Κεφάλαιο Δέκατο Τέταρτο
Άλεξ
Αν κάτι έχω εμπεδώσει τα 13 χρόνια που γνωρίζω την κολλητή μου, είναι πως η Βαλέρια είναι ένας πολύπλοκος χαρακτήρας. Την θυμάμαι από μικρή να ακούει το 'Πέθανες' της Δέσποινας Βανδή και όταν την ρωτούσες αν είναι καλά, εκείνη σου απαντούσε μες τη τρελή χαρά πως όλα είναι τέλεια...
Και όντως ήταν.
Αυτή η κοπέλα άκουγε πάντοτε βαριά ελληνικά τραγούδια, κατά προτίμηση της δεκαετίας του 2000 και πίσω, και έφτιαχνε η διάθεση της!
Γι' αυτό τώρα που την βλέπω να σπρώχνει καναπέδες, να τινάζει μαξιλάρια και να κατεβάζει κουρτίνες, ξέρω πως έχει γίνει μεγάλη ζημιά.
Κάθομαι ήσυχη στην γωνίτσα μου από την ώρα που ήρθα. Δεν μιλάει καθόλου, δεν θέλει βοήθεια, δεν θέλει να μιλήσει· το μόνο που θέλει είναι να ακούει μουσική στην διαπασών, το ίδιο ρεπερτόριο πάντα, ενώ πίνει τον καφέ της και σηκώνει όλο το σπίτι στον αέρα.
Στέκεται για λίγο στη μέση τους χάους που δημιούργησε, τα μαλλιά της ένας ακατάστατος κοτσος στη κορυφή του κεφαλιού της, ενώ το σώμα της καλύπτει μονάχα ένα φαρδύ κοντομάνικο μπλουζάκι.
«Τι έγινε;» προσπαθώ για ακόμη μια φορά.
«Θα τα βάλω για πλύσιμο.» δεν πρέπει να με άκουσε καν. Βγάζει τα κάλυμματα του καναπέ και τα πετάει μαζί με τα μαξιλάρια στο χωλ που οδηγεί στο μπάνιο. Σπρώχνει τους καναπέδες στην αρχή και αρχίζει να σκουπίζει νευρικά ενώ στα ηχεία ακούγεται στο τέρμα η Άντζυ Σαμίου με το 'Παράλληλη Αγάπη'...
Εδώ και μισή ώρα!
Σιγοτραγουδάει το τραγούδι καθώς τελειώνει και το σφουγγάρισμα, για τόσα νεύρα μιλάμε, και ανεβαίνει ξανά στην σκάλα για να κρεμάσει καινούργια κουρτίνα.
«Μπορώ να βοηθήσω κάπως;» σχεδόν την παρακαλάω. Δεν φτάνει που με κοψοχόλιασε χθες το βράδυ καθώς έκλαιγε με λυγμούς στο τηλέφωνο, τώρα δεν μιλιεται...
Όχι πως χθες πήγαινε πίσω, απλώς έκλαιγε τουλάχιστον!
Πήρα τις 3 μέρες που μου χρωστούσαν και ήρθα με το πρώτο καράβι, για να βρω μια Βαλέρια σε μια κρίση καθαριότητας και απάθειας.
Πονάει περισσότερο από τους χθεσινούς της λυγμούς!
Συνδέομαι στην τηλεόραση της αλλάζω τραγούδι στην τύχη, κερδίζοντας ένα δολοφονικό βλέμμα από την κολλητή μου. Κουμπώνει το κουρτινόξυλο στη βάση του και κατεβαίνει από την σκάλα, παίρνοντας το τηλεκοντρόλ στα χέρια της.
«Ήμαρτον με την Σαμίου ρε κορίτσι μου!» λέω πλέον αγανακτησμένη.
«Δεν μπορώ να βρω κάτι πιο ταιριαστό αυτή τη στιγμή.» παραδέχεται, πέφτοντας βαριά στον καναπέ.
«Αυτό πάντως που λεει: έχω μια υπόνοια, ίδια είναι τα δρώμενα, μάλλον με γουστάρει φίλε η δικής σου γκόμενά, κάπως που ταιριάζει. Ίσως να της το έστελνες;» δοκιμάζω την τύχη μου. Ευτυχώς για εμένα, γελάει λίγο.
«Έχω σκεφτεί πολλά τραγούδια, αλλά αυτό δεν είναι ένα από αυτά...» έτοιμη ήμουν να της πω ότι το έχουμε καταλάβει. Έχω ακούσει μέχρι και Πανταζή και κατέληξε να ακούει το 'Τυφλες Ελπίδες' του Κότσιρα...
Ανακαθεται στον καναπέ και με κοίταζει «Και ξέρεις ποιο είναι το πρόβλημα; Δεν μπορώ να του πω και να πάει να γαμηθεί!» λέει έξαλλη.
«Γιατί το κάνει ήδη;» πολύ σύντομα για τέτοια αστεία, αν κρίνω από τον μορφασμό της.
«Όχι, γιατί δεν έχω το δικαίωμα!» σηκώνεται όρθια και αρχίζει πάλι να σπρώχνει τους καναπέδες, αλλάζοντας την διαρρύθμιση. Σηκώνομαι όρθια, μιας και θέλει να μετακινήσει και το πουφ που μου είχε απομείνει για να κάθομαι.
Πληκτρολογεί κάτι στο κινητό της και αρχίζει να κοπανιέται κουμπώνοντας τον καναπέ από την αντίθετη μεριά.
«Που να ξέρω εγώ, πως έχει δεσμό, το μωράκι σου, παίζει για πάρτη μου...» γυρίζει να με κοιτάξει, έχοντας το ξεσκονόπανο για μικρόφωνο.
«Μπαίνει;» μαντεύω. Γνέφει καταφατικά και αρχίζει να... Ραπαρει.
«Έχω μια υπόνοια...» αρχίζω να τραγουδάω παράφωνα μαζί της, έχοντας το τηλεκοντρόλ για μικρόφωνο. Τελειώνει το τραγούδι και μας πιάνει νευρικό, καθώς παράλληλα προσπαθούμε βρούμε και την χαμένη μας αναπνοή.
«Σε ευχαριστώ που ήρθες.» λέει μετά από λίγο με ένοχο βλέμμα.
«Σταμάτα να λες μαλακίες.» ωστόσο της κλείνω το μάτι.
«Ωστόσο όπως βλέπεις είμαι πολύ καλά.» την κοιτάζω με σηκωμένο φρύδι καθώς ανεβαίνει πάνω στον καναπέ. Δεν χρειάζεται καν να γυρίσω το κεφάλι μου, καθώς την βλέπω να λέει τις ατάκες από την αρχή του βίντεο κλιπ του Αμανέ.
«Θα έλεγα κάποιος κακοπροαίρετος πως ούτε καν θες να ακούς το όνομα του.» την πειράζω.
Καθαρίζει τον λαιμό της καθώς μπαίνει το αγαπημένο της σημείο. Με δείχνει με το ξεσκονόπανο και αρχίζει την ερμηνεία...
«Γιωργάκη, μωρό μου, για κοίτα με εδω
Είσαι περήφανος στ' αυτιά και θες ξανά να στο πω;» ααα εντάξει, έτσι βγάζει ένα νόημα η αλήθεια είναι.
Ωστόσο τελειώνει κι αυτό το τραγούδι και κατεβαίνει, μάλλον σχόλασε η συναυλία.
«Θα κάνω ένα διάλειμμα.» με ενημερώνει. Πίνει λίγο καφέ και πιάνει την μέση της μορφαζοντας.
«Μπορείς να μετακινήσεις και το κρεβάτι σου, δεν είναι κάτι, αντέχεις.» ειρωνεύομαι.
«Μην μου βάζεις ιδέες. Να του βάλω φωτιά θέλω.» μουτρώνει, όμως δεν λέει κάτι άλλο.
«Στη θέση σου δεν θα πίεζα άλλο τον εαυτό μου.» προσπαθώ να την λογικευσω «Σκέψου το κι άλλος, θα σε πιάσει καμία μέση και θα έρθει πάλι να σε γιατροπορεύσει.» προσπαθώ να αστειευτω.
«Ας τολμήσει να εμφανιστεί σπίτι μου! Θα στείλω στην άλλη μήνυμα να την ενημερώσω από ποιο νοσοκομείο εφημερεύει για να τον παραλάβει. Που γύρισε να πει στην Νικολέτα μες τη ξινίλα ότι θέλει να έρθει σε μάζωξη μας. Που να έρθεις μωρή κακόμοιρα; Καλά δεν είμαστε;»
«Δεν σε έχω ξαναδεί έτσι...» συνειδητοποιώ. Μου το είπε και η Κυριακή όταν μιλήσαμε στο τηλέφωνο, αλλά είναι αλλιώς να το βλέπεις με τα μάτια σου «Θέλω να πω εσύ δεν βαράς τέτοιες φρίκες. Ο Μιχάλης-»
«Ο Μιχάλης, ο Μήτσος, ο Χρήστος, όλοι είχαν ένα κοινό μεταξύ τους· δεν υποτιμησαν ποτέ την νοημοσύνη μου. Με κοροϊδεύει μες τα μούτρα μου! Νιώθω ηλιθια, λες και όλα αυτό είναι αποκύημα της φαντασίας μου. Δεν το φαντάστηκα όμως, Αλεξ, αλήθεια στο λέω. Γαμωτο, μου επιβεβαιώνει πως φιληθηκαμε στα Κουφονησια! Έλεος, ήρθε σπίτι μου με τον σκύλο μου για να μην είμαι μόνη μου. Μου μαγείρεψε, κοιμήθηκε δίπλα μου και με είχε αγκαλιά όλο το βράδυ, που να τον πάρει ο διάολος!» δεν πρέπει να το έχει καταλάβει, όμως δάκρυα κυλούν στα μάγουλά της. Δεν μπαίνει καν στη διαδικασία να τα σκουπίσει.
«Δεν είναι στην φαντασία σου όλο αυτό, Βαλεριάκι μου. Τον έχουμε δει όλοι πως σε κοίταζει, δεν κρύβει καν το πόση αδυναμία σου έχει. Εξάλλου δική του ιδέα ήταν τα Κουφονησια.» παραδέχομαι. Το πέταξε και καλά χαλαρά σαν ιδέα. Λες και δεν πάλευε για μέρες να καταλάβει πως ακριβώς θα περάσει γαματα γενέθλια η Βαλερια ενώ παράλληλα θα είναι και όλη η παρέα μαζεμένη.
Εε, δεν είναι και πυρηνική φυσική!
«Να σου πω κάτι όμως; Αδιάφορο μου περνάει όταν μετά από όσα έχουμε πει αυτό το διάστημα, αυτός πάει και γυρίζει στη πρώην του.» δεν λέω τίποτα, εξάλλου δεν υπάρχει και κάτι να πω. Έχει απόλυτο δίκαιο.
«Με τρελαίνει γιατί δεν έχει γίνει απολύτως τίποτα ανάμεσά μας και νιώθω λες και έχω φάει κερατο.» παραδέχεται «Είναι αυτή η προδοσία όμως, που έχεις ανοίξει την καρδιά σου σε έναν άνθρωπο κι αυτός σε κοροϊδεύει μες τα μούτρα μου. Κοιμάμαι όρθια, μιλάμε!» μπορώ να καταλάβω την αγανάκτηση της, όμως μπορώ να δω επίσης το παράπονο που υπάρχει πίσω από τις λέξεις που επιλέγει για να εκφράσει το πως νιώθει.
«Μπορούμε πάντα να του κάψουμε το αυτοκίνητο πάντως.» προτείνω.
«Μπα, κρίμα είναι, μάζευε δύο χρόνια ο,τι έβγαζε για να το πάρει, το ήθελε από μικρός.» κοκκαλωνει αμέσως μόλις ολοκληρώνει την πρότασή της. Της βγήκε τόσο αβίαστα το να τον υπερασπιστεί.
«Χριστέ μου, Βαλέρια, είσαι ερωτευμένη μαζί του!» άθελά μου φωνάζω.
«Σκάσε, είσαι υπερβολική!» σπρώχνει το έπιπλο με τη τηλεόραση στη καινούργια του θέση, αποφεύγοντας να με κοιτάξει.
«Κοίτα να δεις που ερωτεύτηκες εντελει...» λέω περήφανη με την πρόοδο της.
«Ναι, τρομερή επιτυχία.»γυρίζει να με κοιτάξει έξαλλη «Την επόμενη φορά μπορώ να βρω έναν παντρεμένο με παιδί, δεν γαμιεται;» ναι εντάξει, το ότι τα βρήκε με την σακαφιόρα δεν είναι πολύ καλό, ωστόσο πόσο θα κρατήσει μωρέ; Πόσο να την αντέξει κι αυτός; Έχω ακούσει τα χειρότερα.
Σαν την Νικολέτα ακούστηκα μόλις...
«Κάτι σημαίνει το γεγονός ότι ανοίχτηκες σε εκείνον. Σε κάνει να χαμογελάς ασταμάτητα, σε χαλαρώνει, είσαι ο εαυτός σου μαζί του.» παρατηρώ.
Εκείνη ξεφυσαει «Τι να το κάνω άμα τα βράδια κοιμάται δίπλα σε άλλη, Αλεξ; Τα έχουν 5 χρόνια και ο άλλος κάθεται και λέει 3!» γελάει, με αυτό το πικρό-νευρικό γέλιο «Είναι απίστευτος!» κάνει μια παύση, κοιτάζοντας γύρω της «Και τολμάει να έρχεται σπίτι της Κυριακής να με βρει με την πιο ηλιθια δικαιολογία που θα μπορούσε να βρει επειδή είδε τα story με τον Ορέστη. Άκου εκεί να περνάς καλά αλλά να προσέχεις. Τραβά γαμήσου ρε φίλε!» είναι εκτός εαυτού. Κάθεται ωστόσο ξανά στον καναπέ και παίρνει το κινητό της στα χέρια της.
«Κάτσε κάτω, θα παραγγείλω να φάμε.» κάνω όπως μου λέει γιατί φοβάμαι ότι θα εξαπολύσει την οργή της πάνω μου αν δεν το κάνω.
Ωστόσο μάλλον αποφασίζει να κάνει κάτι άλλο εντελει πρώτα, καθώς γυρίζει το κινητό της για να δω ότι ο Γιώργος είδε το story της.
«Ναι, μας θυμήθηκε κιόλας.» ειρωνεύεται.
«Τι είχες ανεβάσει;»
«Η συνείδηση απαιτούσε αφύπνιση. Η καρδιά, επιθυμούσε εσένα. -Νάσος Θεοχάρης.»
«Ααα εσύ το χεις, φίλε.» λέω έκπληκτη με την 'διαφάνεια' της.
«Οχι, θα κάτσω να σκάσω. Έννοια σου, και νέα μου θα μάθει ξανά το Σάββατο.»
«Αν σας κάνει την τιμή να έρθει.» εγώ εξάλλου ταξιδεύω Πέμπτη βράδυ, οπότε δεν θα είμαι εδώ το Σάββατο.
«Έννοια σου και θα έρθει.» από που ήρθε τώρα αυτή η σιγουριά και η αυτοπεποίθηση;
«Τι σε κάνει να το πιστεύεις αυτό;»
«Ξέρω ήδη πως μαζί με την Κατερίνα θα έρθει και ο αδερφός της. Επίσης, εγώ δεν σκοπεύω να δώσω το παραμικρό σημείο ζωής μέχρι το Σάββατο. Να μην ξέρει τι κάνω και να ξέρει ότι θα είναι το Σάββατο ο Ορέστης; Θα του πέσει βαρύ.» μένω να την κοιτάζω με ανοιχτό το στόμα.
Τι σκέφτηκε η τρελή;
«Λέγε τώρα, πίτσα ή σουβλάκια;» λέει απολύτως χαλαρή.
«Εσύ δεν είσαι που θα το άφηνες μωρή;» λέω έκπληκτη με τη στοργή 180 μοιρών που έκανε!
«Μα εγώ, Αλεξ, δεν κάνω τίποτα.» και όντως, δεν θα μπορούσε να έχει περισσότερο δίκαιο.
Κάποιες φορές η σιωπή σου κάνει μεγαλύτερο κρότο.
Από εκεί και πέρα, όλα είναι στο χέρι του!
_________________________
Βαλέρια
«Σταμάτα επιτέλους να αλλάζεις τα έπιπλα!» φωνάζει ο Βαγγέλης, πιάνοντας το πόδι του. Εγώ απλώς τον κοιτάζω από την πόρτα, ανέκφραστη «Κάθε φορά το ίδιο πράγμα, πάω να συνηθίσω την μια αλλαγή και όταν το κάνω, αλλάζεις ξανά την διαρρύθμιση. Επίτηδες το κάνεις;» παραπονιέται.
«Ίσως και να το κάνω.» λέω πονηρά. «Εξάλλου θυμάμαι μια φορά που ήσουν πίτα και έπεσες με φορά...στο πάτωμα.» κοροϊδεύω.
«Ναι, γιατί ο καναπές ήταν το πρωί στα δεξιά και το βράδυ στα αριστερά. Τέλος πάντων, σκάσε!».
«Δεν μίλησα καν.» λέω αδιάφορα. Μαζεύω τα καλλυντικά μου νευρικά, όταν ο Βαγγέλης σταματά τις κινήσεις μου.
«Για 'σένα ήρθα.» πρέπει να σηκώσω το κεφάλι μου για να βεβαιωθώ πως αυτή τη στιγμή έχω τον Βαγγέλη να με κοίταζει τρυφερά.
Έλα Χριστέ και Παναγία τι σου κάνουν οι έρωτες!
Άλλοι μαλακωνουν και άλλοι κάνουν γενική!
«Γιατί;» λέω τραβώντας το 'ι'.
«Ξέρω ότι ξέρεις πως ο Συνοδινός τα βρήκε με την Άννα.» μόνο και μόνο που έχει αυτό το ύφος λες και βλέπει μπροστά του ένα πληγωμένο κουτάβι, θέλω να τον δείρω.
«Και εμένα τι με νοιάζει;» παριστάνω την μπερδεμένη.
«Εδώ έχει πάντα ήλιο;» δεν ξέρω τι περίμενα από τον ανεγκέφαλο φίλο μου. Σηκώνομαι όρθια ώστε να βάλω τα καλλυντικά μου στην θέση τους, με τον Βαγγέλη να με ακολουθεί.
«Εντάξει, συγγνώμη, δεν μπορούσα να κρατηθώ.» απολογείται «Βαλ, ξέρω ότι υπάρχει κάτι μεταξύ σας αλλά επειδή ξέρω κι αυτόν, προσπάθησα να σε προσγειώσω πριν καν απογειωθεις...» κάπως σοφό, με έναν δικό του μοναδικό τρόπο. «Δεν απογειωθήκατε, έτσι;» λέει έντρομος ξαφνικά.
«Δεν έχω ιδέα τι μπορεί να σημαίνει αυτό στο μυαλό σου.»
«Δεν πηδηχτήκατε, έτσι;!» διευκρινίζει.
Καλύτερα να μην το έκανε.
«Όχι, ηλίθιε. Δεν υπάρχει κάτι με τον Συνοδινο, μην κυνηγάς φαντάσματα.» όλη την ώρα είμαι γυρισμένη πλάτη στον φίλο μου, βγάζοντας ρούχα για το αποχαιρετιστήριο party του.
Λες και δεν θα είναι πίσω σε κάνα δυο βδομάδες, το πολύ ένα μήνα, αλλά εντάξει.
«Θα ήθελα να σου θυμίσω ότι κυριολεκτικά σε ξέρω το μικρή που κάναμε γυμνά μπάνιο σε μια πισίνα που οριακά μας χωρούσε.»
«Οριακά μας χωρούσε γιατί ήσουν χοντρό μωρό με τεράστια μάγουλα.» κάπως χαμογελάω τώρα στην επική αυτή φωτογραφία που έχουμε μαζί, κυριολεκτικά τραβηγμένη πριν 25 χρόνια...
«Γι' αυτό μεγάλωσα και το χοντρό μωρό απέκτησε χοντρό που-» τον διακόπτω για να μην ξεράσω στο φρεσκοκαθαρισμένο πάτωμα μου.
«Δεν θέλω να ξέρω. Κράτα τα για την Κατερίνα αυτά.» λέω αηδιασμένη. Εκείνος ξαπλώνει στο κρεβάτι μου, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι θέλω να ντυθώ.
«Τώρα που είπες Κατερίνα... Τι γίνεται με τον Ορέστη; Θα γίνουμε κουνιαδάκια;» κρυφογελάει.
«Πρώτον, δεν νομίζω πως λειτουργεί έτσι το πράγμα. Δεύτερον, δεν μπορώ να ασχολούμαι με δύο άντρες ταυτόχρονα, ήδη μου τρώει τόση ενέργεια ο ένας.» πετάγεται όρθιος, λες και του αποκάλυψα πως ο Οσαμα μπιν Λαντεν και τον είδα χθες όταν πήγαινα στη δουλειά...
«Άρα παραδέχεσαι πως κάτι τρέχει με τον Συνοδινο;» φωνάζει, νομίζοντας πως μόλις έπιασε λαβράκι.
«Ή παραδέχομαι πως κάτι τρέχει με τον Ορέστη.» τον πειράζω, ανασηκώνοντας τους ώμους μου αδιάφορα.
«Δεν πρόκειται να μου πεις, έτσι δεν είναι;» ρωτάει ηττημένος.
«Δεν σκοπεύω να κάνω κάτι τέτοιο, όχι.» τον γειώνω. «Θα πάρεις τώρα τον πουλο για να ντυθώ;» λέω μόλις τον βλέπω να ξαπλώνει ξανά.
«Απαπαπα, αφιλόξενη τελείως.» μουρμουράει. Ωστόσο, σηκώνεται όρθιος και μου ανακατεύει τα μαλλιά.
«Τα λέμε σπίτι. Μην αργήσεις.» με πειράζει.
«Κοίτα να μην αργήσεις εσύ που έχεις μαζωξη σπίτι σου σε μισή ώρα και είσαι ακόμη στο δικό μου και άστα αυτά.» κοροϊδεύω.
«Πάω να πάρω το Κατερινάκι, σε αγνοώ!» κελαηδάει, κλείνοντας την πόρτα πίσω του.
Είναι βλαμμένο το παιδί.
__________
Φτάνοντας μια ώρα αργότερα στο σπίτι του φίλου μου, εκπλήσσομαι και που μου ανοίγει την πόρτα.
«Πως και δεν άργησες;» λέω ειρωνικά προχωρώντας μέσα. Βλέπω ήδη τους φίλους μου με ένα κουτάκι μπύρας στο χέρι.
«Μπα, εσύ πως και ήρθες;» τον αγριοκοιτάζω καθώς κλείσει την πόρτα, εκείνος όμως απλώς γελάει. Κάνω έναν χαιρετισμό στα παιδιά με το χέρι μου και μπαίνω απευθείας στην κουζίνα για να πιω μια μπύρα.
«Καλως την.» δεν εκπλήσσομαι ιδιαίτερα όταν βλέπω τον ξανθό άνδρα μπροστά μου να κάθεται στον πάγκο της κουζίνας με μια μπύρα στο χέρι.
Εεε ρε να σε έβλεπε η Βαγγελιτσα να βάζεις τον κωλο σου πάνω στον πάγκο της!!
Ανοίγω το ψυγείο, παίρνοντας μια μπύρα και του χαμογελάω «Τι έκπληξη!» τον πειράζω.
«Καμία έκπληξη, ξέρουμε πόσο προσπαθεί ο Βαγγέλης να χωθεί στην αδερφή μου.» στέκομαι απέναντι του, στηρίζοντας την πλάτη μου στο ψυγείο, πίνοντας μια γουλιά από την μπύρα μου.
«Θα το καταφέρει πιστεύεις;» δεν μου έχει πει τίποτα ο φίλος μου ακόμα κάτι που είναι τρομερά περίεργο.
«Δεν το έχει κάνει ήδη;» υψωνει το φρύδι του, εξετάζοντας το πρόσωπό μου.
«Ειλικρινά δεν ξέρω, δεν μου έχει πει τίποτα, όμως μπορώ να δω ότι του αρέσει όντως η αδερφή σου.» γνέφει καταφατικά, μάλλον τον βρίσκω σύμφωνο. Εξάλλου δεν λέω ψέματα, έχω χρόνια να δω έτσι τον φίλο μου...
Η χρονιά του έρωτα είναι τέλος πάντων;!
«Αυτό του έλειπε!» ο τόνος του πειρακτικός και γελάω ελαφρά όταν βλέπω ένα λακακι να αχνοφαίνεται καθώς χαμογελάει πλάγια.
«Εσύ τι κάνεις μόνος σου εδώ μέσα;» προσπαθώ να συνεχίσω τη συζήτηση παρ' όλο που νοητά είμαι ήδη στο σαλόνι με τα παιδιά.
«Περίμενα εσένα.» αυτομάτως τα μάγουλά μου κοκκινιζουν στην παραδοχή του. Το βλέμμα του τρέχει κάπου πίσω μου, ωστόσο ακούω την φωνή του πριν τον δω...
«Συγγνώμη.» ο τόνος του κάθε άλλο παρά χαρά που με βλέπει δείχνει.
Παρομοίως!
Απομακρύνομαι από το ψυγείο και αυτός παίρνει μια μπύρα. Πίνει μια γουλιά και πλησιάζει τον Ορέστη, τείνοντας το χέρι του.
«Γιώργος.» λέει τυπικά. Ο Ορέστης παρατηρεί λίγο το χέρι μπροστά του πριν τρέξει το βλέμμα του σε 'μένα και τείνει εντελει και το δικό του, ανταλλάσσοντας μια σφιχτή χειραψία.
«Ορέστης.» για λίγο κοιταζονται λίγο έντονα, ο ένας παρατηρεί και επεξεργαζεται τον άλλον, μέχρι που ο Γιώργος χαμογελά πλατιά.
«Χάρηκα, φίλε.» γυρίζει πλάτη στον Ορέστη και με πλησιάζει «Γειά σου Βαλλυ.» ο τόνος του 'προσχαρος' μα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του σκληρά. Λέω ένα αδιάφορο 'Γεια' καθώς με προσπερνάει, μα αμφιβάλω αν το άκουσε καν!
Αυτός μου έλειπε σήμερα! Τον πήρε ο πόνος να έρθει;
«Πάω στα παιδιά.» λέω παίρνοντας μια δεύτερη μπύρα από το ψυγείο. Αυτός γλύφει τα χείλη του και κοιτάζει έξω απ' το παράθυρο.
«Τρέχει κάτι με αυτόν τον Γιώργο;» με ρωτάει. Παγωνω λίγο στη θέση μου και παίρνω μια βαθιά ανάσα, γυρίζοντας να τον κοιτάξω.
«Όχι; Από που κι ως που;» ανασηκωνει τους ώμους του και με ένα πηδημα κατεβαίνει από τον πάγκο, πλησιάζοντας με.
«Ήθελα απλώς να το φύγει κι αυτό απ' την μέση.» παραδέχεται με ένα πονηρό χαμόγελο.
«Γιατί τι άλλο μένει;» ρωτάω σχεδόν με αφέλεια, σηκώνοντας το κεφάλι μου για να τον κοιτάξω. Εκείνος απομακρύνει μια τούφα μάλλον από το πρόσωπό μου, δαγκώνοντας το κάτω χείλος του.
«Αυτό...» ψιθυρίζει με την βαριά φωνή του. Τα δάχτυλά του αγγίζουν προσεκτικά το σαγόνι του καθώς τα χείλη του πλησιάζουν τα δικά μου.
Τα χείλη του τριβονται μαλακα με τα δικά μου, όμως δεν βρίσκουν την ανταπόκριση που ήλπιζαν. Τραβιέται μακριά μου γελώντας ελαφρά.
«Συγγνώμη, απλώς είναι λίγο περίεργη η κατάσταση μου.» παραδέχομαι. Κυριολεκτικά δεν ξέρω τι κάνω. Από εκεί που δεν είχα γκόμενικα, ξαφνικά βρέθηκα πρωταγωνίστρια σε σειρά!
«Έπρεπε να προσπαθήσω ωστόσο.» λέει απτόητος.
«Νομίζω καλά έκανες.» παραδέχομαι. Μου κλείνει το μάτι και γέρνει μπροστά μου για να πάρει μια μπύρα απ' το ψυγείο, τα χείλη σε μηδαμινή απόσταση.
«Πιάσε και μια μπύρα για 'μένα ρε αδερφέ.» να τος πάλι. Ο Ορέστης του δίνει μια μπύρα και ο άλλος με κοίταζει σαν μαλακας, καθώς πίνει αργά.
«Στάκο, δεν φαντάζεσαι ποιον ξέρει ο Βαγγέλης!» πετάγεται η Κατερίνα στην κουζίνα, τραβοντας τον δίδυμο αδερφό της από τον χέρι. Εκείνος με κοίταζει απολογητικά πάνω απ' τον ώμο του, κλείνοντας μου το μάτι. Γελάω ελαφρά στην εικόνα του, κάτι που δεν περνά αδιάφορο από τον άνδρα μπροστά μου.
«Όλα καλά;» με ρωτάει.
«Ναι, μια χαρά.» απαντάω κοφτά. Εκείνος δεν απαντάει κάτι, απλώς παίρνει την θέση του Ορέστη, πάνω στον πάγκο.
«Θα σε σκοτώσει η Βαγγελιτσα.» λέω αυθόρμητα.
«Η κυρία Λιτσα μου έχει αδυναμία.» αλίμονο, δεν περίμενα κάτι άλλο. Στριφογυριζω τα μάτια μου και κάνω να φύγω, όμως με σταματάει.
«Σίγουρα είσαι καλά;» ρωτάει πιο μαλακα τώρα.
«Ναι, γιατί;» ρωτάω έντονα.
«Γιατί είσαι σαν την Μεγάλη Παρασκευή!» λέει απηυδησμενος με την άρνηση μου.
«Δεν είμαι σαν την Μεγάλη Παρασκευή!» υπερασπιζομαι.
«Συγγνώμη, σαν το Μεγάλο Σάββατο, είναι Σάββατο σήμερα.» αφήνει ένα γελακι στο τέλος, κάτι που προσπαθώ σκληρά για να μου περάσει αδιάφορο.
Ήταν καλό, όσο κι αν δεν θέλω να το παραδεχτώ!
«Καλή Ανάσταση!» ειρωνεύομαι.
«Ίσως δεν αρκώ εγώ, μάλλον χρειάζεσαι τον Ορέστη για να σου φτιάξει η διάθεση ξανά.» λέει. Από χιλιόμετρα φαίνεται ότι είναι ενοχλημένος.
«Άσχημο να μην είσαι αρκετός.» λέω απλά, ωστόσο γελάω στο τέλος για να μην φανώ πολύ κακία με αυτή μου τη σπόντα «Πάω να δω σε τι κατάσταση είναι ο Αδάμ.» λεω γρήγορα και φεύγω, αφήνοντας τον στην κουζίνα.
Καλα να πάθει!!!
________________
Πως μου είστε ψυχούλες μου; Πως πάει η ζωη σας;
ΌΛΑ ΚΑΛΑ;;;;
ΓΝΩΜΟΥΛΑ ΓΙΑ ΔΊΔΥΜΟ ΦΩΤΙΆ;
Γνώμη για Βαλλυ, Γιώργο;
Ορέστης ναι ή όχι;
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top