Το υπέροχο ζώο, σήκωσε την μουσούδα του και μούγκρισε ευτυχισμένα. Ο Γκέντελ τον πλησίασε και χάιδεψε το απαλό του τρίχωμα.
«Πόσα βράδια έχουμε περάσει οι δυο μας, Ρούντολφ, να ονειρευόμαστε την Παραμονή; Νομίζω πως έφτασε η μέρα» του είπε ο Γκέντελ ελαφρώς συγκινημένος και το ζώο κούνησε το κεφάλι του κεφάτα.
« Χαίρομαι που σε ξαναβλέπω Γκέντελ, όπως και την Σάρα και Ζόε Σμιθ, εγγονές του φημισμένου Λόμιλ Γκάλας. Γνωρίζω πως θα επισκεφτείτε το σπίτι του Άγιου. Το μόνο που έχω να σας συμβουλεύσω, είναι να είστε ο εαυτός σας και να έχετε πίστη στα θέλω σας. Να θυμάστε, πως πολλά πράγματα στον κόσμο, έγιναν πραγματικότητα γιατί πολύ απλά, κάποιοι πίστεψαν στα όνειρα που έκαναν. Το ίδιο και εγώ. Όταν γεννήθηκα, όλοι με κοίταξαν με απορία και υποτίμηση. Κανένας δεν πίστεψε πως θα μπορέσω μία μέρα να βρεθώ στην πρώτη γραμμή των ιπτάμενων. Μάλιστα, όταν έναν χρόνο πραγματοποιήθηκαν αγώνες αξιολόγησης, έχασα, καθώς η μύτη μου εμπόδισε έναν συναγωνιστή μου να τρέξει, εξαιτίας του φωτός που εξέπεμπε, πράγμα που θεωρήθηκε αδικία και αποκλείστηκα. Ωστόσο, το ήθος μου και η θέλησή μου για να πετύχω τον στόχο μου, έκαναν τον Άγιο να με προσέξει και να μου εμπιστευθεί το πέταγμα της Παραμονής. Αυτό που θέλω να σας πω είναι, πως αν εσείς πιστεύετε στα Χριστούγεννα, τότε δεν έχετε να φοβηθείτε τίποτε. Εμπρός λοιπόν, μην χάνετε άλλο χρόνο΄΄ τελείωσε ο Ρούντολφ και όλοι συγκατένευσαν.
Ευθεία μπροστά τους, βρισκόταν ένα πέτρινο, παραδοσιακό σπίτι, μεγάλου μεγέθους, χτισμένο σε μία ξύλινη αποβάθρα που στηριζόταν από θεόρατα δοκάρια, που τη κρατούσαν ψηλά, ψηλότερα από κάθε άλλο κτήριο του Νόρθ. Τα φώτα όλα ήταν ανοιχτά και η καμινάδα κάπνιζε. Γνώριζαν μέχρι τώρα, πως ο Άγιος είχε μετακινηθεί στο Μπάτερσερ, καθώς είχε πια αποσυρθεί από τα καθήκοντά του. Ο Γκέντελ κοίταξε το ειδικό ρολόι που φορούσε και τα μάτια του ευθύς γούρλωσαν. Ξημέρωνε Παραμονή Χριστουγέννων, ωστόσο σε αυτή τη γωνιά της γης, οι αχτίδες του ήλιου δεν έφταναν για να την φωτίσουν τον Χειμώνα. Βαστώντας ο ένας το χέρι του άλλου, βάδισαν προς το παράξενο οίκημα και ένα ξωτικό τους καρτερούσε στη βάση, για να τους ανεβάσει στην κορυφή με έναν ανελκυστήρα που είχε το σχήμα του έλκηθρου. Φτάνοντας στην κορυφή της ξύλινης αποβάθρας, προχώρησαν με την αγωνία να σκίζει την καρδιά τους. Το νεαρό ξωτικό που είχε την εμφάνιση αγοριού στην ηλικία της Σάρα, τους συνόδευσε μέχρι το κατώφλι και κατόπιν υποχώρησε, κάνοντας μία βαθιά υπόκλιση. Η Ζόε τη στιγμή που στράφηκε στην πόρτα, που ήταν στολισμένη με ένα υπέροχο στεφάνι, διάβασε την επιγραφή με τα χρυσά γράμματα ΄΄ Το φως φτάνει ακόμη και στην πιο σκοτεινή γωνιά, καλωσήρθατε στα Χριστούγεννα, αγκαλιάστε την ελπίδα, χορέψτε με την αγάπη και αποχωρήστε χέρι- χέρι με εκείνους που λατρεύετε΄΄
Η πόρτα υποχώρησε από μόνη της και οι τρεις τους μπήκαν σε ένα υπέροχο, στολισμένο καθιστικό.
«Περάστε» άκουσαν μία γλυκιά φωνή να τους προσκαλεί και άξαφνα, μπροστά τους φάνηκε ένας άνδρας κοντά στα εξήντα, εύσωμος που φορούσε ένα γούνινο παλτό. Η γενειάδα του ήταν μακριά και τα λευκά του μαλλιά, όμοια με βαμβάκι, ήταν χτενισμένα προς τα πίσω. Στη θέα του η Ζόε κραύγασε ΄΄Άγιε!΄΄ και έτρεξε προς το μέρος του με φόρα πέφτοντας στην αγκαλιά του και κλαίγοντας από συγκίνηση. Ο άνδρας την έσφιξε επάνω του καλοσυνάτα και ζεστά και κατόπιν την προέτρεψε να τον κοιτάξει σκουπίζοντας τα δάκρυά της τρυφερά.
«Ζόε Σμιθ. Να ξέρεις πως ήσουν ένα πολύ όμορφο μωρό όταν γεννήθηκες, το ίδιο και η αδερφή σου. Ο Λόμιλ ήταν πανευτυχής όταν μου έδειχνε τις φωτογραφίες σας. Πλέον μεγαλώσατε και γίνατε δύο υπέροχες δεσποινίδες, λίγο άτακτες, μα είναι και η αταξία στο παιχνίδι μερικές φορές» είπε πειρακτικά κοιτώντας τη Σάρα. «Λοιπόν, ζητήσατε προσωπική ακρόαση. Περάστε και καθίστε όπου θέλετε. Έχω ό,τι μπορεί να σκεφτεί ο νους σας, από σοκολάτες, μέχρι γλυκά. Τα λατρεύω και ας παχαίνουν λίγο» πρόφερε αγγίζοντας την κοιλιά του και κάνοντάς τους να γελάσουν.
Όλοι μαζί, προχώρησαν στο σαλόνι και κάθισαν στους υπέροχους, χριστουγεννιάτικους καναπέδες, ενώ ο Άγιος επέλεξε την ξύλινη, κουνιστή του πολυθρόνα. Ο Γκέντελ για πρώτη του φορά δεν μιλούσε. Ήθελε να αφήσει τα κορίτσια να πουν, ότι εκείνα επιθυμούσαν και σκέφτονταν. Τελικά, πρώτος τον λόγο πήρε τελικά, ο Άγιος.
«Για να έχετε φτάσει μέχρι εδώ, τότε θαρρώ πως έχετε καταλάβει τι πραγματικά σημαίνουν τα Χριστούγεννα. Αυτός ήταν ουσιαστικά και ο σκοπός μου. Να διδάξω στον κόσμο πως οι συγκεκριμένες γιορτές κρίνονται απαραίτητες, σαν ένα καμπανάκι υπενθύμισης της ύπαρξης του διπλανού μας και της αγνής αγάπης μας γι' αυτόν. Όπως ξέρετε, εδώ και αρκετά χρόνια είχα αποσυρθεί στο Μπάτερσερ, κλείνοντας τα εργοστάσιά μου και όντας βαθιά απογοητευμένος από την ανθρώπινη εξέλιξη και κατάντια, που όλα τα θυσίαζε στον βωμό του καταναλωτισμού και όλα τα μετρούσε, με μοναδική μονάδα μέτρησης έναν πάκο χαρτιών πολύχρωμων. Ακόμη και τα δώρα που άφηνα, θεωρούσαν πως τους τα χρωστώ, ή τα έβλεπαν σαν μία ευκαιρία να γλυτώσουν τα έξοδα για τα παιδιά τους. Η μαγεία είχε πια σβήσει και όλα στροβιλίζονταν γύρω από το χρήμα. Τι γίνεται όμως με όσα το χρήμα δεν μπορεί να αγοράσει; Γιατί ακόμη και αν οι άνθρωποι επιμένουν για το αντίθετο, όχι, δεν αγοράζονται τα πάντα. Οι στιγμές οι όμορφες, τα συναισθήματα, τα λόγια που μένουν χαραγμένα στην ψυχή, το χαμόγελο από καρδιάς, έχουν μονάδα μέτρησης διαφορετική. Τα δώρα μου στα παιδιά, σημαίνουν προσφορά και αγάπη. Ένα συναίσθημα που με καθοδηγεί να θέλω να πραγματοποιήσω εκείνη τη μία και μοναδική νύχτα, τα όνειρα μικρών και μεγάλων. Αυτό ακριβώς περίμενα να καταλάβει ο κόσμος, πως η ζωή δίχως Χριστούγεννα, είναι μία ζωή δίχως αγάπη. Το Πνεύμα, δεν κατέβηκε τυχαία και το αστέρι δεν διάνυσε τον ουρανό δίχως λόγο. Ζόε, απέδειξες έμπρακτα πως αγαπάς και νοιάζεσαι. Χάρισες το ένα και μοναδικό πράγμα που για εσένα είχε σημασία, σε κάποιον που το είχε περισσότερη ανάγκη. Η ανιδιοτέλεια, είναι ένα παρακλάδι της αγάπης και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, το στολίδι να λάμπει όμορφα καθώς κρέμεται στον λαιμό σου. Σάρα, με την κίνηση της οικογένειάς σου, χαρίσατε γιορτές στα ορφανά παιδιά και στολίσατε το χωριό. Είδα μία ταπεινότητα στα μάτια των ανθρώπων καθώς στόλιζαν ξανά τα σπίτια τους και τα μαγαζιά. Ίσως ήταν η ίδια ταπεινότητα που πάντα υπήρχε βαθιά μέσα στο βλέμμα του Χριστού. Όλα αυτά λοιπόν, ξέρω πως σας οδήγησαν στο σήμερα» έκανε μία παύση και σηκώθηκε ευθύς επάνω ώστε να τον βλέπουν και οι τρείς. «Στην πολυπόθητη ερώτησή σας, για το αν φέτος θα αναγεννηθούν τα Χριστούγεννα, η απάντηση είναι ναι» τελείωσε και όλοι τους σηκώθηκαν επάνω ζητωκραυγάζοντας και χοροπηδώντας. «Μα δεν θα είναι εύκολο» τους τόνισε ο Άγιος και τα φτερά τους για λίγο τσάκισαν. «Είναι πρωί Παραμονής και έχω εκατομμύρια γράμματα να διαβάσω. Γκέντελ, βγες έξω στο μπαλκόνι και χτύπησε την μεγάλη καμπάνα. Τα Χριστούγεννα σημαίνουν και χρειάζονται τη βοήθειά μας. Όλα τα ξωτικά του χωριού μου θα διαβάσουν τα γράμματα και οι τάρανδοι θα καθαριστούν και θα ταϊστούν. Το ταξίδι θα είναι μεγάλο, μα για όσο θα έχουμε για οδηγό μας το Αστέρι, τότε δεν έχουμε τίποτε να φοβηθούμε. Εμπρός λοιπόν! Ας ανοίξουν τα εργοστάσια, στολίδια να σκορπίσουν και ασημόσκονη και γέλια στον κόσμο όλο. Το πέπλο της θλίψης να σηκωθεί, γιατί είναι Χριστούγεννα και κανένα πρόσωπο δεν θα αφήσουμε δίχως χαμόγελο. Απόψε τα όνειρα μικρών και μεγάλων θα πάρουν σάρκα και οστά» τελείωσε μονάχα που στις τελευταίες του κουβέντες η Σάρα παρέμεινε σκεπτική.
Ήξερε πως το δικό της όνειρο, ήταν δύσκολο ναπραγματοποιηθεί, ωστόσο για μία και μοναδική φορά στη ζωή της, ήθελε ναελπίζει.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top