Κεφάλαιο XIII

I miss dancing with you the most of all

8 Οκτωβρίου 1942

Ένας μήνας είχε περάσει από το αναγκαστικό φευγιό του Ματ και στη Βερόνικα είχε φανεί λες και είχε περάσει ένας ολόκληρος χρόνος μακριά του. Της έλειπαν τα ξενύχτια τους, οι συζητήσεις τους μετά τον έρωτα, τα πρωινά που τους έβρισκαν αγκαλιά, οι ξέφρενοι χοροί τους τα ξημερώματα που όλη η πόλη κοιμάται, το χαμόγελο του, η ζεστή του ανάσα στον λαιμό της, η τρυφερότητα του...
Πια ξυπνούσε σε ένα άδειο, παγωμένο στρώμα έχοντας μόνο τη φωτογραφία του στο κομοδίνο της και την ελπίδα πως θα γύριζε σύντομα κοντά της. Είχε μισήσει την εμπόλεμη κατάσταση ακόμα περισσότερο, όμως δεν επέτρεπε σε τίποτα να την κρατήσει πίσω από τα γυρίσματα της ταινίας που σχεδόν είχαν ολοκληρωθεί.

Έτσι κατάφερνε να κρατά το μυαλό της απασχολημένο και να μην αυτοσυγκεντρώνεται, αν και ο ρόλος της δε διέφερε και πολύ απ' όσα η ίδια βίωνε εκείνη τη περίοδο. Πολλές παραγωγές πλέον επέλεγαν να επενδύουν σε ταινίες που είχαν να κάνουν με μεγάλους έρωτες που έμπαινε εμπόδιό τους ο πόλεμος, επομένως γιατί όχι και ο Κρίστιαν; Όχι πως αυτό τη βοηθούσε ιδιαίτερα να ξεχνιέται, όμως η ίδια έβαζε χαλινό στις σκέψεις της και άφηνε πίσω της όσα τη βασάνιζαν. Αν της είχε χαρίσει κάτι αυτή η δουλειά πέρα από φήμη, ήταν υπευθυνότητα και εγκράτεια. Μέσα σε μερικούς μήνες είχε ωριμάσει, όχι μόνο λόγω της δουλειάς, αλλά επειδή είχε αναγκαστεί να ζει και μόνη της. Βέβαια δεν χρειάστηκε ποτέ να κάνει οικονομία καθώς πλέον είχε και δικό της λογαριασμό στη τράπεζα, με ποσό ικανό να αγοράσει μια μικρή βίλα στα προάστια. Μόνο που η ίδια δεν ήθελε να αποχωριστεί τη μικρή γκαρσονιέρα που είχε νοικιάσει μόλις είχε φτάσει, καθώς ήταν γεμάτη με τις αναμνήσεις της με τον Ματ και αυτές οι αναμνήσεις ζέσταιναν τη καρδούλα της.

Εκείνον σκεφτόταν καθώς στεκόταν μπροστά από τον καθρέφτη του μπουντουάρ της και βαφόταν ανόρεχτα για τη νυχτερινή της έξοδο με τον σκηνοθέτη της Κρίστιαν Μαρτς και τους υπόλοιπους συνεργάτες της. Ενώ λάτρευε να περνά χρόνο με τους υπόλοιπους ηθοποιούς που έπαιζαν μαζί και απολάμβανε τα αστεία και την ανοιχτοσύνη του Κρίστιαν, τη σημερινή νύχτα προτιμούσε να τη περάσει μόνη της στο μικρό μπαλκόνι που διέθετε το δωμάτιο του Ματ, του οποίου είχε τα κλειδιά. Όμως είχε υποσχεθεί στον Κρίστιαν να πάει έστω για λίγο για να μη μένει κλεισμένη στους τέσσερις τοίχους. Και πράγματι, αυτή της η στάση δεν θα άλλαζε κάτι ούτε θα έφερνε πίσω τον Ματ. Έτσι είχε συμφωνήσει να περάσει να την πάρει από το διαμέρισμά της στις εννιά ακριβώς με τη κούρσα του.

Κοίταξε για μια τελευταία φορά τον εαυτό της στον καθρέφτη για να διορθώσει οποιαδήποτε ατέλεια κι αφού ψέκασε πίσω από τους λοβούς των αυτιών της και στη βάση του λαιμού και της κλείδας της από το ακριβό άρωμά της, πήρε το μαύρο τσαντάκι της και τα κλειδιά της από το μπουντουάρ και με μια αναστροφή όλο χάρη κατευθύνθηκε προς την πόρτα του διαμερίσματός της. Έπρεπε να φορέσει το άλλο της προσωπείο, το χαμογελαστό και το όλο γοητεία και αυτό παρά ήταν δύσκολο για έναν άνθρωπο με τις δικές της ευαισθησίες κι ας ήταν αυτό το επάγγελμα της.

Ο Κρίστιαν την περίμενε ήδη μέσα στο μαύρο του πολυτελές αμάξι. Η Μόνικα μόλις τον είδε πίεσε τον εαυτό της να του χαμογελάσει πριν ανοίξει τη πόρτα και βολευτεί στο δερμάτινο κάθισμα του συνοδηγού. Τα μάτια του Κρίστιαν με το που την είδαν από την εξώπορτα των διαμερισμάτων είχαν αποκτήσει μια πονηρή λάμψη, την οποία η Μόνικα δεν είχε τη διάθεση να παρατηρήσει. Μόλις μπήκε στο αμάξι, της χαμογέλασε γλυκά και πήρε το μικρό χέρι της μέσα στο δικό του, αποθέτοντας ένα φιλί στις κλειδώσεις των δαχτύλων της. Το κορίτσι συνηθισμένο σε αυτή του τη κίνηση δεν αντέδρασε, παρά μόνο διατήρησε το παγωμένο χαμόγελο στα χείλη της.

«Καλή μου, είσαι πράγματι εκθαμβωτική.» Σχολίασε ο νεαρός σκηνοθέτης, παρατηρώντας κάθε λεπτομέρεια επάνω στην νεαρή ηθοποιό, από το πόσα τσιμπιδάκια κρατούσαν τον μικρό κότσο που είχε πιάσει τα μισά της μαλλιά, μέχρι το τι άρωμα φορούσε. Η Μόνικα γύρισε συνεσταλμένα από την μεριά του παραθύρου, ευχαριστώντας τον με τον αέρα της γυναίκας που γνωρίζει πόσο όμορφη είναι και πόση επιρροή έχει η ομορφιά της στα αρσενικά γύρω της. Όμως με την καρδιά και το μυαλό της αφοσιωμένα σε έναν.
Μετά τη συνηθισμένη πλέον μικρή συνομιλία τους, ο Κρίστιαν δε ξεκίνησε το αμάξι και η Μόνικα στράφηκε να τον κοιτάξει με μια ρυτίδα ανησυχίας ανάμεσα στα φρύδια της. Ο ξανθός άντρας τη κοιτούσε ήδη με έναν πρωτόγνωρο για εκείνη τρόπο που εύκολα θα μπορούσε να παρερμηνευθεί και σε απλό ενδιαφέρον, όμως κάτι πιο βαθύ κρυβόταν πίσω του. Ίσως η Μόνικα το εντόπιζε πρώτη φορά, όμως ο σκηνοθέτης της την χάζευε πολλές φορές με εκείνο το βλέμμα πίσω από τη κάμερα, ή όσο εκείνη έπαιρνε το διάλλειμα της και μιλούσε ευχάριστα με το συνεργείο και τους συμπαίκτες της.

«Συμβαίνει κάτι Κρίστιαν;» Ρώτησε το κορίτσι με έκδηλη ανησυχία, νιώθοντας άβολα με το επίμονο βλέμμα του Μαρτς. Εκείνος άφησε ένα αμήχανο γέλιο και για λίγο τράβηξε το βλέμμα του από πάνω της βλέποντας πως την έκανε να αισθάνεται νευρικότητα. Κατέβασε τα χέρια του από το τιμόνι και μαλακά σήκωσε το μανίκι του ενός σακακιού του για να φανεί το ακριβό ρόλεξ ρολόι του, όπως κάνει ένα αρσενικό που είναι πολύ σίγουρο για το τι πάει να κάνει, ακόμα και για το αποτέλεσμα της πράξης του. Το μόνο που δεν επιθυμούσε ήταν να κάνει την νεαρή σταρ να αισθανθεί άβολα μαζί του. Εξάλλου ήταν βέβαιος πως η νευρικότητα της μικρής ευθυνόταν στο ότι ήταν μόνη πολλές ώρες μαζί του σε έναν κλειστό χώρο και όχι επειδή όντως είχε ανησυχήσει πως θα της ανακοίνωνε κάτι δυσάρεστο.

«Συμβαίνει πως τις τελευταίες μέρες σε βλέπω θλιμμένη.» Απάντησε και η Μόνικα άφησε το σφιγμένο της σώμα να χαλαρώσει στο κάθισμα. Με όσα της είχαν τύχει, πλέον δε θα την εξέπληττε αν άκουγε και μια ακόμα άσχημη είδηση. «Και όσο θελκτική για την κάμερα είναι η θλιμμένη σου ομορφιά, άλλο τόσο σπάει η καρδιά μου να σε βλέπω έτσι.» Συμπλήρωσε, σηκώνοντας τον κορμό του από το κάθισμα, πλησιάζοντας αργά προς το μέρος της. Οι μόνες που ήξεραν για τον Ματ ήταν η καλύτερή της φίλη, η Βερόνικα και η μέντοράς της, η Έλσα Μοντγκόμερι, η οποία την είχε συμβουλέψει να μην πει σε κανέναν άλλον για τον νεαρό που της είχε κλέψει τη καρδιά και όσο μπορεί να αφήνει την αγωνία και τη θλίψη της για εκείνον κλειδωμένη στο διαμέρισμα τους, έχοντας παρηγορήσει πρώτα την πολλά υποσχόμενη μαθήτριά της.
Το βλέμμα της Μόνικα έπεσε στη μαύρη πουα φούστα της και άρχισε να παίζει με το στρίφωμα, έτοιμη να πει ψέματα στον σκηνοθέτη της πως για όλα ευθυνόταν η κούραση ή η μητέρα της που της έλειπε. Πάνω που πήγε να πάρει ανάσα για να μιλήσει, ένιωσε το χέρι του κάτω από το σαγόνι της, να της ανασηκώνει μαλακά το κεφάλι και πανικοβλήθηκε μόλις το καστανό βλέμμα της βυθίστηκε στο σκούρο μπλε δικό του, καθώς το πρόσωπο του απείχε ελάχιστα από το δικό της, τόσο που ένιωθε την ανάσα του να χτυπά τα βαμμένα κόκκινα χείλη της. Το άλλο του χέρι είχε περάσει γύρω από τη λεπτή της μέση σαν φίδι, αναγκάζοντας το σώμα της να παραμείνει καθηλωμένο στο κάθισμα.

«Άσε με να πάρω αυτή τη θλίψη που βασανίζει και τους δυο μας.» Ψιθύρισε ο νεαρός σκηνοθέτης αισθησιακά και η ανάσα της έγινε γοργή μόλις έγειρε πιο κοντά της για να τη φιλήσει. Το κορμί της από την απρόσμενη επαφή είχε παγώσει, μα νιώθοντας να απειλείται πίεσε τον εαυτό της να αντιδράσει και δίχως να το καταλάβει τον έσπρωξε από τους ώμους με όση δύναμη είχε. Το σοκ ήταν δυνατό και για τους δυο. Για την Μόνικα γιατί δεν έβλεπε τον σκηνοθέτη της ερωτικά, ούτε την έλκυε ως άντρας και για τον Κρίστιαν γιατί ήταν κάτι παραπάνω από σίγουρος για την επιτυχία του, αλλά παρ' όλα αυτά έπεσε έξω.

Έπειτα από αυτό το περιστατικό, η Μόνικα ούτε που μπόρεσε να γυρίσει να κοιτάξει τον μεγαλύτερο άντρα, το σώμα της είχε σφιχτεί όπως και προηγουμένως στο κάθισμα και ένιωθε την ανάγκη να ανοίξει την πόρτα του οχήματος και να μπει ξανά στην ασφάλεια του διαμερίσματός της ή ακόμα καλύτερα να εισβάλει κάποιος μέσα στο όχημα για να σπάσει την παγωμένη ατμόσφαιρα που επικρατούσε. Ο Κρίστιαν έσφιξε το τιμόνι στις γροθιές του, τόσο που οι κλειδώσεις του άσπρισαν. Δεν ήταν ποτέ βίαιος άνθρωπος και σχεδόν πάντα εσωτερίκευε τον θυμό του. Όμως αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν αλλιώς γιατί δεν πήγαν όπως ακριβώς τα είχε σχεδιάσει κι όποτε κάτι ξέφευγε από τον έλεγχο του –σπάνια δηλαδή, γινόταν έξω φρενών.

«Μόνικα είμαι ερωτευμένος μαζί σου.» Εξομολογήθηκε, με έκδηλη την ένταση στη φωνή του, κοιτώντας τον άδειο δρόμο μπροστά του. Το κορίτσι ακούγοντας αυτά τα λόγια έσφιξε το φουστάνι της στις γροθιές της. Θέλησε να ζητήσει συγγνώμη κι ας ήξερε πως δεν έφταιγε η ίδια, αλλά δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη. «Με έχεις μαγέψει, τα πάντα πάνω σου με έχουν μαγέψει. Είσαι το όνειρο του κάθε σκηνοθέτη και του κάθε αρσενικού. Έχεις κάνει ολόκληρη την Αμερική να παραληρεί και μαζί κι εμένα.» Συνέχισε, νομίζοντας πως με τα λόγια του αυτά η νεαρή θα μαλάκωνε, όμως η Μόνικα πλέον δεν άκουγε τίποτα. Αισθανόταν ντροπή κι ας μην είχε προκαλέσει κάτι. Μπορεί να είχε μπει πια σε έναν άλλον, λαμπερό κόσμο γεμάτο σκάνδαλα, όμως ακόμη ήταν το κορίτσι από Μπρούκλιν, που όνειρο της ήταν να τη θαυμάζουν για το ταλέντο της και όχι για να ψιθυρίζουν διάφορα πίσω από τη πλάτη της. Εισπράττοντας δύναμη από αυτή τη σκέψη, πήρε μια βαθιά ανάσα για να απαντήσει στη νέα της κατάκτηση.

«Ειλικρινά λυπάμαι... Όμως κύριε Μαρτς, δεν αισθάνομαι το ίδιο για εσάς.» Απάντησε, επιστρέφοντας στον πληθυντικό, νιώθοντας πιο ασφαλής με τη χρήση του. «Σας εκτιμώ ως καλλιτέχνη και ως συνάδελφο και σας ευχαριστώ για την μεγάλη ευκαιρία που μου δώσατε. Χάρις εσάς παραληρεί όλη η Αμερική για το όνομά μου όπως εσείς προαναφέρατε.» Μιλούσε με ειλικρίνεια, έχοντας στραφεί προς το μέρος του, νιώθοντας ακόμη άβολα για να τον κοιτάξει. «Αλλά... Υπάρχει κάποιος άλλος στη ζωή μου. Είμαι ερωτευμένη μαζί του και του έχω υποσχεθεί να τον περιμένω όσο κι αν κρατήσει ο πόλεμος.» Ολοκλήρωσε, σηκώνοντας αυτή τη φορά δειλά το βλέμμα της για να τον αντικρίσει.

Ακούγοντας αυτά τα λόγια ο Κρίστιαν έγειρε στο κάθισμα του και χαμογέλασε νοσταλγικά. Δεν θέλησε να την πιέσει, ούτε να τη φέρει σε δύσκολη θέση, όμως είχε καταφέρει να του ανοιχτεί και να του μιλήσει για ένα πιο προσωπικό της θέμα. Αυτό του ήταν αρκετό κι ας τον πλήγωνε βαθιά μέσα του.

«Αν είσαι ευτυχισμένη μαζί του, τότε εγώ περισσεύω. Εύχομαι να τον έχεις σύντομα κοντά σου.» Είπε με σταθερή φωνή και η Μόνικα τον κοίταξε έκπληκτη από την απρόσμενη αλλαγή στη διάθεσή του. «Αλλά να ξέρεις πως οτιδήποτε χρειαστείς είμαι εγώ εδώ για σένα.» Πρόσθεσε κοιτώντας την τρυφερά και η κοπέλα απομάκρυνε ξανά το βλέμμα της με ένα ντροπαλό χαμόγελο. «Ας πάμε τώρα γιατί οι υπόλοιποι θα έχουν ανησυχήσει. Εξάλλου πόλεμο έχουμε.» Αστειεύτηκε και αμέσως ακούστηκε το γρύλισμα της μηχανής που πήρε μπρος.
Σε ολόκληρη τη διαδρομή, ο σκηνοθέτης προσπαθούσε να ελαφρύνει το κλίμα, όμως η Μόνικα, παρ' όλη τη προσπάθεια της να χαμογελάει και να ανταποκρίνεται στα αστεία του Κρίστιαν, ένιωθε μια βαθιά μοναξιά δίχως τον Ματ δίπλα της.

Καλησπέρα σας! Εύχομαι να είστε όλοι καλά! Πόσο καιρό έχουμε να τα πούμε και πόσο μου είχε λείψει αυτή η ασχολία και εσείς μαζί! Ειδικά στο συγκεκριμένο βιβλίο είχα να ανεβάσω πάνω από χρόνο, οπότε είμαι διπλά χαρούμενη που επέστρεψα! Να σας ενημερώσω πως γράφονται κεφάλαια και για τα υπόλοιπα βιβλία που είχαν μείνει όλη τη χρονιά στον πάγο, οπότε από εδώ και πέρα θα τα λέμε ακόμα πιο συχνά! 
Περιμένω οπωσδήποτε τα σχόλια σας! Όχι τίποτα άλλο, μου έχουν λείψει κιόλας! Και θα τα πούμε σε ένα άλλο κεφάλαιο, βιβλίο, ποιος ξέρει...

Χίλια Φιλιά.

Βίκυ.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top