Κολλητή Νο2

Alexander's POV

35 χρόνια πριν...

Ειναι η μεγάλη μέρα! Είναι η μεγάλη μέρα! Δεν το πιστεύω πως επιτέλους έφτασε!

"Αλεξάντερ! Σταμάτα να τρέχεις πάνω! Θα πέσεις, θα χτυπήσεις και θα λερώσεις και τα ρούχα σου!" μου φωνάζει η μαμά μου και σταματώ απότομα μπροστά της. Με κοιτάζει αυστηρά και σκύβει προς το μέρος μου.

"Κοίτα, ήδη είναι... Ορόρα!" φωνάζει η μαμά μου και στην κουζίνα, εμφανίζεται η οικιακή βοηθός μας. Είναι κοντά στην ηλικία της μαμάς μου, ίσως και λίγο μεγαλύτερη, δεν θυμάμαι. Δεν συγκρατώ τέτοιου είδους πληροφορίες. Το μόνο που ξέρω, είναι ότι μου φέρεται γλυκά, παίζει μαζί μου και με βοηθάει στα μαθήματα. Και όταν λείπουν οι γονείς μου, μου φτιάχνει τηγανίτες! Η μαμά δεν θέλει να τρώω ανθυγιεινά... Αλλά ποιός νοιάζεται;

"Τι θα θέλατε κυρία;"

"Πάρε πάνω τον Αλεξάντερ και καθάρισε τον! Σε λίγο, θα γυρίσει ο σύζυγος μου!" φωνάζει και εγώ αυθόρμητα, κρύβομαι πίσω από την φούστα της Ορόρα. Δεν μου αρέσει όταν είναι έτσι η μαμά μου...

Το χέρι της χαϊδεύει τρυφερά τα μαλλιά μου, καθώς κοιτάζει την μαμά μου με ανέκφραστο ύφος.

"Αμέσως κυρία" της απαντά και ψυχρά και πιάνοντας με από το χέρι, ανεβαίνουμε τα σκαλιά και κατευθυνόμαστε στο δωμάτιο της, όπου εκεί έχει ότι χρειάζεται να ένα καλό σενιάρησμα.

"Ορόρα να σε ρωτήσω κάτι;"

"Ότι θες γλυκέ μου"

"Η μαμά... Με αγαπάει καθόλου;" την ρωτάει και αυτή παύει να κάνει οποιαδήποτε κίνηση και με κοιτάζει στα μάτια.

"Πιστεύεις το αντίθετο;" με ρωτάει και ξίνω νευρικά τον σβέρκο μου.

"Οι μαμάδες των άλλων παιδιών... Έρχονται οι ίδιες να τα πάρουν από το σχολείο... Η δικιά μου γιατί δεν έρχεται;" την ρωτάω και ένα δάκρυ ξεφεύγει από το μάτι μου. Η Ορόρα σπεύδει να το σκουπίσει και μου χαμογελάει.

"Θα σου πω κάτι και βάλε το καλά στο μυαλό σου. Η μαμά σου, όποια και αν είναι η συμπεριφορά της, πάντα θα σε αγαπάει και θα σου το δείχνει... Με τον δικό της τρόπο. Μην το ξεχάσεις ποτέ αυτό" μου λέει, φιλώντας με τρυφερά το μέτωπο και πραγματικά χαίρομαι που είναι στην ζωή μου. Είναι σαν... Μια δεύτερη μαμάκα για εμένα.

"Μαμά, Αλεξάντερ ήρθαν!" ακούμε την Μαργαρίτα να φωνάζει με ενθουσιασμό, καθώς μπουκάρει στο δωμάτιο.

"Μαργαρίτα! Σου έχω πει να χτυπάς πριν μπεις σε κάποιο δωμάτιο! Είσαι δώδεκα χρονών πια!" της φωνάζει και χασκογελάω. Και η Ορόρα μου φωνάζει κάποιες φορές, αλλά το κάνει επειδή θέλει να προστατέψει. Όπως και την κόρη της. Άλλωστε, μετά πάντα γελάμε και μας αποζημιώνει με τον καλύτερο τρόπο... Τηγανιτές πατάτες!

Με την Μαργαρίτα είμαστε πολύ δεμένοι, και ας με περνάει δύο χρόνια. Είναι πολύ δυναμικός χαρακτήρας και πάντα με προσέχει. Εμπιστευόμαστε τυφλά ο ένας τον άλλον.

"Άντε ελάτε!" φωνάζει ξανά γελώντας και εμείς την ακολουθούμε έξω από το δωμάτιο.

Ζούνε μαζί μας εδώ και δέκα χρόνια. Ο πατέρας μου φέρεται στο προσωπικό, σαν να είναι μέλη της οικογένειας μας. Αυτό με κάνει να τον θαυμάζω πολύ. Είναι πολύ καλός άνθρωπος.

"Άντε επιτέλους! Ορόρα, άνοιξε την πόρτα! Αλεξάντερ και Μαργαρίτα, στηθείτε εδώ!"

Μας τραβάει μπροστά της και η Μαργαρίτα ξινίζει τα μούτρα της.

"Θεέ μου έλεος... Απορώ γιατί είναι ακόμα μαζί ο πατέρας σου" μου ψιθυρίζει στο αυτί και χασκογελάω ξανά. Είναι και πολύ αστεία.

Η Ορόρα ανοίγει την πόρτα και ο πατέρας μου μπαίνει στο σπίτι, κρατώντας στα χέρια του ένα μπλε πορτ μπεμπέ.

"Ήρθαμε και εμείς!" μας λέει χαμογελαστός βλέποντας μας.

"Είναι το μωρό έτσι;!" ρωτάει, γεμάτη ενθουσιασμό η Μαργαρίτα.

"Ναι. Αλλά Μαργαρίτα μου, νομίζω ο Αλεξάντερ πρέπει να δει πρώτος" λέει, κάνοντας μου νόημα να πλησιάσω. Αφήνει το πορτ μπεμπέ κάτω και εγώ σηκώνω το κάλυμμα. Με το που με βλέπει, αρχίζει να γελάει και τεντώνει τα χέρια του.

"Είναι πανέμορφος..." ψιθυρίζω, σηκώνοντας τον στην αγκαλιά μου. Τα χέρια του ακουμπάνε το πρόσωπο μου, πιέζοντας το σε διάφορα σημεία.

"Αλεξάντερ! Άφησε τον πίσω αμέσως!"

"Ήρα, άφησε τον να χαρεί! Είναι ο μικρός του αδερφός άλλωστε!" της απαντά στον ίδιο τόνο και με την άκρη του ματιού μου, βλέπω την Μαργαρίτα να χαμογελά νικητήρια.

"Πως τον λένε;"

"Δεν έχει προλάβει να βαφτιστεί οπότε... Διάλεξε εσύ γιέ μου"

"Φορτωθήκαμε και βάφτιση τώρα..." την ακούω να λέει και πραγματικά, πληγώνομαι από την συμπεριφορά της. Αλλά είμαι αποφασισμένος να προσφέρω μια καλύτερη ζωή στον νέο μου αδερφό.

Θα του δώσω το όνομα του φίλου μου, που πέθανε πριν από έξι μήνες, λόγω καρκίνου. Ακόμα προσπαθώ να το ξεπεράσω, διότι με συνέτριψε το γεγονός αυτό, για πολλούς λόγους Δεν ήμουν εκεί όταν έπρεπε... Θα είμαι τώρα.

"Καλωσόρισες στην οικογένεια... Κρις" του λέω και του χαμογελάω.

Τώρα...

Ο σοφέρ μου ανοίγει την πόρτα και βγαίνω, αντικρίζοντας την βίλα μου. Οι πόρτες ανοίγουν και εγώ προχωράω προς την είσοδο. Ξεκλειδώνω την πόρτα και περνάω το κατώφλι του σπιτιού μου.

"Κύριε Σεργίου, επιστρέψατε!" ακούω την οικιακή βοηθό μου να φωνάζει και γυρνάω προς το μέρος της.

"Μαργαρίτα... Δεν κόβεις το δούλεμα λέω εγώ;" της λέω γελώντας και αυτή μου βγάζει το σακάκι μου.

"Με πρέπει να κρατάμε τουλάχιστον τα τυπικά Αλεξάκο" λέει κοροϊδευτικά και το βάζει στον καλόγερο. Την κοιτάζω με σηκωμένο φρύδι και αυτή σταυρώνει τα χέρια της.

"Μην με κοιτάς εμένα έτσι. Ξέρεις ότι δεν θα σου κάτσω" μου λέει παοχνιδιάρικα, με αποτέλεσμα να σκάσουμε και οι δύο σε δυνατά γέλια. Πράγματι, δεν περιμένω κάτι τέτοιο από την Μαργαρίτα. Όχι ότι δεν προσπαθήσαμε. Βεβαίως και προσπαθήσαμε. Η Μαργαρίτα είναι μια πολύ γοητευτική γυναίκα, από τα μακριά, ανακατεμένα κόκκινα μαλλιά της, μέχρι τα τέλεια βαμμένα σε χρώμα μπορντό νύχια των ποδιών της. Αλλά... Εκτός από το ότι είμαστε φίλοι και ότι δεν μας έβγαινε... Είναι και κάτι άλλο στην μέση.

Πάμε προς την κουζίνα και αυτή μου σερβίρει σε ένα πιάτο, καθώς τα γουργουρητά μου δεν περνάνε απαρατήρητα από τα αυτιά της.

"Χαίρομαι που δεν χρειάζεται καν να σου το πω, γιατί πεθαίνω της πείνας. Είχαμε τρεχάματα όλη την μέρα στο γραφείο"

"Τα ξέρω. Αλήθεια, τελικά βρήκες καινούργια για την θέση; Μου είχες πει για την συνέντευξη που είχες το πρωΐ"

"Με χαρά σου ανακοινώνω, που η Sergud Studios απέκτησε ξανά νέο μέλος" της λέω καθώς αφήνει μπροστά μου το πιάτο και κάθεται απέναντι μου, παίρνοντας μια μπανάνα από την φρουτιέρα.

"Άντε καλορίζικη! Για πες, πως είναι η νέα στυλίστρια;" με ρωτάει με ύφος και... Και το σώμα μου να παίρνει φωτιά και μόνο έχω την εικόνα της στο μυαλό μου. Από την σοβαρή και ώριμη γυναίκα, την είδα να μετατρέπεται σε ένα χαρούμενο και γλυκό κορίτσι στην εφηβεία. Και αυτό μου άρεσε πολύ για κάποιον λόγο. Μου έδωσε ανακούφιση.

"Μόλις... Κοκκίνισες;!" φωνάζει βγάζοντας με από τις σκέψεις μου και τρομάζοντας με.

"Τι; Όχι βέβαια. Εγώ να κοκκινίζω για γυναίκα; Ποτέ δεν το έχω κάνει"

"Για όλα υπάρχει πρώτη φορά Αλεξάντερ. Θα σου το πω ξανά, μην απαγορεύεις στον εαυτό σου να νιώσει αυτά τα συναισθήματα. Θα το βρεις μπροστά σου"

"Μαργαρίτα, πρώτον, την γνώρισα σήμερα. Και δεύτερον, δεν θέλω αυτό που έχουν οι περισσότεροι στην ηλικία μου. Μια οικογένεια. Η ζωή μου είναι πολύ καλύτερη έτσι. Καμία υποχρέωση και καθόλου γκρίνιες"

"Νομίζεις πως όλες θα σου φέρονται σαν εκείνη και θα προσπαθούν να σε αλλάξουν; Καμία δεν θα σε αγαπήσει για αυτό που είσαι πραγματικά, πιστεύεις;" με ρωτάει και αφήνω το πιρούνι να γλιστρήσει από τα χέρια μου. Τι ήθελε και την ανέφερε τώρα;

"Αλεξάντερ, σε παρακαλώ. Θέλω να σε δω πραγματικά ευτυχισμένο. Μετά από τόσα χρόνια που είμαι στην ζωή σου, έχω κάθε δικαίωμα να το λέω. Είσαι... Η μόνη οικογένεια που μου έχει απομείνει"

Περνάει τα χέρια της από τα μαλλιά της και δαγκώνει το κάτω χείλος της, εμποδίζοντας τον εαυτό της να κλάψει.

"Έλα τώρα μην κλαις. Αλλά Μαργαρίτα... Ξέρεις πως αυτό είμαι. Και δεν θα αλλάξω για χάρη καμίας γυναίκας" της λέω ήρεμα και αυτή κουνάει καταφατικά το κεφάλι της. Μαζεύει το πιάτο μου και το αφήνει στον νεροχύτη.

"Πήγες να δεις την μαμά σου σήμερα;"

"Ναι... Ναι πήγα" μου λέει επιστρέφοντας στην θέση της.

"Και; Πως είναι;"

"Όπως τα ξέρεις... Θέλω να σου πω ξανά ευχαριστώ για όλα όσα έκανες για εμάς"

"Ξέρεις πόσο αγαπώ την Ορόρα. Και μαζί και εσένα. Σας θεωρώ οικογένεια μου"

Σηκώνεται από την καρέκλα της και κάθεται σε μια δίπλα μου. Με χαϊδεύει στα μαλλιά και ύστερα, χωνεται στην αγκαλιά μου.

"Είμαστε οικογένεια και το ξέρεις. Πολύ καλά μάλιστα"

Την φιλάω στα μαλλιά και χαϊδεύω την πλάτη της.

"Δεν καταλαβαίνω γιατί έπρεπε να μάθουμε την αλήθεια έτσι Αλεξάντερ. Ο πατέρας σου να πεθάνει.. Και η μητέρα μου να καταλήξει φυτό και τώρα να βρίσκεται στο καλύτερο κέντρο φροντίδας στην Αμερική"

Την κοιτάζω στα μάτια και σκουπίζω τα δάκρυα της. Κάποιες φορές, έχω την εντύπωση πως είμαστε ακόμη παιδιά και παίζουμε κρυφτό, και η Ορόρα με τον πατέρα μου ψάχνουν να μας βρουν.

"Θες αύριο το πρωΐ να πάμε μαζί να την δούμε;"

"Οντως;" με ρωτάει και βγαίνει από την αγκαλιά μου.

"Φυσικά. Θα ήθελα να πάω να την δω άλλωστε. Έχω να την επισκεφτώ μήνες" της απαντώ και αυτή μου χαμογελάει δειλά.

"Τέλεια! Και εγώ θέλω να την δω ξανά!" μου λέει χαρούμενη και γελάω με την αντίδραση. Τώρα που το σκέφτομαι... Κάποιες φορές, φερόμαστε σαν να είμαστε όντως παιδιά.

"Πάω να σου ετοιμάσω το κρεβάτι, και μετά να την πέσω και εγώ. Είμαι πτώμα" Αποχωρεί από την κουζίνα και μένω μόνος μου. Η Μαργαρίτα και ο Κρις... Είναι και για εμένα η μόνη οικογένεια που έχω.














Γειά σας δελφινάκια μου🐬🐬🐬🐬🐬

Πείτε μου τα νέα σας! Πως είστε;

Τώρα...

Πείτε μου πως σας φάνηκε το κεφάλαιο😂

Είδαμε τον Αλεξάντερ σαν παιδί. Πως σας φάνηκε αυτή η ανάμνηση;

Μάθαμε και κάποια πράγματα για τους δικούς του και γνωρίσαμε κάποια νέα άτομα, που υπάρχουν ακόμα στην ζωή του.

Τι πιστεύετε για την οικογένεια του;

Σας άρεσε ο χαρακτήρας της Μαργαρίτας;

Τι μυστικό είναι άραγε αυτό που κρατάνε;

Θα μάθουμε σύντομα!

Μέχρι το επόμενο...

Peace✌️

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top