Αλήθεια Ή Ψέματα
Πλευρά συγγραφέα-αναγνώστη
Το μπαρ στο κέντρο της πόλης, ένα στέκι που ο Αλεξάντερ πήγαινε κάποτε στα νιάτα του -τότε που ο έρωτας και η αγάπη ήταν δύο λέξεις άγνωστες για εκείνον-, ήταν υπερβολικά γεμάτο και η ατμόσφαιρα αποπνικτική, πράγμα παράξενο για Κυριακή βράδυ, αφού οι περισσότεροι που βρίσκονταν στον χώρο, έπρεπε την επόμενη μέρα να πάνε στην δουλειά τους, σε νηφάλια κατάσταση και να εκτελέσουν άψογα τα καθήκοντα τους.
Το συγκεκριμένο μπαρ, από τις παλιότερες εποχές, τότε που έκανε τα πρώτα του βήματα στην νυχτερινή διασκέδαση, ήταν πολύ γνωστό στην καλή κοινωνία του Λος Άντζελες και σε όσους είχαν την οικονομική άνεση να ζήσουν ωραία βράδια εκεί. Αυτό ίσχυε μέχρι και σήμερα. Αυτό, είχε ως αποτέλεσμα οι ιδιοκτήτες πάντα να εισπράττουν μεγάλα κέρδη. Πολύ περισσότερα από όσα υπολόγιζαν.
Χαλάλι λοιπόν τα έξοδα! Όσο έβλεπαν τους κατοίκους της αγαπημένης τους να γλεντάνε με την ψυχή τους, ήταν και εκείνοι ικανοποιημένοι! Και πράγματι, οι πολίτες ήξεραν πάντα πως να περνούν καλά. Άλλοι χόρευαν στον ρυθμό της μοντέρνας μουσικής μέχρι να μην αντέχει άλλο το σώμα τους, τραγουδώντας παράλληλα όλα τους στίχους που είχαν αγαπήσει από λατρεμένους καλλιτέχνες, ενώ άλλοι, έριχναν τον πόνο τους στο ποτό, ο καθένας για τους δικούς τους λόγους. Οι περισσότεροι εξαιτίας ενός κατεστραμένου επαγγελματικού πλάνου ή μίας ερωτικής απογοήτευσης. Αυτό το μπαρ παρέμενε η επιλογή του Αλεξάντερ μέχρι και τώρα.
Για τον ίδιο, πραγματική ήταν η δεύτερη αιτία... Γιατί έτσι αισθανόταν. Απογοητευμένος και θυμωμένος. Καθώς κατάπινε μονορούφι ένα ακόμα ποτήρι οινοπνευματώδους ποτού, δεν ένιωθε κανένα κάψιμο. Μετά από τόσες ώρες, το είχε συνηθίσει. Αναστέναξε βαθιά αφήνοντας το ποτήρι στον πάγκο και αφού ζήτησε από το παιδί στο μπαρ να του το γεμίσει ξανά -είχε χάσει πλέον το μέτρημα-, ακούμπησε τα χέρια του πάνω στην δρύινη επιφάνεια, αναλογιζόμενος την εφιαλτική και απαίσια για εκείνον μέρα.
Το πρωΐ θα μπορούσε να είχε καλύτερες εξελίξεις, μα γνώριζε πως ήταν ακόμα νωρίς για να ευελπιστεί σε κάτι. Θα του έπαιρνε καιρό, μέχρι να την κερδίσει ξανά. Αυτό όμως που ανακάλυψε αργότερα... Τον είχε τσακίσει. Ήταν σαν το χέρι κάποιου είχε διαπεράσει το σώμα και στον δρόμο για να βγει, τράβηξε απότομα και την καρδιά του, ξεριζώνοντας την. Πόσο μάλιστα, όταν αυτός ο κάποιος.. Είναι η αγαπημένη του Ζοζεφίνα.
Κάθε μέρα μακριά της, έμοιαζε με ένα βήμα πιο κοντά στον θάνατο. Μέχρι χθες, είχε να την φιλήσει, να την αγκαλιάσει, να την δική του με τον τρόπο που μόνο εκείνος ήξερε, τρία ολόκληρα χρόνια. Πόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, έτσι; Για εκείνον φάνταζαν τρεις αιώνες. Πέρα από την τηλεόραση και τα περιοδικά, δεν την έβλεπε πουθενά αλλού. Δεν ήξερε καν που ζούσε, ώσπου την ακολούθησε για να μάθει. Ήταν επόμενο να εξαφανιστεί από προσώπου γης το κοριτσάκι του, αφού ο ίδιος την είχε πληγώσει και της είχε πει τόσα ψέματα, για το τι έκανε πίσω από την πλάτη της... Μα την αγαπούσε βαθιά και αληθινά. Είχε πάρει όρκο για αυτό και δεν τον είχε καταπατήσει... Σε αντίθεση μάλλον με κάποιους άλλους.
Συλλογίστηκε όλα τα λάθη που έκανε εις βάρος της... Και ήταν αμέτρητα. Λόγω αυτών, εκείνη είχε πονέσει ψυχικά και σωματικά, μαζί με την Λούνα του. Ακόμα θυμόταν την τελευταία τους νύχτα μαζί. Ο Αλεξάντερ είχε πάει να την βρει, ώστε να την παρακαλέσει για μια δεύτερη ευκαιρία. Η Ζοζεφίνα αρνιόταν πεισματικά να τον ακούσει, αλλά στο τέλος υπέκυψε και κατέληξαν να κάνουν έρωτα μέχρι το πρωΐ... Για τελευταία φορά νόμιζε τότε. Δεν ήταν δίπλα του όταν ξύπνησε και λυπήθηκε πολύ. Μέσα του, είχε την πεποίθηση πως θα συναντηθούν ξανά και όντως συνέβη αυτό. Οι ελπίδες μέσα του αμαπτερώθηκαν... Παρόλα αυτά, τα πάντα κατέρρευσαν, όταν είδε την Ζοζεφίνα να παίζει με ένα ξανθό αγοράκι στις κούνιες, λίγες ώρες πριν.
Η υπομονή μετατράπηκε σε θυμό και η διάθεση του να διεκδικήσει και πάλι την γυναίκα που αγαπούσε, έγινε ξαφνικά επιθυμία να την πληγώσει. Να τις προκαλέσει όλα τα αρνητικά συναισθήματα που είχαν κατακλύσει τον ίδιο. Θα της τα συγχωρούσε όλα... Εκτός από την προδοσία. Και εκείνη αυτό έκανε. Τον πρόδωσε. Αθέτησε τις υποσχέσεις της και συνέχισε κανονικά την ζωή της, χωρίς να νοιαστεί για το τι απέγινε εκείνος...
Πως μπόρεσε να του το κάνει αυτό; Με ποιά δύναμη; Ποιός άντρας μπορούσε να της προσφέρει περισσότερα από όσα της είχε τάξει ο ίδιος; Ποιός άντρας κατάφερε να της δώσει της χαρίσει την χαρά της μητρότητας... Την οποία είχε στερηθεί κάποτε λόγω ενός τέρατος που κάποτε κατέστρεψε τα παιδικά της χρόνια; Ποιός άντρας... Ήταν ικανότερος να την κάνει ευτυχισμένη, ενώ αυτό μόνο της χάριζε μια φορά και έναν καιρό ότι πιο όμορφο για να θυμάται;
Είχε πιεί σίγουρα δύο μπουκάλια ουΐσκι, ίσως και λίγο παραπάνω. Ένα βάρος αβάσταχτο είχε κατακαθίσει στο στήθος του και από το πουθενά, οι αναμνήσεις ξεπήδησαν από τα βάθη του μυαλού του και ένα ρίγος διαπέρασε την ραχοκοκαλιά του. Η μορφή της, το καλλίγραμμο σώμα της, τα μεθυστικά μάτια της και όλα τα χαρακτηριστικά που την έκαναν μοναδική, εισέβαλαν στο μυαλό του... Μετάνιωσε. Μετάνιωσε για τις δόλιες σκέψεις του και την εκδικητικότητα που τον τον κατέβαλε. Κορόιδευε τον εαυτό του, που πίστεψε ότι μπορεί να την μισήσει. Ποτέ δεν έπαψε να την αγαπάει και ας είχαν χωρίσει. Δεν ήξερε για εκείνη, αλλά αυτός δεν άγγιξε άλλη γυναίκα. Εξάλλου, καμία άλλη δεν ήταν σαν και αυτή, που με τόσο πόθο είχε ερωτευτεί.
Όμως παρέμενε θυμωμένος... Και είχε έρθει η ώρα, να ξεκαθαρίσουν τους λογαριασμούς τους. Δεν θα το άφηνε να περάσει έτσι.
[...]
"Μαμά... Γιατί δεν έχω μπαμπά;" ρώτησε την μαμά του ο μικρός Έντγκαρ, με τις λίγες λέξεις που γνώριζε, με μια δόση νύστας στον τόνο του και το ύφος της σοβάρεψε απότομα, καθώς τον άφηνε απαλά στο κρεβατάκι του. Ταυτόχρονα, η δυνατή βροχή έξω μαστίγωνε τα τζάμια ασταμάτητα, κάτι που για έναν ανεξήγητο λόγο, βοηθούσε πάντα τον Έντγκαρ να κοιμηθεί.
Για δεύτερη φορά μέσα σε μια εβδομάδα, ο γιόκας της ανέφερε την λέξη αυτή. Αναρωτιόταν μήπως του είχαν πει κάτι τα υπόλοιπα παιδιά στον παιδικό σταθμό. Μεγάλωνε ο Έντγκαρ... Πολύ σύντομα, θα έκανε περισσότερες ερωτήσεις στην μητέρα του. Θα έκανε απόπειρες για να τον βρει κιόλας... Και τότε η Ζοζεφίνα δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα για να το αποτρέψει. Ίσως έπρεπε να αρχίσει να του λέει κάποια πράγματα. Τώρα που ήταν μικρός. Μόνο με την αλήθεια, θα έχτιζαν μια σχέση εμπιστοσύνης.
Πήρε την μπλε κουβέρτα στα χέρια της και σκέπασε το παιδί της. Ο Έντγκαρ της χαμογέλασε και σήκωσε τα χεράκια του, παρακαλώντας την με το βλέμμα του να σκύψει, για να μπορέσει να πιάσει το πρόσωπο της. Η Ζοζεφίνα υπάκουσε σιωπηλά στην επιθυμία του γιού της και ένιωσε τα δάχτυλα του να πασπατεύουν το δέρμα του προσώπου της.
Η Ζοζεφίνα αγνόησε τους μικρούς πόνους που μπορεί να αισθανόταν και τον άφησε να παίξει λίγο ακόμα, προτού τον αφήσει να κλείσει τα μάτια του και να βυθιστεί στον κόσμο των δικών του, παιδικών ονείρων.
"Μωρό μου, θα σου πω κάτι και κράτησε το για πάντα μέσα στο μυαλό σου. Όλα τα παιδιά σε αυτόν τον πλανήτη, έχουν έναν πατέρα που τα αγαπάει πολύ και θα έκανε τα πάντα για αυτό"
"Και γιατί... Δεν είναι μαζί μου;" ρώτησε με παράπονο και έτριψε τα ματάκια του, που τόσο πολύ θύμιζαν τον πατέρα του... Η ίδια σοκολατί απόχρωση. Η Ζοζεφίνα μπορούσε να δει το πρόσωπο του Αλεξάντερ, στα μάτια του γιού της. Θα γινόταν ίδιος με εκείνον όταν θα μεγάλωνε.
"Για όλα υπάρχει η σωστή στιγμή. Μην ανησυχείς λατρεία μου. Θα έρθει κάποτε ο μπαμπάς σου. Και τότε... Θα δεις πόσο υπέροχα θα είναι. Καληνύχτα αγαπούλα μου" του ψιθύρισε και τον φίλησε απαλά στο μάγουλο, χαϊδεύοντας τον στα μαλάκια.
"Καληνύχτα μαμά... Και μπαμπά" η φωνούλα του ακούστηκε, καθώς έκλεινε σιγά σιγά την πόρτα, για να μην τον ενοχλήσει.
Κοκάλωσε για λίγο στην θέση της, πριν αρχίσει και πάλι να περπατάει προς την κουζίνα. Δεν της φάνηκε παράξενο. Μεγαλώνει. Σε λίγο καιρό, θα αρχίσει να τον αναζητάει. Έπρεπε να ξεκινήσει να σκέφτεται τι θα του απαντούσε, όταν θα ερχόταν η ώρα για τέτοιου είδους συζητήσεις. Δεν θα έλεγε κακά λόγια για τον Αλεξάντερ στον Έντγκαρ, αυτό ήταν σίγουρο.
Από την άλλη μεριά όμως, ο φόβος δεν έπαυε να την στοιχειώνει λεπτό. Και μόνο η επίσκεψη του Αλεξάντερ το πρωΐ, μπορεί να ήταν η αρχή για κάτι άσχημο. Δεν ήξερε τι να κάνει και ο κλοιός γύρω της, στένευε μέρα με την μέρα. Ίσως έπρεπε να αναθεωρήσει κάποια πράγματα, ίσως και όχι. Δεν ήταν πλέον σίγουρη για τίποτα. Αλλά ήξερε πολύ καλά... Ότι θα έκανε τα πάντα για να προστατεύσει τον γιό της... Ακόμα κι αν έπρεπε να απαρνηθεί ανάγκες και επιθυμίες, όπως έκανε κάποτε με την Λούνα.
Αφού πήρε ένα ποτήρι με νερό, ετοιμάστηκε να επιστρέψει στην κρεβατοκάμαρα της, όταν άξαφνα, το αυτί άρχισε να λαμβάνει τους ήχους που δημιουργούσαν δυνατά χτυπήματα στην πόρτα. Το ποτήρι έπεσε από τα χέρια της, με αποτέλεσμα να σπάσει. Τρομαγμένη, άρπαξε το πρώτο βαρύ αντικείμενο που είδε μπροστά, αδιαφορώντας για τα γυαλιά που πάτησε καταλάθος. Κάποιος ήθελε να μπει στο σπίτι... Και την ίδια στιγμή, κοιμούνταν πάνω ή αδερφή της με την Έντγκαρ! Ο Μάρλεϊ αποκλείεται να είχε ακούσει, αφού όταν κουραζόταν πολύ, κοιμόταν με τις ώρες και δεν ξυπνούσε.
"Ζοζεφίνα άνοιξε που να πάρει! Θα σπάσω την πόρτα!" για μισό λεπτό... Αυτός ήταν ο Αλεξάντερ;!
Έξω από το σπίτι της;! Τι στο καλό έκανε εκεί;! Μέσα στην μαύρη νύχτα;! Και βασικά, πως στο καλό ήξερε πού έμενε;! Πέρα από την Άλις και την Μαργαρίτα, είχε καταφέρει να αποκρύψει την τοποθεσία της κατοικίας της, για να βρει μια μέρα απρόσκλητους επισκέπτες έξω από αυτήν! Πως ανακάλυψε ο Αλεξάντερ... Αυτό που δεν μπόρεσε κανένας άλλος;!
"Αλεξάντερ τι κάνεις εδώ;! Εξαφανίσου αυτήν την στιγμή!"
"Δεν φεύγω αν δεν μου ανοίξεις! Εγώ και εσύ έχουμε να πούμε πολλά και θα το κάνουμε εδώ και τώρα!" από τον τόνο του, κατάλαβε πως δεν ήταν και πολύ καλά... Καθόλου δηλαδή. Πέρασε μια υποψία από το μυαλό της, αλλά την έδιωξε.
Έβαλε τις σκέψεις της σε μια σειρά, για να δει τι θα κάνει... Δεν είχε άλλη επιλογή. Αν δεν άνοιγε, να ξυπνούσε όλο το σπίτι και δεν είχε κουράγιο να δίνει και στα παιδιά της εξηγήσεις. Θα του άνοιγε και θα τα ξεκαθάριζαν όλα... Ή έτσι τουλάχιστον πίστευε. Έπρεπε να γίνουν πολλά πρώτα, ώστε τα πάντα να μπουν στην θέση τους.
Ξεκλείδωσε την πόρτα, έβγαλε τους σύρτες και την τράβηξε προς τα πίσω. Αντίκρισε έναν Αλεξάντερ... Που δεν είχε ξαναδεί. Ούτε όταν ήταν σύντροφοι. Αρχικά, ήταν μούσκεμα από την κορυφή ως τα νύχια και η όψη του έδειχνε πολύ... Κουρασμένη. Το σώμα του έμοιαζε ταλαιπωρημένο. Οι μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια του, δήλωναν έντονα την εξάντληση του. Μα αυτό που της εξέπληξε περισσότερο... Ήταν η οργή που ξεχείλιζε από αυτά. Η έκφραση του είχε αγριέψει αρκετά και διέκρινε τον θυμό μέσα από τα χαρακτηριστικά του που είχαν ήδη σκληρύνει... Τι του είχε συμβεί;
Για να αποτρέψει τα χειρότερα, έκανε στην άκρη, αφήνοντας του χώρο και χωρίς να μιλήσει, του έγνεψε να περάσει. Εκείνος, απελευθέρωσε μια ανάσα και μπήκε μέσα στο σπίτι. Σε κάθε άλλη περίπτωση, θα αφιέρωνε λίγα λεπτά για να θαυμάσει την εντυπωσιακή διακόσμηση του σπιτιού, μα τώρα ήταν πολύ μεθυσμένος και ζαλισμένος για να το προσέξει.
Δεν ξέφυγε από την μύτη της Ζοζεφίνας η βαριά μυρωδιά του αλκοόλ. Αντιθέτως, εισχώρησε μέσα στα ρουθούνια της κατευθείαν -αφότου πέρασε από δίπλα της ο Αλεξάντερ-, και τις προκάλεσε μια αίσθηση αναγούλας. Κάλυψε το στόμα της, ώστε να την καταλαγιάσει, όσο ο Αλεξάντερ προσπαθούσε να διατηρήσει την ισορροπία του... Είχε μεθύσει. Και πολύ μάλιστα. Το προαίσθημα πως κάτι κακό θα συμβεί, την κατέκλυσε ξανά.
"Πες μου τώρα ήρεμα, χωρίς φωνές, τι δουλειά έχεις στο σπίτι μου τέτοια ώρα;" τον ρώτησε με ψυχραιμία στην φωνή της, ενώ παράλληλα αγωνιζόταν να μην παρασυρθεί από τα συναισθήματα της.
"Γιατί μου το έκανες αυτό βρε Ζοζεφίνα... Δώσαμε όρκο και εσύ τον πάτησες!" συνέχισε να λέει στον ίδιο τόνο και η Ζοζεφίνα τον πλησίασε, βάζοντας το χέρι της πάνω από το στόμα του, εμποδίζοντας τον να πει κάτι άλλο.
"Μην φωνάζεις σου είπα" είπε, πιο νευριασμένη από πριν και τότε ο Αλεξάντερ την άρπαξε από τον καρπό, κολλώντας την πάνω στον τοίχο και εγκλωβίζοντας την ανάμεσα στα χέρια του.
"Ποιός... Ποιός σε αγαπάει περισσότερο από ότι εγώ;! Ποιός σου κάνει ομορφότερο έρωτα από εμένα;! Αυτά τα όμορφα χέρια... Ποιός τόλμησε να τα φιλήσει εκτός από εμένα;! Τα μάτια σου τα χάρηκε κάποιος άλλος;! Απάντησε μου γαμώτο, τι έκανα τόσο λάθος, που να αξίζω κάτι τέτοιο;!" η επιμονή του, την έκανε ακόμα πιο έξαλλη!
Γιατί συμπεριφερόταν έτσι;! Και για ποιόν λόγο κρατούσε επιθετική στάση... Ειδικά απέναντι της.
"Σου είπα... Μίλα πιο σιγά μην σε στείλω στον αγύριστο και φύγε μακριά μου!" απαίτησε και βάζοντας όλη της την δύναμη, κατάφερε να τον σπρώξει από πάνω της.
"Γιατί; Φοβάσαι μήπως και ξυπνήσει ο χαριτωμένος γιόκας σου;"
Στο άκουσμα αυτής της ερώτησης, τα μάτια της Ζοζεφίνας γούρλωσαν και πισωπάτησε, σοκαρισμένη από την ερώτηση του.
Πως... Πως ήταν δυνατόν να ξέρει! Είχε κάνει τα πάντα -κυριολεκτικά τα πάντα- για να το κρύψει από τον κόσμο και κυρίως από αυτόν! Ήταν πρακτικά αδύνατον για τον οποιοδήποτε να ανακαλύψει, χωρίς να δώσει εκείνη στοιχεία, πόσο μάλλον ο Αλεξάντερ Σέργουντ! Τι είχε αλλάξει τώρα; Δεν έπρεπε να το ξέρει... Δεν έπρεπε να το μάθει γαμώτο! Τώρα πως θα μάζευε τα σπασμένα;! Με ποιόν τρόπο θα τον έπειθε πως έκανε αυτό που θεωρούσε καλύτερο τότε, κι ας μην ήταν. Παρόλα αυτά, ότι μένει για πολύ καιρό στο σκοτάδι, τελικά αναδύεται στο φως. Και εκείνη, δεν ήταν έτοιμη να απαντήσει στα ερωτήματα του και του δώσει τις απαραίτητες εξηγήσεις...
Είχε σκεφτεί πολλές φορές την μέρα που θα αναγκαζόταν να κοιτάξει κατάματα τις συνεπείες των πράξεων της. Πίστευε ότι θα ήταν έτοιμη να αντιμετωπίσει τα πάντα, χωρίς φόβο και αμφιβολία. Μπροστά όμως δε αυτό... Συνειδητοποιούσε πως δεν ήταν καθόλου έτοιμη. Πολύ βαθιά μέσα της, ένα κομμάτι μετάνιωνε που έστησε όλο αυτό το σχέδιο, κρύβοντας τον Έντγκαρ, μα επίσης ήξερε πως το έκανε για το καλό εκείνου και της Λούνας. Αν το είχε μάθει ο Αλεξάντερ, μπορεί να είχαν βρεθεί σε μεγάλο κίνδυνο... Και αυτό δεν θα το άντεχε ξανά.
"Γιατί ρε Ζόζι; Το ξέρω ότι με μισούσες, αλλά αυτό... Πως μπόρεσες; Νόμιζα... Με αγάπησες ποτέ σου;"
Τα βουρκωμένα μάτια του, την έκαναν να θέλει να τον κλείσει σφιχτά στην αγκαλιά της και να τον παρηγορήσει... Δεν έπρεπε να είχε κρατήσει ένα το σημαντικό μυστικό από εκείνον. Η λογική της τώρα, αυτό της έλεγε. Δεν είχε κακές προθέσεις ποτέ της... Μα όσο δίκιο είχε, άλλο τόσο άδικη ήταν επίσης.
"Αλεξάντερ..."
"Με αγάπησες ή όχι;" αυτή ήταν και η τελευταία ερώτηση που πρόλαβε να κάνει, προτού χάσει εντελώς την ισορροπία του και σωριαστεί πάνω στο χαλί.
Η Ζοζεφίνα έτρεξε από πάνω του, λέγοντας άπειρες φορές το όνομα του, με την ελπίδα πως θα ξυπνήσει. Ακούμπησε τα δάχτυλα του στον λαιμό του και όταν κατάλαβε πως είχε ακόμα σφυγμό, ξεφύσηξε από ανακούφιση. Όμως δεν αντιδρούσε σε όποια κίνηση κι αν έκανε. Σαν να είχε βυθιστεί σε έναν λίθαργο. Και μάλλον δεν θα επέστρεφε στην πραγματικότητα σήμερα.
Μη ξέροντας τι άλλο να κάνει, μετά από αρκετά λεπτά, κατάφερε να περάσει το ένα χέρι του στους ώμους της και να τον σηκώσει ξανά στα πόδια του. Έχοντας όλο το βάρος του πάνω στους ώμους της, ξεκίνησε να ανεβαίνει τα σκαλιά για τον πάνω όροφο, σταματώντας κάθε ένα λεπτό για να πάρει ανάσα. Ενώ της φάνηκε πως είχε αδυνατίσει, το δικό της σώμα της δυσκολευόταν αφάνταστα έστω και έτσι να τον μετακινήσει. Τα πόδια της, πονούσαν ήδη. Ούτε η ίδια γνώριζε πως βρήκε την δύναμη να τον πάρει στα χέρια της.
Έφτασαν έξω από το δωμάτιο του ξενώνα και ευτυχώς η πόρτα ήταν ανοιχτή. Μπήκαν μέσα και μη αντέχοντας άλλο, τον άφησε να πέσει στο κρεβάτι, λίγο πιο απότομα από όσο θα έπρεπε. Ύστερα, ανέβασε τα πόδια του πάνω στα σεντόνια και έβγαλε τα παπούτσια του, πετώντας τα κάτω. Πέτυχε να αφαιρέσει από το πάνω μέρος του σώματος του το σακάκι, χωρίς να τον ξυπνήσει. Τέλος, κατέβασε αργά και το παντελόνι, τοποθετώντας το στην καρέκλα δίπλα από το κομοδίνο. Αφού τον σκέπασε με την κουβέρτα, έκλεισα το παράθυρο, για να μην τον ενοχλήσει ο ήλιος το πρωΐ, μιας και είχαν πει στις ειδήσεις πως θα είχαν ηλιοφάνεια... Ο τέλειος τρόπος να έρθει μια νέα μέρα, έτσι δεν είναι;
"Ζοζεφίνα... Σε αγαπώ..." ψέλλισε ο Αλεξάντερ, καθώς κοιμόταν. Μάλλον οι εικόνες του παρελθόντος από στιγμές που είχαν ζήσει μαζί, τον επισκέπτονταν και στον ύπνο του.
Η Ζοζεφίνα τον κοίταξε πριν αποχωρήσει από το δωμάτιο και αυθόρμητα χαμογέλασε... Θυμήθηκε κάθε φορά που κοιμόταν πριν αυτήν και της άρεσε να κάθεται και να τον παρατηρεί, φιλώντας τον σε διάφορα σημεία του προσώπου του. Βέβαια, αν ο Αλεξάντερ είχε πραγματικά αποκοιμηθεί, δεν θα έψαχνε τρόπους για να... Ανταποδώσει την καλή πράξη της. Γενικά, κάθε νύχτα μαζί του, ήταν μαγευτική. Λες και είχε βγει από παραμύθι. Δεν βαρέθηκε ποτέ της, διότι περνούσαν καλά, με όποιον τρόπο. Το πιο σημαντικό όμως ήταν... Ότι μπορούσε να κουρνιάσει οποιαδήποτε στιγμή στην αγκαλιά του, ξέροντας πως δεν θα τον ενοχλούσε... Για πάντα ήταν εκεί για αυτήν.
"Και εγώ σε αγαπώ..." ψιθύρισε σιγανά και πριν γυρίσει στο δωμάτιο της, κατέβηκε ξανά κάτω, ώστε να μαζέψει το ποτήρι που έσπασε.
Δεν ήξερε πως της ήρθε να το ξεστομίσει αυτό... Ίσως λόγω συνήθειας, μια και κάθε φορά που έλεγαν αυτήν την λέξη, θα απαντούσαν επίσης με πολύ μεγάλη ευχαρίστηση. Ναι... Αυτό ήταν σίγουρα. Γιατί πως θα μπορούσε να τον αγαπάει ακόμα, μετά από όσα πέρασε εξαιτίας του; Το ότι μπορεί να έκανε λάθη στα χρόνια που επακολούθησαν, δεν αλλάζει το γεγονός του μαρτυρίου που την στοίχειωνε μέχρι και σήμερα. Αλλά θα έφευγαν οι εφιάλτες, όπως συνέβη και τότε. Με ποιόν τρόπο... Δεν είχε βρει.
Δεν ήξερε πόσο λάθος έκανε εκείνη την στιγμή, όπως και όλες τις προηγούμενες που απαγόρευσε στα συναισθήματα της να πάρουν τα ηνία του εαυτού της... Έτσι πληγωνόταν πιο πολύ και δεν έβλεπε καθαρά το προς τα που έδειχνε το βέλος της ευτυχίας της.
Μπορούσε όμως και κάποιος να την κατηγορήσει; Δεν είχε περάσει και λίγα στην ζωή της. Άτομα που αγαπούσε βαθιά, την είχαν προδώσει. Πρόσωπα που θεωρούσε η ίδια οικογένεια της, τώρα πια βρίσκονταν σε ένα άλλο μέρος, που πολλοί ονόμαζαν παράδεισο. Ευτυχισμένοι, χωρίς πόνο και όλα αγκάθια της ζωής να τους δημιουργούν τραύματα, τα οποία μπορεί να μην θεραπεύονταν ποτέ τους. Όλοι την είχαν πληγώσει. Ο θείος της που την κακοποιούσε μέχρι τα δέκα και αργότερα που εξαιτίας του έχασε το αγέννητο παιδί της, η Νατάσα που τόσα χρόνια ήταν σαν αδερφές, ξαφνικά της γύρισε την πλάτη και συμμάχησε με τον εχθρό, ο αδερφός που έψαξε και τελικά βρήκε, της είχε πει ψέματα, βάζοντας σε κίνδυνο εκείνη και πολύ παραπάνω την μικρή τους αδερφή... Μα κυρίως, την πόνεσαν τα πράγματα που έπραξε ο μεγάλος έρωτας της ζωής της εις βάρος της. Έστω και εν αγνοία του. Μπορεί το μυστικό που κράτησε να δημιουργούσε τώρα πανικό... Μα ήθελα μονάχα να προστατέψει το παιδί της.
Ο Αλεξάντερ βέβαια είχε ξεκόψει από όλα αυτά, αλλά η Ζοζεφίνα δεν το γνώριζε. Ο Έντγκαρ ήταν γιός του Αλεξάντερ, μα δεν θα το πίστευε τόσο εύκολα... Αλλά και πάλι, αυτό δεν ήταν προκαθορισμένο. Το μόνο σίγουρο, ήταν πως θα περνούσε κι άλλος χρόνος για να φτιάξουν όλα.
Η αλήθεια βρισκόταν κάπου στην μέση, και για τους δύο. Το ρολόι είχε ξεκινήσει να μετράει αντίστροφα και στο τέλος, που πλησίαζε επίσης, θα φαινόταν αν κάποιος έλεγε αλήθεια ή ψέματα.
Γειά σας όμορφα δελφινάκια🐬🐬🐬🐬🐬
Πως είστε; Ζήτε το καλοκαίρι;
Εγώ σήμερα έκανα το πρώτο μου μπάνιο και κανονίζω να πάω για πρώτη φορά στην θάλασσα με την παρέα μου, μόνες μας😄
Χαχα, ανυπομονώ!
Εσείς που θα πάτε διακοπές;
Θέλω τα νέα σας!
Τώρα...
Πως σας φάνηκε το κεφάλαιο;
Ο Αλεξάντερ δεν άντεξε μετά από αυτά που είδε... Και πήγε να ξεσπάσει, επαναφέροντας μια παλιά του συνήθεια😕
Δεν ξέρω αν αυτό θα τον βοηθήσει και πολύ στα μελλοντικά κεφάλαια, μιας και η κατάσταση του είναι σοβαρή😞
I guess that's up to me😉
Επισκέφτηκε την Ζοζεφίνα... Και είχαν μια έντονη συζήτηση😜
Εσείς ποιός πιστεύετε πως έχει δίκιο και γιατί;
Έχουν σημασία τα επιχειρήματα!
Επιπλέον...
Ετοιμαστείτε, γιατί στο κεφάλαιο που θα ανέβει σε λίγες μέρες... Θα έχουμε μεγάλο καυγά ανάμεσα στο Josander... Που μπορεί να φέρει κακά αποτελέσματα;
Δεν ξέρω, θα δείξει ανάλογα με την διάθεση μου🤷♀️😂
Και μπορεί... ΜΠΟΡΕΊ... Να υπάρξει και μια συνάντηση που νομίζω θα σας αρέσει😊
Μέχρι το επόμενο...
Peace❤️💛✌️
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top