Ασπασία

"Καλά, έχεις δίκιο." Της απάντησα. και μαζέψαμε τα πράγματα μας και βγήκαμε έξω, αλλά όταν φτάσαμε στο προαύλιο είδα κάτι που με έκανε να χάσω τη γη κάτω από τα πόδια μου.

Την Ασπασία μαζί με τον Τόμας, και εκεί που πήγα να επέμβω τους είδα να φιλιούνται. Θόλωσα, ένιωθα την οργή να ξεχειλίζει ανεξέλεκτη από μέσα μου. Ο Τόμας γύρισε και με κοιτάξει με ένα σατανικό χαμόγελο κι εγώ θύμωσα ακόμα πιο πολύ γιατί ήξερα ότι δεν αγαπούσε την αδερφή μου, απλά την χρησιμοποιούσε.

Ξαφνικά ο καιρός άλλαξε. Η θερμοκρασία έπεσε απότομα και μαύρα πυκνά σύννεφα έκαναν την εμφάνισή τους ενώ παράλληλα έπεφταν κεραυνοί με έντονη θύελλα.

Κάποια στιγμή δεν ένιωθα να πατάω στο πάτωμα και όταν κοίταξα κάτω είδα ότι τα πόδια μου δεν πάταγαν όντως στο πάτωμα και όσο πήγαινε απομακρυνόμουν όλο και πιο πολύ μέχρι που σταμάτησα σε ένα αρκετά ψηλό σημείο όπου άμα έπεφτα δεν θα ζούσα σίγουρα. Εκεί που ήμουν με έβλεπαν όλοι αλλά δεν με ένοιαζε και πολύ ήμουν υπερβολικά πολύ θυμωμένη εκείνη την στιγμή. Πρέπει να είχαν αλλάξει τα μάτια μου γιατί έβλεπα πολύ καλύτερα από πριν, πλέον έβλεπα τα πάντα και ένιωθα τα χέρια μου να καίνε, ενώ τα περιέλουζε μία πολύ φωτεινή λάμψη. Τη στιγμή που ήμουν έτοιμη να επιτεθώ, η Ασπασία γύρισε και με κοίταξε. Αλλά αυτή δεν ήταν η Ασπασία, ήταν μια άλλη κοπέλα από μικρότερη τάξη που έμοιαζε με την Ασπασία.

Το χαρακτηριστικά του προσώπου μου όπου ήταν σκληρά μαλάκωσαν και άρχισα να ντρέπομαι για αυτή μου την αντίδραση. Ποτέ δεν ήμουν οξύθυμο άτομο, δεν ξέρω τι με έπιασε και αντέδρασα έτσι. Όταν χαλάρωσα άρχισα να πέφτω χωρίς να μπορώ να κάνω κάτι οπότε έκλεισα τα μάτια μου περιμένοντας να χτυπήσω στο πάτωμα, αλλά αυτό δεν έγινε ποτέ.

Όταν άνοιξα τα μάτια μου είδα ότι είχα τυλίξει τα χέρια μου στο λαιμό κάποιου όπου με κράταγε σε στυλ νύφης. Όταν σήκωσα το κεφάλι μου είδα ότι με κράταγε ο Τόμας. Κλειδώσαμε για λίγο τις ματιές μας, εκείνη τη στιγμή είχαμε και οι δύο ανάμεικτα συναισθήματα, ήταν μακρυά μου οπότε για να φτάσει σε εμένα θα χρησιμοποίησε την ταχύτητά του βρυκόλακα. Μετά από λίγο πήρε το βλέμμα του από τα μάτια μου και κοίταξε γύρω μας, το ίδιο έκανα κι εγώ. Όσα παιδιά βρισκόντουσαν στο προαύλιο είχαν κάνει έναν κύκλο γύρω μας και ερχόντουσαν όλο και πιο κοντά μας, λέγοντας διάφορα μεταξύ τους. Εκείνη την στιγμή γύρισε ο Τόμας να με κοιτάξει.

"Πρέπει να φύγουμε από εδώ τώρα." Μου είπε τονίζοντας την σοβαρότητα της κατάστασης ενώ εγώ κούνησα καταφατικά το κεφάλι μου και κοίταξα τριγύρω για τυχόν πέρασμα αλλά δεν υπήρχε καμία έξοδος.

"Δεν υπάρχει καμία έξοδος!" Του ειπα

"Τότε κρατήσου." Μου απάντησε και κατέβασε το κεφάλι του για μερικά δευτερόλεπτα ενώ όταν το σήκωσε άνοιξε απότομα τα μάτια του όπου ήταν πολύ περίεργα, γιατί το μαύρο μέσα στα μάτια του είχε σχηματίσει δύο κατάμαυρες γραμμές, ενώ παράλληλα δύο μαύρα πελώρια, μα πανέμορφα φτερά έκαναν την εμφάνισή τους.

Λύγισε ελαφρά τα γόνατά του και με μία μικρή ώθηση βρεθήκαμε να πετάμε πάνω από το σχολείο, προς κάτι λόφους και παρόλο που εξακολουθούσε να με κρατάει σφιχτά στα χέρια του εγώ είχα τυλίξει τα χέρια μου στο λαιμό του και τον κράταγα σφιχτά γιατί φοβόμουν ότι θα πέσω. Μόνο όταν φτάσαμε σε έναν πανύψηλο λόφο και πάτησαν σταθερά τα πόδια του στο έδαφος τον άφησα.

"Μπορείς να κατέβεις τώρα." Μου είπε.

"Μπορώ;"

"Ναι άμα με αφήσεις μπορείς." Είπε με λίγη ειρωνεία να στάζει στα χείλια του αυτή τη φορά αλλά και με θυμό. Καλά τί τον έπιασε τώρα; Κατέβηκα από τα χέρια του και κάθησε στην άκρη του λόφου κοιτάζοντας την πόλη. Ήταν πανέμορφα εδώ πάνω αλλά μετά από λίγο άρχισα να σκέφτομαι τι είχε γίνει στο σχολείο.

Όλα έγιναν τόσο γρήγορα και μιας και δεν πρόλαβα να ταραχτώ πριν ταράχτηκα τώρα. Έβαλα τα χέρια μου στο πρόσωπό μου και άρχισα να κλαίω ενώ σκεφτόμουνα που δεν έλεγχα τα νεύρα μου και αποκάλυψα σε όλο το σχολείο τις δυνάμεις μου. Βασικά όχι μόνο τις δικές μου αλλά και του Τόμας όπου ξέρω ότι θα έχει τσαντιστεί μαζί μου αλλά δεν με νοιάζει να σας πω την αλήθεια. Μετά το ότι παραλίγο να πεθάνω από την μεγάλη πτώση και το τρομαγμένο βλέμμα όλων τον συμμαθητών μου όταν αποκάλυψα το τι ήμουν. Με κοίταζαν λες και ήμουν ένα τέρας.

Άκουσα κάποιον να κάθεται δίπλα μου και να μου χαϊδεύει παρηγοριτικά την πλάτη. Χωρίς να το σκεφτώ ακούμπησα το κεφάλι μου στον ώμο του ενώ είχα βγάλει τα χέρια μου από το πρόσωπό μου και είχα σταματήσει να κλαίω. Καθήσαμε αρκετές ώρες εκεί χωρίς να λέμε τίποτα. Δεν χρειαζόταν κιόλας, έτσι κι αλλιώς η θέα ήταν εκθαμβωτική και μίλαγε από μόνη της.

Μετά από αρκετή ώρα άρχισε να βραδιάζει και να πέφτει η θερμοκρασία. Εγώ πάγωσα και άρχισα να τρέμω, αλλά ένιωσα κάτι ζεστό και απαλό να με αγκαλιάζει ενώ όλα μου φαίνονταν πιο ζεστά. Όταν γύρισα να δω τι είναι είδα ότι ο Τόμας είχε τυλίξει το φτερό του γύρω μου για να με ζεστάνει και τα είχε καταφέρει. Όταν θέλει είναι πολύ γλυκός πάντως.

"Νυχτώνει. Είσαι κουρασμένη και πρέπει να σε πάω σπίτι σου." Μου είπε με ένα γλυκό βλέμμα.

"Εντάξει" ήταν το μόνο που του απάντησα.

Σηκωθήκαμε και με πήρε ξανά αγκαλιά όπως πριν, ενώ τώρα ήμουν πιο χαλαρή και δεν είχα γαντζωθεί πάνω του. Κάποια στιγμή σταμάτησε.

"Κοίτα." Μου έκανε νόημα με το κεφάλι του να κοιτάξω μπροστά.

Κοίταξα και δεν πίστευα στα μάτια μου, μου έδειχνε την δύση του ηλίου. Πρώτη φορά είδα την δύση του ηλίου από ψηλά.

"Γι' αυτό περίμενα τόσες ώρες. Σκέφτηκα ότι θα σου άρεσε αφού πέρασες μια δύσκολη μέρα." Είπε με ένα κενό βλέμμα.

"Είναι πανέμορφο. Σε ευχαριστώ." Του είπα χωρίς να ξεκολλήσω το βλέμμα μου από την μαγευτική θέα.

"Πρέπει να φύγουμε όμως τώρα."

"Εντάξει" του απάντησα και άρχισε να πετάει προς την πόλη.

Ένιωθα τόσο ασφαλής στα χέρια του που δεν ήθελα να με αφήσει ποτέ. Μα τί λέω; Είχε προσπαθήσει να με σκοτώσει! Μα έκανε τόσο πολλά για εμένα σήμερα. Με αυτές τις σκέψεις με πήρε ένας γλυκός ύπνος στην αγκαλιά του.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top