Κεφάλαιο XVI

Don't they know it's the end of the world?
It ended when I lost your love

10 Νοεμβρίου 1942

Μια απαλή τζαζ μελωδία έντυνε το πολυτελές καφέ κοντά στον λόφο του Χόλυγουντ, συνδυασμένη με πνιχτές κουβέντες, τον θόρυβο των μαχαιροπήρουνων ενάντια στην ακριβή πορσελάνη, φλιτζάνια που ακουμπούν ενάντια στα πιατάκια τους και τα γοργά βήματα των σερβιτόρων που προχωρούσαν όσο πιο κομψά τους επέτρεπε η βιασύνη τους ώστε να εξυπηρετήσουν όλους τους πελάτες.
Η Μόνικα είχε ήδη παραλάβει τον καφέ της και καθόταν σε ένα τραπέζι κοντά στο παράθυρο, με τα μάτια της να καταπίνουν λαίμαργα τις τυπωμένες λέξεις που αραδιάζονταν στην εφημερίδα μπροστά της. Προσευχόταν σιωπηλά να μην αντικρίσει ένα όνομα. Ένα όνομα που θα ήταν γραμμένο στο κάτω μέρος της σελίδας, με γράμματα στο μέγεθος ενός κόκκου ρυζιού, ίσως και με τυπογραφικό λάθος μιας και η ζωή ενός απλού στρατιώτη δε σήμαινε τίποτα για τον υπόλοιπο κόσμο, παρά μόνο για εκείνη.

Πια αυτή ήταν η μικρή της, καθημερινή ιεροτελεστία. Μαζί με τον απογευματινό της καφέ να διαβάζει την εφημερίδα που πια οι σελίδες της είχαν κρυώσει από τη ζεστασιά του τυπογραφείου που περνούσε κάθε πρωί για να πάρει. Κάθε φορά τα χέρια της έτρεμαν όποτε την άνοιγε πάντα στην ίδια σελίδα, γεμάτη με ονόματα αντρών που δεν θα μπορέσουν να αγκαλιάσουν ξανά τους αγαπημένους τους, αφήνοντας ένα κενό στις ζωές τους κι ένα τύπωμα από μελάνι στην καθημερινή εφημερίδα.
Το βλέμμα της έπεσε και στο τελευταίο όνομα και επέτρεψε στα βλέφαρά της να κλείσουν, αφήνοντας τη πλάτη της να πέσει στο κάθισμα με ανακούφιση για ακόμη ένα απόγευμα. Τα κόκκινα χείλη δημιούργησαν ένα μισοφέγγαρο και ήπιε μια γουλιά από τον καφέ της. Αφήνοντας κάτω το φλιτζάνι έριξε μια ματιά στο ρολόι της. Ο Κρίστιαν είχε αργήσει ένα τέταρτο στο επαγγελματικό ραντεβού τους κι αυτό την εξέπληξε. Ο σκηνοθέτης ήταν πάντα τυπικός στα ραντεβού του, οπότε η κοπέλα ανησύχησε πως κάτι θα του συνέβη. Τα διάφορα σενάρια που θα έπλαθε στο μυαλό της δεν πρόλαβαν να εξελιχθούν, καθώς η πόρτα του καφέ άνοιξε και μέσα μπήκε ο ψηλός άντρας, φορώντας το καπέλο του και έχοντας στερεώσει ένα πακέτο με χαρτιά ανάμεσα στο πλευρό και τον αγκώνα του. Με το που την είδε χαμογέλασε και άνοιξε το βήμα του, περνώντας ανάμεσα από τραπέζια γεμάτα κόσμο που έστρεφαν το κεφάλι και ψιθύριζαν στο πέρασμά του, αναγνωρίζοντας τον επιτυχημένο σκηνοθέτη, όπως το ίδιο έκαναν και πριν με την νεαρή ηθοποιό.

«Με συγχωρείς που άργησα γλυκιά μου.» Έκανε τρυφερά και τράβηξε τη καρέκλα για να καθίσει απέναντί της. Η Μόνικα απλά χαμογέλασε και στήριξε το σαγόνι της στη παλάμη της. Από τη μέρα που της είχε κάνει την ερωτική του εξομολόγηση, ο Κρίστιαν δεν την είχε κάνει να νιώσει αμήχανα ξανά, μάλιστα φερόταν λες και εκείνο το περιστατικό στο αμάξι του δεν είχε γίνει ποτέ. Ο σερβιτόρος δεν άργησε να έρθει κι ο νεαρός σκηνοθέτης, παράγγειλε ένα κονιάκ. Η Μόνικα έσμιξε τα φρύδια της στο άκουσμα της παραγγελίας.

«Δεν είναι λίγο νωρίς για αλκοόλ;» Ρώτησε με περιέργεια, τοποθετώντας ένα τσιγάρο ανάμεσα στα χείλη της και ο Κρίστιαν τέντωσε το χέρι του ώστε να της το ανάψει. Είχε ξεκινήσει το κάπνισμα από τότε που ήρθε στην Καλιφόρνια, στην αρχή είχε δοκιμάσει από τα τσιγάρα του Ματ, όμως ήταν αρκετά βαριά για εκείνη οπότε δοκίμασε αυτά τις Έλσας σε ένα διάλλειμα τους από τα μαθήματα υποκριτικής που ο καπνός τους είχαν γεύση μέντα και από τότε πάντα κουβαλά ένα πακέτο μαζί της.

«Δύσκολοι καιροί Μόνικα. Δεν βλέπεις τι γίνεται; Έρχονται πρόσφυγες από όλη την Ευρώπη και Ρούσβελτ τα έχει χαμένα.» Ξεκίνησε τη συζήτηση, ανάβοντας κι εκείνος ένα τσιγάρο. Και πράγματι έλεγε την αλήθεια. Η Αμερική ως μέρος που δεν είχε την πίεση των Ναζί πάνω από το κεφάλι της δεχόταν καθημερινά πλήθος Εβραίων που ήθελαν να γλιτώσουν από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και από τον γερμανικό χλευασμό που δέχονταν. Μόνο που οι πρόσφυγες ήταν πολύ περισσότεροι αριθμητικά από τις μεταναστευτικές βίζες που εξέδιδε η κυβέρνηση των ΗΠΑ, δημιουργώντας σύγχυση στον οικονομικό μηχανισμό και όχι μόνο. Προκαλούσαν πονοκέφαλο στον πρόεδρο καθώς ο στόχος του ήταν να νικήσει τους Ναζί, όχι να σώσει τον κόσμο που κινδύνευε. Εξάλλου για πολλούς ο πόλεμος δεν εμπεριείχε ανθρωπισμό μέσα στο χάος του.

«Επικίνδυνοι καιροί να ζεις.» Απάντησε η κοπέλα γνέφοντας καταφατικά. Κάθε μέρα που αγόραζε τις εφημερίδες διάβαζε κάποια άρθρα για την πορεία των Ναζί και είχε μια εικόνα του τι συνέβαινε στην Ευρώπη αλλά και στις ΗΠΑ. Βαθιά μέσα της ήθελε να ξέρει τι ήταν αυτό που είχε σκοτώσει τον πρώην άντρα της και απειλούσε και τον νέο της έρωτα. Κρατούσε αδιάφορη στάση για την πολιτική, την ένοιαζε ο άνθρωπος, που φαινόταν ανίσχυρος μπροστά στην πολεμική μηχανή και αυτό την τρόμαζε. Το μόνο που μπορούσε να κάνει είναι να προσεύχεται να μην κάνει και δεύτερη κηδεία.
Με περιέργεια επεξεργάστηκε τη διπλωμένη εφημερίδα πλάι στο κρυστάλλινο ποτήρι του Κρίστιαν που τη θέα της έκρυβε το βάζο με τα ηλιοτρόπια πάνω στο τραπέζι. The New York Evening. Ο τίτλος δεν της έλεγε κάτι, όχι πως ήξερε και πολλά από εφημερίδες, μόνο μια αγόραζε που της είχε προτείνει ο εφημεριδοπώλης. Ο Κρίστιαν έπιασε το βλέμμα της μικρής ηθοποιού και πήρε την εφημερίδα στα χέρια του, προσφέροντας την.

«Πάρε ρίξε μια ματιά. Εγώ μόνο αυτή την εφημερίδα εμπιστεύομαι οι άλλες κρύβουν την αλήθεια και κάνουν και πολλά λάθη.» Της είπε και με την άκρη του ματιού του πρόσεξε την εφημερίδα από τη μεριά της Μόνικα. «Μην τους διαβάζεις αυτούς τους ψεύτες. Μια φορά έκαναν λάθος στο όνομα ενός στρατιώτη και οι δικοί του τον είχαν για νεκρό.» Αμέσως η προσοχή της Μόνικα στράφηκε στον άντρα απέναντί της, ακούγοντας τα λεγόμενά του. «Η γυναίκα του έκανε κανονική κηδεία με άδειο φέρετρο. Όταν γύρισε λόγω ενός τραύματος τους έκαναν μήνυση. Η γυναίκα νόμιζε πως είδε φάντασμα.» Ολοκλήρωσε, πίνοντας μια γουλιά από το κονιάκ του. Η αναστάτωση εισέβαλε ξανά στο μυαλό της Μόνικα. Κι αν είχε γίνει λάθος και το όνομα του Ματ δεν είχε γραφτεί ποτέ; Αν το είχαν προσπεράσει στο τυπογραφείο πάνω στο φόρτο της εργασίας τους; Άφησε μια ασταθή ανάσα και άνοιξε την εφημερίδα που της πρότεινε ο Κρίστιαν.

«Αυτή έχει ονόματα μέσα;» Ρώτησε, με τα μάτια της να περνούν από λέξη σε λέξη, αναζητώντας κάτι. Ο σκηνοθέτης έσμιξε τα φρύδια του και έγειρε το κεφάλι του στο πλάι. «Αυτών που έχουν πεθάνει.» Εξήγησε η Μόνικα που δεν είχε λάβει απάντηση στη προηγούμενη ερώτησή της.

«Ναι φυσικά. Αν και δεν πιστεύω πως κάνουν τόσο σοβαρά λάθη συνεχώς, το πήραν το μάθημά τους. Εξάλλου τους διαβάζει τόσος κόσμος.» Είπε ειλικρινά, κατεβάζοντας τον καπνό από το τσιγάρο του. Η Μόνικα δεν έδωσε σημασία και προχώρησε τις σελίδες αναζητώντας αυτή που θα καθησύχαζε την τρεμάμενη καρδιά της. «Σελίδα 8.» Την κατεύθυνε ο Κρίστιαν, έχοντας ήδη διαβάσει το περιεχόμενο της εφημερίδας όσο ήταν στο στούντιο. «Τα ίδια ονόματα θα βρεις.» Είπε προσπαθώντας να την καθησυχάσει, βλέποντας πως τα χέρια της έτρεμαν και πως η ανάσα της είχε γίνει βαριά, ενώ τα μάτια της είχαν βουρκώσει. Τα όμορφα μάτια της που του είχαν προσφέρει χρήματα και ακόμα περισσότερη φήμη.

Τότε, το καστανό βλέμμα της το είδε. Γραμμένο με μικρά γράμματα ανάμεσα σε τόσα άλλα, το επίθετο του λερωμένο με λίγο μελάνι. Έκλεισε τα μάτια και τα άνοιξε ξανά, νομίζοντας πως εξαιτίας του πανικού της έβλεπε πράγματα που δεν υφίσταντο, όμως όταν άνοιξε ξανά τα βαριά της βλέφαρα εκείνο ήταν ακόμη εκεί. Η ανάσα πιάστηκε στο στήθος της και τα χείλη της μισάνοιξαν, πριν σχηματίσουν ένα θλιμμένο μισοφέγγαρο που μόνο τα χείλη των γυναικών μπορούν να δημιουργήσουν όταν θρηνούν. Τα πρώτα δάκρυα άρχισαν να κυλούν στο ήρεμο, πελιδνό της πρόσωπο, ενώ το βλέμμα της ακόμη βρισκόταν καρφωμένο στο όνομα του Ματ. Ήθελε να φωνάξει, μα λέξη δεν μπορούσε να βγει από τα χείλη της. Ένιωσε για πρώτη φορά στη ζωή της τον κόσμο γύρω της να την περιορίζει. Δάγκωσε τα χείλη της για να εμποδίσει το ξέσπασμα των λυγμών της και σηκώθηκε όρθια, κρατώντας ασυναίσθητα την εφημερίδα στα χέρια της. Την έκλεισε, έσφιξε το άψυχο χαρτί στην αγκαλιά της, λες και κρατούσε το σώμα του αγαπημένου της, προσπαθώντας να αναπληρώσει το κενό που είχε δημιουργηθεί, όμως δεν ήταν αρκετό. Πέταξε την εφημερίδα στο τραπέζι, άρπαξε τη τσάντα της και τα γάντια της και έτρεξε προς την έξοδο του καφέ, δίχως να ακούει τον Κρίστιαν που καλούσε το όνομά της.
Το μόνο που ηχούσε στο μυαλό της ήταν το όνομά του Ματ και η εικόνα του, με το ζεστό χαμόγελο και το όλο τρυφερότητα βλέμμα που δε θα αντίκριζε ποτέ πια.

Κόσμος είχε γυρίσει προς τη μεριά του τραπεζιού τους, μα ο σκηνοθέτης δεν μπορούσε να νοιαστεί και γι' αυτό εκείνη την ώρα. Άφησε παραπάνω δολάρια απ' όσα έπρεπε στο λευκό τραπεζομάντηλο και ακολούθησε έξω την νεαρή σταρ.
Μόλις έκλεισε την πόρτα πίσω του μια σταγόνα έπεσε στον γείσο του καπέλου του. Ήταν αρχές Νοέμβρη οπότε είχαν ξεκινήσει οι πρώτες βροχές στη Καλιφόρνια. Το βλέμμα του αμέσως έπεσε επάνω στη μικρόσωμη φιγούρα της γυναίκας που στεκόταν στη μέση του πεζοδρομίου. Ένιωθε χαμένη, φοβόταν πως αν γύριζε σπίτι δεν θα αντίκριζε τίποτα παρά μόνο σιωπή και τους τέσσερις τοίχους. Ο κόσμος της είχε καταρρεύσει για ακόμη μια φορά και μαζί με αυτόν και τα όνειρα της για το μέλλον. Οι ώμοι της άρχισαν να τρέμουν, όχι από την ψύχρα αλλά από τους λυγμούς που ξεχύνονταν από το στήθος της.

Ο Κρίστιαν έκανε τη σύνδεση στο μυαλό του. Την πλησίασε προσεχτικά, σηκώνοντας το σακάκι του για να την προστατέψει από τη βροχή που έπεφτε επάνω της και την αγκάλιασε σφιχτά. Νιώθοντας τη ζεστασιά της αγκαλιάς, η νεαρή κοπέλα επέτρεψε στον εαυτό της να ξεσπάσει. Ο ξανθός σκηνοθέτης, ακούμπησε το σαγόνι του στην κορυφή του κεφαλιού της, με τα χείλη του σχεδόν να αγγίζουν τα μαλλιά της, ενώ χάιδευε παρηγορητικά την πλάτη της. Το γαλανό του βλέμμα όμως δεν αντικατόπτριζε τις όλο στοργή κινήσεις του. Έλαμπαν από έξαψη καθώς κοιτούσαν τα διερχόμενα αμάξια που περνούσαν από μπροστά τους. Ίσως θα έπρεπε να αρχίσει να πιστεύει στον Θεό.

Καλησπέρα σας! Εύχομαι όλοι να είστε καλά σε αντίθεση με τη Μόνικα που η ζωή δεν πάει ακριβώς έτσι όπως θα ήθελε. Είναι άτυχη στην αγάπη και ο Κρίστιαν μάλλον αρκετά τυχερός. Τι λέτε να συμβεί στη συνέχεια; Περιμένω τα σχόλιά σας όπως πάντα! Εμείς θα τα πούμε σε ένα επόμενο κεφάλαιο είτε εδώ είτε σε κάποια άλλη ιστορία μου! Μέχρι τότε...

Χίλια Φιλιά.
Βίκυ.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top