ΒΡΑΔΥ

-Το κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στις LittleDL & greatallie1 -

ΚΑΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ!!!

"Εγώ σας το είχα πει, ήταν κακή ιδέα να λέγαμε και στα κορίτσια να έρθουν. Ένα τέταρτο έχει περάσει και ακόμα να εμφανιστούν," παραπονέθηκε ο Ξαβιέ και ανακάθισε για τέταρτη φορά στο κάθισμα του οδηγού -όχι στο περιπολικό πλέον αλλά στο περήφανο 'Βολκσβάγκεν' του.

"Ιδέα του Χαλ ήταν, εγώ νίπτω τας χείρας μου," ήρθε η απάντηση του πάντα ετοιμόλογου Νταγκ, ο οποίος καθόταν δίπλα στο αυτοκίνητο, ανεβασμένος στη μηχανή του με τον Χαλ πίσω του να του ρίχνει ένα δολοφονικό, δηλητηριώδες βλέμμα το οποίο έδειχνε εντονότερο στο ημίφως του δρόμου.

"Έλεος ρε βλάκες, που το κάνατε σίριαλ," γκρίνιαξε ο Νηλ από τη θέση του συνοδηγού. "Θα έρθουν και τα κορίτσια, δεν μπορείτε να περιμένετε δα δεκαπέντε λεπτά" τους μάλωσε, φανερά ενοχλημένος και θα έλεγε κι άλλα αν δεν τον διέκοπταν.

"Ρε εσείς, είστε τελείως μαλάκες, γαμώ την καταδίκη μου;"

Ήταν η φωνή του Γκραντ, ο οποίος τόση ώρα που περίμεναν δεν είχε βγάλει άχνα. Απλά καθόταν στα πίσω καθίσματα του 'Βολκσβάγκεν'.

"Κι εσύ τι θες τώρα ρε Γκραντ;" Ήρθε η οργισμένη απάντηση του Ξαβιέ.

"Ρε όρθιες κουφάλες, εδώ και δέκα λεπτά προσπαθώ να κοιμηθώ. Κι εκεί που πάω να κλείσω μάτι, ακούγεται η γαϊδουρογκαρίδα του Ξαβιέ και πετάγομαι πάλι. Μα καλά δεν μπορείτε να σεβαστείτε ούτε αυτό πια;" Ακουγόταν εξοργισμένος αλλά και κουρασμένος, σαν αγουροξυπνημένος.

Οι υπόλοιποι είχαν μείνει άφωνοι. Ο Γκραντ κοιμόταν στο αυτοκίνητο ενώ περίμεναν την Κάρα και την Έλενα για να βγουν έξω; Τι ήταν πάλι αυτό;
Κοιτάχτηκαν μεταξύ τους με απορία και ο Νηλ έγνεψε.

"Κι εσύ ρε μαλάκα για να έχουμε και καλό ερώτημα, τι ήθελες και κοιμόσουν τέτοια ώρα και στιγμή;" Ρώτησε εκνευρισμένα τον Γκραντ που σκούπιζε τα μάτια του.

"Έχει δίκιο ο Νηλ, ρε ηλίθιε. Τι σου ήρθε και κοιμόσουν στο αυτοκίνητό μου;" Ρώτησε με τη σειρά του ο Ξαβιέ με μια αγριωπή ματιά που ήταν όλη δική του.

"Για κάτσε κι εσύ τρεις μέρες με τον αδερφό μου στο σπίτι να σου πω τι ωραία που θα περάσεις," απάντησε γρυλίζοντας ο Γκραντ.

"Τι λες, ρε;" Ήρθε η αντίδραση του Χαλ. "Ο αδερφός σου δεν είναι στη Νέα Υόρκη;"

"Ήταν, θες να πεις," τον διόρθωσε ο Γκραντ, που πλέον είχε ξυπνήσει τελείως. "Επέστρεψε προχθές και έκτοτε μάτι δεν έχω κλείσει" πρόσθεσε και χασμουρήθηκε δυνατά.

"Μα γιατί;" Απόρησε ο Ξαβιέ και ο θυμός του είχε σχεδόν εξαφανιστεί.

"Όλη τη μέρα κοιμάται και τη νύχτα σηκώνεται, βγάζει ένα παναθεματισμένο παλιόργανο, κλειδώνει την πόρτα και παίζει ως το πρωί. Έπειτα, ξυπνάει την ίδια ώρα που ξυπνάω κι εγώ και από κει και πέρα σηκώνεται πάλι μόνο για να φάει μέχρι να ξαναρχίσει να παίζει αυτό το κωλόπραγμα το φαγκότο," εξήγησε ο Γκραντ ακόμα πιο εξοργισμένος από πριν.

"Τι λες ρε; Αυτά περνάς;" Ρώτησε ο Νηλ με συμπόνια.

"Καλά και γιατί δεν τον διώχνεις;" Αναρωτήθηκε ο Χαλ.

"Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί. Ποιός μετά θα μου καθαρίζει, θα μου πλένει, θα μου σιδερώνει, θα μου μαγειρεύει;" Τόνισε ο Γκραντ.

"Μα καλά εσύ δεν είπες ότι ξυπνάει μόνο για να φάει;" Απόρησε πάλι ο Ξαβιέ.

"Ναι, αλλά αφού φάει, πλένει τα πιάτα και μετά αρχίζει και κάνει κι άλλες είκοσι δουλειές," αποκρίθηκε ο Γκραντ.

"Ε τότε, πήγαινε πάρε ένα ζευγάρι ωτοασπίδες κι άστον να κάνει ό,τι γουστάρει," πρότεινε ο Χαλ.

"Σκάστε, ηλίθιοι, κατεβαίνουν τα κορίτσια. Βουλώστε τις βρωμοστοματάρες σας και φερθείτε σαν άνθρωποι," γρύλισε ο Νταγκ που τόση ώρα δεν είχε μιλήσει σχεδόν καθόλου και ενώ τους άκουγε, παρακολουθούσε την κίνηση.

"Μίλησε η μητέρα Τερέζα," σχολίασε πικρόχολα ο Χαλ και έφαγε ένα γερό χτύπημα στο καλάμι από το παπούτσι του Νταγκ.

"Άη στο διάλο ρε, με πέθανες," είπε και προσπάθησε να αγνοήσει τον πόνο.

"Σσσσσσσσς," έκαναν όλοι οι υπόλοιποι με τα δάχτυλα στα χείλη τους.

"Τι ησυχία είναι αυτή;" Αναρωτήθηκε η Κάρα, ενώ πλησίαζαν με την Έλενα τους υπόλοιπους.

"Ανησυχητικό θα έλεγα για αυτούς," συμπλήρωσε η Έλενα.

"Να δεις που θα μας είδαν να ερχόμαστε και είπαν να γίνουν κύριοι για μερικές ώρες," υπέθεσε η Κάρα με ένα χαμόγελο που δήλωνε σιγουριά.

Ξαφνικά η Έλενα σταμάτησε το βήμα της και έμεινε ακίνητη κοιτώντας το κενό με ένα βλέμμα όλο σκεπτικισμό και ανασφάλεια. Η Κάρα το παρατήρησε και γύρισε να την κοιτάξει.

"Τι συμβαίνει;" Ρώτησε, στενεύοντας τα βλέφαρά της.

"Λες να του αρέσω;" Αποκρίθηκε με μια νευρική φωνή η νεαρή υπέρμαχος του νόμου.

"Αυτό είναι το μόνο σίγουρο," απάντησε η Κάρα χωρίς δισταγμό.
Έπειτα την πλησίασε και ψέλλισε:
"Πίστεψε με, θα σε δει και δε θα πιστεύει στα μάτια του."
Ύστερα έγνεψε αποφασιστικά και ξεκίνησε να περπατάει ξανά.

Η Έλενα δίστασε για μερικά δευτερόλεπτα αλλά στο τέλος την ακολούθησε με γοργό βήμα προσπαθώντας να τη φτάσει- και το κατόρθωσε.

"Σσσσσσς," τους άκουσαν να σφυρίζουν και συγκράτησαν τα γέλια τους. Αφού περίμεναν για πολύ λίγο, εμφανίστηκαν μπροστά τους.

"Δεν πιστεύω να ξενερώσατε περιμένοντας," είπε η Κάρα για να τους τραβήξει την προσοχή.

Πέντε αντρικά κεφάλια γύρισαν να τις κοιτάξουν και πέντε ζευγάρια αρσενικά μάτια γούρλωσαν μπροστά στο υπέροχο θέαμα που προβαλλόταν μπροστά τους.

Κανείς τους δεν μπορούσε να πει με ακρίβεια και σιγουριά ποια ήταν πιο εκθαμβωτική. Η Έλενα είχε φορέσει ένα κομψό, αρκετά μακρύ φόρεμα στο χρώμα του ιώδους και ένα διακριτικό, μικρό άνθος στόλιζε τα μαλλιά της που έπεφταν μαλακά στους ώμους της ενώ το μακιγιάζ της ήταν λακωνικό.

Η Κάρα από την άλλη, επέλεξε κάτι πιο σοφιστικέ. Ένα μαύρο φόρεμα στο ύψος του γονάτου, που αγκάλιαζε υπέροχα της καμπύλες της και μερικά κοσμήματα να προσθέτουν λάμψη, σε συνδυασμό με το όχι και τόσο έντονο μακιγιάζ της αλλά και την απουσία των γυαλιών της, τη μεταμόρφωναν σε άλλο άνθρωπο.

Μετά βίας τις αναγνώρισαν οι συνάδελφοί τους.

"Ρε εσείς, μήπως έστειλαν αντικαταστάτριες;" Αναρωτήθηκε φωναχτά ο Χαλ του οποίου τα ματιά δεν άφηναν την Έλενα ούτε λεπτό.

"Δε νομίζω ρε Χαλ, αν σε αυτή με το μαύρο βάλεις γυαλιά θυμίζει λίγο την Κάρα," ψιθύρισε ο Νηλ ως απάντηση.

"Σκάστε ρε ηλίθιοι," τους αποστόμωσε ο Νταγκ και αμέσως όλοι ηρέμησαν από το σοκ και επανήλθαν στην πραγματικότητα.

"Δεν θα πείτε τίποτα;" Τους πείραξε η Κάρα.

"Περάστε μέσα," είπε αυθόρμητα ο Ξαβιέ και πετάχτηκε από την πόρτα του αυτοκινήτου του να τους ανοίξει να περάσουν. Εκείνες μπήκαν στο αυτοκίνητο και στρίμωξαν τον Γκραντ στη μια άκρη ενώ μοιράστηκαν τη μέση και την πλευρά πίσω από τη θέση του οδηγού.

"Βολευτήκατε;" Ρώτησε για επιβεβαίωση ο Νηλ.

"Ναι, βέβαια," αποκρίθηκε η Έλενα.

"Ξεκινάμε λοιπόν;" Ζήτησε να μάθει ο Νταγκ κι έβαλε μπρος τη μηχανή του.

"Βάλε τα δυνατά σου, Νιούμαν," φώναξε με έναν προκλητικό τόνο ο Ξαβιέ. "Δεν πρόκειται να με φτάσεις."

"Άη κουμπώσου, Μπάτον," του απάντησε με τον ίδιο τόνο ο Νταγκ. Έπειτα γύρισε στον Χαλ πίσω του. "Κρατήσου γερά. Όπως κατάλαβες, θα το κάψω το γκάζι."

"Για πρόσεξε μην μας γράψει η αστυνομία," του αντιτάχθηκε ο Χαλ με ένα αγριωπό βλέμμα.

"Ξεχνάς ότι όλοι εδώ είμαστε αστυνόμοι," του θύμισε ο Νταγκ.

"Οι οποίοι δεν είναι εν ώρα υπηρεσίας," του αντιμίλησε ο Χαλ. "Αν θες να τρέξεις, εγώ κατεβαίνω τώρα."

"Ε λοιπόν, τι περιμένεις;" Έκανε τον αδιάφορο ο Νταγκ, προκαλώντας τον με όλη τη δύναμη των ματιών του.

"Τίποτα," αποκρίθηκε πίκρα ο Χαλ και σε μισό λεπτό είχε βρεθεί από τη σέλα της μηχανής του Νταγκ δίπλα στον Γκραντ, στο αυτοκίνητο του Ξαβιέ, στριμώχνοντας τον αγουροξυπνημένο γαλανομάτη ακόμα περισσότερο.

Ο Νταγκ χωρίς να περιμένει τίποτα άλλο ξεκίνησε τον δρόμο του και ο Ξαβιέ έβαλε γρήγορα μπρος και τον ακολούθησε, χωρίς να προσπαθήσει ούτε μια φορά να τον προσπεράσει.

**********************

"Έτοιμη, Ηβ ή ακόμα;"

Η Μήρα στεκόταν έξω από το δωμάτιο της καλύτερης της φίλης και την περίμενε υπομονετικά για περίπου μισή ώρα. Στο διάστημα αυτό των τριάντα λεπτών αφιέρωσε χρόνο για να σκεφτεί κάτι εκτός δουλειάς.

Με την Ηβ υπήρξαν φίλες από τα τρία τους. Κάποτε, σε ένα δημοτικό σχολείο, μια μικρή μελαχρινή κοπελίτσα, έχασε το παιχνίδι της σε ένα χαλί και χρειάστηκε τη βοήθεια ενός άλλου ζευγαριού ματιών για να το βρει. Η Μήρα στεκόταν πάντα μόνη της από τον παιδικό. Της φάνηκε εξωπραγματικό να έρθει κάποιος να της μιλήσει, πόσο μάλλον να της ζητήσει βοήθεια. Για να την παρατηρήσει καν, η μικρή Eve είχε χρειαστεί να της τραβήξει την μπλούζα και σχεδόν να την ξηλώσει. Στη θύμηση αυτή, η Μήρα χαμογέλασε άθελα της. Δεν ήταν διόλου δύσκολο να βρουν το παιχνίδι και από τότε τα δύο κορίτσια άρχισαν να μιλούν και ποτέ δεν σταμάτησαν όπως και ποτέ δεν άφησαν η μία την άλλη. Μαζί στο σχολείο, στο κολλέγιο, στο πανεπιστήμιο. Μαζί και στο έγκλημα.

Ακόμα θυμόταν η Μήρα πως μπλέχτηκαν εκεί μέσα. Μια μέρα δέχθηκαν ένα παράξενο τηλεφώνημα. Ήταν η Ντημήτερ. Είπε μόνο ότι τους προσέφερε δουλειά. Τις πήγε στο τεράστιο οπλοστάσιο, στο υπόγειο του σπιτιού της και τους είπε να διαλέξουν δύο όπλα η καθεμία που πιστεύουν ότι τους ταιριάζουν και τις εκφράζουν. Η Ηβ χωρίς δεύτερη σκέψη επέλεξε δύο 'κατάνα' και ένα ζευγάρι όπλα 'Σάι'.

Μιας και έβλεπε ότι η Ντημήτερ δεν είπε τίποτα, κράτησε και τα τέσσερα όργανα θανάτου.

Η Μήρα διστακτικά πήρε στα χέρια της ένα κουτί το οποίο της είχε κινήσει την περιέργεια. Όταν το άνοιξε και ανακάλυψε τα σαράντα δύο μαχαίρια που έκρυβε, όλα διαφορετικά σε σχήμα και μέγεθος, αποφάσισε να τα κρατήσει. Μετά από την προτροπή της Ντημήτερ για την επιλογή ενός ακόμα όπλου, βρέθηκε να μην ξέρει τι να διαλέξει. Κοίταξε γύρω της. Πιστόλια όλων των ειδών, φλογοβόλα, όπλα με τεράστια ακρίβεια, τόξα, σπαθιά όλων των ειδών, μέχρι και σφεντόνες έβρισκες. Σε μια γωνία όμως, υπήρχαν μερικά μικροσκοπικά αστέρια σε πολλαπλά σχήματα, τα περισσότερα όμως ηταν αστέρια.

"Τι είναι αυτά; " Αναρωτήθηκε δυνατά και τα πλησίασε για να τα παρατηρήσει καλύτερα.

"Λέγονται σουρίκεν. Πρόκειται για πανάρχαια όπλα," εξήγησε η Ντημήτερ.

Είπε κι άλλα. Η Μήρα δεν την άκουγε· είχε απορροφηθεί από την ομορφιά και τη χάρη τους. Με την κατάλληλη εκπαίδευση θα μπορούσε να κόψει τα πάντα με αυτά. Χωρίς δισταγμό, άρπαξε ένα άδειο κουτί και τοποθέτησε προσεκτικά όλα τα σουρίκεν μέσα. Έπειτα το έκλεισε και το σφάλισε.

"Έλα καλέ που φωνάζεις. Έτοιμη είμαι," ακούστηκε η παραπονεμένη φωνή της Ηβ και την έβγαλε τελείως από τις σκέψεις της.

Η πόρτα του δωματίου άνοιξε και αποκάλυψε τη νεαρή δολοφόνο, ντυμένη με ένα φόρεμα στο χρώμα της πασχαλιάς, ενώ το βάψιμό της ήταν ιδιαίτερα χαλαρό και αραιό.

"Το φόρεμα κολακεύει τα μάτια σου," είπε με ένα χαμόγελο.

"Σε ευχαριστώ πολύ, Μήρα," αποκρίθηκε η Ηβ. "Κι εσύ δείχνεις πανέμορφη."

Η Μήρα κοιτάχτηκε στον καθρέφτη του διαδρόμου. Είχε επιλέξει ένα χαλαρό, γκρίζο φόρεμα χωρίς μανίκια που τελείωνε λίγο πιο πάνω από τα γόνατά της και δύο ασημένια σκουλαρίκια σε σχήμα φτερών για μοναδικό κόσμημα. Είχε προσθέσει μόνο ένα μαύρο μολύβι και μια γκρίζα σκιά στα μάτια της ενώ για τα χείλη της προτίμησε ένα απαλό ροζ κραγιόν. Δεν ήταν σίγουρη αν έδειχνε όμορφη. Δεν την ένοιαζε και πολύ.

"Έλα, πάμε, γιατί θα αργήσουμε," αναφώνησε η Ηβ. Την πήρε από το χέρι και έτρεξαν μαζί ως το εισόγειο της πολυκατοικίας, όπως έκαναν όταν ήταν παιδιά.

••••••••••••••••••••••••
Από δω και πέρα τα κεφαλαία θα είναι τόσο μεγάλα!!!!
Συγγνώμη για την καθυστέρηση παιδιά αλλά δεν ήμουν σπίτι. Είμαι εθελόντρια σε έναν αγώνα τοξοβολίας στο Ναύπλιο και δεν είχα χρόνο ούτε να πάω τουαλέτα...

Τέλος πάντων, σας άρεσε το άρπα κόλλα κεφάλαιο που έγραψα;;;;

Τα λέμε σύντομα ελπίζω...

Ψηφίστε και σχολιάστε παρακαλώ πολύ.

Μικρή περίληψη του επόμενου κεφαλαίου: Βλέπουμε πώς ντύθηκαν οι υπόλοιπες της παρέας ενώ επιτέλους η Mera και ο Doug θα γνωριστούν. Επίσης θα μάθουμε περισσότερα για το παρελθόν των ηρώων μας και βεβαίως πολλά μυστικά θα βγουν στη φόρα!

Η ερώτησή μου: ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΡΑΚΤΟΡΑΣ ΤΗΣ CIA?

Αν τολμάτε απαντήστε μου.

Τα λέμε<3

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top