Η Συνάντηση

Josephine's POV

3 ημέρες μετά...

"Όχι, δεν με ενδιαφέρει καθόλου να ακούσω κάποια απολογία! Μετά τι;! Η κόρη σας και η παρέα της, προκάλεσαν σωματική και ψυχική βλάβη στην αδερφή μου!"

"Σας παρακαλώ, ηρεμήστε. Έχετε δίκιο, μια συγγνώμη δεν είναι αρκετή. Και να είστε βέβαιη πως όλα τα παιδιά, θα τιμωρηθούν αναλόγος. Αλλά και εσείς..." δεν ολοκληρώνει την φράση και αφήνει τον χρόνο να κυλάει, εξοργίζοντας με ακόμα περισσότερο.

"Εγώ τι;"

"Ίσως πρέπει να εξηγήσετε στην αδερφή σας πως αυτά που είπε, δημιούργησαν πανικό. Δεν είναι φυσιολογικό για ένα παιδί να τα ακούει και-"

"Και ποιός ορίζει τι είναι φυσιολογικό και τι όχι; Μου λέτε δηλαδή ότι η αδερφή έπρεπε να κρύψει το γεγονός ότι της αρέσουν τα κορίτσια; Ότι έχει μερίδιο ευθύνης για το περιστατικό;" ρωτάω, με μια δόση ειρωνείας και ελπίζω να μην ακούσω αυτό που υποπτεύομαι.

Με τα λόγια της αυτή η γυναίκα, έχει ξεπεράσει το όριο των νεύρων μου και ειλικρινά, απορώ πως καταφέρνω να συγκρατώ τον εαυτό μου από το να ξεσπάσει όλον τον θυμό του πάνω της. Θέλω τόσο πολύ να το κάνω, να δείξω σε όλους αυτούς τους ανεπαρκείς γονείς και το άλλο μου πρόσωπο, εκείνο που αναγκάζονται να αντιμετωπίσουν όλοι όσοι τολμούν να κάνουν κακό στην οικογένεια μου... Όμως δεν μπορώ να μου το επιτρέψω. Δεν θα βοηθήσει αυτό την αδερφή μου και επιπλέον, ένα τέτοιο ξέσπασμα θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην εικόνα μου.

Ξέρω ότι εγωϊστική η δεύτερη σκέψη, μα στον κόσμο της δημοσιότητας, έχει τεράστια σημασία το 'φαίνεσθαι'. Παλιότερα, δεν μπορούσα να το καταλάβω όταν μου το εξηγούσε ο Αλεξάντερ. Τώρα, μπορώ να συμμεριστώ αυτόν τον τρόπο σκέψης πολύ καλά.

"Εν μέρη, φταίει. Προκάλεσε με την δήλωση της και γι' αυτό τα παιδιά αντέδρασαν όπως αντέδρασαν. Δεν τα δικαιολογώ, προφανώς η βία δεν είναι λύση" απαντάει και ξεφυσάω εκνευρισμένη, βάζοντας τις σκέψεις μου σε μια σειρά... Ψυχραιμία, Ζοζεφίνα.

"Κυρία Λέινφορντ, δεν νομίζω πως υπάρχει κάτι άλλο να πούμε. Όλα τα υπόλοιπα, θα ειπωθούν από τους δικηγόρους μας"

"Κυρία Ράινχαρτ, μισό λεπτό! Ακούστε με!" με παρακαλάει, αλλά δεν θα ενδώσω.

Επιχείρησα να γίνω φίλη με αυτήν την γυναίκα για χάρη της αδερφής μου και της φιλίας της με την Έμιλι, όμως μετά τα πρόσφατα γεγονότα, ούτε ζωγραφιστή δεν θέλω να την βλέπω και φαντάζομαι πως το ίδιο ισχύει και για την Λούνα. Με τα παρακάλια, δεν θα με πείσει. Αν νομίζει πως θα αποσύρουμε την μήνυση, τότε είναι πολύ γελασμένη

"Δεν θα σπαταλήσω άλλη ενέργεια σε αυτήν την συζήτηση. Είναι ξεκάθαρο το τι συνέβη και η αδερφή δεν έκανε τίποτα λάθος. Υπάρχουν και αποδείξεις για αυτό. Θα μπορούσαν πολύ απλά να σταματήσουν να κάνουν παρέα μαζί της, αλλά το πήγαν ένα βήμα παραπέρα. Λυπάμαι, αλλά δεν θα κάνω πίσω. Καλή σας ημέρα" αποκρίνομαι, χωρίς ίχνος χρώματος στον τόνο και με φωνή σταθερή. Τερματίζω την κλήση και πετάω το κινητό στο κρεβάτι.

Ανοίγω το παράθυρο και βγαίνω στο μπαλκόνι, ακουμπώντας πάνω στο κάγκελο. Εισπνέω τον καθαρό αέρα, ευελπιστώντας να ηρεμήσω. Παίρνω μερικές βαθιές ανάσες, νιώθοντας το βάρος στο στήθος μου να υποχωρεί σταδιακά, χωρίς ωστόσο να γαληνεύει η ψυχή μου. Περνάω δάχτυλα μέσα από τα μαλλιά, τραβώντας με λίγη παραπάνω δύναμη από όσο θα ήθελα και μου ξεφεύγει ένα επιφώνημα πόνου. Ένα ρίγος με διαπερνά και αγκαλιάζω τον εαυτό μου, γνωρίζοντας πως αυτό δεν θα με προστατέψει από ψυχρό κρύο, τον τελευταίο φθινοπωρινό μήνα. Συνήθως ο καιρός είναι αυτός που ευθύνεται για την διάθεση μου... Μα αυτήν την φορά, κατηγορώ τα γεγονότα των τελευταίων ημερών.

Τρέμω ολόκληρη... Τρομάζω και μόνο στην σκέψη του τι θα επακολουθήσει τις επόμενες μέρες. Ο δικηγόρος που προσέλαβα, για τον οποίο έχω ακούσει τα καλύτερα, με διαβεβαίωσε πως ο νόμος είναι με το μέρος μας σε αυτήν την περίπτωση. Δεν τον ξέρω, μα ο τρόπος μου μιλούσε και η αυτοπεποίθηση στην φωνή του, με έπεισαν πως θα κάνει σωστά την δουλειά του. Και από ό,τι έμαθα, είναι ένας από τους καλύτερους της γενιάς του... Ελπίζω να το διαπιστώσω σύντομα.

Υψώνω το βλέμμα μου και το αφήνω να αγναντέψει την ομορφιά της φύσης. Τα φύλλα λικνίζονται στον χαλαρό ρυθμό του αγέρα. Πέρα από τις αμέτρητες συστάδες των δέντρων, δεσπόζουν τα πρώτα, επιβλητικά κτίρια της πόλης και εγώ επικυρώνω το ενδιαφέρον μου σε ό,τι υπάρχει πριν από αυτά. Είναι χαλαρωτική αυτή η θέα και αίσθηση που αποπνέει το μέρος, δικαιώνει την απόφαση μου να ζήσουμε σε κάποιο σπίτι έξω από την πόλη.

Ήθελα ο γιός μου να μεγαλώσει μέσα στο πράσινο, στην εξοχή. Βέβαια, κανείς μας δεν έχει εγκαταλείψει τα εγκόσμια. Εκεί είναι ένα μέρος της ζωής μας. Η δουλειά μου, τα σχολεία των παιδιών, διάφοροι τρόποι ψυχαγωγίας... Χρήσιμα όλα αυτά, δεν αντιλέγω, μα οι θεραπευτικές ιδιότητες της φύσης, είναι αναντικατάστατες. Ειδικά σε περιόδους που τα προβλήματα ποικίλουν, μια βόλτα κάτω από τον ήλιο ή ένα πικνίκ στο γρασίδι είναι μια καλή λύση...

Κρίμα που αυτήν την φορά δεν μπορεί να με βοηθήσει. Δεν ξέρω τι είναι ικανό να το καταφέρει αυτό τώρα.

Τα χτυπήματα στην πόρτα με επαναφέρουν στην σκληρή πραγματικότητα και μπαίνω μέσα. Κατευθύνομαι προς την πόρτα. Την ανοίγω και... Αντικρίζω το μοναδικό άτομο που ίσως επιτύχει να μου προσφέρει λίγη αγαλλίαση αυτήν την στιγμή.

Κάνω στην άκρη, αφήνοντας του χώρο για να περάσει και αφήνω την πόρτα να κλείσει πίσω μου.

"Δυσκολεύτηκα λίγο να τον βάλω για ύπνο στην αρχή. Αλλά τελικά τα κατάφερα. Με ένα καλό νανούρισμα και πολλές αγκαλιές, αποκοιμιέται σε δευτερόλεπτα" μου λέει και μου ξεφεύγει ένα γελάκια, γνωρίζοντας ότι ο γιός μου χρειάζεται πολύ χρόνο για να ηρεμήσει, προτού τελικά κοιμηθεί.

Τον διακατέχει ώρες ώρες μια ζωηράδα και το μόνο που θέλει, είναι να παίζει όλη την μέρα μαζί με όποιον βρίσκεται κοντά του. Και όταν ακούω το γέλιο του, κάθε πρόβλημα που με βασανίζει εξαφανίζεται και ξέρω πως τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό από εκείνον. Το μικρό θαύμα, που ήρθε στην ζωή μου και συνειδητοποίησα πως θα πάντα η προτεραιότητα μου. Ο Έντγκαρ και όσα παιδιά κάνω στο μέλλον. Φοβόμουν πως δεν γινόμουν καλή μητέρα, αλλά ποιός γονιός δεν κάνει λάθη; Και ό,τι κι αν γίνει, πάντα θα είμαι εκεί για τον γιό μου.

Δίχως να πω κάτι, τον πλησιάζω και ακουμπάω το κεφάλι μου στον στέρνο του και τα χέρια του με αγκαλιάζουν μου, στέλνοντας κύματα θερμότητας σε ολόκληρο το κορμί μου. Οι παλμοί μου αποκτούν φυσιολογικούς ρυθμούς και για μια στιγμή, τα σφιγμένα νεύρα μου χαλαρώνουν. Ένα παράξενο συναίσθημα διαπερνά την ραχοκοκαλιά μου και φωλιάζει μέσα μου, ζεστό και πηχτό, λες και το αίμα στις φλέβες που έχει αντικατασταθεί από το πιο γλυκό μέλι του κόσμου... Όταν αυτός ο άντρας με κρατάει, νιώθω πως βρίσκομαι σπίτι μου. Και τότε, τίποτα και κανένας δεν μπορεί να με βλάψει.

"Σε άκουσα που φώναζες και ανησύχησα. Πώς είσαι;" με ρωτάει και αναστενάζω. Μετακινώ το κεφάλι μου μακριά από το στήθος του και οι ματιές μας διασταυρώνονται.

"Ειλικρινά; Δεν είμαι καλά, Αλεξάντερ. Διαρκώς ξεπηδάνε ένα σωρό προβλήματα. Το ένα μετά το άλλο. Πρώτα η παρενόχληση από τον Οσμάν, μετά η αναστάτωση που μας προκάλεσε η εκπομπή του και τώρα το περιστατικό με την Λούνα... Δηλαδή, τι άλλο πρέπει να γίνει;" η φωνή μου ραγίζει και ένας πόνος κάθεται πίσω από τα μάτια μου.

Τα συσσωρευμένα δάκρυα αρχίζουν να κυλάνε στα μάγουλα μου και μέσα από την θλιμμένη έκφραση μου, ο φανερώνεται όλη η εξάντληση και η κούραση που με έχουν καταβάλει αυτόν τον καιρό. Ξεσπάω με έναν τρόπο για όλα αυτά που είμαι υποχρεωμένη να κρύβω στο πίσω μέρος του μυαλού μου, όταν βρίσκομαι σε κοινή θέα ή μπροστά στα παιδιά μου. Πρέπει να στέκομαι εκεί, βράχος για αυτά. Προσέχω πολύ μετά τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, γιατί δεν θέλω να τους βαρύνω και με την δική μου λύπη. Και ειδικά όχι την Λούνα, αυτήν την περίοδο, που με έχει ανάγκη περισσότερο από ποτέ.

"Ζόζι μου..." δακρύζει και εκείνος.

Σκουπίζει τις υγρές ραβδώσεις που έχουν σχηματιστεί πάνω στην επιδερμίδα μου και με φιλάει. Τα χείλη του είναι δροσερά και σφιχτά και μπορώ να γευτώ τα απομεινάρια της καφεΐνης. Κάθε μόριο του σώματος μου πάλλεται από την ανάγκη να αποδιώξει την ένταση που του βασανίζει και τώρα, μόνο έτσι μπορεί να γίνει αυτό. Το στόμα του κινείται σε έναν παθιασμένο ρυθμό, θέλοντας με εξαλείψει κάθε ίχνος ανησυχίας. Παραδίνομαι στο κράτημα του -το οποίο είναι σαν κεραυνός στο δέρμα μου-, επιθυμώντας να μείνω έστω και για λίγο στον δικό μας κόσμο, διότι η πραγματικότητα μας, δεν απέχει και πολύ από το να μετατραπεί σε εφιάλτη...

Κι όμως, ξέρω πως με τον Αλεξάντερ, θα βρούμε μαζί την λύση και σύντομα, αυτός ο πανικός θα καταλαγιάσει, όπως γίνεται πάντα... Γιατί όσο παραμένουμε ενωμένοι, τίποτα δεν είναι αρκετά ισχυρό, ώστε να μας πληγώσει.

Σπάει το φιλί και το πρόσωπο του είναι λίγα εκατοστά μακριά από το δικό μου. Διατηρεί την οπτική επαφή και διακρίνω μέσα από αυτήν την σιγουριά του. Σκέφτεται ακριβώς όπως εγώ... Και αυτό με ενθαρρύνει.

"Θα τα καταφέρουμε. Κανείς δεν μπορεί να πει το αντίθετο. Αρκεί να μην χαθεί η πίστη μας. Και όποιος έχει πρόβλημα..."

"Μπορεί να πάει στον διάολο" λέω το υπόλοιπο μισό της φράσης μας και αυτό είναι αρκετό, ώστε τα χείλη μου να σχηματίσουν ένα αμυδρό χαμόγελο.

"Έτσι θέλω να σε βλέπω πάντα, Ζόζι μου. Σου αξίζει να είσαι χαρούμενη και θα φροντίσω εγώ γι' αυτό. Ό,τι θα κάνω, θα είναι μόνο για εσένα και τα παιδιά. Σε αγαπώ πιο πολύ και από την ζωή μου"

"Και εγώ σε αγαπώ Αλεξάντερ" αποκρίνομαι και απελευθερώνω μια ανάσα ανακούφισης.

Έχοντας το χέρι του περασμένο στην μέση μου, με οδηγεί και πάλι έξω. Καθόμαστε στις καρέκλες και μετακινεί την δική όσο πιο κοντά μου γίνεται. Παρά το κρύο που με είχε διαπεράσει πριν και το παγερό κλίμα που διατηρείται, εγώ νιώθω πως κάνει πιο πολύ ζέστη από ποτέ. Ο Αλεξάντερ κρατάει τα χέρια μου μέσα στα δικά του και με κοιτάει με λατρεία... Είναι τόσο όμορφο το συναίσθημα της σιγουριάς που με κατακλύζει.

"Μίλησα με την Λούνα πριν έρθω εδώ. Έχει ηρεμήσει λίγο, μα η συμπεριφέρεται πολύ... Μηχανικά θα έλεγα. Μιλάει και κινείται, σαν να είναι απλώς μια ανάγκη για επιβίωση. Είναι λες και έχει πάει μετάλλαξη αυτές τις τρεις ημέρες. Άλλος άνθρωπος"

"Χρειάζεται χρόνος. Θα ξαναβρεί τον εαυτό της, με τον καιρό. Ίσως... Ίσως να απευθυνθούμε και σε κάποιον ειδικό. Έχει επηρεαστεί, κι ας μην το παραδέχεται ανοιχτά. Μόλις περάσει η μπόρα με τα δικαστήρια, θα ζητήσω από την Άλις να μας συστήσει κάποιον" λέω και κουνάει το κεφάλι του καταφατικά.

Ωστόσο, δείχνει πολύ σκεπτικός. Δεν είναι η πρώτη φορά που κάνουμε αυτήν την συζήτηση, οπότε μου κάνει εντύπωση που είναι τόσο σιωπηλός. Σαν να μην του αρέσει και πολύ αυτό που από κοινού αποφασίσαμε να κάνουμε.

"Τι έπαθες;" τον ρωτάω και τρίβει την ράχη της μύτης του, προτού στραφεί και πάλι σε εμένα.

"Ξέρεις ότι θέλω το καλύτερο για την μικρή μας Λούνα. Και απλά αναρωτιέμαι... Εάν το να την ανακατέψουμε στα δικαστήρια θα είναι καλό για την ψυχολογική της κατάστημα. Έχει ανάγκη από ηρεμία και όχι φωνές ή αναστάτωση" λέει και μου παίρνει μερικά λεπτά, έως ότου να επεξεργαστώ κάθε λέξη από αυτά που είπε.

Ανοιγοκλείνω τα μάτια μου αρκετές φορές και πιάνω το τραπέζι μπροστά μου τόσο σφιχτά, που οι αρθρώσεις μου έχουν ασπρίσει. Ο θυμός επιστρέφει σταδιακά, καθώς μόνο μια σκέψη περνάει από το μυαλό μου για το τι μπορεί να εννοεί με αυτά τα λόγια, αλλά με συγκρατώ, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού μου ότι μπορεί να κάνω και λάθος.

"Εννοείς... Εννοείς ότι θα μπορούσαμε να αποσύρουμε την μήνυση για κακοποίηση ενάντια της Λούνας;" τον ρωτάω όσο πιο ψύχραιμα και το απολογητικό του ύφος, επιβεβαιώνει την θεωρία μου.

"Δεν νομίζω πως θα την βοηθήσει να έρθει αντιμέτωπη μαζί τους τόσο σύντομα μετά το περιστατικό. Και θα δώσουμε άλλον έναν λόγο στους δημοσιογράφους για να μπλεχτούν στις ζωές μας. Η Λούνα δεν το θέλει αυτό. Χρειάζεται να μείνει μόνη, όχι τους πάντες πάνω από το κεφάλι της" μου εξηγεί, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω αυτήν την λογική.

"Όχι Αλεξάντερ. Η Λούνα θα έχει όλον τον χρόνο να βρει τον εαυτό της, αλλά δεν θα τα καταφέρει, αν αυτά τα παιδιά μείνουν ατιμώρητα"

"Το πρόβλημα ξέρεις πολύ καλά πως είναι οι γονείς και όχι τα ίδια τα παιδιά"

"Το γνωρίζω, Αλεξάντερ. Όμως δεν αλλάζει κάτι. Θα τιμωρηθούν και εκείνα και οι γονείς. Ο καθένας για τα λάθη του" αντιγυρίζω και σηκώνομαι όρθια, μπαίνοντας μέσα. Δεν πρόκειται να το συζητήσω περαιτέρω.

"Ζοζεφίνα, μην φεύγεις όταν μιλάμε" κλείνει την μπαλκονόπορτα λίγη παραπάνω δύναμη και γυρνάω απότομα από την άλλη, ελάχιστα τρομαγμένη.

"Εσύ μιλάς Αλεξάντερ. Εγώ δεν πρόκειται να το αναλύσω περισσότερο. Το συμφωνήσαμε την ίδια κιόλας μέρα τι θα κάνουμε και ήσουν απόλυτα υποστηρικτός. Τι άλλαξε τώρα;"

"Σκέφτομαι τον αντίκτυπο που θα έχει στην ψυχολογία όλη αυτή η διαδικασία. Δεν θα την βοηθήσει"

"Αλεξάντερ... Την χτύπησαν άσχημα. Θα μπορούσαν να την σκοτώσουν. Υποφέρει ακόμα εξαιτίας των αναμνήσεων και εσύ μου λες να αποσιωπήσουμε το γεγονός;"

"Δεν είπα κάτι τέτοιο"

"Κι όμως. Στην πραγματικότητα, προτείνεις να αποσύρουμε την μήνυση, για μείνουμε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Προτιμάς να μην ασχοληθεί κανείς περισσότερο μαζί μας" λέω, ενώ τα πρόσωπο μου απέχει μονάχα ελάχιστα εκατοστά από το δικό του.

Η ατμόσφαιρα ανάμεσα μας έχει ηλεκτριστεί τόσο πολύ, που μπορώ να αισθανθώ την ένταση να χτυπά δυνατά πάνω στο δέρμα μου και να καίει ολόκληρη. Οι παλμοί μου αυξάνονται και η καρδιά μου χτυπάει τόσο δυνατά, που μπορεί βρεθεί έξω από το στήθος μου, από στιγμή σε στιγμή. Έχουμε ορθώσει και οι δύο το ανάστημα μας. Ο ένας απέναντι από τον άλλον, σε θέσεις μάχης. Προβλέπω ήδη τον καυγά και παρόλο που δεν έχω καμία διάθεση, δεν θα κάνω πίσω και θα υπερασπιστώ την άποψη μου.

"Πώς μπορείς να λες κάτι τέτοιο; Θεωρείς πως όντως με ενδιαφέρει κάτι περισσότερο από την ψυχική ισορροπία της Λούνας μας;"

"Δεν θα ησυχάσει εάν οι ένοχοι μείνουν ατιμώρητοι!"

"Θα αναστατωθεί πιο πολύ Ζοζεφίνα!" φωνάζει και τα χέρια του σχηματίζουν δύο γροθιές.

"Σκάσε ρε μαλακισμένο!!!"

Κοκαλώνω, καθώς αυτή η ανάμνηση εισβάλει από του πουθενά στο μυαλό μου. Η βουή του αίματος φτάνει στα αυτιά μου και καλύπτει κάθε άλλο ήχο. Ένας κόμπος δένεται στον λαιμό και δυσκολεύομαι να πάρω σωστές ανάσες. Οι υγρές βλεφαρίδες μου, κλείνουν πάνω στα μάγουλα μου και παλεύω να αποδιώξω όλα τα άσχημα που με ταράζουν και ανακατεύουν τις σκέψεις μου, μα είναι μάταιο...

"Αλεξάντερ..." ψελλίζω, περνώντας τα δάχτυλα μέσα από τα μαλλιά μου. Η ανάγκη να ξεσπάσω, αναδύεται ξανά από μέσα μου "Την κακοποίησαν, το καταλαβαίνεις; Παραλίγο να την σκοτώσουν! Και εσύ μου ζητάς να μην κάνω τίποτα; Να μην πληρώσει ο υπεύθυνος;" τον ρωτάω και καρφώνω το βλέμμα μου πάνω του.

"Συγκρίνεις ανόμοια πράγματα. Και είναι λάθος αυτό που κάνεις, κατά την γνώμη μου. Προσπαθείς να κάνεις το σωστό, όχι όμως για την Λούνα, αλλά για εσένα. Για να αισθανθείς εσύ δικαιωμένη για όσα πέρασες τότε. Δεν αφορά την Λούνα η ένταση που νιώθεις. Σκέφτεται ότι αυτό θα βοηθήσει εσένα και όχι την Λούνα. Καταλαβαίνεις πόσο εγωϊστικό φαίνεται όλο αυτό;"

Είναι σαν να χάνω την γη κάτω από τα πόδια μου... Δεν περίμενα ποτέ ότι θα άκουγα τόσο σκληρά λόγια από τον άνθρωπο που με αγαπάει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στον κόσμο. Από τον άνθρωπο που μου στέκεται βράχος στα δύσκολα. Ο αγαπημένος μου, ο έρωτας της ζωής μου, με κατηγορεί για κάτι απαίσιο... Και μέχρι τώρα, δεν είχε περάσει αυτή η πιθανότητα από το μυαλό μου ποτέ.

Αποφεύγοντας να απαντήσω, γυρνάω από την άλλη και κατευθύνομαι στην πόρτα.

"Δεν ξέρω τι να σου πω, Αλεξάντερ. Διαπιστώνω απλά πως αυτήν την στιγμή, γίνεσαι πολύ άδικος μαζί μου. Και αν μείνω, θα σου εκφράσω πόσο με πλήγωσες... Γι' αυτό, καλύτερα να μην πούμε κάτι άλλο τώρα. Θα επιστρέψω σε μερικές ώρες, για να συζητήσουμε πιο ήρεμα" του λέω, χωρίς ίχνος χρώματος στην φωνή μου και αποχωρώ, προτού προλάβει να με εμποδίσει.

Προχωράω στον μακρύ διάδρομο, μέχρι που φτάνω στα σκαλιά και κατεβαίνω στο χολ. Παίρνω τα πράγματα μου και ανοίγω την εξώπορτα. Ο ήχος των βημάτων μου χάνεται στο έδαφος, καθώς πλησιάζω προς το αμάξι μου, κουμπώνω μέχρι πάνω το φερμουάρ του μπουφάν μέχρι απάνω. Ωστόσο, ένα ρίγος με διαπερνά και βιάζομαι να βρεθώ μπροστά από το τιμόνι και να θέσω σε λειτουργία τον κλιματισμό και να ζεσταθεί το κοκαλάκι μου.

Μόλις ακούσω τον βρυχηθμό της μηχανής, πατάω το γκάζι και μετά από λίγα δευτερόλεπτα, οι ρόδες του οχήματος βγαίνουν στην άσφαλτο και η οδήγηση αυτόματα γίνεται πιο εύκολη, εφόσον δεν υπάρχουν χώματα και πέτρες. Κλείνω το παράθυρο και ακουμπάω την πλάτη μου στην ράχη του καθίσματος. Δεν κάποιον συγκεκριμένο προορισμό στον νου μου... Το μόνο που ξέρω, είναι ότι θέλω να βρεθώ μακριά από εδώ.

Στην προσπάθεια μου να παραμείνω συγκεντρωμένη στην οδήγηση, ένα κομμάτι του μυαλού μου, δεν ήθελε να σκεφτεί τίποτα άλλο, πέρα από όσα έγινε πριν από λίγο. Ο τσακωμός με τον Αλεξάντερ, ξαναπαίζει στο μυαλό διαρκώς, δίχως διαλείμματα, σαν μια παλιά βιντεοκασέτα με εικόνες που που με πονάνε, αλλά για κάποιον περίεργο λόγο, δεν έχω την δύναμη να αποχωριστώ... Με πλήγωσε πάρα πολύ. Ξέρει καλύτερα από τον καθένα ότι τίποτα και κανείς δεν θα υπερτερεί ποτέ όσον αφορά την αδερφή ή τον γιό μου. Διαπιστώνει καθημερινά ότι θα έκανα τα πάντα για τα παιδιά μου, ανεξάρτητα από τις δυσκολίες. Είναι ο κυριότερος λόγος που παλεύω κάθε μέρα να αντέξω τα προβλήματα.

Πώς μπορεί να το αποκαλεί αυτό εγωϊσμό; Καταλαβαίνω πως και εκείνος έχει αγχωθεί με την όλη κατάσταση και θέλει να διοχετεύσει κάπου τον θυμό του, αλλά το να μην αντιδράσουμε, δεν είναι λύση. Εάν μείνουμε άπραγοι, τότε αυτά τα παιδιά, μπορεί ως ενήλικες, να πράξουν πολύ χειρότερα εγκλήματα.

Από την άλλη όμως... Δεν αρνούμαι πως είχε δίκιο σε ένα πράγμα. Επηρεάζομαι σε πολύ μεγάλο βαθμό από αυτά που έχω περάσει εγώ στο παρελθόν, εξαιτίας εκείνου του άντρα. Δεν μπορώ να τον αποκαλώ πατέρα, αφού στην τελική δεν είναι. Το μόνο σίγουρο, είναι ότι όντως, κατά κάποιον τρόπο, επιδιώκω να προστατέψω τώρα την αδερφή μου. Στην αρχή, πριν βιώσει κάτι πολύ χειρότερο. Ήμουν δέκα όταν κάποιος είχε ειδοποιήσει την αστυνομία και πήραν μακριά εκείνον τον άντρα, αλλά έπρεπε να περάσει τόσος καιρός, ώστε να βρει κάποιος το θάρρος να κάνει το σωστό. Εγώ δεν θέλω να αργήσω τόσο... Δεν πρέπει. Είμαι αποφασισμένη να προσφέρω στην αδερφή μου καλύτερα παιδικά χρόνια, γεμάτα οικογενειακή θαλπωρή.

Μακάρι να μπορούσα να μιλήσω στο ένα και μοναδικό άτομο που θα μπορούσε να διαλύσει αυτές τις τόσο βασανιστικές θέσεις... Εκείνη είχε περάσει τόσα, κι όμως κατόρθωσε να ορθοποδήσει. Δεν το έβαλε ποτέ κάτω... Πάντα ήξερε τι να κάνει, μέχρι που κάποιος αποφάσισε να την στερήσει από εμένα και την Λούνα...

Τα δάκρυα θολώνουν την όραση. Ανοιγοκλείνω τα μάτια μου για να τα διώξω και ξαφνικά... Μου είναι πολύ ξεκάθαρο σε ποιό μέρος θέλω να βρεθώ αυτήν την στιγμή.

[...]

Μεριά συγγραφέα-αναγνώστη

Σταμάτησε ακριβώς έξω από την είσοδο. Απελευθέρωσε μια βαθιά ανάσα και βγήκε από το αυτοκίνητό, περνώντας την τσάντα στον ώμο της. Ύψωσε το κεφάλι της και δάγκωσε το κάτω χείλος της νευρικά, αγγίζοντας το σημείο στο δέρμα κάτω από τον οποίο βρισκόταν η καρδιά της... Για μια στιγμή, σκέφτηκε να κάνει μεταβολή και πάει οπουδήποτε αλλού.

Παρόλα αυτά, πριν προλάβει να το μετανιώσει, άρχισε να περπατάει. Δεν χώραγαν δεύτερες σκέψεις. Κατάβαθος, έπρεπε να ικανοποιήσει αυτήν της την ανάγκη. Δεν θα έκανε πίσω, όσο κι μια φωνούλα της παρότρυνε να μην βασανίζεται έτσι.

Προτού περάσει την σχεδόν διαλυμένη καγκελόπορτα, διέκρινε έναν πάγκο με λουλούδια. Μια γυναίκα καθόταν πάνω σε ένα σκαμνί και αγνάντευε την περιοχή, μέχρι το βλέμμα της σταμάτησε πάνω στην Ζοζεφίνα. Της χαμογέλασε γλυκά, κουνώντας το χέρι της. Η Ζοζεφίνα ανταπέδωσε και αποφάσισε να αγοράσει μερικά άνθη, ώστε να τα αφήσει στον τάφο της μητέρας της. Με αυτόν τον τρόπο, θα βοηθούσε και αυτήν την νεαρή κοπέλα, η οποία δούλευε για ένα μεροκάματο και μόνο ο Θεός ήξερε τι αναγκαζόταν να κάνει καθημερινά, προκειμένου να έχει τα προς το ζην.

Αγόρασε ένα μπουκέτο, επιλέγοντας έναν συνδυασμό λουλουδιών σε διάφορες αποχρώσεις. Αποχαιρέτησε την γυναίκα και συνέχισε, έως ότου να φτάσει στον προορισμό της. Τα μπλε μάτια της, εξερευνούσαν το μέρος, καθώς προσπερνούσε τους τάφους. Από μερικά σημεία του εδάφους, είχαν ξεπροβάλλει μικρά, καταπράσινα φυτά που αγκάλιαζαν το μάρμαρο, ενώ διάσπαρτα στον χώρο υπήρχαν μερικά δέντρα. Έμοιαζαν τόσο γυμνά, χωρίς την χαρακτηριστική πρασινάδα τους. Τα περισσότερα φύλλα, βρίσκονταν πάνω στο χώμα, ξεραμένα. Φαινόταν ότι σπανίως κάποιος φρόντιζε την τελευταία κατοικία των ανθρώπων.

Τελικά, έφτασε μπροστά από τον τάφο της μητέρας της... Το όνομα της, Ιουλιέτα Ράινχαρτ, αναγραφόταν με χρυσά γράμματα πάνω στην άσπρη πλάκα και μια μικρή κορνίζα με την φωτογραφία της γυναίκας στα νιάτα της είχε τοποθετηθεί πάνω της.

"Τόσο νέα... Χάθηκες άδικα, μαμά" είπε και μετακίνησε τα μαραμένα λουλούδια, απιθώνοντας τα δικά της πάνω στην πέτρα.

Ύστερα, άνοιξε το στόμα της, ώστε να πει όλα όσα της δημιούργησαν έναν κόμπο στον λαιμό και την δυσκόλευαν να εκφραστεί.

"Περνάω πολύ δύσκολα μαμά μου... Ένας άντρας με κυνηγάει, για να με καταστρέψει, άθελα μου επέτρεψα να πληγώσουν ξανά την Λούνα και τώρα... Μάλωσα με τον Αλεξάντερ και πλέον, δεν ξέρω πως να τα διαχειριστώ όλα αυτά. Είναι άρρωστος και ένας Θεός ξέρει ποιά θα είναι η κατάληξη... Πονάω και μου είναι αδύνατο να κάνω το οτιδήποτε. Φοβάμαι τόσο πολύ και έχω ένα άσχημο προαίσθημα ότι τα πράγματα θα χειροτερέψουν πολύ σύντομα. Γιατί... Γιατί δεν είσαι; Γιατί να μην μπορείς να μου δώσεις τις συμβουλές που τόσο έχω ανάγκη; Γιατί η Λούνα μεγάλωσε χωρίς εσένα στο πλευρό της; Πώς μπόρεσε εκείνο το τέρας να σε στερήσει από εμένα... Όταν σε είχα ανάγκη; Τον μισώ... Τον μισώ όσο δεν έχω μισήσει κανέναν σε όλη μου την ζωή" ψέλλισε μέσα από τα δάκρυα της και έπεσε στα γόνατα, μπλέκοντας τα δάχτυλα της μεταξύ τους.

Ένιωσε ότι ξαφνικά πνιγόταν στην θάλασσα του παρελθόντος. Οι αναμνήσεις ξεπηδούσαν και βελόνες τρυπούσαν την καρδιά της, προκαλώντας της μια οδυνηρή νοσταλγία. Η όραση της θόλωσε και είδε την παιδική ηλικία της να περνά μπροστά από τα μάτια της... Η μητέρα της να τρέχει από πίσω της όταν ήταν παιδί, για να την κάνει μπάνιο. Οι δυό τους να μένουν ξύπνιες μέχρι αργά, συζητώντας για τα προσωπικά της Ζοζεφίνας, λίγα χρόνια αφότου μετακόμισαν στο Λος Άντζελες. Η χαρά της Ζοζεφίνας, αφού έμαθε ότι η μητέρα της είχε έφτιαχνε ξανά την ζωή της... Και η συγκίνηση της, μόλις της ανακοίνωσαν ότι θα αποκτούσε αδερφούλα.

Δεν είχε ξανακούσει ποτέ πιο όμορφο νέο και θα έκανε τα πάντα για εκείνο το μωρό... Ποτέ της όμως δεν είχε φανταστεί ότι αυτό θα είχε κυριολεκτική σημασία στο άμεσο μέλλον. Και παρόλο που αγαπούσε την αδερφή της όσο τίποτα άλλο, θύμωνε που είχε χάσει έναν τόσο σημαντικό άνθρωπο από την ζωή της!

"Μου λείπεις μαμά... Μακάρι να ήσουν εδώ. Θα με βοηθούσες"

Σηκώθηκε όρθια και σκούπισε τα μάτια της... Ξαφνικά, αισθάνθηκε μια μικρή ενοχή. Καθόταν και έκλαιγε, λες και ήταν έφηβη, ενώ στην πραγματικότητα ήταν ολόκληρη γυναίκα, τριαντατεσσάρων ετών. Είχε δύο παιδιά που καλούνταν να τα φροντίσει και επιτέλους, έναν σύντροφο που την λάτρευε πιο πολύ και από την ζωή του. Τα προβλήματα δεν θα έπαυαν να την βασανίζουν, αρκεί εκείνη να μην έχανε την πίστη της... Είχε τόσα άτομα που την αγαπούσαν στο πλευρό, με πρώτο πρώτο τον έρωτα της ζωής της, τον οποίο θα μπορούσε να χάσει από ώρα σε ώρα, εξαιτίας του λεμφώματος. Προφανώς και είχαν έρθει σε ρίξη για ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, μα το πρώτο ήταν ή δεν θα μάλωναν ποτέ ξανά; Σίγουρα την πόνεσαν τα λόγια του, αλλά τίποτα δεν θα την κρατούσε μακριά του... Θα γύριζε πίσω ώστε να τα βρουν, γνωρίζοντας πως και αυτός θα είχε μετανιώσει για ό,τι της είπε. Θα τα κατάφερνε...

"Δεν θα σε απογοητεύσω μαμά... Θα είσαι περήφανη για εμένα" αποκρίθηκε και με ένα αμυδρό μειδίαμα αποτυπωμένο στο πρόσωπο της, γύρισε για να φύγει.

Δεν είχε προλάβει να απομακρυνθεί πολύ, όταν άξαφνα ένας παράξενος ήχος τράβηξε την προσοχή της. Σαν να πλησίαζαν βήματα. Έσφιξε το λουράκι της τσάντας και εισέπνευσ3 βαθιά. Έκανε αργά μια πλήρης στροφή, έτοιμη να αντιμετωπίσει το οτιδήποτε, αλλά ανταφτού αντίκρισε κάτι περίεργο... Ένας άντρας μεγάλης, μάλλον γύρω στα εξήντα, είχε σκύψει πάνω από τον τάφο και περιεργαζόταν τα λουλούδια που είχε αφήσει η Ζοζεφίνα. Περπατώντας στις μύτες των ποδιών, έφτασε όσο πιο κοντά γινόταν, γιατί δεν ήθελε να την καταλάβει.

Της φαινόταν πολύ γνωστός... Πρέπει να τον είχε ξαναδεί πρόσφατα. Γκριζαρισμένα μαλλιά, πιθανότατα μπλε χρώμα ματιών, σαρκώδη χείλη και μάλλον έντονες γωνίες στο πρόσωπο. Καλογυμνασμένο σώμα και υπέθεσε ότι πρέπει να ήταν αρκετά ψηλός. Η έκφραση του θλιμμένη και οι μυς του προσώπου του είχαν σφιχτεί. Έμοιαζε χαμένος στις σκέψεις του και τα χαρακτηριστικά του είχαν αλλοιωθεί, μάλλον λόγω του πόνου που του προκαλούσαν αυτές... Που να πάρει, θυμήθηκε!

"Ραφ;"

Ο μέσης ηλικίας άντρας πετάχτηκε όρθιος και βρέθηκε από την άλλη μεριά. Το βλέμμα του διασταυρώθηκε με της Ζοζεφίνας και ένιωσε ένα σφίξιμο στην καρδιά του... Η ώρα της αλήθειας είχε φτάσει και δεν θα μπορούσε να επιλέξει πιο ακατάλληλη στιγμή για να του χτυπήσει την πόρτα. Ευελπιστούσε ότι πρώτα θα προλάβαινε να διεκπεραιώσει τις υποθέσεις του και μετά θα έλεγε τα πάντα στην Ζοζεφίνα. Τελικά, η στιγμή που ανέμενε τόσα χρόνια, ήρθε πολύ νωρίτερα από ό,τι είχε σχεδιάσει. Αλλά ίσως να ήταν και καλύτερα έτσι. Να φύγει επιτέλους εκείνο το βάρος από πάνω του και να αρχίσει μια ζωή κοντά στην κόρη του...

"Ζοζεφίνα, γειά"

"Τι κάνεις εδώ; Αυτός... Αυτό είναι ο τάφος της μητέρας μου"

"Ναι, θυμάμαι που μου το είχες πει πως έχει πεθάνει... Απλώς παρατηρούσα τα λουλούδια. Είναι πολύ όμορφα. Ο συνδυασμός είναι υπέροχος"

"Σε ευχαριστώ. Αλλά δυστυχώς για εσένα, δεν σε πιστεύω" του είπα και πρόσεξε μια σκιά να περνά από το μάτια του "Το βλέμμα σου δηλώνει κάτι διαφορετικό. Πες μου την αλήθεια. Σε παρακαλώ, να σε βοηθήσω θέλω μόνο, όπως έκανες τότε" του εξήγησε, μα τίποτα δεν άλλαξε στην στάση του απέναντι της.

"Ζοζεφίνα... Εγώ..."

Και τότε η Ζοζεφίνα έκανε έναν συνηρμό. Τα χέρια της ξεκίνησαν να τρέμουν ξανά και τα χείλη της τρεμόπαιζαν, καθώς η συνειδητοποίηση του ποιός ήταν αυτός ο άντρας φώλιαζε μέσα της και της έκοβε την ανάσα. Αρνιόταν πεισματικά να αποδεχτεί κάτι τέτοιο, όμως η ησυχία εκ μέρους του Ραφ επιβεβαίωνε τις υποψίες της και η καρδιά της σφίχτηκε. Η καλή διάθεση που είχε πριν από λίγο εξαφανίστηκε και η χαρά που συνάντησε έναν παλιό φίλο, αντικαθηστάθηκε από το σοκ και τον θυμό, ο οποίος σιγόβραζε μέσα της, σαν ένα ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί.

"Νοσέρα δεν είναι το επίθετο σου;" τον ρώτησε, κοιτώντας τον κατάματα.

"Ναι... Γιατί;"

"Νοσέρα... Νοσέρα"

Με έναν απλό αναγραμματισμό, υπήρχε μόνο ένα πιθανό αποτέλεσμα... Σεράνο!

"Μήπως... Μήπως το όνομα σου είναι Ραφαέλο και όχι Ραφ;" τον ρώτησε και η οργή αναμειγνύθηκε με την φωνή της. Η σιωπή του προς απάντηση της...

Τον πλησίασε και βάζοντας όλη της δύναμη, τον έσπρωξε μακριά από τον τάφο της μητέρας της.

"Πώς τολμάς να έρχεσαι εδώ;! Με ποιό δικαίωμα την επισκέφτεσαι;!"

"Ζοζεφίνα, άκουσε με, σε εκλιπαρώ!"

"Δεν θέλω, το καταλαβαίνεις;;;!!!" ούρλιαξε και τα δάκρυα εμφανίστηκαν και πάλι. Με το χέρι της, έδειξε το κατάλευκο μάρμαρο "Εξαιτίας σου είναι νεκρή! Επειδή την εγκατέλειψες τότε! Εάν... Εάν ήσουν κοντά της, τώρα θα ήταν ζωντανή και μαζί μου!!!"

Είχε χάσει κάθε έλεγχο του εαυτού της. Δεν αποφάσιζε ούτε τι έλεγε, ούτε τον τρόπο με τον οποίο εκφραζόταν. Δεν νοιαζόταν για την άποψη που σχημάτιζαν για την ίδια οι περαστικοί. Δεν ενδιαφερόταν που είχε ξεχάσει όλους τους καλούς της τρόπους... Στο μυαλό της, ο άντρας απέναντι της ήταν υπεύθυνος για πολλά και δεν είχε καμία διάθεση να συμπεριφερθεί ευγενικά απέναντι του. Κρατούσε όλα τα αρνητικά συναισθήματα, ξέροντας ότι ποτέ δεν θα κατάφερνε να μιλήσει στον βιολογικό της πατέρα... Αποδείχτηκε τελικά ότι το ποτέ είναι σχετικό για κάθε περίπτωση.

"Στάθηκες τόσο λίγος. Την παράτησες σε αυτό το τέρας. Αναγκάστηκε με δώσει μακριά τον γιό της και μετά... Υποχρεωθήκαμε να υποστούμε την κακοποίηση εκείνου του κτήνους... Γιατί πολύ απλά δεν ήσουν δίπλα της!"

"Ζοζεφίνα, δεν είναι έτσι τα πράγματα! Είναι πολλά που γνωρίζεις και οφείλω να σου πω! Και σε εσένα και στον Κρις! Κόρη μου..."

"Όχι! Μην με αποκαλείς έτσι! Δεν είσαι πατέρας μου! Ο μπαμπάς μου πέθανε πριν από δεκατρία χρόνια!"

"Ζοζεφίνα, καταλαβαίνω πως νιώθεις–"

"Τίποτα δεν καταλαβαίνεις! Έχασα τα πάντα εξαιτίας σου! Η μητέρα μου σε λάτρευε! Σε αγαπούσε περισσότερο και από την ζωή της και εσύ... Εσύ την πρόδωσες! Την κατέστρεψες! Την αγάπησες άραγε ποτέ;!"

"Η μητέρα σου ήταν τα πάντα για εμένα. Την αγάπησα και την αγαπώ ακόμα. Αν μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω, θα άλλαζα τα πάντα... Οι πράξεις διαψεύδουν όσα λέω, αλλά είμαι ειλικρινής. Η μητέρα σου, θα είναι ο έρωτας της ζωής μου για όση ζωή μου έχει απομείνει. Αλλά έπρεπε να μείνω μακριά. Πρέπει να με πιστέψεις. Δεν σου ζητάω να με συγχωρέσεις. Δεν αξίζω την συγχώρεση σου, ούτε και του Κρις όταν μάθει. Πρέπει ωστόσο να ξέρετε... Σε παρακαλώ, σας χρειάζομαι στην ζωή μου. Χρειάζομαι τα παιδιά μου..."

Έκανε μερικά βήματα κοντά της και άγγιξε τα χέρια της τρυφερά, η Ζοζεφίνα όμως τινάχτηκε πίσω απότομα, διώχνοντας τον από κοντά της. Δεν ήθελε ούτε να τον βλέπει μπροστά της. Σε άλλη περίπτωση, αν είχε διατηρήσει την ψυχραιμία της, μπορεί και να γελούσε ειρωνικά. Μπορεί η όλη κατάσταση, να της φαινόταν αστεία... Μα κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Είχε χάσει την γη κάτω από τα πόδια της και ένα επιπλέον πρόβλημα προστέθηκε στο βουνό με αυτά που είχε να αντιμετωπίσει.

"Δεν λυπάμαι που αδυνατώ να σε πιστέψω. Ακόμα και για κάποιον σοβαρό λόγο έπρεπε να λείψεις στην αρχή, μπορούσες να μείνεις κοντά της όταν την άφησες έγκυο με εμένα. Δεν το έκανες. Αν ήσουν εκεί, δεν θα παντρευόταν τον αδερφό σου και ίσως να είχε γνωρίσει και τον Κρις. Θα... Θα ζούσε. Η μαμά μου θα ζούσε και τώρα, θα χαιρόταν με τις χαρές μου, όπως και εσύ. Τι γύρισες να κάνεις τώρα; Να γίνεις μέλος της οικογένειας μου και να σε φωνάζω μπαμπά; Δεν έκανες τίποτα, ώστε να κερδίσεις αυτόν τον ρόλο. Δεν μπορώ να σου απαγορεύσω να δεις τον Κρις... Αλλά με εμένα δεν θα αποκτήσεις καμία σχέση. Μείνε μου μακριά μου. Αρκετό έχεις κάνει"

"Ζοζεφίνα..." ψέλλισε, με βουρκωμένα μάτια.

Παρόλο που οι λέξεις τον πλήγωσαν, την κατανοούσε. Πράγματι, δεν είχε φανεί αντάξιος της αγάπης τους και έπρεπε να είχε προστατέψει την Ιουλιέτα του με πολύ διαφορετικό τρόπο. Αλλά τότε, θεώρησε πως έκανε το σωστό. Που να 'ξερε ότι οι αποφάσεις που πήρε, θα είχαν φοβερές συνέπειες μακροπρόθεσμα; Αν... Τα αν δεν ωφελούσαν σε τίποτα. Το μόνο που μπορούσε να κάνει, ήταν υπομονή και να επέμενε. Δεν θα τα παρατούσε τόσο εύκολα. Μετά από τόσα χρόνια μοναξιάς, επιτέλους είχε το δικαίωμα να διεκδικήσει πίσω την οικογένεια του. Κανείς δεν θα του το στερούσε αυτό ξανά.

"Αντίο... Ραφ"

Με αυτές τις κουβέντες, αποχωρώρησε από το νεκροταφείο και δεν τόλμησε να κοιτάξει πίσω. Είχε το κεφάλι ψηλά σε όλη την διαδρομή μέχρι το αμάξι. Μόλις βρέθηκε όμως στην θέση του οδηγού. Κατέρρευσε συναισθηματικά. Ξέσπασε έντονα, φωνάζοντας και χτυπώντας το τιμόνια.

"Γιατί σε εμένα γαμώτο;;;!!! Τι κακό έχω κάνει και σε ποιόν;;;!!!"

Ήθελε έστω και για λίγα λεπτά να ξεχάσει ό,τι προηγήθηκε. Υπέφερε τόσο πολύ. Αυτή η συνάντηση... Ήταν το κερασάκι στην τούρτα. Δεν θα άντεχε να το κρατήσει μέσα της και αυτό. Και εκείνη την στιγμή, μόνο σε ένα άτομο θα μπορούσε να τα πει όλα και μετά να βρει παρηγοριά στην αγκαλιά του... Το ερώτημα ήταν για πόσο;


























Γειά σας δελφινάκια μου🐬🐬🐬🐬🐬

Πώς είστε;

Κάιρο έχω να εμφανιστώ! Μου έλειψε το wattpad και εσείς φυσικά!

Επιτέλους τελείωσα με τις εξετάσεις! Βέβαια, ξεκινάω θερινά την επόμενη εβδομάδα, αλλά θα έχω σίγουρα περισσότερο χρόνο, ώστε να ασχοληθώ με τις ιστορίες μου🤩🤩🤩

Και έχω πολλές νέες ιδέες, τις οποίες ανυπομονώ να μοιραστώ μαζί σας🤓

Θα είναι σίγουρα ένα ενδιαφέρον και γεμάτο καλοκαίρι😎

Για πείτε μου λοιπόν, πώς σας φάνηκε το κεφάλαιο;

Η Ζοζεφίνα και ο Αλεξάντερ ήρθαν σε ρήξη για ένα πολύ σοβαρό ζήτημα... Και οι απόψεις τους απείχαν αρκετά!

Άραγε, θα συμφωνήσουν στο τέλος στο τι είναι καλύτερο για την Λούνα;

🤔🤔🤔

Και μετά... Έγινε αυτή η πολυπόθητη συνάντηση. Η Ζοζεφίνα γνώρισε τον πατέρα της από κοντά. Και αντέδρασε άσχημα...😞😞😞

Θα καταφέρουν να αναπτύξουν κάποια σχέση στο μέλλον; Ο Κρις πώς θα αντιδράσει από την πλευρά του;

Κανείς τους δεν έχει ακούσει την ιστορία του Ραφαέλο ακόμα... Θα γίνει όμως και αυτό. Και τότε καταλάβουν γιατί έκανε ό,τι έκανε😢

Αυτά από εμένα!

Μέχρι το επόμενο...

Peace❤️💛✌️

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top