6. Η Εμφάνιση του.

Μπήκαμε στην αίθουσα και ο καθηγητής δεν είχε μπει ακόμα μέσα, η Μυρτώ μπήκε από την μέσα μεριά, και εγώ άφησα την τσάντα μου κάτω και έκανα την κίνηση να κάτσω στην θέση μου μα ένιωσα κάποιος να με παρακολουθεί γύρισα το κεφάλι μου διακριτικά για να μην καταλάβει τίποτα η Μυρτώ και είδα εκείνο το παιδί δηλαδή τον Άντριουμ να με κοιτάζει και μόλις κατάλαβε πως τον κοιτάζω με χαμογέλασε αχνά και γυρίσε μετά από την άλλη και εγώ μπροστά.
Όταν γύρισα μπροστά μπήκε και ο καθηγητής μέσα και όλοι έκατσαν στις θέσεις τους για αρχίσει το μάθημα.

{.....}

Τελείωσε και αυτή η ώρα επιτέλους σχεδόν η μέρα πέρασε έτσι χωρίς να το καταλάβω άλλη μία ώρα και θα πάω σπίτι μου.
Ένιωσα μία δόνηση στην τσέπη του παντελονιού μου. Έβγαλα το κινητό από την τσέπη μου και είδα πως είχα μήνυμα από τον αδερφό μου.
Μ: Τι έπαθες?
Π: Συγγνώμη σήμερα θα έρθει να με πάρει ο αδερφός μου σε πηράζει να πας μόνη σου?
Της απολογήθηκα και την ρώτησα αν έχει πρόβλημα να πάει μόνη της.
Μ: Όχι καλέ, δεν έχω κανένα πρόβλημα.
Σ: Αύριο Παρασκευή σωστά?
Α: Ναι, γιατί?
Σ: Θέλετε να βγούμε?
Ρώτησε με ένα pappy face πρόσωπο και αυτό που ήθελε να πετύχει μάλλον το πέτυχε όλοι είπαν ναι.
Σ: Εσύ Πένι τι θα κάνεις?
Π: Δεν ξέρω....
Σ: Έλαααα!!! θα είναι τα παιδιά εκεί αν θες φώναξε και τον αδερφό σου είδες πως κάνουν καλή παρέα και θα είμαστε και εμείς εκεί, έλααααα!!!!
Π: Καλά θα δούμε, μπορεί να έχει και δουλειά.
Μ: Ωραία!!!
Π: Δεν είναι ακόμα σίγουρο, θα σας απαντήσω το πρωί τι θα γίνει.
Α: θα περιμένουμε!!!
Με τόνισε ο Άντον για να μην ξεχάσω.
Μ: Σας πηράζει να φέρω δυο παιδιά?
Ρώτησε μετά από λίγο η Μυρτώ με ένα αχνό
Τ: Ποιούς?
Μ: Κάτι παιδιά που γνώρισα .
Σ: Οκ!
Χτύπησε το κουδούνι για μέσα και μαζευτήκαμε, η Μυρτώ, ο Σιμόν και εγώ πήγαμε στην αίθουσα μας ενό οι υπόλοιποι πήγα στην άλλη αίθουσα επειδή είμαστε σε διαφορετικές.

{....}

Π: Τελειώσαμε!!!
Και τεντώθηκα σαν να μην υπάρχει αύριο.
Σ: Ποιο σιγά έχεις πάρει όλλο τον χόρο.
Γέλασε από αυτό που είπε και οι υπόλοιποι και έπειτα και εγώ.
Μ: Εντάξει φτάνει τώρα.
Π: Ναι, πάμε.
Τ: Ήρθε ο αδερφός σου?
Π: Όχι ακόμα πηγαίνετε αν είναι.
Μ: θα περιμένω εγώ.
Π: Δεν χρειάζεται δεν αργεί ποτέ τώρα θα έρθει.
Κούνισαν καταφατικά τα κεφάλια τους και έφυγαν, έκατσα σε ένα παγκάκι και μετά από ένα λεπτό ήρθε, άνοιξα την πόρτα και μπήκα μέσα και τον έδωσα ένα φιλί στο μάγουλο.
ΑΛ: Άργησα?
Π: Όχι μόλι τώρα βγήκα.
Του είπα χαμογελώντας.
Π: Αύριο το βράδυ έχεις δουλειά ?
ΑΛ: Όχι, γιατί?
Π: Μου είπαν τα παιδιά να βγω και σε έχει προσκαλέσει ο Σιμόν.
ΑΛ: Θα είμαι ο μεγαλύτερος εκεί μέσα.
Π: Θα είναι και τα παιδιά ο Ρον, ο Ματίας και ο Σιμόν .
ΑΛ: Θα δούμε!
Π: Πρέπει να τους το πω το πρωί.
ΑΛ: Καλά θα έρθω!
Π: Τέλεια
Το ξέρω δεν με χαλάει κανένα χατίρι αλλά με λέει και όχι εκεί που πρέπει αυτή που θα τον πάρει θα είναι πολύ τυχερή.
Μετά από λίγο φτάσαμε σπίτι οι γονείς μας ήταν ήδη εκεί και είχαν βάλει τραπέζι να φάμε.
Μ: Ήρθατε?
Π: Όχι αυτό που βλέπεις είναι το φάντασμα μου!
ΜΠ: Πένι!
Με κοίταξε με ένα αυστηρό βλέμμα ''γιατί την πείραξα?''.
Π: Καλά!
Είπα τάχα μου λίγο νευριασμένη και κάπως ''στεναχωρημένη''
Π: Πάω να ετοιμαστώ και έρχομαι να φάμε.
Τους ανακοίνωσα και ανέβηκα πάνω να ετοιμαστώ πήρα από το κρεβάτι μου τα ρούχα που φοράω συνήθος μέσα στο σπίτι, έκλεισα τη πόρτα του δωματίου και κατέβηκα κάτω.
Φάγαμε και εγώ είμαι στο δωμάτιο μου και διαβάζω για το σχολείο.
Π: Άλλη μία μέρα και μετά Σαββατοκύριακο!
Ψιθύρισα και έβγαλα μία ανάσα ανακούφισης, τεντώθηκε όσο μπορούσα για να ξεπιαστώ, λίγο μετά ακούστηκε η πόρτα του δωματίου μου.
Π: Ναι?
Απάντησα για να δω ποιος είναι.
ΑΛ: Άλεξ!
Ακούστηκε η φωνή του αδερφού μου από πίσω.
Π: Έλα!
Του είπα να περάσει μέσα.
ΑΛ: Τελειώσες ?
Π: Εεεεεμ!.....
Κοίταξα στο γραφείο μου να δω μην ξέχασα τίποτα και τον απάντησα κατευθείαν.
Π: Όχι, γιατί?
ΑΛ: Έλεγα να δούμε καμία ταινία αφού είναι και νορίς!
Κοίταξα την ώρα ήταν 18:30μ.μ.
Π: Εντάξει, μπορεί να προλάβουμε να δούμε και δεύτερη ταινία.
Έκατσε στο κρεβάτι μου και εγώ συμάζεψα λίγο το γραφείο μου για να βρω το laptop μέσα στις φωτοτυπίες του σχολείου.
Μόλις τα έβαλα όλλα στην θέση του τα βιβλία για αύριο στην τσάντα μου για να μην τα ψάχνω τελευταία στιγμή και έτρεξα προς το κρεβάτι μου με το laptop μου στα χέρια.
Π: Τι θα βάλουμε?
Ρώτησα και μάλλον ξέρω τι έχει στο μυαλό του.
ΑΛ: Ότι θες εσύ!
Π: Πες ξέρω τι θες.
ΑΛ: Καλά! έλεγα να βάλουμε Faster Fusion, τι λες?
Μου είπα και με ρώτησε στο τέλος τον ξέρω τόσο καλά και αυτός εμένα κάποιες φορές ξέρουμε ακριβός τι θέλει ο ένας στον άλλων, αυτό φταίει μάλλον το ήταν μακριά μας λόγο δουλειάς και νιώθω πως έχασα κάποια χρόνια από μικρή, νιώθω κάποια κενά μέσα μου αλλά προσπαθώ να μην τα δείχνω για να μην στεναχωριέται ο ίδιος, πήγα με το χαμόγελο και έβαλα την ταινία που ήθελε χωρίς να πω τίποτα θα έλεγα πως είμαι και εγώ πολύ φανατική φαν των Faster Fusion.[😅]
Ξάπλωσα και με πήρε αγκαλιά σαν παλιά, σαν μικρά παιδιά που βλέπαμε ταινία και με τρόμαζε και έπειτα για να με ηρεμήσει με έπαιρνε αγκαλιά.
Παλιές καλές εποχές που πέρασαν από την μία στιγμή στην άλλη, που ο χρόνος δεν γυρνάει πίσω.

{.....}

Ξύπνησα το πρωί με το θόρυβο του ξυπνητηριού και το έκλεισα χωρίς δεύτερη σκέψη κατευθύνθηκα προς το μπάνιο για να κάνω την συνηθισμένη ρουτίνα μου, ντύθηκα δεν φόρεσα κάτι το ουαου μία άσπρη φούτερ, το μαύρο κολλητό τζιν με τα δύο σκυσίματα στα γόνατα και τα άσπρα μου παπούτσια Adidas.
Κατέβηκα κάτω έτοιμη για το σχολείο τους είδα μαζεμένους στο τραπέζι να τρώνε.
Π: Καλημέρα!
Του χαιρέτησα και έκατσα και εγώ.
ΑΛ: Εγώ πρέπει να φύγω Πένι, θα περάσω το μεσημέρι να σε πάρω.
Π: Ναι!
Του απάντησα και έφυγε.
Έφαγα πήρα την τσάντα μου βγήκα και εγώ προς τα έξω για να φύγω.
Μ: Καλημέρα!
Π: Καλημέρα!
Συνάντησα την Μυρτώ στο δρόμο και πήγαμε μαζί στο σχολείο.
Μπήκαμε μέσα στο σχολείο και συναντήσαμε τους άλλους στο συνηθισμένο σημίο.
Σ: Λοιπόν θα έρθετε σήμερα?
Π: Καλημέρα! Ναι θα έρθουμε!
Σ: Ωραία.

{.....}

Μόλις τελειώσαμε και βγαίνουμε προς τα έξω γρήγορα μιας και είναι Παρασκευή.
Τ: Τι ώρα θα συναντηθούμε?
Σ: Εεεεμ, Κατά τις 20:00, καλά δεν είναι?
Μ: Ναι.
Τ: Ναι
Συμφώνησαν όλοι.
Π: Εεεεμ, να ρωτήσω κάτι?
Σ-Τ: Ναι!
Π: Σε ποιο μπαρ θα πάμε?
Σ: Μην ανησυχείς θα πάμε στο γνωστό που πηγαίναμε το καλοκαίρι, θυμάσαι που?
Π: Να,εντάξει.
Είδα το αυτοκίνητο του αδερφού μου ακριβώς απ'έξω τους χαιρέτησα και έφυγα.
ΑΛ: Πως τα πήγες?
Π: Μια χαρά εσύ?
ΑΛ: Λίγο κουραστικά αλλά καλά.
Ξεκινήσαμε για το σπίτι. Μετά από λίγο φτάσαμε ανοίξαμε την πόρτα και μπήκαμε μέσα και είδαμε τους γονείς μας στο σαλόνι να βλέπουν τηλεόραση.
ΜΠ: καλός τα παιδιά.
Μ: Να σας βάλω να φάτε?
ΑΛ: Ναι.
Π: Ναι, πεθαίνω της πήνας!
Μας έβαλε στην κουζίνα να φάμε μακαρόνια με κύμα.
Π: Αχ!
Αναφώνησα με ένα γλυκό χαμόγελο μόλις ήρθε η μυρωδιά στην μύτη μου και ο Άλεξ γέλασε μάλλον το βρήκε αστείο, εμένα δεν μου άρεσε που γέλασε.
Π: Νομίζω πως είμαι κομπλέ.
ΑΛ: Και εγώ.
Μ: Φάγατε?
Π: Ναι.
Μ:Θα βγείτε σήμερα?
ΑΛ: Ναι, μαζί με την παρέα της Πένις.
ΜΠ: Ωραία!
Μ: Τι ώρα?
Π: Κατά της 20:00μμ.
Μ: Εντάξει.
ΜΠ: Γλυκία μου δεν τα αφήνεις τα παιδιά πολύ ανάκριση τα έκανες και σήμερα.
Μ: Μαα....
ΜΠ: Άστα λίγο.
Μ: καλά.
Π: Εγώ πάω πάνω.
ΑΛ: και εγώ.
Πήγα πάνω να αλλάξω και να ξεκουραστώ πήγα άλλαξα και έπεσα στο κρεβάτι με το κυνιτό, μπήκα να χαζέψω λίγο tik tok να δω και τα παιδιά από την Ελλάδα δηλαδή τους φίλους μου να δω τι κάνουν και αντίκρισα βίντεο με έμας από διάφορες εκδρομές στο σχολείο και από βραδυνές εξόδους που κάναμε και από κάτω έλεγε ( για την φίλη μας ) εννοήτε τους έβαλα like και comment στο βίντεο και άρχισα να βουρκόνω με συγκινήσαν τα άτοιμα [😢].
Με πήρε ο ύπνος και σηκώθηκα λίγο ξεμαλλιασμένη ''γιατί πάντα να κοιμάμαι τόσο αξούμπαλα μπορεί να μου πει κάποιος ?''
Σηκώθηκα και φόρεσα τις χνουδωτές , λαγουδίσιες, ροζ παντόφλες μου.
Την ώρα που πήγαινα προς στο καθρέφτη άκουσα την πόρτα του δωματίου μου να την χτυπάει.
Π: Ναι!
Απάντησα και είδα να μπαίνει μέσα ο αδερφός μου
ΑΛ: Λέω να ετοιμάζεσαι σιγά σίγα!
Π: Οκ, θα πας να κάνεις μπάνιο.
ΑΛ: Ναι, αλλά μετά από εσένα, πήγαινε έχει ζεστό νερό.
Π: Οκ, έχεις φαεί?
ΑΛ: Όχι αλλά κάτι ετοιμάζει κάτω στην κουζίνα.
Έκλεισε την πόρτα και λογικά κατέβηκε κάτω.
Ετοίμασα τα πράγματα και πριν βγώ από το δωμάτιο κοίταξα την ώρα ήταν 18:30μμ και έπειτα μπήκα στο μπάνιο.

{.....}

Βγήκα μετά από αρκετή ώρα έβαλα τις κρέμες μου,φόρεσα τις πιτζάμες μου, τύλιξα τα μαλλία στην πετσέτα και κατέβηκα κάτω για να φάω και η ώρα ήταν 19:15μμ.
Έφαγα γρήγορα και ανέβηκα πάνω να ντυθώ, άνοιξα την ντουλάπα και προσπάθησα να βρώ ένα φόρεμα μέχρι που βρήκα ένα κόκκινο τεραντέ και μία μαύρη λωρίδα στην άκρη του κάτω μέρος του, το άφησα πάνω στο κρεβάτι μαζί με το δερμάτινο το μαύρο και κάτω τις μαύρες γόβες μου στο τέλος βρήκα και το μαύρο μου το τσαντάκι.


Πήγα να βγώ από το δωμάτιο να φωνάξω τον Άλεξ να του πω να αρχίσει να ετοιμάζεται μα με πρόλαβε περνούσε ήδη με την πετσέτα δεμένη στην μέση του.
Π: Άρχισε να ετοιμάζεσαι.
ΑΛ: Μάλλον στον εαυτό σου το λες επειδή πάντα εγώ σε περιμένω.
Έκλεισα την πόρτα και άρχισα να στεγνώνω τα μαλλιά μου και να τα υσιώνω.
Μόλις τελείωσα και από αυτό άρχισα το μακιγιάζ μην νομίζετε πως θα έκανα κάτι το ''ουάου'' έκανα ένα απλό με αιλαινέρ και ένα κόκκινο κραγιόν.
Π: Έτοιμο και αυτό!
Μουρμούρισα με το χαμόγελο στο χίλι και άρχησα να ντύνομαι.
Μόλις ντύθηκα άκουσα την φωνή του αδερφού μου από κάτω να με φωνάζει.
Π: Έλα τι θες?
ΑΛ: Τελειώνεις?
Π: Ναι σε δύο λεπτά.
ΑΛ: Οκ!
Φόρεσα τις γόβες μου έβαλα το δερμάτινο και για μία τελευταία πινελιά άρωμα, πήρα το τσαντάκι μου που είχα μέσα λεφτά,κινητό και κλειδιά.
Π: Είμαι έτοιμη!
Ανακοινώσα σε όσους ήταν εκεί.
ΜΑ: Είσαι πολύ ωραία γλυκιά μου.
Είπε η μαμά και συμφώνησε o μπαμπά μαζί με τον αδερφό μου.
ΑΛ: Πάμε?
Π: Εμ ναι!
ΑΛ: Φεύγουμε!
ΜΑ: Εντάξει να προσέχετε!
Μπήκαμε στο αυτοκίνητο για προς στο κλαμπ που μας περίμεναν τα παιδιά. Mετά από 15 λεπτά περίπου φτάσαμε και τους είδαμε όλους εκεί και η παρέα του Σιμόν και τα παιδιά από το σχολείο.
Π: Γειά σας!
Τους χαιρέτησα και έπειτα ο αδερφός μου την παρέα του Σιμόν.
Π: Παιδιά να σας συστήσω το αδερφό μου Άλεξ.
Τον χαιρέτισαν όλλοι εκτός από τον Jonathan που ήταν ποιο πέρα.
Μ: Τώρα θα σας συστήσω τρία άτομα που γνώρισα της προάλλες από δω ο Otis,ο Santiago και ο Eric.
Χαιρετίστηκε και μπήκαμε μέσα
και έχω να πω πως δεν τους συμπάθησα πολύ η φάτσα τους είναι? δεν ξέρω και μοιάζουν με την ηλικία του αδερφού μου και ποιο μεγάλοι η εμφάνιση τους δεν μου αρέσει και πολύ παρά που είναι στυλ μου. ''Μάλλον ιδέα για μου είναι .'' Πριν μπω μέσα με σταματά ένα χέρι γυρνώ να δω ποιός είναι και παραδόξως είναι η Μυρτώ.
Π: Με τρόμαξες!
Μ: Συγγνώμη.
Π: Τι ήθελες?
Μ: Στην αρχή νόμιζα πως ήταν το αγόρι σου μετά που ήρθατε δίπλα δίπλα είχατε ποιό έντονα χαρακτηριστικά. Ωραίος είναι!
Π: Κάποιος εδώ πέρα θέλει να τον πλησιάσει?
Μ: Εγώ? Όχι πας καλά ο αδερφός της φίλης μου?
Π: Καλά πάμε μέσα!
Την τράβηξα και μπήκαμε μέσα, τους είδαμε στο βάθος και πήγαμε προς το μέρος τους.
ΑΛ: Ήρθατε?
Π: Ναι, Κάτι ήθελε να μου πει η Μυρτώ.
Σ: Να παραγγείλουμε τι λέτε?
ΤΖι: Ναι.
Απάντησε η Τζίνα και συμφωνήσαμε.
Ένιωθα αρκετά άβολα έτσι πως με κοιτούσαν εκείνοι και έτσι τραβήχτηκα προς στον αδερφό μου.
Μετά από λίγο ήρθαν τα ποτά μας εγώ πήρα έναν χυμό ο αδερφός μου σφηνάκι και υπόλοιποι μπίρα.

{.....}

Έχουμε ποιεί τα ποτά μας, κάποιοι χορεύουν, κάποιοι έχουν ψιλό ζαλιστεί μα πάλι καλά καταλαβαίνουν το τι τους γίνετε αλιός δεν θα ήχαμε καλές συνέπειες.
Μετά από λίγο άκουσα την φωνή του αδερφού μου.
ΑΛ: Πένι?
Με ρωτάει και του απαντάω κατευθείαν.
Π: Ναι?
ΑΛ: Έχεις καταλάβει πως σε κοιτάει αυτός ο φίλος της φίλη σου?
Π: Κάτι με δημιουργεί αυτός ο άνθρωπος θέλω να τον πλακώσω.
ΑΛ: Και εγώ.
Π: Θες μήπως να φύγουμε?
ΑΛ: Δεν θέλω να στα χαλάσω.
Π: Τι να με χαλάσεις?
ΑΛ: Την διασκέδαση.
Π: Δεν με τη χαλάς έτσι κι αλλιός δεν με πολύ μου αρέσει.
Μ: Τι λέτε εδώ?
Πετάχτηκε μία Μυρτώ από το πουθενά.
Π: Λέμε να την κάνουμε σιγά σιγά.
Μ: Τι ώρα είναι?
ΑΛ: Εμ 1:15πμ
Μ: Οκ πάμε.
Π: Βγήτε έξω να πάω λίγο τουαλέτα.
ΑΛ: Οκ.
Μ: Περίμενε δύο λεπτά.
Π: Τι είναι?
Μ: Δεν κατάλαβες ακόμα?
Π: Τι να καταλάβω?
Μ: Ρε χαζή κοίτα λίγο στα δεξιά σου και διακριτικά όμως.
Κοίταξα όσο ποιο διακριτικά μπορούσα και μαντέψαι ποιον είδα?
Π: Ο Άντριουμ!?
Μ: Ναι! και μην φωνάζεις τόσες ώρες σε κοιτούσε επίμονα.
Π: Σοβαρά?
Μ: Ναι.
Π: Καλά τώρα μπορώ να πάω τουαλέτα ?
Μ: Καλά πήγαινε!
Έτρεξα γρήγορα προς τις γυναικείες τουαλέτες και μόλις πήγα να βγω έπεσα πάνω σε κάποιον και γρήγορα του είπα συγγνώμη.
Π: Συγγνώμη.
- Δεν χρειάζεσαι να ζητάς συγγνώμη.
Μόλις άκουσα αυτή τη φωνή γούρλοσα τα μάτια μου.
Π: Eric?
Ε: Ολόκληρος και στην διάθεση σου!
Μου είπε με ένα πονηρό βλέμμα και ένα χαμόγελο.
''Οχ αμάν τι θέλει αυτό εδώ?'' ''και γιατί γελάει έτσι'' ''Οχ Θεέ μου''
Με πλησίαζε και πήγαινα προς τα πίσω μέχρι που βρήκα εμπόδια τον τοίχο.
Π: Τι θες?
Τον ρώτησα επιθετικά για να προστατεύσω τον εαυτό μου.
Ε: Εεεεε! ποιο ήρεμα μικρή!
Π: Ποιος είσαι εσύ για να μου πεις τι να κάνω?
Και του κατέβασα το χέρι που ήταν στο ύψος του κεφαλιού μου και τον έσπρωξα ελαφρώς προς τα πίσω.
Ε: Τι έκανες? Τώρα θα δεις τι θα σε κάνω εγώ.
Άρχισε να με φιλάει άγρια στο λαιμό μου σχεδόν σαν να με δαγκώνει, προσπαθούσα να το σπρώξω μα μάταια προσπαθούσα να ξεφύγω.
Πήγε να με φιλήσει και στα χίλια μα κάτι τον σταματήσε.
Ανοίγω τα μάτια για να δω και είδα τον Άντριουμ, ναι τον Άντριουμ από το σχολείο τον είχα πιάσει από τον λαιμό και τον είχα τραβήξει μακριά από μένα και τον ειχε κολλήσει στον ποιο πέρα τοίχο.
Εγώ είχα κάτσει κάτω για πρώτη φορά που ένιωθα αδύναμη.
Ένιωσα ένα χέρι στον όμως μου κοίταξα να δω ποιος είναι και ήταν ένας φίλος του Άντριουμ τον είχα δει στην παρέα του.
- Είσα καλά?
Π: Ναι
Ήταν κιάλοι φίλοι του στο μέρος του και προσπαθούσαν να τον κάνουν να αφήσει τον Eric.
Μέτα από λίγο τον άφησε και ακούστηκε ένας ψίθυρος που κανείς δεν κατάλαβε τι είπε και ήρθε σε εμένα και με σήκωσε να σταθώ όρθια και να βγω έξω πριν βγω άκουγα κάτι φωνές έξω από τις τουαλέτες που μάλλον ήταν του Άλεξ και των παιδιών που με έψαχναν. Μαζί τους αντίκρισα τον Oti και τον Santiago.
Μόλις με είδαν να με κρατάνε και να είμαι λίγο εξαντλημένη ήρθαν κατά πάνω μου τρέχοντας.
ΑΛ: Είσαι καλά Πένι?
Π: Ναι εντάξει είμαι που ήρθε ο Άντριουμ και οι φίλοι του.
Σ: Πένι μου τι έπαθες όλλοι όταν άρχισε να περνάει η ώρα και δεν ερχόσουν τρελαθήκαμε και ποιο πολύ ο Άλεξ και η Μυρτώ.
ΑΝ: Μπορώ να μιλήσω?
Τον κοίταξα και είδα να κοιτά τα άλλα δύο αγόρια τον Oti και τον Santiago με σκληρό και μία δόση θυμού.
ΑΛ: Ναι.
ΑΝ: Αυτός εδώ ευθύνεται.
Και έδειξε τον Eric από πίσω του.
ΑΝ: Πήγε να την βιάσει.
ΑΛ: Τι έκανε λέει?
Πήγε να ορμίσει κατά πάνω του και τον κρατούσαν ο Σιμόν με τον Ρον και τον Τέο.
Τ: Ηρέμησε ρε!
ΑΛ: Δεν μπορώ άκουσες τι την έκανε?
Τ: Άκουσα και νομίζω πως αν τον πλακώσει θα βάλουν εσένα φυλακή, ακούς? ή μόνος μου τα λέω?
Π: Άλεξ!
Πεταχτείκα για να τον ηρεμήσω
ΑΛ: Πένι?
Ειλικρινά δεν τον αναγνώριζα σαν να μην ήταν ο αδερφός μου είχε αλλάξει πάρα πολύ.
Π: Άλεξ είμαι καλά τώρα με βλέπεις, δεν έπαθα τίποτα βλέπεις?
ΑΛ: Πένι αν δεν ήταν αυτός δεν ξέρω και εγώ τι θα σε έκανε!
Π: Ει, θα τον πάμε στο τμήμα.
Σ: Τώρα όμως!
Τ: Να τον πάμε?
ΑΛ: Ναι
ΑΝ: Εμείς πρέπει να φύγουμε τώρα.
ΑΛ: Σε ευχαριστώ πάρα πολύ!
Τον ευχαρίστησε με μεγάλη ευγνωμοσύνη
ΑΝ: Δεν κάνει τίποτα αν χρειαστείτε μάρτυρα εγώ θα το κάνω πάρε και τον αριθμό μου για να επικοινωνήσουμε.
ΑΛ: Ευχαριστώ και πάλι.
Έδωσε τον αριθμό του στον αδερφό μου και έφυγαν.
Μετά από λίγα χορηστίκαμε για να μπορέσουμε να τον πάμε στο τμήμα είχαμε τρία αυτοκίνητα το δικό μας, του Σιμόν και του τέο στο δικό μας μπήκαν ο Άλεξ οδηγός, ο Άντον, ο Σιμόν και ο Eric, στο αυτοκίνητο του Τέο είμασταν εγώ η Μυρτώ, o Τέο να είναι ο οδηγός, η Τζίνα και η Άννα και στο αυτοκίνητο του Σιμόν ο jonathan πάλι καλά που τον έπεισε δεν θέλαμε να αφήσουμε τα κορίτσια με την παρέα του Eric οπότε ο Jonathan, ο Μάρκος, η Τζούντη, ο Otis και ο Santiago.
Μετά από λίγη ώρα φτάσαμε στο αστυνομικό τμήμα και τον κάναμε καταγγελία και από εβδομάδα θα μας πάρουν τηλέφωνο για να μας πούν να πάμε με τον μάρτυρα και στην συγκεκριμένη περίπτωση τον Άντριουμ. Μέχρη τότε θα τον κρατήσουν μέσα τον Eric.

{.....}

Έχουμε γυρίσει σπίτι και είμαστε στο αυτοκίνητο και δεν μιλάμε μεχρη που είπα να σπάσω την σιωπή που επικρατούσε.
Π: Άλεξ?
ΑΛ: Έχεις κάτι?
Με ρώτησε τρομαγμένος.
Π: Όχι απλά να το πούμε στην μαμά και στον μπαμπά?
ΑΛ: Λέω ναι.
Π: Εγώ όχι ακόμα τουλάχιστον μέχρι να μας πάρουν τηλέφωνο από τμήμα.
ΑΛ: Είσαι σίγουρη ?
Π: Ναι.
Πάρκαρε το αυτοκίνητο και μπήκαμε στο σπίτι. Τα φώτα ήταν κλειστά που πάει να πει πως έπεσαν για ύπνο πάλι καλά δεν ήθελα να μιλήσω σε κανένα εκτός από τον Άλεξ.
Πλήθικα, ντύθηκα και πήγα στο δωμάτιο του για να δω πως είναι.
Χτύπησα την πόρτα και με απάντησε γρήγορα και πέρασα μέσα. Τον είδα να κάθετε στο κρεβάτι με τα χέρια στο πρόσωπο του, έκατσα δίπλα του και τον χάιδεψε στο κεφάλι του.
Π: Άλεξ? Είσαι καλά?
ΑΛ: Όχι δεν είμαι καλά, νιώθω πως δεν μπόρεσα να σε προστατέψω, μπορούσε να σε είχε κάνει περισσότερα!
Π: Σσσσ! Άλεξ ηρέμησε!
Τον έβαλα μέσα στην αγκαλιά μου και έτσι μας πήρε ο ύπνος.

Γεια σας παιδιά να ένα ακόμα ενδιαφέρων κεφάλαιο θα έλεγα.
•Σας άρεσε?
Επιτέλους εμφανίστηκε στην κατάλληλη στιγμή ο Άντριουμ♥️ και την έσωσε.

•Τι λέτε να γίνει από δω και πέρα?

•Θα ξανά βρεθούνε?

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top