Άτιτλο κεφάλαιο 8

   Η Ανδρόκλεια συνόδευε την Ελένη στο ιατρείο του φημισμένου και αξιέπαινου γιατρού γνωστού της οικογένειας της από χρόνια. Ο γιατρός έκανε τη καθιερωμένη εξέταση στην Ελένη και εκείνη καθισμένη μόνιμα, πότε σε μία καρέκλα πότε σε άλλη περίμενε με αγωνία τις απαντήσεις και τα ευρήματα του.

« Δεσποινίς Ελένη, τελείωσε η εξέταση και σήμερα. Παρατήρησα και διέκρινα μια βελτίωση στη διάρκεια της ανάγνωσης σας.» Η κοπέλα χαροποιήθηκε και του έδειξε το χαμόγελο ευγνωμοσύνης της.

« Όμως αυτό δεν είναι αρκετό από μόνο του μεγάλο σημάδι βελτίωσης. Πιο αποτελεσματικό θα είναι το χειρουργείο που αναμένεται να ετοιμάσουμε, εντός των τεσσάρων μηνών αφού εξοπλίσουμε ένα καινούριο δωμάτιο στο ιατρείο μας. Οι έμπειροι γιατροί του κέντρου μας χάρη  στις γνώσεις και τις μεθόδους πραγματοποίησης του μπορούν να εγγυηθούν την ασφάλεια και ελπίζουμε ενδεχόμενη επιτυχία για εσάς. » η συνέχεια του λόγου του προσγείωσε ανώμαλα και στην κάθοδο της θλίψης το κορίτσι.

« Πότε προγραμματίζεται η θεραπεία; Δεν μπορεί να γίνει πιο νωρίς, να το επισπεύσετε λίγο;» ενδιαφέρθηκε να μάθει η Ελένη.

« Δεν μπορώ να επισπεύσω τη διαδικασία, θα μπορούσα μόνο αν είχα παραπάνω ειδικευμένους γιατρούς στην ομάδα του ιατρείου μου. Για αυτό είναι σημαντική η συνεργασία με την καινούρια ομάδα συνεργατών για τον καλύτερο τρόπο διεξαγωγής της επέμβασης. Αυτοί πρόκειται να ξεκινήσουν δουλειά σε ένα μήνα. Προς το παρόν συνεχίζουμε τη θεραπεία με τους φακούς επαφής και τις σταγόνες. Θα τις βάζετε δύο φορές τη βδομάδα πρωί βράδυ, όπως κάνατε μέχρι τώρα.» της θύμισε τις οδηγίες.

« Κατάλαβα, ευχαριστώ πολύ γιατρέ.»

« Να πάτε στο καλό δεσποινίς μου.» σηκώθηκε να τη χαιρετήσει ευγενικά.

« Τι έγινε; Τι σου είπε σε αυτή την εξέταση ο γιατρός;» πήγε κοντά της η Ανδρόκλεια.

« Τίποτα καινούριο, συνεχίζω με τις γνωστές μεθόδους και θα ξαναπεράσω για προγραμματισμένη εξέταση σε ένα μήνα πάλι. Θα γίνει χειρουργείο αλλά θα ετοιμαστεί σε τέσσερις μήνες. » αποκρίθηκε λυπητερά η Ελένη.

« Έλα μη στεναχωριέσαι καρδιά μου. Αφού θα γίνει τουλάχιστον εδώ έστω και καθυστερημένα να ευχαριστείς ότι θα πραγματοποιηθεί και ότι δεν χρειάζεται να μετακινηθούμε στο εξωτερικό » της έπιασε τον ώμο με διάθεση συμπαράστασης η αδελφή της.

« Ανδρόκλεια, δεν είναι μόνο αυτό. Ναι χαίρομαι από τη μία απλά ήθελα μετά από τη σημερινή συνάντηση με τον γιατρό να έφερνα καλά νέα στους γονείς μας. Τώρα που θα γυρίσουμε σπίτι θα τους πω πάλι τα ίδια » χαμήλωσε το βλέμμα της απαρηγόρητη.

     

         [...]

Το τελευταίο καιρό  τίποτα δεν πήγαινε καλά στη ζωή της Ισμήνης, για την ακρίβεια όλα πήγαιναν στραβά. Ο Ηρακλής είχε πάψει να αποζητά τον έρωτα της και προτιμούσε να την αγνοεί παρά να την νοιάζεται. Η ίδια όσο αναλογιζόταν τη κοινή πορεία τους τον τελευταίο χρόνο, λυπόταν και γινόταν έξω φρενών.  Μια φορά ο νέος καθόταν στο τραπέζι της κουζίνας άνετος και αραγμένος ανέμελα και εκείνη του μιλούσε από την πολυθρόνα λίγο πιο πέρα. « Να κανονίσουμε αύριο να πάμε για πικ νικ στην εξοχή; Πάρνηθα ή όπου αλλού εκτός Αθηνών θες εσύ  του πρότεινε αναμένοντας μια θετική απάντηση.

« Αύριο αγάπη, θα μείνω στην εταιρεία μέχρι τις πέντε, θέλουν να μας κρατήσουν παραπάνω για κάποια σημαντικά εργασιακά ζητήματα. Μετά θα βρεθούμε με τους φίλους μου και κάποια γνωστά τους κορίτσια στη παραλία.»

« Γιατί πάλι κανόνισες τα ίδια με κάθε βδομάδα; Έλα, έχουμε καιρό να κανονίσουμε για πικ νικ στην εξοχή. » τον ικέτευε η Ισμήνη.

« Θα πάμε άλλη φορά, πως κάνεις έτσι;» αντέδρασε εκείνος αδιάφορα. Η Ισμήνη μόλις ο Ηρακλής έφυγε για την έξοδο του- που ανάθεμα και αν ήξερε η ίδια τον προορισμό του-δεν άντεξε να κρατάει την στεναχώρια της. Δυστυχισμένη κλήθηκε να βρει τι να κάνει για να περάσει ο βαρετός χρόνος της μοναξιάς της, από το απόγευμα μέχρι το βράδυ που θα αποκοιμιόταν πριν γυρίσει ο αγαπητικός της.

Έκανε προσπάθειες να προσαρμοστεί στη ζωή του, να φτάσει τα μέτρα του προκειμένου να ζήσει μαζί του και αυτό ήταν το ευχαριστώ που εισέπραξε; Εγκατέλειψε τον πρώην αρραβωνιαστικό της για χάρη του... προκειμένου να ζήσει μαζί του ελεύθερη τον έρωτα τους. Δίχως φραγμούς και εμπόδια, διότι ο Στυλιανός αποτελούσε κακά τα ψέματα μεγάλο εμπόδιο. Ένα χρόνο μετά όμως κανένα από τα όνειρα του έρωτα της δεν εξελισσόταν όπως άρχισε...

Ο Ηρακλής ξεπέρασε κάθε όριο όταν άρχιζε να φλερτάρει την ερωμένη του μπροστά της μερικές φορές με θράσος χωρίς να νοιάζεται που την πίκραινε.

 Αυτό το απόγευμα η Ισμήνη δεν τα κατάφερε άλλο, καθώς βασανιζόταν. Μάζεψε λίγα από τα συνολικά υπάρχοντα που διέθετε γιατί ένιωθε πως δεν μπορούσε να μένει λεπτό στο σπίτι και έφυγε. Για να μην προλάβει να γυρίσει ο Ηρακλής στο σπίτι νωρίτερα από εκείνη και να της ζητήσει εξηγήσεις.

  Η κοπέλα έφερνε στο νου της τις στιγμές της με τον Ηρακλή. Μπορεί να τον αγαπούσε και να μην τον ξεχνούσε ποτέ, όμως την διαπέρασε κοφτερά σαν μαχαίρι με αυτά που έκανε. Της τηλεφώνησε, την ώρα που εκείνη βρισκόταν στο ταξί που τη μετέφερε στο πατρικό της για να ζητήσει το λόγο της απουσίας της. Η Ισμήνη του εξήγησε κοφτά ότι δεν θα τον ξαναέβλεπε διότι δεν το επιθυμούσε και την απογοήτευσε με τη συμπεριφορά του. Ο νεαρός δέχτηκε την απόφαση της και της ευχήθηκε καλή συνέχεια. Δεν ξαναμίλησαν ποτέ, από εκείνη τη τελευταία τους φορά.

Μόλις μετακόμισε για τα καλά στους γονείς της οι οποίοι την επέπληξαν για τις επιλογές της, θυμήθηκε ότι θα έπρεπε να επισκεφτεί τον Στυλιανό. Οι γονείς της δεν συμφωνούσαν με τη συμπεριφορά και τα καμώματα της, θεωρούσαν πολύ πιο τίμιο παιδί τον Στυλιανό και ότι η κόρη τους κακώς τον παράτησε για έναν παίχτη καρδιάς όπως αποδείχτηκε εν τέλη, μιας και δεν τον ένοιαζαν καθόλου τα αισθήματα της. Αυτή την φορά έδωσε δίκιο στους γονείς της και υποσχέθηκε στον εαυτό της ότι θα πήγαινε να βρει τον πρώην της για να μιλήσουν και να του απολογηθεί.

           

     [...]

   Η Ισμήνη ντυμένη με ένα μπορντό παλτό, μαύρο φόρεμα και μπαλαρίνες με χαμηλό τακούνι πήγε στο σημείο που κανόνισε συνάντηση με τον Στυλιανό, συγκεκριμένα στο άλσος Παγκρατίου. Ο καιρός ήταν μουντός και τα πρώτα φθινοπωρινά φύλλα έκαναν την εμφάνιση τους. Ο Στυλιανός της είχε γυρισμένη τη πλάτη του και εκείνη έγειρε τη δική της στο κορμό ενός δέντρου. Δεν είχε διάθεση και χρόνο να της μιλήσει, ήταν φανερό.

« Λοιπόν γιατί ήθελες να βρεθούμε;» τη ρώτησε στεγνά και ψυχρά.

« Άκου Στυλιανέ. Έκανα λάθος, μεγάλο λάθος. Δεν σε εκτίμησα και δεν σε σεβάστηκα τον καιρό που είμασταν μαζί. Σε θεωρούσα εμπόδιο μάλιστα όταν γνώρισα και ερωτεύτηκα παράφορα τον Ηρακλή. Δεν γύρισα καν πίσω να σε κοιτάξω μια τελευταία φορά, όταν έβγαινα από το σπιτικό μας για να μπω στο αμάξι του καινούριου εραστή μου. Σε πόνεσα κανονικότατα. Όμως εκείνος μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, μου φέρθηκε απαράδεκτα και κατάλαβα πόσο λίγος ήταν μπροστά σε εσένα »

« Και που το κατάλαβες αλλάζει κάτι;»

« Όχι απλώς...ήθελα να σε δω και να σου ζητήσω συγγνώμη. Δεν σου ζητώ να με συγχωρέσεις, απλά τουλάχιστον να ξέρω ότι το σκέφτεσαι σαν ενδεχόμενο. Για να είμαι ήσυχη ».

« Για να είσαι ήσυχη; Ακούς τι λες Ισμήνη; Δεν υπάρχει περίπτωση να σε συγχωρέσω και αν γίνει σημαίνει πως θα είμαι είτε πολύ μεγαλόψυχος είτε αφελής. Τι την θέλεις τη συγχώρεση, νομίζεις ότι θα γυρίσω σε εσένα; Εξάλλου δεν με αγαπάς πραγματικά...ούτε τότε με αγαπούσες. Θες μόνο να είσαι ήσυχη στη συνείδηση σου και να διορθώσεις το λάθος σου. Σε βόλεψε η συγκυρία. Αν δεν σε χώριζε και δεν σε κατέστρεφε ψυχολογικά ο Ηρακλής, θα σκεφτόσουν ποτέ να ζητήσεις συνάντηση με εμένα και την αποδοχή της συγγνώμης σου; Όχι, γραμμένο θα με είχες.»

« Δεν είναι έτσι..» πήγε να του εξηγήσει η Ισμήνη.

« Δεν θέλω να έχω πολλές κουβέντες με ανθρώπους, οι οποίοι όποτε με θυμούνται με βρίσκουν. Και αυτό για να καλύψουν τις τύψεις τους που αμφιβάλλω πόσο αληθείς είναι » της μίλησε απόλυτα και έκανε σαφή τη πρόθεση του να φύγει όσο πιο γρήγορα γινόταν από εκεί για να μην βλέπει το πρόσωπο της.

Μόλις απομακρύνθηκε, η Ισμήνη ένιωθε τα πόδια της να λυγίζουν. Άρχισε να κλαίει έντονα. Προσπάθησε να πείσει τον Στυλιανό για την αληθινή μετάνοια της αλλά δεν τα κατάφερε. Ίσως και καλύτερα όμως, σκέφτηκε μετά αφού είχε ηρεμήσει πρώτα. Ίσως δεν έπρεπε να περιμένει τη συγχώρεση του αλλά τουναντίον να ξαναφτιάξει τη ζωή της από την αρχή, χωρίς λάθη αυτή τη φορά.

 

          [...]

Ένα μήνα μετά, περνούσε την ώρα της σε ένα καφέ-μπαρ όταν έπιασε με την άκρη του ματιού της έναν όμορφο και μυστήριο άντρα. Ήταν ο Χριστόφορος. Κάποια στιγμή, τη πλησίασε και της εξήγησε ποιος είναι και από που ερεύνησε για αυτήν. Η κοπέλα ταράχτηκε αλλά δεν μπορούσε να κάνει τίποτα να ξεφύγει από την κυριαρχία του, διότι εκείνος θα την κρατούσε στο χέρι από εδώ και πέρα. Της ζήτησε να τον βοηθήσει στο σχέδιο απομάκρυνσης του Στυλιανού από τη ζωή του παραλείποντας να της εξακριβώσει γιατί επιθυμούσε τόσο πολύ τη διάλυση του. Δεν της ανέφερε τίποτα για την Ελένη. 

   Ο Στυλιανός συνάντησε τυχαία εκεί που δεν το περίμενε τη Ανδρόκλεια η οποία του αποκάλυψε ότι η Ελένη ήταν  χάλια ψυχολογικά και ότι δεν ήθελε να του συμπεριφερθεί με τον τρόπο που εκείνος κατάλαβε. Δεν υπήρξε αυτός ο σκοπός της στα αλήθεια. Δεν θα το έκανε αν δεν ήταν...το θέμα της όρασης της. Θα τυφλωνόταν ολοκληρωτικά, αν δεν πήγαινε επιτυχημένα η θεραπεία όπου ετοιμαζόταν να υποβληθεί. Ο Στυλιανός έμεινε άλαλος και σοκαρισμένος, όταν έμαθε για όλες αυτές τις λεπτομέρειες.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top