Κεφάλαιο Τεσσαρακοστό Έβδομο
Δύο μέρες αργότερα
«Τι κάνεις εσύ εδώ;!» ωρυομαι.
«Πως είναι ο Νικόλας; Τι συμβαίνει; Τι είπαν οι γιατροί;» ρωτάει μες τον πανικό.
«Να μην σε νοιάζει!» η αδερφή μου με τραβάει από το μπράτσο αλλά εγώ το μόνο που θέλω είναι να την κατασπαραξω. «Άφησε με και εσύ! Του έχει βγάλει την Παναγία, του έχει πιει το αίμα, με πιάνου το μέρος είσαι;!»
«Ψυχούλα μου, είναι η μητέρα του.» προσπαθεί να με συνετίσει κάτι που με εκνευρίζει περισσότερο.
«Άκου να σου πω, κοριτσάκι μου, ο γιος μου αυτή τη στιγμή είναι στην εντατική, δεν θα κάθομαι να ασχολούμαι μαζί σου, έχω πιο σημαντικά προβλήματα!» κάνει να με προσπεράσει αλλά αμέσως την σπρώχνω πίσω.
«Είμαι η σύνοδος του, μόνο εγώ τον βλέπω και αυτό αν σου αρέσει!»
«Παιδί μου σταματα να της μιλάς έτσι επιτέλους!» φωνάζει η αδερφή μου.
«Ναι, δεν μπορεί να αναπνεύσει, υποφέρει και θα την αφήσω να την δει να ανεβάσει καμία πίεση και να πάθει και εγκεφαλικό μέσα σε όλα! Δεν τρελάθηκα ακόμα!»
«Ρε παιδί μου ηρέμησε, η μαμά ανησυχεί μόνο!» λέει απαλά η Νίκη.
«Νίκη μου, ο αδερφός σου έφυγε από το σπίτι σας μέσα στο καταχείμωνο με μια φόρμα και το κράνος του! Τον έφερα στο νοσοκομείο με 41 πυρετό, βήχα και δυσπνοια και λιποθυμουσε καθολη τη διάρκεια!»
«Πάρη!» φωνάζει η κυρα Μάνια. Εν τω μεταξύ ο κύριος Παρης της ρίχνει ένα στραβό βλέμμα πάνω από τον ώμο του συνεχίζοντας να μιλάει με έναν συνάδελφό του.
«Φύγε κυρα Μάνια γιατί θα γίνουμε πουτάνα!»
«Με κάνει περήφανη.» ακούω την Νικολέτα κάπου πίσω μου.
Νομίζω πως η μάνα του Αδάμ θα μου ρίξει σφαλιάρα μέχρι που τον ακούω κάπου πίσω μου «Σταμάτα μωρή, μέχρι μέσα ακούγεσαι γαμώ το σόι μου!» στα λόγια μου έρχεται!
Γυρίζω να δω τον Αδάμ πάνω στο φορείο με τη συνοδεία δύο νοσηλευτών.
«Για κάποιον που δεν μπορεί να μιλήσει, είσαι λαλιστατος.» λέω τρυφερά, χαιδευοντας τα μαλλιά του. Αμέσως κερδίζω ένα αυστηρό βλέμμα από τους νοσηλευτές οπότε όλοι κάνουμε στην άκρη για να περάσει το φορείο.
«Καλησπέρα σας, ονομάζομαι Παναγοπούλου, είμαι η Εντατικολόγος, θα μιλάμε μαζί για την ώρα. Μητέρα, πατέρας;» λέει ψάχνοντας μέσα σε δέκα άτομα που έχουμε μαζευτεί γύρω της.
«Εμένα πείτε μου, είμαι η σύνοδος του!»
«Πείτε μου, είμαι η μητέρα του!» την αγριοκοιτάζω αλλά αμέσως νιώθω να με τραβάνε πίσω.
«Βαλερια, σταματα!» γυρίζω στο άκουσμα του ονόματος μου και βλέπω το πρώην αγόρι μου να αγριοκοιτάζει τη Μάνια καθώς με κρατάει σφιχτά πάνω του.
«Εσύ μας έλειπες.» λέω μέσα από τα δόντια μου.
«Το άκουσα αυτό.» με πληροφορεί.
«Για να το ακούσεις το είπα.» μουρμουράω αλλά εκείνος παρ' όλα με με αγνοεί πλήρως, τραβώντας με προς την αντίθετη κατεύθυνση από τη μάνα του κολλητού μου.
«Άσε με να ακούσω τουλάχιστον!» αν δεν με αφήσει, θα του ρίξω κλωτσιά στο καλάμι κι αυτό γιατί είναι ψηλότερος από εμένα, αλλιώς θα στοχευα αλλού.
«Αν υποσχεθείς πως θα είσαι ήσυχη.» ζητάει. Στριφογυριζω τα μάτια μου και του ρίχνω την κλωτσιά όπως και να 'χει. Με τραβάει πάνω του και ψιθυρίζει στο αυτί μου «Θα τα πούμε μετά εμείς.»
Θέλω να του απαντήσω πως πολύ θα το ήθελε, αλλά κρατιέμαι γιατί όντως θα με βγάλει σηκωτή έξω από το νοσοκομείο.
«Θα τον κρατήσουμε στην εντατική για ένα 24ωρο αλλά φαντάζομαι πως δεν θα χρειαστεί περισσότερο χρόνο. Τον έχουμε στο οξυγόνο και είναι ήδη καλύτερα. Καθαρή εικόνα όπως και να 'χει θα έχουμε από αύριο, οπότε καλύτερα να πάτε να ξεκουραστείτε για την ώρα.»
«Που μπορώ να μιλήσω για να μεταφερθεί το παιδί μου σε ιδιωτική κλινική;» ρωτάει φωναχτά η Μάνια, γυρίζοντας να με κοιτάξει υποτιμητικά «Στο Αττικόν βρήκες να τον φέρεις;»
«Θα την χτυπήσω!» ανακοινώνω αλλά ο βλαμμένος ο πρώην μου προλαβαίνει να με συγκρατήσει, μαζί με τον Φάνη.
«Αστη να μωρέ, είχε και στο Κιλκίς ιδιωτική κλινική, τρομάρα της.» ακούγεται η φωνή του Αδάμ πίσω μας.
«Του κόβετε βόλτες για να μπανίσει τη καλύτερη νοσηλεύτρια;» κοροϊδεύει ο Κώστας, κερδίζοντας ένα δολοφονικό βλέμμα από την αδερφή μου.
«Τραβά ρε γαμησου!» προλαβαίνει να ακουστεί η φωνή του, ανάμεσα στον δυνατό του βήχα. Όταν κλείνει ξανά η πόρτα της εντατικής, η γιατρός μας κοιτάζει με ένα μικρό χαμόγελο στα χείλη.
Τρελή θα 'ναι κι αυτή, δεν εξηγείται αλλιώς!
«Καταλαβαίνω πως υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που τον αγαπούν γι' αυτό θα χρειαστεί να επιλέξετε έναν που θα τον επισκέπτεται στην εντατική για τη μισή ώρα που επιτρέπεται ημερησίως, ώστε να πραγματοποιήσει άμεσα έναν μοριακό έλεγχο για τον COVID. Σε περίπτωση που επιθυμείτε την μεταφορά του θα πρέπει να συμπληρωθούν τα αντίστοιχα χαρτιά και να βεβαιωθούμε πως θα υπάρχει ΜΕΘ εκεί που θα μεταβεί.»
«Συγγνώμη Κατερίνα, θα ήθελα να τον μεταφέρουμε στο Ερρίκος για να τον έχω από κοντά.» λέει ο κύριος Πάρης στη γιατρό.
«Φυσικά, Κύριε Αδαμόπουλε, με συγχωρείται!» λέει αμέσως η γιατρός «Όπως επιθυμείτε, εννοείται, θα το πω και στον κύριο Γαλανό, τον παθολόγο που τον παρακολουθεί.»
«Εννοείται, τον γνωρίζω τον Πέτρο. Σε ευχαριστούμε πολύ για την ενημέρωση.» ανταλλάσσουν μια σφιχτή χειραψία και έπειτα μας αφήνει μόνους μας στον διάδρομο να σκοτωθούμε με την ησυχία μας. Τουλάχιστον αυτό ήταν το πλάνο μέχρι να αρχίσει η κυρα Μάνια να κλαίει στην αγκαλιά του άνδρα της.
«Σταμάτα ρε Γεσθημανή, μια χαρά θα γίνει ο γιος σου.» την μαλώνει.
«Ίσως να προσπαθήσετε λίγο να τον κατανοήσετε για να είναι και ψυχολογικά καλά.» λέω, πλησιάζοντας την Νίκη. «Περαστικά, μωρό μου και προσπάθησε να τον δει τουλάχιστον ο πατέρας σου αντί για τη μάνα σου.» εκείνη γνέφει καταφατικά και εγώ φεύγω, γνωρίζοντας καλά πως μετά το ξέσπασμά μου μόνο καλοδεχούμενη δεν είμαι.
Τι στον διαόλο με έπιασε;
«Βαλερια;» γυρίζω τη πλάτη μου στον ήχο της φωνής του κυρίου Πάρη.
«Συνέβη κάτι;» αγχώνομαι αμέσως για τα χειρότερα.
«Τίποτα δεν συμβαίνει και ούτε πρόκειται να συμβεί, τι κάθεσαι και στεναχωριέσαι; Γιατί κλαις;» ανοίγει τ; χέρια του και διστακτικά πλησιάζω, αφήνοντάς τον να με αγκαλιάσει.
«Με τρόμαξε κύριε Πάρη.» παραδέχομαι «Δεν μπορούσε να αναπνεύσει, μου κρατούσε το χέρι τόσο σφιχτά που πονούσα.»
«Μια χαρα θα γίνει, ευκαιρία να κόψει και το τσιγάρο.» λέει ο πάντα ψύχραιμος πατέρας του. Που στον διαόλο βγάζει αυτός ο άνθρωπος άκρη με την γυναίκα του, ένας Θεός ξέρει!
«Συγγνώμη για την συμπεριφορά μου νωρίτερα, δεν θα ξαναεπαναληφθει.» εκείνος σηκώνει αδιάφορα το χέρι του «Κάποιος έπρεπε να της τα πει της γυναίκας μου. Δεν είχα ιδέα πως τσακώθηκε με το παιδί.» παραδέχεται. Αυτό δεν αναιρεί ωστόσο ότι καμία δουλειά δεν είχα να εμπλακώ ανάμεσα σε μάνα και γιο!
«Οπότε αύριο να περιμένω εσένα στη μία για το επισκεπτήριο;» γυρνάω απότομα να τον κοιτάξω, έκπληκτη. Μετά από όλο αυτό είναι διατεθειμένος να με αφήσει να δω τον Αδάμ;
«Νομίζω είναι σωστότερο να τον δει η οικογένειά του.» απαντάω.
«Εγώ θα τον δω όπως και να 'χει, έχω πρόσβαση εξάλλου. Παρ' όλα αυτά δεν θα ήθελα να τον δει η Μάνια έτσι όπως είναι η κατάσταση μεταξύ τους. Θα ήταν καλό να δει ένα αγαπημένο του πρόσωπο αντί για την ασχημόφατσα του πατέρα του.» γελάμε ελαφρά σε αυτό του το σχόλιο παρ'ολο που σε καμία περίπτωση δεν θα έλεγε κανείς τον κύριο Πάρη άσχημο!
«Αν είναι να τον δει κάποιος εκτός από τους γονείς και την αδερφή του, καλύτερα να τον δει η κοπέλα του, δεν νομίζετε;» η Κυριακή ήρθε πανικόβλητη στο νοσοκομείο και σε όλη τη διαδρομή προσπαθούσε από μισόλογα δικά μου και τον παιδιών να βγάλει άκρη με το τι συμβαίνει και το αγόρι της κατέληξε στη ΜΕΘ. Σαν να την έφτανε αυτό, εγώ έκανα σαν την τρελή και δεν την άφησα να σε ησυχία!
Είμαι απαράδεκτη!
«Να της πεις να κάνει μοριακό λοιπόν.» κάτι στο πρόσωπό του ωστόσο δεν μου αρέσει.
«Γιατί δεν συμπαθείτε την Κυριακή;» εκφράζω την μεγάλη μου απορία. Αυτό που δεν περίμενα ωστόσο ήταν η έκπληξη στο πρόσωπό του.
«Από που προέκυψε αυτή η θεωρία; Φυσικά και το συμπαθώ το κορίτσι!»
«Αλλά να μαντέψω ότι μου έχετε μια μικρή αδυναμία;» πεταριζω τις βλεφαρίδες μου, κάνοντάς τον να γελάσει.
«Φυσικά και σου έχω αδυναμία, μέχρι πριν λίγο καιρό θεωρούσαμε ότι η παντρειά με τον Νικόλα μας είναι σίγουρη!» χαριτολογεί.
«Εσείς, οι γονείς του Βαγγέλη, οι γονείς του Αγγέλου. Τι στο καλό πια; Τόσο περιζήτητη νύφη είμαι;» είναι που δεν ξέρουν τι μαυρίλα κουβαλάω. Αν ήξεραν θα κρατούσαν τους γιους τους όσο πιο μακριά από εμένα γίνεται!
«Είσαι, πως να μην είσαι;» φέρνει το χέρι του στο στήθος του καθώς γελάει «Είσαι πανέξυπνη γυναίκα, με χιούμορ, κούκλα με μια μαγευτική γοητεία, πως να μην κάνουν ουρά οι γαμπροί από πίσω σου;» κοκκινίζω εμφανώς και μου κλείνει το μάτι, τσιμπωντας μου το μάγουλο «Μας την έφαγε τη νύφη ο μπαγάσας αλλά δεν έχω παράπονο, ο Τάσος και η Αγάπη έκανα δύο πανέμορφες κόρες, όχι μια!» ακολουθώ το βλέμμα του πίσω μου και βλέπω τον Γιώργο λίγα βήματα μακριά και την αδερφή μου να στέκεται πιο μακριά στον τοίχο.
«Κύριε Πάρη, θα μου κάνετε παρέα να κάνω ένα τσιγάρο;» μας πλησιάζει, πιάνοντας τον αγκαζέ. Εκείνος γνέφει καταφατικά «Πάμε να κάνεις και το μοριακό για να δεις το αγόρι σου αύριο.» εκείνη γνέφει καταφατικά και την τραβάει προς τα έξω, φροντίζοντας να μου κλείσει το μάτι πρώτα.
Αν είχαμε μια απορία σε ποιον έμοιασε ο Αδάμ, την λύσαμε!
«Πως είσαι;» προσπάθησα να τον αγνοήσω λες και δεν είναι σαν έναν ελέφαντα πίσω από μια κολόνα.
«Καλά.» απαντάω κοφτά αποφασιζοντας πως ήρθε η ώρα να σηκωθώ και να φύγω όσο πιο μακριά του γίνεται. Καλό σχέδιο μα κακή εκτέλεση ωστόσο, μιας και με τραβάει μαλακά από το χέρι και με γυρίζει ώστε να κοιταζομαστε.
«Ανησύχησες;» έτσι εν τω μεταξύ μιλάει στον Μπλου κάθε φορά που πηγαίνουμε στον κτηνίατρο! Παρ' όλα αυτά γνεφω καταφατικά· είναι γνωστή άλλωστε η επιρροή που έχει πάνω μου η παρουσία του. Με τραβάει μαλακα στην αγκαλιά του και με κράτα σφιχτά, αφήνοντας φιλιά στο μέτωπό μου και χάδια στα μαλλιά και τη πλάτη μου.
«Νόμιζα πως θα πεθάνει.» λέω κλαίγοντας κουρνιασμενη στην αγκαλιά του για ακόμη μια φορά.
«Σςς, ηρέμησε μωρό μου, κακό σκυλί ψόφο δεν έχει.» στριφογυρίζω τα μάτια μου αλλά καταφέρνει να με κάνει να χαμογελάσω λίγο.
Μέχρι που συνειδητοποιώ πως έχουμε χωρίσει και πρέπει να κρατάμε αποστάσεις ασφαλείας! Τραβιέμαι μακριά του, σκουπιζοντας τα μάτια μου με τα μανικια της μπλούζας μου.
«Δεν είναι σωστό αυτό που κάνουμε.» λέω γρήγορα κάνοντας ένα βήμα μακριά του.
«Και γιατί αυτό;» στέκεται απέναντι μου κοιτώντας με, με σηκωμένο φρύδι και χέρια στις τσέπες του τζιν του.
«Γιατί έχουμε χωρίσει Γιώργο, ήμαρτον!» νευρίαζω που το παίζει χαλαρός, αδιάφορος και ανηξερος ταυτόχρονα!
«Έχεις βρει κάποιον άλλον;» πάρα τον εγωισμό μου καθώς και τον αυτοκαταστροφικό εκδικητικό εαυτό μου, γνεφω αρνητικά «Έχω εγώ άλλη;» ρωτάει με μια γκριμάτσα και αυτή τη φορά είμαι εγώ εκείνη που τον κοιτάζει με σηκωμένο το φρύδι.
«Αυτή είναι μια απάντηση που θα πρέπει να απαντήσεις εσύ στον εαυτό σου.» κάνω μεταβολή να φύγω αλλά με δύο δρασκελιές βρίσκεται ξανά μπροστά μου, εμποδίζοντάς με.
«Ήταν ρητορική ερώτηση.» με ένα τρυφερό ύφος κυλάει το βλέμμα του στο πρόσωπό μου, βάζοντας μια τούφα πίσω από το αυτί μου.
«Να σου πω, δεν πας να βρεις την Αννούλα του χιόνια και να με αφήσεις στην ησυχία μου;»
«Α, επιμένουμε ακόμη στην ίδια μαλακια.» μουρμουράει στον εαυτό του.
«Δεν είναι μαλακια!» υπερασπιζομαι τον εαυτό μου.
«Έχεις δίκιο, είναι δικαιολογία.» λέει σκληρά «Πότε θα αποδεχθείς ότι δεν υπάρχει κάτι να μας χωρίσει ρε παιδί μου;» λέει ηττημένος.
«Σου είχα πει πως δεν πρόκειται να δεχτώ ποτέ το κέρατο!»
__________
Λίγες μέρες νωρίτερα
Βαλέρια
«Βαλλυ» αφήνει ένα φιλί στο μάγουλο μου «μου» φιλάει τώρα το άλλο μάγουλο «όμορφη» συνεχίζει στα χείλη μου.
«Τι έκανες πάλι;» τον πειράζω.
«Εγώ; Τίποτα!» λέει ελαφρώς θιγμένος «Γιατί να έκανα κάτι δηλαδή;» σηκώνω ανηξερη τους ώμους μου. Τα περιμένω όλα, πάντοτε σε εγρήγορση για το κάθε κακό πιθανό σενάριο.
«Με αγαπάς;» μουρμουράει χωμένος πλέον στην λακκουβιτσα ανάμεσα στον λαιμό και τον ώμο μου.
«Όχι.» τινάζει το κεφάλι μου και μου χαρίζει τα καλύτερα puppy eyes που μου έχει κάνει ποτέ άνδρας. Δηλαδή εκείνα του Αδάμ όταν θέλει καρμπονάρα δεν πιάνουν μία μπροστά σε αυτά του Γιώργου!
Γερνω το κεφάλι ελαφρώς «Μοιάζεις στον Μπλου με αυτή τη φάτσα.» τον πειράζω. Δεν αφήνει να τον επηρεάσω ούτε λίγο, συνεχίζει να με κοίταζει με τον ίδιο τρόπο με την διαφορά ότι το χέρι του τώρα χαϊδεύει το μπούτι μου πάνω από τη πιτζάμα. «Δεν υπάρχει περίπτωση να κάνουμε σεξ.»
«Βαλερια είσαι άδικη!» λέει αμέσως «Το πρωί που ήταν ο Αδάμ στο δίπλα δωμάτιο δεν είχες κανένα πρόβλημα.» γυρνάω μέσα στη ντροπή το κεφάλι μου από την άλλη και αυτός βρίσκει αμέσως την ευκαιρία να χωθεί στον λαιμό μου «Ξέρω ότι σε ερεθίζει η πιθανότητα να με πιάσουν.» λέει.
«Γιώργο!» αναφωνω, χτυπώντας τον στη πλάτη, προσπαθώντας να κρύψω την παραδοχή μου. «Δεν σου έχουν μάθει να μην στρέφεις την αδυναμία μιας γυναίκας εναντίον της;» τον μαλώνω.
«Άρα αυτό σημαίνει πως μου έχεις αδυναμία;» λέει ανάμεσα σε φιλιά με κατεύθυνση το στήθος μου.
«Σημαίνει πως έχω αδυναμία στο πουλί σου πιθανότατα.» τώρα είναι η σειρά μου να ξεκαρδιστω στο γέλιο με το σοκαρισμένο ύφος του.
«Δεν μπορώ καν να θιχτω που μου φέρεσαι σαν ένα κομμάτι κρέας γιατί είναι κολακευμένος!»
«Ψωναρα είσαι.» στριφογυριζει τα μάτια του αλλά δεν μου απαντάει πάρα σηκώνει την μπλούζα μου και χωνεται ανάμεσα στο γυμνό μου στήθος. «Σαν πολλές αντοχές δεν έχεις για την ηλικία σου;»
Απτόητος συνεχίζει να φιλάει και να δαγκώνει το στήθος μου «Θα σου δείξω σε λίγο τις αντοχές μου, θέλω να πάρω τον χρόνο μου.» πνίγω ένα αναφωνητο όταν τραβά τη θηλή μου ανάμεσα στα δόντια του και σηκώνει το κεφάλι του να με κοιτάξει, κλείνοντάς μου πονηρά το μάτι. Κατεβάζει ξανά το κεφάλι και συνεχίζει τα φιλιά του όταν αποφασίζω πως άντεξα ήδη αρκετό βασανιστήριο.
Πήγαμε από το καθόλου σεξ στο φουλ σεξ από τη μια στιγμή στην άλλη!
«Θα με πηδηξεις ρε Συνο, τι θα γίνει;» λέω αγανακτησμένη.
«Απαπαπα που είναι τα όχι και τα μη;» αρχίζει να με γαργαλάει μα δεν είμαι σε φάση να παίξω τα παιχνίδια του. Καταφέρνω να του επιβληθω κάπου ενδιάμεσα και τον καβαλάω, φέρνοντας τα χείλη μου τόσο κοντά στα δικά του που νιώθω την ανάσα του να χτυπά το πρόσωπό μου. Και εκεί λοιπόν που τα χέρια μου ταξιδεύουν χαμηλά προς το μποξέρ του, αποφασίζει να χτυπήσει το κινητό του.
«Αν είναι δυνατόν!» ο πόνος στη φωνή του θα με έκανε να γελάσω αν δεν ήμουν στην ίδια ακριβώς κατάσταση.
«Ίσως είναι η μαμά σου.» υποτίθεται πως θα μιλούσε με τον δικηγόρο του σήμερα και δεν είναι να παίζουμε με αυτά.
«Πες της ότι προσπαθώ να την κάνω γιαγιά αλλά δεν με αφήνει και κλεισ' το.» στριφογυριζω τα μάτια μου και αποφασίζω να αγνοήσω το σχόλιο του, πιάνοντας στα χέρια μου το κινητό του για να αποδεχθώ στα τυφλά τη κλήση.
«Ναι;» προσπαθεί να χουφτώσει τα οπίσθια μου αλλά του ρίχνω μια σφαλιάρα, ρίχνοντας του ένα αυστηρό βλέμμα «Κυρία Μαργαρίτα;» λέω μπερδεμένη μιας και δεν ακούγεται κάνεις στη κλήση. Απομακρύνω το ακουστικό για να δω μήπως το έκλεισε μα βλέπω πως τα δευτερόλεπτα μετρούν κανονικά στη κλήση με το όνομα του καλούντα να μην είναι κανέναν από τα αναμενόμενα.
«Άννα;» λέω εντέλει, κατεβαινοντας από πάνω του. Προσπαθεί να με αγγίξει αλλά απομακρυνομαι, κρατώντας σταθερά το κινητό στο αυτί μου. Το έντρομο βλέμμα του επιβεβαίωσε κάθε ανείπωτο φόβο μου και αυτός δεν έχει ιδέα!
«Θα μπορούσα να μιλήσω με τον Γιώργο;» καταφέρνει να ρωτήσει μετά από λίγες στιγμές σιωπής. Το σκέφτομαι αν πρέπει να της πω να πάει να γαμηθει ή να του πετάξω το κινητό και να τον αφήσω να μιλήσει με την πρώην του.
Ίσως να του πετούσα το κινητό απλά στο κεφάλι και να σηκωνομουν να φύγω αλλά αν ένα πράγμα δεν κάνω ποτέ αυτό είναι το να σηκωθώ να φύγω από το ίδιο μου το σπίτι μετά από καυγά!
«Είναι απασχολημένος αυτή την στιγμή, δοκίμασε να τον πάρεις σε λίγο.» της το κλείνω στα μούτρα και πετάω το κινητό στο κρεβάτι, βγαίνοντας από το δωμάτιο.
«Βαλλυ μου;» τον ακούω πίσω μου.
«Θέλω να φύγεις.» δηλώνω αταραχη.
«Δεν ήταν κάτι, μωρό μου.» προσπαθεί να με πλησιάσει με αποτέλεσμα να απομακρυνομαι ακόμη περισσότερο.
«Φυγε Γιώργο.» ξεκινάω να μαζεύω την κουζίνα σε μια απελπισμένη προσπάθεια να τον αγνοήσω.
«Βαλλυ μου, με παίρνει μέρες τηλέφωνο αλλά σου το ορκίζομαι ότι δεν το έχω σηκώσει ούτε μια φορά.
«Μέρες;!» ωρυομαι. Γυρίζω να το κοιτάξω και ειλικρινά μοιάζει σαν ποντίκι που τον έχει στριμώξει η γάτα στη γωνία. «Θα μου το έλεγες ποτέ;»
«Τι να σου πω ρε Βαλερια; Παίρνει τηλέφωνο, ε, και;»
«Ε και; Τι ε και μωρέ; Που αν εμένα ε έπαιρνε ο πρώην μου δεν θα σταματούσες να μου ζαλίζεις τον έρωτα;» παραπονιέμαι «Εσύ ζηλεύεις ακόμα και τον Άγγελο και εγώ δεν έχω δικαίωμα να μην εγκρίνω το ότι σε παίρνει η πρώην σου την οποία χώρισες για εμένα; Που το ξέρω εγώ ότι δεν θα γυρίσεις πίσω σε εκείνη;»
«Για την Άννα μιλούν οι ανασφάλειες σου όπως και για τον Άγγελο μιλούν οι δικές μου.» παραδέχεται.
«Ποιες ανασφάλειες μωρέ, τι λες;»
«Εγώ φοβάμαι πως ο Άγγελος είναι καλύτερος για εσένα από ότι είναι εγώ.» λέει ηττημένος «Εσύ; Γιατί φοβάσαι την Άννα;»
«Δεν φοβάμαι την Άννα.» αρνούμαι να υποκύψω στο βλέμμα του «Θέλω να φύγεις Γιώργο, τελειώσαμε.» επιμένω ανενδοτη.
«Το λες με τόση σιγουριά, λες και όντως πιστεύεις πως εμείς οι δύο έχουμε ημερομηνία λήξης.» κουνάει απογοητευμένος το κεφάλι του ωστόσο στα χείλη του παίζει ένα χαμόγελο που με ενοχλεί ακόμη περισσότερο.
«Φυγε!» ωρυομαι, δείχνοντάς του τη πόρτα. Ο καημένος ο Μπλου έρχεται κοντά μας και κοιτάζει μια το έναν και μια τον άλλον προσπαθώντας να καταλάβει ποιον πρέπει να υπερασπιστεί. Ο άλλος κάνει να του βάλει το λουρί αλλά του το αρπάζω πο το χέρι.
«Εσύ φεύγεις, ο Μπλου μένει.» αν για κάτι ειανι σίγουρη αυτό είναι ότι αποκλείεται να μου αφήσει το σκυλί τοσο εύκολα και να φύγει.
«Αυτό δεν υπάρχει περίπτωση να συμβεί.» προσπαθώ ξανά να τον απομακρύνω και αυτή τη φορά ο Μπλου ανεβαίνει πάνω του, γρυλίζοντας.
«Μπλου, κάτω.» λέει αυστηρά και αμέσως το σκυλί κατεβαίνει και κάθεται δίπλα του, κοιτάζοντας με απολογητικά.
«Δεν φταις εσύ, μωρό μου, αυτός φταίει!» μουρμουράω χαϊδεύοντας του το κεφάλι. «Γιατί δεν τον αφήνεις;!» παραπονιέμαι.
«Γιατί είσαι τρελή και είσαι ικανή να τον πάρεις μετανάστη στην άλλη άκρη της γης!» εντάξει, δεν έχει και άδικο.
Βέβαια δεν έχω το διαβατήριο του...
«Θα σου περάσει αυτό και θα μιλήσουμε πιο ήρεμα.»
«Φυγε Γιώργο.» λέω ηττημένη. Γυρίζω τη πλάτη και κλείνομαι στο δωμάτιο μου. Λίγο αργότερα φεύγει και εκείνος...
_______________________
Γιώργος
«Δεν μπορώ να ελέγξω ποιος με παίρνει τηλέφωνο και ποιος όχι ρε κοριτσάκι μου.» ο τόνος μου είναι ήρεμος μα όπως και να 'χει την βλέπω να αποστασιοποιείται για ακόμη μια φορά.
«Μπορούσες να μου το πεις όμως και δεν το έκανες. Εφόσον δεν έχεις να κρύψεις κάτι γιατί δεν μου το είπες;!» λέει με παράπονο. Σε ποιον τα πουλάει αυτά;
«Ρε μωρό μου, με δουλεύεις; Αν σου το είχα πει ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα έπαιρνα.» κρατάει σφιχτά τα λουριά της τσάντας της και γνέφει καταφατικά.
«Δεν θέλω να μιλάμε, δεν μας κάνει καλό.» δεν προλαβαίνω να συγκρατησω το αναφωνητο αγανάκτησης που βγαίνει από το στόμα μου, κάτι που την εκνευρίζει περισσότερο «Είδες; Επιβεβαιώνεις ακριβώς ο,τι είπα!»
«Άκου, Βαλλυ, ότι μαθηματική εξίσωση κι αν λύσεις στο κεφάλι σου, οποίο συμπεριφοριακό θεώρημα κι αν αναπτύξεις το αποτέλεσμα θα μένει πάντοτε ίδιο: εμείς θα είμαστε μαζί. Από εκεί και πέρα, τρως χρόνο από τις ωραίες στιγμές που θα μπορούσαμε να περνάμε μαζί και την συντροφιά που θα παρειχε ο ένας στον άλλον στις δύσκολες. Δεν θα παρακαλέσω αλλά να ξέρεις, δεν έχω μάθει να τα βάζω εύκολα κάτω...ούτε και εσύ.» κάνει μερικά βήματα προς τα πίσω με δάκρυα στα ματια και κάνει μεταβολή, τρέχοντας σχεδόν προς την έξοδο. Παραλίγο να χτυπήσει την Κυριακή!
«Τι πάθατε πάλι;» τα μάτια της είναι κόκκινα από το κλάμα, όπως και η μύτη της.
«Δεν ξέρω τι θα κάνεις, πρέπει να την πιάσεις να της μιλήσεις!» ξεκινάω ένα ανελέητο περπάτημα πάνω-κάτω στην είσοδο του νοσοκομείοε τα χέρια μου να κρατούν σφιχτά τον σβέρκο μου «Πρέπει κάτι να κάνουμε, Κικο!»
«Δεν μπορώ να της πω-» την διακόπτω αμέσως.
«Και τι θα γίνει ρε Κυριακή; Θα την αφήσεις να καταστρέψει αυτό που πάμε να χτίσουμε από τις ανασφάλειες της;»
«Δώσε μου λίγο χρόνο, πρέπει να βρω δικηγόρο και μετά να δω τι θα κάνουμε... Αν δεν θέλει Γιώργο δεν πρόκειται να την πιέσω.» γνεφω καταφατικά. Σε καμία περίπτωση δεν θα ήθελα η Βαλλυ να κάνει κάτι που δεν θέλει...
«Ωστόσο ξέρεις πως αμα κινηθεί νομικά θα τα μάθει όλα στην δική, έτσι;» αυτή τη φορά γνέφει η Κυριακή καταφατικά, ωστόσο δεν σχολιάζει κάτι.
«Το τι έγινε εκείνο το βράδυ θα μείνει μεταξύ μας για την ώρα.» δηλώνει.
«Συμφωνώ.»
«Που έχετε μπλέξει πάλι εσείς;» γυρίζω το κεφάλι μου για να δω την μαμά του Αδάμ να μας κοιτάζει εναλλάξ «Μπορώ να βοηθήσω, δικηγόρος είμαι έτσι κι αλλιώς.» να το και το κλαδί ελιάς από την κυρία Μανια.
Ποιος θα μου το έλεγε και θα τον πίστευα!
_____________
Ποοοολυ πληροφορία παιδιά!
Ωωω ρε τι έχει γίνει.
Πως σας φάνηκε;;;!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top