fourteen

Η γέννα κράτησε δέκα ολόκληρες ώρες και όταν πια η Φελίσια κατέβηκε κρατώντας στην αγκαλιά της τυλιγμένο το νεογέννητο βρέφος,η χαρά όλων μα και η ανακούφιση, ήταν μεγάλη.

Ο Έντουαρντ  κράτησε περήφανος​ στην αγκαλιά του το γιο του και αφού τον χαζεψε για λίγο, σήκωσε το βλέμμα στους υπόλοιπους και δήλωσε το όνομά του, Νικόλας Έντουαρντ Μάξγουελ.
Όλοι χειροκρότησαν και η Φελίσια πήρε πίσω στην αγκαλιά της το παιδί πηγαίνοντας το στη μητέρα του.
Ο Έντουαρντ την ακολούθησε θέλοντας να δει την Έιμι,να βεβαιωθεί πως ήταν καλά.

Ο Ντάρσυ αν και είχε χαρεί που όλα πήγαν καλά  για την Έιμι μα και για το μωρό, είχε μέσα του μεγάλο θυμό που δεν μπορούσε να τον διαχειριστεί.
Ο Σεμπάστιαν τον πλησίασε θέλοντας να δει αν είναι καλά μα δεν χρειάστηκε να ρωτήσει τίποτα, το ύφος του τα έλεγε όλα.

"Τι έχεις? Βλέπω πως  έχει χαθεί η χαρά με την οποία έφτασες. Τώρα κάτι άλλο κρύβει το πρόσωπό σου που θαρρώ πως δεν έχω ξαναδεί σε σένα".

Ο Ντάρσυ τον κοίταξε, ο Σεμπάστιαν ήταν ο μόνος άνθρωπος που κατάφερε να τον κάνει να του εμπιστευτεί πολύ προσωπικά του πράγματα. Ένα από αυτά ήταν τα κρυφά αισθήματα του για την Έιμι.
Του είχε πει τα πάντα,από την παιδική τους ηλικία έως και την κατάληξη που είχε η σχέση τους μετά την ανοησία της να φιλήσει τον Έντουαρντ μπροστά σε κόσμο.
Μέχρι εκεί όμως. Για την επιθυμία της Έιμι να του χαρίσει τον εαυτό της παρ' ότι αρραβωνιασμένη με τον Έντουαρντ τινάζοντας το γάμο στον αέρα,δεν του  είχε πει τίποτα.
Αυτό το είχε κρατήσει για τον εαυτό του μόνο. Και θα θελε όσο τίποτα μετά τα τελευταία πίκρα λόγια του Έντουαρντ,να του το τρίψει στο πρόσωπο. Όχι δεν είχε κερδίσει εκείνος την Έιμι με το σπαθί του.
Εκείνος είχε αποχωρήσει, παραχωρώντας τη στον αδερφό του. Ήταν με την Έιμι γιατί εκείνος το θέλησε κι αν ήθελε μπορούσε όσο εύκολα του την παραχώρησε τόσο εύκολα να τη διεκδικήσει και να την έχει.

Χτύπησε με δύναμη το χέρι του στο πόδι του, " για ότι γίνει από δω και μπρος, υπαίτιος δεν θα είμαι εγώ",είπε και κατέβασε μονορουφι το κονιάκ του.

Κράτησε την ψυχραιμία του κι εκείνη τη μέρα δεν θέλησε να κάνει καμία βιαστική κίνηση.
Κοιμήθηκε ήρεμα, με μόνη σκέψη εκείνη. Δεν ήταν εγωιστής,όχι, δεν θα έκανε ποτέ​ τίποτα  που θα πλήγωνε την Έιμι. Πόσο μάλλον τώρα που εκείνη είχε γίνει μητέρα.

Πέρασε μία εβδομάδα απ τη γέννα και η Έιμι είχε συνέλθει αρκετά. Δεν πονούσε πλέον τόσο πολύ και ήθελε όσο τίποτα άλλο να κατέβει στη σάλα. Ήθελε όσο τίποτα άλλο να τον δει. Όλοι την είχαν επισκεφθεί εκτός εκείνου.
Ακόμη κι ο Σεμπάστιαν,παρουσιάστηκε μπροστά της με λουλούδια και αφού της ευχήθηκε, της συστήθηκε, μιας και την ημέρα της άφιξης τους δεν είχε προλάβει να το κάνει.
Όμως ο Ντάρσυ δεν θέλησε να τη δει,αν και εκείνη δεν γνώριζε το λόγο και σκεφτόταν διάφορα,εκείνος είχε το σκοπό του που το έκανε.
Ήθελε να δει αν ακόμη την επηρεάζει. Αν ακόμη νιώθει πράγματα για εκείνον ή αν τον ξεπέρασε και πλέον αγαπούσε τον Έντουαρντ.

Ήταν όλοι μαζεμένοι στην τραπεζαρία όταν κατέβηκε. Ήταν πιο όμορφη από ποτέ. Η μητρότητα της ταίριαζε πολύ.
Ο Ντάρσυ την πλησίασε αμέσως πρώτου προλάβει ο Έντουαρντ να σηκωθεί να την υποδεχτεί, της άπλωσε το χέρι του κι εκείνη  καθώς το έπιασε ξαφνιασμένη με αυτή του την κίνηση,την τράβηξε απαλά μπροστά και της ψιθύρισε μόνο για τα δικά της αυτιά...

"Πάντα σου άρεσε να τραβάς την προσοχή μου με διάφορους τρόπους. Το κανες πάλι γεννώντας το παιδί σου με την άφιξη μου. Η μητρότητα σου πάει πολύ είσαι  πιο όμορφη από ποτέ αγαπημένη Έιμι", έσκυψε και φίλησε απαλά το χέρι της κάνοντας τα μάγουλα της να βαφτούν κόκκινα.
Ο Έντουαρντ διέκοψε απότομα τη στιγμή τραβώντας το χέρι της,ενώ έριξε ένα βλέμμα απορίας στον αδερφό του για να εισπράξει από εκείνον ένα ειρωνικό χαμόγελο.

Η κόντρα του μόλις είχε ξεκινήσει.

Προσπαθούσε να μην τον κοιτά μα όταν εκείνος βρισκόταν στο χώρο,δεν είχε μάτια για κανέναν άλλο.
Άσε που τη σκέψη της απασχολούσε η αναπάντεχη υποδοχή που της έκρυβε.
Ήταν φλερτ άραγε αυτό? Είχε καταλάβει καλά ή το μυαλό της της έπαιζε παιχνίδια.

Ο Ντάρσυ για πρώτη φορά δεν την απέφευγε,έβρισκε συνεχώς λόγους και αιτίες για να βρίσκεται κοντά της παραξενευοντας τη ακόμα περισσότερο.

Ο Έντουαρντ που είχε αναλάβει πλέον εξ ολοκλήρου τις επιχειρήσεις του πατέρα του δεν μπορούσε να λείψει,  να μην πάει στο γραφείο.
Το ότι άφηνε πίσω την Έιμι,μόνη με τον Ντάρσυ να τριγυρνάει στα πόδια της δεν του άρεσε καθόλου,όμως δεν μπορούσε να κάνει κι αλλιώς.

Κι ο Ντάρσυ εκμεταλλεύτηκε κάθε στιγμή αυτής του, της απουσίας.

"Μπορώ να μπω?",ήταν λίγο μετά το πρωινό,ο Έντουαρντ όπως κάθε πρωί είχε φύγει για τη δουλειά κι η Έιμι βρισκόταν στο δωμάτιο με το μωρό,που απασχολούσε σχεδόν ολόκληρο το 24ωρο της.

"Ντάρσυ? Τι έκπληξη κι αυτή. Πέρασε,παρακαλώ",τον είδε και ένιωσε τα πόδια της άχρηστα να μην μπορούν να κινηθούν.

Κρατούσε το μωρό στην  αγκαλιά της και το νανούριζε με όμορφα, τρυφερά λόγια.

"Ελπίζω να είναι ευχάριστη η έκπληξη,Έιμι".

Κίνησε την καρέκλα του προς το μέρος της και άπλωσε τα χέρια του εμπρός της.

"Μπορώ να το κρατήσω στην αγκαλιά μου? Με εμπιστεύεσαι?",της είπε κοιτώντας τη στα μάτια.

"Θα σου εμπιστευομουν και τη ζωή μου",του είπε εκείνη​,μα γρηγορα μετάνιωσε για την τόλμη της. Άφησε το παιδί στην αγκαλιά του και έκατσε στην πολυθρόνα κοντά του.

Τα λόγια της δεν πέρασαν αδιάφορα από εκείνον,κράτησε το μωρό στην αγκαλιά του και το χαζεψε για λίγα λεπτά.

"Είναι όμορφος πολύ. Είναι γλυκός και έχει τα όμορφα μάτια σου",την κοίταξε καθώς έλεγε τα τελευταία λόγια κάνοντας τα μάγουλα της να πάρουν μια ροδακινη απόχρωση.

"Είσαι ευτυχισμένη Έιμι?", πλησιάζοντας τη, άπλωσε να της δώσει πίσω το μωρό, αιφνιδιάζοντας τη με την ερώτηση του.

Ξάπλωσε  το βρέφος  στο λίκνο και στάθηκε μπροστά στο παράθυρο, χαζεύοντας έξω τα δέντρα που έμοιαζαν να χορεύουν στο φύσημα του αέρα.

"Έγινα μητέρα Ντάρσυ,ποια μεγαλύτερη ευτυχία από αυτή?",θέλησε να ξεγλιστρισει με την απάντηση της μα εκείνος δεν θα της το έκανε τόσο εύκολο.

"Σαν μητέρα είσαι ευτυχισμένη το βλέπω,μα σαν γυναίκα? Βρήκες αυτό που έψαχνες?".

Έπλεκε τα χέρια μεταξύ τους ψάχνοντας για τη σωστή απάντηση,μα το βάρος στην καρδιά της δεν της το επέτρεπε.

"Τι θες να μάθεις και με ρωτάς? Τι είναι αυτό που ζητάς από εμένα Ντάρσυ?",γύρισε και τον κοίταξε με μια μελαγχολία στο βλέμμα.

Την πλησίασε, στάθηκε μπροστά της και σηκώνοντας τα μάτια πάνω της, "σε βοήθησε η φυγή μου Έιμι?".

Τον προσπερασε αποφεύγοντας τον. Δεν ήξερε γιατί όλες αυτές οι ερωτήσεις. Που το πήγαινε,γιατί τώρα?

"Συγνώμη, δεν ήθελα να σε στεναχωρησω".

"Τι ζητάς? Γιατί τώρα όλες αυτές οι ερωτήσεις? Γιατί τώρα?".

Το τρομαγμένο και σαστισμένο ταυτόχρονα ύφος της, τον τάραξαν. Τι έκανε? Είχε την Έιμι μπροστά του, την γλυκιά Έιμι των παιδικών του χρόνων. Το κορίτσι που αγάπησε όσο καμία άλλη. Το κορίτσι που ο ίδιος έδιωξε μακριά του. Το κορίτσι, που δεν θα έπαυε ποτέ να  αγαπά.
Κι όλα αυτά γιατί? Για μια ανοησία? Τσίμπησε ο ανόητος στο δόλωμα που το πέταξε ο Έντουαρντ.

"Είμαι ένας ανόητος. Συγχωραμε  Έιμι", γύρισε να φύγει μα πριν φτάσει στην πόρτα εκείνη έτρεξε κοντά του.

"Στάσου...",γύρισε να την κοιτάξει. Τα μάτια της ήταν δακρυσμενα και έβγαζαν μια περίεργη θέρμη κοιτάζοντας τον.
Ήταν ξεκάθαρο μπορούσε να το δει στο βλέμμα της και μόνο πως τον αγαπούσε ακόμη. Εκείνον μόνο και όχι τον Έντουαρντ.
Είχε βρει την ευτυχία στο πρόσωπο του παιδιού που της χάρισε ο Έντουαρντ,όμως την προσωπική ευτυχία δεν την είχε βρει ακόμη.

Έβαλε το χέρι του πάνω απ το δικό της και το έσφιξε.

"Είναι ανόητο στ' αλήθεια. Συγχωραμε",της είπε πάλι κι έφυγε απ το δωμάτιο αφήνοντας της άλλη μια φορά με τη μοναξιά της.

Τρεις μέρες αργότερα ο Ντάρσυ έφυγε με τον Σεμπάστιαν για το Μπαθ.
Όλο αυτό που είχε ξεκινήσει μόνο για να κοντραρει τον αδερφό του τον είχε επηρεάσει περισσότερο από όσο πίστευε.

Η Έιμι του είχε ξυπνήσει όλα εκείνα τα συναισθήματα που είχε καταφέρει να θάψει τον τελευταίο χρόνο στο Παρίσι.
Δεν κοιμόταν τα βράδια ιδρωνε κάθε που έφερνε στο νου του το πρόσωπο της. Και τώρα τελευταία περισσότερο από ποτέ σκεφτόταν εκείνο το βράδυ που ημίγυμνη είχε ξαπλώσει δίπλα του προσφέροντας του τον εαυτό της.

Ανατριχιαζε ολόκληρος στη σκέψη του απαλού κορμιού της. Των τρυφερών χειλιών της.
Την ήθελε,την ήθελε όσο ποτέ πριν κι αν έμενε άλλο λίγο κοντά της δεν θα μπορούσε πλέον να της αντισταθεί.

Η Έιμι απ την άλλη έπεσε σε μελαγχολία μαθαίνοντας για τη φυγή του.
Δεν ήταν ανοητη μπόρεσε να το συνδέσει με τα λόγια που της είχε πει την τελευταία φορά που βρέθηκαν μόνοι οι δύο τους.
Την απέφευγε ο Ντάρσυ,όμως γιατί? Τι φοβόταν τόσο που τον έκανε να φύγει?

Κρατούσε το μωρό στην αγκαλιά της, πόση αγάπη είχε μέσα της για αυτό το μικρό πλασματακι. Κι έπειτα γυρνούσε το βλέμμα της στο Έντουαρντ. Αν ήταν να τον ειχε αγαπήσει ως τώρα θα είχε συμβεί. Μα ούτε το παιδί που της χάρισε  στάθηκε ικανό να την κάνει να τον αγαπήσει.

Και από τότε που επέστρεψε ο Ντάρσυ δεν τα θελε τα χάδια του.
Δεν αποζητούσε τον έρωτα του. Το μυαλό της απασχολούσε μονάχα ο Ντάρσυ.
Ο ένας και μοναδικός  έρωτας της ζωής της.

Μα σαν να μην έφτανε αυτό ο Έντουαρντ ένα  ακόμη βράδυ που θέλησε να κοιμηθεί​ μαζί της πήρε από εκείνη αρνητική απάντηση φέρνοντας σαν δικαιολογία το μωρό.

Την επόμενη η Έιμι,που δεν άντεχε άλλο τις συνεχείς προσπάθειες του να κατακτήσει το κορμί της,διέταξε τη Φελίσια να της ετοιμάσει ένα άλλο διαμέρισμα, μόνο για εκείνη και το μωρό.

Σε μεγάλους μπελάδες την έβαλε αυτή της η κίνηση που θύμωσε πολύ τον Έντουαρντ.

"Τι νομίζεις ότι κανείς Έιμι",εκείνο το απόγευμα που γύρισε απ τη δουλειά και δεν τη βρήκε στα διαμερίσματα τους το μυαλό του θολωσε.
Σαν έμαθε δε πως η γυναίκα του ζήτησε να της ετοιμάσουν άλλο δωμάτιο τρελάθηκε στην κυριολεξία.

"Έντουαρντ,γύρισες",άφησε το μωρό στο λίκνο και γύρισε προς εκείνον .

"Γιατί δεν είσαι στο δωμάτιο μας Έιμι τι στο καλό σημαίνουν όλα αυτά?".

"Το παιδί με απασχολεί πολύ Έντουαρντ και τα βράδια δεν μπορώ να νιώθω πως σε ανησυχώ",είχε σκεφτεί την τέλεια δικαιολογία ήλπιζε μονάχα να μην την ανάγκαζε να μένει μαζί του και την υποχρέωνε  να φέρει γκουβερνάντα για το παιδί.

"Πολλές αλλαγές Έιμι μετά την άφιξη του Ντάρσυ".

Γύρισε απότομα και τον κοίταξε. Το ύφος του ήταν παράξενο,ενώ τα χείλη του είχαν μαζευτεί και τον έκαναν να μοιάζει θυμωμένο.

"Τι ακριβώς εννοείς,δεν καταλαβαίνω".

"Εννοώ πως δεν είμαι όσο ανόητος πιστεύεται ότι είμαι εσύ κι ο αδερφός μου",η φωνή του απ' το πουθενά ειχε ανέβει μερικές οκτάβες.

Αναπήδησε σχεδόν,τρομαγμένη απ'το έντονο ύφος του αλλά και απ τα λόγια του.

"Με κοιτάς σαν να έχω δύο κεφάλια και τρία πόδια γλυκιά Έιμι. Πίστευες αλήθεια πως τόσα χρόνια δεν ήξερα τα αισθήματα σου για τον Ντάρσυ? Είσαι ερωτευμένη μαζί του,όσο για εκείνον? Σε αγαπά από μικρό παιδί".

"Τι είναι αυτά που λες ανόητε? Εγώ κι ο Ντάρσυ είμαστε φίλοι".

Όρμησε πάνω της γραπώνοντάς τη απ τα χέρια δυνατά και ταρακουνώντας τη βίαια.

"Τι έχει αυτός που δεν έχω εγώ μίλα",της φώναξε καθώς την έσπρωξε και πέφτοντας εκείνη στο κρεβάτι, έπεσε πάνω της με μανία, φιλώντας τη και σκίζοντας τα ρούχα της.

"Όχι Έντουαρντ,μη",του φώναξε αλλά μάταια, εκείνος είχε θολώσει τόσο, που δεν άκουγε τίποτα από τα παρακαλετα της. Με μανία προσπαθούσε να κατακτήσει το κορμί της πληγωνοντας τη στη προσπάθεια κι όταν πια τελείωσε και γύρισε να την αντικρύσει,η εικόνα της τον τρόμαξε.
Η Έιμι κλαμένη μέσα στις μελανιές και στις γρατσουνιές να φανερώνει κάθε λεπτό της βιαιότητας του.

Δεν είπε τίποτα φόρεσε τα ρούχα του και βγήκε απ' το δωμάτιο της σαν κυνηγημένος. Το μόνο που δεν μπόρεσε να καταλάβει η Έιμι, ήταν αν είχε μετανιώσει για ότι της είχε κάνει.

Άλλα δυο κεφάλαια έμειναν. Ο Έντουαρντ έχει δείξει έναν άλλο εαυτό να δουμε πού θα τον οδηγήσει η ζήλια του!!! 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top