ΑΣΥΝΕΧΗΣ
~50 ψήφοι για το επόμενο και 70 σχόλια οπωσδήποτε~
Οι αδελφοί Waller είχαν καρφώσει το βλέμμα ο ένας στον άλλον με έκπληξη, απορία, ανακούφιση από την πλευρά του Stephen κι αγανάκτηση από την πλευρά του Grant.
«Δε θα σε ρωτήσω τρίτη φορά,» προειδοποίησε με διαλυμένα νεύρα ο τελευταίος και ανάσες βαριές. «Τι στο διάολο θέλεις εδώ;»
«Εσείς με πήρατε τηλέφωνο!» Επέμεινε στην πρότερη του πρόταση ο πρώτος.
"Κόψε τις μαλακίες!» Επέμεινε στα όρια της υστερίας ο Grant. «Κανένας δε σε πήρε τηλέφωνο!»
«Εσύ ο ίδιος το έκανες πριν λίγο, με αποκάλεσες μαμά και μου είπες ότι δεν ξέρεις αν θα επιζήσεις,» εξήγησε ο μεγάλος του αδελφός. «Θεώρησα καθήκον μου να έρθω να δω τι συμβαίνει, αν όχι να σε βοηθήσω κιόλας.»
Ο Grant άνοιξε το κινητό του με σπασμωδικές κινήσεις και κοίταξε την τελευταία εξερχόμενη κλήση του, για να συνειδητοποιήσει έντρομος ότι ο άφρων αδελφός του είχε δίκιο. Πράγματι, δεν είχε καλέσει τη μητέρα τους για να την αποχαιρετίσει -όπως σκόπευε- αλλά εκείνον. Προφανώς είχε μπερδέψει τις επαφές κι αυτομάτως ένιωσε άσχημα που είχε θυμώσει στον αδελφό του χωρίς λόγο μα και εσωτερικό φόβο για το γεγονός ότι η φρόνηση είχε αρχίσει να εγκαταλείπει κι εκείνον σταδιακά.
«Συγγνώμη,» ήταν το μόνο που είπε κι έτρεξε προς το μέρος του, για να τον αγκαλιάσει. Ο Stephen δέχτηκε τη χειρονομία του πρόθυμα και την ανταπέδωσε με την ίδια θέρμη.
«Αυτό το φαγκότο σου θα τον αποτρελάνει εντελώς,» δεν αντιστάθηκε στον πειρασμό να το σχολιάσει ο Hal. Ο Stephen φάνηκε να μην τον έχει ακούσει ή απλώς δεν του έδωσε σημασία.
Αφότου τα αδέλφια χωρίστηκαν από την αγκαλιά, απλώθηκε μια πολυπόθητη σιγή ανάμεσα στα εναπομείναντα μέλη της ομάδας, μια σιωπή προοίμιο στον επικείμενο κι αναπόφευκτο θρήνο για τους δυο νεκρούς τους φίλους· τον Xavier και την Cara. Σταύρωσαν αυθόρμητα τα χέρια στο στήθος και χαμήλωσαν τα βλέμματα στο αιματοβαμμένο πεζοδρόμιο, βυθιζόμενος ο καθένας στις δικές του σκέψεις για τους εκλιπόντες, που τόσο απότομα και βάναυσα είχαν ξεψυχήσει μα και νωρίς, γιατί αναμφίβολα ήταν νέα παιδιά, γεμάτα ζωντάνια κι ευδιαθεσία, που θα τους έλειπαν πολύ ως φίλοι και συνάδελφοι. Άξαφνα ένιωσαν πως η ομάδα τους είχε ορφανέψει.
«Κύριε Northwell, εντοπίσαμε το φορτηγό τους,» άκουσαν τα λόγια κάποιου Υπαστυνόμου της Yard να απευθύνεται στον Sigurd, που στεκόταν εξίσου πετρωμένος, βλοσυρός και σε αναμμένα κάρβουνα για την εξέλιξη της υπόθεσης και την τιμωρία των ιθυνόντων για το μακελειό. Αφουγκραστήκαν, για να ακούσουν την πορεία της συζήτησης.
«Τι έγινε, λοιπόν;» Ρώτησε αδημονώντας ο Sigurd.
"Κάηκε, κύριε, μόλις ένα χιλιόμετρο μακριά από εδώ. Προς το παρόν δεν έχουμε ανασύρει δακτυλικά αποτυπώματα, ενώ ίχνη τους απουσιάζουν εντελώς· κάθε όπλο ή προσωπικό αντικείμενο είναι άφαντα.»
«Κατάρα!» Αναφώνησε ο Sigurd. "Αφού πρόσεχαν να μην αφήσουν κανένα ίχνος, σίγουρα δε θα έχουν αφήσει και κανένα αποτύπωμα! Ωστόσο, δεν μπορούμε να χάσουμε την ελπίδα μας. Ψάξτε το φορτηγό όσο καλύτερα μπορείτε κι έπειτα θα εξετάσουμε ακόμα και το παραμικρό στοιχείο.»
«Όπως επιθυμείτε,» είπε με σεβασμό ο Υπαστυνόμος, προτού απομακρυνθεί για να μιλήσει στο walkie-talkie του. Τότε, άδραξε την ευκαιρία η ομάδα και πλησίασε τον Sigurd.
"Δεν μπορώ να πω τίποτα πέρα από ένα τεράστιο λυπάμαι,» μίλησε πρώτα εκείνος, βγάζοντας τους από τη δύσκολη θέση. «Είναι θλιβερή η τροπή που έλαβαν τα γεγονότα από τη μια στιγμή στην άλλη και χείριστο το γεγονός ότι ίσως οι υπαίτιοι έχουν ξεφύγει ξανά.»
«Έχεις να προτείνεις κάποιο επόμενο βήμα;» Τον ρώτησε χαμηλόφωνα κι αδύναμα ο Neil, με το αίμα της Cara ακόμα νωπό στα ρούχα και στα χέρια του. «Εμείς δε βρισκόμαστε πια σε θέση να σκεφτούμε τίποτα.»
«Πρέπει να ειδοποιήσουμε τους συγγενείς των νεκρών,» πρότεινε ήρεμα ο Sigurd, πράγμα το οποίο βάρυνε ακόμα τους ώμους τους, γνωρίζοντας ότι θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο για τον οποιονδήποτε να επιτελέσει αυτό το ζοφερό και μακάβριο έργο. «Επίσης, πρέπει να βεβαιωθούμε για το αν η Gustin ψευδόταν ή όχι. Αν δεν ψευδόταν και πράγματι ήταν πράκτορας της CIA, ίσως έχει μοιραστεί με την υπηρεσία της πολύτιμες πληροφορίες που θα μας οδηγήσουν στις ένοχες για το σημερινό μακελειό κι όλα τα προηγούμενα.»
«Ακόμα κι αν έλεγε την αλήθεια, τι σημασία έχει;» Αναρωτήθηκε ο Doug, δείχνοντας το πτώμα της κοπέλας, που εκείνη τη στιγμή οι αστυνόμοι της Yard έβαζαν σε έναν σάκο για το νεκροτομείο. Το βλέμμα του ήταν χαμένο και δεν έδειχνε να εστιάζει πουθενά.
«Συμφωνώ με τον Doug," είπε η Helena, εισπράττοντας ένα επιφώνημα αποδοκιμασίας από τον Hal, που αγνόησε εντελώς. «Αν η CIA έχει στοιχεία, δε θα είναι πρόθυμη να τα μοιραστεί μαζί μας. Διάολε, ούτε καν να μας δώσει το όνομα του πράκτορά της δε δέχτηκε!»
«Πράγματι,» σχολίασε ο Sigurd. "Ωστόσο, ορισμένες φορές οι λόγοι απόκρυψης ενός ονόματος είναι λιγότερο προφανείς από όσο θα ανέμενε κανείς.»
«Τέλος πάντων,» έληξε την άσκοπη διαιώνιση της συζήτησης ο Neil. "Θα τηλεφωνήσω στην αδελφή της Cara. Μου είχε δώσει το τηλέφωνο της κάποια στιγμή-»
«Θα το κάνω εγώ για σένα,» προσφέρθηκε οικειοθελώς ο Hal. «Νομίζω δεν είσαι σε θέση ούτε να ανακοινώσεις το γεγονός ψύχραιμα, ούτε να μεταδώσεις δύναμη και στήριξη στην οικογένεια.»
Ο Neil του υπαγόρευσε τον αριθμό απρόθυμα, κατανοώντας, όμως, ότι είχε απόλυτο δίκιο. Ήταν μαθηματικώς βέβαιο ότι με το που ανακοίνωνε τον θάνατο της Cara στην αδελφή της, τα δάκρυα που τόση ώρα πάλευε να κρατήσει για μια ιδιωτική στιγμή θα εξαπολύονταν σαν χείμαρρος από τα μάτια του.
«Jena,» ήταν η μόνη του λέξη προτού ο Hal καλέσει τον αριθμό.
«Τι;» Απόρησε εκείνος.
«Έτσι λέγεται η αδερφή της,» εξήγησε αδύναμα.
«Εγώ θα τηλεφωνήσω στην κυρία Letitia," προσφέρθηκε με τη σειρά της η Helena. «Νομίζω ότι μια γυναικεία φωνή θα της είναι πιο οικεία από μια ανδρική για τον θάνατο του γιού της.»
Κανένας δεν της απάντησε, μια που τα λόγια ήταν πια περιττά και κούφια. Μονάχα παραμέρισαν και της άνοιξαν δρόμο, για να ακολουθήσει τον Hal σε ένα πλαϊνό σημείο του Τμήματος, όπου επικρατούσε ησυχία και θα μπορούσαν να μιλήσουν στα τηλέφωνα τους ήρεμα κι ελεύθερα.
Παραδόξως, η Helena τελείωσε πρώτη το τηλεφώνημά της. Η κυρία Letitia είχε αφήσει ένα πνιχτό ουρλιαχτό στην είδηση του χαμένου της γιού, τόσο κοντά στον θάνατο του αδελφού της, είχε καθίσει στην πολυθρόνα της και την είχε ευχαριστήσει αξιοπρεπώς για το τηλεφώνημα και για τα συλλυπητήρια -που ήταν βέβαιη πως ήταν ειλικρινή και θερμά. Έτσι, η αστυνομικός έμεινε να κοιτάζει τον Hal άχρωμα και ερευνητικά.
Ήταν αδύνατον να διακρίνει οποιοδήποτε τυπικό στοιχείο του Hal που γνώριζε και αγαπούσε να μισεί ή μισούσε να αγαπά σε αυτόν τον άνθρωπο μπροστά της. Μιλούσε στην Jena Faye με απόλυτη ψυχραιμία και γαλήνη στη φωνή του, θέλοντας να την καθησυχάσει κι ηρεμήσει όσο το δυνατόν περισσότερο. Από το ηχείο του τηλεφώνου ακουγόταν τσιριχτή η φωνή της, με ενίοτε σπαρακτικές κραυγές και ασυνάρτητα επιφωνήματα σε ανάμειξη με απεγνωσμένους λυγμούς. Όταν η κλήση τους τερματίστηκε, ο Hal έμοιαζε χλωμός και σίγουρα πιο λυπημένος από όσο τον είχε δει. Η Helena, τότε, αισθάνθηκε μια ακαταμάχητη ανάγκη να τον ανακουφίσει κι έτσι τύλιξε τα χέρια της γύρω του, σε μια αγκαλιά άβολη μα ειλικρινή, που πέτυχε τον στόχο της. Ένιωσε τους ώμους του να χαλαρώνουν και έναν αναστεναγμό που κουβαλούσε βάρη αδιανόητα να εγκαταλείπει τα ρουθούνια του και τον οργανισμό του μια για πάντα.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Απόλυτη σιωπή. Αυτό ήταν το μόνο που επικράτησε στο νέο τους φορτηγό από την ώρα που το άλλαξαν ώσπου να φτάσουν στο κρησφύγετο. Ορισμένες ήταν εξαντλημένες, άλλες με τσακισμένες ψυχολογίες από τον θάνατο της Ashley και την προδοσία της Grace, ενώ η Mera και η Demeter ξεχώριζαν.
Η Mera κρατούσε το πτώμα της Ashley στα χέρια της και το ένιωθε από την πρώτη στιγμή να παγώνει, να χλομιάζει και το αίμα σιγά σιγά να παύει να στάζει πάνω της. Δεν μπορούσε να συνειδητοποιήσει ότι αυτό το εύθυμο και αισιόδοξο κορίτσι, η αθωότερη όλων τους, που μονάχα κώδικες έσπαζε και ποτέ δεν είχε πειράξει ούτε μύγα, κειτόταν νεκρό, ενώ σκουλήκια σαν εκείνες ζούσαν ακόμα. Η Demeter από την άλλη, οδηγούσε ψύχραιμα, μα η ματιά της ήταν θανατηφόρα. Ένα κράμα οργής, αγανάκτησης και σκοτούρων διακρινόταν καθαρά πάνω τους και καμία δεν τολμούσε ούτε να της μιλήσει καν.
Μόλις έφτασαν στο κρησφύγετο, η Αρχηγός τις γέμισε ψυχρές εντολές, που υπάκουσαν κατά γράμμα και ταχύτατα.
«Δεν ξέρουμε ποσό χρόνο έχουμε. Η δοσίλογος μπορεί να τα είχε ξεράσει ήδη όλα. Μαζέψτε όλα τα απολύτως απαραίτητα προσωπικά αντικείμενα, όλα τα όπλα και τους φορητούς υπολογιστές και βάλτε τα στο τζιπ. Εγώ θα φύγω με αυτό κι εσείς με τα δικά σας οχήματα.»
Καθώς τα εναπομείναντα μέλη της ομάδας ξεχύθηκαν στα ενδότερα του σπιτιού και του κρησφύγετου, για να υλοποιήσουν τις διαταγές, η Mera έμενε ακίνητη με το πτώμα της Ashley.
«Άσε τη νεκρή εδώ και πήγαινε να μαζέψεις τα πράγματά σου. Θα τη φροντίσω εγώ,» πρόσταξε κι εκείνη αποκλειστικά η Demeter.
"Μην την κάψεις με το φορτηγό, σε παρακαλώ,» την ικέτευσε σχεδόν η κοπέλα, αφήνοντας μερικά δάκρυα να κυλήσουν στα μάγουλά της.
«Γνωρίζω να τιμώ αυτούς που αξίζουν τιμή,» απάντησε αυστηρά. «Πήγαινε μέσα κι όταν τελειώσεις με το συμμάζεμα, πάρε χλώριο κι οινόπνευμα και πέρασε όλες τις επιφάνειες σε όλο το σπίτι. Δεν πρέπει να μείνει κανένα ίχνος ή δακτυλικό αποτύπωμα. Και πες σε κάποια να σου δέσει το χέρι. Δεν μπορούμε να γεμίσουμε αίματα τον τόπο.»
Η Mera ένευσε και έτρεξε κοντά στις υπόλοιπες, αφήνοντας τη Demeter να ασχοληθεί με το πτώμα, το οποίο αργότερα βρήκαν στο πορτμπαγκάζ του τζιπ, τυλιγμένο με σεντόνια και κορδέλες.
Μέσα σε μια μόνο ώρα, οι εντολές της είχαν εκτελεστεί κατά γράμμα, αν κι η Αρχηγός πέρασε από κάθε δωμάτιο του σπιτιού και του κρησφύγετου, για να επιθεωρήσει η ίδια. Έπειτα, διέταξε να σφουγγαρίσουν όλα τα πατώματα με χλωρίνη, για να μη μείνει κανένα απολύτως ίχνος τους. Στο κρησφύγετο, έσπασε όλες τις μεγάλες οθόνες που δεν μπορούσαν να μεταφέρουν και κατέστρεψε τις κάρτες μνήμης των υπολογιστών που ήταν συνδεδεμένοι μαζί τους.
«Η Ashley μου έχει δώσει αντίγραφα για όλα τα δεδομένα,» ήταν η μόνη της εξήγηση στις υπόλοιπες, που την κοιτούσαν έντρομες να καταστρέφει πανάκριβα και πολύτιμα εργαλεία.
«Επιβιβαστείτε,» διέταξε ξανά, μόλις η καταστροφή ολοκληρώθηκε.
«Πού πάμε;» Τόλμησε να ρωτήσει η Stephanie.
"Κάπου που σίγουρα δε θα μας βρουν.»
Κλείδωσε το ολοκάθαρο σπίτι, ενεργοποίησε τον οικιακό συναγερμό, κλείδωσε τρεις φορές το απογυμνωμένο από όπλα και ίχνη κρησφύγετο και έβαλε μπρος τη μηχανή του τζιπ, φεύγοντας πρώτη. Σε απόσταση ασφαλείας ακολούθησαν κι οι υπόλοιπες, πάνω στις τέσσερις μηχανές τους.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Οι κηδείες του Xavier και της Cara συμφωνήθηκε να τελεστούν μαζί. Τόσο η μητέρα του Xavier όσο κι οι γονείς της Cara ήταν βέβαιοι πως αυτό θα ήθελαν κι οι εκλιπόντες. Η τελετή ήταν σεμνή και ουσιώδης, χωρίς περιττές επιδείξεις για το θεαθήναι ή άχρηστες υπερβολές. Ως βαθιά θρησκευόμενες και οι δυο οικογένειες, ο καθολικός ιερέας δεν έκρυψε τα δάκρυα του κατά τις νεκρικές του δοξασίες, όπως κι οι ψάλτες.
Cara Faye, ετών είκοσι έξι. Xavier Button, ετών είκοσι οχτώ. Τον επικήδειο της έβγαλε ο μεγάλος αδελφός της, Matt Faye, ενώ τον δικό του ανέλαβε ο Hal. Η ομάδα των αστυνομικών όσο κι προσπάθησε δεν κατόρθωσε να ακούσει ούτε λέξη των επικηδείων, γιατί οι λυπητερές σκέψεις του πένθους κατέκλυζαν τον νου και τους συνέθλιβαν τις αισθήσεις. Όταν μάλιστα έφτασαν στο νεκροταφείο κι εναπόθεσαν τα φέρετρα στους τάφους, πολύ κοντά στον τάφο του κυρίου Spencer, οι δυο μητέρες λύθηκαν σε νέους λυγμούς και σωριάστηκαν η μια στην αγκαλιά του άνδρα της κι η άλλη στην αγκαλιά της Helena, που σαν κόρη τη στήριξε.
«Σαν χθες μου φαίνεται έθαψα τον αδερφό μου και τώρα θρήνο το παιδί μου,» έλεγε και ξαναέλεγε η κυρία Letitia, ενώ η ανάσα της χτυπούσε τον λαιμό της Helena και τα δάκρυα έλουζαν τη μαύρη της λεπτή ζακέτα. Στεκόταν ακίνητη και σταθερή, έρεισμα στον πόνο της μάνας, χωρίς να μην τραντάζεται ενίοτε από τους δικούς της πνιχτούς λυγμούς.
«Η Cara ήταν γεμάτη χαρά,» μονολόγησε ο Neil, καθώς η παρέα τους έπινε έναν καφέ σε μια καφετέρια μετά τις κηδείες. Αν κι η κυρία Letitia θέλησε για άλλη μια φορά να τους κάνει το τραπέζι, αρνήθηκαν ευγενικά, κατανοώντας τη δυσμενή της θέση, δεσμευόμενοι ότι θα κανόνιζαν για μια άλλη ημέρα. «Δεν αρνούταν ποτέ καμία βοήθεια ούτε παραπονιόταν για το οτιδήποτε. Μονάχα ορισμένες φορές νοσταλγούσε τις ημέρες που ήταν τροχονόμος. Μισούσε τη στάσιμη δουλειά στο γραφείο.»
Γέλασαν πικρά οι φίλοι κι ο Doug έβαλε ένα υποστηρικτικό χέρι στον ώμο του. Καταλάβαινε το δράμα του κι επιθυμούσε να τον ανακουφίσει, αν και δε γνώριζε τον τρόπο. Το κενό της απώλειας της Cara δε θα αναπληρωνόταν εύκολα και θα έμενε για καιρό στην ψυχή του, ίσως και να σάπιζε.
«Η Cara μπήκε στο Σώμα για να γίνει Επιθεωρητής Ντετέκτιβ, έτσι μου είχε εκμυστηρευτεί,» πρόσθεσε λυπημένα η Helena. "Αν είναι δυνατόν, ο αγαπημένος της χαρακτήρας του Sherlock Holmes ήταν ο Lestrade, ζήλευε τη δουλειά του και αδημονούσε να την αποκτήσει. Πράγματι, η δουλειά της γραμματέως της προκαλούσε ανία αφόρητη!»
«Ο Xavier ήταν ο λιγότερο συμπαθής όλων μας,» συνέχισε για τον Xavier ο Doug. «Όχι μόνο επειδή ήταν ανιψιός του Spencer μα και γιατί ήταν επηρμένος κι ονειρευόταν προαγωγές. Τον χλεύαζα για αυτό, δεν περίμενα ποτέ ότι θα ωρίμαζε τόσο πολύ και τόσο απότομα.»
«Έπρεπε να πεθάνει βίαια ο κύριος Spencer για να του συμβεί, αλλά άλλαξε κι έγινε καλύτερος,» συμπλήρωσε ο Hal. "Είναι τραγικό το γεγονός ότι χάθηκε χωρίς να ανακαλύψει περισσότερο τον νέο του χαρακτήρα.»
«Στην υγεία του Xavier και της Cara," ύψωσε το φλιτζάνι με τον αχνιστό καφέ του ο Grant.
«Είθε να αναπαυθούν εν Ειρήνη,» συμπλήρωσαν κι οι άλλοι τέσσερις, προτού πιούν τους σχεδόν καυτούς καφέδες.
Ήταν Ιούλιος πια κι η μέρα ιδιαίτερα θερμή για τα δεδομένα της Αγγλίας. Δεν υπήρχε προφανής λόγος παραγγελίας ζεστών ροφημάτων, πέρα από την αδιανόητη παγωνιά που ένιωθαν εκείνη την ημέρα στις ψυχές τους.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Έθαψαν την Ashley το ξημέρωμα σε ένα νεκροταφείο έξω από το Cardiff κι η Demeter μαζί με τη Mera σκάλισαν σε μια μαρμάρινη πλάκα σε σχήμα σταυρού το όνομα και την ηλικία της. Ashley Blonde, ετών είκοσι πέντε. Τον λάκκο έσκαψαν η Eve και η Stephanie, ενώ μόνη της η Demeter τον κάλυψε με χώμα.
Αμέσως μετά το πέρας της διαδικασίας, στάθηκαν όλες τους για λίγα λεπτά πάνω από τον τάφο σε απόλυτη σιωπή και μόνο όταν έδωσε το έναυσμα η Demeter, επέστρεψαν στο τζιπ και γύρισαν στο νέο τους κρησφύγετο, πολύ μικρότερο αλλά βολικότερο του προηγούμενου.
Η Eve και η Mera αποσύρθηκαν στα δωμάτια τους για να ξεκουραστούν από τη συναισθηματική φόρτιση -αφού πρώτα βρήκαν κάτι φαγώσιμο στο ψυγείο- ενώ η Stephanie έμεινε με τη Demeter.
«Eve, άλλαξε της επίδεσμο!» Διέταξε κοφτά η Αρχηγός. «Δε γίνεται να τρέχει αίμα συνέχεια από αυτό το χέρι!»
«Όπως θέλεις,» απάντησε μηχανικά η κοπέλα.
«Έλα,» είπε στην Υπαρχηγό η Demeter, όταν απομακρύνθηκαν αρκετά. «Πρέπει να φτιάξουμε μια καινούργια διαδρομή προς το παλάτι, τώρα που άλλαξε το σημείο εκκίνησης.»
«Τι;» Την κοίταξε έκθαμβη κι απορημένη η πρώην δικηγόρος. «Ακόμα σκέφτεσαι αυτό το ηλίθιο σχέδιο;»
«Τι άλλο θέλεις να σκέφτομαι;»
«Σήμερα θάψαμε το πιο αθώο μέλος μας!» Ξέσπασε σε λυγμούς ταυτόχρονα εκείνη. «Ένα κορίτσι που δεν είχε βλάψει ποτέ κανέναν, ούτε είχε τραυματικό παρελθόν όπως εγώ κι εσύ! Ήθελε μόνο τα λεφτά για να δημιουργήσει το μέλλον της όπως το επιθυμούσε κι αυτό το μέλλον το έχασε για πάντα!»
«Συμβαίνουν αυτά,» αποκρίθηκε ψυχρά η Demeter. «Είναι άλλη μια παράπλευρη απώλεια και δεν μπορώ να το αλλάξω. Περισσότερο ανησυχώ για το πόσα πρόλαβε να διαρρεύσει η καταδότρια για εμάς και για το σχέδιο.» Χασκογέλασε και χτύπησε τη γροθιά στην παλάμη της. «Στο είχα πει· να μη μοιραστούμε μαζί τους κανένα απολύτως σχέδιο, παρά μόνο πριν την εκτέλεσή του. Εσύ επέμενες να τους τα λέμε όλα, για να δημιουργήσουμε ένα κλίμα εμπιστοσύνης και πράσσειν άλογα! Αυτά τα κουραφέξαλα μας διέλυσαν και τώρα δεν έχω κανέναν τρόπο να μάθω ούτε πόσα ξέρει η Scotland Yard, ούτε πόσοι πράκτορες της CIA είναι στο κατόπι μας! Έχασα τον έλεγχο της κατάστασης και εξοργίζομαι όταν συμβαίνει αυτό!»
Χτύπησε τη μπουνιά της στον τοίχο με δύναμη, ώστε η δόνηση της κρούσης έκανε τα τύμπανα των αυτιών τους να πάλλονται ακανόνιστα.
«Πράγματι, Demeter," είπε αργά και σταθερά η Stephanie, ενώ δάκρυα ακόμα έτρεχαν από τα μάτια της. «Έχασες κάθε έλεγχο ακόμα και σε εμένα, την πιο πίστη υποτελή σου. Παραιτούμαι, Demeter. Θα φύγω από εδώ, θα πάρω το παιδί μου και θα εξαφανιστώ. Μην ανησυχείς, ξέρω πολύ καλά να κρατήσω το στόμα μου κλειστό. Δεν κινδυνεύει το σχέδιο σου από εμένα, που προφανώς είναι το μόνο που σε νοιάζει.»
Και καθώς η Stephanie έπαιρνε τον σάκο με τα πράγματά της κι από όλα τα όπλα μόνο το τόξο της, η Demeter γρύλισε με μια ιαχή ανατριχιαστική, κοιτάζοντας μόνο τον τοίχο.
«Στον Διάολο! Στον Διάολο να πας, στην Κόλαση κι ακόμα παρακάτω! Δε με νοιάζει! Τώρα αποδεικνύεις πόσο λιγόψυχη κι ασήμαντη είσαι! Τώρα αποδεικνύεις περίτρανα ότι εκείνη η φοβισμένη γυναίκα που βρήκα στον δρόμο δεν άλλαξε καθόλου. Λυπάμαι για την εμπιστοσύνη που σου είχα δείξει τόσα χρόνια!»
Η Stephanie δεν είπε λέξη, ούτε γύρισε να την κοιτάξει καν. Απλώς άνοιξε την εξώπορτα κι έφυγε μαζί με τη μηχανή και τα πράγματα της.
Σωριάστηκε στο πάτωμα η Αρχηγός μετά την έξοδό της και πάλευε να συγκεντρώσει τις σκέψεις της, για να βρει μια λύση στα αμέτρητα προβλήματα που άξαφνα είχαν προκύψει, κρατώντας το κεφάλι σε άμεση επαφή με το κρύο δάπεδο. Το κυριότερο όλων ήταν το πώς θα μάθαινε τι γνώριζαν για εκείνες οι μπάτσοι και για αυτό βρήκε τη λύση μετά από ελάχιστη ώρα περισυλλογής.
«Mera!" Ούρλιαξε σχεδόν κι η νεαρή εμφανίστηκε μπροστά της αμέσως, με ένα βλέμμα απορίας για την οριζοντιωμένη στάση της.
«Τι έγινε; Πού είναι η Stephanie;"
"Να πας να βρεις τον μπάτσο γκόμενο σου και να του αποσπάσεις πληροφορίες,» πρόσταξε απτόητη η Αρχηγός. «Μάθε πόσα τους έχει πει η προδότρια για εμάς.»
«Εντάξει, μα πού είναι η Stephanie;"
"Πήγε να δει τον γιο της, σου αρκεί;»
Η Mera δεν απάντησε, μόνο πέρασε στα ενδότερα του σπιτιού για να βρει το κινητό της και να καλέσει τον Doug. Μετά από αυτό τον τυφώνα γεγονότων που την είχαν συνταράξει, μια συνάντηση με εκείνον της φαινόταν σαν όαση μέσα στην έρημο.
Όταν πήρε το κινητό, θυμήθηκε το χτυπημένο της χέρι και καθώς αναζητούσε την επαφή, αναρωτιόταν ποιά δικαιολογία θα χρησιμοποιούσε για αυτό.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
«Σας ευχαριστώ πολύ που ήρθατε τόσο γρήγορα μετά τις κηδείες,» ξεκίνησε ο Sigurd με φωνή ήρεμη και μαλακή. «Γνωρίζω ότι δεν είναι η καλύτερη στιγμή να μιλάμε για δουλειά, όμως δεν μπορεί να περιμένει.»
«Είναι η καλύτερη στιγμή,» διαφώνησε ο Doug. "Σε ευχαριστούμε που μας κάλεσες στο σπίτι σου. Η δουλειά είναι η μοναδική απόσπαση πλέον.»
«Ωραία,» σχολίασε ο Sigurd, προτού προχωρήσει για το κοινό των τεσσάρων αστυνομικών. «Πρέπει να με βοηθήσετε να ερευνήσουμε την Grace Gustin. Είναι ο μόνος μας σύνδεσμος με τη συμμορία κι όσο περισσότερο την αποκαλύψουμε τόσο πιο κοντά θα βρεθούμε κοντά στα υπόλοιπα μέλη.»
«Από πού ξεκινάμε;» Ρώτησε αποφασιστικά ο Grant και στα μάτια όλων κυριαρχούσε η ίδια ακριβώς αποφασιστικότητα.
Οι πέντε αστυνομικοί κι ο Sigurd αφιερώθηκαν στην έρευνα για περίπου δυο ώρες. Αναζήτησαν όλο το Διαδίκτυο για την ίδια, όλα τα μέλη της οικογένειας της και τους φακέλους τους στην αστυνομία. Στράφηκαν σε όλους τους γνωστούς φίλους της, τους εργοδότες μέχρι και τους ερωτικούς της συντρόφους. Κάποια στιγμή, χτύπησε το τηλέφωνο του Doug και μόλις είδε το όνομα της Mera στην αναγνώριση κλήσης, ζήτησε ευγενικά συγγνώμη κι αποσύρθηκε στο μπάνιο του σπιτιού, για να μιλήσει ελεύθερα και ήσυχα.
«Καλησπέρα. Με συγχωρείς που δε σε έχω καλέσει εδώ και δυο ημέρες αλλά έχουν γίνει τόσα πράγματα, που ούτε να κοιμηθώ δεν προλαβαίνω.»
«Καταλαβαίνω, Doug. Θέλω να σε δω. Μου λείπεις.»
«Κι εμένα μου λείπεις,» απάντησε χωρίς να κρύβει ένα γλυκό χαμόγελο. «Θέλεις να έρθεις στο σπίτι μου απόψε στις οχτώ;»
«Δε θα ήθελα τίποτα περισσότερο.»
«Υπέροχα, σε περιμένω λοιπόν,» δεν μπορούσε να συγκρατήσει τον ενθουσιασμό του ο Doug.
«Μετρώ τις ώρες ως τότε.»
Έκλεισαν απρόθυμα, μια που κι οι δυο έβρισκαν θαλπωρή ακόμα και στη φωνή του άλλου.
Με το που επέστρεψε από το μπάνιο για να επανέλθει στην έρευνα, χτύπησε το κινητό του Sigurd. Κοίταξε την οθόνη του νευριασμένος.
«Άγνωστος αριθμός,» γρύλισε. «Πάντοτε στις χειρότερες στιγμές τηλεφωνούν.»
Το σήκωσε νευρικά. Ωστόσο, μόλις άκουσε τη φωνή από την άλλη άκρη της γραμμής, το βλέμμα του σκοτείνιασε. Οι τέσσερις αστυνομικοί σταμάτησαν και παρακολουθούσαν τις κινήσεις του.
«Πώς μπορώ να ξέρω ότι είσαι αυτός που λες;»
Μετά από μισό λεπτό, γούρλωσε τα μάτια κι έβαλε το κινητό στο κέντρο του τραπεζιού σε ανοιχτή ακρόαση, νεύοντας στους υπόλοιπους να παραμείνουν σιωπηλοί.
«Πες μου όσα έμαθες από τη Grace Gustin."
«Πρώτα από όλα, θα σου πω ότι η Grace βρίσκεται στην υπηρεσία μας εδώ και τρεις μήνες. Την πλησιάσαμε όταν εντοπίσαμε τον ίδιο φάκελο που ανακαλύψατε κι εσείς. Έγινε πληροφοριοδότης μας για αυτή τη συμμορία λίγο πριν έρθει στη Central City."
Η Helena κάλυψε το στόμα με το χέρι της, συγκρατώντας το επιφώνημα έκπληξης. Ο μυστικός πράκτορας της CIA -που τόσο καιρό αναζητούσαν ατελέσφορα- μιλούσε μαζί τους στο τηλέφωνο. Ακόμα και οι ανάσες τους είχαν πάψει να ακούγονται.
«Τι σας είχε πει;» Ρώτησε ο Sigurd με φωνή σταθερή και αποφασιστική.
«Δυστυχώς, δεν μπορούσε να μοιραστεί μαζί μας λεπτομέρειες, διότι η Αρχηγός τους παρακολουθεί όλες τις συνομιλίες τους. Ωστόσο, μας είχε πει ότι η συμμορία τους αποτελείται από έξι άτομα -όλες γυναίκες- υπό την αρχηγία κάποιας Demeter. Το επίθετο της δεν το έμαθε ποτέ, πρόκειται για κρυψίβουλη κι επιφυλακτική γυναίκα.»
«Σε ευχαριστούμε πολύ για τις πληροφορίες,» είπε ειλικρινά ο Sigurd.
"Μη με ευχαριστείς. Είστε εκατό φορές καλύτεροι από εμάς να τις βρείτε και να τις οδηγήσετε στη δικαιοσύνη. Όχι επειδή είστε ικανότεροι, μα γιατί αυτή η υπόθεση έχει συνδεθεί μαζί σας προσωπικά· ζητάτε εκδίκηση και λύτρωση δικαίως και θα τις έχετε. Προχωρήστε τις έρευνες κι εγώ θα σας εποπτεύω.»
Έκλεισε το τηλέφωνο προτού προλάβουν να αντιδράσουν ή να τον ρωτήσουν οτιδήποτε.
«Αναγνωρίσατε τη φωνή;» Ρώτησε αμέσως ο Sigurd.
"Όχι,» απάντησε αμέσως ο Neil.
"Παρόλα αυτά, σίγουρα έχει υποστεί αλλοίωση,» υποστήριξε ο Grant. "Ακουγόταν υπερβολικά μπάσα.»
«Την επόμενη φορά που θα τηλεφωνήσει θα το διευθετήσουμε,» μουρμούρισε η Helena σκεπτική.
«Όλες τους γυναίκες,» είπε υπερήφανα ο Doug. "Σας το είχα πει από την πρώτη στιγμή και δε με πιστεύατε!»
«Τόσο, που αν δε σε είχα μπροστά μου, θα πίστευα ότι εσύ έκανες το τηλεφώνημα,» σχολίασε ειρωνικά ο Hal κι όλοι τους γέλασαν, εκτός από την Helena, που παρέμενε στωική.
Ο Doug κοίταξε το παλιό ρολόι με τον κούκο στον τοίχο του Sigurd. Κόντευε τέσσερις το απόγευμα. Σε πέντε ώρες περίπου θα επανενωνόταν με την αγαπημένη του και μετά βίας άντεχε την αναμονή.
«Στην αυριανή μας συνάντηση θα ετοιμάσω έναν πίνακα για να γράφουμε με κατάλληλη σειρά και συγκέντρωση τα στοιχεία μας,» ακούστηκε να μουρμουρίζει πιο πολύ στον εαυτό του ο Sigurd δίπλα του κι επανήλθε στον αγωνιώδη παλμό του δωματίου.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Η Cara. Αιμόφυρτη, ετοιμοθάνατη, ανέπνεε με δυσκολία κι αυτή η δύσπνοια τον σκότωνε. Ο πόνος της μπορούσε να τον τρελάνει. Έτρεμε στα χέρια του κι έτρεμε κι εκείνος. Έδιωξε με το χέρι του τα δάκρυα από τα μάτια. Δε γινόταν να κλάψει εκείνη τη στιγμή, δεν ήθελε να τον δει να κλαίει.
Ένιωθε το αίμα να βρέχει τα ρούχα και τα χέρια του. Δεν τον ενδιέφερε καθόλου. Την έσφιξε ακόμα περισσότερο πάνω του, λες κι ήθελε να την ανακουφίσει, να πάρει την οδύνη από εκείνη και να την επωμιστεί ο ίδιος. Έλιωνε η ψυχή κι η καρδιά του βλέποντας τη να χάνει λίγο από τη ζωή της κάθε στιγμή. Ξαφνικά, τα δευτερόλεπτα έγιναν αιώνες και κυλούσαν βασανιστικά, σαν όλος ο κόσμος γύρω τους κυλούσε απίστευτα αργά, σαν αργή κίνηση στις ταινίες. Η ματιά της φάνηκε να χάνει την εστίαση της και θόλωσε, ενώ μια μια οι αισθήσεις της χάνονταν, εξασθενούσαν, έσβηναν σαν τρεμάμενες φλογίτσες. Η δύναμη της διαλυόταν σταδιακά κι όλο και πιο μουδιασμένη φαινόταν, καθώς το χρώμα την εγκατέλειπε και το πρόσωπο της χλώμιαζε.
Μονάχα τα μάτια της· εκείνα έμεναν ίδια· το ίδιο γαλανά, το ίδιο ζωντανά κι εύθυμα. Αποφάσισε εκείνη να ήταν η τελευταία του εικόνα, η εικόνα των απαράλλαχτων ματιών της, που ποτέ δεν άφηναν τα δικά του μέσα στον αποπροσανατολισμό τους.
Του μίλησε. Δεν μπορούσε να διακρίνει τίποτα, γιατί τα λόγια της αναμειγνύονταν με φωνές, λυγμούς και πυροβολισμούς από το περιβάλλον γύρω τους. Μερικές φράσεις μονάχα μπόρεσε να αποσώσει.
"Μαύρες μπότες... Ασημένιο αστέρι... Ειδική παραγγελία... Μας το είχε πει η ίδια..."
Ο Neil πετάχτηκε στον ύπνο του, μούσκεμα στον ιδρώτα και με δάκρυα να κυλούν από τα μάτια του ασυγκράτητα. Ήταν μόνος, στην άδεια του κρεβατοκάμαρα στο άδειο σπίτι του. Ξαναζούσε εφιαλτικά τον θάνατο της Cara όπως ακριβώς και την προηγούμενη νύχτα. Όμως, εκείνα τα λόγια, που είχε κατορθώσει μέσα στη λύπη και την οδύνη του να θάψει στο υποσυνείδητό του, δεν είχαν αναδυθεί την προηγούμενη νύχτα. Παρέμεναν βαθιά κρυμμένα ως εκείνη τη στιγμή κι ήρθαν να του στοιχειώσουν το μυαλό. Ποιας μπορούσε να εννοεί η Cara; Ποιά φορούσε εκείνες τις ιδιόρρυθμες μπότες;
Ενστικτωδώς, άρπαξε το κινητό του, βρήκε τον αριθμό του Doug και τον κάλεσε.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Αυτό ήταν το κεφάλαιο. 4070 λέξεις, πολύ μεγάλο για τα δεδομένα του ΧΕΡΙΑ ΨΗΛΑ.
Πώς σας φάνηκε;;;;
Στο επόμενο έχουμε μια φαινομενικά ασήμαντη ανάμνηση που έρχεται στο φως και φέρνει τα πάνω κάτω στην έρευνα των αστυνομικών, ενώ η Demeter προσπαθεί να μαζέψει τα κομμάτια της... Τέλος, μια συνάντηση-έκπληξη που δεν περιμένατε!!!!
Τα λέμε στο επόμενο κεφάλαιο!!!!
Μέχρι τότε να είστε όλοι καλά και να προσέχετε τους εαυτούς σας μένοντας σπίτι! Πώς πάει η καραντίνα παρεπιπτόντως;
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top