Κεφάλαιο 28°
Και λάλησε η μοίρα και έγραψε το ριζικό....
Ολόκληρο το χωριό μύριζε λιβάνι και η πένθιμη αύρα του, δεν άφηνε κανένα να ηρεμήσει. Το άψυχο κορμί της βρέθηκε στην εξώπορτα του σπιτιού της από το μανάβη τις πρώτες πρωινές ώρες. Το κεφάλι της ήταν άγρια χτυπημένο και σε τούτο το φονικό δεν υπήρχε αμφιβολία ατυχήματος. Κάποιος τη σκότωσε και αυτός ο κάποιος περπατούσε ανάμεσα τους.
Δεν ήταν ξακουστή στο χωριό ούτε ιδιαίτερα αγαπητή από όλους αλλά κανένας δε την ενοχλούσε και αυτό σόκαρε παραπάνω τη τοπική κοινωνία.
Η αστυνομία, ή ότι είχανε στο χωριό με τούτο το προσωνύμιο, υποσχέθηκε στο δήμαρχο πως θα κάνει τα πάντα για να βρει τον ένοχο και μάλιστα κάλεσαν και όλο το χωριό σε συμβούλιο το απόγευμα στη κεντρική πλατεία. Η απόφαση να μην βγει παραεξω το συμβάν και να το αντιμετωπίσουν εκ των έσω δεν ήταν κάτι που προξένησε έκπληξη σε κανένα. Σπάνια επέτρεπαν άλλωστε τη κεντρική διοίκηση των Χανίων να εισχωρήσει στα άδυτα εκείνου του τόπου.
"Καλύτερα να μείνετε εδώ. Δεν πρόλαβες να τη γνωρίσεις κι όλας. Όχι πως θα την ξεπροβοδισει πλήθος κόσμου αλλά και πάλι, είναι φρονιμοτερο να μείνετε εδώ" η Αναστασία σηκώθηκε για να φύγει ενώ τόσο η Αρετή όσο και η Κλάρα που ήταν από νωρίς στο αρχοντικό, συμφώνησαν.
"Θα σε πετάξω εγώ" ο Σήφης μπήκε στη κουζίνα και εκείνη δεν έφερε αντίδραση. "Πάω να βάλω μπρος το αμάξι"
"Όλα εντάξει Αναστασία;" η Νανά της έριξε ένα βλέμμα και εκείνη ανασηκωσε αδιάφορα τους ώμους
"Το κατά δύναμιν"
"Βλέπω με το Σήφη τα πάτε αρκετά καλά. Σε βοηθάει συνεχώς..." πέταξε τη βολή της χωρίς ενδοιασμούς
"Μη λες ανοησίες Νανά!" πήρε θέση η Λενιώ "Μικρό κορίτσι σαν τα κρύα τα νερά! Μην υπονοεις σε παρακαλώ ανοησίες! Τόσα αγόρια στην ηλικία της υπάρχουν! Άντρες σαν το Σήφη και τον Ορέστη είναι για αυτές σαν πατέρας!" Το καρφί της Λενιώς βρήκε καλύτερο στόχο και η Αρετή ξεροβηξε και σηκώθηκε
"Εμάς μας συγχωρείτε ... Έχουμε δρόμο για το κτήμα και εκτός αυτού,θέλω να δείξω στη Κλάρα λιγάκι και το δάσος"
Αποκρίθηκε δίχως να πολυκοιταζει τη μάνα της
"Να προσέχετε! Το μεσημέρι τι θα φάτε; Δε γίνεται να περνάτε τη μέρα σας εκεί! Ελάτε εδώ ,, έχει χώρο"
"Δεν είναι ανάγκη μαμά. Μια χαρά είμαστε. Έχει ο Γιώργης φέτα στο ψυγείο , έχει και πατάτες και κατσαρολάκι... Κάτι θα κάνουμε"
"Άσε τα κορίτσια μωρέ Λενιώ!" Τη μάλωσε η Νανά "Μεγάλες γυναίκες είναι! Αυτό που εσύ βλέπεις κοριτσάκι εγώ το βλέπω σαν γυναίκα. Σωστά καλές μου;" η μπηχτη της βρήκε στόχο και η Λενιώ ξυνισε αμέσως "Στην ηλικία τους εσύ είχες και παιδί! Όλο βλακείες είστε σήμερα! Δε μπορώ τα χαζά στερεότυπα σε παρακαλώ! Ο Μάρκος πόσο ήταν; Δέκα χρόνια στο κεφάλι σου έριχνε!"
"Μη συγκρίνεις Νανά! Αλλά ήταν εκείνα τα χρόνια!"
Η Νανά κούνησε το κεφάλι πάνω κάτω και αναστεναξε "Ο έρωτας χρόνια δε κοίτα...." ψέλλισε ρίχνοντας μια πλαγιά μάτια στην Αρετή μα η δυνατή κόρνα του Σήφη έσπασε τη τεταμένη ατμόσφαιρα
"Εμένα να με συγχωρείτε. Πρέπει να πάω στη κηδεία της Νικολέττας...Θα έρθω στο αποστακτήριο να σας βρω μετά" η Αναστασία χαιρέτησε και βγήκε
"Και εμείς θα ξεκινήσουμε σιγά σιγά.." η Αρετή σηκώθηκε με τη σειρά της "Πάμε να παρουμε δύο πράγματα από πάνω και φεύγουμε" η Κλάρα την ακολούθησε προς τα έξω και σαν έμειναν μόνες η Νανά αγριοκοίταξε τη Λενιώ ως το τέρμα
"Ένα μήνα τώρα η συμπεριφοράς σου σε κάθε τομέα είναι απαράδεκτη!"
"Τώρα θες να με εκνευρίσεις; Τι εκανα;!"
"Ξέρεις πολύ καλά! Όπως και να έχει σε μια βδομάδα επιστρέφω πίσω! Δε θα τα αφήσω όμως όλα μπαχαλο! Προς ενημέρωση σου σκέφτομαι να προτείνω και στην Αρετή αν θέλει να έρθει για λίγο μαζί μου στο Ρέθυμνο..." Η Λενιώ εξακολούθησε να πλένει τα πιάτα χωρίς να γυρίσει και η Νανά τη πλησίασε από πίσω "Κατανοώ πως χωρίς αντίζηλο, δεν βγαίνει και άσχημος χαρακτήρας αλλά μη ξεχνας ποιον έχεις απέναντι σου..." Τη προειδοποίησε χωρίς άσχημο τόνο και έφυγε και εκείνη απογοητευμένη...
********
"Θα σε γαμησω ρε! Φύγει μακριά της!" Ο Ζήσης με ένα άγριο ξέσπασμα γραπωσε τον Κυριάκο και με όση δύναμη είχε τον τράβηξε και τον έσπρωξε
"Είσαι ηλίθιος ρε;!"
"Ζήση τι κάνεις;!" Η Στρατούλα η οποία έκλαιγε ακόμα, μπήκε ανάμεσα τους χωρίς δεύτερη σκέψη
"Τι δουλειά είχαν τα χέρια του πάνω σου;! ΛΕΓΕ!" Απαίτησε έξαλλος
"Μη της φωνάζεις ρε!" Ο Ζήσης ανέκτησε εκ νέου τον εαυτό του μα η Στρατούλα τον άφησε να διαπληκτιστει παραπάνω
"Σταματήστε!!" Τσιριξε κλαίγοντας "Μια αγκαλιά με πήρε! Δεν έγινε τίποτα!"
"Αν σε ξαναδώ να την ακουμπάς θα σε σκοτώσω!" Ο Ζήσης επέμεινε στη απειλή κοιτώντας τον κατάματα "Το κατάλαβες; Μείνε μακρια από την αδερφή μου!" δύο μέρες είχαν να τον δουν. Από το θάνατο της Αθηνάς. Ο Ζήσης ήταν ένα κουρέλι και αυτό φαινόταν προς τα έξω
"Τι συμβαίνει εδώ;" Η βροντερή φωνή του Διονύση και η όψη του να περπατάει με τις πατερίτσες σιγά σιγά προς το μέρος τους, έκοψε κάθε διάλογο μονομιάς. Από τη κηδεία της Αθηνάς το πόδι του χειροτέρεψε και το πέσιμο που είχε λίγες μέρες πριν, δεν έλεγε να γιανει.
"Τίποτα μπαμπά... Ο Ζήσης! Αυτός και η τρέλα του! Αυτό έγινε!" η Στρατούλα τους προσπέρασε βάζοντας ακόμα περισσότερο τα κλάματα και μόλις έμειναν οι τρεις τους στράφηκε αμέσως στο Ζήση
"Είναι δυνατόν να μαλώνετε ολόκληροι άντρες;!"
"Με όλο το σεβασμό, άφησε με να κρίνω καλύτερα!" Ο Ζήσης δεν κάθισε για κουβέντα. Έδωσε μια σπρωξια τον Κυριάκο και βγαίνοντας από την αυλή, μπήκε στο αμάξι σαν τρελός και πάτησε τέρμα τα γκάζια σηκώνοντας κύματα σκόνης από πίσω
"Μάζεψε το γιο σου..."
Ο Διονύσης γέλασε μόλις τον άκουσε. Κατέβηκε σιγά σιγά κάτω. Προχώρησε προς το Κυριάκο και τον κοίταξε καλά καλά από πάνω μέχρι κάτω
"Αγαπούσα πολύ τον πατέρα σου..." ξεκίνησε να λέει ήρεμος "Μα αν σε δω ξανά κοντά στη κόρη μου με οποιονδήποτε τρόπο, θα με δεις όπως ποτέ άλλοτε..." τον απείλησε χαμογελαστός και έσκυψε κοντά στο αυτί του "Πίστεψέ με αυτός ο ήσυχος και πράος άνθρωπος δεν θέλεις να μάθεις τι είναι ικανός να κανει... Πηδηξες τη γυναίκα μου αλλά αν δω τα χέρια σου ξανά πάνω στο κοριτσάκι μου, να είσαι βέβαιος πως θα βρεθείς στα γουρούνια το επόμενο κιόλας λεπτό" είπε δίχως αναστολές και κάνοντας ένα βήμα πίσω, χαμογέλασε ακόμα πιο πλατιά , του χάρισε ένα χτύπημα στη πλάτη και επέστρεψε στο εσωτερικό του σπιτιού ξανά αφήνοντας τον παγωμένο και έκπληκτο να τον κοιτάζει να απομακρύνεται.
"Τι ήταν όλο αυτό;" Ο Παυλής τον συνάντησε στο σαλόνι και ο Διονύσης σοβαρεψε αμέσως
"Τίποτα που να σε αφορά" δεν ήθελε να του αφήσει περιθώρια κουβέντας και αυτό φάνηκε "Πως και νηφάλιος;"
"Διονύση κοφτο!"
"Λιώμα ήρθες στη κηδεία της αδερφής σου!"
"Και τι ήθελες να κάνω; Να προγραμμάτιζα μια μέρα πριν να μη πιω;! Έχω τα προβλήματα μου!"
"Δεν με ενδιαφέρουν τα προβλήματα σου. Με ενδιαφέρει να μην επηρεάζουν το περίγυρο και να μη θέσουν σε κίνδυνο τα παιδιά μου! Ελπίζω να έγινα κατανοητός!"
"Νωρίς θυμήθηκες να αναλάβεις τα ηνία αυτού του σπιτιού!"
"Το ότι έκανα πίσω χρόνια τώρα, το έκανα από επιλογή! Πάντα ο λόγος μου όμως είχε βάρος και η Αθηνά το σεβόταν! Πρόσεχε πως εκφράζεσαι Παυλή! Δε θα ανεχτώ στο σπίτι μου άλλο δηλητήριο από κανένα!"
"Σε βόλεψε ο θάνατος της έτσι;"
"Τι είναι αυτά που λες;!" Απόρησε εκνευρισμένος
"Ξέρεις πολύ καλά τι λέω! Μια γαμωπαρεα ήμασταν όλοι τότε στα χωράφια! Νομίζεις δε ξέρω πως η Νανά είναι εδώ; Αλλά δεν είναι η ίδια Διονύση... Αν πιστεύεις πως θα φτιάξεις επιτέλους τη ζωή σου είσαι γελασμενος! Τούτος ο τόπος από παιδιά μας καταδικάζει στην αμαρτία και το πόνο! Τώρα στα γεράματα δεν υπάρχει σωτηρία για κανένα!"
"Σε λυπάμαι... Όχι για αυτά που πιστεύεις και λες αλλά γιατί πραγματικά με αυτά τα μυαλά και να μπορούσες δε θα εφτιαχνες ποτέ τη ζωή σου ξανά... Ετσουξε που έδωσαν το Λενιώ στο Μάρκο έτσι; Άφησες τον ανδρισμό σου να χαθεί και τη παρεδωσες ψυχή και σώμα σε εκείνο το άθλιο υποκείμενο! Σε έναν αλήτη που κακοποιούσε κάθε θηλυκό στο διάβα του!"
"Πάψε! Δεν έχεις ιδέα τι έγινε τότε!"
"Είδες πόσο πονάει; Για αυτό σε λυπάμαι... Όσο για το αν έχω ιδέα η όχι, άσε με να ξέρω καλύτερα..." Ο Διονύσης τον προσπέρασε μα πριν μπει στη κουζίνα σταμάτησε "Μερικές φορές η σιωπή ενός ανθρώπου κρύβει μέσα της όλη την αλήθεια του κόσμου. Να το θυμασαι..."
*******
"Πως και βγήκες από το καβούκι σου;" ο Γιώργης μόλις έκλεισε το ψυγείο και έχοντας μια μπύρα στα χέρια κάθισε στο τραπέζι και τη κοίταξε. Ώρα την έβλεπε που περπατούσε διστακτικά και σταματαγε κάθε τόσο ώσπου να φτάσει
"Η Αρετή αποκοιμήθηκε... Ήθελα απλά λίγο... Λίγο καθαρό αέρα"
"Διακρίνω δισταγμό στη φωνή σου; Που πήγε ο τσαμπουκας;" Η Κλάρα τράβηξε μια καρέκλα και κάθισε απέναντι του
"Δεν ήρθα να μαλώσουμε! Κόψε το υφακι!" έδειξε τα δόντια της
"Ααα... Ωραια! Και έλεγα πότε θα δείξει τα νύχια της..."
"Γιώργη μπορείς να γίνεις για λίγο σοβαρός; Ανησυχώ!"
"Για ποιο πράγμα ακριβώς;" ρώτησε αδιάφορα
"Θέλω να πάρω την Αρετή μακριά από δω" Ο Γιώργης σοβαρεψε σαν την άκουσε "Δεν έχω καλό προαίσθημα! Ήρθα να την δω και μέσα σε τρεις μέρες έχετε δύο κηδείες, εκείνη είναι κουρέλι, η μαμά της τη πιέζει, ο..." Δίστασε να πει το όνομα του αν και η Αρετή δε της έκρυψε τίποτα
"Ξέρω" Τη διέκοψε για να τη βγαλει από τη δύσκολη θέση"Μα δεν είναι κάτι που περνάει από το δικό σου χέρι ούτε από το δικό μου. Μεγάλοι άνθρωποι είναι. Δε θα φέρει τη λύση το φευγιο..."
"Κι όμως όταν έφυγε από Αμερική γλίτωσε από του χάρου τα δόντια..."
"Ένας τραμπούκος δεν μπορεί να γίνει χάρος... Μόνο τσουτσεκι"
"Σε αυτό θα κολλήσουμε τώρα; Νιώθω πως κάτι κακο υπάρχει πάνω από το κεφάλι της. Είναι συνεχώς θλιμμένη! Η μητέρα της συνεχώς πετάει μπηχτες και..."
"Τι είδους δηλαδή;"
"Γενικά ρε Γιώργη..." Η Κλάρα έκανε μια παύση και αναστεναξε "Κοίτα, δε σας ξέρω καλά και ειλικρινά ευχαριστώ για τη φιλοξενία. Μα ξέρω καλά τη μοναδική φίλη που είχα ποτέ και πίστεψέ με είναι πληγωμένη. Δεν είναι παιδί Γιώργη. Μεγάλωσε αρκετά απότομα και πέρασε πολλά... Δε ξέρω τι εστί κακοποίηση για σένα αλλά είχε ορκιστεί στον εαυτό της να μη βάλει ποτέ ξανά άντρα στη ζωή της... Για να έβαλε και μάλιστα τόσο γρήγορα τα πράγματα είναι σοβαρά. Ήθελε πολύ να το ζήσει αλλά και η μητέρα της δε της άφησε περιθώρια με την εξομολόγηση της! Πως γίνεται να θέλεις κάποιον που δε σε θέλει και να μαυρίζεις τη ψυχή ..."
"Να θέλεις κάποιον;" τη διέκοψε σμίγοντας τα φρύδια του "Συμφωνία είχαν. Τι λες;" Η πλήρη άγνοια του Γιώργη για τα λεγόμενα της Λενιώς ήταν γεγονός και η Κλάρα δεν άργησε να το αντιληφθεί. Δεν ήξερε φυσικά αν έκανε γκάφα ή όχι αλλά τώρα ήταν σίγουρα αργά για να πάρει πίσω τα λόγια της "Αυτός είναι ο λόγος που έκανε πίσω; Ήξερα φυσικά πως η μάνα της τρέφει όντως κάποια αισθήματα και ειναι λογικό αλλά ύστερα από όσα έμαθα θεωρησα πως η βάση ήταν ανθρώπινη και όχι ερωτική..."
"Εμ..."
"Θα γλιτώσουμε πολλά αν μου μιλήσουν αυτά τα χειλάκια... Τι λες;" Ο Γιώργης σηκώθηκε. Έβαλε το μπουκάλι της μπίρας σε ένα κασονι και πήγε ως το ψυγείο "Κρασί, κασέρι και ηρεμία... Μόνοι είμαστε. Ο πατέρας μου θα έρθει σε καμία ώρα και θα βρέξει έξω... Έχεις πιει ποτέ Μπρούσκο κάτω από υπόστεγο ενώ βρέχει;" η Κλάρα του χαμογελασε και ο Γιώργης κόλλησε το βλέμμα στο στόμα της. Ήταν πολύ γλυκιά. Είχε μια ομορφιά που δεν είχε τίποτα πονηρό πάνω της. Έδειχνε μεν αντράκι αλλά χαμογελαστή ήταν σαν ένα ροζ γλυκό. Έτσι την παρομοίασε στα μάτια του. "Λοιπόν; Τι λες για λίγη κουβέντα και χαλάρωση; Ίσως κάποιες αλήθειες πρέπει να ειπωθούν από τα δικά μας χείλη, δε βρίσκεις;"
Κοκκινησε ολόκληρη σαν παντζάρι.
Δεν ήταν αβγαλτη φυσικά αλλά η Αρετή σε ένα πράγμα είχε απόλυτο δίκιο. Οι άντρες εκείνου του τόπου είχαν κάτι το επικίνδυνο πάνω τους...
Κάτι που σε έκανε να ξεχνάς το νεύρο του χαρακτήρα σου και να υποκύπτεις στη γοητεία τους. Ακόμα και ο Ορέστης στα μάτια της ήταν ένας άντρας βγαλμένος από βιβλίο και ήταν σε θέση να αντιληφθεί γιατί τον ερωτεύθηκε η Αρετή. "Ει... Μικρή..." Ο Γιώργης μίλησε και εκείνη εστίασε πάνω του "Αν δεν ακούσω το ναι, θα μείνω όλη μέρα μπροστά από ένα ψυγ..."
"Ναι..." τον σταμάτησε δαγκώνοντας το κάτω της χείλος και μη ξέροντας αν πράγματι έκανε τη σωστή επιλογή, έμεινε να τον κοιτάζει να ετοιμάζει τα πράγματα με τη καρδιά της τρελαμενη στα στήθη...
******
"Μα γιατί να μη πάω; Ξέρεις πόσες μέρες έχω να τη δω;"
"Μαριάνθη δε θα βγεις ακόμα δεν ήρθαμε! Ούτε με το αμάξι μπορώ να πάω! Πως θα περπατήσεις ως εκεί; Εκτός αυτού, δεν είδες τι έγινε με την Νικολέτα; Κάποιος την έφαγε και αυτός ο κάποιος κυκλοφορεί ελεύθερος! Τι θέλεις δηλαδή να πάθεις κάτι και να τρελαθώ; Σακάτης είμαι που να πάρει δεν μπορώ να σε υπερασπιστώ!!!"
"Μη φωνάζεις! Μου υποσχέθηκες!" η Μαριάνθη βουρκωσε αμέσως και ο Κωσταντής έβρισε μέσα από τα χείλη του
"Συγνώμη..." ζήτησε ρίχνοντας τα μούτρα του "Έχεις απόλυτο δίκιο. Δε μπορώ να σε κρατώ μαντρωμενη εδώ μέσα..."
"Κάναμε τεράστια πρόοδο με τις πατερίτσες. Ο γιατρός είπε πως θα σταθείς σύντομα στα πόδια σου... Σε ικετεύω μη μου μαυρίζεις τη καρδιά... Λίγο να πάω να τη δω και θα γυρίσω πίσω. Πέθανε η μάνα της... Η Νικολέτα... Έχει ανάγκη από κάποιον... Ξέρω πως ίσως έγιναν πολλά και ότι πάντα ήταν ξεροκέφαλη αλλά καταβαθος η Στρατούλα έχει καλή ψυχή... Απλα ήταν πάντοτε δύσκολο να βαζεις αλυσίδες και ορια στη καρδιά.." του εξήγησε "Εγώ έμαθα να αποβάλλω τη τοξικότητα αργά και έπρεπε να φτάσεις στο θάνατο για να καταλάβω... Εκείνη μεγάλωσε με αυτή και κυλάει στις φλέβες της. Αγάπησε και δεν αγαπήθηκε... Δε τη κατηγορώ που δε μου στάθηκε όταν της μίλησα για σένα γιατί γνωρίζω ότι ζήλεψε άθελά της. Δεν είναι εύκολο να κλείνεις τη καρδιά Κωσταντή γιατί στο επιβάλουν..." Εκείνος έμεινε σιωπηλός "Ξέρω πως ο Γιώργης δε την αγάπησε ποτέ σαν γυναίκα και της το έλεγα αλλά και πάλι, ήταν μεγαλωμένη με τόσο μίσος που και να ήθελε η ψυχή της μαύρισε... Νομίζω πως θα μας κάνει καλό και τις δύο λίγη παρέα..."
"Μπορείς απλά να προσέχεις;"
"Στο υπόσχομαι..."
Η Μαριάνθη τον φίλησε απαλά στο μέτωπο , χάιδεψε τα μαλλιά του και γονάτισε μπροστά του. Ο Κωσταντής ήταν καθισμένος στη καρεκλα και μόλις την είδε να γονατίζει, αμέσως έσπευσε να τη σηκώσει αλλά εκείνη παρέμεινε στα πόδια του "Δε ξέρω ποιος σου το έκανε αυτό, αλλά στην αγάπη μου στο ορκίζομαι ότι σκίστηκε η ψυχή μου... Ξέρω πως είναι ακόμα εκεί έξω. Μα θα είσαι εδω. Ζεις. Σύντομα θα σταθείς και πάλι ορθιος... Ζούμε μαζι. Έφυγα και απαρνήθηκα τη ζωή μου γιατί εσύ είσαι στην ουσία η ζωή..."
Ο Κωσταντής άθελά του, χαμογέλασε σφιγμένα "Θέλω να γίνω γυναίκα σου με καθε δόξα και τιμή!" συνέχισε και το χαμόγελο πάγωσε. Ο Κωσταντής άνοιξε διάπλατα τα μάτια και εκείνη γέλασε "Ακριβώς ρε μπουφε... Κάνω την αλλαγή στη ζωή και σε ζητάω σε γάμο!" του είπε μα εκείνος ήταν τόσο σοκαρισμενος που δε μπορούσε ούτε λέξη να αρθρώσει...
*******
"Δε θα αφήσω κανένα να πατήσει πάνω στο κόπο ετών!" βαρεσε τις γροθιές του στο γραφείο και κοίταξε ολόγυρα τους πιο έμπιστους άντρες του "Με την Αθήνα νεκρή ο Διονύσης θα καταστρέψει όλα όσα έχτισε! Ζούμε από δω μέσα! Ο Ζήσης ειναι στο κόσμο του, ο Παυλής είναι ένα ρεμαλι! Ποιος νομίζετε θα αναλάβει;" Ο Κυριάκος τους κοίταξε καλά καλά και εκείνοι κούνησαν τα κεφάλια "Δε ξέρω ποιος έκανε τι, αλλά ένα ξέρω ..." είπε σηκώνοντας το σφηνοποτηρο του και πίνοντας τη ρακή, το άφησε δυνατά κάτω "Οι Ραγιάδες ευθύνονται για όλα και δε θα αφήσω κανένα να απολαύσει τη ζωή του! Κανένα!!" φώναξε δυνατά "Ο Κωσταντής επέζησε αλλά ήταν απλά μια προειδοποίηση... Το πλήγμα θα έρθει από αλλού! Δεν έχει έλεος! Η φάρα τους θα μας καταστρέφει!"
"Κυριάκο αν μια στο εκατομμύριο ο Διονύσης αποφασίσει να κλείσει τελικά τα αποστακτήρια;"
"Κανένας δε θα πειράξει τίποτα! Κι αν τολμήσει, θα το πληρώσει! Η Αθηνά κόπιασε να φτάσουμε εδώ που φτάσαμε και δε θα παραδώσω τη δουλειά μας στα σκουπίδια για να ανέβουν οι Ραγιάδες!"
"Και τι θα κάνουμε;"
Ο Κυριάκος γέλασε και ξαναγεμισε το ποτήρι του "Θα φυτέψουμε παντού στοιχεία..."
"Δηλαδή;"
"Η Νικολέτα δολοφονήθηκε... Όλοι ξέρουμε πως ο ηλίθιος ο Ζήσης πηδιοταν μαζί της. Ευκαιρία να τον γλιτώσουμε αν και δεν αξίζει. Η Αθηνά έπεσε... Δε το πίστεψα στιγμή! Δύο γυναίκες νεκρές λοιπόν και ο δολοφόνος άφαντος! Είναι όμως; Η μήπως μπορούμε να τον υποδείξουμε εμείς;" οι άντρες τον κοιτούσαν περιμένοντας το τελικό του λογο ο οποίος φυσικά δεν άργησε "Μόνο με τον Σήφη εντός φυλακής μπορούμε να δράσουμε και να τους ξεπαστρεψουμε... Με αυτό το μειδίαμα της φύσης που σκότωσε το πατέρα μου χρόνια πριν... Ποιος μου λέει πως δε σκότωσε ξανά;"
Τα χείλη του έσφιξαν και το ύφος του σκοτείνιασε
"Ο Σήφης Ραγιάς, θα βρεθεί ένοχος για φόνο.... Πολύ σύντομα..." είπε σιγανα τις τελευταίες του λέξεις και δίνοντας διαταγή στους άντρες εκείνοι έφυγαν μονομιάς από το γραφείο.
Το έλεγε και το εννοούσε.
Δε θα άφηνε κανενα ούτε τον ίδιο το Διονύση να μπει εμπόδιο σε αυτό.
Χρόνια ολόκληρα καρτερουσε εκδίκηση για το θάνατο του πατέρα του και οι ευκαιρίες ήταν μπρος στα πόδια του.
Μόνος πια, άναψε ένα τσιγάρο, έβαλε το χέρι βαθιά μέσα στη τσέπη και βγάζοντας το, μέσα στη χούφτα του είχε μια χρυσή ματωμένη αλυσίδα...
Την κοίταξε, τράβηξε μια γερή τζούρα και εγυρε προς τα πίσω.
Δεν ήθελε να τη σκοτώσει...
Μα ούτε πρόλαβε και να την πιάσει...
Το ματωμένο κεφάλι της Αθήνας στο πλατυσκαλο ύστερα από το καυγά τους έσκασε προς στα μάτια του και σφίγγοντας δυνατά το κολιέ της στα χέρια, έκλεισε εντελώς τα μάτια...
Ήταν ατύχημα ...
Ακόμα και ο θάνατος της Νικολέτας ατύχημα ήταν... Σωστά; Δεν ήθελε να τη πληγώσει ούτε και εκείνη...
Απαντήσεις ήθελε που εκείνη απλά δεν έδινε...
Αν κάποιος ήταν ένοχος σίγουρα δεν ήταν αυτός...
Εκτός αυτού στα δικά του μάτια χρόνια τώρα μονάχα ένας ήταν ο εχθρός...
Μονάχα εκείνος ήταν ο υποκινητής...
Εκείνου το χέρι ήταν ματωμένο...
Ο εχθρός είχε όνομα. Σάρκα και οστά.
Ήταν πολλοί και όχι ένας...
Οι Ραγιάδες...
Σύντομα σαν ντόμινο όλοι θα έπεφταν κάτω...
🙄🙄🙄🙄
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top