Διώξε το σκοτάδι

Δέκα χρόνια πριν...

Ψυχιατρικό ίδρυμα Ραϊλς,
δωμάτιο '0'

Σκοτάδι. Δεν εβλεπε τίποτα τριγύρω του παρά μόνο ένα έρεβος να τον τυλίγει, να ακονίζει τα μυτερά του δόντια και να παίρνει θέση μπρος στα μάτια του, για να φάει την ίδια του τη σάρκα. Μια σάρκα γεμάτη μελανιές και γδαρσίματα που του χάρισαν όλοι εκείνοι οι "ευαίσθητοι" φρουροί του Ιδρύματος. Τι κι αν ήταν μόλις δεκαπέντε... Πλήρωσαν αδρά για να μπει στη μεγαλύτερη ψυχιατρική ιδιωτική κλινική ολόκληρης της χώρας. Ήταν η τρίτη φορά.

Πόδια με ματωμένους αστραγάλους από τα σφιχτά σχοινιά. Χέρια με πρησμενους καρπούς από το τράβηγμα. Μάτια ορθάνοιχτα, με ένα κόκκινο γύρω από το καφέ της ίριδας που δεν φαινόταν στο σκοτάδι και μια νεανική ψυχή κατεστραμμένη.

Έσφιξε τα δόντια δυνατά και προσπαθώντας να δαγκώσει ακόμα μια φορά το σχοινί των χεριών,το δέρμα έσκασε στις ήδη υπάρχουσες πληγές και πνίγηκε στο πύον. Στο αίμα... Στη σωματική μόλυνση που είχε τη δυνατότητα να μολύνει μέχρι και τον εσωτερικό του κόσμο.

Στις ιδιωτικές αυτές κλινικές, έβλεπες κάθε λογής παιδί. Καθε λογής άνθρωπο να χάνει την αξία της λέξης και να μεταμορφώνεται σε κάποιο άβουλο ζώο, χωρίς δυνατότητα ομιλίας, που το χτυπούσαν ανελέητα. "Είναι για το καλό σου..." ετσι έμαθαν να λένε για να κρύβουν τα άρρωστα, κτηνώδη ένστικτα που έβγαζαν από τις σάπιες τους ψυχές. Μια λεπτή ξύλινη βέργα, ένα γκλομπ, σχοινιά, χειροπέδες ακόμα και τα ίδια τους τα χέρια χρησίμευαν άψογα σαν φονικά εργαλεία.

"ΒΓΑΛΤΕ ΜΕ ΈΞΩ!" τσιριξε μα όπως ήταν φυσικό, δεν τον άκουσε κανένας. Βρισκόταν στο κελί με τον αριθμό "0". Ένα κελί στα έγκατα του κτηρίου που λειτουργούσε σαν απομόνωση για όλα εκείνα τα παιδιά που η ανυπακοή τους ξεπερνούσε κάθε όριο και κανόνα που επέβαλλαν. Ελάχιστα παιδιά βγήκαν ζωντανά από εκεί μέσα ενώ τα υπόλοιπα δηλωθηκαν σαν μια απλή, άτυχη αυτοκτονία. Ποιος να πει λεξη; Ψυχιατρική κλινική. Ο όρος από μόνος δικαιολογούσε τους υπαλλήλους και καταδίκαζε τις ανθρώπινες ψυχές που κατέληγαν σε αυτό.

Η πικρή γεύση από το πυωδη υγρό έφτασε πάλι στα χείλη του. Βρισκόταν στη πέμπτη προσπάθεια να απελευθερωθεί από τα δεσμά του. Άντεχε πολλά...Είχε βρεθεί δεκάδες φορές σε εκείνο το δωμάτιο και επιβίωσε. Η σημερινή όμως μέρα ήταν διαφορετική. Δεν πείραξε κανένα. Δεν μίλησε σε κανένα. Δεν κοίταξε κανένα... Το μόνο που έκανε, ήταν να ακολουθεί μια πεταλούδα που πέρασε μπροστά από τα μάτια του όταν τους έβγαλαν στο εξωτερικό προαύλιο... Δεν είχε ξαναδεί στη ζωή του τέτοια πεταλούδα. Τα φτερά της ήταν τεράστια, πολύχρωμα, βασιλικά και αντάξια θαυμασμού. Φτάνοντας στο τελείωμα από τα μεγάλα συρματοπλέγματα, εκείνη πέρασε απο την άλλη πλευρά και έμεινε να τη κοιταζει λυπημένος.

"Κοίτα ένα βλαμμένο! Κάνει σαν να μην εχει ξαναδεί πεταλούδα!" Είχε πει ένας από τους εξωτερικούς φύλακες.

"Πιαστην ρε!"αναφώνησε ο διπλανός του και το παιδάκι πάτησε τις φωνές.

"ΜΗ ΔΕΝ ΚΆΝΕΙ!!!" ήταν όμως αργά... τον πλησίασαν, γέλασαν μέσα στα μούτρα του και πέταξαν τη πεταλούδα με μανία στο χώμα από την εσωτερική μεριά.

"Παρτην ρε μαλακισμενο, βαλσαμωσε την αν και στην κατάσταση της θα βρεθείς κι εσύ σύντομα!" Εκείνος έσκυψε, τη πήρε στη χούφτα του και δάκρυσε. Τα πανέμορφα φτερά της είχαν αποκτήσει ένα χρώμα περίεργο... έμοιαζε με γκρι . Το ένα ήταν σχεδόν τσακισμένο ενώ το άλλο κουνιόταν νευρικά σα να πάλευε να ζήσει.

"Μπασταρδοι !" ξεφωνησε ο μικρός αδιαφορώντας για τις συνέπειες και κλείνοντας την προσεκτικά στις χούφτες του,έτρεξε και μπήκε στο "κελί" του. Την ακούμπησε στο στρώμα κι εκείνη πεταρισε . Χτυπιοταν πάνω στη βρώμικη κουβέρτα σαν να άφηνε την τελευταία της πνοή. Δεν ήταν κακο παιδί, ίσα ισα λάτρευε τα ζώα. Άπλωσε το δαχτυλάκι του για να τη γυρίσει σε ορθια θέση έτσι ώστε τα φτερά της να μην ακουμπούν πουθενά.

"Δεν πειράζει που έγιναν γκρι ... Ένα χρώμα είναι μόνο. Δεν εξαρτάσαι από το χρωμα. Ακόμα μπορείς να πετάξεις.." της είπε ξέροντας πως μιλάει απλά σε ένα έντομο. Ένα αιφνίδιο χτύπημα στη πόρτα το τρόμαξε. Το αγόρι σηκώθηκε και μόλις εκείνη άνοιξε είδε τους φρουρούς.

"Νομίζω πως έχεις μέρες να τις φας τι λες;" δίχως κάτι παραπάνω το άρπαξαν. Εκείνο έπιασε την άκρη του κρεβατιού και ούρλιαξε.

"Ρε μαλάκα , αυτό κουβάλησε τη πεταλούδα εδώ!"

"ΌΧΙ!!! ΜΗ!!!" Φωναξε και λίγο πριν τη πιάσει ο φρουρός, εκείνη άνοιξε τα μεγάλα της ,γκρι πλέον, φτερά και πέταξε προς το παράθυρο. Βγήκε έξω από το κάγκελο κι εκείνο έμεινε να τη κοιταζει ευτυχισμένα... Δεν τον ένοιαζε που θα φάει ξύλο, είχε συνηθίσει...

"Γκρι ... Κάτω από τα πολυχρωμα φτερά μιας πεταλούδας υπάρχει το γκρι ... Και μπορεί ακόμα και πετάει..." ψέλλισε ώσπου έφαγε το πρώτο χαστούκι. Ο φρουρός το άρπαξε από το πόδι και σέρνοντας το σαν σακί καταμεσής του διαδρόμου, το οδήγησε στο κελί με τον αριθμό "0"

*****

Μια αίσθηση επικίνδυνης ζεστασιάς αιφνιδίασε το κορμί της και κατάλαβε πως ο Κίαν προχώρησε πιο κοντά της. Η Ελίζα άπλωσε προς τα μπροστά τα χέρια της για να τον αποφύγει, μα το μόνο που κατάφερε ήταν να αγγίξει το γυμνό του στήθος.

"Η ατέλεια στο τέλειο κόσμο μας, κάνει τη διαφορά Ελίζα..." τη προσφωνησε με ολόκληρο το όνομα της. Η ανάσα του προσγειώθηκε στο πρόσωπο της και εκείνη τράβηξε τα χέρια προς τα πίσω για να μην τον αγγίζει. " Δεν το βλέπεις;" ρώτησε μα εκείνη τρόμαξε από τη θερμότητα που έφτασε μπρος τα χείλη της. Ήταν τόσο κοντά μα και τόσο μακριά ταυτόχρονα. Ξαφνικά το φως επανήλθε.Η Ελίζα κοίταξε μέσα στα μεγάλα καστανά του μάτια φοβισμένη. Ο Κίαν όχι απλά ήταν κοντά της μα τα χείλη τους χωρίζονταν από μια λεπτή διάφανη γραμμή. Οι πορτες κροταλισαν κι εκείνος ακούγοντας τον ήχο που έβγαλαν έκανε ένα βήμα μακριά της.

"Κίαν τι διάολο συμβαίνει;" ακούστηκε εκνευρισμένη η Λάουρα.

"Τίποτα που να σε απασχολεί. Τράβα μέσα!" είπε σοβαρός κι εκείνη έγινε καπνός. Κοίταξε το στήθος της Ελίζας που ανεβοκατεβαινε σαν τρελό και βγήκε και ο ίδιος. "Αύριο την ίδια ώρα. Θα είμαι μόνος αυτή τη φορά και μην αργήσεις" της γύρισε τη πλάτη χωρίς ίχνος ντροπής που βρέθηκε τοσο κοντά της λίγα δευτερόλεπτα πριν και έφυγε..

Η Ελίζα πάτησε γρήγορα το κουμπί για το ισόγειο αγκαλιάζοντας τη τσάντα της.

Δεν μπορούσε να καταλάβει με κανένα τρόπο τη συμπεριφορά του Κίαν. Αυτά τα μάτια του όμως, άρχισαν να της ξυπνούν μια οικειότητα που δεν ήθελε να εξοικειωθεί παράλληλα.

"Δεν υπάρχει περίπτωση να ξαναβρεθώ μόνη μαζί του!" μουρμούρισε μπαίνοντας στο αμάξι...

Σας φιλώ...

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top