μικρού μήκους
Η λευκή μολόχα στόλιζε το μικρό τετράγωνο παράθυρο μπροστά από το μόνο κρεβάτι.
Γεννήθηκε ένα πρωινό του Ιούλη, πριν αρκετά χρόνια.
Ακόμη εκεί, γλυκιά και όμορφη.
Κι όταν αποφασίζω να φύγω, τη βγάζω στο μπαλκόνι μια δυο μέρες.
Αντέχει πολλά, καιρικά φαινόμενα και μη, τον ήλιο του καλοκαιριού, το κρύο του χειμώνα, τα ζουζούνια, εύκολο λουλούδι. Ήρεμο και λευκό.
Δε θα ξεχάσω ποτέ πως γνωριστήκαμε.
Τέσσερις Ιουλίου ήτανε θυμάμαι, περνούσα αμέριμνος απ'το ανθοπωλείο της γειτονιάς και τότε σε είδα.
Το βλέμμα μου κόλλησε πάνω στα όμορφα άνθη σου, διστακτικά μπήκα και αγόρασα το ιδιαίτερο αυτό λουλούδι.
Δε ρώτησα πληροφορίες από τον κύριο Αντρέα, ήθελα να τις μάθω μόνος μου.
Στο σπίτι σκεφτόμουν ποια είναι η καταλληλότερη θέση για το άνθος μου.
Δε μπορούσα να αποφασίσω και έτσι την άφησα στο παράθυρο του δωματίου και από τότε έμεινε εκεί.
Μέχρι σήμερα στόλιζαν τα λευκά της άνθη. Και συνέχισε να μεγαλώνει.
Μου κρατούσε συντροφιά, μεγαλώναμε μαζί και φροντίζαμε ο ένας τη ζωή του άλλου με το δικό μας τρόπο.
Ίσως να με έλεγαν τρελό αν μάθαιναν ότι συζητούσα με ένα λουλούδι, μα αυτό το λουλούδι για μένα ήταν υπέροχο, σα να βρήκα την αγάπη, τη στοργή και όλα αυτά τα ωραία αισθήματα που τα βρίσκεις κάτω από τη ζέστη στέγη του σπιτιού.
Μα όπως κάθε ωραία ιστορία έχει και ένα όχι τόσο καλό τέλος ή τουλάχιστον όχι βολικό για εμάς.
Ένα απόγευμα Γενάρη χάθηκε.
Δε μπορούσα να σε βρω μόνον να σε δω ακίνητο με τα λευκά σου άνθη μαραμένα.
Σου είχα λείψει άραγε;
Ένα απόγευμα Δεκέμβρη έφυγα για μερικές μέρες, σε έβγαλα στο μπαλκόνι να σε δει το φως όπως έκανα πάντοτε.
Επέστρεψα και δε μιλούσες, η εικόνα σου πιο παγωμένη και απ'το λευκό μάρμαρο στον κήπο.
Στεναχωρήθηκα που έσβησες, δεν ήξερα αν είναι το φταίξιμο, δικό μου.
Κάποιος θα πει, σιγά, ένα λουλούδι ήτανε..
Μα για μένα ήσουν το πιο όμορφο, ο παντοτινός μου οδοιπόρος στη ζωή.
Ένα δάκρυ κύλησε στα λευκά σου άνθη μα δε ξύπνησες, ξέρεις έτσι όπως γίνεται στις ταινίες φαντασίας..
Έμεινες ακίνητο, παγερό σε κάθε ήχο που άκουγες.
Είχε σβήσει πλέον η ελπίδα για σένα.
Σα σήμερα ήταν, εγώ ερχόμουν εσύ έφευγες ή καλύτερα.. είχες φύγει ήδη.
Πλέον ήσουν ένα μαραμένο λουλούδι στο μπαλκόνι που ο απαράδεκτος οικοδεσπότης του σπιτιού σε άφησε πίσω του.
Αυτές οι κάμπιες, φρόντισαν να μασουλήσουν όλα τα φύλλα και το λεπτό κορμό σου, ακόμη κι αν δεν υπάρχουν κάμπιες το χειμώνα.
Μα σε ένα κείμενο μεγάλης και λαμπρής φαντασίας, όλα επιτρέπονται.
Αν τα πέταλα σου ήτανε χρυσά;
Λένε πως το χρυσό είναι ο εχθρός της αρρώστιας.
Ίσως τότε αυτές οι κάμπιες να μην έτρωγαν το πράσινο σου.
Μου απλώσανε μαύρο χαλί με σκούρο γκρι, μωβ, μπλε και ματζέντα λεπτομέρειες..
448 λέξεις.
Το ρολόι σήμανε μεσάνυχτα.
00.00
06.01.2019
Ιουστίνος Μπάτσιος
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top