Κεφάλαιο 4: Οι φίλοι δεν σε μαχαιρώνουν πισώπλατα. Μόνο από μπροστά. (μέρος 2)


«Με κοιτάς σαν να 'μαι τρελός», παρατηρεί ο Ζίρο εν τέλει.

Αυτό φαίνεται να τον προβληματίζει. Κάπως. Όχι αρκετά.

«Φαίνεται να είναι η κατάλληλη αντίδραση», συμφωνώ σταυρώνοντας τα χέρια μου στο στήθος με αμυντικό τρόπο.

Πώς αλλιώς να αντιμετωπίσεις κάποιον που σου ζητάει να τον μαχαιρώσεις κατάστηθα;

Η προτροπή του και μόνο ηχεί αδιανόητη...

«Έλα τώρα», με τσιγκλάει. «Είμαστε τόσο κοντά... Μη μου λακίζεις».

«Δ-δεν λακίζω. Σκέφτομαι... Ναι, εντάξει. Η θεωρία διαφέρει από την πράξη. Δεν αρκεί να μελετήσω την ανατομία σου για να βρω τα τρωτά σημεία, πρέπει να τους επιτεθώ κιόλας. Ν' αποφύγω τα κόκαλα, να σκίσω την σάρκα, να ασκήσω δύναμη για να διαπεράσω τους μυς. Είναι περίπλοκο, δύσκολο και πρέπει να το προβάρω, αλλά φοβάμαι να σε χρησιμοποιήσω σαν ανδρείκελο. Δεν είσαι ανδρείκελο, άνθρωπος είσαι!»

Τρωτός, θνητός, μπορώ να σε βλάψω.

Όλα τα πλάσματα του κόσμου τούτου παύουν να υφίστανται μετά από μια μαχαιριά στην καρδιά, γιατί εσύ ν' αποτελείς εξαίρεση;

«Ήμουν». Ο Ζίρο πιάνεται σκόπιμα απ' τις λέξεις. «Ήμουν άνθρωπος. Τώρα είμαι ημί-αθάνατος».

«Λάθος», διαφωνώ καθέτως. Για να υπογραμμίσω, θαρρείς, την άρνηση μου χτυπώ το πόδι μου στο έδαφος με μια κοφτή, υστερική κίνηση. «Είσαι ημί-πεθαμένος και τρέμω στη σκέψη ότι ίσως σε καταστήσω εντελώς πεθαμένο».

Τα μάτια του στριφογυρίζουν ειρωνικά προς τους αιθέρες και υιοθετεί για μια ακόμη φορά την έκφραση που μοιάζει να λέει: Άντε πάλι τα ίδια...

«Το έχουμε θίξει τόσες φορές», καγχάζει. «Το χειρότερο που μπορούσα να πάθω, το έπαθα. Πλέον δεν μπορείς να-»

Δεν τον αφήνω να ολοκληρώσει την πρόταση του. Ξέρω τι θα πει. «Δεν μπορείς να χαλάσεις το χαλασμένο. Έτσι νομίζεις, δεν το ξέρεις όμως... Δεν έχεις ξαναφάει μαχαιριά στην καρδιά για να δεις τις συνέπειες Μ. Θ. Επιπλέον, όση ώρα υπερασπίζεσαι την ακινδυνότητα του εγχειρήματος, ο εγκέφαλός μου ψέλνει τον νόμο του Μέρφυ».

«Ότι μπορεί να πάει στραβά θα πάει στραβά», συμπεραίνει.

«Ακριβώς».

Επιτέλους, σε αυτό το σημείο κάνει μια παύση από αυτή την ηλίθια αντιπαράθεση και μοιάζει να μην αντικρούει, αλλά ν' αναλογίζεται όσα του λέω. Είμαστε και οι δύο ολωσδιόλου ανίκανοι να υπολογίσουμε την έκβαση της μαχαιριάς.

Δυνητικά μπορεί να ολοκληρώσει την εκπαίδευση. Όπως μπορεί εξίσου γρήγορα να καταστρέψει όλα όσα σχεδιάζουμε.

Είναι ένα ρίσκο.

«Ακόμα και εάν πάει κάτι στραβά», αποφαίνεται στο τέλος του απολογισμού του. «Και τι μ' αυτό; Είμαι παγιδευμένος στο ενδιάμεσο των δύο κόσμων εδώ και μήνες... Είμαι εκτός τόπου και χρόνου. Μόνος. Αόρατος. Αποπροσανατολισμένος. Οκ, δεν λέω, στην αρχή είχε την πλάκα του να γίνομαι άυλος και να περνάω μέσα από τοίχους και πατώματα, να λεηλατώ το γραφείο της Κονστάνς και να πετάω πράγματα στην τρελό-Μπένετ, όταν δεν την έβλεπαν οι άλλοι Μετανοημένοι. Η ψυχωτική είχε αρχίσει να πείθεται ότι πίσω από αυτά βρισκόταν ο Θεός που της έστελνε Σημάδια». Ένα πικρό, άκεφο γέλιο του ξεφεύγει, στεγνό και τραχύ σαν ρόγχος. «Αν το σκεφτείς, όμως, είναι θλιβερό», καταλήγει. «Δεν μπορεί όλη μου η ύπαρξη να τελειώνει έτσι. Δεν θα έπρεπε να είμαι εδώ... Για αυτό άλλωστε σε ταλανίζω, θυμάσαι; Για να μ' ελευθερώσεις. Ακόμα και εάν κάτι πάει στραβά... εάν αφανιστώ απόψε θα έχω απλώς εκπληρώσει τον ύστατο σκοπό μου».

«Και θα έχεις στερήσει από τον δικό μου σκοπό την δυνατότητα να εκπληρωθεί», αψιμαχώ. «Δεν έχεις να πας πουθενά. Θα τα σκατώσω χωρίς εσένα».

Ακούγεται εγωιστικό να παρατείνεις την υπαρξιακή αγωνία κάποιου, να αφήνεις την ψυχή του να περιφέρεται άσκοπα, απλά και μόνο για να ακολουθήσεις την δική σου προσωπική ατζέντα.

Υπόσχομαι ότι δεν κάνω κάτι τέτοιο τώρα. Κι ας ισχυρίζομαι ότι αυτό που με ενοχλεί είναι το ενδεχόμενα να μην καταφέρω να αποδεκατίσω τους Αθληταράδες.

Ναι, θέλω να δω την ηγεμονία τους να εκλείπει, θέλω να δώσω στην ασυδοσία ένα οριστικό τέλος. Ωστόσο δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι το τίμημα θα ήταν ν' αποχωριστώ τον Ζίρο.

Δια παντός.

Φυσικά, ο ίδιος είχε αναφέρει ότι κάπως έτσι θα τελείωναν όλα, αλλά τότε, στην αρχή, δεν με απασχολούσαν τόσο οι συνέπειες. Δεν είχα δεθεί μαζί του τότε, δεν μου είχε γίνει απαραίτητος. Τώρα όμως όταν κοιτάζω μέσα μου, όταν αναλογίζομαι όσα έχουμε περάσει κι όσα θα περάσουμε μαζί, συνειδητοποιώ ότι έχω επενδύσει συναισθηματικά επάνω του. Πολύ.

Ο Γκρίφιν με είχε κάνει να πιστέψω ότι δεν θα ήμουν ποτέ ξανά ικανή να εμπιστευτώ κάποιον, αλλά ο Ζίρο κατάφερε να διαλύσει αυτή την αρρωστημένη πεποίθηση.

Κι ας μην το επιδίωξε ποτέ.

Όλα αυτά με κάνουν να καταλάβω ότι τα συναισθήματα μου για τον Βάλχοφ έχουν αλλάξει, έχουν δυναμώσει και έχουν βαθύνει. Έχουν μετατραπεί σε κάτι απρόσμενο.

Δεν θέλω να τον χάσω.

«Δεν θα πάω πουθενά», μου υπόσχεται. «Έχε μου εμπιστοσύνη. Χτύπα. Μη φοβάσαι».

Στις στιγμές που ακολουθούν μένω σιωπηλή, κάνω τον απολογισμό μου κι εξετάζω τις επιλογές μου. Ο Ζίρο έχει δίκιο, δεν υπάρχουν εναλλακτικές.

Πρέπει να το κάνω. Πώς αλλιώς θα μάθω για τι είμαι ικανή;

Έξω ο καιρός έχει χειροτερέψει κι ο άνεμος λυσσομανάει αγριεμένα. Μοιάζει ν' αντικατοπτρίζει εξαιρετικά την διάθεσή μου. Στο ημίφως του δωματίου υψώνω την λεπίδα μου, την ανεμίζω απαλά σαν να κόβω τον αέρα, μετά την αναπαύω μέσα στην παλάμη μου και παρατηρώ την κοφτερή της άκρη που αστράφτει δυσοίωνα. Το μέταλλο είναι σκληρό και ψυχρό, αδιαπέραστο.

Σκέφτομαι ότι δεν αποτελεί το όπλο μου, αλλά την προέκταση του εαυτού μου.

Είμαι εξίσου σκληρή και ψυχρή. Αδιαπέραστη. Θανάσιμη.

Ή τουλάχιστον πρέπει να είμαι.

Για την Αντριάννα, για τον Ζεέρνεμποχ, για τον Κάι, για την Ρόμπιν. Για όλους.

Ατσαλώνομαι.

«Καλά», συρίζω. «Αλλά πρόσεχε καλά, κακομοίρη μου! Εάν δίπλο-πεθάνεις θα σε σκοτώσω!»

Ο Ζίρο πάει να μου υποδείξει το οξύμωρο των λεγομένων μου, αλλά δεν προφταίνει.

Επειδή την επόμενη στιγμή το στιλέτο μου χώνεται στα σωθικά του.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top