Κεφάλαιο 33

Λίγο πριν τα πρώτα χρώματα της αυγής ξεπροβάλουν από το παράθυρο, παίρνω την απόφαση να φύγω. Με μια μόνο βαλίτσα και τη μικρή μου χειραποσκευή, κατευθύνομαι προς τη μικρή πύλη του προσωπικού, μια έξοδο που συνήθως χρησιμοποιούν οι οικονόμοι και οι κηπουροί. Δεν θέλω να με δει κανείς. Αν κάποιος με σταματήσει τώρα, όλα θα τελειώσουν πριν καν ξεκινήσουν.

Ανοίγω προσεκτικά την πόρτα. Ο αέρας είναι υγρός και λίγο ψυχρός, καθώς κατεβαίνω τα σκαλιά με τα χέρια μου να τρέμουν ελαφρά από την αγωνία. Η καρδιά μου χτυπά δυνατά στο στήθος, αλλά δεν τα παρατάω. Σταματάω για μια μόνο στιγμή, κρατώντας την ανάσα μου και κοιτάζω τριγύρω. Ευτυχώς, δεν υπάρχει κανείς εδώ αυτή την ώρα. Η ασφάλεια επικεντρώνεται στην κεντρική είσοδο και αυτό το σημείο είναι το πιο απομονωμένο. Ανοίγω αργά, οι μεντεσέδες τρίζουν ελαφρά, αλλά δεν πτοούμαι. Βγαίνω έξω, κλείνοντας την πύλη πίσω μου και μετά από λίγο περπάτημα, καταλήγω σε ένα μικρό, κρυμμένο δρομάκι δίπλα από την οικία, ενώ το ταξί που κάλεσα με περιμένει λίγο πιο κάτω. Ο οδηγός με κοιτάζει με περιέργεια, αλλά δεν λέει τίποτα. Ανοίγω την πόρτα και μπαίνω γρήγορα μέσα. «Στο αεροδρόμιο, παρακαλώ,» λέω, και η φωνή μου ακούγεται πιο σίγουρη από ποτέ, και καθώς το αυτοκίνητο ξεκινά, δεν κοιτάζω πίσω. Δεν έχω τίποτα να δω. Τώρα είναι η στιγμή να φύγω, να κάνω ένα διάλειμμα, να πάρω μια ανάσα ελευθερίας.

(...)
Η νύχτα έχει πλέον υποχωρήσει εντελώς, δημιουργώντας μια ήρεμη ατμόσφαιρα. Όταν το ταξί φτάνει στο αεροδρόμιο, το φως της αυγής φωτίζει αχνά τις μαρμάρινες επιφάνειες των κτιρίων. Είμαι μόνη μου, με μια βαλίτσα και τη χειραποσκευή, αλλά αισθάνομαι ξαφνικά απίστευτα ελαφριά, σαν να ξεφεύγω από κάτι βαρυ και σκοτεινο που με κρατούσε. Πληρώνω αμέσως τον οδηγό και κατευθύνομαι προς την είσοδο του κτηρίου, προσπαθώντας να περάσω απαρατήρητη. Η βαλίτσα μου κάνει θόρυβο καθώς οι ρόδες κυλούν πάνω στην άσφαλτο, αλλά προσπαθώ να κρατήσω το βήμα μου σταθερό και γρήγορο. Δεν θέλω να διστάσω τώρα.

Η αίθουσα αναχώρησης είναι ήσυχη και άδεια. Μερικοί ταξιδιώτες περιμένουν, αλλά οι περισσότεροι είναι ακόμα στον ύπνο τους. Απλώς προχωρώ, κοιτάζοντας το τοπίο από το παράθυρο, αποφασισμένη να πάρω την ανάσα που μου αξίζει, έστω και για λίγο. Μετά από λίγα λεπτά, βρίσκομαι στην πύλη. Η διαδικασία του check-in είναι γρήγορη, σχεδόν αδιάφορη για τον υπάλληλο που με κοιτάζει για λίγα δευτερόλεπτα, αλλά δεν λέει τίποτα. Παίρνω την κάρτα επιβίβασης και στρέφομαι προς τον έλεγχο ασφαλείας, μέχρι που ο ήχος από τα ηχεία ανακοινώνει τις τελευταίες αναχωρήσεις, με εμένα να είμαι ήδη έτοιμη για το επόμενο βήμα, ελπίζοντας ότι αυτό το ταξίδι θα είναι αρκετό για να με ανακουφίσει, να με κάνει να ξεχάσω, έστω και για λίγο, τον κόσμο που προσπαθώ απεγνωσμένα να εγκαταλείψω... αλλά δεν μπορώ...

Η ατμόσφαιρα αλλάζει όταν ανεβαίνω τις σκάλες του αεροπλάνου. Οι κουρτίνες είναι κλειστές και ο χώρος, αν και γεμάτος, έχει έναν αέρα ηρεμίας. Καθώς περπατάω προς τη θέση μου, αισθάνομαι ήδη ανακούφιση. Ο αέρας μυρίζει φρεσκάδα και καθαριότητα. Μια γλυκιά αεροσυνοδός, μου υποδεικνύει τη θέση μου και αμέσως αισθάνομαι την άνεση των καθισμάτων, των μαξιλαριών και του χώρου. Εκείνη μου προσφέρει μια επιλογή από ποτά και επιλέγω λευκό κρασί. Κλείνω τα μάτια μου για μια στιγμή, αφήνοντας τον θόρυβο και το χάος να γίνουν παρελθόν,ενώ το αεροπλάνο αρχίζει να απογειώνεται και συνειδητοποιώ πως αυτή τη φορά, δεν υπάρχει πίεση, δεν υπάρχει καμία ματιά που να με παρακολουθεί. Όλα είναι υπό έλεγχο, ή τουλάχιστον έτσι θέλω να πιστεύω.

Περίπου τρισήμιση ώρες αργότερα, βρίσκομαι στο Μαϊάμι. Η αίσθηση του αέρα είναι διαφορετική εδώ, πιο υγρή, αλλά και πιο χαλαρωτική. Έχω την εντύπωση ότι αυτό το ταξίδι έχει την ικανότητα να με κάνει να νιώθω πως βρίσκομαι σε έναν άλλο κόσμο, μακριά από τα πάντα.

Το ταξί που πήρα από το αεροδρόμιο με αφήνει μπροστά σε ένα μικρό ξενοδοχείο. Δεν είναι τίποτα πολυτελές, αλλά έχω ανάγκη από αυτή την απλότητα τώρα. Χωρίς ερωτήσεις, χωρίς άγρυπνους φρουρούς πάνω από το κεφάλι μου, μόνο το θρόισμα των φύλλων στα δέντρα και τον ήχο των κυμάτων στον κοντινό κόλπο... και δεν βλέπω την ώρα να βυθιστώ σε αυτή την αίσθηση.

Καθώς μπαινοβγαίνω στο λόμπι και παραλαμβάνω το κλειδί του δωματίου μου, το κινητό μου δονείται στην τσέπη. Μία νέα ειδοποίηση. Γνωρίζω πολύ καλά ποιος είναι στην άλλη άκρη της γραμμής, αλλά αυτή τη φορά δεν πρόκειται να κάνω λάθος να απαντήσω. Έχω πάρει την απόφασή μου.Αφήνω έναν βαθύ αναστεναγμό να μου ξεφύγει καθώς ανεβαίνω τα σκαλιά. Το μόνο που θέλω είναι να είμαι μόνη, να ανασυγκροτηθώ και να βρω την ισορροπία μου. Όλα τα υπόλοιπα... θα περιμένουν.

Ετοιμάζομαι με γρήγορες κινήσεις, φοράω ένα άνετο φόρεμα και βγαίνω από το δωμάτιο, κατευθυνόμενη προς την παραλία, οσο το σώμα μου είναι γεμάτο από την επιθυμία να βυθιστώ στην αίσθηση του καλοκαιριού, η θάλασσα και ο αέρας φέρνουν μια δροσερή αίσθηση που ανακουφίζει τον καλοκαιρινό καύσωνα. Φτάνοντας στην ακτή, η παραλία σφύζει από ζωή. Άνθρωποι κάνουν ηλιοθεραπεία, τρέχουν στην άμμο ή κάνουν σερφ στα κύματα. Απλώνω την πετσέτα μου στην ακρογιαλιά και κάθομαι. Από την τσάντα μου, βγάζω το βιβλίο που πήρα μαζί μου και ανάμεσα στους ήχους των κυμάτων και τις χαρούμενες φωνές των λουομένων, ανοίγω τις πρώτες σελίδες για να χαθώ στην ιστορία. Όμως, ακριβώς εκείνη τη στιγμή, μια μπάλα χτυπά το πόδι μου.

Ανασηκώνω το βλέμμα μου και βλέπω έναν νεαρό να τρέχει προς το μέρος μου. «Ωχ, συγνώμη! Δεν σε είδα!» λέει, παλεύοντας να συγκρατήσει το άγχος στις κινήσεις του.

«Είναι εντάξει,» του απαντάω, προσπαθώντας να μην γελάσω με την αμηχανία του, οσο ο νεαρός πλησιάζει, σταματώντας τελικά μπροστά μου, και σκύβει για να πάρει την μπάλα από την άμμο. «Πραγματικά, συγνώμη για αυτό,» μου αποκρίνεται και πάλι κι τείνει το χέρι του με ένα φιλικό και αυθόρμητο ύφος. «Είμαι ο Ματίας. Χάρηκα.»

«Μπριάννα,» απαντάω και του δίνω το χέρι μου με ένα αχνό χαμόγελο. «Ήταν λίγο απότομο, αλλά τουλάχιστον δεν με χτύπησες τόσο πολύ.»

«Πάλι καλά, αλλά δεν έχω κανένα πρόβλημα να αναλάβω την ευθύνη αν χρειαστεί,» λέει με χαμόγελο και μια δόση χιούμορ. Αυτός κάνει ένα βήμα και στέκεται δίπλα μου στην άμμο, με μια φυσική άνεση που με ξαφνιάζει. Πιάνουμε τη συζήτηση για λίγο και όσο εκείνος μιλάει για το σέρφινγκ και τη ζωή στην παραλία, αισθάνομαι το βάρος των τελευταίων ημερών να λιγοστεύει. Είναι σαν να βρίσκομαι σε έναν τελείως διαφορετικό κόσμο, πολύ μακριά από τον θόρυβο και τις ανησυχίες που άφησα πίσω μου.
«Ελπίζω να μην σου χάλασα τη μέρα με αυτή την ατυχία,» προσθέτει και κάθεται δίπλα μου στην άμμο. «Καθόλου,» του λέω, κοιτάζοντας προς τη θάλασσα. «Στην πραγματικότητα, με έκανες να γελάσω. Δεν είμαι και η πιο κοινωνική αυτή την περίοδο.»

«Δεν φαίνεσαι σαν να το χρειάζεσαι,» λέει και ρίχνει μια γρήγορη ματιά στην άμμο. «Αλλά, αν ποτέ θελήσεις να ξαναγελάσεις, τώρα ξέρεις που θα με βρεις.»

Η φωνή του είναι ζεστή, αυθεντική. Σαν να μην προσπαθεί καθόλου να εντυπωσιάσει. Ενώ τον ακούω, νιώθω την ένταση μέσα μου να χαλαρώνει κάθε λεπτό και περισσότερο. Μένω σιωπηλή για μια στιγμή, παρατηρώντας τον καθώς μιλάει με πάθος για τη ζωή εκεί, και υπάρχει κάτι τόσο φυσικό σ' αυτόν... σαν να ανήκει εδώ, στην παραλία αυτή, για πρώτη φορά μετά από καιρό, νιώθω ότι ίσως να έχω βρει ένα μέρος όπου μπορώ στ'αληθεια να ηρεμήσω, έστω και για λίγο. Ο Ματίας, ρίχνει μια τελευταία ματιά στη θάλασσα και γυρίζει προς το μέρος μου με ένα χαμόγελο. «Ξέρεις, το βράδυ θα γίνει ένα πάρτι στην παραλία,» λέει με έναν τόνο ενθουσιασμού. «Θα ανάψουμε φωτιές, θα έχουμε μουσική, ποτά, όλα όσα χρειάζεσαι για να περάσεις καλά. Πάρε όποιον θέλεις μαζί σου και έλα.»

«Ήρθα μόνη μου,» του αποκρίνομαι και εκείνος με κοιτάζει με ενδιαφέρον, χωρίς καμία απολύτως διάθεση να με πιέσει.

«Δεν υπάρχει πρόβλημα. Αν θες, μπορείς να έρθεις μαζί μου. Θα είναι και η παρέα μου εκεί και μερικά κορίτσια επίσης.»

Η αλήθεια είναι ότι το σκέφτομαι. Τα πάρτι που συνηθίζω να πηγαίνω είναι γεμάτα πλούσιους, με ακριβά ρούχα και δηθενιά. Η διάθεση να συμμετέχω σε κάτι τόσο αυθόρμητο, απλό και ανθρώπινο, αρχίζει να με κερδίζει. «Εντάξει,» λέω τελικά, «θα έρθω μαζί σου.» Εκείνος χαμογελάει ικανοποιημένος και μου ρίχνει μια χαλαρή ματιά. «Ωραία! Θα σου αρέσει, πιστεύω. Εγώ και η παρέα μου θα είμαστε εκεί γύρω στις οκτώ.»

«Οκ, είναι μια χαρά,» του απαντάω και του ρίχνω ένα γρήγορο βλέμμα.

«Ωραία, τα λέμε εκεί,» λέει, και κάνει να φύγει προς την παρέα του.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top