Αγάπησε με. Με όλους τους τρόπους.

Οι τσιγγάνοι χόρευαν γύρω τους καθώς το πλήθος χειροκροτούσε και γελούσε . Η μικρή τσιγγάνα που πριν απο λίγο γυρόφερνε την Άννα σαν παιχνίδι τώρα είχε πιάσει μια ηλικιωμένη κυρία και την τραβούσε απο το χέρι κτητικά να μπει στο χορό. 

Και η Άννα καθόταν ανέκφραστη μέσα στο κέντρο του πλήθους . Ο Άιντεν είχε  καρφωμένα τα μάτια του πάνω της νιώθοντας μια απίστευτη αγωνία. Της είχε ζητήσει να γίνει γυναίκα του και εκείνη δεν απάντησε τίποτα.

"Είπα..είπα θέλω να γίνεις γυναίκα μου Άννα"

Της είπε ξανά πιο δυνατά αυτή την φορά , λες και την πρώτη φορά οι φωνές του πλήθους είχαν καλύψει την πρόταση του. 

Εκείνη έμεινε να τον κοιτάζει, τα μάτια του τα χείλη του , σαν να προσπαθούσε να καταλάβει , σαν να μην πιστευε στα ίδια της τα αφτιά.

Της χαμογέλασε ελαφρά και όμως η καρδιά του χτυπούσε γρήγορα. Έκανε να της πιάσει τα χέρια και πάλι τα άφησε κάτω , σαν να μην είχε το δικαίωμα να την πιέσει.

"Δεν θέλεις Άννα? Δεν θέλεις να σε παντρευτώ?""

Η αναστάτωση του μεταφέρθηκε στην ανάσα του που έβγαινε γρήγορη , δάγκωσε τα χείλη του. Έκανε ανοησία?Βιάστηκε?

"Είσαι μικρή, το ξέρω, ίσως να θέλεις να ζήσεις κι αλλα πράγματα , αλλά σου το ορκίζομαι πως θα σου μάθω τα πάντα εγώ, θα σου δείξω εγώ όλο τον κόσμο και..και.."

Πέρασε το χέρι του νευρικά μέσα απο τα μαλλιά , όταν η Άννα σαν να βγήκε απο όνειρο ξαφνικά λύγισε και έφερε τα χέρια της και έκρυψε το πρόσωπο της. Έκλαιγε. Δεν κυλούσαν απλά δάκρυα στα μαγουλά της, αλλά το κορμί της συνταρασσόταν απο λυγμούς λες και έπρεπε σωματικά να ξεσπάσει όλο αυτό που ένιωθε στην καρδιά της.

"Κλαις?" της ψιθυρισε και την ίδια στιγμή έπεσε στην αγκαλιά του, έκρυψε το πρόσωπο της στο στήθος της και τον έσφιξε πάνω της.

"Αυτό σημαίνει οτι θέλεις?" της είπε αναστατωμένος καθώς εκείνη του έγνεψε με το κεφάλι της πολλές φορές καταφατικά μη μπορώντας να αρθρώσει λέξη απο την απρόσμενη έκπληξη ευτυχίας.

"Θέλω πολύ..Άιντεν" του είπε τέλος και εκείνος την σήκωσε  πάνω του, την έκανε γύρους γύρω γύρω , σαν ξέφρενος χορός και αν κάποιος απο το πλήθος κοιτούσε το νεαρό ζευγάρι θα νόμιζε πως είχαν πέσει σε έκσταση μαζί με τους τσιγγάνους που γυρόφερναν με ταχύτητα γύρω απο τον εαυτό τους σαν δερβίσηδες.

"Πες το ξανά Άννα" της φώναξε δυνατά και την κοίταξε στα μάτια.

"Θέλω να σε παντρευτώ" 

Γέλασε ο Άιντεν και το γέλιο του μπερδεύτηκε με το κουδούνισμα απο το τις χάντρες των φορεμάτων και τα μεταλλικά ντέφια. Γέλασε και η Άννα. Γελουσε και έκλαιγε μαζί .

"Σ'αγαπώ " του φώναζε και ο Άιντεν την γυρόφερνε σαν κούκλα γύρω γύρω 

"Θα γίνεις γυναίκα μου"

"Ναι "

Γελούσαν παρέα, με το γέλιο το αναίτιο εκείνο της ευτυχίας  " θα γίνει γυναίκα μου" είπε αναστατωμένος ο Άιντεν σε ένα τσιγγάνο που τους κοιτούσε με περιέργεια.

Την φίλησε στο στόμα και  στο μέτωπο. Την φίλησε στα μαλλιά και στα δυο χέρια . " Ναι θα γίνεις γυναίκα μου ο κόσμος να χαλάσει. Δεν κάνω πίσω"

Δάγκωσε τα χείλη του και σοβάρεψε. " Κι εγώ ..εγώ θα είμαι ο άντρας σου μέχρι να κλεισω τα μάτια μου"

Την φίλησε ξανά και ξανά. 

Και στο τέλος την τράβηξε να φύγουν. 

"Στάσου" 

Η μικρή τσιγγάνα με τα μάτια σε χρώμα οψιδιανού την έπιασε δυνατά απο το χέρι.

Την κοιταξε ξαφνιασμένα η Άννα και σε μια στιγμή το χαμόγελο ευτυχίας της χάθηκε απο το πρόσωπο της. Το μικρό κορίτσι είχε μάτια τώρα  σαν δυο μαύρες τρύπες που αν τα κοιτούσες μέσα τους ένιωθες πως χανόσουν στην άβυσσο, σαν να δυο μαύρες άπατες θάλασσες. Δεν ήξερε γιατί αλλά σκέφτηκε την Μάντις. 

"Πρόσεχε την μαύρη αράχνη" 

η φωνή του κοριτσιού βγήκε παράξενα μέσα απο το λαρύγγι της χωρίς να κινήσει τα χείλη της. Ο αέρας φύσηξε σηκώνοντας σκόνη στην μικρή πλατεία και μια απόκοσμη μυρωδιά θειαφιού απλώθηκε .

"Πάμε" την τράβηξε ο Άιντεν ξανά χωρίς να δώσει σημασία στο μικρό κορίτσι που τώρα τους κοιτούσε με γυαλιστερά μάτια και παιχνιδιάρικο χαμόγελο.

"Ναι..πάμε" είπε και η Άννα και έφυγε μαζί του με δεμένα τα χέρια τους.

Αλλά δυο φορές πριν απομακρυνθούν απο το πλήθος γύρισε το βλέμμα της πίσω , αναζητώντας την φιγούρα της μικρής τσιγγάνας που πλέον δεν φαινόταν.



"Με το μαλακό αγάπη μου"

Ο Άιντεν της τράβηξε το ποτήρι με το κρασί απο τα χείλη της. 

"Με κάνει να νιώθω  κεφάτη"

"Ναι αυτό φοβάμαι, οτι σε κάνει να νιώθεις πολύ κεφάτη" γελάσαν και οι δυο . Είχαν κάτσει σε ένα μικρό μαγαζί με καραόκε στο βάθος. Έφαγαν αποξηραμένο χοιρινό με σάλτσα δαμάσκηνου και ρύζι στον ατμό με κάρυ. 

Εδώ και ώρα όμως έπιναν γλυκό κρασί ακούγοντας αγκαλιά τους θαμώνες να τραγουδούν .

"Αύριο θα γίνω ενήλικη , είναι τα γενέθλια μου "

"Αυτό δεν σημαίνει όμορφη πως αντέχεις το κρασί, ο οργανισμός σου είναι αμάθητος"

Συζήτησαν για την Έρικα και ο Άιντεν της υποσχέθηκε πως αυριο κιόλας θα την έπαιρνε τηλέφωνο να της ζητήσει να φύγει απο το σπίτι . Συζήτησαν και για την Μαντλέν για λίγο. Ο Άιντεν έλεγε πως εκείνη κατα βάθος ήταν καλή και πως είχε μια δύσκολη ζωή και πως θα έπρεπε να κάνει η Άννα υπομονή μαζί της. Της υποσχέθηκε όμως πως θα ήταν η κυρία του σπιτιού και πως αν η Μαντλέν δεν το σεβόταν αυτό θα της αγόραζε δικό της σπίτι στο νησί , μια πρόταση που δίσταζε να της κάνει χρόνια τώρα , σεβόμενος το χρέος να την φροντίζει για χάρη της μνήμης του αδερφού του.

"Σκέφτεσαι τον Έρικ?" του είπε η Άννα καθώς χάιδευε το χέρι του.

Τον είδε να σκοτεινιάζει. 

"Ας μην το συζητήσουμε αυτό. Ίσως μια μέρα άλλη. Δεν είχα ποτέ καλές σχέσεις μαζί του και .." δάγκωσε τα χείλη του. Η ανάμνηση της τελευταίας βραδιάς τους φώτισε μέσα του σαν αστραπή στην νύχτα.

"Καλύτερα να μην μιλήσουμε για εκείνον"

"Καλά" τον φίλησε στα χείλη διστακτικά. Ντρεπόταν ακόμη και τώρα η Άννα να αναζητά πρώτη τα χείλη του . Ήταν κάτι που άφηνε πάντα τον Άιντεν να κάνει πρώτος .

"Μου αρέσει να με φιλάς" της είπε και την φίλησε περισσότερο. 

Πέρασε το χέρι του μέσα απο το φόρεμα της ασυναίσθητα και της χάιδεψε το πόδι. Όταν έφτασε το χέρι  στο εσώρουχο της , σταματησε απότομα κοιτώντας τους θαμώνες γύρω του.

"Καλύτερα να φύγουμε" της είπε βγάζοντας ένα σωρό ρούπιες πάνω στο τραπέζι.

"Θέλω να σε φιλήσω ..στο σπίτι μας" της είπε τόσο σοβαρός που η Άννα έχασε ένα χτύπο της καρδιάς της.

Ήξερε πως για να είναι αληθινή γυναικα του θα έπρεπε να ολοκληρώσουν τα κορμιά τους την ένωση τους. Δάγκωσε τα χείλη της και ο Άιντεν της χάιδεψε τα μαλλιά διορθώνοντας πίσω απο το αφτί της ένα μικρό τσουλούφι.

"Το ξέρεις πως δεν εννοούσα αυτό" μπορούσε να διαβάζει τις εκφράσεις της, να καταλαβαίνει το σκοτείνιασμα στα μάτια της.

Έλεγε ψέμματα. Το ήθελε σαν τρελός να μπει μέσα της.

Αλλά μετά απο αυτό που της είχε κάνει το προηγούμενο βράδυ, φοβόταν πως την είχε τρομάξει και πως εκείνη θα ήθελε χρόνο για να πάρει θάρρος  να ολοκληρώσουν. 

Είχε κάνει λάθος μεγάλο και θα το πλήρωνε σε αναμονή. Δεν πείραζε. Θα της έδινε χρόνο πάλι να ξαναρχίσουν το τρυφερό ερωτικό παιχνίδι τους , μέχρι που η Άννα να είχε το θάρρος χωρίς άγχος να γίνει δική του.

Τον είδε να σηκώνεται πάνω και εκείνη παίρνοντας μια μεγάλη ανάσα και με θάρρος το κρασί που ήπιε του έπιασε  το χέρι.

"Άιντεν"

Το βλέμμα της ήταν σοβαρό. 

"Τι είναι αγάπη μου?" της είπε κι εκείνος εξίσου σοβαρός βλέποντας την αιφνίδια αλλαγή της διάθεσης της.

"Θέλω σήμερα το βράδυ.." δάγκωσε τα χείλη της ξανα και ξανά.

"Τι θέλεις? μην διστάζεις Άννα. Μπορώ να σου δώσω τα πάντα" της είπε αποφασιστικά. 

"Θέλω ..θέλω να αγαπήσεις το κορμί μου ως άντρας σήμερα το βράδυ" του είπε τέλος αποφασιστικά και ξεφύσηξε καθώς η καρδιά της χτυπούσε δυνατά.

Το ήθελε πολύ. Τον ήθελε πολύ.Κι ας φοβόταν λίγο.

Τον είδε να την κοιτά μονάχα μια στιγμή ανέκφραστος ενώ την επόμενη στιγμή έσκυψε και την φίλησε βαθιά. Απομακρύνθηκε χιλιοστά απο τα χείλη της.

"Το θέλω κι εγώ κορίτσι  μου" της ψιθύρισε" να σε αγαπήσω με όλους τους τρόπους που υπάρχουν σε αυτό τον κόσμο"

Την κράτησε για ώρα στην αγκαλιά του νιώθοντας την καρδιά της να χτυπά σαν τρελή. Κι έπειτα με βιαστικά βήματα διέσχισαν τον δρόμο που οδηγούσε σπίτι τους.





Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top