Two

8 χρόνια αργότερα

Το πρωινό είχε σερβιριστεί και ο κόμης με τον Ντάρσυ βρίσκονταν ήδη στην τραπεζαρία.
Η Φελίσια όπως κάθε πρωί βρισκόταν στο δωμάτιο του  να το συμμαζέψει,όσο εκείνος έπαιρνε το πρωινό του.
Είχε ανοίξει τα παράθυρα να μπεί το καθαρό αεράκι του Μάη που μοσχοβολούσε απ'τα φρέσκο ανθισμένα λουλούδια.

"Που  βρίσκεται αυτός?",ο λόρδος Μάξγουελ ήταν αυστηρός πατέρας για τους γιους του,μα περισσότερο με τον Έντουαρντ που λόγο ηλικίας είχε αρχίσει τα ξενύχτια με τους φίλους του,ξημεροβραδιαζόταν​ στις ταβέρνες και στις λέσχες όπου έπαιζε χαρτιά ή έπινε και στη χειρότερη πολλές φορές δεν γυρνούσε καν σπίτι γιατί όλο και κάποια συντροφιά έβρισκε να περάσει την νύχτα του.

"Κοιμάται θαρρώ",απάντησε διστακτικά ο Ντάρσυ που συνήθιζε να καλύπτει τις αταξίες  του αδερφού  του τις νύχτες που έμενε εκτός.

"Είναι 26 χρονών και δεν νοιάζεται να βρει μία κοπέλα να νοικοκυρευτεί, παρά γυρνάει με τη μία και με την άλλη. Γνωρίζεις ότι τελευταία βγαίνει με την κόμισσα του Άρντεν?".

Ο Ντάρσυ γνώριζε πολύ καλά πως ο αδερφός του βγαίνει με τη χήρα κόμισσα, όπως γνώριζε πως δεν ήταν κάτι σοβαρό και απλά περνούσε τον καιρό του. Μαζί της άλλωστε δεν είχε υποχρεώσεις πέρα από το να την ικανοποιεί ερωτικά που ήταν και το μόνο που  η ίδια αποζητούσε, γι'αυτό άλλωστε είχε επιλέξει έναν άντρα πολύ μικρότερο της.

"Φήμες πατέρα,δεν χρειάζεται να κρατάς ότι ακούς από ανούσιος κουτσομπόλιδες ανθρώπους που βρίσκουν ευχαρίστηση με το να ασχολούνται με τις ζωές των άλλων. Ο Έντουαρντ έτυχε να γνωρίσει την κόμισσα σε ένα χορό και τη συνάντησε σε κάποια άλλη δεξίωση άλλες δύο φορές. Αυτό είναι όλο. Δεν το λες και σχέση".

Ο κόμης κοίταξε το γιο του και κούνησε το κεφάλι, "πόσο ακόμα θα τον καλύπτεις Ντάρσυ?",είπε χαμογελώντας και του χάιδεψε τα μαλλιά.
Τον αγαπούσε πολύ και ένιωθε πως τουλάχιστον αυτός ο γιος τον έκανε περήφανο. Εξαιτίας του είχε παρατήσει τη δουλειά και είχε αφιερώσει τη ζωή του στο να τον φροντίζει, έστω κι αν δεν του το είπε ποτέ ανοιχτά.

Ο Έντουαρντ έκανε την εμφάνισή του μετά από λίγο,με τα πουκάμισα του έξω απ' το παντελόνι του και τα μαλλιά του ανάκατα.

"Καλημέρα",είπε μονάχα ενώ έβαλε σε μία μεγάλη κούπα τσάι και γέμισε το πιάτο του με αυγά και λουκάνικα από τον πρωινό   μπουφέ.

"Πρέπει να φύγω. Εμείς κάποια στιγμή Έντουαρντ  πρέπει να κάνουμε μία κουβέντα",με αυστηρό ύφος και χωρίς να αλλάξει έστω και λίγο τη στάση του πέρασε μπροστά από τον Ντάρσυ και όπως κάθε πρωί τον φίλησε τρυφερά στο κεφάλι και αποχώρησε αφού έριξε την αυστηρή ματιά του στον πρώτο.

"Τι έγινε,  πάλι με εμένα τα βάλε?"

"Είναι που θέλει να νοικοκυρευτείς επιτέλους".

Ο Έντουαρντ γέλασε και κοίταξε τον αδερφό του πονηρά. "Γιατί να το κάνω αφού περνάω καλά κι έτσι".

"Έμαθε για την κόμισσα",απάντησε με άνεση για να  δει τον Έντουαρντ  να πνίγεται και να φτύνει το τσάι του.

"Σκατά,από ποιόν?".

"Δεν είναι και δύσκολο βλάκα. Αφού ξημεροβραδιάζεσαι στο σπίτι της. Όλο και κάποιο μάτι θα σε έχει πάρει να μπαίνεις ή να βγαίνεις από εκεί".

"Μάλλον είναι καιρός να αποχαιρετήσω την καλή μου Άννα, αν και πολύ θα στεναχωρηθώ",είπε κάνοντας τον λυπημένο δήθεν, με θεατρινίστικο ύφος.
Ο Ντάρσυ γέλασε με τα τερτίπια του αδερφού του άλλη μία φορά ενώ κύλισε με τα χέρια την καρέκλα του προς το μεγάλο σαλόνι.
Στάθηκε στο παράθυρο και κοίταξε έξω τη φύση που είχε ντυθεί με τα ανοιξιάτικα της.
Ένιωσε το χέρι του Έντουαρντ να του σφίγγει τον ώμο και έβγαλε έναν αναστεναγμό.

"Να σου κανονίσω τίποτα αυτή τη βδομάδα?", τον ρώτησε  ενώ κοίταξε έξω εντυπωσιασμένος  κι εκείνος  με το καταπράσινο τοπίο. Το να μπορεί ο Έντουαρντ  να βγαίνει όποτε θέλει και να γυρνά χωρίς να χρειάζεται τη βοήθειά κανενός, έκαναν τα πάντα γύρω του μέρος της καθημερινότητας του και έτσι ποτέ δεν χρειάστηκε ως τώρα, να προσέξει κάτι τόσο απλό, όπως η ανθισμένη φύση. Τώρα όμως το είχε μπροστά στα μάτια του,το έντονο πράσινο σε αντίθεση με τα πολύχρωμα λουλούδια και ήταν ότι πιο όμορφο είχε αντικρύσει μετά τον πολύ δύσκολο από το κρύο, χειμώνα που είχαν περάσει.

"Ναι, σήμερα. Θέλω την ίδια όπως κάθε φορά".

Μπορεί ο Ντάρσυ  να ήταν καθηλωμένος στην αναπηρική καρέκλα χωρίς να μπορεί να περπατήσει,μα εκτός απ'τα πόδια του το υπόλοιπο σώμα του λειτουργούσε φυσιολογικά.
Ένιωθε την αντρική του φύση τόσο έντονα κάποιες φορές που του ερχόταν τρέλα. Ο Έντουαρντ κανόνιζε όποτε εκείνος το επιθυμούσε να τον πηγαίνει σε κάποιο σπίτι ,να συνευρίσκεται  με κάποιο κορίτσι, κάποια κοκότα που ήταν διατεθειμένη να ικανοποιήσει τις ορέξεις του.

"Το βράδυ λοιπόν",απάντησε και άφησε τον αδερφό του μόνο του να παλεύει με τους εφιάλτες του.

Οι μόνες φορές  που ο κόμης Μάξγουελ δεν γκρίνιαζε ήταν όταν ο Έντουαρντ έβγαζε έξω τον Ντάρσυ. Πονούσε για την κατάσταση του γιου του και κατά βάθος δεν είχε συγχωρέσει ποτέ τον εαυτό του για τα τρία χρόνια που είχε μείνει μακριά απ' το παιδί του. Που κατηγόρησε εκείνο για το θάνατο της αγαπημένης του συζύγου.

Αν και την πρώτη φορά που ο Έντουαρντ έβγαλε βόλτα τον Ντάρσυ και τον γύρισε πίσω τα ξημερώματα τύφλα στο μεθύσι έκανε μεγάλο σαματά, όταν έπειτα έμαθε πως εκείνο το βράδυ ο μικρός του γιος έγινε άντρας και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία, δεν μίλησε ποτέ ξανά.
Με την σύμφωνη γνώμη του έβγαιναν όλες τις επόμενες φορές,μα όχι κι εκείνες που ο Έντουαρντ έβγαινε μόνος.
Τότε ο κόμης έβρισκε κάτι να πει και να σχολιάσει. Ήθελε να δει το γιο του παντρεμένο με κάποια καλή κοπέλα της σειράς τους. Να κάνει οικογένεια και παιδιά.
Ο Έντουαρντ όμως είχε άλλη γνώμη και δεν είχε σκοπό να παραδοθεί τόσο εύκολα σε κάποια γυναίκα μένοντας το υπόλοιπο της ζωής του μόνο με αυτή.

Η Φελίσια αφού τελείωσε το δωμάτιο του Ντάρσυ κατέβηκε να κάνει τις υπόλοιπες δουλειές της.
Τον είδε να κάθεται μπροστά στο παράθυρο με τα χέρια σταυρωμένα στα πόδια του. Ήταν μελαγχολικός όπως τον περισσότερο καιρό και ξέροντας τον καλά η Φελίσια μπόρεσε να ξεχωρίσει τον πόνο του.

"Ντάρσυ παιδί μου,χρειάζεσαι κάτι?",παιδί της τον αποκαλούσε τις περισσότερες φορές,κι εκείνον δεν τον ενοχλούσε. Δεν τον ενοχλούσε καθόλου. Ίσα ίσα που κάθε φορά που άκουγε απ' το στόμα της τον τρυφερό της λόγο, τον έπιανε μία συγκίνηση. Ήξερε καλά πως της χρωστούσε τη ζωή του. Πώς μονάχα εκείνη τον αγάπησε απ' την πρώτη στιγμή που τον αντίκρυσε και έβαλε σκοπό της ζωής της να τον αναστήσει. Και τα κατάφερε. Στο τέλος τα ειχε καταφέρει.

"Έχει ψύχρα έξω Φελίσια?",τη ρώτησε μονάχα.

Εκείνη χωρίς να πάρει την άδεια του έπιασε την καρέκλα του και τον οδήγησε στον κήπο.
Το σπίτι μετά την αποδοχή του Ντάρσυ απ' τον κόμη,είχε διαμορφωθεί έτσι ώστε να μπορεί να κινηθεί παντού,σε όποιο χώρο ήθελε.
Μονάχα κάποιος τον κατέβαζε απ'τον επάνω όροφο επειδή υπήρχαν σκάλες. Οπουδήποτε αλλού, μπορούσε να κινηθεί μονάχος του,μα τις πιο πολλές φορές αρνιόταν να το κάνει.

Ο ήλιος τον τύφλωσε και έκλεισε τα μάτια απότομα κάνοντας μία γκριμάτσα.
Η Φελίσια γέλασε ενώ γύρισε την καρέκλα απ' την αντίθετη πλευρά.
Τον έκανε μία βόλτα γύρω σε όλο τον περίβολο του σπιτιού και σταμάτησαν μονάχα όταν πια η γυναίκα είχε κουραστεί.

"Πως με αντέχεις τόσα χρόνια Φελίσια? Δεν σε έχει κουράσει η κατάσταση μου?",πρώτη φορά της έλεγε κάτι τέτοιο και μόνο στο άκουσμα αυτών των λέξεων απ' το στόμα του, η καρδιά της σφίχτηκε.
Γύρισε την καρέκλα εμπρός της και χαμήλωσε ώστε να βρίσκονται στο ίδιο ύψος.

"Κοίτα καλά αυτό που θα σου πω. Ποτέ μα ποτέ ξανά να μην ξεστομίσεις τέτοια λόγια. Ποτέ με ακούς Ντάρσυ, ποτέ δεν θα κουραστώ να σε φροντίζω",του είπε και τον έσφιξε στην αγκαλιά της.
Αυτή η μοναδική, ανιδιοτελή αγάπη που ένιωθε η Φελίσια για τον Ντάρσυ δεν τη συναντούσε εύκολα κανείς.

Χάιδεψε τα μαλλιά της καθώς είχε ρίξει το κεφάλι της​ στο στήθος του.
"Καλή μου Φελίσια,δεν γνώρισα μάνα για να νιώσω την αγάπη της,μα στ' αλήθεια,δεν μου έλειψε αυτή η αγάπη ποτέ στα τόσα χρόνια",τα λόγια του χτύπησαν κατευθείαν στο κέντρο της καρδιάς της.
Προσπάθησε να συγκρατήσει τα δάκρυά της μα ήταν μάταιο. Κύλισαν στο πρόσωπό της κι εκείνος με την παλάμη του τα σκούπιζε ενώ δεν έμενε κι ο ίδιος ασυγκίνητος.

Το απόγευμα η Φελίσια τον βοήθησε να πάρει το μπάνιο του και έπειτα να ντυθεί.
Αν και γυναίκα δεν ήταν χαζή. Ήξερε πού πήγαινε ή μάλλον που τον πήγαινε κάθε τόσο   ο Έντουαρντ.
Κάθε φορά λοιπόν που της έλεγε πως θα βγει φρόντιζε να τον περιποιηθεί ώστε παρ' ότι ήταν καθηλωμένος στο καροτσάκι να μην περνάει απαρατήρητος απ' τις γυναίκες. Έστω και τις γυναίκες αυτού του είδους.
Δεν περνούσε όμως. Ήταν πολύ όμορφος,πιο πολύ απ' τον αδερφό του και το σώμα του με εξαίρεση τα πόδια του ,ήταν σφιχτό και καλό γυμνασμένο.
Ο Έντουαρντ είχε ένα χώρο στο σπίτι που γυμναζόταν ο ίδιος και πολλές φορές βοηθούσε τον Ντάρσυ να γυμναστεί κι εκείνος.
Έτσι ο νέος σηκώνοντας βάρη και κάνοντας διάφορες ασκήσεις που του επέτρεπε η κατάσταση του,είχε αποκτήσει γεροδεμένες πλάτες και μπράτσα που θα ζήλευαν πολλοί. Η κοιλιά του ήταν σφιχτή και το μόνο που ήταν αταίριαστο με το υπόλοιπο σύνολο πάνω του ήταν τα αδύναμα πόδια του.

"Για να σε δω. Α! Τούτος εδώ Φελίσια θα μας κλέψει όλα τα κορίτσια",είπε ο Έντουαρντ δήθεν παραπονιάρικα, πηγαίνοντας να πάρει τον αδερφό του απ' το δωμάτιο.
Η γυναίκα γέλασε με το σχόλιο του και έδεσε το λαιμοδετη του, πρώτου τον αφήσει να φύγει.
Στην έξοδο ο κόμης χαιρέτησε τους γιους του και για το τυπικό τους υπενθύμισε να μην πιουν πολύ και να μην αργήσουν.

Ένα ήταν το στέκι τα βράδια που έπαιρναν τον Ντάρσυ μαζί τους ο Έντουαρντ κι οι φίλοι του.
Το σπίτι της μαντάμ Κλαρίς με την μεγαλύτερη ποικιλία σε κορίτσια απ' όλο τον κόσμο.
Η ίδια ήταν γαλλίδα και είχε βρεθεί στο Λονδίνο μετά από έναν μεγάλο έρωτα με ατυχές τέλος και την αυτή κατάληξη για εκείνη.

Όλη η καλή κοινωνία της πόλης πήγαινε στο σπίτι της, είτε για ποτό και κουβέντα,είτε για χαρτιά και σκάκι,είτε για να συνεβρεθεί ερωτικά με κάποιο απ' τα κορίτσια της.

"Καλώς τα όμορφα αγόρια. Ντάρσυ χρυσέ μου,πόσο μας έλειψες",είπε και σκύβωντας στο αυτί του πρόσθεσε ψυθιριστά, "της Μάτα ακόμη περισσότερο".

Η Μάτα ήταν επίσεις γαλλίδα, γύρω στα 28, μελαμψή με μακριά κατάμαυρα ίσια μαλλιά και καταπράσινα μάτια σαν πολύτιμα σμαράγδια. Φήμες έλεγαν πως είχε τσιγγάνικο αίμα ενώ κάποιοι δεν την πλησίαζαν καν από φόβο μην τους καταραστεί.
Ο Ντάρσυ πάλι την πρόσεξε απ' την πρώτη κιόλας στιγμή και την ξεχώρισε ανάμεσα απ' όλα τα άλλα κορίτσια με δέρμα ωχρό και αδιάφορο, χωρίς καμία σπιρτάδα στο ύφος τους.
Εκείνη ήταν ξεχωριστή όπως ξεχωριστός ήταν κι ο ίδιος.

Δεν χρειαζόταν καν να την κλείσουν για τον Ντάρσυ,αφού όποτε εκείνος ερχόταν στο σπίτι εκείνη άφηνε οποιονδήποτε πελάτη για να βρεθεί κοντά του.
Έτσι και σήμερα,όταν οι νεαροί μπήκαν στην αίθουσα η Μάτα τον ξεχώρισε απο μακριά κι ας μην φαινόταν καλά, καθισμένος στην καρέκλα του.
Με ένα νεύμα της μαντάμ Κλαρίς η Μάτα βρέθηκε κοντά του και αφού έκατσαν για λίγο με τους υπόλοιπους της παρέας δεν άργησαν να πάνε στα ιδιαίτερα δωμάτια του σπιτιού.

Ήταν δυνατός άντρας ώστε να ανέβει  από την καρέκλα του και να κάτσει στο κρεβάτι. Μετά εκείνη τον βοηθούσε χωρίς να βαρύγκομήσει λεπτό,να ξαπλώσει και να βγάλει όλα του τα ρούχα.
Ήταν γοητευμένη από εκείνον,ίσως γιατί ποτέ δεν την είδε σαν πόρνη. Ίσως γιατί η επαφή τους ήταν αναγκαία και για τους δυό τους.
Και στο τέλος πάντα κούρνιαζε στην αγκαλιά του και μπερδεύοντας τα δάχτυλα της στις σγουρές τρίχες στο στήθος του τον χάιδευε τρυφερά ενώ κάναν ατέλειωτες συζητήσεις.
Μετά πάλι τον βοηθούσε να ντυθεί και αφού κατέβαζε τα πόδια του απ'το κρεβάτι και έφερνε την καρέκλα κοντά του, μόνος πια,επέστρεφε στη γνώριμη θέση του.

Βγήκαν απ'το δωμάτιο και μπήκαν στην αίθουσα που κάθονταν όσοι ήθελαν να πιουν ή να καπνίσουν . Η μαντάμ φρόντιζε να έχει πάντα τον καλύτερο καπνό για να προσφέρει στους πελάτες της.

Ο Έντουαρντ χαμογέλασε στον αδερφό του και δίνοντας του ένα πούρο,έκανε χώρο για να κάτσει μαζί τους.
Μια άλλη κοπέλα έφερε αμέσως ένα ποτήρι με πάγο για τον Ντάρσυ και κάποιος άλλος απ' την παρέα έριξε το χρυσάφι υγρό και του πρόσφερε να πιει.

"Αλήθεια Έντουαρντ έχω μία απορία. Τι κάνει ο αδερφός σου όταν πηγαίνει στα ιδιαίτερα με τη Μάτα?",ο Νόρτον Τσάπλιν αιώνιος εχθρός του Έντουαρντ δεν έχανε ευκαιρία να τον ενοχλεί με τη θρασύτητα και την κακία του.
Ο Έντουαρντ πετάχτηκε ευθείς επάνω και πριν καν προλάβει ο Ντάρσυ να απαντήσει, η Μάτα που  από το πουθενά είχε κάνει την εμφάνισή της πρόλαβε εκείνη να απαντήσει στο κακόβουλο σχόλιο του.

"Γιατί δεν ρωτάς εμένα καλύτερα Νόρτον? Για να πάρεις την απάντησή μου,πολλά περισσότερα από όσο μπόρεσες ποτέ εσύ?",ο Νόρτον μην ανέχοντας μία τέτοια προσβολή αντέδρασε όπως θα περίμενε κανείς. Έριξε ένα δυνατό χαστούκι στο κορίτσι με αποτέλεσμα να χάσει την ισορροπία της και να πέσει κάτω χτυπώντας ελαφρώς το κεφάλι της.
Ο Ντάρσυ άρπαξε το χέρι του και με τη δύναμη που διέθετε τράβηξε προς το μέρος του τον Νόρτον ενώ με το άλλο χέρι του έριξε μία τόσο δυνατή μπουνιά που του έσπασε τη μύτη.

"Είπα να σε βοηθήσω αδερφέ,αλλά μάλλον δεν χρειάζεσαι τη βοήθειά μου",είπε χαριτολογώντας ο Έντουαρντ ενώ αρπάζοντας τον Νόρτον απ το σακάκι τον έβγαλε σχεδόν σέρνοντας τον μέχρι την έξοδο. Ο φίλος του Νόρτον ακολούθησε χωρίς να κανει την παραμικρή κίνηση να τον υπερασπιστεί. Τα χέρια του είχαν γεμίσει αίματα στην προσπάθεια του να δει πόσο κακό του είχε κάνει ο Ντάρσυ.

"Αν τολμήσεις κάθαρμα να μιλήσεις έτσι ξανά για τον αδερφό μου,την επόμενη δεν θα ζήσεις",ο Νόρτον έκανε μία γκριμάτσα μα περισσότερο γιατί πονούσε αφόρητα παρά γιατί ήθελε να ειρωνευτεί τον Έντουαρντ.

Επέστρεψε στην αίθουσα και είδε τον Ντάρσυ να παρηγορεί την Μάτα,ενώ όλες οι κοπέλες είχαν μαζευτεί γύρω της, άλλη παρηγορώντας τη και άλλη για να περιποιηθεί το τραύμα της.
Αργότερα αφού είχαν πιεί όλοι τους αρκετά επέστρεψαν σπίτι σχεδόν ξημερώματα και τύφλα στο μεθύσι.
Η Φελίσια όπως πάντα ήταν εκεί,να ξενυχτά περιμένοντας τον.
Τον έβαλε στο κρεβάτι με τη βοήθεια ενός υπηρέτη και του έβγαλε τα ρούχα. Πέρασε προσεκτικά τη νυχτικιά απ' το κεφάλι του και αφού τον σκέπασε, τον φίλησε στοργικά στο κεφάλι και σβήνοντας τη λάμπα έκλεισε την πόρτα απ' το δωμάτιο του και πήγε επιτέλους να ξεκουραστεί.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top