε αυτήν την γυναίκα το κενό τραπέζι δίπλα στην θάλασσα και φέρε της ότι ποθεί να φάει. Στον λογαριασμό μας" του ζητάω ευγενικά και με το ενθουσιασμό, πάει να την βοηθήσει.
Πριν απομακρυνθούν, δίνει το μωρό της στον νεαρό σερβιτόρο και τρέχει στην αγκαλιά μου, σφίγγοντας με.
"Σε ευχαριστώ... Έχω να μέρες κανονικό φαγητό. Πως να σου το ξεπληρώσω;"
Πάλι καλά που θυμάμαι τα ελληνικά που μου είχε μάθει η γιαγιά μου.
"Τίποτα. Μόνο να μεγαλώσεις το μωρό σου με αγάπη. Θα σου φέρω τον μου σε λίγο, ώστε αν χρειαστείς κάτι, να επικοινωνήσεις μαζί μου" της απαντώ και σκουπίζω τα δάκρυα της.
Από τα μάτια της, ξεχειλίζει η ευγνωμοσύνη. Όμως δεν με ενδιαφέρει αυτό. Έχω ανάγκη να βοηθάω αυτούς τους ανθρώπους. Γιατί ξέρω... Πως ήμουν και εγώ κάποτε έτσι.
Επιστρέφω στην θέση μου και στρώνω λίγο καλύτερα το κάτω μέρος του φορέματος μου.
"Ναι Χάντερ... Αυτή η γυναίκα μπορεί να με κάνει ευτυχισμένο. Δεν είναι απλά σεξυ και όμορφη εξωτερικά... Αλλά όμορφη και καλή εσωτερικά. Είναι ο πιο καλοσυνάτος άνθρωπος που έχω γνωρίσει ποτέ μου και ποτέ στην ζωή μου δεν θα αφήσω κάποιον να της κάνει κακό. Γιατί πολύ απλά... Την αγαπάω με όλη μου την καρδιά" λέει στον Χάντερ, κοιτώντας εμένα.
Τον φιλάω πεταχτά στα χείλη και τον πειράζω στα μαλλιά.
"Αυτό που έκανες ήταν πολύ όμορφο εκ μέρους σου. Αλλά... Πως ήξερες ότι έλεγε την αλήθεια και ότι δεν προσποιείται απλά για να την λυπηθεί κάποιος;" με ρωτάει ο Στέφανος και τελικά πίνω το πρώτο ποτηράκι ρακίς.
"Όταν έχεις ζήσει την μέσα στην φτώχεια Στέφανε... Ξέρεις πότε κάποιος λέει αλήθεια και πότε όχι. Βλέπεις αν υποφέρει" του απαντώ και ο Αλεξάντερ περνάει ο χέρι του από τους ώμους μου, φιλωντας με στα μαλλιά.
Δεν λέω πως μπορώ να τους σώσω όλους. Αλλά αν όχι εγώ... Ποιός θα το κάνει;
Γειά σας γλυκά μου δελφινάκια
🐬🐬🐬🐬🐬
Τι κάνετε;
Πως πήγε η πρώτη σας εβδομάδα στο σχολείο;
Εγώ μπορώ να πω πως πέρασα πολύ ωραία. Δεν το περίμενα να μου αρέσει το Λύκειο. Αλλά κάνω υπομονή για να δω πως θα πάει🤗
Anyway!
Πως σας φάνηκε το σημερινό κεφάλαιο;
Συγνώμη που άργησα να ανεβάσω, απλά δεν προλάβαινα.
Το ζευγάρι μας συναντήθηκε με την παρέα. Και πέρασαν πολύ ωραία από ότι είδαμε.
Θέλετε να δούμε ξανά την Τερέζα και τον Χάντερ στην ιστορία;
🙂🙃
Τι γνώμη έχετε για την σκηνή στο μαγαζί;
Σας άρεσε η κίνηση της Ζοζεφίνας;
😻
Εγώ το βρήκα πολύ συγκινητικό. Μπορεί τώρα πια να ζει μέσα στα πούπουλα, όμως δεν έχει ξεχάσει ακόμα το τι πέρασε. Δεν έχει αλλάξει. Ίσα ίσα, προσπαθεί να κάνει μικρές πράξεις, για να βοηθήσει τους άλλους.
Όμως... Τι και αν μπορεί να κάνει κάτι παραπάνω;🤔
Θα δείτε σε μερικά κεφάλαια😉
Τι λέτε στο επόμενο... Να δούμε πως είναι τα πράγματα στην Αμερική;
😃😆😝
Υπομονή!
Μέχρι το επόμενο...
Peace❤️💛✌️
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top