Τιμωρία (part 4)
4...
Τι βασανιστικό νούμερο.
4 βδομάδες που είμαι εδώ μαζι του.
4 βδομάδες που δεν εχω πει λέξη.
4βδομάδες που δεν εχω φάει.
Δεν μπορώ να φάω. Ο πόνος ειναι αβάσταχτος. Και τώρα δεν υπάρχει πια κανένας για να τον πάρει μακριά. Κανένας για να με αγκαλιάσει. Δεν υπάρχει τίποτα πια.
Τον έχασα. Τον είχα και τον άφησα να φύγει. Είμουν τόσο άχρηστη τοσο ανίκανη τοσο αδύναμη που τον έχασα.
Μισώ τον εαυτό μου. Και τον μισούσα και πρίν απο ολα αυτά. Τώρα τον μισώ ακόμα ποιό πολυ τώρα το μόνο που μου αξίζει είναι να πεθάνω...
ΝΑ ΨΟΦΗΣΩ!!!! ΝΑ ΠΑΩ ΣΤΟ ΔΙΑΟΛΟ!!
ΓΙΑΤΙ ΕΙΜΑΙ ΕΝΑ ΑΧΡΗΣΤΟ ΤΕΡΑΣ!
Κοιτάζω έξω απο το παράθυρο.
Ακόμα χιονιζει, όπως τότε.
Εκείνη την ημέρα που τον έχασα το χιόνι έπεφτε.
"Ελπίδα; "
Δεν απαντάω.
"Ελπίδα τι κάνεις εκεί; "
"Βλέπω... " λεω..
Ερχεται μπροστά μου και το βλέμμα του πέφτει πάνω στα χέρια μου.
Με κοιτάζει ενω συνεχίζω να κοιτάζω έξω απο το παράθυρο.
Και φεύγει.
Γυρνάει μετά απο λιγο με γάζες, βαμβάκι και ιώδιο.
Του ψιθυρίζω
"Ποτέ θα γίνει;"
"Δεν ξέρω... "
Μου απαντάει ενω μ καθαρίζει τα χέρια απο τα αίματα.
"Που; "
"Δεν ξέρω... "
"Γιατί; "
"Ξέρεις Ελπίδα. "
Μάλιστα...
"Και τώρα; "
"Δεν ξέρω. "
Μου απαντάει ενω καθαρίζει και το αίμα απο τα νύχια μου.
"Και τι ξέρεις; "
Με κοιτάζει για λίγο.
Και απαντάει.
"Ξέρω οτι το φαγητό ειναι έτοιμο έλα. "
[……]
Η ωρα ειναι πλέον 2:34 μμ.
Είμαι στην σκεπή του σπιτιού και κοιτάζω τα αστέρια.
Είμαι γυμνή. Δεν φοράω τίποτα.
Μπας και μπορέσω να νιώσω λίγο κρύο λίγο οτιδήποτε.
"Χα... "
Ενα σύννεφο χνωτου βγαίνει απο το στόμα μου.
"Ελπίδα; τι κάνεις εδω; "
Μου λέει και κάθετε δίπλα μου.
"Πως ξέρεις το όνομα μου; "
Τον ρωτάω.
"Το ξέρω... "
"Πως;; "
"Μου το παν"
Μάλιστα...
Ρίχνει το παλτό του πάνω στους ώμους μου.
"Θα πονέσω; "
Ρωτάω.
"Μάλλον... "
"Χμ... Ωραία "
Απαντάω.
Γυρίζει και με κοιτάζει...
"Γιατί τα έκανες ολα αυτά;...
γιατί σκότωσες;...
γιατί είπες ψέματα;...
Γιατί έφυγες απο-"
"Εκείνον? "
Τον διακόπτω.
"Γιατί έφυγα;
Γιατί αυτός επέλεξε να είμαι έτσι όπως είμαι....
Εκείνος με δημιούργησε και ήξερε πολύ καλά οτι αυτό θα γινόταν...
Μπορούσε να με σκοτώσει αλλά δεν το έκανε γιατί ήθελε να με δει να πονάω να καταστρέφωμε.
Ποτέ δεν με αγάπησε και ούτε κανέναν απο εσάς. "
"Μην μιλάς έτσι Ελπίδα! "
"Γιατί;...
Μήπως σου προσβάλω τον θεο σου; Μήπως σου θιγω τα ψέματα που λέτε η τα παραμύθια που πιστέψατε; "
"Ελπίδα σταμάτα! "
Μου φωνάζει...
Και γελάω. Γελάω με ολο μου το είναι γελάω δυνατά παράφρονα και τρελά.
"Γιατί να σταματήσω?
Δεν σου αρέσει να ακούς την αλήθεια ε? Δεν σας αρέσει να ακούτε τα λάθη σας ε; ε; Ε?? "
Φωνάζω μέσα στην μούρη του.
"Ελπίδα! Ακου ξέρω πως νιώθεις αλλ-"
"Ξέρεις πως νιώθω?? "
Τον ρωτάω με έναν τόνο λες και μόλις είπε το ποιό τρελό πράγμα του κόσμου.
"Ξέρεις πως νιώθω;
Αλήθεια;
Ξέρεις δηλαδή τι ειναι να είσαι δαχτυλοδικτουμενος απο τους πάντες; Ξέρεις πως ειναι να περπατάς στον δρόμο και να σε βλέπουν και να σε φοβούνται; Να σε κοιτάν και να βλέπεις στα μάτια τους το μίσος και την αηδία στην αντανάκλαση τους; Να σε συγκρίνουν συνέχεια με τούς άλλους λέγοντας σου οτι αυτοί είναι καλύτεροι απο σενα; Ξέρεις τι θα πεί να περιπλανιέσαι κάθε νύχτα χωρίς να έχεις κάπου να πας; κάπου να επιστρέψεις; να εισαι μια περιπλανώμενη ψυχή χωρίς λόγο ύπαρξης ;Χωρίς να ξέρεις πώς να νιώσεις; Να μην μπορείς να ρίξεις ουτε ενα δάκρυ; Να μην μπορείς να αγαπήσεις και να αγαπηθεις; Και το μόνο που ξέρεις και μπορείς να κάνεις καλά είναι να σκοτώνεις;;;"
Του λέω δυνατά...
"Εε;; Ξέρεις; "
Του λέω έπειτα ποιό σιγανά.
Δεν μιλάει. Βέβαια κανένας δεν μιλάει ποτε δεν το κάνει. Μόλις ακούνε την αλήθεια σκύβουν το κεφάλι και δεν μιλάνε απλός λυπούνται και μετά ξεχνάνε.
"Γι αυτό σου λέω...
Δεν ξέρεις και ποτέ δεν θα μάθεις. Γιατί εσυ είσαι διαφορετικός απο εμένα! Εσυ ζείς στο άσπρο. "
"Ελπίδα εγω-"
"Οχι! "
"Μην πεις τίποτα σε παρακαλώ ξέχνα τα όλα. Το μόνο που θέλω είναι να γίνει γρήγορα. "
"Θα γίνει ελπίδα... "
Μου απαντάει και εξαφανίζομαι απο δίπλα του.
[……]
Εχεί πολύ ωραία μέρα σήμερα.
Ο καιρός είναι μουντός και έτοιμος να βρέξει ενω ολα έχουν μια ελαφριά στρώση απο χιόνι.
Μπαίνω μέσα στο σπίτι και τον βλέπω να κάθεται δίπλα στο τζάκι και να διαβάζει ενα βιβλίο.
Δεν μιλάω. Απλός παω και κάθομαι απέναντι του κάτω στο πάτωμα.
"Θέλω να σε ρωτήσω ορισμένα πράγματα... "
Μου λέει με βραχνή φωνή.
"Και εγω... "
Του λέω.
"Πώς σε λένε; "
"Λουκά "
"Υπέροχο όνομα... "
"Σε ευχαριστώ. Με ποιό κριτήριο το έκανες; "
"Χμ... Επέλεγα αυτούς που είχαν κάνει κακό. Αυτούς που ήταν βαθειά μεσα στα λημέρια μου. "
"Γιατί; "
"Πόσο χρονών είσαι? "
"Γιατί; "
"Πόσο χρονών είσαι? "
Του λέω κάπως έντονα.
Αναστενάζει και μου λέει...
"2.000 ετών "
"Χμ... Μικρός είσαι! "
"Ναι είμαι... Εσυ? "
"3.098"
"Μεγαλη είσαι. "
"Οντως... "
"Γιατί? "
"Γιατί είχε έρθει η ώρα για τιμωρία. Είχε έρθει η ώρα να πληρώσουν για τα λάθη τους. Και εφόσον οι δικοί σου δεν απέδιδαν την δικαιοσύνη που επέβαλαν το έκανα εγω. Οταν ερχόταν η ωρα για να πληρώσουν."
"Και εσυ;Δεν θα πληρώσεις για τα δικά σου; "
"Χμ...εγω πληρώνω ίδη για αυτά. "
Του λέω και με κοιτάζει.
Με πλησιάζει και πέφτει στο ύψος μου.
Τον κοιτάζω μέσα στα μάτια του. Σε αυτά τα βαθειά και πράσινα μάτια. Τόσο αθώα τοσο αγνά .Αστράφτουν σαν αστέρια.
"Είσαι πολυ όμορφος... "
Του λέω με ήρεμη φωνή.
Και κενό βλέμμα.
Με κοιτάει λιγο σαν να σκέφτεται τι να πει και μετά
"Χμ το ξέρω! "
Μου απαντάει αλλά μπορώ να διακρίνω ένα ελαφρό κοκκίνισμα στα μάγουλα του.
Εξακολουθώ να τον κοιτάω με άδειο βλέμμα.
Με κοιτάει λίγο ακόμα μέσα στα μάτια και μετα σηκώνεται μου τείνει το χέρι του.
"Ελά πάμε μια βόλτα... "
Μου λέει κοιτώντας εξω απο το παράθυρο.
Κοιτάω λίγο το χέρι του που ειναι πληγωμένο απο την μάχη μας. Χα Οι πληγές που δημιουργούνται απο μένα δεν επουλωνονται τόσο εύκολα.
Πιάνω διστακτικά το χέρι του και βγαίνουμε απο το σπίτι. Κάνει λίγα βήματα ποιό μπροστά και βγάζει τα κλασικά λευκά φτερά που έχουν εκείνοι. Μάλιστα... Μόνο που τα δικά του δεν ειναι απειλητικά δεν ειναι κρύα. Είναι αγνά σαν το χιόνι. Ειναι όμορφος τα χαρακτηριστικά του έρχονται σε αντίθεση με την καταγωγή και τα φτερά του...
Μαύρα μαλλιά, πράσινα μεγάλα μάτια, χλωμή επιδερμίδα, μερικές φακίδες στα ζυγωματικά και ροζ χείλια.
Σαν να μην ειναι σαν αυτούς, σαν να είναι ένας κοινός άνθρωπος.
Οχι ώμος! Ειναι ένας απο αυτούς. Και αυτός που μου τον πείρε. Γι αυτο δεν πρέπει να τον εμπιστεύομαι πολυ πολύ...
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top