10.ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΌ ΚΑΙ Η ΑΛΉΘΕΙΑ ΠΊΣΩ ΑΠΌ ΑΥΤΌ

Είμαστε σε ένα μαγικό τόπο που βλέπει όλλο το Λονδίνο από ψηλά είναι πολύ ωραία μα ανησυχώ πολύ για τους γωνείς μου. Που να είναι?
ΑΝ: Πένι τι έχεις?
Π: Τίποτα, απλά σκέφτομαι τους γονείς μου.
ΑΝ: Θα τους βρουν και θα βοηθήσουμε και εμείς, εντάξει? Θέλω να είσαι δυνατή.
Π: Εντάξει.
Άρχισε να με πλησιάζει προς το μέρος μου με αργά βήματα και ξαφνικά γύρισε πίσω που ήταν τα δέντρα.
Π: Τι έγινε?
ΑΝ: Κάτσε πίσω μου μην κουνηθείς.
Π: Γιατί τι έγηνε?
- Δεν το ξέρει ακόμα?
Εμφανίστηκαν δύο κόκκινα μέσα από το πυκνό μαύρο σκοτάδι που επικρατούσε μέσα στα δέντρα και γενικότερα μέσα στην ατμόσφαιρα.
ΑΝ: Αυτό είναι δικό μου θέμα.
Π: Ποιος είναι αυτό?
- Να συστηθώ νεαρή μου Πένι, είμαι ο Dio Vernado και βλέπω πως προσπαθεί να σε προστατέψει ο Άντριουμ Τζείτ.
Π: Πως με ξέρει?
ΑΝ: Πένι αγνόησε τον.
D: Εμένα κανείς δεν με αγνοεί.
Άρχισε με σιγανά βήματα να έρχετε προς το μέρος μας και άρχισα να διακρίνω την μορφή του.
Π: Είσαι......
D: Τι είμαι?
ΑΝ: Κόφτω Dio....
D: Ρώτησα τι είμαι?
Φώναξε τόσο δυνατά με αποτέλεσμα να τρομάξω. Η εμφάνιση του ήταν κομψή το δέρμα του κατά λευκό και τα μάτια του να γιαλίζουν ακόμα με το κόκκινο χρώμα.
Π: Αφού θες να μάθεις είσαι ένας βρυκόλακας και ναι ξέρω αναρωτιέσαι πως τολμάω να υψόνω την φωνή μου, την υψόνω επειδή δεν θα με διατάζει κανείς όσο θα ζω.
Άρχισε να βράζει το αίμα μου και πετάχτηκα μπροστά ενώ φοβόμουν.
D: Και πως το ξέρεις.
Π: Είσαι χλωμός, κόκκινα μάτια και δεν πολύ εμφανίζεσαι στο φως.
D: Πολύ έξυπνη είσαι μικρή, σαν το μέγα πατέρα σου.
Π: Μέγα? Ποιόν?
D: Βλέπω δεν στα έχει πει.
ΑΝ: Dio σταμάτα τώρα!
Με έσπρωξε από πίσω του.
D: Νομίζω πως ήρθε το τέλος σας.
ΑΝ: Δεν το νομίζω!
Όρμηξε και πάλεβαν μέχρι που έβγαλαν και οι δύο ένα θόρυβο μέσα από τα δόντια σαν γρύλισμα, όχι από άνθρωπο, ούτε από ζώων σαν να ήταν από μυστηριώδης πλάσματα.
Συνέχισαν να παλεύουν μέχρι που ο Dio έβγαλε νύχια και γρατζούνισε τον Άντριουμ.
D: Βλέπω πως είσαι ανίκανος να προστατέψεις τον ίδιο σου εαυτό.
ΑΝ: Μην το λες.
Και βγάζει ένα σαν μαχαίρι και το κάρφωσε μέχρι μέσα.

Άρχισα να κλαίω και έπεσα στο πάτομα.
ΑΝ: Πένι? Είσαι καλά!
Ήρθε προς το μέρος μου και έκατσε κάτω, δύπλα μου. Αμέσως τον πήρα αγκαλιά.
Π: Φοβάμαι!
ΑΝ: Μην φοβάσαι εγώ είμαι εδώ.
Ο λυγμός μου στο κλάμα γινόταν ακόμα ποιο πολύς. Τα δάκρυα έπεφταν σαν βροχή πάνω στη μπλούζα του Άντριουμ.
Μου έπεσε μία σταγόνα αίματος στο χέρι μου και πετάχτηκα πίσω και τον έβλεπα μέσα στα μάτια του.
Π: Άντριουμ!
ΑΝ: Τι είναι?
Ρώτησε τρομαγμένος.
Π: Το χέρι σου είναι πληγωμένο!
ΑΝ: Μην ανησυχείς δεν είναι τίποτα.
Π: Μα είναι βαθιά η πληγή.
ΑΝ: Έλα τώρα δεν είναι τίποτα.
Π: Θέλω να στο φροντίσω!
ΑΝ: Καλά!
Π: Που είναι το βαλιτσάκι πρώτον βοηθειών?
ΑΝ: Στα πίσω καθήσματα.
Πήγα τρέχοντας να το πάρω και γίρισα πίσω με ένα κόκκινο βαλιτσάκι.
Π: Το έφερα!
ΑΝ: Δεν χρειάζετε....
Π: Σσσσσ!
Άρχισα να καθαρίζω την πληγή για να μην μολυνθεί και μετά άρχισα να το τυλίγω με γάζα. Όταν το τύλιγα υπήρχε μία σιωπή μέσα στη νύχτα που μας τύλιγε με τα μαύρα της πέπλα.
Ακούμπησε το χέρι του στο δικό μου και το κατέβασε.
ΑΝ: Δεν χρειάζετε.
Π: Μα.......
ΑΝ: Σσσσσσ!

( μουσική rewrite the stars)

(Νομίζω πως αυτό το τραγούδι ταιριάζει σε αυτή την σκηνή 💕💕)

Ήρθε ποιο κοντά και έφερε το κεφάλι του με το δικό μου ποιο κοντά, τα χίλια μας ήταν τόσο κοντά σε απόσταση πνοής και ξαφνικά ένιωσα τα κρύα του χίλι του πάνω στο δικά μου. Ένιωσα την καρδιά μου να φτερουγίζει και το στομάχι μου να δένεται κόμπος. Ένιωσα να ζω το αύριο και τα χέρια του ήταν τυλιγμένα γύρο μου. Ένιωθα παρά πάνω ασφάλεια.
Μετά από λίγο έσπασε το φιλί και ένιωσα άβολα.
Π: Άντρ......
ΑΝ: Σσσσ! πρέπει να πω κάποια πράγματα που έχει σχέση με εσένα, που πρέπει να γνωρίζεις.
Π: Αυτά που έλεγε ο Dio?
ΑΝ: Ναι.
Π: Δεν θέλω να μου πεις ψέματα.
ΑΝ: Θα σε πω όλοι την αλήθεια στο υπόσχομαι.
Λοιπών ο Dio είναι Βρυκόλακας και μαζί με αυτόν είμαι και εγώ...
Π: Τι?
ΑΝ: Πένι αυτός είμαι ένας βρυκόλακας.
Π: Μα πως? Εννοώ.....
ΑΝ: Πένι μην με το κάνεις ποιο δύσκολο για εμένα θα σου μιλήσω αργότερα τώρα πρέπει να μάθεις για εσένα.
Π: Εντάξει.
ΑΝ: Τώρα αυτό που είπε για τον πατέρα σου είναι αλήθεια ήταν Μέγας, αυτοί που έχεις γνωρίσει δεν είναι οι αληθινή σου γονείς.
Π: Τι? Όχι αποκλείεται!
ΑΝ: Πένι σε παρακαλώ συγκεντρώσου δεν θα έπαιζα με αυτά τα θέματα σε κανένα.
Τα δάκρυα ήταν το ψέμα που ζούσα αυτά τα χρόνια και ο πόνος στην καρδιά μου.
Π: Δεν μπορώ νιώθω σαν να χάνω τη γη κάτω από τα ποδιά μου.
ΑΝ: Το ξέρω μείνε δυνατή και εμείς θα σε βοηθήσουμε.
Απλά κούνησα το κεφάλι ένιωθα πως θα έρθει κιάλο κύμα πόνου.
ΑΝ: Ο πατέρα σου ήταν ο Βασιλιάς του χωριού των Βρυκολάκων και παντρεύτηκε τη μητέρα σου, την βασίλισσα που ήταν θνητή και εσύ πήρες πολλά χαρακτηριστικά της και χαρίσματα από το πατέρα σου, που δεν έχεις ανακαλύψει ακόμα.
Π: Δεν.... Μπορώ....να το.... πιστέψω.
ΑΝ: Ξέρω πως σου ήρθαν απότομα και δεν είσουν προετοιμασμένοι, προσπάθησα να σου μιλήσω πολλές φόρες αλλά δεν τα κατάφερνα.
Απολογήθηκε τόσο λυπημένος
Π: και εσύ πως τους ήξερες?
ΑΝ: Εγώ μόνο έχω ακούσει και έχω δει για αυτούς οι γονείς μου τους ήξεραν, ήταν φίλοι και οι προστασία τους και τώρα ως από γενιά σε γενιά εγώ θα προστατεύω εσένα.
Π: Και τώρα που είναι?
ΑΝ: Δυστυχώς πέθαναν τότε που γεννήθηκες προσπάθησαν να σε προστατέψουν και το κατάφεραν να σε πάρουν μακριά τους.
Π: Από τι να με σώσουν?
ΑΝ: Θυμάσαι την ιστορία που σας είχα πει?
Π: Ναι.
ΑΝ: Αυτοί οι βρυκόλακες τους σκότωσαν και τώρα που θα ενηλικιωθείς στην ανθρώπινη ζωή θα προσπαθήσουν να σε βρουν και να σε σκοτώσουν λόγου εξουσίας του Βασιλείου.
Π: Και πως με βρήκαν ενώ στο μύθο είπες πως δεν ζω?
ΑΝ: Οι περισσότεροι αυτό ξέρουν, αλλά όταν ξέκηνισαμε να σε ψάχνουμε υποψιάστηκαν πως μπορεί να ψάχνουμε εσένα και αυτό δεν το ήθελαν λόγου εξουσίας σου είπα. Αν βασίλευες εσύ ο λάος θα γυνόταν καλύτερος και οι εχθροί δεν το θέλουν αυτό.
Π: Είναι τόσα πολλά.....
ΑΝ: Δεν χρειάζεται να απολογηθείς.
Π: Είναι αργά και πέρασα τόσα πολλά, μπορούμε να πάμε σπίτι?
ΑΝ: Ναι και αύριο να πάμε να πάρουμε τα πράγματα για το σχολείο και αδερφός σου να πάρει ότι χρειάζεται.
Κούνησα το κεφάλι μου και σηκωθήκαμε πάνω για να μπούμε στο αυτοκίνητο και να πάμε σπίτι.

{........}

Φτάσαμε σπίτι και μπήκαμε μέσα όλοι γύρισαν και μας κοίταξαν και ποιο πολύ το Άντριουμ που τον είχα δέσει με την γάζα. Εκεί ήταν και ο αδερφός μου και μας κοιτούσε με περιέργεια και λίγο φόβο λόγο του χτύπιματος.
Α: Άντριουμ τι έπαθες εκεί?
ΑΝ: Ο Dio εμφανίστηκε.
Ε: Όχι, τώρα πρέπει να έχει μεγαλύτερη προστασία.
Π: Παιδιά τα ξέρω όλα ξέρω ποια είμαι και ποιοι είστε.
ΑΝ: Τις τα είπα όλα.
ΑΛ: Τι έγινε? τι είναι αυτά που λες Πένι?
Π: Άλεξ....εγώ.....δεν είμαι εγώ...όπως και τα παιδιά.
ΑΛ: Τι λες?
Π: Εγώ είμαι υιοθετημένη.
ΑΛ: Τι? μα πως?
Π: Εγώ δεν είμαι άνθρωπος.
ΑΛ: Και τι είσαι ζόμπι?
Π: Σοβαρολογώ, είμαι μισός άνθρωπος, μισός βρυκόλακας.
ΑΛ: Τι λες Πένι?
ΑΝ: Άλεξ σου λέει την αλήθεια και την κυνηγάνε και θα σκοτώσουν όποιον κόντινο άνθρωπο βρύσκετε κοντά της.
ΑΛ: Ποιοί?
ΑΝ: Αυτόν που αναφέραμε ποιον πριν τον Dio αυτός. Η αδερφή σου είναι ο διάδοχος του βασιλείου μας αν την σκοτώσουν όλος ο λαός είναι καταδικασμένος.
ΑΛ: Δεν μπορώ να το πιστέψω! Γαμώτο!
Είπε τρομαγμένος και μπερδεμένος. Πήγα στο μέρος του και τον αγκάλιασα σφιχτά.
Π: Άλεξ, αδερφούλη δεν θα αλλάξει τίποτα είμασταν και θα παραμείνουμε αδέλφια για πάντα.
ΑΛ: Φοβάμαι να μην σε χάσω.
Π: Σου υπόσχομαι δεν θα πάθω τίποτα και σου υπόσχομαι ούτε εσύ δεν θα πάθεις τίποτα.
ΑΝ: Και εμείς θα σας προστατεύσουμε.
Πήγα αγκάλιασα και τον Άντριουμ με μία σφιχτή αγκαλιά.
Π: Σε Ευχαριστώ
Α: Κχμ!
Π: Εμ, ναι!
και σπάσαμε την αγκαλιά και έγινα κόκκινη σαν ντομάτα.
Α: Εσείς τα.....
Και μας ένανε νόημα με τα δάχτυλα πως τα έχουμε.
ΑΝ: Amelia ναι.
Α: Τι ωραία!
Φώναξε τόσο δυνατά που μας πήρε τα αυτιά σχεδόν στην κυριολεξία.
Ε: Μην φωνάζεις μα πήρες τα αυτιά!
Α: Συγγνώμη!
ΑΛ: Δηλαδή τα έχετε?
Π: Ναι.
ΑΛ: Να με την προσέχεις την αδερφή μου σε εμπιστεύομαι.Μην την στεναχωρήσεις πότε στην ζωή σου.
ΑΝ: Μην ανησυχείς ποιο πάνω από την ίδια την ζωή μου θα την έχω.
ΑΛ: Χαίρομαι που θα έχεις κάποιον να σε προστατεύει αδερφούλα μου.
Π: Μην το λες αυτό τόσα χρόνια ποιος με προστάτευε?
ΑΛ: Εγώ?
Π: Τόσα χρόνια εσύ ήσαν ο φύλακας μου.
Και τον αγκάλιασα πόλυ σφιχτά.
ΑΝ: Πένι πρέπει να σε βοηθήσουμε να μάθεις της ικανότητες σου.
Π: Πως?
ΑΝ: Θα δεις αύριο, ξεκουράσου για να έχεις για αύριο ενέργεια.
Π: Εντάξει.
Πήγα και τον πήρα μία αγκαλιά και μετά κατευθύνθηκα προς το δωμάτιο για να ετοιμαστώ για ύπνο.
Οι άλλοι πήγαν σπίτια τους και ο αδερφός μου στο άλλο δωμάτιο.
Προσπάθησα να κοιμηθώ και δεν τα κατάφερα, έκανα σβούρες στο κρεβάτι, το μυαλό μου δεν μπορούσε να ξεφίγει από της αναμνήσεις τις σημερινές, η μέρα ήταν πολύ φορτισμένη, όλα αυτά που έμαθα σήμερα με προκαλούσαν υπερένταση.
Με τα πολλά και με τα λίγα με πήρε λόγου κούρασης αλλιός θα με έβλεπα να είμαι σαν ζόμπι αύριο.










📌Γεια σας παιδιά πιστεύω να είστε όλοι καλά άργησα να ανεβάσω συγγνώμη 😞. Αυτό το κεφάλαιο πρέπει να είναι το αγαπημένο μου από όλα, θα ακολουθήσουν κι άλλα ενδιαφέρουσα.
• Επιτέλους μάθαμε πως ο Άντριουμ είναι ερωτευμένος με την Πένι, θα πρέπει να είναι με αυτό το κορίτσι που είναι ιδιαίτερα ξεχωριστό?
• Τι εκπαίδευση θα γίνει?

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top