~Θανάσιμο ατύχημα~

Λίγα λεπτά αργότερα έπαιρνε τηλέφωνο την αστυνομία, από το περίπτερο. Προσπάθησε να εξηγήσει όσο το δυνατόν καλύτερα την κατάσταση. Όταν την ρώτησε ο αστυνομικός το όνομα της, εκείνη του το 'κλεισε απότομα. Ακόμα δεν είχε αποφασίσει αν θα το έσκαγε ή αν θα παραδινόταν.

Ο περιπτεράς την κοιτούσε παραξενεμένος. Κάτι του θύμιζε αυτή η γυναίκα, αλλά δεν μπορούσε να προσδιορίσει τι. Φαινόταν ταλαιπωρημένη και ταραγμένη. Που την είχε δει και δεν θυμόταν;

Εκείνη κοντοστάθηκε μπροστά του.

-Την αστυνομία πήρες; Φύγε, δεν χρειάζεται να με πληρώσεις.

Η Μέλπω δεν περίμενε να της το ξαναπεί, γύρισε την πλάτη της και έφυγε βιαστικά.

Όμως πάλι στη μέση του δρόμου κοντοστάθηκε. Σε λίγο θα ερχόντουσαν τα περιπολικά και θα την έβρισκαν. Τι μπορούσε να κάνει; Τι ήταν πιο σωστό;

Δεν πρόλαβε να σκεφτεί κάτι παραπάνω. Γιατί ένα περιπολικό σταμάτησε, ακριβώς μπροστά της.

Τι στο καλό; Τόσο γρήγορα ήρθαν;, σκέφτηκε. Από μέσα βγήκε ο Σαράντος Παπάζογλου, ο αστυνομικός που είχε έρθει πριν λίγες μέρες στο μοναστήρι! Αυτή τη φορά φαινόταν πολύ ικανοποιημένος, ο θρίαμβος έλαμπε στα μάτια του.

-Ώστε εδώ είσαι πουλάκι μου! Το ήξερα. Πως νόμιζες ότι μπορούσες να μου ξεφύγεις; Όργανο, τις χειροπέδες!, φώναξε με χαρά.

Ένας νεαρός αστυνομικός, βγήκε από το περιπολικό και την έπιασε από τους καρπούς.

Ξαφνικά, ακούστηκε ένας περίεργος θόρυβος. Ο Σαράντος γύρισε στο περιπολικό και πήρε τον ασύρματο στα χέρια του. Μόλις γύρισε ξανά κοντά στον αστυνομικό και την έκπληκτη Μέλπω, φαινόταν τρισευτυχισμένος.

-Πιάσαμε λαβράκι σήμερα! Μελπομένη, εσύ μας κάλεσες; 

-Δεν καταλαβαίνω...

-Είπες πως κάτι συμβαίνει στο μοναστήρι. Ανέφερες σε έναν αστυνομικό ότι είδες έξι άντρες με μάσκες ζώων και σκαπτικά εργαλεία, έτσι δεν είναι;

-Ναι.

-Φαντάζομαι ότι θα έπρεπε να σ' ευγνωμονώ, της απάντησε ειρωνικά. Καιρό τους ψάχναμε αυτούς τους αλήτες. Έχουν ρημάξει κι άλλα μοναστήρια. Και ξωκκλήσια. Έλα, προχώρα τώρα στο περιπολικό. Όργανο, πάμε κατευθείαν στο μοναστήρι, θα έρθουν κι άλλοι τρεις για ενισχύσεις.

Την ίδια στιγμή οι μοναχές είχαν μαζευτεί όλες σε μια γωνία φοβισμένες. Ο αρχηγός της συμμορίας είχε γυρίσει με άδεια χέρια και τους κοιτούσε με οργή.

-Μιλήστε!, φώναξε, σε σπαστά ελληνικά πάντα. Πείτε μου που είναι ο θησαυρός!

-Δεν ξέρουμε τίποτα παιδί μου. Για όνομα του Θεού, άφησε μας. Αλήθεια σου λέω, δεν γνωρίζει καμία από εμάς που είναι αυτός ο θησαυρός που λες, απάντησε η ηγουμένη.

-Ψέματα, λέτε όλες ψέματα, εκείνος σήκωσε το χέρι του και πυροβόλησε λίγο πιο πάνω από τα κεφάλια των μοναχών. Μερικές ούρλιαξαν.

-Σκάστε! Να φωνάζετε ξέρετε. Εντάξει λοιπόν, αφού δεν θέλετε να μου πείτε., έμεινε ακίνητος να τις κοιτάζει όλες, μια προς μια.

-Όταν δείτε την πρώτη νεκρή, θα λογικευτείτε. Καλά δεν λέω;

Όλες κούνησαν αρνητικά το κεφάλι και μαζεύτηκαν ακόμα πιο πολύ.

Εκείνος προχώρησε μπροστά και άρπαξε με τη βία την μοναχή Θεοδοσία.

-Ηγουμένη, πιστεύω ότι εσύ θα ξέρεις καλύτερα που βρίσκεται αυτό που ζητάω. Μίλα, γιατί την σκοτώνω επιτόπου.

-...

Για μια στιγμή σκέφτηκε να του πει ένα τυχαίο σημείο, μήπως τις αφήσει ήσυχες. Όμως αυτό ήταν παρακινδυνευμένο. Που ήξερε πως θα αντιδρούσε αυτός όταν δεν θα έβρισκε τίποτα.

-Δεν έχω πολύ χρόνο, της φώναξε.

Έξω από το μοναστήρι, ο Σαράντος περίμενε τα άλλα τρια περιπολικά, που δεν άργησαν να έρθουν. Όταν έφτασαν, ήταν αυτός που βγήκε πρώτος.

-Συνάδελφοι! Θέλει προσοχή, πολλή προσοχή. Είναι σίγουρο ότι έχουν όπλα και μπορεί αυτή τη στιγμή που μιλάμε, να τις έχουν ακινητοποιήσει. Πρέπει, με τρόπο, να περικυκλώσουμε το μοναστήρι. Ελάτε μαζί μου!

Όλοι τον ακολούθησαν, πλην ενός, που έμεινε μαζί με την Μέλπω, στο περιπολικό.

Κρατούσαν τα όπλα στα χέρια τους και βάδιζαν κολλητά στον τοίχο. Κανείς τους δεν μιλούσε. Από τα ανοιχτά παράθυρα της μονής, ακούστηκε μια φωνή.

-Θα την σκοτώσω! Τελειώνετε...

Ο Σαράντος κατάλαβε ότι δεν είχαν καθόλου χρόνο. Έπρεπε να μπουν αμέσως μέσα, πριν συμβεί το μοιραίο.

Βγήκε μπροστά από τους άλλους και με μια δυνατή κλοτσιά έσπασε την πόρτα. Μπήκαν κατευθείαν και οι επτά αστυνομικοί.

Ο αρχηγός της συμμορίας έδειχνε να ξαφνιάζεται. Όχι για πολύ όμως...

-Γαμώτο! Ποιος φώναξε τους μπάτσους;, ούρλιαξε.

Ο Σαράντος τώρα, βρισκόταν μπροστά του και τον σημάδευε.

-Πέτα το όπλο κάτω. Τώρα.

-Μην πλησιάζεις, θα την σκοτώσω, απάντησε και έσφιξε πιο πολύ πάνω του την Θεοδοσία.

-Δεν σου έφταιξε σε τίποτα. Παραδόσου, για να ελαφρυνθεί η θέση σου! 

-Όχι! Αφήστε όλοι κάτω τα όπλα σας και κάντε ένα βήμα πίσω. Τώρα!

Οι υπόλοιποι έξι της ομάδας κοιτούσαν τον Σαράντο, με αγωνία. Εκείνος τους έκανε νόημα. Κι έτσι τα όπλα βρέθηκαν στο πάτωμα.

Ο αρχηγός της ομάδας προχώρησε με την όπισθεν ως την εξώπορτα. Οι δικοί του όμως είχαν μείνει πίσω.

-Τι με κοιτάτε ηλίθιοι; Πάμε να φύγουμε!, τους φώναξε, κρατώντας ακόμα στα χέρια του την Θεοδοσία.

Τον ακολούθησαν και μπήκαν όλοι μαζί σε ένα μεγάλο βαν. 

Οδηγός ήταν ο αρχηγός τους. Έβαλε τη ζώνη του βιαστικά όπως και ο συνοδηγός.

Η Θεοδοσία βρισκόταν ανάμεσα σε δυο μέλη της συμμορίας. Ήξερε ακριβώς τι θα ακολουθούσε και κατάλαβε γιατί οι άλλοι έβαλαν ζώνες. 

Πίσω τους ακριβώς βρισκόταν το περιπολικό με την Μελπομένη. Ο νεαρός αστυνομικός δεν ήξερε τι να κάνει.

Το βαν μπροστά άρχισε να τρέχει με υπερβολική ταχύτητα. Δεν κάθισε να σκεφτεί περισσότερο. Η καταδίωξη είχε μόλις αρχίσει.

Βλέποντας ο αρχηγός από τον καθρέφτη, το περιπολικό να τους ακολουθεί, αύξησε κι άλλο την ταχύτητα.

Ο ασύρματος έβγαλε τον γνωστό του ήχο.

-Όργανο! Παπάζογλου εδώ! Συνέχισε να τους ακολουθείς, εμείς πίσω σου.

Σε λίγο έβγαιναν σε αυτοκινητόδρομο. Δεν έπρεπε να τους χάσουν από τα μάτια τους.

Στο βαν, η Θεοδοσία, βρισκόταν σε κατάσταση υστερίας.

-Σας παρακαλώ, αφήστε με να φύγω! Μη με σκοτώσετε.

-Βούλωσε το., φώναξε ο οδηγός.

-Τουλάχιστον μην οδηγείτε τόσο γρήγορα, θα χτυπήσουμε!

-Σου είπα να το βουλώσεις!

Μαζεύτηκε στη θέση της τρομαγμένη και έτοιμη για τα χειρότερα. 

Τώρα πια είχαν μπει στον αυτοκινητόδρομο. Η Μέλπω έβαλε κι αυτή την ζώνη της, ενώ έκανε νοερά μια προσευχή.

Ο αρχηγός της συμμορίας και οδηγός του βαν αύξησε κι άλλο την ταχύτητα. Ήθελε να προσπεράσει το αυτοκίνητο που βρισκόταν δεξιά του.  

Στην στροφή όμως έχασε τον έλεγχο. Ως αποτέλεσμα το όχημα ξέφυγε τελείως από την πορεία του και χτύπησε στο στηθαίο (=κατασκευή που αποτρέπει ατυχήματα).

Με τρόμο ο νεαρός αστυνομικός και η Μέλπω παρακολουθούσαν το βαν να εκτοξεύεται στον αέρα και ύστερα να κάνει πέντε τούμπες.

Εκείνη τη στιγμή και οι δυο σκέφτονταν ένα πράγμα: κανείς δεν θα μπορούσε να βγει ζωντανός από ένα τέτοιο τροχαίο... 









Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top