Τιμωρία (part 5)

Οι μέρες πέρασαν...
Το ίδιο και οι μήνες.
Τωρα είναι πια καλοκαίρι, ενα ηλιόλουστο και ζεστό καλοκαίρι. Πλέων μπορώ να πω πως εμπιστεύομαι τον Λουκά λιγο...
Μου έδωσε σπίτι και ζεστό φαί...
Ενα μέρος που μπορώ έστω και προσωρινά να γυρίσω μετα από το καθήκον που πρέπει να κάνω...

Και τώρα το μονο που μπορώ να κάνω ειναι να περιμένω την τιμωρία...

(…)

"Ελπίδα ελα λίγο μέσα θέλω να σου πω... "
Με φωνάζει ο Λουκάς.
Η καρδιά μου ξαφνικά αρχίζει και χτυπάει δυνατά. Λες και θα σπάσει τον θώρακα μου.

"Ναι... "
Λεω με σιγανή φωνη.
Και σηκώνομαι απο το κούτσουρο που κάθομαι και τον ακολουθώ διασχίζοντας το καταπράσινο λιβάδι. Πηγαίνοντας προς το σπίτι..

"Ελπίδα αποφάσισα να παμε ενα ταξίδι σε μια βδομάδα. "

Μου λέει και ανοίγω έκπληκτη τα μάτια μου. Ποτέ μα ποτε δεν εχω πάει κάπου με κάποιον. Μόνο στην θνητή ζωή μου συνήθιζα να πηγαίνω μέχρι την κορφή ενος βουνού και να κάθομαι με τις ώρες και να σκέφτομαι.

Αλλα πλέων εφόσον εχω τα φτερά μου δεν το χρειάζομαι...

"Φυσικά... Οπότε θέλεις "
Του λέω με σιγανή φωνη.

Με κοιτάζει για λιγο έντονα και ξαφνικά σκύβει απότομα στο ύψος μου,και απλώνει το χέρι του στο πρόσωπο μου. Ξαφνιαζομαι και κάνω να απομακρυνθώ απο εκείνον. Με κοιτάει και απομακρύνει το χέρι του. Μου λέει με απόμακρο ύφος

"Μην φοβασαι δεν θα σου κάνω κακό. Απλός τα μάγουλά σου ειναι πολύ κόκκινα και ήθελα να δω μήπως έχεις πυρετό. "

"Εμ ναι συγγνώμη. Εμ οχι μια χαρά είμαι αισθάνομαι καλά. "
Του απαντάω με μπερδεμένο ύφος.

"Περίμενε..."
Μου λέει και σηκώνεται και πάει προς την κουζίνα. Επιστρέφει μετά απο πέντε λεπτά με ενα μπολ με νερό και ενα πανί μέσα.

Στίβει το πανί και μου το δίνει.

"Ελα θα νιώσεις καλύτερα. "
"Ευχαριστώ. "
Του λεω και περνώ το πανί απο τα χέρια του.
Οντως ειναι πολυ αναζωογονητικό.
Βολεύομαι καλύτερα στην θέση μου και νιώθω τα βλέφαρα μου βαριά. Και το γνωστό σκοτάδι να πλησιάζει.

(...)

Ξυπνάω και τον βλέπω σκιμένο να κοιμάται δίπλα μου.
Ενα νοσταλγικό αίσθημα με κατακλύζει και δεν ξέρω γιατί αλλα θέλω να κλάψω. Ποτέ δεν είχα κάποιον να ξενυχτησει απο πάνω μου για να δει αν είμαι καλά. Και τώρα αυτός ο ξένος το κάνει... Ειναι πολυ περίεργο.

"Εϊ εϊ Λουκά ξύπνα "
Τον σκουνταω για να ξυπνήσει.

"Μμμ... Κάθεριν σε λίγο. "
Καθεριν?
Τι ωραίο όνομα...
Ποια ειναι αυτή?

Εχεί υπέροχο όνομα. Απλό αγνό άσπρο...
Πρέπει να μάθω το πρόσωπό αυτής της κοπέλας...

Υποσχέθηκα στον ευατό μου πως δεν θα το ξανακάνω....
Δεν θα το ξανα χρησιμοποιείσω.
Αλλά θέλω να μάθω τα πάντα για τον άνθρωπο που θα με σκοτώσει...

Τον αγγίζω απαλά στο κεφάλι του και κλείνω τα μάτια μου...

(...)

"Χαχαχ χαχχ "
Φωνές παιδιού...

"Ελα ελα να με βρείς!! "
Του Λουκά...

"Τώρα! Τωρα! Ροοοοαααρ ειμαι ο δεινόσαυρος και έρχομαι για να φαω τον Λουκαααα!!! "
Της Καθεριν....

"Χαχαχ δεν θα με πιάσεις ποτέ δεινοσαυρε γιατί εγω ειμαι ο ποιό δυνατός άγγελος και θα σε κάνω καλο δεινόσαυρο! "

Αλλο...

"Καθεριν πως μπορώ να πάρω την δύναμη απο μέσα μου εξω? Είναι πολύ δύσκολο. "

Λουκά... Προσπαθησε...

"Ελα να σου δείξω Λουκά. Να έτσι. Ναι ναι! Σωστά! Μπράβο Λουκά!. "

"Χαχα κοίτα κοίτα Καθεριν κοιτα! Τα κατάφερα! "

Αλλο...

"Καθεριν οχι! "
Λουκά μην φωνάζεις...

"Μα Λουκά δεν έχουμε άλλη επιλογή! Δεν είναι δικά σου δημιουργήματα. Δεν αποφασίζεις εσυ για αυτους!"

"Και αυτό τι πάει να πει? Οτι πρέπει να τους σκοτώσω?? "
Λουκά ειναι δύσκολο το ξέρω...

"Ναι αυτό πρέπει να κάνεις. Ειναι οι διαταγές σου. Για να γίνεις άγγελος αυτό πρέπει να κάνεις. "

Καθρεριν τα δάκρια σου ειναι υπέροχα.

"Ντροπή σου! Πως μπορείς και λες κάτι τέτοιο? Καρδιά δεν έχεις?! Δεν περίμενα να είσαι έτσι.Ειλικρινά μακάρι να μην υπήρχες!! "

"Λουκα!!!!! "

Λουκά μην φεύγεις...

Τελος...

"Καθεριν... Γιατί γιατι? "
Λουκά μην κλαίς άλλο...

"Για-για-γιατι Καθεριν? Ποιός ποιος το έκανε αυτό σε σενα? Γιατί σε σενα?. "

Σταμάτα Λουκά...
Είναι πλέον νεκρή...

(...)

Ανοίγω αργά τα μάτια μου και απομακρύνω το χέρι μου απο το κεφάλι του...

"Εϊ Λουκά ξύπνα... "

"Ε?! Ελπίδα? Ξύπνησες? Είσαι καλύτερα? Σε είδα που αποκοιμήθηκες και οταν σε μετέφερα στο κρεβάτι είσουν ζέστη. Σου έβαλα μερικές καμπρεσες, είσαι καλύτερα? "

"Ναι Λουκά. Είμαι καλύτερα ευχαριστώ. "

Με κοιτάζει και γνέφει.
Σηκώνεται και πάει να φύγει.

"Λουκά. "

Γυρίζει και με κοιτάει...

"Μμμ? "

"Λυπάμαι... "

"Ε? Για ποιό πράγμα?"

"Για όλα..."

Εκανε μεταβολή και έφυγε με ενα μπερδεμένο βλέμμα...

[……]

"Ελπίδα είσαι έτοιμη? "

Μου φωνάζει ο Λουκάς.

"Εϊ! Ελπίδα που είσαι. "

"Χμ... Καλά ήταν ως εδώ. "
Ψιθυρίζω έτσι ώστε να μην με ακούσει ο Λουκάς...

"Εεε Λουκά! Εδω πάνω είμαι. "

"Τι κανείς εκεί πάνω? Κατέβα φεύγουμε "
Μου φωνάζει κοιτώντας στην στέγη του σπιτιού.

Με ενα σαλτο ανοίγω τα φτερά μού και προσγειωνόμαι στο έδαφος με τόση ταχύτητα που αναγκάζομαι να ακουμπήσω το χέρι μου στο έδαφος για να μην ρίξω κάτω τον Λουκά.
Σηκώνομαι αργά και τον κοιτάζω με ενα μισό χαμόγελο. Ενω εχω ακόμα τα φτερά μου ανοιχτά.
Αυτός κοιτάει επίμονα για λίγο τα φτερά μου και έπειτα γυρνάει σε εμένα.

"Πάμε! "
Μου λέει και μου χαμόγελα αβέβαια.

Αχ βρε Λουκά εσένα βρήκαν να βάλουν για να με σκοτώσεις?

[…]

"Φτάσαμε! "
Λέει και κάνει χώρο να περάσω.
Δεν παρατηρώ καθόλου το σπίτι στο οποίο έχουμε έρθει γιατί σε μια βδομάδα απο τώρα δεν θα έχει καμιά σημασία πιά

Το μόνο που θέλω να παρατηρήσω για ώρες είναι η φύση. Η ηρεμία και η μοναξιά της. Αυτή η προσφορά που σου χαρίζει απλόχερα ειναι το μόνο που θέλω να κάνω αυτήν την βδομάδα που μου μένει...

Δευτέρα :

"Ει Ελπίδα πάμε μια βόλτα στο δάσος? "

"Ναι φυσικά "
...

"Πολύ ωραίο μέρος ε? Υπέροχος ο ουρανός. Σαν πίνακας ειναι! Ε Ελπίδα. "

"Ναι όντως. "

Τρίτη:

"Λουκά!? "

"Ναι Ελπίδα? "

"Εμμ θα σε πείραζε αν πήγαινα μια βόλτα στο δάσος? "

"Οχι καθόλου. Μισό λεπτό να σβήσω το φαγητό και πάμε. "

"Εμ Λουκά? Μονη μου θελω να παω... "

"Α εμμ ναι αλλά επειδή δεν θέλω να χαθείς μπορεί να φορέσεις αυτό το δαχτυλίδι? Για να σε βρώ αμα χαθείς? "

"Ναι κανένα πρόβλημα "

...

"Αχ βρε Λουκά? Τι νόμιζες? Αν ήθελα να φύγω θα το είχα κάνει πολυ καιρό πρίν. Αν ήθελα να μην πεθάνω θα είχα εξαφανιστεί και δεν θα με βρίσκατε ποτε. Θα φρόντιζα να μην με ξανά δείτε ποτέ. Η απλός θα σας μετέτρεπα σε στάχτη! Δεν με φωνάζουν άδικα Πριγκίπισσα της καταστροφής... "

Τετάρτη:

"Ελπίδα που είσαι? "

"Εδω πάνω! "

"Τι κανείς εδω 2η ώρα το χάραμα? "

"Σκέφτομαι... "

"Μάλιστα... "

"Ελπίδα; "

"Μμμ; "

"Να σε ρωτήσω μερικά πράγματα; "

"Μμμ... "

"Αραγε Γιατί να μην είμαστε στο ίδιο παιχνίδι; "

"Χα...Είμαστε στο ίδιο παιχνίδι... Μόνο που είμαστε σε διαφορετικά επίπεδα χορεύοντας με τους ίδιους φόβους στην ίδια κόλαση αλλά με διαφορετικούς δαίμονες... "

"Και πότε έρχεται η αγάπη; "

"Στα ποιό βαθειά λιμερια της κόλασης οι δαίμονες δεν αγαπάνε ο ένας τον άλλον; "
"Και σε τι κόσμο ζείς; "

"Σε αυτόν τον κόσμο των σκιών... "

"Και σε αυτόν τον κόσμο τι κάνεις; "

"Περπατάω μόνη μου... "

"Και τι περιμένεις; "

"Περιμένω μια ζωη γεμάτη ιστορίες και τον θάνατο να έρθει... "

"Ελπίδα έχεις ονειρευτεί ποτέ; "

"Ονειρεύομαι ζωντανά χρώματα αλλά οταν ξυπνάω το μόνο που βλεπω ειναι τα δύο μου μαύρα χέρια... "

"Πως είναι η μοναξιά; "

"Χμ... Το να είσαι μόνος σου είναι σαν να έχεις καρδιά.... Αλλά κανέναν για να την δώσεις... "

"Είναι αλήθεια οτι τον έχεις γνωρίσει; "

"Ναι... "

"Και;; "

"Εχω δει τον διάβολο. Αλλά δεν είχε κόκκινο δέρμα, κέρατα, και ουρά. Αντιθέτως είχε λαμπερά μάτια, μαγευτικό χαμόγελο και μια φωνή που έλεγε Σε Αγαπω.. "

"Και πως είναι εκεί πέρα; "

"Είναι σαν να ουρλιάζεις και κανένας να μην σε ακούει... "

"Και τι ήταν τελικά η ζωη σου; "

"Η ζωη είναι σαν τον περίπατο... Μπορεί να μην είναι εύκολος περίπατος αλλα το μόνο που μπορείς να κάνεις ειναι να συνεχίζεις μπροστά... "

"Δεν αναρωτιέσαι μερικές φορές; "

"Ναι... Γιατί κάποια σαν και εμένα γεννήθηκε σε αυτόν τον κόσμο; "

"Και ποιά η διαφορά μας; "

"Η διαφορά μεταξύ μας Λουκά ειναι οτι όταν εσυ ξυπνάς ο εφιάλτης σου τελειώνει... "

"Αν ήταν να πεθάνεις αύριο ποιά θα ήταν τα τελευταία σου λόγια; "

"Επιτέλους... "

Πέμπτη :

....

Παρασκευή :

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top