Μάθημα δεύτερο
Κοίταξε για ακόμα μια φορά τη διεύθυνση στο κινητό της και σίγουρη πως ήταν στη σωστή γειτονιά, πάρκαρε το αυτοκίνητο στην απέναντι πλευρά του παραθαλασσιου δρόμου και κατέβηκε. Η νηνεμία της επιφάνειας της θάλασσας, δε ταίριαζε καθόλου με το ταραγμένο ψυχισμό της τη δεδομένη στιγμή. Όλο το πρωί πέρασε ανυπόφορα σπίτι. Ο Πίτερ έπειτα από την ερωτική τους συνεύρεση της έκανε ένα δεκάλεπτο κήρυγμα, μέσα από το μπάνιο φυσικά, για την ερωτική της συμπεριφορά μα και τη θέση μιας σωστής γυναίκας στη κοινωνία ενώ εκείνη άκουγε αδιάφορα. Το μεσημεριανό τους βρήκε, με εκείνον να διαβάζει εφημερίδα και την ίδια να παίζει άτσαλα με το πιρούνι της . Δεν ήταν λίγες οι φορές που έπιασε τον εαυτό της να κοιτάζει το ρολόι για να φύγει από το σπίτι. Όχι πως ήθελε να βρεθεί με το Κίαν, μα ο αέρας που θα έπαιρνε της ήταν αρκετός.
Η πόρτα άνοιξε αμέσως μόλις πάτησε το κουδούνι και έσυρε τον εαυτό της μέχρι το ασανσέρ. Πάτησε το πέντε και κοίταξε το είδωλο της στο τεράστιο καθρέφτη που υπήρχε πίσω της. Έδειχνε άτονη, αυπνη και ταλαιπωρημένη. Έπιασε μια αλογοουρά τα φριζαρισμενα της μαλλιά, έστρωσε τα γυαλιά της και μόλις το ασανσέρ σταμάτησε βγήκε και είδε τη πόρτα του ρετιρέ ανοιχτή.
"Ωραία θα περάσουμε. Από το καλό στο καλύτερο πας Ελίζα..." μονολόγησε που ο Κίαν δεν μπήκε ούτε στο κόπο να σταθεί στη πόρτα.
"Καλησπέρα!" Η Ελίζα μπήκε μέσα μα σαν περιπλανήθηκε στο χώρο έμεινε έκπληκτη. Φαινόταν ακριβό απ έξω μα ήταν σίγουρη πως για να μένει ο Κίαν, το εσωτερικό του σπιτιού θα ήταν ακατάστατο και βρώμικο. Δεν ήταν όμως... Ένα τεράστιο γκρι χαλί κοντά στη τζαμαρία, ένας γκρί γωνιακό καναπές, μια τηλεόραση καρφωμένη στον απέναντι τοίχο ήταν τα πρώτα που πρόσεξε. Γυρίζοντας ελαφρώς το βλέμμα είδε πως όλο το σπίτι ήταν στην εντέλεια μα δεν υπήρχε χρώμα μέσα του. Πόσο γκρι πια; αναρωτήθηκε
Η μυρωδιά του ζεστού καφέ, τρύπωσε στα ρουθούνια της και ακολουθώντας την βρέθηκε στη κουζίνα.
"ΘΕΟΥΛΗ ΜΟΥ ΚΊΑΝ!" Η Ελίζα αδιαφόρησε για εκείνον που βρισκόταν στη καφετιέρα και σαν μωρό παιδί πλησίασε τη τζαμαρία. Ολόκληρη η γωνία,δεν είχε ίχνος τουβλου ενώ ακόμα και το εξωτερικό μπαλκόνι ήταν φτιαγμένο από γυαλί.
"Ωραίο έτσι;" τον άκουσε να λέει
"Δε φοβάσαι να πατήσεις επάνω;" ρώτησε κοιτάζοντας προς τα κάτω μα σαν τον ένιωσε πίσω της ανασκουμπώθηκε τρομαγμένη.
"Χαλάρωσε Λιζ , να ανοίξω τη μπαλκονόπορτα θέλω" έσπευσε να τη καθησυχάσει και με ένα κλικ στο διακόπτη εκείνη άνοιξε. Βγες έξω...Αν φοβάσαι, κοίτα μόνο ευθεία τη θάλασσα και όχι κάτω" την προέτρεψε μα εκείνη παρέμεινε ακίνητη.
"Πάω να κλείσω τη πόρτα, γιατί από το ρεύμα που κάνει, κάτι μου λέει πως κάποιος εδώ μέσα είναι ξεχασιαρης και έρχομαι να σε βγάλω έξω" τα βήματα του απομακρύνθηκαν
Η Ελίζα έβγαλε με δυσκολία το ένα της πόδι έξω, μα σαν κοίταξε κάτω το διάφανο πάτωμα ένιωσε φόβο.
"Καταρχήν είσαι σφιγμένη..." Ο Κίαν στεκόταν πίσω της . "Αυτό πρέπει να φύγει άμεσα! Έλεος δηλαδή!" έπιασε το κοκαλάκι και πριν εκείνη φέρει αντίρρηση το τράβηξε προς τα κάτω και τα μαλλιά της απλώθηκαν στους ώμους. "Ελευθερία Λιζ ... Έτσι λέγεται. Και τώρα έλα..." βγήκε ολόκληρος έξω και τείνοντας το χέρι του προς εκείνη, την παρότρυνε να βγει .
"Μπορώ...Μπορώ και μόνη" ψέλλισε και βγάζοντας και το δεύτερο πόδι έξω η καρδιά της χτύπησε δυνατά. Κοίταξε κάτω και άσπρισε. "Δε μπορώ!" έκανε μεταβολή και μπήκε μέσα ενώ εκείνος έμεινε να γελάει
"Πώς γίνεται μια ανθρωπολόγος που μελετάει καθημερινά τόσα και τόσα να φοβάται να κάνει λίγα βήματα προς το άγνωστο; Όλη η ζωή μας ένα άγνωστο είναι Λιζ..." είπε μπαίνοντας.
"Έχω υψοφοβια!" δικαιολογήθηκε εκνευρισμένη. "Δώσε μου σε παρακαλώ το κοκαλάκι μου..."
Εκείνος το έβγαλε από τον καρπό του , της το έδωσε και βρίσκοντας τον εαυτό της κάθισε κάτω.
"Θέλεις καφέ η έχεις πιει ;"
"Θέλω είναι η αλήθεια..."
"Το κατάλαβα αλλά όπως είδες αντί να σου φέρω τη κούπα μέσα στη μούρη, κάνω προόδους ευγένειας!"
"Τρομερή πρόοδος! Μπράβο Κίαν" η Ελίζα έβγαλε τα βιβλία της και τα άφησε πάνω. "Αφού θα βρισκόμαστε εν τέλει, πες μου σε ποια μαθήματα υστερείς έτσι ώστε να τα περάσεις χωρίς να πληρώσεις"
"Και ποιος σου είπε πως είμαι ανίκανος να τα περάσω κανονικά;"
"Τώρα αλήθεια το ρωτας αυτο;"
"Σε πληροφορώ πως είμαι πανέξυπνος! Όπως και να έχει δεν θα σου κρύψω πως θέλω σε ένα συγκεκριμένο μάθημα να τα πάω καλύτερα..." Η Ελίζα έφερε στο μυαλό τα λόγια της Τζινας από εκείνο το απόγευμα και κατάλαβε αμέσως
"Ειδικότητα;"
"Χημεία... Πήρα το μάθημα πρόσφατα και άλλαξα και κλάδο. Όχι πως με διέφερε και πολύ"
"Μάλιστα. Εσύ ξέρεις..."
"Εγώ ξέρω, το θέμα είναι εσύ ξέρεις τίποτα από χημεία; Το λέω γιατί είσαι λίγο..."
"Λίγο;"
"Δε ξέρω ρε παιδί μου. Τα γνωστά..."
"Τα γνωστά;" επέμενε εκείνη
"Ξενέρωτη μωρέ! Η χημεία θεωρώ πως θέλει πάθος για σου αρέσει. Είναι επικίνδυνη. Πειράματα, συνδυασμοί...καταλαβαίνεις" Ο Κίαν μιλούσε τόσο φυσιολογικά ενώ παράλληλα τη προσβαλε μέσα στα μούτρα μα η Ελίζα ήταν αρκετά κουρασμένη από το πρωινό της για να έρθει σε αντιπαράθεση μαζί του.
"Ξέρω... Την άλλη φορά, θα φέρω τα βιβλία μου μαζί"
"Σωστή. Να μάθω μερικά βασικά και μετά θα την καταπληξω!"
"Μάλιστα...Ώστε για γυναίκα πρόκειται"
"Γυναικάρα. Στήθος, κωλος , κορμί... Απορώ πως γίνεται να επέλεξε αυτή τη δουλειά τόσο νέα"
"Δεν θα μπω στη διαδικασία να σχολιάσω τις ερωτικές σου φαντασιώσεις μαζί της Κίαν. Έλα να μελετήσουμε ξανά δύο βασικά πραγματάκια στην ..."
"Ξέρεις και από ερωτικές φαντασιώσεις;" τη διέκοψε
-αν δε ξέρω εγώ ποιος ξέρει; Γιατί σε φαντασίωση εξελίσσεται πλέον ο τομέας σκέφτηκε μα καθάρισε το μυαλό της.
"Τι είπαμε για τα σεξιστικά σχόλια;" τον μαλωσε
"Έλα μωρέ Λιζ , εχει πλάκα να σε βλέπω να κοκκινιζεις"
"Δε κοκκινίζω. Εκνευρίζομαι. Έχει διάφορα"
"Ότι και να παθαίνεις είναι ωραίο..." Η Ελίζα προτίμησε να μη δώσει απάντηση και χώθηκε στο βιβλίο της
"Και για πες! Πότε με το καλό ο γάμος;" ρώτησε μόλις την είδε να πινει καφέ κι εκείνη τον εφτυσε όλο πάνω του.
"ΡΕ ΚΙΑΝ!"
"Τι φωνάζεις ρε! Μια ερώτηση έκανα και με έκανες λουτσα!" Έπιασε τη μπλούζα του και την έβγαλε.
"Έχεις τρελαθεί εντελώς;;;;!!!" Η Ελίζα έβαλε τα χέρια στο τραπέζι και σηκώθηκε έξαλλη.
"Δεν έχεις ξαναδεί γυμνό σώμα; πως κάνεις έτσι σαν υστερική! Θέλεις να κρυωσω;" τη κορόιδεψε
"Τράβα ντύσου τώρα αλλιώς φεύγω!"
"Κίαν; Τι φωνές είναι αυτ...." Μια αγουροξυπνημενη Λάουρα, της οποίας της κόπηκε η λαλια, εμφανίστηκε στη πόρτα φορώντας μόνο τα εσώρουχα της και η Ελίζα έπαθε σοκ.
"Σορρυ ρε μωρό μου μα δεν ήθελα να σε ξυπνήσω. Κάναμε εκείνα τα μαθήματα και έπεσε καφές πάνω μου"
"Απλά σε άκουσα να μιλάς δυνατά και ξαφνιάστηκα, Καλημέρα..." Η Λάουρα σταμάτησε σκεπτική " Ελίζα σωστά;" είπε και προχωρώντας προς τα μέσα σε να μη συμβαίνει τίποτα φίλησε τον Κίαν και έβαλε καφέ.
"Σωστά" της απάντησε σοβαρή. "Και τώρα εμένα με συγχωρείτε μα πρέπει να φύγω"
"Τώρα ήρθες!" Γκρινιαξε ο Κιαν μα εκεινη βάζοντας όπως όπως τα βιβλία μέσα στη τσάντα απαξίωσε. Η Λάουρα είχε ήδη καθίσει στα πόδια του και του χάιδευε τις ρόγες απαλά βγάζοντας πνιχτα γελάκια. "Λάουρα κοφτο!"
"Αφού θα φύγει και η Ελίζα μωρέ Κίαν..." νιαουρισε εκείνη
"Η Ελίζα δε θα πάει πουθενά" ο Κίαν τη κατέβασε από τα πόδια του και σηκώθηκε
"Η Ελίζα βασικά φεύγει!" Μίλησε εκείνη στο τρίτο πρόσωπο και βάζοντας τη τσάντα στον ώμο έτρεξε προς τα έξω.
"Μείνε εδώ!" Ο Κίαν αγριοκοιταξε τη Λάουρα και έτρεξε ξοπίσω της. Έβαλε το χέρι στο ασανσέρ πριν κλείσει η πόρτα μα εκείνη γύρισε τη πλάτη της.
"Έχει καθρέφτη Λιζ. Βλέπω τις γκριμάτσες σου!" Της υπενθύμισε
"Δε με ενδιαφέρει Κιαν . Μπορείς να βγεις για να φύγω;"
"Μα τι έπαθες; Έχεις θέμα να είναι και άλλος παρόν;"
Η Ελίζα άστραψε και βρόντηξε
"Δεν έχει ιδέα τι σημαίνει ρούχο;;; Πώς μου ζητάς να κάτσω στον ίδιο χώρο με μια κοπέλα που φοράει μόνο τα εσώρουχα της και σου τρίβεται; είμαστε σοβαροι; Μήπως να κρατήσω και το φανάρι; Σε παρακαλώ..." Η φωνή της χαμήλωσε τρομακτικά πολύ "Άκουσε να δεις , προσφέρθηκα να σε βοηθήσω. Έχω ειλικρινά πολλά πράγματα στο κεφάλι μου και όλο αυτό δε με βοηθάει. Δεν είμασταν φίλοι και ούτε σκοπεύω να γίνουμε. Δεν θέλω να βρεθούμε ξανά. Είναι ανώφελο όλο αυτό και εσύ.." Ο Κίαν μπήκε ολόκληρος προς τα μέσα. Οι πόρτες του ασανσέρ έκλεισαν και πλησιάζοντας την εκείνη κόλλησε στο καθρέφτη. Το πρόσωπο του είχε πάλι εκείνη τη σκοτεινή όψη ενώ πιάνοντας από τη μέση, τη γύρισε απότομα προς τα πίσω.
"Κοίταξε τον εαυτό σου μέσα από τα δικά σου μάτια και πες μου τι βλέπεις..." της είπε μα εκείνη μόλις ένωσε το αληθινό της βλέμμα με εκείνο από το είδωλο της βουρκωσε . Ήταν τόσα πολλά... Η πίεση από τη μητέρα της , η πίεση από το Πίτερ, το πτυχίο που έπρεπε να πάρει με άριστα, ο εαυτός της που χανόταν σταδιακά από την ξεθωριασμένη της ζωή, ο ερωτισμός που δεν έβρισκε στο σύντροφό της , οι εικόνες που της είχε δημιουργήσει για μια τέλεια ζωή με παιδιά σπίτι και κήπο... Ήταν πολλά...
Ο Κίαν άνοιξε τα πελώρια χέρια του, τα πέρασε γύρω της και της χαμογέλασε από πίσω.
"Βλέπεις ότι βλέπω κι εγώ; Η εθελοτυφλείς ακομα;" ρώτησε κι εκείνη φούντωσε. Γύρισε απότομα και τον έσπρωξε
"Δεν έχεις δικαίωμα να κρίνεις τη ζωή μου ! Ούτε εσυ ούτε κανένας! Ειμαι ευτυχισμένη! Ποιος διάολος σου έδωσε την εντύπωση πως έχω θέματα;" είπε αμυνομενη "Και ποιος νομίζεις ότι είσαι; κανένας φιλόσοφος; Ένα ρεμάλι είσαι που ζει με τα λεφτά των γονιών του και έτσι θα παραμείνεις! Ένας αναγωγος ! Ένα κακομαθημενο παιδαρελι που δεν ξέρει τι του γίνεται! Ένας βλακας!" Η προσβολες της, κατέληξαν πάνω στα άγρια σαγόνια του που έσφιξαν μονομιάς.
"Κλείσε το ρημάδι σου!" ζήτησε έξαλλος
"Πονάει και η δική σου αλήθεια ετσι;" είπε και το αυτόματο φως από το ασανσέρ έσβησε ξαφνικά τυλίγοντας το μικρό χώρο στο σκοτάδι....
Σας φιλώ...
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top