Eight
"Φελίσια,πέρασε πως ήταν αυτό?",η Γκαλίνα σύζυγος του αδερφού της και νύφη της Φελίσια υποδέχτηκε τη μεγαλύτερη γυναίκα θερμά αν και αρχικά εξεπλάγην.
Δεν έβγαινε συχνά απ' την οικία των Μάξγουελ,για την ακρίβεια ήταν σπάνιο κάτι τέτοιο και έτσι η ξαφνική της επίσκεψη την παραξένεψε.
"Ήρθα να συγχαρώ την Έιμι για την ένωση της με τον γιο του αφεντικού μου",είπε η Φελίσια κι έψαξε με το μάτι να βρει την Έιμι,μάταια.
"Έλα καλη μου, να της μιλήσεις μπας κι εσένα σε ακούσει",η μητέρα της Έιμι έδειχνε ανήσυχη κι έκανε τη Φελίσια να αναρωτηθεί γιατί η νύφη της δεν είναι τόσο χαρούμενη όσο ο αδερφός της.
"Να της βάλω μυαλό? Μα τι εννοείς Γκαλίνα η Έιμι έχει αμφιβολίες για το γάμο με το νεαρό Έντουαρντ?"
"Καλά θα ήταν να είχε αμφιβολίες μονάχα Φελίσια. Αρνείται πεισματικά να παντρευτεί το νεαρό κι ας ξέρει πως δεν έχει άλλη επιλογή".
"Άσε εμένα να της μιλήσω. Είναι στο δωμάτιο της?",η Γκαλίνα κούνησε μονάχα το κεφάλι κι έτσι η Φελίσια ανέβηκε να δει το κορίτσι.
Ώστε λοιπόν η Έιμι δεν ήθελε να παντρευτεί τον νεαρό Μάξγουελ.
Γιατί όμως, κάθε νεαρή θα ήθελε τη δική της τύχη,ο Έντουαρντ συνοδευόταν από ένα σπουδαίο τίτλο αυτόν του κόμη, είχε περιουσία να ζήσουν και τα εγγόνια τους και ήταν περιζήτητος νέος καθώς όμορφος πολύ.
Χτύπησε την πόρτα του δωματίου της απαλά και πήρε μία ψυχρή απάντηση νομίζοντας πως ήταν η μητέρα της ή κάποιο απ' τα αδέρφια της.
"Δεν θέλω να δω κανέναν σας και δεν θέλω να φάω. Δεν θα φάω μέχρι να ακυρώσετε αυτό το γάμο",φώναξε μέσα από το δωμάτιο όσο πιο δυνατά μπορούσε .
Η Φελίσια γέλασε με την πεισματάρα ανιψιά της,μα τώρα καταλάβαινε όλο και περισσότερα.
Άνοιξε λίγο την πόρτα και έχωσε μέσα μονάχα το κεφάλι της.
"Εγώ είμαι κοκόνα μου μπορώ να μπω?",είπε με χαμόγελο.
Η Έιμι όταν την είδε ξέσπασε σε κλάματα διπλωμένη στα δύο ανάμεσα στα πόδια της,ενώ η Φελίσια είχε μπεί και είχε κλείσει την πόρτα πίσω της.
"Τι είναι μάτια μου. Γιατί κλαις. Θαρρώ πως θα πρεπε να πετάς απ' τη χαρά σου,με την κατάληξη που είχε η... απερισκεψία σου".
"Μα δεν πετάω θεία Φελίσια. Κοιτάμε πως υποφέρω και δεν με καταλαβαίνει κανείς".
"Υποφέρεις, Έιμι? Αυτό είναι βαριά κουβέντα παιδί μου. Δεν είναι πια και τόσο άσχημος ο Έντουαρντ ώστε να υποφέρεις. Εγώ πίστευα πως σου άρεσε γι' αυτό ερχόσουν συχνά στο σπίτι",ήξερε που το πήγαινε. Ηθελε να την κάνει να το παραδεχτεί πως για τον άλλο νοιαζόταν,πως για εκείνον ερχόταν τόσο συχνά στο αρχοντικό των Μάξγουελ.
"Δεν ερχόμουν για εκείνον θεία. Κι αν είναι όμορφος ούτε που το έχω προσέξει. Δεν θέλω να τον παντρευτώ,βοήθησε με,θεία Φελίσια".
"Έιμι για να σε βοηθήσω πρέπει να είσαι ειλικρινής μαζί μου. Για ποιόν ερχόσουν αν όχι για το νεαρό Έντουαρντ?",ήθελε να μάθει. Έπρεπε να μάθει.
Η Έιμι κατέβασε το κεφάλι. Δεν ήξερε γιατί ντρεπόταν για τα αισθήματα που έτρεφε για τον Ντάρσυ. Ίσως γιατί εκείνος ήταν ανάπηρος και θα ακουγόταν τελείως τρελό να προτιμά εκείνον από τον άλλο? Έσφιξε τα δόντια όμως και αποφασιστικά σήκωσε το κεφάλι και κοίταξε τη Φελίσια στα μάτια.
"Μονάχα για έναν ερχόμουν στο σπίτι των Μάξγουελ θεία. Από τότε ακόμα που ήμουν παιδί. Για τον Ντάρσυ. Εκείνον ποθεί η καρδιά μου. Εκείνον αγαπώ?",για άλλη μία φορά ξέσπασε σε κλάματα μα η Φελίσια έσπευσε να την πάρει στην αγκαλιά της τούτη τη φορά.
"Το ξέρω Έιμι. Όπως ξέρω πως κι εκείνος νιώθει το ίδιο για σένα και έχει βυθιστεί στη θλίψη με τα νέα των γάμων σας".
Η ψυχή της έγινε κομμάτια σαν άκουσε πως κι εκείνος την αγαπά και πως υποφέρει απ'την εξέλιξη που είχε η απερισκεψία της εκείνο το βράδυ του χορού.
"Βοήθησε μας",ψέλλισε μονάχα με μία απελπισία στο βλέμμα.
"Έκανα μία κουβέντα στον πατέρα σου,τις προάλλες που ήρθε στο αρχοντικό με τον Τζέιμς. Μάταια, δεν ακούει κουβέντα Έιμι. Είναι μεγάλη ευκαιρία για σένα λέει αυτός ο γάμος".
"Κι αν του πω για τον Ντάρσυ Φελίσια,αν πω πως εκείνον αγαπώ,ίσως τότε...".
"Αχ! Παιδί μου δε θα έδινε ποτέ τη συγκατάθεση του για ένα τέτοιο γάμο. Κι όσο αν εγώ τον αγαπώ και δεν τον συγκρίνω με όλους τους άντρες του Λονδίνου που στέκονται στα πόδια τους,ο πατέρας σου δεν θα συμφωνούσε ποτέ".
Αυτή ήταν η αλήθεια κι η Έιμι έπρεπε να τη χωνέψει μία και καλή. Χρόνος δεν υπήρχε για να αλλάξουν γνώμη στον πατέρα της και ακόμα κι αν του έλεγε ξεκάθαρα πως αγαπά τον Ντάρσυ θα την κλείδωνε στο δωμάτιο μέχρι να έρθει η μέρα του γάμου και τότε θα την έδινε με το ζόρι στον Έντουαρντ.
Ποτέ όμως δεν θα δεχόταν να παντρέψει την μονάκριβη κόρη του,με έναν ανάπηρο.
"Ξέχασε τον Ντάρσυ Έιμι, και μην του πεις ποτέ πως νιώθεις για εκείνον. Αρκετά έχει υποφέρει. Παντρέψουν τον Έντουαρντ και προσπάθησε να βρεις την ευτυχία στο πλευρό του".
Την φίλησε τρυφερά στο κεφάλι και έφυγε γρήγορα για το αρχοντικό αφήνοντας την Έιμι βυθισμένη στη στεναχώρια της.
Ήταν υποχρεωμένη λοιπόν να κάνει αυτό το γάμο θέλω τας και μή.
Και τότε μία μικρή, μηδαμινή σκέψη έκανε την καρδιά της να φτερουγίσει.
Ίσως ήταν για καλό όλο αυτό. Αν ο πατέρας της δεν έδινε ποτέ τη συγκατάθεση του για ένα γάμο με τον Ντάρσυ,παντρεύοντας τον αδερφό του θα μπορούσε τουλάχιστον να βρίσκεται κοντά του.
Χαμογέλασε για πρώτη φορά μετά μετά από μέρες.
"Έτσι θα γίνει λοιπόν. Μόνο έτσι θα είμαι κοντά σου αγάπη μου", σκέφτηκε και κατέβηκε να ανακοινώσει στους δικούς της πως συναινεί σε αυτό το γάμο.
Σε δύο μέρες από σήμερα θα γινόντουσαν οι επίσημοι αρραβώνες σε μία μικρή δεξίωση που θα παραχωρούσε στο αρχοντικό του ο κόμης Μάξγουελ, τότε θα όριζαν και την ημερομηνία του γάμου.
Η Φελίσια πονούσε να βλέπει τον Ντάρσυ να κλείνετε στον εαυτό του.
Σαν είχε μάθει πως σε δύο μέρες θα γινόντουσαν οι αρραβώνες του αδερφού του με την Έιμι ταράχτηκε τόσο πολύ που έσπασε τα πάντα μέσα στο δωμάτιο του.
Δεν το έμαθε ποτέ κανείς. Όλοι έτρεχαν για τον αρραβώνα και κανείς δεν νοιάστηκε που είχε μία εβδομάδα να κατέβει. Μονάχα η Φελίσια,αυτή που μέρες τώρα στεκόταν φρουρός έξω απ το δωμάτιο του,άκουσε το θόρυβο και μπήκε μέσα τρεμαμενη μην και είχε πάθει τίποτα.
Τον βρήκε στο πάτωμα,είχε πέσει απ' την καρέκλα του ανάμεσα από αντικείμενα και γυαλιά σπασμένα.
Έτρεξε κατά πάνω του και τον τράβηξε στην αγκαλιά της,κι εκείνος αφέθηκε σε αυτή την γνώριμη αγκαλιά, την πρώτη που ένιωσε στη ζωή του.
"Παιδί μου",τον αποκάλεσε έτσι για πρώτη φορά,γιατί παιδί της τον ένιωθε και πονούσε περισσότερο από όσο εκείνος.
"Κράτα με,μονάχα κράτα με και μη μιλάς",της φώναξε και άφησε τα μάτια του ελεύθερα να κλάψουν πρώτη φορά για τη χαμένη του αγάπη.
Η Φελίσια τον είχε σφίξει στο στήθος της και του χάιδευε τα μαλλιά μέχρι που άρχισε να ηρεμεί.
"Δεν θα το μάθει ποτέ κανείς αυτό που έγινε σήμερα εδώ μέσα. Βοήθησε με να σηκωθώ Φελίσια και μετά βοηθά με να ντυθώ. Σήμερα αρραβωνιάζεται ο αδερφός μου κι εγώ πρέπει να σταθώ στο πλάι του",πίκρα και πόνο έσταζε η φωνή του μα η Φελίσια δεν έκανε προσπάθεια να του μιλήσει. Να του πει τι? Πως η καρδιά της Έιμι ποθούσε εκείνον? Πως για εκείνον μονάχα νοιαζόταν? Όχι δεν θα μπορούσε να του δώσει ελπίδες ξέροντας πως ποτέ ο αδερφός της δεν θα επέτρεπε μία τέτοια ένωση.
Τον σήκωσε με όση δύναμη είχε και τον κάθισε στο κρεβάτι. Έπειτα έβγαλε τα ρούχα που της υπέδειξε και τα άφησε στο κρεβάτι του.
Μάζεψε ότι είχε είχε προηγουμένως καταστρέψει από το πάτωμα ώστε να μην το καταλάβει κανείς και αφού τον φίλησε στοργικά στο κεφάλι τον άφησε μοναχό να παλεύει με τα θέλω του και με τα μή.
Ο κόσμος είχε αρχίσει να συγκεντρώνεται στο αρχοντικό των Μάξγουελ. Ο Έντουαρντ με τον πατέρα του τους υποδέχονταν θερμά μα η αγωνία του πρώτου ήταν η στιγμή που η Έιμι θα έμπαινε στην αίθουσα. Δεν τους είχε δωθεί η ευκαιρία να μιλήσουν οι δύο τους μόνοι απ'την ημέρα που οι πατεράδες τους συμφώνησαν στο γάμο αυτό.
Και να τη η Έιμι έκανε την εμφάνισή της συνοδευόμενη από την οικογένεια της.
Μέσα σε ένα ημίλευκο φόρεμα από μετάξι και ακριβή δαντέλα, ήταν τόσο φρέσκια και όμορφη που ο Έντουαρντ ένιωσε πρώτη φορά να τρέμει από πόθο για μία γυναίκα.
Το βλέμμα της δεν στάθηκε πάνω του όπως θα έπρεπε, κινήθηκε στο χώρο ψάχνοντας να δει τον άλλο.
Ο Έντουαρντ πλησίασε και κάνοντας μία ελαφριά υπόκλιση,πήρε το χέρι της και το έφερε στα χείλη του φιλώντας το απαλά.
Δεν πήρε από εκείνη την υποδοχή που θα ήθελε μα φαντάστηκε πως θα ήταν από την αγωνία της.
Οι οικογένειες χαιρετήθηκαν θερμά μεταξύ τους και έπειτα με τον υπόλοιπο κόσμο.
Ο Έντουαρντ πήρε την Έιμι απ' το χέρι και μαζί έφεραν βόλτα στη μεγάλη αίθουσα.
"Πίστευες ποτέ πως εμείς οι δύο θα καταλήγαμε παντρεμένοι?".
Η Έιμι τον κοίταξε άτονα ενώ συνέχισε να φέρνει βόλτα την αίθουσα με το βλέμμα να ψάχνει στο χώρο μπας και τον συναντήσει.
Δεν ήταν πουθενά. Η σκέψη της πήγε στο χειρότερο και θέλησε να βρει τη θεία της να τη βγάλει από την απελπισία της.
"Θα ήθελα να δω τη θεία Φελίσια τώρα,αν δεν σε πειράζει Έντουαρντ",του είπε ευγενικά και έκανε να τραβήξει το χέρι της απ' το δικό του όταν άκουσε τη φωνή του πίσω της.
"Να ζήσετε. Σας εύχομαι κάθε ευτυχία", τη φωνή του δεν την είχε ακούσει ποτέ άλλοτε τόσο ψυχρή.
Γύρισε και αντικρύζοντας τον η καρδιά της έχασε μερικούς χτύπους. Ήταν τόσο όμορφος που ο Έντουαρντ δίπλα του,αν και όρθιος στα πόδια του, φαινόταν σαν φτωχός συγγενής.
"Αδερφέ μου, το φανταζοσουν ποτέ πως θα ερχόταν η στιγμή που θα παντρευόμουν τη μικρή Έιμι?".
Ο Ντάρσυ κοίταξε πρώτη φορά τον Έντουαρντ και τον ζήλεψε. Δεν τον είχε ζηλέψει ποτέ πριν για κανένα λόγο.
Έπειτα κοίταξε εκείνη, τα μάτια της ήταν τόσο θερμά καθώς τον κοιτούσε που τα ένιωθε να τον καίνε.
"Πρέπει να δω τη θεία Φελίσια",είπε και έφυγε τρέχοντας γιατί αν στεκόταν ακόμα λίγο μπροστά του θα έβαζε τα κλάματα και δεν το ήθελε αυτό.
Πήγε στην κουζίνα και έψαξε να τη βρει.
Καθόταν σε μία γωνιά δίπλα στο μεγάλο τζάκι και κοίταζε έξω τις δάδες που είχαν ανάψει και που φώτιζαν τον κήπο ολόκληρο.
Αν και ήταν καλεσμένη σήμερα ως συγγενής της οικογένειας Άνταμ,εκείνη προτίμησε να μείνει εκεί στη γωνίτσα της και να μην παρευρεθεί.
"Σώσε με,θεία κάνε κάτι. Παρεμε από δω",η Έιμι έπεσε στην αγκαλιά της και την ικέτευσε να την βοηθήσει μα το μόνο που εισέπραξε από τη Φελίσια ήταν μία ψυχρή απάντηση και ένα ακόμα πιο ψυχρό βλέμμα.
"Όπως εστρωσες θα κοιμηθείς Έιμι. Δεν μπορώ να σε βοηθήσω μα ούτε εσύ η ίδια μπορείς πλέον να βοηθήσεις τον εαυτό σου. Γύρνα στην αίθουσα μην σε ψάχνουν και δεν θέλω μπελάδες απ' τον κύρη μου".
Τα λόγια της μαχαίρι στην καρδιά. Ήταν η μόνη της ελπίδα μα την είχε χάσει κι αυτή. Έφυγε με σκυμμένο το κεφάλι αναγκασμένη να δεχτεί τη μοίρα της.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top