Βλέπω μέσα από τα μάτια σου

"Έξω χιονίζει σήμερα μα εγώ αισθάνομαι πως είναι καλοκαίρι. Και πως να μη το κάνω άλλωστε όταν το δέρμα μου καίει ολόκληρο από τις σφαλιάρες; Πήραν τη κουβέρτα μου αλλά φρόντισαν έτσι ώστε να μη κρυώνω. Δε πειράζει όμως, άξιζε. Δε μπορούσα να αφήσω το Ζάντερ χωρίς φαγητό. Σήμερα δε του έδωσαν τα χάπια για να σπάσουν πλάκα. Πόσο άρρωστα είναι τα μυαλά τους για να βλέπουν ένα πλάσμα να ταλαιπωρείται  έχοντας σπασμούς... Είναι δύσκολο να βρίσκομαι εδώ, μα μέσα στο χάος  αυτής της μικρής κλειστής κοινωνίας, αρχίζω να πιστεύω πως η τρέλα αυτών των ανθρώπων, ξεπερνάει κατά πολύ τη λογική όλων εκείνων που κατοικούν έξω από αυτά τα κάγκελα, αντιστρέφοντας τους ρόλους..."

"Οι ρωγμές στα σανίδια κάτω από το κρεβάτι έχουν γεμίσει. Δε ξέρω τι κωλοχαπα προσπαθούν να μου δώσουν τόσο καιρό μα πρέπει να βρω καινούριο μέρος να τα πετώ. Τις ελάχιστες φορές που μου τα έδωσαν με το ζόρι , είχα εμετούς και ζαλάδες. Σήμερα όλα πήγαν στράφι. Προσπάθησα τόσο να μάθω στην Ανναμπελα να περπατά χωρίς τις πατερίτσες μα δεν τα καταφέραμε. Είναι από τις λίγες που είναι σαν εμένα. Την έκλεισαν εδώ γιατί ήταν ατίθαση...Χοντρή...Άσχημη για το περίγυρο. Έχει λίγες εβδομάδες που της τσάκισαν το πόδι. Δικαιολογία; Καμία...Ήταν απλά παχουλό παιδί. Πλέον έχω κι εγώ σπασμένο πόδι μα ποιος θα το καταλάβει; Έχω τρεις μήνες ακόμα εδώ και κάνεις έρχεται να με δει. Ούτε καν η ίδια μου η μάνα...Το αυτί έγινε καλά, τα μαλλιά φύτρωσαν και όταν βγω θα βάλω ένα σκουλαρίκι. Έτσι για να θυμάμαι..."

"Προτελευταία μου μέρα εδώ μέσα...Αποφάσισαν να μου κάνουν ένα δώρο...Δεν ξέρω αν αντέχω να το γράψω αυτό. Θέλω να ουρλιάξω. Ποιος Θεός επιτρέπει σε αυτούς τους ανθρώπους να παίρνουν τη φύση στα χέρια; Λυπάμαι μα δε μπορώ να συνεχίσω... Πονάει πολύ. Τελικά αυτοί οι καριοληδες είχαν δίκιο. Μόνο αυτο το δώρο θα με τσακιζε και δεν ήταν τίποτα άλλο από την "αυτοκτονία" της Ανναμπελας..."

"Κανένας δεν ήρθε. Κανένας δε με περίμενε...Κανείς. Όλοι λείπουν και εγώ κάθομαι μονάχος μου στο δωμάτιο. Αισθάνομαι το σπίτι παγωμένο . Αφιλόξενο. Δεν περίμενα να με υποδεχτούν με ενθουσιασμό  μα τουλάχιστον ήλπιζα να μου πετάξουν λίγα ψίχουλα αγάπης... Στα μάτια τους μάλλον, θα ειμαι πάντοτε ένας ψυχακιας δολοφόνος..."

"Έχω καιρό να σε ανοίξω παλιοφιλε! Σήμερα ο Πίτερ μου είπε για πρώτη φορά πως ήθελε να βγούμε έξω σαν αδέρφια. Ένιωσα χαρούμενος....Μέχρι που ήρθαν οι φίλοι του. Με χλεύαζαν για τους βαθμούς μου . Είχαν το θράσος να αναφερθούν στο Ρόμπερτ. Είπαν πολλά. Μα εκείνος αντί να με υπερασπιστεί, κατέβασε το κεφάλι ντροπιασμένος. Μου έδωσε ένα δολάριο και με έδιωξε για να έρθω σπίτι μόνος..."

"Τους φώναξα γαμωτο !!! Ένα γαμημένο γκράφιτι ήταν! Τίποτα παραπάνω! Έπρεπε να αμυνθω όταν με χτύπησε ο μπάτσος μα βγήκα φταίχτης. Ψυχική διαταραχή δήλωσε ο παπαρας με εκρήξεις θυμού και ξεσπάσματα. Το γεγονός πως ένας μπάτσος που πρέπει να προσέχει τους πολίτες μου όρμησε με το γκλομπ επειδή έβαζα ένα τοίχο, το βρήκαν πιο λογικό από τη μπουνιά που του έδωσα μετέπειτα... Βρίσκομαι κλεισμένος στο δωμάτιό περιμένοντας την ετυμηγορία των δικαστών μου"

"Έκλαιγε τόσο δυνατά που ήθελα να της δώσω ένα δυνατό χαστούκι. Είναι μάνα μου όμως... Πώς κλαις υπογράφοντας για να μπει ο γιος σου πάλι στο ίδρυμα; Αλλά βέβαια...Μάλλον έπαψα να είμαι παιδί της. Πρώτη μας μερα λοιπόν! Είδα καινούριους φρουρούς μα κι έναν παλιό που δε λέει να ψοφήσει. Βέβαια....ΣΚΑΤΑ! ΕΡΧΟΝΤΑΙ!!"

"Μετά βίας βλέπω για να γράψω σήμερα... Μου έριξαν χλωρίνη στο δεξί μάτι με σπρέι που έφτιαξαν και παραλίγο να τυφλωθω. Πάλι καλά με είδε μια καινούρια νοσοκόμα... Ξέρω πως θα το πληρώσω αυτό. Χθες άκουσα το παιδί στο διπλανό κελί να ουρλιάζει. Ούτε θέλω να ξέρω τι συνέβη εκεί μέσα..."

"Σήμερα έφαγα το ξύλο της ζωής μου μα το απόλαυσα. Ωωω ναι! Τους γαμησα τους πουστηδες! Άξιζε κάθε κλωτσιά και μπουνιά! Κάθε φορά που μπαίνω μέσα στις αρχές με χτυπάνε παντού. Ξέρουν πως δε θα έρθει κάνεις να με δει . Οι φάτσες τους όμως όταν έσωσα το Τζόναθαν ήταν αξίας ανεκτίμητης. Νόμιζαν πως αν αντί για τα φάρμακα, του έδιναν ένα ξυράφι όπως συνηθίζουν θα πέθαινε σαν τους άλλους... Πώς τους φάνηκε που ο Τζέιμς το βρήκε μέσα στο καφέ του; Πόνεσε άραγε η γλώσσα; Αν κρίνω από το αίμα που έτρεχε μάλλον θα πόνεσε και μάλιστα πολύ!"

"Την έπνιξαν!!! Για μια γαμημένη μπάλα. Που σκατα είσαι; Ναι Εσύ! Ο Θεός που υποτίθεται ότι τα βλέπει όλα. Μάθε λοιπόν πως έπαψα να πιστεύω σε σένα... Την έβγαλαν με ανοιχτά μάτια. Πρησμένο μωβ λαιμό...ατύχημα είπαν στη λίμνη. Μπράβο σου! Πήρες αλλη μια αθώα ψυχή και αφήνεις πίσω σου τις σάπιες...Λυπάμαι για λογαριασμό σου μα σου υπόσχομαι κάποια μέρα να  στείλω κι εγώ μερικές. Σε σένα όχι, μα σίγουρα στο διάολο..."

"Πονάω. Ντρέπομαι που το παραδέχομαι μα πονάω. Τα πόδια μου είναι μουδιασμένα και τα χέρια τα κουνάω με το ζόρι για να γράψω. Δε με χτύπησαν...Μου έδωσαν όμως χάπια. Τα έβαλαν στο φαγητό και για πρώτη φορά δεν το κατάλαβα. Ξέρω πως με αποδυναμωσαν γιατί θα γίνει κάτι και δε θέλουν να επέμβω. Μόνο τότε με ναρκωνουν βαριά γιατί ξέρουν πως θα βρω τρόπο να τους σταματήσω. Όποιος κι αν είναι...Σε σένα που απαρνήθηκα εν γνώση μου, σου ζητάω στο όνομα εκείνων που πιστεύουν, να τους προστατεύσεις απόψε..."

"Θεώρησαν αστείο να πετάξουν πανω στο κρεβάτι όλα αυτά τα αθώα πλασματάκια...Τι τους έκαναν; μερικά ακόμα παλεύουν να ζήσουν. Έχουν σπρέι στα φτερά και αφήνουν τη τελευταία τους πνοή πάνω στο στρώμα. Αυτό ήταν το τίμημα που πληρώνω για εκείνη τη πεταλούδα; Όχι. Ξέρω πως θα έρθουν απόψε. Δεν ξέρω τι ετοιμάζουν μα δεν έχω χρόνο. Πόσο σκληρός να γίνω πια; Έρχονται στιγμές που δεν αντέχω. Αναζητώ της μάνας μου την αγκαλιά για να χωθώ μα δεν την έχω. Τι ζήτησα; Λίγη αγάπη ζήτησα...κι αυτή μου τη στερησανε"

"Ρόμπερτ;....Μια μέρα, θα τους βάλω φωτιά και θα τους κάψω. Έπειτα θα έρθω να σε βρω αδερφάκι μου. Με κάψανε σήμερα στα μπούτια για να μη φαίνεται.Δεν αντέχω να πω λέξη. Εύχομαι να πεθάνω  γιατί αν ζήσω, θα τους Γαμησω !!!"

Η Ελίζα διάβαζε ακατάπαυστα κλαίγοντας ώσπου έφτασε σε μερικές σελίδες που ανθρώπινος νους δεν άντεχε να επεξεργαστεί αυτά που έγραφαν. Πειράματα στα παιδιά... Μερικά δεν επέστρεφαν ενώ όσα το έκαναν ήταν φυτά. Η καρδιά της έπαψε να χτυπά όταν διάβασε πως το τελευταίο πρωινό σε εκείνο το καταραμένο ίδρυμα, οι φρουροί ξεπέρασαν τα όρια. Ο Κίαν είχε ακούσει ουρλιαχτά. Τα αναγνώρισε αμέσως αφού ανήκαν σε μια νοσοκόμα. Ήταν η ίδια που του γλίτωσε το μάτι. Τα παιδιά ήταν στο προαύλιο και εκείνος προσπαθώντας να ακολουθήσει το θόρυβο, τους είδε να τη χτυπάνε προσπαθώντας να τη βιάσουν. Θα αιτιολογουσαν το θάνατο της σαν επίθεση κάποιου τρελού. Ήταν 2 στο σύνολο και οι πιο επικίνδυνοι των φρουρών. Χωρίς δεύτερη σκέψη, όρμησε κατά πάνω τους. Έφαγε και έδωσε αρκετές μα ήταν δύο. Η κοπέλα ήταν ημιλιποθυμη και δεν τα κατάφερε....Το ίδιο κι όλας βράδυ, εκείνος μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο του Ιδρύματος με βαριές κακώσεις στο σώμα ενώ εκείνη άφησε τη τελευταία της πνοή το απόγευμα. Δεν κατηγόρησαν όμως το Κίαν. Αν το έκαναν θα έφευγε για τις φυλακές ενηλίκων πλέον-αφού είχε κλείσει τα 18 και θα έχαναν τις ευκαιρίες να τον βασανίζουν.

Η αφήγηση του σταματούσε στη καταγεγραμμένη του οργή όταν τον έσπασαν στο ξύλο μετέπειτα.  Ενημερώθηκαν οι γονείς πως μαλωσε με έναν άλλο ασθενή και ήταν στα επείγοντα μα ο Κίαν ήταν σκληρό καρύδι... Έγραφε και σταμάτησε στο σημείο που έλεγε πως θα το σκάσει.  Στην επόμενη σελίδα υπήρχε μόνο ένα παλιό απόκομμα εφημερίδας που έλεγε πως το ίδιο ξημέρωμα ολόκληρο το ίδρυμα τυλίχθηκε στις φλόγες ξεκινώντας από τη πτέρυγα των φρουρών. Τα παιδιά διασώθηκαν όλα...

Οι σελίδες που ακολούθησαν ήταν λευκές ενω σε μερικές από αυτές υπήρχαν βούλες μελανιού απο στυλό, σημάδι πως πάσχιζε να γράψει μα δεν τα κατάφερνε. Αρχισε να τις ξεφυλλίζει ώσπου ξαφνικά της κόπηκε το αίμα...

"Ελίζα Ρομπινσον...Έτσι μου τη σύστησε...."

Σας φιλώ...Στο επόμενο θα δούμε το δεύτερο μέρος του ημερολογίου.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top