Κεφάλαιο 38
Για αρκετά λεπτά παραμένουμε σιωπηλοί, με τα βλέμματά μας καρφωμένα στο κινητό του, που ακουμπάει αδιάφορα επάνω στον πάγκο της κουζίνας. Δεν μπορώ να του ζητήσω να το κάνει πάλι αυτό... θα βρει τον μπελά του. Πρέπει να το πάρουμε απόφαση και να αποδεχτούμε την πραγματικότητα, ακόμη κι αν αυτή η πραγματικότητα, δεν μας αρέσει...
«Σήκωσέ το,» του λέω τελικά. Η φωνή μου είναι γεμάτη από μια αποφασιστικότητα που δεν περίμενα να ακούσω από εμένα.
«Τι;»
«Σήκωσέ το και πες του ότι με βρήκες.»
«Όχι,» μου λέει. Η φωνή του είναι ψύχραιμη, σταθερή και γεμάτη σιγουριά.
«Τι νομίζεις; Αργά ή γρήγορα θα μας βρει,» του αποκρίνομαι, προσπαθώντας να κρύψω την ανησυχία που καταπιέζω μέσα μου. «Δεν μπορούμε να κρυβόμαστε για πάντα.»
Το ανάλαφρο βλέμμα του σκοτεινιάζει και πάλι, σαν να επιστρέφει ο Νταμιάνο που ξέρω. Με πλησιάζει αργά, σαν να ζυγίζει κάθε του κίνηση. Το πρόσωπό του είναι σοβαρό, αλλά οι λέξεις που βγαίνουν από τα χείλη του με αφήνουν άφωνη...
«Θέλω να μένουμε έτσι, Μπριάννα,» μου λέει. Η φωνή του είναι βαριά, γεμάτη επιθυμία αλλά και θυμό, «να μένουμε εδώ, σ' αυτό το δωμάτιο, να κάνουμε έρωτα, να γελάμε, να τρώμε μακαρόνια με καμμένη σάλτσα, να κάνουμε ότι γουστάρουμε... Κι αν θέλει κάποιος να προσπαθήσει να μας σταματήσει, ας το κάνει. Εμείς... εμείς θα συνεχίσουμε να υπάρχουμε έτσι. Μαζί.»
Έρχεται ακόμη πιο κοντά και το χέρι του αγγίζει απαλά το πρόσωπό μου. «Δεν θέλω τίποτα άλλο,» συνεχίζει. «Μόνο εσένα...»
Νιώθω τα λόγια του να καίνε κάθε σπιθαμή του κορμιού μου και το μόνο που θέλω είναι να αφεθώ. Να αφήσω το φόβο να φύγει, να αποδεχτώ αυτό που είμαστε, χωρίς να το αναλύω. Απλά να το νιώσω.
Αλλά δεν μπορώ να του το κάνω αυτό. Δεν θέλω να πάθει κακό εξαιτίας μου. Η σκέψη ότι θα μπορούσα να τον βάλω σε κίνδυνο με τρελαίνει.
Προτού προλάβω να αντιδράσω, το κινητό μου χτυπάει. Ο αριθμός είναι γνωστός, και το αίμα παγώνει στις φλέβες μου.
Δεν το σκέφτομαι δεύτερη φορά και απλώνω το χέρι μου για να το σηκώσω. Ο Νταμιάνο το τραβάει απότομα για να με αποτρέψει. «Άφησέ το,» λέει σφιχτά, και το βλέμμα του είναι έντονο και αμετάβλητο. Είναι αποφασισμένος.
Τον κοιτάζω στα μάτια και όταν εκείνος χαλαρώνει το χέρι του εγώ αποτραβιέμαι απότομα και το σηκώνω...
«Τι θέλεις, πατέρα;» λέω με τόνο που προδίδει τον εκνευρισμό που αισθάνομαι.
Η φωνή του πατέρα μου, έντονη και γεμάτη οργή, ακούγεται μέσα από το τηλέφωνο... «Που είσαι, Μπριάννα; Δεν έπρεπε να φύγεις! Σε προειδοποίησα να μην το κάνεις! Αν δεν γυρίσεις αμέσως, θα στείλω να σε φέρουν πίσω με το ζόρι!»
Η απειλή του είναι γνωστή. Σηκώνω το βλέμμα μου και κοιτάζω τον Νταμιάνο, που παρακολουθεί αμίλητος και σκεπτικός, την ένταση να αυξάνεται.
«Μην ανησυχείς, πατέρα,» λέω με απόλυτη σιγουριά στη φωνή μου. «Μόλις με βρήκε ένας από τους άντρες σου,» συνεχίζω, ενώ το βλέμμα μου κλειδώνει στον Νταμιάνο. Εκείνος, χαμηλώνει το κεφάλι του και δεν λέει λέξη, αλλά το βλέμμα του προδίδει κάτι διαφορετικό. Μια αυστηρότητα, μια σιωπηλή αποδοχή.
Ο πατέρας μου αναστενάζει. Είμαι σίγουρη ότι η ένταση της φωνής του ακούγεται και στον Νταμιάνο που στέκεται απέναντί μου. «Άκου με καλά, Μπριάννα. Δεν έχεις ιδέα τι κάνεις. Είσαι μακριά από το σπίτι σου, αλλά μην νομίζεις ότι μπορείς να κρυφτείς για πάντα.»
Τον αφήνω να ολοκληρώσει και ύστερα κλείνω το τηλεφωνό χωρίς να δώσω περαιτέρω απαντήσεις. Ο Νταμιάνο παραμένει σιωπηλός, με το βλέμμα του να είναι σταθερό πάνω μου, γεμάτο ερωτηματικά, και η φορτισμένη ατμόσφαιρα μοιάζει να γεμίζει κάθε γωνιά του δωματίου. Δεν αντέχω να τον κοιτάζω έτσι.
Παίρνω μια βαθιά ανάσα και σηκώνομαι. «Ντύσου. Φεύγουμε,» του αποκρίνομαι κοφτά, και τα φρύδια του συνοφρυώνονται. «Γιατί το έκανες αυτό;» ρωτάει, η φωνή του αν και ήρεμη, κρύβει μια αυστηρότητα που με κάνει να παγώσω για λίγο.
Τον κοιτάζω, προσπαθώντας να βρω τις κατάλληλες λέξεις. «Γιατί δεν μπορούμε να κρυβόμαστε για πάντα, Νταμιάνο,» του απαντάω τελικά. «Πρέπει να το πάρουμε απόφαση. Είμαστε ήδη στόχος. Είναι θέμα χρόνου να μας βρει.»
«Όχι,» λέει, κουνώντας το κεφάλι του. «Ήταν θέμα χρόνου να μας βρει, αλλά τώρα μόλις του έδωσες όλα όσα χρειάζεται. Τον διαβεβαίωσες ότι είμαστε μαζί. Γιατί, Μπριάννα;»
Η φωνή του ανεβαίνει λίγο, αλλά παραμένει σταθερή. Είναι ξεκάθαρο ότι προσπαθεί να συγκρατήσει το θυμό του.
«Γιατί αργά ή γρήγορα θα το μάθαινε!» ξεσπάω πρώτη. «Γιατί θα έστελνε κάποιον και θα μας έβλεπε μαζί! Είναι καλύτερο να βρεις μια καλή δικαιολογία για τον λόγο που δεν του σήκωσες το τηλέφωνο, παρά να βεβαιωθεί για αυτό που υποπτεύεται! Δεν μπορούμε να ζούμε έτσι!»
Εκείνος πιάνει με το χέρι του το κεφάλι του, φανερά εκνευρισμένος. «Ίσως να μπορούσαμε! Ίσως να έβρισκα έναν τρόπο να σε κρατήσω ασφαλή, αν δεν τους έδινες τον λόγο που χρειάζονται για να έρθουν να μας κυνηγήσουν!»
«Δεν είναι τόσο απλό, Νταμιάνο!» φωνάζω, με τη φωνή μου να σπάει. «Ξέρεις ότι δεν είναι!»
Για λίγα λεπτά ακολουθεί σιωπή. Τα μάτια του είναι γεμάτα θυμό, απογοήτευση, αλλά και κάτι άλλο... κάτι που με διαλύει, γιατί ξέρω ότι έχει δίκιο. Αλλά ξέρω και ότι κι εγώ έχω δίκιο.
Χωρίς να το καταλάβω, πλησιάζουμε ο ένας τον άλλον. Δεν ξέρω αν είναι ο θυμός, ή όλη αυτή η ένταση που μας φέρνει τόσο κοντά κάθε φορά, αλλά νιώθω την ανάσα του πάνω μου, και την καρδιά μου να χτυπά σαν τρελή.
«Θα μας σκοτώσεις και τους δύο,» λέει τελικά, αλλά η φωνή του έχει αλλάξει. Είναι πιο χαμηλή, πιο βαθιά. Το βλέμμα του δεν φεύγει από τα μάτια μου.
«Αν είναι να πεθάνουμε, τουλάχιστον ας πεθάνουμε μαζί,» του απαντώ, χωρίς να το σκεφτώ και ο Νταμιάνο με φιλάει, με τον τρόπο που μόνο αυτός μπορεί να κάνει τα πάντα γύρω μας να εξαφανίζονται. Δεν ξέρω πως το καταφέρνει πάντα, αλλά δεν υπάρχει τίποτα άλλο εκτός από εμάς. Ο τρόπος που με τραβά κοντά του... τα χέρια του με πιάνουν λες και φοβάται ότι θα του ξεφύγω. Δεν προλαβαίνω να σκεφτώ τίποτα άλλο. Το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν με νοιάζει τίποτα αυτή τη στιγμή. Ούτε ο φόβος, ούτε οι απειλές. Τίποτα...
⊱ 𖥸 ⊰
Μεδουσάκια μου, σας ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου για τη στήριξή σας! Καταλαβαίνω ότι τα τελευταία κεφάλαια μπορεί να φαίνονται λίγο πιο βαρετά, γι' αυτό και επέλεξα να τα χωρίσω σε μικρά μέρη, με όριο 1000—1500 λέξεων, ώστε να μη σας κουράσω. Σας υπόσχομαι, όμως, ότι έρχεται ένα τελευταίο κεφάλαιο από το δωμάτιο, όπου θα ειπωθούν πράγματα που είναι σημαντικά για την εξέλιξη της ιστορίας. Και αμέσως μετά, συνεχίζουμε δυναμικά, όπως ξεκινήσαμε!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top