Κραυγές Πόνου
Το παρακάτω κεφάλαιο περιέχει σκηνές βίας και σεξουαλικής παρενόχλησης.
Επιπλέον, όλες οι σκηνές είναι πιθανό να σας προκαλέσουν κάποιο συναίσθημα. Εγώ δάκρυσα καθώς έγραφα το πρώτο μέρος😢
⚠️Διαβάζετε με δική σας ευθύνη⚠️
***
Πλευρά συγγραφέα-αναγνώστη
15 χρόνια πριν...
Γύριζε αργά με το ποδήλατο από την δουλειά της. Ήταν περίπου έντεκα ακριβώς όταν σχόλασε και αφού άφησε την ποδιά της στον καλόγερο πίσω από τον πάγκο και αφού καληνύχτισε τον εργοδότη της, έφυγε για να γυρίσει στο σπίτι της και να κοιμηθεί.
Αν και ήταν μόλις δεκαπέντε, είχε πιάσει σε δουλειά σε ένα φαγάδικο στην γειτονιά της, ώστε να μπορεί να φέρει περισσότερα χρήματα στο σπίτι. Είχε καταβάλει μεγάλη προσπάθεια, για να πείσει την μητέρα της να την αφήσει να εργαστεί, η οποία στην αρχή ήταν απολύτως κάθετη σε αυτό το θέμα. Δεν ήθελε η κόρη της να δουλεύει έως αργά και να μην κοιμάται τις απαραίτητες ώρες, γιατί τότε έχανε σημαντικά πράγματα από το σχολείο. Και ήθελε η μικρή της Άλις να το τελειώσει με επιτυχία, για να πετύχει τα όνειρα που έκανε. Ούτε και η ίδια είχε καταλάβει πως την έπεισε να της επιτρέψει.
Την Άλις βέβαια δεν την πείραζε αυτό. Είχε καταφέρει τώρα να βρει μια ισορροπία, ανάμεσα στην δουλειά της και το σχολείο. Η βαθμοί της είχαν πέσει βέβαια ελάχιστα, αλλά αυτό δεν την πτοούσε. Έκανε το καλύτερο που μπορούσε και από την στιγμή που πίστευε στον εαυτό της και γνώριζε τις δυνατότητες της, θα τα κατάφερνε.
Εξάλλου, έπρεπε να βρεθεί ένας ακόμη τρόπο, για να μεγαλώσουν τα έσοδα τους. Δεν τα έβγαζαν πέρα με ευκολία... Από τότε που τους παράτησε ο πατέρας της. Το νοίκι είχε αυξηθεί και πολλοί λογαριασμοί είχαν μείνει απλήρωτοι. Η μητέρα της έκανε ήδη μια δεύτερη δουλειά, πέρα από το ίδρυμα. Δεν μπορούσε λοιπόν αυτή να κάθεται και να βλέπει την μητέρα της να σκίζεται καθημερινά.
Ήταν πολύ περήφανη για την μαμά της. Και ήταν σίγουρη, πως πολύ σύντομα, θα κατάφερνε να αναλάβει την διοίκηση του Orphans Home. Ο δικηγόρος ήταν πολύ θετικός για τα αποτελέσματα που θα έβγαιναν από το δικαστήριο σε λίγες μέρες. Το βιογραφικό της βοηθούσε τα πράγματα. Όταν το έκανε, θα άλλαζε τα πάντα. Και τότε... Θα γινόταν καλύτερη η ζωή τους, όπως και αυτές των μικρών παιδιών, που τόσα χρόνια περνούσαν βασανιστήρια.
Σκεφτόταν διάφορα, καθώς οι ρόδες κυλούσαν στην κρύα άσφαλτο, μια τόσο σκοτεινή νύχτα. Τότε, που άφοβα τα διεστραμμένα μυαλά, μπορούσαν να κάνουν ανεμπόδιστοι την δουλειά για την οποία βγήκαν να κάνουν τον περίπατο... Μα βγαίνει κανείς για περίπατο στις έντεκα το βράδυ; Μόνο όσοι θέλουν να περάσουν καλά, στα νυχτερινά κέντρα της πόλης. Όχι σε απλές περιοχές και μικρές γειτονιές.
Ξαφνικά, την ησυχία που επικρατούσε, διατάραξε ο ήχος ενός ποδηλάτου που πέφτει κάτω και οι κραυγές πόνου ενός μικρού κοριτσιού, που το σώμα της είχε συγκρουστεί με το έδαφος.
"Τώρα είσαι δική μου Άλις!" φώναξε και την άρπαξε από τα μαλλιά, σέρνοντας την κυριολεκτικά μέχρι την απέναντι μεριά του δρόμου.
Τι κι αν η Άλις φώναξε... Τι κι αν ούρλιαξε για βοήθεια... Τι κι αν κραύγασε από τον πόνο που της προκαλούσε αυτός ο σιχαμένος μεσήλικας... Κανείς δεν την άκουσε. Και αν κάποιος την άκουσε, τότε απλά την αγνόησε. Γιατί αν δεν το είχε κάνει, τότε δεν θα συνέβαινε τίποτα και η Άλις δεν θα τραυματιζόταν ποτέ της από εκείνη την φριχτή νύχτα και εκείνον τον απαίσιο εφιάλτη που έζησε...
Ο άντρας άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου και την πέταξε στα πίσω καθίσματα. Ανέβηκε πάνω της και μετά έκλεισε την πόρτα πίσω του, για να είναι σίγουρος πως δεν θα έχει μάρτυρες.
"Μην... Μην... Μην..." προσπάθησε να πει η Άλις μέσα από τους λυγμούς της, αλλά ήταν αδύνατον. Φοβόταν... Φοβόταν πολύ.
"Σκάσε! Τώρα θα γίνεις δική μου! Εσύ επιλέγεις αν θα το απολαύσεις ή θα το κάνεις δύσκολο!" την χαστούκισε με δύναμη και ύστερα... Αρχισε να σκίζει τα ρούχα της από, αφήνοντας την μόνο με το σουτιέν και το εσώρουχο της.
Το μυαλό του χαιρόταν αυτό που έκανε. Στα μάτια του, δεν έβλεπε ένα μικρό κορίτσι που πάλευε να σώσει τον εαυτό της, αλλά μια γυναίκα, που ήθελε να κάνει σεξ με κάθε τρόπο. Ήταν τόσο χαλασμένος... Που δεν θεωρούσε το σώμα της παιδικό, αλλά γυναικείο! Και την πουλούσε όλο και περισσότερο!
Η Άλις κουνιόταν πάνω κάτω και φώναζε, όμως ο άντρας φρόντισε και αυτό. Της έδεσε το στόμα με ένα μαντήλι και εγκλώβισε τα πόδια της, χρησιμοποιώντας τα δικά του.
"Τώρα... Θα σε κάνω δική μου ξανά και ξανά. Μην σφίγγεσαι πολύ και απόλαυσε το" ψιθύρισε στο αυτί της και σηκώθηκε ξανά, βγάζοντας την ζώνη του.
Τα μάτια της Άλις άνοιξαν διάπλατα και συνέχισε να κουνιέται, προσπαθώντας να ξεφύγει από αυτόν. Δεν ήθελε να χάσει έτσι την παρθενιά της. Ο έρωτας δεν ήταν έτσι. Έπρεπε να το θέλουν και οι δύο. Τώρα όμως... Θα την ανάγκαζε τον δεχτεί μέσα στο σώμα της, χωρίς την θέληση της. Δεν έπρεπε να επιτρέψει αυτό... Δεν έπρεπε παραιτηθεί έτσι εύκολα!
Έκανε να πιάσει το χερούλι της πόρτας, αλλά εκείνη την στιγμή, ένας κάτι την χτύπησε με δύναμη πάνω στο γυμνό σώμα της, που η ίδια απελευθέρωσε μια κραυγή από τα χείλη της. Πως γίνεται με μην την είχε ακούσει κανείς μέχρι τώρα;!
"Δεν θα πας πουθενά!" ούρλιαξε μέσα στο πρόσωπο της και χωρίς να χάσει λεπτό, ώθησε τον εαυτό μέσα στο σώμα της.
Κραυγές. Κραυγές πόνου και δυστυχίας. Κάθε λεπτό, ισοδυναμούσε και με μια στιγμή ενός ατέλειωτου εφιάλτη. Έκλαιγε δυνατά και τον εκλιπαρούσε να σταματήσει, αλλά αυτός όχι μόνο δεν άκουγε, αλλά συνέχιζε να κινείται με περισσότερη δύναμη μέσα της, πληγώνοντας την και άλλο. Τα δικά του αυτιά δεν άκουγαν τις φωνές της... Αλλά τα παρακάλια της να συνεχίσει πιο σκληρά. Δεν τον ένοιαζε αν την κατέστρεφε. Το ένοιαζε μόνο που επιτέλους ευχαριστούσε τον εαυτό του.
"Σταμάτα!!! ΔΕΝ ΜΠΟΡΏ ΑΛΛΟ!!! ΠΟΝΑΩ!!!" ούρλιαξε, έχοντας καταφέρει να κατεβάσει το μαντήλι από το στόμα της.
Βγήκε από μέσα της και για ένα δευτερόλεπτο, πίστεψε πως το μαρτύριο της είχε τελειώσει. Αλλά έκανε λάθος. Τα χέρια την γύρισαν ανάποδα και πιέζοντας με αυτά το κεφάλι της στα καθίσματα, μπήκε ξανά μέσα της, ωθώντας με την ίδια δύναμη σαν να μην υπάρχει αύριο.
Πήγαινε όλο και πιο γρήγορα. Η Άλις δάγκωσε την γλώσσα της όσο πιο δυνατά μπορούσε. Ήθελε να ξεχάσει τον πόνο που της προκαλούσε αυτό το σίχαμα, και για αυτό προσπάθησε να πονέσει τον εαυτό της αλλιώς. Μπορούσε να νιώσει το αίμα στο εσωτερικό του στόματος της και στην συνέχεια, να ξεφεύγει από το κάτω χείλος, το οποίο ανακατεύτηκε με τα δάκρυα που έτρεχαν σαν ορμητικό ποτάμι. Τίποτα και πάλι. Το μυαλό της δεν κατάφερνε να φύγει από αυτό μαρτύριο έστω και για ένα λεπτό.
Μετά από αρκετή ώρα, βγήκε από μέσα της και πήρε μερικές ανάσες, γελώντας παράλληλα. Έκρυψε αυτόν τον σατανά στο παντελόνι και αφού βγήκε από τα πίσω καθίσματα, κατευθυνόμενος στην θέση του οδηγού.
Αηδία. Αηδία ήταν το μόνο πράγμα που αισθανόταν τώρα. Ήθελε να κάνει εμετό. Σιχαινόταν αυτό το άθλιο υποκείμενο για τον πόνο που της προκάλεσε... Αλλά και για τον εαυτό της. Δεν έκανε αρκετά για να τον εμποδίσει. Έπρεπε να είχε παλέψει περισσότερο. Όχι, δεν έφταιγε αυτή... Δεν ήταν δικό της το λάθος. Κανείς δεν είχε δικαίωμα να παραβιάσει έτσι το σώμα και... Την ψυχή της. Όχι χωρίς να την άδεια της.
Αυτό δεν ήταν έρωτας... Δεν ήταν καν σεξ! Ήταν βιασμός! Ο βιασμός της! Ο χειρότερος της εφιάλτης είχε βγει πραγματικότητα! Τώρα μπορούσε να αισθανθεί όπως εκείνα τα κορίτσια που είχε γνωρίσει στο ίδρυμα. Μπορούσε να τις καταλάβει.
Το αμάξι σταμάτησε την διαδρομή του και άκουσε την ήχο της πόρτας που άνοιγε. Δεν τόλμησε να σηκώσει το κεφάλι της. Δεν ήθελε να ρισκάρει να συμβεί κάτι τέτοιο ξανά...
Το χέρι του την άρπαξε πάλι από τα μαλλιά και την τράβηξε με την βία έξω από το αμάξι. Το γυμνό, γεμάτο πληγές σώμα της, συγκρούστηκε πάλι με την άσφαλτο. Το κρύο διαπέρασε το κορμί της τύλιξε τα χέρια της γύρω από αυτό, για να ζεστάνει τον εαυτό της. Όσο καλύτερα μπορούσε δηλαδή.
Την πέταξε με δύναμη κάτω και έσκυψε από πάνω της, πιάνοντας την από τον λαιμό.
"Δεν θα πεις ότι ήμουν εγώ. Δώσε την περιγραφή ενός άσχετου. Με κατάλαβες; Αλλιώς η μητέρα σου δεν θα δει ξανά το φως της ημέρας" την απείλησε σε ψυχρό τόνο και αφού γύρισε στο αμάξι, έφυγε, παρατώντας της στην μέση του πουθενά.
Μην μπορώντας να συγκρατηθεί άλλο, ξέσπασε σε δυνατούς λυγμούς και ούρλιαξε με όλη της την δύναμη, δημιουργώντας ηχό. Κάποια στιγμή σταμάτησε, αφού δεν είχε πια την δύναμη να συνεχίσει.
Το κρύο γινόταν πιο τσουχτερό. Τα μάτια της είχαν στεγνώσει. Ο πόνος ακόμα βασάνιζε το κορμί της και υπέφερε ακόμα περισσότερο από πριν. Ήταν μόνη της... Μόνη της μέσα στην ερημιά. Δεν ήξερε αν θα την έβρισκαν και θα την έσωζαν. Καλύτερα όμως να μην το έκαναν... Θα πέθαινε. Μόνο αυτό ήθελε. Ένιωθε κενή. Και κανένας δεν μπορούσε να την βοηθήσει. Τουλάχιστον έτσι αισθανόταν...
9 χρόνια και 6 μήνες μετά...
Κοίταξε την φουσκωμένη πια κοιλιά της μέσα από τον καθρέφτη και την χαΐδεψε απαλά, σχηματίζοντας ένα υπέροχο χαμόγελο με τα χείλη της. Σε τρεις μήνες, θα κρατούσε το κοριτσάκι της στην αγκαλιά της. Θα ένιωθε ολοκληρωμένη.
Πριν από δύο μήνες περίπου, είχε πάει στην γυναικολόγο της για τον υπέρηχο και για να μάθει το φύλο. Όταν της ανακοίνωσε πως θα αποκτήσει κόρη, πέταξε από την χαρά της. Σαφώς και την ίδια αντίδραση θα είχε αν μάθαινε πως θα γεννήσει γιό, όμως πάντα ήθελε μια κόρη. Ένα μικρό κοριτσάκι, που θα μπορούσε να της μάθει πράγματα. Με την βοήθεια της μητέρας της, ήταν προετοιμασμένη για όλα. Θα εμένε μέχρι να χρονίσει το παιδί μαζί της και μετά θα πήγαινε να ζήσει μόνη της, αφού θα είχε ολοκληρώσει τις σπουδές της και θα έβρισκε μια καλή δουλειά. Θα φρόντιζε να μην έλειπε τίποτα από την ζωή της κόρης της.
Κι όμως... Πάντα θα έλειπε κάτι. Μια πατρική φιγούρα. Ο μπαμπάς της, δεν θα ήταν εκεί στην γέννα. Δεν θα ήταν εκεί στα πρώτα της γενέθλια. Πολύ πιθανόν... Να μην τον γνώριζε και ποτέ. Και αυτό στεναχωρούσε αφάνταστα την Άλις.
Δεν είχε μιλήσει καθόλου με τον Κρις από την μέρα που χώρισαν. Προσπάθησε βέβαια αυτή να επικοινωνήσει μαζί του μια φορά, όμως αυτός δεν ανταποκρίθηκε. Αντιθέτως, την είχε μπλοκάρει από παντού. Η Άλις ακόμα κρατούσε τις φωτογραφίες που είχαν βγάλει μαζί στο κινητό της. Δεν μπόρεσε να της διαγράψει.
Γιατί καταβάθος, ήθελε να τον θυμάται. Μπορεί να μην να τον δει ξανά στην ζωή μετά από τον τρόπο που της συμπεριφέρθηκε και την παράτησε... Όμως ακόμα τον αγαπούσε. Ακόμα ζούσε ξανά ξανά τις στιγμές τους στο μυαλό της. Μετά από αυτό που την είχε συμβεί όταν ήταν δεκαπέντε... Είχε αποφασίσει να μην πιστέψει ξανά στον έρωτα. Γιατί αυτό που θα έπρεπε να της προσφέρει μόνο ευχαρίστηση και απόλαυση, σε αυτήν έδωσε μόνο πόνο και την έριξε στην κατάθλιψη για πολλά χρόνια.
Και τότε μπήκε στην ζωή της ο Κρις. Κατάφερε να της αλλάξει γνώμη και να την κάνει να αισθανθεί τον έρωτα. Ήταν η πρώτη της, όμορφη φορά μαζί του. Ήταν γλυκός και τρυφερός μαζί της. Μέσα σε έξι μήνες, κατάφερε αυτό που οι άλλοι δεν δυσκολεύτηκαν να πετύχουν μέσα σε χρόνια. Και πολλές φορές, δεν κατέληγε καλά.
Με τον Κρις ήταν αλλιώς. Την έσωσε από την δυστυχία της. Μαζί του, ένιωσε ζωντανή και αγάπησε τον εαυτό της μετά από πολλά χρόνια. Θα μπορούσαν να φτιάξουν μια ωραία οικογένεια. Θα ήταν δύσκολο, μιας και κανένας από τους δύο δεν ήταν έτοιμοι για να γίνουν γονείς, όμως θα προσπαθούσαν. Ήταν πολύ άσχημο που τελείωσαν έτσι τα πράγματα μεταξύ τους. Αλλά το είχε αποδεχτεί πια. Θα μεγάλωνε την κόρη της μόνη. Δεν χρειαζόταν κάποιον άντρα για να τα καταφέρει.
Έβαλε το παλτό της και παίρνοντας την τσάντα της, βγήκε από το σπίτι που ζούσε με την μητέρα της. Ήταν ώρα για τον υπέρηχο και δεν ήθελε να αργήσει. Αδημονούσε να περάσουν οι μήνες και να κρατήσει το μωρό της στην αγκαλιά της.
Φόρεσε την ζώνη της και έβαλε μπροστά το αμάξι, ξεκινώντας την οδήγηση. Ο δρόμος ήταν σχεδόν άδειος, οπότε θα έφτανε γρήγορα.
Σταμάτησε σε μια διασταύρωση και περίμενε το φανάρι να γίνει πράσινο, ώστε να συνεχίσει την διαδρομή της. Μόλις τα φώτα άλλαξαν ξανά, πάτησε γκάζι ξανά και προχώρησε λίγα μέτρα όταν... Όταν ένα φορτηγό την τράκαρε με δύναμη από τα πλάγια.
Το αμάξι της έκανε μερικές στροφές στον αέρα, με αποτέλεσμα να προσγειωθεί ανάποδα πάνω στον δρόμο. Η Άλις είχε γεμίσει παντού με τραύματα. Το αίμα κυλούσε από το κεφάλι της ασταμάτητα. Μερικά κομμάτια από τα σπασμένα τζάμια... Καρφώθηκαν στην κοιλιά της Άλις.
Ο χρόνος για εκείνη τότε σταμάτησε. Αυτόματα, τα χέρια της, με δυσκολία, έφτασαν μέχρι την κοιλιά της. Τα δάχτυλα της, τρυπήθηκαν από τα μυτερά θραύσματα, όμως ήταν το λιγότερο που την ένοιαζε.
"Το... Μωρό μου..." ψέλλισε σιγανά, προτού τα μάτια της κλείσουν και χάσει τις αισθήσεις της.
[...]
Οι ώρες στο νοσοκομείο έγιναν μέρες και τελικά, μετά από δύο μήνες και από την πραγματοποίηση άπειρων χειρουργείων, η Άλις κατάφερε να ξυπνήσει από το κόμμα που είχε πέσει. Το ατύχημα με το αμάξι, της είχε προκαλέσει πολλά τραύματα στο κεφάλι. Έχασε πολύ αίμα και τα πλευρά της είχαν σπάσει. Θα μπορούσε να μείνει παράλυτη ή ακόμα χειρότερα... Να πεθάνει. Όμως έζησε. Και οι γιατροί πίστευαν ότι με τις κατάλληλες θεραπείες, θα μπορούσε να γυρίσει πίσω στην κανονική ζωή της.
Με τα μάτια ορθάνοιχτα και την αναπνοή της σε φυσιολογικά επίπεδα, κοιτούσε το κάτασπρο ταβάνι του νοσοκομείου. Ο πόνος στο σώμα της ήταν αφόρητος. Το καλό μέσα από αυτό ήταν, ότι αφού αισθανόταν κάθε σημείο του κορμιού της, σίγουρα δεν έχει χάσει κάποιο μέλος του ή δεν είχε μείνει παράλυτη. Δεν την ένοιαζε όμως κάτι από όλα αυτά. Η μόνη σκέψη που βασάνιζε το μυαλό της.... Ήταν η κορούλα της.
Η πόρτα του δωματίου άνοιξε και μέσα μπήκε ένας γιατρός, με την μητέρα της να τον ακολουθεί. Έτρεξε προς την κόρη της και αφού είδε τα ανοιγμένα ματάκια της κόρης της, έκλαψε. Δάκρυα χαράς κυλούσαν πάνω στα μάγουλα της. Το παιδί της ήταν καλά... Και μόνο αυτό την ενδιέφερε.
"Άλις, είσαι πολύ τυχερή. Χαιρόμαστε όλοι που τα κατάφερες τελικά. Η μητέρα σου ήθελε να σε δει απεγνωσμένα και εγώ το επέτρεψα. Πως αισθάνεσαι;" την ρώτησε και αυτή δεν ήξερε τι να απαντήσει. Ήθελε να κάνει εκείνη την ερώτηση... Αλλά φοβόταν για την πιθανή απάντηση που μπορεί να της έδινε.
"Πονάω..." ψιθύρισε και ένας οξύς πόνος διαπέρασε το σώμα της, κάνοντας την να βογγήξει.
"Έλα κορίτσι μου ηρέμησε. Όλα καλά. Θα γίνεις καλά. Έτσι γιατρέ;"
"Ναι φυσικά. Θα φροντίσουμε εμείς για αυτό" την διαβεβαίωσε ο γιατρός και η Άλις, παίρνοντας μια βαθιά ανάσα, βρήκε το θάρρος για να ρωτήσει.
"Γιατρέ... Το μωρό μου;"
Μετά από αυτό, το κλίμα πάγωσε. Η χαρά και η ανακούφιση που επικρατούσαν πριν από λίγα δευτερόλεπτα στο δωμάτιο, τώρα είχαν εξαφανιστεί. Τα δάκρυα της μητέρας της, δεν ήταν πια χαράς, αλλά λύπης και στεναχώριας. Ο γιατρός, έχοντας βγάλει τα γυαλιά του, κοιτούσε αμίλητος το πάτωμα. Σαν να προσπαθούσε να βρει τις σωστές λέξεις, ώστε να μην πληγώσει κι άλλο αυτήν την γυναίκα. Έπρεπε όμως να της πει την αλήθεια.
"Δεσποινίς Μπράις... Λυπάμαι πολύ αλλά... Λόγω των γυαλιών που είχαν καρφωθεί στην κοιλιά σας, το μωρό δεν τα κατάφερε. Αν σας είχαν φέρει νωρίτερα εκείνη την μέρα, θα μπορούσαμε να σας το βγάλουμε με καισαρική και μετά να μπει στην θερμοκοιτίδα. Δεν προλάβαμε όμως. Συλλυπητήρια" είπε με πόνο στην φωνή. Είχε αντιμετωπίσει πολλές τέτοιες περιπτώσεις και όλες ήταν επίπονες. Το πιο δύσκολο πράγμα σε αυτήν την δουλειά... Ήταν να πρέπει να πεις τα δυσάρεστα νέα στην οικογένεια.
Η Άλις αρνιόταν να το πιστέψει! Μέσα της φώναζε πως ήταν ένα ψέμα! Μια πλάκα του γιατρού, ο οποίος σε λίγο θα της έλεγα πως το μωρό της είναι καλά και σύντομα θα μπορούσαν να πάνε σπίτι!
Χωρίς να υπολογίζει κανέναν πόνο, άνοιξε το στόμα και άρχισε να ουρλιάζει με όλη της την δύναμη. Ο γιατρός πάτησε το κουμπί στον τοίχο, καλώντας μερικές νοσοκόμες να βοηθήσουν την κατάσταση.
"Θέλω την κόρη μου!!! Το παιδί μου!!! Μαμά, θέλω το μωρό μου!!!" έκλαιγε με μαύρο δάκρυ.
Τίποτα και κανείς δεν μπορούσε να την βοηθήσει. Θα της έπαιρνε χρόνο και ίσως να μην το ξεπερνούσε ποτέ. Έχασε την παρθενιά της, χωρίς να το θέλει η ίδια. Ο έρωτας της ζωής της, την εγκατέλειψε τότε που τον είχε ανάγκη και τον χρειαζόταν. Και τώρα... Το μωρό της χάθηκε. Το μόνο πράγμα που θα μπορούσε να προσφέρει την αγάπη της... Τώρα πέθανε. Ήταν μόνη της.
Τώρα...
Η Ζοζεφίνα την κοιτούσε σοκαρισμένη. Πέρασε τα χέρια της από τα μαλλιά της και κάλυψε το πρόσωπο της παλάμες της, νιώθοντας αδύναμη να πει το οτιδήποτε. Ήθελε να συμπαρασταθεί στην φίλη της και οι λέξεις δεν έβγαιναν. Δεν ήξερε τι να πει, αλλά έπρεπε να σκεφτεί.
Ποτέ δεν πίστευε πως ο αγαπημένος της αδερφός και καλύτερος της φίλος, θα φερόταν τόσο άσχημα σε μια γυναίκα.
Η Άλις είχε ζήσει τα πάνδεινα. Είχε βιώσει απαίσια πράγματα και μέχρι σήμερα, προσπαθούσε να σταθεί ακόμα στα πόδια της. Ήταν ψυχολόγος για τους άλλους, όμως δεν μπορούσε να στηρίξει τον εαυτό της.
"Δεν θέλω να έρθεις σε ρίξη με την οικογένεια σου" άκουσε την φωνή της Άλις να της λέει ψυχρά και έκατσε πιο κοντά της.
"Δεν κατηγορώ τον Κρις που έχασα το μωρό μου, αλλά... Γιατί με παράτησε όσο τον είχα ανάγκη;;;!!!" φώναξε και πιάνοντας το ποτήρι με το χέρι της, το πέταξε στον τοίχο, ο οποίος γέμισε με υγρά μέσα σε δεύτερα. Τα γυαλιά πετάχτηκαν σε όλες τις κατευθύνσεις.
"Έχασα τα πάντα μέσα σε δεκαπέντε χρόνια!!! Δεν μου άξιζαν όλα αυτά Ζοζεφίνα!!!"
Η Ζοζεφίνα, χωρίς να μπορεί να συγκρατεί άλλο τα δάκρυα της, την έκλεισε στην αγκαλιά της και την άφησε να ξεσπάσει πάνω της. Η Άλις την αγκάλιασε από την μέση, απελευθερώνοντας τους λυγμούς της.
Ούτε στα πιο τρελά της όνειρα ότι η οικογένεια της είχε φερθεί έτσι σε μια αθώα κοπέλα. Ο Κρις ήταν μαζί της και όταν έμαθε για την εγκυμοσύνη της, την εγκατέλειψε. Και ο Κρις που ήξερε αυτή, δεν είχε καμία σχέση με αυτόν που άκουσε. Άραγε ο Αλεξάντερ γνώριζε για όλα αυτά; Είχε βοηθήσει τον αδερφό του τότε; Αν ναι, τώρα αυτή πως έπρεπε να αντιδράσει; Να μιλήσει στον Αλεξάντερ; Όχι, αυτό δεν θα το έκανε. Έδωσε μια υπόσχεση στην φίλη της και θα την κρατούσε. Όμως θα κατάφερνε... Να κρύψει από αυτόν την θλίψη και την απογοήτευση της;
Την φίλησε στα μαλλιά και χαΐδεψε απαλά την πλάτη της. Σκεφτόταν χίλια δυό πράγματα να πει, όμως μόνο μια φράση ξεστόμισε.
"Όλα θα πάνε καλά. Θα είμαι δίπλα σου σε όλα" της είπα και την αγκάλιασε ξανά.
Ένα ήταν τώρα πια σίγουρο... Θα γινόταν μεγάλος χαμός ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας Σέργουντ. Γιατί ήταν αποδεδειγμένο τώρα πια, πως τίποτα δεν έμενα κρυφό για πολύ. Μπορούσε αυτή η οικογένεια μετά από τόσα μυστικά και ψέματα, να παραμείνουν ενωμένοι;
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top