Αίμα
Μεριά συγγραφέα-αναγνώστη
Άνοιξε τα μάτια της αναστατωμένη, εξαιτίας του εφιάλτη που κατάφερε να την βασανίσει στον ύπνο της. Μόνο όταν αντίκρισε τα κόκκινα μαλλιά κοντά στον στέρνο της, ένιωσε τους παλμούς της καρδιάς της να επιστρέφουν στο κανονικό τους.
Τύλιξε τα χέρια της γύρω από το σωματάκι της προσεκτικά και την έκλεισε στην αγκαλιά της, φιλώντας την απαλά στα μαλλιά. Και οι δύο έκαναν ανήσυχο ύπνο τις τελευταίες μέρες, αλλά αυτό που την ενδιέφερε περισσότερο, ήταν να προσέχει την Λούνα. Έπρεπε να κάνει οτιδήποτε χρειαζόταν, προκειμένου να αποκτήσει η μικρή της αδερφή όσες λιγότερες άσχημες αναμνήσεις από εκείνο το σκοτεινό και απαίσιο μέρος.
Έπρεπε να βρει έναν τρόπο να την πάρει μακριά. Ένα παιδί δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίζει μια τέτοια κατάσταση. Ήταν λάθος. Κρίμα και άδικο. Αν της συνέβαινε κάτι, δεν θα το συγχωρούσε ποτέ στον εαυτό της. Πάλευε όλη την ζωή, για να την προστατέψει από τις κακουχίες, τουλάχιστον μέχρι να έρθει η σωστή στιγμή. Δεν έπρεπε η Λούνα να γνωρίσει αυτήν την πλευρά του κόσμου, με τόσο άσχημο τρόπο. Όμως αυτήν την φορά, έπρεπε να σκεφτεί διπλά και τριπλά τις κινήσεις της. Δεν ήταν δύο πια, αλλά τρεις.
Ξεφύσηξε και άρχισε να συλλογίζεται τα όλα όσα είχαν συμβεί αυτόν τον καιρό. Πριν λίγες μέρες, βρισκόταν στην αγκαλιά του μελλοντικού συζύγου της και μαζί μετρούσαν τις μέρες για τον ερχομό του μωρού τους. Όλοι τους οι φίλοι στεκόντουσαν στο πλάι τους και χαιρόντουσαν με την χαρά. Ήταν... Ήταν η οικογένεια τους. Τα πάντα ήταν όμορφα και γαλήνια. Και ξαφνικά, από την μια στιγμή στην άλλη, τα πάντα γκρεμίστηκαν, σαν έναν πύργο από τραπουλόχαρτα. Δεν χρειάστηκε τίποτα άλλο, πέρα ένα απλό φύσημα για να καταστραφούν τα πάντα.
Έπρεπε όμως να συνεχίσει να έχει πίστη. Στην αστυνομία και στον Θεό. Όλα θα πήγαιναν καλά... Έπρεπε να πάνε καλά. Για το καλό όλων τους... Και κυρίως των δύο παιδιών που ήταν κοντά της.
Άφησε ένα δάκρυ να κυλήσει και έκλεισε τα μάτια της, στην προσπάθεια της να κοιμηθεί και πάλι. Η δύναμη και η ξεκούραση ήταν δύο πράγματα που θα ήταν της ήταν απαραίτητα τις επόμενες ώρες. Φανταζόταν ήδη την στιγμή που θα επέστρεφαν στην αγκαλιά των αγαπημένων τους προσώπων. Θα ερχόταν πράγματι αυτή η στιγμή.... Αλλά όχι έτσι όπως την φανταζόταν.
"Μμμ... Ζοζεφίνα; Όλα καλά;" ρώτησε η Λούνα την αδερφή της, χωρίς να ανοίξει τα ματάκια της, και η Ζοζεφίνα της χαμογέλασε.
"Μια χαρά μικρή μου. Όλα καλά. Δεν θέλω να ανησυχείς για τίποτα" της απάντησε σιγανά και η Λούνα έγνεψε θετικά, προσπαθώντας να κοιμηθεί ξανά.
'Θα κάνω τα πάντα για εσένα' σκέφτηκε από μέσα της και απελευθέρωσε μια ανάσα, η οποία ήταν συνδυασμός αγανάκτησης και φόβου. Για άλλη μια φορά... Έπρεπε να ζήσει όλους αυτούς τους εφιάλτες. Και είχε την αίσθηση πως τα πράγματα θα ήταν πολύ χειρότερα.
Τα δυνατά χτυπήματα στην πόρτα την έβγαλαν από τον κόσμο των σκέψεων της και ανάγκασαν την μικρή Λούνα να ξυπνήσει απότομα. Και οι δύο ανακάθισαν στο κρεβάτι, η Λούνα στην αγκαλιά της αδερφής της, και κοίταξαν προς τα εκεί. Την είδαν να ανοίξει και δύο ζευγάρια μάτια έπεσαν πάνω τους, τα οποία δεν δήλωναν κανένα συναίσθημα. Τις παρατηρούσαν από απόσταση και δεν μπορούσαν να μην σκέφτονται τα βρώμικα μυαλά τους τρόπους για να ικανοποιήσουν τις ορέξεις τους.
Από πίσω, τους ακολουθούσε ο Άρτσι, ο οποίος έκανε και ο ίδιος τις δικές του σκέψεις. Επιτέλους θα έπαιρνε εκδίκηση για όλα όσα είχαν συμβεί στο παρελθόν. Έχασε το πρόσωπο που αγαπούσε, εξαιτίας εκείνης της Ιουλιέτας και των παιδιών της. Η ζωή του άλλαξε ριζικά και προς το χειρότερο. Λίγος καιρός έμενε για να μπουν όλα στην θέση τους. Δεν είχε κανέναν ηθικό φραγμό για όσα θα συνέβαιναν στην πορεία. Τα άξιζαν όλα αυτά, όλον τον πόνο... Έτσι τον είχε μάθει να πιστεύει.
"Γειά σας κορίτσια. Βλέπω ξυπνήσατε... Ωραία. Ζοζεφίνα, εσύ θα έρθεις μαζί μας. Αγόρια, πάρτε την" τους διέταξε και εκείνοι κουνώντας καταφατικά τα κεφάλια τους, τις πλησίασαν.
"Όχι... Όχι δεν θα με χωρίσετε από την αδερφή μου!" φώναξε το κορίτσι και έσφιξε ακόμα περισσότερο τα χέρια της πάνω στο δέρμα της αδερφής της.
Οι άλλοι δύο, αγνοώντας το σκηνικό, της έπιασαν και άρχισαν να της χωρίζουν. Ο ένας άρπαξε της την μικρή από την μέση και την τράβαγε με την βία, μακριά από την ξανθιά γυναίκα, η οποία πάλευε με νύχια και με δόντια, για να μην αφήσει τα δάχτυλα της αδερφής της.
"Ζοζεφίνα! Ζοζεφίνα μην με αφήσεις μόνη μου! Αδερφούλα, σε παρακαλώ, μην τους αφήσεις να σε πάρουν!!!" τα δάκρυα δεν άργησαν να εμφανιστούν στα ματάκια του κοριτσιού και να κυλάνε σαν ορμητικό ποτάμι στα μάγουλα της.
"Λούνα, μην φοβάσαι!!! Δεν πρόκειται να επιτρέψω να σου κάνουν κακό!!!"
"Ζοζεφίνα! Δεν θα ξανακάνω καμία σκανταλιά! Μην μου την πάρετε!"
"Λούνα μου!!! Αδερφή μου!!! Αφήστε με!!!" έδωσε αγκωνιά στην κοιλιά του άντρα, αλλά για κακή της τύχη, δεν κατάφερε τίποτα. Και η ίδια βέβαια μέσα της γνώριζε πως δεν πέτυχε κάτι με αυτήν την κίνηση. Ήταν τόσο αυθόρμητο.
Αντιθέτως, τον εξόργισε περισσότερο, γιατί την έπιασε με δύναμη από το χέρι και άρχισε να την τραβάει προς την έξοδο. Ο άλλος πέταξε την Λούνα κάτω με δύναμη και έσκυψε από πάνω της, βγάζοντας μερικές κόκκινες τούφες μαλλιών από το πρόσωπο της. Η μικρή έτρεμε και δεν τολμούσε να κινηθεί. Ούτε μιλιά δεν έβγαζε, ώστε να διαμαρταρυθεί για τους πόνους στο σώμα της. Ήταν ακόμα χειρότερο από εκείνη την μέρα στο λεωφορείο...
"ΜΗΝ ΤΟΛΜΉΣΕΙΣ ΝΑ ΤΗΝ ΑΓΓΊΞΕΙΣ!!!" ούρλιαξε με όλη της την δύναμη και για αντίτιμο, της έριξαν ένα δυνατό χαστούκι στο μάγουλο της προκαλώντας της έντονο πόνο, αλλά αυτό ήταν το λιγότερο που την ένοιαζε.
"Δεν θα αγγίξετε το κορίτσι! Εντολές του αφεντικού! Εσύ μαζί μας! Μην σε δω κοντά της!" είπε ο Άρτσι με αυστηρό ύφος, απειλώντας τον ευθέως, κι ας μην κρατούσε στα χέρια του όπλο.
"Ζοζεφίνα... Ζοζεφίνα, μην με αφήνεις και εσύ μόνη μου..." ψέλλισε η Λούνα μέσα από τους λυγμούς της και μπορούσε να γευτεί το αίμα που έβγαινε με μεγάλη ταχύτητα από τα σχισμένα χείλη της.
Ήταν τόσο αδύναμη. Το κορμάκι της δεν άντεχε... Αν συνεχιζόταν αυτή η κατάσταση, θα κατέρρεε πολύ σύντομα... Και ήταν άδικο αυτό για ένα τόσο αθώο ναι καλοσυνάτο παιδί. Το μόνο σίγουρο πάντως, ήταν ότι όλα αυτά, θα ασκούσαν τεράστια επιρροή στην ψυχολογία και μπορεί στην συνέχεια... Στον γλυκό και υπέροχο χαρακτήρα της. Η αδερφή της κινδύνευε όμως τώρα και δεν μπορούσε να σκεφτεί τίποτα άλλο.
Τα χέρια της Ζοζεφίνας τώρα ήταν κλεισμένα στις παλάμες των άλλων δύο και την ανάγκαζαν να προχωρήσει. Εκείνη, με αργά γρήγορα βήματα υπάκουε, χωρίς να φέρνει αντιρρήσεις. Οποιαδήποτε κίνηση, μπορεί να αποβόταν μοιραία για το μωρό και την μικρή της αδερφή.
"Σου εγγυώμαι πως δεν θα αγγίξει κανείς από εμάς την Λούνα" άκουσε τον Άρτσι να της λέει και μην σκεπτόμενη τις συνέπειες εκείνα τα δευτερόλεπτα, τον έφτυσε στα μούτρα με το λίγο αίμα που είχε μείνει στα χείλη της.
"Να δώσεις αλλού τις ανούσιες υποσχέσεις σου!!! Πέφτεις σε τοίχο εδώ! Κτήνος! Θρασύδειλε!" του είπε, πιο οργισμένη από ποτέ και αφού δέχτηκε ένα σπρώξιμο, συνέχισε τον δρόμο της.
Ο Άρτσι την έβλεπε να βασανίζεται και δεν ένιωθε τίποτα μέσα του. Ήταν σαν ένα μεγάλο κομμάτι πάγου, σε μορφή ανθρώπου. Δεν χωρούσε τίποτα στην καρδιά του, πέρα από μίσος και αδιαφορία. Μπορούσε να έχει τον απόλυτο έλεγχο των συναισθημάτων του, αποτρέποντας τα από το να τον καταβάλουν. Είχε μάθει να το κάνει καλά, στο πλάι του Κρίστιαν όλα αυτά τα χρόνια. Αν ήταν τυχερός, μια μέρα θα αναλάμβανε και την αρχηγία της συμμορίας. Αυτό θα ήταν το τέλος... Αν και ακόμα εκείνο ήταν άγραφο.
Άνοιξαν μια άλλη πόρτα και την ανάγκασαν με το ζόρι να μπει μέσα, κλειδώνοντας την.
Η Ζοζεφίνα ξαφνικά, αισθάνθηκε πόνους να διεπερνάνε το κορμί της και τα γόνατα της ακούμπησαν στο κρύο, τσιμεντένιο πάτωμα. Οι παλάμες της έπιασαν την φουσκωμένη της κοιλίτσα και τα χείλη τη σχημάτισαν μια λεπτή γραμμή. Τα έσφιξε, στην προσπάθεια της να αντέξει αυτές τις εσωτερικές αναζωπυρώσεις. Τα δόντια της κροτάλιζαν μεταξύ τους, ώσπου κάποια στιγμή δάγκωσαν απότομα την γλώσσα και το αίμα βρέθηκε ξανά να ξεχειλίζει έξω από το στόμα της. Δεν την ένοιαζε όμως αυτό...
Δεν ήταν χειρότερος από αυτόν που έκανε το κορμί της να σπαρταράει. Το μόνο που την ένοιαζε, ήταν το μωράκι της. Δεν ήθελε να το χάσει... Δεν ήθελε να το χάσει γαμώτο. Δεν έπρεπε. Η Σιέννα είχε κάθε λόγο και δικαίωμα να έρθει σε αυτόν τον κόσμο. Αν δεν τα κατάφερνε... Η ίδια δεν θα συγχωρούσε ποτέ τον εαυτό της.
"Ζοζεφίνα! Χαίρομαι πολύ που ήρθες!"
Η φωνή του... Ήχησε σαν κάτι τρομακτικό και απαίσιο στα αυτιά της. Δεν ήθελε να τον βλέπει, αλλά ούτε και να τον ακούει. Όλες οι μνήμες και οι εφιάλτες που κατάφερε να διώξει από το μυαλό της αυτό το διάστημα, είχαν επιστρέψει για τα καλά και δεν έφευγαν. Εκείνος έφταιγε για όλα... Για τα πάντα! Μακάρι να μην είχε γεννηθεί ποτέ για να γνωρίσει εκείνον! Μακάρι να μην είχε μπει ποτέ σε εκείνο το καταραμένο αμάξι, εκείνη την ημέρα! Μακάρι να μην ήταν ο πατέρας της! Και κυρίως μακάρι... Να μην την πλήρωνε η μικρή της αδερφή για όσα συνέβαιναν.
"Λοιπόν, θα περάσω κατευθείαν στο θέμα μας. Θα σου δώσω δέκα δευτερόλεπτα και θα ανοίξω όλες τις εισόδους στο δωμάτιο, δίνοντας σου πρόσβαση σε κρυψώνες. Αν καταφέρεις να κρυφτείς για τουλάχιστον είκοσι... Τότε θα αφήσω την αδερφή σου ελεύθερη. Σε ένα από τα δωμάτια μικρή μου, υπάρχει και ένα γραφείο... Στο οποίο κρύβεται όλη η αλήθεια για τα μυστικά του αγαπημένου σου!" γέλασε τόσο δυνατά και χαιρέκακα, που την έκανε να αηδιάσει.
Αυτό ήταν το σχέδιο του λοιπόν από την αρχή... Ήθελε να παίξουν κρυφτό, ακριβώς όπως έκαναν πάντα. Εκείνη έπρεπε να κρυφτεί καλά ώστε να μην την βρει, αλλιώς θα χάραζε πάνω στο σώμα της γραμμές με την ζώνη του ή θα την χτυπούσε χωρίς έλεος. Μόνο που τώρα, η διαφορά ήταν πως υπήρχε μια πιθανότητα να σώσει την Λούνα. Τώρα, που ήταν ακόμη νωρίς. Δεν του είχε φυσικά καμία εμπιστοσύνη. Μα δεν είχε και άλλες επιλογές. Τι άλλο να έκανε; Να ρίσκαρε; Να έπαιρνε τον νόμο των πιθανοτήτων και να έπαιζε με αυτές; Όχι... Όχι όσο παιζόταν η ζωή της αδερφής της κορώνα γράμματα. Θα το έκανε... Ακόμα κι αν έπρεπε για άλλη μια φορά να υποστεί την οργή του και τα βασανιστήρια του, τα οποία ήταν φριχτά.
Μπροστά στα μάτια της, άνοιξαν οι υπόλοιπες πόρτες στον χώρο που δεν είχε προσέξει νωρίτερα, αποκαλύπτοντας διαδρομές. Τόσες πολλές... Μόνο μια όμως οδηγούσε στο σωστό μέρος. Έπρεπε να σώσει τις κόρες της και τον εαυτό της. Η ώρα που έπρεπε να αναμετρηθεί με τον πατέρα της για ακόμα μια φορά, είχε φτάσει. Μόνο που τώρα, δεν ήταν πια παιδί. Έπρεπε να φερθεί όσο πιο ψύχραιμη γινόταν... Ή όσο μπορούσε η ίδια.
Με κλειστά μάτια, διάλεξε μια κατεύθυνση και άρχισε να βαδίζει προς τα εκεί. Η φωνή του που μετρούσε αργά και βασαναστιστηκά μέχρι το ένα, την έκανε να επιταχύνει τα βήματα της.
"... Τρία... Δύο... Ένα... Ξεκινάμε!"
Τώρα πια σχεδόν έτρεχε. Ένας μακρύς διάδρομος απλωνόταν ευθεία μπροστά και εκείνη τον διέσχιζε με μεγάλη ταχύτητα. Κάποια στιγμή, της φάνηκε πως άκουγε τα βήματα του να πλησιάζουν και αύξησε τον ρυθμό της, αλλά συνειδητοποίησε πως ήταν δημιούργημα της φαντασίας της... Τουλάχιστον εκείνη την φορά.
Τι σήμαινε αυτό που την είπε πριν; Τα μυστικά του αγαπημένου της; Τον Αλεξάντερ εννοούσε στα σίγουρα. Αλλά εκείνος δεν είχε κρύψει ποτέ από αυτήν. Όπως εκείνος γνώριζε τα πάντα για την ίδια, η Ζοζεφίνα γνώριζε τα πάντα για αυτόν. Του το είχε ξεκαθαρίσει άλλωστε πως θα ήταν μαζί, μόνον αν είχαν ανοίξει όλα τους τα χαρτιά. Της είχε ορκιστεί πως το είχε κάνει αυτό. Ήταν απόλυτα ειλικρινής μαζί της και τον πίστεψε. Πίστεψε στην αγάπη τους και σε όλα τα άλλα που είχαν αναπτύξει ο ένας για τον άλλον. Δεν θα μπορούσε να υπάρχει κάτι άλλο...
Δεν θα το άντεχε να χάσει την εμπιστοσύνη της απέναντι και στο δικό του πρόσωπο. Ήταν το στήριγμα της, ο άνθρωπος της. Όλα όσα ήθελε, τα απέκτησε κοντά του. Δεν γινόταν όλα να γκρεμιστούν από την μια στιγμή στην άλλη. Όχι στην δική τους περίπτωση. Δεν ήταν εύκολο. Έπρεπε να συνεχίσει να έχει πίστη σε εκείνον και στα λόγια του. Είχε ανάγκη σε κάτι τέτοιο. Και στην τελική, εκείνος ήταν δίπλα της και της πρόσφερε τον κόσμο όλο. Λογικότερο ήταν να πιστέψει τον έρωτα της ζωής της και όχι έναν πατέρα που ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε για αυτήν και δεν έχανε ευκαιρία να της το δείξει.
"Ζοζεφίνα... Κοίτα να κρυφτείς καλά..." οι ψίθυροι του ήταν τόσο σιγανοί, και όμως μπορούσαν να εισβάλουν μέσα στο μυαλό της. Τρομοκρατήθηκε ακόμα περισσότερο. Δεν είχε βρει ακόμα κάποιο μέρος για να κρυφτεί και ο χρόνος της λιγόστευε, μπορούσε να το καταλάβει.
Είχε αρχίσει να κουράζεται, όταν είδε καθαρά το τέλος του διαδρόμου. Και για καλή της τύχη, μια μεγάλη πόρτα βρισκόταν σε κάθε πλευρά του τοίχου.
Δεν το σκέφτηκε καθόλου. Άρπαξε στην πρώτη που έφτασε και κατέβασε το χερούλι, ανοίγοντας της. Ευτυχώς δεν ήταν κλειδωμένη, κάτι πολύ βολικό. Τώρα θα έβρισκε μια καλή κρυψώνα και θα έμενε όσο πιο ήσυχη γινόταν, ώσπου να τελειώσει όλο το παιχνίδι. Ούτε ανάσα δεν θα έπαιρνε, διότι ακόμα και αυτό αποτελούσε κίνδυνο να την ανακαλύψουν.
Γύρισε από την άλλη και τα μάτια της άρχισαν να επεξεργάζονται τον χώρο. Ήταν ένα φυσιολογικό δωμάτιο. Δεν υπήρχαν παράθυρα πουθενά και έτσι το φως προερχόταν από τρεις λάμπες στο ταβάνι. Δεν ήταν πολύ η λάμψη που έκπεμπαν, αλλά ήταν αρκετή για να μπορεί κάποιος να διακρίνει τι υπήρχε εκεί μέσα. Και προς μεγάλη της έκπληξη, τίποτα δεν γέμιζε το μέρος, παρά μόνο ένα μεγάλο γραφείο στο κέντρο του.
Το κοίταξε παραξενεμένη και τα λόγια που της είπε πριν από λίγο, βασάνιζαν ξανά το μυαλό της. Τα μυστικά του αγαπημένου σου... Δεν μπορεί να ήταν αλήθεια, μπλόφαρε. Σίγουρα και πίσω από τις άλλες πόρτες που είδε νωρίτερα, θα έβλεπε κάτι παρόμοιο.
Σαν να την κέρδισε η περιέργεια της, πλησίασε το έπιπλο και πέρασε τα δάχτυλα της πάνω από την ξύλινη επιφάνεια. Ήταν πεντακάθαρο. Κανένας κόκος σκόνης.
Έκανε μερικά βήματα προς την άλλη μεριά, για να βρεθεί κοντά σε μερικά συρτάρια και ντουλάπια... Ήταν σαν μια φωνή να της έλεγε να τα ανοίξει και να τα ψάξει όλα. Να μην αφήσει τίποτα σε χλωρό κλαρί. Την καλούσε... Από την άλλη, μέσα της μια άλλη φωνούλα, της έλεγε να μην το κάνει. Θα έπαιρνε έναν δρόμο χωρίς επιστροφή. Ένα άσχημο προαίσθημα την είχε κατακλύσει... Αλλά η αγωνία της ξεπερνούσε τα πάντα.
Τράβηξε το πρώτο πάνω πάνω, αποκαλύπτοντας έναν μπλε φάκελο. Ήταν το αγαπημένο χρώμα του Αλεξάντερ... Όχι, σίγουρα αυτό θα ήταν εντελώς τυχαίο.
Τον έπιασε στα χέρια της και χωρίς δεύτερη σκέψη τον άνοιξε, για να επιβεβαιώσει τις σκέψεις της. Όλα ήταν αλήθεια... Όλα είναι όπως τα γνώριζε. Δεν είχε λόγους να πιστεύει το αντίθετο... Δεν έπρεπε να αλλάξει αυτό σε καμία περίπτωση.
Πολλές φωτογραφίες... Φωτογραφίες της ίδιας και των σημαντικών για εκείνη προσώπων. Από καθημερινές βόλτες, εξωτερικές δουλειές της εταιρείας... Στιγμές που εκείνη και ο Αλεξάντερ είχαν κάνει κάποιες εξόδους μόνοι τους, τα μέρη που είχαν ταξιδέψει όλο το διάστημα, από τότε που έκαναν γνωστή την σχέση τους... Όλη της η ζωή τον τελευταίο ενάμιση χρόνο γενικά. Την παρακολουθούσε λοιπόν... Χωρίς η ίδια να το ξέρει, μάθαιναν συνέχεια τι έκανε στην ζωή της. Πόσο... Πόσο καιρό συνέβαινε αυτό;
Τον πέταξε κάτω και άνοιξε το ακριβώς από κάτω. Είδε ακόμα έναν φάκελο, σε μια πιο σκουρόχρωμη απόχρωση του μπλε. Τράβηξε και από αυτόν τα λαστιχάκια, αφού τον έπιασε, και το μόνο που αντίκρισε, ήταν ένα κομμάτι χαρτί. Βγάζοντας το έξω, κατάλαβε πως επρόκειτο για ένα έγγραφο σημαντικό. Γεμάτο σφραγίδες και υπογραφές.
"Πώληση... Παραλαβή... Πληρωμή..."
Όχι... Όχι ήταν αδύνατον! Δεν μπορούσε να συμβαίνει αυτό! Κάτι δεν είχε διαβάσει καλά! Περίεργα παιχνίδια του μυαλού! Τα μάτια της ήταν κουρασμένα και ταλαιπωρημένα, για αυτό δεν καταλάβαινε και πολλά! Τα γράμματα ήταν λάθος!
Έκανε την ίδια διαδικασία τουλάχιστον πέντε φορές... Ότι διάβασε, ότι μελέτησε τα επόμενα λεπτά... Έλεγαν ακριβώς τα ίδια με το πρώτο έγγραφο που βρήκε.
Το όνομα του Αλεξάντερ αναγραφόταν σε όλα. Σχεδόν σε όλες τις προτάσεις. Και στο τέλος της κάθε σελίδας, η υπογραφή του. Είχε μάθει απ' έξω τον γραφικό του χαρακτήρα, όπως και τα στοιχεία του. Θα τα αναγνώριζε παντού. Όλα αυτά ήταν δικά του... Αλλά για ποιό πράγμα; Τι εμπόριο έκανε πίσω από την πλάτη της; Όχι... Δεν είχαν μυστικά μεταξύ τους!
"Ο αγαπητός σου... Μου έφτιαξε τα καλύτερα όπλα που θα μπορούσα να έχω σε ολόκληρη την ζωή μου"
Γύρισε απότομα από την άλλη και τον είδε... Την κοιτούσε κατάματα, κρατώντας στα χέρια του μια ζώνη. Η στάση του δήλωνε θέση μάχης. Ήταν έτοιμος να της επιτεθεί, από στιγμή σε στιγμή. Χάιδευε απαλά το δέρμα πάνω σε αυτό το τόσο ωραίο και ξεχωριστό αξεσουάρ σε άλλες περιπτώσεις, που τώρα προκαλούσε πανικό και φόβο στην γυναίκα απέναντι του. Ήθελε να τρέξει μακριά του, αλλά ήταν αδύνατον. Να πάει που άλλωστε; Δεν είχε προλάβει να κρυφτεί.. Και τώρα θα πλήρωνε τις συνέπειες.
"Τι... Τι είπες;"
"Είσαι πιο ηλίθια από την μάνα σου! Ο άντρας σου κάνει εδώ και χρόνια παράνομο εμπόριο όπλων! Πριν καν σε γνωρίσει!"
Όχι... Όχι δεν ήταν αλήθεια! Δεν μπορεί να ήταν αλήθεια! Ήξερε τον άντρα που αγαπούσε! Ποιος ήταν και τι έκανε! Δεν ήθελε να χάσει αυτό που είχαν... Γαμώτο, δεν άντεχε άλλο τα μυστικά και τα ψέματα! Δεν μπορούσε να χάσει ξανά την εμπιστοσύνη της! Δεν μπορούσε να καταρρεύσει ξανά και να χάσει τα πάντα!
"Λες ψέματα!"
"Ψέματα; Εγώ για την ευτυχία του παιδιού μου δεν θα έλεγα ποτέ ψέματα..."
Άρχιζε να την πηγαίνει προς το μέρος της και εκείνη πισωπατούσε τρέμοντας, ενώ από το στόμα της έβγαιναν παρακλήσεις και λυγμοί. Δεν ήθελε να το ζήσει ξανά όλο αυτό! Θα χανόταν το κοριτσάκι της!
Δηλαδή... Ο Αλεξάντερ ήταν υπαίτιος για την κόλαση που ζούσε ξανά από την αρχή τώρα; Ο άντρας που της είχε προσφέρει τον κόσμο όλο και εκείνη του είχε χαρίσει τα πάντα... Ήταν υπεύθυνος για την δυστυχία της και τον πόνο της μικρής της αδερφής; Αν έχανε το μωράκι της... Θα ήταν δικό του το λάθος!
Όλος αυτός ο καιρός, ήταν ένα μεγάλο ψέμα! Και το χειρότερο;! Ρίσκαρε καθημερινά την ζωή της Λούνας στην αρχή και στην συνέχεια της Σιέννας τους! Επέμενε στα ψέματα του, χωρίς να νοιάζεται! Ήθελε μόνο τα λεφτά και τίποτα παραπάνω! Πως μπόρεσε να τους το κάνει αυτό;! Πως μπόρεσε να της το κάνει αυτό;!
"Αχ Ζοζεφίνα... Πόσο αφελής είσαι!"
Ξεκίνησε να την μαστιγώνει αλύπητα, χωρίς να δείχνει κανένα έλεος. Ξεσπούσε στην ουσία όλα τα αρνητικά του συναισθήματα, αλλά το διασκέδαζε κιόλας. Στα δικά της μάτια... Έβλεπε τα δύο πιο μισητά πρόσωπα της ζωής τους.
Η Ζοζεφίνα είχε πέσει μπρούμυτα στο έδαφος, για να προστατέψει της κοιλιά, μα ο πόνος ήταν αβάσταχτος. Το μεταλλικό κομμάτι της ζώνης είχε καταφέρει να σκίσει το ύφασμα του ρούχο και να φτάσει πάνω στο δέρμα της. Οι εξωτερικές πληγές που πάλευε να κλίσει όλα αυτά τα χρόνια, μαζί με τις εσωτερικές, άνοιγαν ξανά. Μπορούσε να αισθανθεί το αίμα να κυλάει πάνω στο σώμα της, και μάλιστα όχι σε μικρές ποσότητες. Τα δάκρυα έτρεχαν ξανά σαν ορμητικά ποτάμια από τα μάτια της και τίποτα δεν μπορούσε να κάνει το μυαλό της να ξεφύγει από εκείνη την στιγμή!
Ήταν θυμωμένη με όλα... Με τον πατέρα της, τον Άρτσι, την Νάταλι... Αλλά πιο πολύ με τον Αλεξάντερ. Ήταν ένας ψεύτης και υποκριτής. Τελικά ενδιαφερόταν περισσότερο για την δύναμη και την δόξα... Παρά για την αγάπη και την οικογενειακή θαλπωρή! Ήταν όντως αφελής, που άφησε τον εαυτό της από την πρώτη στιγμή να τον αγαπήσει! Νόμιζε πως τον ήξερε, αλλά στην ουσία δεν τον έμαθε ποτέ της!
"Γιατί... Γιατί μου τα κάνεις όλα αυτά;! Είμαι παιδί σου! Δεν σημαίνω τίποτα για εσένα;!" τον ρώτησε και εκείνος σταμάτησε για λίγο, ώστε να βρει τις ανάσες του.
"Αν ήσουν κόρη μου, θα είχες μεγαλώσει στα πούπουλα. Θα ήσουν αρχόντισσα. Αλλά η πουτάνα η μάνα σου, φρόντισε να σε κάνει ξανά με τον αδερφό μου! Δεν ήσουν ποτέ παιδί μου μικρή! Ήσουν πάντα μια προσωποποίηση τους! Σε μισώ όσο δεν έχω μισήσει! Και για αυτό..." την κλότσησε με δύναμη στην κοιλιά, κάνοντας την να πέσει κάτω.
"Εσύ και το μωρό σου θα πάρετε ότι σας αξίζει!"
Έριξε το τελευταίο μαστίγωμα πάνω στην κοιλιά, βάζοντας όλη του την δύναμη. Το κομμάτι από μέταλλο, που ήταν αιχμηρό, διαπέρασε το σημείο και η Ζοζεφίνα απελευθέρωσε μια κραυγή πόνου και θλίψης ταυτόχρονα.
"Ηλίθιο... Πόσα δεν ξέρεις για τους Ράινχαρτ τελικά... Αλλά θα τα μάθεις κάποτε..." της είπε και γέλασε.
Η Ζοζεφίνα, με όση δύναμη της είχε απομείνει, ύψωσε το κεφάλι της και κοίταξε προς τα πόδια της. Αίμα... Και τα δύο ήταν λουσμένα με αίμα! Το είχε χάσει! Το μωρό της! Η Σιέννα της τώρα πια ήταν απλώς ένα κομμάτι από το παρελθόν, το οποίο άφηνε τεράστιο κενό μέσα της! Τα πάντα χάθηκαν... Η Σιέννα της τώρα ταξίδευε για ένα καλύτερο μέρος, στο οποίο θα λάμβανε την αγάπη που της άξιζε. Όμως εκείνη δυστυχώς δεν μπορούσε να την ακολουθήσει. Έπρεπε να μείνει εκεί να παλέψει για να ζήσει, γιατί όλοι την είχε προδώσει. Οι φίλοι της, η οικογένεια της... Ο έρωτας της ζωής της, που κάποτε πίστευε βαθιά σε αυτούς... Τώρα όλα είχαν καταρρεύσει μια για πάντα. Αυτές ήταν και οι τελευταίες σκέψεις της, προτού χάσει τις αισθήσεις της.
Γειά σας δελφινάκια μου🐬🐬😭🐬🐬
Δεν νομίζω πως πρέπει να ρωτήσω κάτι ή να εκφράσω κάποια άποψη...
Θα είδατε όλα από μόνοι σας😖😖😖
Λυπάμαι πολύ!
Μέχρι το επόμενο...
Peace❤️💛✌️
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top