Κεφάλαιο 21
Κάνω δυο βήματα μπροστά και βλέπω τον Έρικ να προσπαθεί βιαστικά να κουμπώσει το παντελόνι του. Μένω για λίγο να τον κοιτάζω με ένα σήκωμα του φρυδιού, ενώ εκείνος παλεύει για να κρατήσει ένα σοβαρό ύφος.
«Έρικ... δεν σε είχα να κουράζεις τόσο πολύ το προσωπικό,» του λέω, σταυρώνοντας τα χέρια μου. Ήθελα καιρό να του την πω για αυτή την ατάκα...
«Μπριάνα!» λέει με μια έκφραση πανικού στο πρόσωπό του. «Δεν είναι αυτό που νομίζεις!» συμπληρώνει, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί ακόμη να σηκώσει το φερμουάρ του που έχει κολλήσει.
«Ω, πραγματικά; Και τι ακριβώς νομίζω; Γιατί αυτό που βλέπω... είναι τρομακτικά κοντά σε αυτό που νομίζω.»
Ο Έρικ παύει να μιλάει για μια στιγμή, κοιτώντας το πάτωμα. Έπειτα, συνεχίζει να προσπαθεί να ξεκολλήσει το φερμουάρ του, μέχρι που τελικά το καταφέρνει. «Κοίτα, απλώς... άφησα το παντελόνι ξεκούμπωτο. Ξέρεις, για... ελευθερία κινήσεων.»
Τον κοιτάζω μισογελώντας. «Α, κατάλαβα. Τυπικός ορισμός της ελευθερίας, ε;»
Εκείνος γελάει αμήχανα και σηκώνει τα χέρια ψηλά. «Εντάξει, εντάξει, πιάστηκα! Αλλά σοβαρά τώρα... ας μην το πούμε σε κανέναν, ειδικά στον μπαμπά, εντάξει;»
Χαμογελάω πλατιά και για μια στιγμή, κάνω πως το σκέφτομαι. «Χμμ... ίσως αν μου φέρνεις εσύ το πρωινό στο κρεβάτι για την επόμενη εβδομάδα.»
«Ή... μήπως να το αφήσουμε εδώ, για να ξεχάσω τη μικρή σου αδυναμία στον "κύριο προστασία";» απαντάει, προσπαθώντας να ανακτήσει το ύφος του.
«Είσαι βλαμμένος, Έρικ,» του αποκρίνομαι. Εκείνος, χαμογελά πλατιά σαν να νίκησε. Σηκώνω τα μάτια προς το ταβάνι, παίρνω μια βαθιά ανάσα και βγαίνω από την κουζίνα, αφήνοντάς τον να απολαύσει τη "θριαμβευτική" του στιγμή.
Δεν έχω προλάβει να απομακρυνθώ πολύ από τον διάδρομο, όταν ακούω μια γνώριμη φωνή πίσω μου.
«Μπριάνα.»
Παγώνω. Είναι ο Νταμιάνο. Πάω να κάνω ένα ακόμη βήμα για να ανέβω επάνω, αλλά με τραβάει από τον καρπό. Έχει αυτό το ύφος του που μόνιμα δείχνει ατάραχο, όμως τα μάτια του λάμπουν με έναν τρόπο που δεν έχω ξαναδεί.
«Μπορούμε να μιλήσουμε για λίγο;»
Δεν απαντάω. Κάνω ακόμη ένα βήμα ανεβαίνοντας στο πρώτο σκαλοπάτι για να ξαναφύγω και με τραβάει και πάλι απότομα. Πιο δυνατά αυτή τη φορά.
«Συμβαίνει κάτι;» με ρωτάει, με ένα βλέμμα που δείχνει πως έχει καταλάβει περισσότερα απ' όσα θα ήθελα.
«Όχι, φυσικά. Γιατί να συμβαίνει κάτι;» του απαντάω όσο πιο χαλαρά μπορώ, αποφεύγοντας το βλέμμα του.
«Απλώς αναρωτιέμαι,» λέει, ρίχνοντάς μου μια προσεκτική, σχεδόν εξεταστική ματιά. «Έδειχνες κάπως... ανήσυχη πριν.»
«Και; Πρέπει να κάνω αναφορά για το πώς νιώθω;» του αποκρίνομαι με προσποιητή αδιαφορία, σταυρώνοντας τα χέρια μου.
Ανασηκώνει τους ώμους και πλησιάζει ελάχιστα πιο κοντά. «Όχι, αλλά δεν φαινόσουν και ιδιαίτερα χαρούμενη όταν είδες... ποιος ήταν στην κουζίνα.»
Νιώθω την καρδιά μου να χτυπά πιο γρήγορα, αλλά χαμογελάω ψυχρά. «Τον Έρικ; Σε παρακαλώ... Ξέρεις πώς είναι ο αδερφός μου. Αν κάνει κάτι ύποπτο, απλώς θέλω να είμαι σίγουρη ότι δεν θα εκθέσει κανέναν.»
Ο Νταμιάνο γέρνει το κεφάλι του λίγο στο πλάι, παρατηρώντας με ακόμη πιο προσεκτικά. «Αλήθεια; Μόνο ο Έρικ σε ανησυχούσε;»
Παίρνω μια βαθιά ανάσα, κοιτώντας τον ανέκφραστα. «Δεν ξέρω τι εννοείς,» του απαντάω και εκείνος χαμογελάει αμυδρά, με έναν τρόπο που με εκνευρίζει.
«Γιατί δεν παραδέχεσαι ότι αγχώθηκες, έστω για μια στιγμή, ότι εγώ ήμουν εκεί με την Ιζαμπέλα;»
«Γιατί το λες αυτό;»
«Μπριάννα, σε είδα. Αλλά όταν μπήκα, κατάλαβα τι γινόταν και δεν ήθελα να κάνω φασαρία.»
Ανοιγοκλείνω τα μάτια μου, προσπαθώντας να φανώ όσο πιο αδιάφορη μπορώ. «Δεν... δεν είχα τέτοια ανησυχία. Απλώς ήθελα να βεβαιωθώ ότι όλα είναι όπως πρέπει.»
Ο Νταμιάνο δεν απαντά αμέσως. Απλώς με κοιτάζει, με ένα βλέμμα που μοιάζει να διαβάζει τη σκέψη μου. «Ότι πεις,» λέει τελικά, χαμογελώντας σαν να διασκεδάζει με την προσπάθειά μου να το παίξω ψύχραιμη. «Αλλά να θυμάσαι, Μπριάνα... ορισμένα πράγματα δεν κρύβονται εύκολα.»
Σκύβω λίγο προς το μέρος του, με όσο περισσότερο θάρρος μπορώ να μαζέψω. «Έχεις μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου, Νταμιάνο.»
Τι σκατά; Γιατί χαμογελάει; Προσπαθώ να τον εκνευρίσω!
«Ξέρεις, Μπριάνα... ομολογώ πως όταν γίνεσαι απόλυτη, σου πάει. Αλλά αναρωτιέμαι αν θα μπορέσεις να το κρατήσεις για πολύ ακόμα.»
Νιώθω το βλέμμα του να μην απομακρύνεται ούτε στιγμή. Γαμώτο. Είναι τόσο σίγουρος για τον εαυτό του; «Και εσύ δεν πας πίσω, Νταμιάνο,» λέω τελικά. «Ειδικά όταν ξεπερνάς τα όρια.»
Εκείνος πλησιάζει λίγο πιο κοντά, χωρίς να παίρνει τα μάτια του από πάνω μου. «Όρια; Τα όρια είναι απλώς ένας τρόπος να κρατάς απόσταση... αν αυτό θέλεις. Γιατί δεν παραδέχεσαι ότι το φιλί μας σε αναστάτωσε όσο κι εμένα;»
Αισθάνομαι την καρδιά μου να χτυπάει ξανά σαν τρελή, αλλά με το ζόρι συγκρατώ τον εαυτό μου, προσπαθώντας να μην δείξω τίποτα. Δεν ξέρω πώς να το διαχειριστώ, άλλωστε. Υποτίθεται πως είχαμε συμφωνήσει να κάνουμε ότι δεν συνέβη τίποτα. Μου είπε ότι ήταν ασήμαντο. Και οι δυο μας είπαμε πολλά, γενικά, γιατί κανένας δεν τολμούσε να το παραδεχτεί. Γιατί το παραδέχεται;;; Ξέρουμε πολύ καλά ότι αυτή η ιστορία δεν πρόκειται να οδηγήσει πουθενά. Αλλά, γαμώτο... γαμώτο τον θέλω τόσο πολύ.
Αποτραβιέμαι απότομα και τρέχω προς τα πάνω, χωρίς να κοιτάξω πίσω. Φτάνω στο δωμάτιό μου και κλείνω την πόρτα με φόρα, αφήνοντας την καρδιά μου να χτυπάει ακόμη πιο δυνατά κι από τον βαρύ γδούπο που μόλις ακούστηκε. Στέκομαι εκεί για λίγο, προσπαθώντας να ηρεμήσω, να βάλω τις σκέψεις μου σε μια σειρά. Όμως, είναι αδύνατο. Η εικόνα του, το βλέμμα του, εκείνο το φιλί... όλα γυρνάνε συνεχώς στο μυαλό μου. Δεν ξέρω αν είναι θυμός ή πόθος... ή και τα δυο, αλλά κάτι μέσα μου καίει... και δεν μπορώ να το σβήσω.
Κάθομαι στο κρεβάτι, ύστερα σηκώνομαι όρθια και ακουμπάω το κεφάλι μου στο κρύο παράθυρο, κλείνοντας τα μάτια. Ο νους μου τρέχει, ξανά και ξανά, σε όσα είπαμε και όσα δεν είπαμε. Όλα αυτά τα πράγματα που πήγαν να ειπωθούν και αφέθηκαν.
Και τότε, σαν μια μόνιμη ενοχλητική σκέψη, η φωνή του ακούγεται μέσα μου. Μια μόνο λέξη. Ασήμαντο. Δεν ξέρω αν το εννοούσε ή αν το είπε για να το κάνει να φαίνεται μικρότερο από ό,τι ήταν. Δεν ξέρω καν, εάν το έκανε από αντίδραση. Και ούτε θα μάθω. Δεν κάνει να μάθω.
Κλείνω τα μάτια και αναστενάζω, η αίσθηση του κενού μέσα μου είναι πιο έντονη από ποτέ. Πόσο πιο εύκολο θα ήταν αν όλα ήταν απλά... "ασήμαντα".
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top