Κεφάλαιο Είκοσι Εννέα - Οικογενειακοί δεσμοί

Ένας συμβολαιογράφος ειχε κληθεί από νωρίς το πρωι στην οικία του Χουαν ο οποίος κρινοντας από την επιδείνωση της υγειας του θέλησε να συμπεριλαβει την Σελινα στην διαθήκη του μα το κυριότερο να την αναγνωρισει ως νόμιμη κορη και κληρονομο του.

Καθισμένος στο γραφειο διαβαζε προσεκτικά τα εγγραφα πριν τα υπογράψει όπως αλλωστε ειχε συνηθίσει από τα νεανικα του χρονια ως ανταγωνιστικος επιχειρηματίας που υπήρξε στα νιάτα του .
« Εχεις κανει καλή δουλεια παλιε μου φιλέ ..η κόρη μου συντομα θα αποκτήσει το επιθετο Ντουάρτε και μετα θάνατον θα λαβει ισο καταμερισμό της περιουσιας δια τρία ..μόνο που εχω έναν ορό .»

« Πείτε μου ώστε να τον προσθέσω αν και νομίζω γνωρίζω προς τα που προσανατολίζεται ..»

« Αυστηρά για να λαβουν οσα τους αναλογούν θα πρεπει να μην επιχειρήσουν να προσβαλουν την διαθήκη μου ειδαλλως δεν θα μοιραστεί καθόλου η περιουσία και θα αποκληρώσω και τους τρείς!»

« Μμ..ομολογώ με αφηνει αφωνο η εξυπνάδα σας τους εχετε στο χερι με αυτή την ρύθμιση !»

« Χα..μα αυτό πασχιζω αγαπητε θέλω η πρωτότοκη να είναι μέλος της οικογενειας ισαξιο με τα αλλα δυο παιδιά μου ..» προτού ολοκληρώσει καλά καλά την πρόταση του μια απροσμενη άφιξη αναστατωσε το μισοσκότεινο γραφείο .

Η Πάμελα εξαγριωμένη εκτινάσοντας την βαλιτσα της στον τοίχο επιτεθηκε στον Χουαν με περίσσιο θρασος « Εχετε τρελαθεί εντελως πατερας και αδερφός επιτελους ; Τι κανεις ετοιμάζεσαι να υπογραψεις την καταδίκη μας ; Από που κι ως που αυτή η μπάσταρδη είναι αίμα μου για να αποκτήσει ίσα δικαιωματα στην κληρονομια ;»

« Βαλε μια τελεια επιτέλους για να ακουσεις ! Αρχικά δεν περιμενα την επιστροφή σου επειτα από δυο ολόκληρα χρονια που εχεις να πατήσεις στην οικια . Άφησες ολομοναχο τον αδερφο σου να σηκώσει το βαρος της αρρώστιας μου κι εισαι απαράδεκτη ! Δεν έχω να λογοδοτίσω σε κανέναν η Σελίνα είναι εξακριβωμένο πως είναι αδερφη σου πολύ πριν γεννηθείς εσυ υπηρχε κι δεν με τρομάζουν τα καπριτσια μιας κακομαθημένης !»

« Χείμαρρος..λυπαμαι πατερα ειλικρινα πετάς την χαϊδεμένη σου για μια τυχάρπαστη ! Δεν με ενδιαφέρει εάν μεγαλωσε χωρις πατρική φιγουρα αδιαφορω ! Είναι μια νόθα και θα βαλω τα δυνατά μου να μην εισέλθει στην οικογενεια μας !» φώναζε σαν υστερικη αδιαφοροντας για τον σοκαρισμένο συμβολαιογραφο που στεκοταν θεατής σε μια αμηχανη συζήτηση .

Κατεβάζοντας βιαια την τελευταια γουλιά από το ουισκι του κοπάνησε με δυναμη το κρυστάλλινο ποτηρι στο γραφειο γνέφοντας με το χερι του πως η συζήτηση ειχε λαβει τελος η τουλάχιστον ετσι ηθελε να πιστεύει καθοτι η κορη του διέθετε ακρως πολεμικες διαθεσεις . « Γυρνά στο δωματιο σου Παμελα δεν βλέπεις πως εχω δουλεια ;»

Το όμορφο προσωπο της μορφασε χαράσσοντας ξεκαθαρα μια ρυτιδα θυμού αναμεσα στα φρυδια της ξανθιάς ψηλης κοπελας με τα εκθαμβωτικά γαλανα ματια και την ελαφρώς γαμψη μυτουλα που κατέληγε στα εξισου λεπτα της χείλη που η ιδια τόνιζε με πειργραμμα χειλιων από μικρή .

Είχε μεγαλωσει μεσα στον πλούτο και ο Χουαν ποτέ δεν της αρνηθηκε κανένα χατίρι ακομη και τα πιο τρελά της σχεδια υλοποιόυσε δεν είχε μπει ποτε του εμπόδιο στην ζωη των παιδιών του γι αυτό τον λόγο απολάμβανε την αδυναμία και των δύο μέχρι σήμερα οπου οι σχέσεις πατέρα κόρης έρχονταν σε ρήξη ίσως και οριστική .

« Άκουσε με μπαμπα υπηρξες λογικός και νοημων ανδρας ποτέ σου δεν επρατες ασυλλόγιστα τι αλλαξε τωρα ; Μου κρατάς κακια επειδη εφυγα να σπουδάσω και στην πορεια ερωτεύτηκα . Μολις μου τηλεφώνησε η Ανχέλικα κι με ενημέρωσε εχασα την γη κατω απ τα ποδιά μου ! Πως μπόρεσες να με προδώσεις τωρα που ετοιμαζω τον γάμο μου ;..» ψέλλισε με παραπονο ριχνοντας κάπως τους τονους διακρινοντας πως δια της βίας δεν ειχε κατορθωσει να κάμψει τις αντιστασεις του .

« Δεν σε προδίδω επιτελους κορη μου ωρίμασε ! Μπορεί να ετοιμαζεσαι να παντρευτείς με καποιον που να σου θυμίσω δεν ανηκει στην πλουτοκρατία μα δεν εχεις αλλάξει τους κακομαθημενους τροπους σου στο ελάχιστο ! Περίμενα όταν σε συναντουσα να είχα εμπρος μου μια κατασταλαγμένη γυναικα όχι ενα κοριτσάκι ..»

« Συνέχισε να με προσβαλεις ταπείνωσε με για να φανεί αθωα στα ματια του υπάλληλου σου αυτή η ..Σελίνα .
Μα ένα να θυμάσαι εκεινη μονάχα τον πλούτο σου επιθυμεί να.βαλει στο χέρι εφόσον μένει σε ένα παράπηγμα πατερά ξυπνα επιτελους ! Σου πούλησε ερωτα στα γεραματα η μανά της κι εσυ το έχαψες εισαι με το ένα πόδι στον ταφο κι σκέφτεσαι πως γοητευεις !»

« Αυτό ήταν αρκετα ξεπερασες τα όρια ! Περνά εξω τωρα προτου σε αποκληρώσω ! Μια ζωή η μονη σου αγωνιά ητανε μην ξεμεινεις από πιστωτικές και χρημα μην βάζεις στην ιδια κατηγορια την αξιοθαύμαστη αδερφη σου .
Πέρασε τα πανδηνα εξαιτιας μου αλλα ήρθε η στιγμη να επανορθώσω θα την φερω να μείνει μαζι μας κι αν δε σ αρέσει μετακομισε !» στρίγκλισε εξαγριωμενος βαφοντας το πρόσωπο του κατακοκκινο η ξιπασμένη συμπεριφορα της δεν μπορούσε να περασει πλεον απαρατήρητη . 

Ζαλισμένος πισωπάτησε κι σωριαστηκε στην δερμάτινη πολυθρονα πισω του την ιδιά στιγμη οπου η Παμελα με μια στριγκλιά εβαλε στην ακρη τους εγωισμούς κι ετρεξε στο πλευρό του εντρομη καθως έδειχνε να δυσκολευεται να αναπνεύσει .

«Ησύχασε μπαμπακα μου δεν ήθελα να σε συγχυσω ..πες μου θέλεις να φωναξω τον Χορχε η να πάμε στο νοσοκομειο ;》

« Όχι..μην..αναστατώνεις ..τον ..Χορχε..» συλλάβισε ασθμαίνοντας.
«Παρακαλω κυριε βοηθήστε με να τον μεταφέρουμε να ξαπλώσει » ικέτευσε για πρώτη φορα τον μεχρι στιγμής αόρατο συμβολαιογράφο που τα είχε πλέον τελείως χαμενα .

« Ελατέ κυριε Χουαν ηρεμηστε .. βαλτέ λιγη δύναμη στα ποδια σας να πάμε μέχρι εδώ απεναντι τον καναπέ ..»

« Εντάξει..σιγα σιγα όμως ..» ψέλλιζε καθως τον ανασηκωναν μονομιάς και με αργες κινήσεις τον απωθεσαν στον καναπέ να ξαπλωσει ενώ η Παμελα έβρεχε το αναψοκοκκινισμενο προσωπο του με δροσερό νερο .

« Νιώθεις καλυτερα τωρα ..;» ψιθύρισε γονατισμενη πλαι του βαστώντας με δυναμη το χερι του .《 Αν δεν με χρειάζεστε κατι άλλο να πηγαίνω ..» ψιθύρισε σιγανά ο νεαρός άνδρας μα η αντίδραση που έλαβε ηταν αστραπιαία καθως με οσες δυνάμεις διέθετε τίναξε το κορμί του γνέφοντας πως επιθυμεί να υπογράψει την συγκεκριμένη στιγμή τα χαρτί.

«Αναγνώριση..» ψελλισε δίνοντας σαφή εντολή γνωρίζοντας ποσο λιγος χρόνος του απέμενε να ζήσει αφόυ η καρδια στο στήθος του αναβοσβηνε σαν λαμπατέρ τουλάχιστον αυτό αισθανόταν .

Ο άνδρας εκτέλεσε αμεσα την επιθυμια του προσφέροντας του τα εγγραφα μαζί με μια χρυσή πένα παρατηρώντας την δυσφορία στο πρόσωπο της Πάμελα
« Πατερά μηπως να το αφήσουμε για άλλη στιγμη ..» πάσχισε ακομη και την δεδομένη στιγμη να εμποδισει την ανεπανόρθωτη ζημια .

« Ξεχνά το ! Η Σελίνα είναι αδερφη σου ..» πρόσθεσε πεισματικα την στιγμη που με τρεμάμενα χερια επισφράγισε την μετέπειτα ζωη της όπως έπρεπε να ειχε πραξει χρόνια πισω απ την μερα που γεννήθηκε.

Επειτα με ένα δάκρυ να σταζει στο μάγουλο του αποκοιμηθηκε ανακουφισμενος .
« Πατερα ξύπνα ..μιλα μου ! Μα τι συμβαίνει πέθανε ;» φωναζε ταρακουνώντας το κορμί του αναζητώντας σφυγμό που ευτυχώς για καλή της τύχη ακόμη εδινε σημεία ζωής .

« Ησύχασε η ψυχή του αυτό συνέβη χρονια τώρα κουβαλούσε αυτό το βάρος ..» σχολιασε φεύγοντας σιωπηρά ο συμβολαιογράφος αφήνοντας την πολεμίστρια μονή να θαυμάζει την νίκη της .

Πισω στο νοσοκομείο η ατμόσφαιρα παρέμενε τεταμένη κυριαρχούσε ο φόβος και η ανασφάλεια στο δωμάτιο της ο Χορχε καταβεβλημένος κούρνιαζε στην πολυθρόνα απέναντι από το κρεββάτι .

Δεν έλειπε στιγμή απ το πλευρό της η Σολέδαδ που παρα τις απορίες παρέμενε σιωπηλή χαζεύοντας το βρέφος που κοιμόταν στην αγκαλιά της δίχως να γνωρίζει αν έπρεπε να χαρεί η να θρηνήσει .

Δεν το άφηνε από τα χερια της λεπτό ακόμη κι όταν κοιμόταν ενώ είχε μολις τσακωθεί με τις νοσοκόμες που ζητούσαν να το επαναφέρουν στην αίθουσα οπου κάλλιστα κάποιος μπορούσε να το απαγάγει όπως έπραξε με την αδερφή του .

Είχε αποκοιμηθεί με το βρέφος ακουμπισμένο στο στήθος της σφικτά μα κινδύνευε να το πνίξει εάν δεν το σήκωνε η Σολέδαδ έμπειρη από μητρότητα .

Σηκώθηκε απ την θέση της αθόρυβα πασχίζοντας να πάρει το μωρό στα χερια της απομακρύνοντας σταδιακά και απαλά τις δυνατές λάβες της .

Μα η προσπάθεια δεν έφερε τα ανάλογα αποτελέσματα αφού τινάχτηκε σαν ελατήριο τρομαγμένη κι έτοιμη να επιτεθεί σε οποίον απειλούσε εκείνη η το μωρό ξεφυσώντας ανακουφισμένη σαν αντίκρυζε το ανήσυχο πρόσωπο της.
« Ουφ μαμά..δεν ξερεις ποσο με φόβισες ! Νόμιζα πως ήρθαν να μου το κλέψουν κι αυτό !»ψιθύρισε χαϊδεύοντας τα μικροσκοπικά δακτυλάκια του συγκινημένη .

« Κορίτσι μου γλυκό δεν γίνεται να δένεσαι με ένα παιδί που δεν ξέρουμε ένα σου ανήκει περίμενε πρώτα να βγούνε πρώτα αποτελέσματα του τεστ και έπειτα ανοίγεις την καρδιά σου σ αυτό το πλάσμα ..» συμβούλευσε πονεμένα εμμένοντας στην αρχική της άποψη παρα τις φιλότιμες προσπάθειες του Χορχε ολόκληρο το απόγευμα να την μεταπείσει .

« Ακόμη με αμφισβητείς έτσι ; Νομίζεις πως τρελάθηκα ενώ έχουμε τόσες αποδείξεις ! Με θλίβεις μαμά για πρώτη φορά σου εξηγώ πως κάποιος βάλει σκοπό της ζωής του να με καταστρέψει μα εσύ επιμένεις εκεί στην άποψη σου ! Μπροστά ήσουν όταν μου πήραν αίμα για το τεστ τι άλλο θες για να πειστείς !»

« Έλα για λίγο στην θέση μου είναι εύκολο να πιστέψεις τέτοια σκευωρία εις βάρος σου ; Προσεύχομαι όλο το βραδύ να είναι τελικά δικο μας το μωράκι ειδάλλως δεν γνωρίζω που θα μας βγάλει κόρη μου ..και φοβάμαι ..»

« Φοβάσαι ..; Εσυ η ατρόμητη που τα έβαλες με το θεριό της αρρώστιας και νικάς ..τρέμεις τωρα μπρος στην πιο δύσκολη στιγμή. Σε παρακαλώ μητέρα είναι γιος μου το νιώθω σου λέω !» το μωρό αναδεύτηκε στην αγκαλιά της γκρινιάζοντας την ιδιά στιγμή που στο άκουσμα του κλάματος κατι στην καρδιά της σκίρτησε.

Παρασυρμένη απ την στιγμή η Σολέδαδ χάιδεψε στοργικά το κεφαλάκι του με τα λιγοστά μαλλιά συγκινημένη φέρνοντας στο νου πόσες φορες είχε ευχηθεί οσο πάλευε στωικά να καταφέρει να ζήσει για να αντικρύσει την κόρη της μάνουλα .

Δεν χωρούσε στο μυαλο της ποια πικρόχολη ψυχή επιθύμουσε να σπείρει τον όλεθρο στην ζωή τους μα αν όντως ίσχυε η θεωρία δεν θα γλίτωνε από τα χερια της κι ας ήταν η τελευταία πράξη της  στη γη .

« Πεινάει μαμά δείξε μου πως να τον θηλάσω ..» ψιθύρισε βιώνοντας ίσως την πιο τρυφερή στιγμή συντροφια με την μητέρα της ενώ στην καρδιά ήδη η υπάρχουσα αγάπη για εκείνη μετατρέπονταν σε απέραντα πέλαγα ευγνωμοσύνης .

Το κινητό του Χορχε κουδόυνιζε επίμονα ξυπνώντας από τον βαθύ ύπνο ενώ παράλληλα παρενοχλούσε και την  τόσο τρυφερή στιγμή την ωρα που αστραπιαία την κάλυπτε με το σεντόνι στο σημείο ώστε να μην έρχονται σε δύσκολη θέση .

Στην οθόνη διέκρινε τον αριθμό του σπιτιού κρίνοντας από την ωρα κατι σοβαρό συνέβαινε αγχωμένος δεν έβγαλε μιλιά αρκέστηκε στο να ακούσει .
« Αδερφέ μου μ ακούς ..; Που βρίσκεσαι χρειάζεται να έρθεις άμεσα εδώ ο πατέρας κατέρρευσε φώναξα αμέσως ένα γιατρό ο οποίος διέγνωσε πως υπέστη ένα ελαφρυ εγκεφαλικό!»

« Τι πράγμα τι λες τώρα Παμελα ! Που τον έχετε τώρα μεταφέρεται στο νοσοκομείο ; Για το θεο μιλά !» στρίγκλισε μεταφέροντας τον πανικό και στο υπόλοιπο δωμάτιο με αποτέλεσμα το μωρό να σκούζει φοβισμενο ενώ η Σολέδαδ είχε μείνει στήλη άλατος .

« Όχι ..δεν χρειάστηκε νοσηλεία  μέχρι στιγμής είναι ο γιατρός κοντά του..θεέ μου εγω φταίω για όλα του επιτέθηκα επειδή αναγνώρισε την Σελινα σαν μέλος της οικογενειας ..ντρέπομαι πολύ..» ψέλλιζε αναμεσά σε λυγμούς αγνοώντας το ευχάριστο νέο μεσά στον χαλασμό .

« Είπες αναγνώρισε ; Μα αυτό είναι υπέροχο ! Ησύχασε γλυκιά μου έρχομαι αμέσως απ εκεί .. βάλτε του άμεσα ορό κι φθάνω !» κλείνοντας το τηλέφωνο είχε πανιάσει απ την αγωνιά έχοντας απέναντι του τις εξίσου ανήσυχες φιγούρες των δυο γυναικών αναμένοντας τα μαντάτα που δεν είχε ιδέα πως να ξεστομίσει .

Σαν πιο ψύχραιμη η Σελίνα ανέλαβε να κατευθύνει την συζήτηση « Κατι άσχημο συμβαίνει έτσι ..; Βγήκαν τα αποτελέσματα του τεστ έτσι ;» τραύλισε φοβισμένη σφίγγοντας ανεπαίσθητα στην αγκαλιά της το βρέφος κτητικά.
« Όχι καμία σχέση ..ο πατέρας ..» ψιθύρισε σβήνοντας η φωνή του προς το τελος της πρότασης .

« Τι συμβαίνει με τον Χουάν ; Πέθανε;»

« Όχι ..όχι Σολέδαδ είναι ζωντανός απλως υπέστη ένα ..ελαφρυ εγκεφαλικό τον έχουν σπίτι είναι η αδερφή μου μαζί του  όμως χρειάζεται να μεταβώ κι εγώ !»

Κάλυψε με τα δυο της χερια το στόμα προτού βγάλει κραυγή όμοια με πληγωμένου  ζώου κοιτάζοντας παράλληλα την Σελινα να έχει μείνει εξίσου άφωνη παρόλα αυτά κατόρθωνε να διατηρεί το νου της σε εγρήγορση .
« Θέλω να έρθω μαζί σου πάρε με σπίτι με το μωρό ..» ικέτευσε θλιμμένη .

« Αγάπη μου γλυκιά δεν μπορώ να σου κάνω το χατίρι είναι θέμα υγείας μείνε εδώ θα προσλάβω φρουρούς να φυλάνε την πόρτα σου όλο το εικοσιτετράωρο μέχρι να βγεις ..»

« Εδώ μεσά διατρέχουμε κίνδυνο σε παρακαλώ θα μου το κλέψουν κι αυτό ..όχι δεν θα το αντέξω !»

« Έχεις δίκιο μα μην ξεχνάς δεν γνωρίζουμε έαν είναι δικο σου ..»

« Ας με βάλουν φυλακή τότε Χορχε αδιαφορώ πάρε μας σπίτι ..» επέμεινε πεισματικά στην απόφαση της ενώ προς έκπληξίν της η Σολέδαδ συμφώνησε  .
« Οσο παράτολμο κι αν είναι προτιμώ να μας φυγαδεύσεις παρα να ζω μες την αβεβαιότητα.. πόσο μάλλον να απειλούν την ζωή του παιδιού μου ανά πασά στιγμή !»

Την θαύμασε για την δύναμη ψυχής και την αγάπη που διοχέτευε την αδερφή του τούτες τις δύσκολες ώρες κατά κάποιο τρόπο η Σολέδαδ ολοένα κέρδιζε έδαφος στην καρδιά του .

Χωρίς βέβαια να ξεχνά την μνήμη της βιολογικής του μητέρας όφειλε να παραδεχτεί πως η σύγκριση μεταξύ των δύο θα έφερνε στην επιφάνεια την παιδική δυσφορία του .

Με την πάροδο των χρόνων φρόντισε να θάψει την πικρία για την αυστηρή παγερή στάση οπου έως το τέλος της ζωής επέμενε να διατηρεί η αριστοκρατικών αρχών μεγαλωμένη πριγκίπισσα που τον έφερε στον κόσμο .

Σαν μικρό παιδί δεν θυμόταν μια αληθινή μητρική αγκαλιά από μεριάς της εκτός τις στημένες θεατρινίστικες για φωτογραφίσεις στον τύπο της εποχής πλάι στην κέρινη φιγούρα του ανέκφραστου σκεπτικού Χουάν .

Διέκρινε πάντοτε μια νότα μελαγχολίας στα σπινθηροβόλα μάτια του ακόμη και στις πιο ευτυχισμένες στιγμές της κοινής ζωής τους .
Στην σκονισμένη παιδική του μνήμη είχε πολλά τέτοια παραδείγματα εντυπωμένα μα ένα που άστραψε ξάφνου στην θύμηση ήταν η γέννηση της Παλόμα .

Βροχερή μερα με καταιγίδες και καταστροφές είχε έρθει στον κοσμο με κίνδυνο η μητέρα να χαθεί είχε γεννηθεί κυριολεκτικά  στον αέρα.

Παρα τις απαγορεύσεις των γιατρών να ταξιδέψει η ζήλεια της ξεπερνούσε την ανθρώπινη λογική κάπως έτσι στο αεροδρόμιο της Ουρουγουάης που ταξίδεψε για επαγγελματικούς λογούς ο Χουάν την κράτησαν στα χερια τους πρώτη φορά.

Στην πρώτη του λοιπόν επαφή με την νεογέννητη μικρότερη κατά εφτά χρονιά αδερφή του θυμόταν την θυμωμένη παγερή έκφραση στα λυκίσσια μάτια της καθώς του την παρέδιδε σαν αντικείμενο αναχωρώντας για το δωμάτιο της .

Απογοητευμένος για πολλοστή φορά στράφηκε στον πατερά του ενώ το βρέφος παραλίγο να του φύγει από τα χερια από την ταραχή μα σαν πιο ψύχραιμος ο Χουάν πλησίασε τον γιο του χαϊδεύοντας τρυφερά τα μαλλιά του λέγοντας.
« Δεν θέλω να σε επηρεάζουν τα καπρίτσια της μητέρας σου είναι κουρασμένη αλλα σου χάρισε ένα τόσο όμορφο δώρο ! Έχεις μια αδερφούλα πλέον κοίταξε ..δεν θα είσαι μονός όπως τόσα αλλα παιδάκια στον κοσμο..» ψιθύρισε με πικρία κοιτώντας αυτόματα μακριά στο άδειο σαλόνι ενώ ένα δάκρυ έσταζε στο μέτωπο του βρέφους .

Έπειτα οι καυγάδες επικοί κάθε μερα και χειρότεροι και πιο βίαιοι  πράγματα να σπανέ ξημερώματα , φωνές , κλάματα θυμόταν να ξυπνάει από τις υστερικές φωνές της εκτοξεύοντας απίστευτες κατηγορίες απέναντι σε έναν απαθή Χουάν που δεν έβλεπε την ωρα να φύγει από το σπίτι .

Έπειτα η ιδιά φράση έπαιζε σαν παλιός δίσκος ακόμη και σήμερα στο μυαλο του
« Να μεγαλώσουν λιγάκι τα παιδιά για χάρη τους σε υπομένω» ποσο πισω ειχε επιστρέψει σε εκείνα τα χρόνια σε έναν γάμο από συμφέρον που κατάφερε να μεταφέρει την δυστυχία σε εκείνους .

« Χορχε παιδί μου είσαι καλα ..;» ρωτούσε ξανα και ξανα ανήσυχη η Σολέδαδ ακουμπώντας τρυφερά τον ωμό του διακρίνοντας την ανησυχία και το σαράκι που τον έτρωγαν.

« Με συγχωρείται αφαιρέθηκα προς στιγμήν..είσαι αξιοθαυμαστη μητερα ενιωσα την ανάγκη να σου το εκφράσω !»

« Γλυκό μου κι εσύ είσαι ένας υπέροχος αδερφός που αν και μολις ουσιαστικά την γνώρισες σαν μέλος της οικογενειας σου την αγκάλιασες απευθείας !»

« Ας μην το συζητήσουμε αυτό τώρα δεν έχουμε χρόνο ! Πρέπει να φύγουμε δίχως να αφήσουμε ίχνη καθώς δεν γνωρίζουμε ακόμη τον εχθρό μας είναι καλό να προφυλάσσουμε τα νώτα μας ! Πηγαίνω να κανονίσω το εξιτήριο ορίστε τα κλειδιά περιμένετε με στο αυτοκίνητο ! Οσο για το ..μωρό θα φροντισω να το ταυτοποίησω με την Σελινα ..πηγαίνετε τωρα αθορυβα .»

Με γρηγορες κινησεις οι δυο γυναικες μαζι με το κοιμισμενο μωρό τυλιγμενο σε μια κουβέρτα περνούσαν απαρατήρητες το υπόγειο γκαράζ της κλινικής με την Σελινα να κοιτάζει ολοένα πισω με σκοπό να βεβαιωθεί  αν κάποιος τις ακολουθούσε.

Εισέβαλαν στο αυτοκίνητο με την βοήθεια της Σολέδαδ κλειδώνοντας τις ασφάλειες με την αγωνιά να ροκανίζει τις καρδίες τους δίχως να το εκφράζουν ανοιχτά η μια στην άλλη παίκτη σιωπή πλαισίωνε το παγωμένο όχημα .

« Αργεί πολύ μητέρα ! Θα του απαγορεύσαν να μεταφέρουμε το βρέφος ! Λες να βρήκαν την αληθινή μητέρα του ; Θα καταρρεύσω αν μου τον πάρουν μακρια !» ψιθύρισε με τρεμάμενα χείλη σφίγγοντας το μωρό προστατευτικά στα χερια της .

Χαϊδεύοντας σαν μικρό κοριτσάκι τα πιασμένα πλούσια μαλλιά της πάσχιζε να την καθησυχάσει δίχως να αποκαλύψει πως το σενάριο δεν φάνταζε διόλου απίθανο στα δικά της μάτια  μέχρι την στιγμή που ο Χορχε χαμογελαστός έβγαινε από τον ανελκυστήρα επιδεικνύοντας τα χαρτιά προς το μέρος τους !

Αυτό ήταν επιτέλους ήταν ελεύθεροι μακρια από όσους ήθελαν να τους βλάψουν δίχως λογία περιττά η μηχανή πηρέ μπρος και αναχωρήσαν για ένα καλύτερο αύριο που βέβαια θα έφερνε σε δύσκολη θέση την Σολέδαδ που ξάφνου θα βρισκόταν κατω απ την ιδιά στέγη με τον ανδρα που αγαπούσε βαθιά .

Το μαύρο τζιπ με τα φιμέ τζάμια εισέβαλε βιαστικά στην μεγαλοπρεπή πύλη της οικίας που είχαν επισκεφθεί πριν λίγους μήνες εν αγνοία των παιχνιδιών που η μοίρα έστηνε στις πλάτες τους .

Σκεπτική δάγκωσε τα χείλη αντικρύζοντας στο πλάι την κόρη της αποκαμωμένη κοιμόταν βαθιά δίχως να αφήνει από τα χερια της το μωρό που μετατρέπονταν σταδιακά σε προέκταση των χεριών της οσο περνούσε ο καιρός .

Εκμεταλλεύτηκε την στιγμή για να ξεστομίσει επιτέλους την ερώτηση που της έφραζε το λαιμό εδώ και ωρα μα δεν τολμούσε να ξεστομίσει οσο ήταν ξύπνια « Πες μου σε παρακαλώ μόνο πως κατάφερες να σου δώσουν ένα ξένο βρέφος ..;»

Αφαιρώντας την ζώνη του κοίταξε μεσά απ τον καθρέπτη στο πισω κάθισμα χαμογελώντας « Μην σε μέλει πως και τι το αποτέλεσμα είναι δικός της ολοκληρωτικά !» ψιθύρισε συνωμοτικά βάζοντας την σε περισσότερες σκέψεις
« Βγήκαν τα αποτελέσματα ..;»

Αποφεύγοντας να απαντήσει περίτεχνα άνοιξε την πόρτα βοηθώντας να αποβιβαστεί πρώτα εκείνη ενώ παρέδωσε προστατευτικά το μικρο στα χερια της ώστε να σηκώσει την κατάκοπη αδερφή του στα χερια .

Στην είσοδο τους περίμενε θυμωμένη η Παμελα  παρατηρώντας με απέχθεια συνδυασμένη με ανυπέρβλητη υπεροψία την απρόσμενη επίσκεψη μεσά στην νύχτα ενώ δεν έκρυβε την έκπληξη της «Αδερφέ δεν με ενημέρωσες πως θα έχουμε επισκέψεις ξημερώματα !»

« Ασε τα πολλά λογία και βοήθησε την Σολέδαδ με τις βαλίτσες !» πρόσταξε ακουμπώντας την Σελινα στον καναπέ παρατηρώντας την πρωτοφανή σεμνότητα που αντιμετώπιζε την κακομαθημένη της οικογενειας η Σολέδαδ στεκόταν στην εξώπορτα διστακτική με όψη αμήχανη.

« Πέρασε σε παρακαλώ Σόλε …ήρθε η ωρα να γνωρίσεις την Πάμελα μικρότερη αδερφή της Σελίνα μολις επέστρεψε από τις Βρυξέλες που σπουδάζει οικονομικά όπως καταλαβαίνεις είναι σοκαρισμένη με την αποκάλυψη !» σχολιασε σπάζοντας τον πάγο αναμεσά στις δύο γυναίκες .

« Χάρηκα πολύ για την γνωριμία μα ξέρετε όλο αυτό είναι πολύ αμήχανο ! Καλύτερα να φύγω θα μείνω με την κουμπάρα μου στο ξενοδοχείο μονάχα κάλεσε μου ένα ταξί βλεπεις εγω δεν ανήκω σ αυτό τον χώρο ..»

« Έχετε πολύ δίκιο κυριά ! Δεν σκοπεύω να σας κρύψω πως δεν χάρηκα καθόλου που σας γνώρισα! Είμαι ειλικρινής βλέπετε δεν ψεύδομαι ακόμη και υπό τις συνθήκες της ασθένειας του πατερά μου !» ανακοίνωσε παγερά με το δεξί φρύδι της σηκωμένο σε ένδειξη της αντιπάθειας που έτρεφε στα βαθύ της καρδίας .

« Πάψε μην ξαναμιλήσεις έτσι στην μητέρα της αδερφής μας ! Σολέδαδ σαφώς είσαι μέλος της οικογενειας μας μην ξανακούσω να μιλήσεις για ξενοδοχείο πες και στην Ματιλντα να μετακομίσει κοντά μας έχουμε χώρο όπως βλέπεις για ολους !»

« Όχι Χορχε..κατανοώ την θεση της ποιες ειμαστε εμείς οι παρείσακτες που θα κλέψουμε την αγάπη του πατερά σας από την χαϊδεμένη του ! Κορίτσι μου μπορεί να σιχαίνεσαι εμένα και με το δίκιο σου μα σε παρακαλώ ας διαφύγει του μένους η κόρη μου δεν έφταιξε σε ότι προηγήθηκε ..»

Προς στιγμήν σιώπησε η ετοιμόλογη Πάμελα επεξεργάζοταν μια μια τις πληροφορίες που την χτυπούσαν αλύπητα από την στιγμή που πάτησε το πόδι της πισω στην πατρίδα που τόσο της έλειψε .
«Ομολογώ πως παίζεται πολύ καλό θέατρο κυριά μου άραγε για ποιο λογο να αρνήθηκε ο πατέρας μας να αναγνωρίσει πριν χρονιά την πάμπτωχη κόρη σας ; Είναι πανέξυπνος άνθρωπος όπως γνωρίζετε τίποτε από οσα πράττει δεν αφήνεται στην τύχη ..φαίνεται δεν αξιζατε ως ερωμένη !»

« Δάμασε επιτέλους την αλαζονεία σου έστω για μερικά δευτερόλεπτα ! Δεν σου επιτρέπω να μου μιλάς έτσι δεν με γνωρίζεις ουτε ξέρεις οσα προηγήθηκαν ! Δεν σε έμαθαν εκεί στις ακριβές σχολές οπου σπουδάζεις να σέβεσαι τους ανθρώπους μάλλον όχι ! Επέτρεψε μου να σου ανακοινώσω πως εγώ δεν υπήρξα ουδέποτε ερωμένη του Χουάν είναι ο λογος οπου δεν παντρεύτηκα ποτέ διότι δεν μπόρεσα να διαγράψω το κακό οπου μου έκανε ! Μεγάλωσα μονή το κορίτσι οπου κοιμάται λίγα μετρά πισω σου και δεν θα σου επιτρέψω να την πληγώσεις !»

« Ει ..Σόλε ησύχασε παρακαλώ είσαι έτοιμη να καταρρεύσεις σε παρακαλώ πάμε να ξαπλώσεις είχαμε πολύ δύσκολες ημέρες ! Οσο για εσένα μην σκεφτείς να ξεστομίσεις ποτέ ξανα τέτοια προσβολή μαθέ να συνηθίζεις το νέο περιβάλλον οσο είναι νωρίς !»

Μετέφερε ταραγμένη την Σολέδαδ στον ξενώνα αφήνοντας την Πάμελα έξαλλη να βράζει στο ζουμί της αναζητώντας λύσεις να ξεφορτωθεί μια για πάντα τις ενοχλητικές εισβολείς απ την ζωή τους .

Έσπρωξε με φόρα την βαριά εξώπορτα που έκλεισε με αφάνταστο κρότο τρομοκρατώντας την Σελίνα που έβγαινε με τον πλέον χείριστο τρόπο από την νάρκη της καθώς ο ήχος έφερε στην μνήμη τον ήχο των πυροβολισμών που είχε βιώσει ουκ ολίγες φορες στο παρελθον .

Κάποιος ήρθε για το παιδί μου αναλογίστηκε λαμβάνοντας θέση άμυνας . Αναζήτησε το βρέφος πλάι της μα που είχε πάει ; Ποιος της το είχε κλέψει;
Ο νους της θολωμένος πάγωνε την λογική ενώ δεν αναγνώρισε τον χώρο πράγμα που παράτεινε το μαρτύριο της το βλέμμα της διασταυρώθηκε πρώτη φορά με της αδερφής της  .

Σιγουρά αυτή η γυναικά ευθυνόταν για την απαγωγή του παιδιού αναλογίστηκε σαν πρώτη σκέψη την πλησίασε επιθετικά « Που είναι το μωρό μου ; Μιλά ποιος σε έχει πληρώσει να μου το κλέψεις ;» αναφώνησε έξαλλη ταρακουνώντας την άκαμπτη φιγούρα .

« Μείνε μακρια μου για το καλό σου ..!» προειδοποίησε στεγνά σπρώχνοντας μακρια το σώμα της με αποστροφή μα δεν γνώριζε με ποια τα είχε βάλει ακόμη ειδικότερα το δέσιμο μιας λεχώνας με το βρέφος.

Επιτέθηκε εκ νέου πασχίζοντας να την λιντσάρει « Πες μου που είναι ! Θα σου κάνω κακό μιλά !» φώναξε για πολλοστή φορά χάνοντας τα λογικά της διαπαντός μέχρι που ο έντρομος Χορχε έτρεξε σαν από μηχανής θεός για άλλη μια φορά χωρίζοντας τις δυο αδερφές .

Το σώμα της κλυδωνιζόταν στα μπράτσα του παλεύοντας να ελευθερωθεί απελπισμένα δίχως να βρίσκει γαληνή τους αντιμετώπιζε ολους σαν εχθρούς στο θολωμένο  μυαλο φάνταζαν θύτες  .
« Ησύχασε καλή μου ο γιος σου είναι στον ξενώνα τον κοιμίζει η μητέρα σου ..! Μα καλα τι φοβάσαι την ιδιά σου την οικογένεια ;» πέρασαν μερικά δευτερόλεπτα έως ότου αντιληφθεί το νόημα των λέξεων.

Οπισθοχώρησε ισιώνοντας βιαστικά το φόρεμα της βαριανασαινοντας « Χάνω το μυαλο μου Χορχε ..» ψέλλισε πέφτοντας στην ανοιχτή αγκαλιά του υπό το άγρυπνο βλέμμα της Παλομα όμοιο με γεράκι που επιθεωρούσε την λεία του .

Καθάρισε το λαιμό της υπενθυμίζοντας στους μονιασμένους αδερφούς την συνύπαρξη στον ίδιο χώρο ενώ το κύμα ζήλειας που την συνεπήρε την ξέβρασε σε ερημική παράλια ένιωθε μονή αβοήθητη στο πουθενά καθώς μια τυχοδιώκτρια έκλεβε την αγάπη του αδερφού και του πατέρα 
.« Ο πατέρας σε χρειάζεται αδερφέ μου !» ανακοίνωσε κοφτά καρφώνοντας με λυσσά το φλεγόμενο βλέμμα της στο πρόσωπο της.

« Έχει κι αλλα παιδιά ο Χουάν ;»

« Ναι γλυκιά μου άλλη μια την δεσποινίς που στέκεται εδώ μπροστά σου την Πάμελα είναι αίμα σου κι αυτή !» σαν χαμένη πλανήθηκε κατά μήκος της θυμωμένης φιγούρας που σιγουρά δεν χαιρόταν με την παρουσία της εκεί .

« Χάρηκα πολύ που σε γνωρίζω είμαι η ..»

« Μην συνεχίζεις ξερω πολύ καλα ποια είσαι δεν χρειάζεται περαιτέρω επεξήγηση !»

« Φαντάζομαι δεν σου είναι ευχάριστη η παρουσία μας σε αυτό το σπίτι πίστεψε με όμως ήταν αναγκαίο να με φυγαδεύσουν άμεσα καθώς κινδύνευε η ζωή τόσο η δική μου οσο και του νεογνού ..» .

Μολις συνειδητοποιούσε πως επάνω στην ένταση της άφιξης παύλα υποδοχής των δυο γυναικών δεν είχε σταθεί ιδιαιτέρως στο ότι κουβαλούσαν ένα μωρό μαζί τους απορημένη στράφηκε προς τον Χορχε απαξιώντας να συνεχίσει τον διάλογο με την παρείσακτη.
«Καλα τα παιδιά της δεν τα έχασε όπως με περίσσια θλίψη ανακοίνωνες στην κλινική ; Τι συμβαίνει επιτέλους που πήγε η εξυπνάδα σου ; Μα καλα δεν μπορείς να διακρίνεις πως  αυτές οι δυο μας εμπαίζουν ;»επιτέθηκε ανοιχτά για άλλη μια φορά.

Η στάση της εκνεύριζε αφάνταστα την Σελίνα που με ένα νεύμα πηρέ το λογο η ιδιά κι ας μην είχε απευθυνθεί σε εκείνη « Άκουσε να δεις Παλομα ότι έτυχε να είμαι μέλος της όμορφης οικογενειας σας κι να μοιραζόμαστε τον ίδιο πατερά είναι θέμα συγκυριών ! Καλυτέρα να τα βάλεις με την μοίρα σου λοιπόν κι όχι να εκτοξεύεις αερολογίες και ανόητες ιδέες που κατεβάζει ο νους σου . Εγώ ήμουν εκείνη που μεγάλωσε στερούμενη την πατρική φιγούρα μόνο μια μητέρα είχα βράχο ..οσο για εσένα κοίταξε γύρω σου για μια στιγμή τι βλέπεις ; Χλιδή , πλούτος , δεμένη οικογένεια . Ελπίζω μόνο η ζωή να μην σου δώσει μια μερα ένα φρικτό μάθημα όπως επεφύλασσε σε εμένα όταν μια όμορφη μερα γεμάτη ανεμελιά έμαθα πως ο μοναδικός άνθρωπος που είχα στον κοσμο έπασχε από καρκίνο !» αναφώνησε με φωνή σπασμένη λίγο προτού αποσυρθεί εσωτερικά στον διάδρομο που οδηγούσε στον ξενώνα που της είχε υποδείξει ο Χόρχε .

Η Πάμελα ακούμπησε παγωμένη το μέτωπο της για πρώτη φορά αισθάνθηκε συμπόνια για εκείνη μα και ένα συναίσθημα πιο βασανιστικό σχεδόν κολάσιμο ενοχές ξεκίνησαν να ροκανίζουν με τα κοφτερά τους νυχιά την ψυχή της για τα λογία που είχε ξεστομίσει.

Ο Χορχε την παρατηρούσε με την ακρη του ματιού του η ανάσα του βαριά και γρήγορη ήταν θυμωμένος τον γνώριζε καλυτέρα από τον εαυτό της βρισκόταν σε δίλλημα κι ο ιδιος ασχολούταν μονάχα με τις ζωές των άλλων ενώ η δική του περνούσε σε δεύτερη μοίρα .

Το διαζύγιο του είχε τεθεί σε εφαρμογή από την Ανεχτικά που στάθηκε στο πλευρό του για έξι χρονιά πιστή και αφοσιωμένη παρα τις απιστίες του κι τις ώρες απουσίας έως ότου έπειτα κι απ την έλευση του γιου τους αποξενωθήκαν .

Κουβαλούσε μεσά του μεγάλο φορτίο κι ας μην το έδειχνε το διαζύγιο του κόστισε ακριβά μέχρι και πελατεία έχασε απομονώθηκε κλείστηκε στον εαυτό του ενώ δεν έκανε προσπάθεια να την μεταπείσει .
Ισως γι αυτό τον λογο επεσε με τα μούτρα στην υπόθεση Σελίνα αναλογιζόταν πλησιάζοντας τον.
« Είσαι ταλαιπωρημένος Χορχίτο θα μείνω εγώ με τον πατερα ..» ψιθύρισε τρυφερά χαϊδεύοντας ανεπαίσθητα τους σφιγμένος ωμούς του «Έχω συνηθίσει λόγω επαγγέλματος την πίεση πάω να τον εξετάσω..»

« Πολύ καλα εσύ ξέρεις ..ξέχασα να σου πω τηλεφώνησε η Ανχέλικα το απόγευμα το κινητό σου ηταν κλειστο μου ζήτησε να σου μεταφέρω πως μετακόμισε λίγο εξω από την πόλη μου έδωσε και την διεύθυνση την έχω σημειωμένη στην ατζέντα σου..» το χρώμα στράγγισε από το πρόσωπο του αλλα πάσχισε να το κρύψει για ακόμη μια φορά η περηφάνεια του υπερνικούσε την αγάπη .

«Μάλιστα χαίρομαι που φτιάχνει την ζωή της το μόνο που θέλω είναι να βλέπω τον γιο μου οσο συχνότερα γίνεται της το έχω ξεκαθαρίσει..»

« Και..εκείνη δεν την αγαπας καθόλου πια ?»

« Επέλεξε το φινάλε σε μια πολύ δύσκολη περίοδο της ζωής μου αν αυτό λέγεται αγάπη ακολουθώ το παράδειγμα της..» αποκρίθηκε σκληρά ανεβαίνοντας με φόρα τα σκαλιά ξεσπώντας την μανία και την πικρά του παράλληλα .

Μεσάνυχτα εμφανίστηκε στην κλινική έπειτα από δυο ημέρες απουσίας γεμάτες με διαδικαστικά και διάφορες επαγγελματικές συμφωνίες που θα του επέφεραν εκατομμύρια περνούσε φουριόζος την είσοδο της κλινικής έχοντας αφήσει μια εκκρεμότητα ακόμη .

Κατευθύνθηκε σαν σκιά στους αδειανούς διάδρομους προς την αίθουσα νεογνών που είχαν τοποθετήσει κατόπιν εντολής το αγοράκι συνάντησε μια νεαρή μελαχρινή νοσοκόμα να επιτηρεί τον χώρο  .

Παρατήρησε έντρομος πως η κούνια που τελευταία φορά το είχε αφήσει ήταν άδεια δίχως να χάσει την ψυχραιμία του πλησίασε με ύφος ανήσυχο παριστάνοντας τον πατερά ενός εκ των παιδιών .
«Καλησπέρα και συγνώμη για το ακατάλληλο της ώρας ήθελα να ρωτήσω το βρέφος δίχως ταυτότητα που βρίσκεται ; Ξέρετε είμαι ο πατέρας και μολις πληροφορήθηκα την ύπαρξη του ..είναι μεγαλη ιστορια !» τον παρατήρησε από πάνω μέχρι κατω με ύφος καχύποπτο . « Πολύ περίεργο μου ακούγεται αγαπητέ κύριε να αναζητάτε τέτοια ωρα το μωρό σας που μάλιστα ήταν επι μέρες εδώ μαζί με την μητέρα του . Αλλα επειδή δεν με αφορά θα απαντήσω στην ερώτηση σας σήμερα το απόγευμα πήραν εξιτήριο..»

« Όταν λέτε πήραν τι ακριβως εννοείτε  ; Ποιος είχε το δικαίωμα να πάρει το βρέφος από την κλινική δίχως την άδεια μου αυτό είναι παράνομο !»

« Μην βιάζεστε κύριε η κλινική μας είναι σοβαρή ελέγξαμε όλα τα απαραίτητα έγγραφα εγώ μάλιστα η ιδιά το βρέφος έφυγε με την βιολογική του μητέρα !» κοκκάλωσε ολόκληρος ακόμη κι το μυαλο του προς στιγμήν σταμάτησε να λειτουργεί το σάστισμα ήταν ολοφάνερο στο μουδιασμένο πρόσωπο του ενώ χιλιάδες ερωτηματικά τον κατέτρωγαν .

Πως έμαθε για το μωρό ; Από ποιον ; Κάποιος δεν είχε κρατήσει το στόμα του κλειστό και θα το πλήρωνε με την ζωή του ίσως η προϊστάμενη που είχε καλοπληρωθεί για να κρατήσει μακρια την Σελίνα από το παιδί τα είχε όλα υπό έλεγχο μολις είχε κανονίσει να παραδώσει το βρέφος σε ένα ορφανοτροφείο στην Γαλλία όμως όλα ανατράπηκαν εξαιτίας της αργοπορίας του .

Εξαγριωμένος εγκατέλειψε την αίθουσα έχοντας βάλει πλώρη για το γραφείο της υπαίτιας η οποία νόμιζε πως είχε εξασφαλίσει την άνετη ζωή παίζοντας παιχνίδια στις πλάτες του άνοιξε με κλωτσιά την πόρτα ερχόμενος αντιμέτωπος με την τρομοκρατημένη γυναικά. « Τι έκανες ; Έχεις ιδέα ; Την άφησες να πάρει το παιδί για πιο καταραμένο λογο άνοιξες το στόμα σου ; Σε είχα πληρώσει αδρά ώστε να το κρατήσεις μακρια μέχρι να βρω τι θα το κάνω !» ούρλιαζε εξω φρένων πετώντας πράγματα από το γραφείο στον τοίχο που βρισκόταν απέναντι του .

« Δεν ευθύνομαι εγώ ..δεν ήξερα τίποτα ..έλειπα ημουν αρρωστη σε παρακαλώ σταματά να φωνάζεις θα με απολύσουν !»

« Χα με δουλεύεις έτσι ; Νόμιζες θα ξεφύγεις με μια φθηνή δικαιολογία δεν πρόκειται να ζήσεις όμως για να διηγηθείς την φθηνή σου ιστοριούλα σε πλήρωνα για να είσαι συνεχώς εδώ μεσά είχες ειδικό χώρο να κοιμάσαι ! Δεν υπάρχουν δικαιολογίες μιλά πες μου πως στο καλό έμαθε πως είναι δικο της ;»

« Σε παρακαλώ κάθισε και θα σου τα εξηγήσω όλα είχες απολυτό δίκιο όμως έχω οικογένεια και χρειαζόταν να λείψω ..!
Αρχικά την συνάντησα στην αίθουσα να το έχει αγκαλιά της φώναξα να τον αφήσει πως δεν ήταν δικο της αλλα ..πες το ένστικτο πες το μητρική αγάπη  εκείνη επέμενε . Με παρακαλούσε να την αφήσω να τον κρατήσει για λίγο δεν ήξερα πως ήταν η ιδιά γυναικά που μου είχες πει να προσέχω .
Επειτα εχασα την φιλη μου πήγα στην κηδεία και όταν επέστρεψα σήμερα έμαθα πως είχε γίνει γενετικό τεστ που υπέδειξε την αλήθεια ! Συγνώμη ειλικρινά δεν το πρόλαβα !» ικέτευσε τρέμοντας ολόκληρη με μάτια βουρκωμένα γνωρίζοντας πως αν δεν έκανε κατι σύντομα θα κατέληγε νεκρή σαν την αδικοχαμένη γιατρό .

Δεν μιλούσε για μερικά λεπτά μονάχα βημάτιζε πέρα δώθε σαν αγρίμι στο μικρό γραφείο σκεπτικός αν έκρινε από το ύφος του μάλλον κατέστρωνε το σχέδιο εξόντωσης της να πάρει κατι έπρεπε να κανει !

Έντρομη παρατήρησε να φορά γάντια χειρουργικά που είχε πάντοτε στο γραφείο της η ανάσα της κόπηκε θα την σκότωνε επι τόπου .

Δοκίμασε με αργές κινήσεις να πιάσει από την τσέπη το κινητό πατώντας σιγανά τα πλήκτρα που καλούσαν την ασφάλεια του κτιρίου όμως προδόθηκε από τον ήχο .

Είσαι νεκρή ! Αναλογίστηκε καθώς αστραπιαία κινήθηκε κατά πάνω της αρπάζοντας την συσκευή με βία απ τα χέρια της καταπατώντας με μανία έως ότου έμειναν μονάχα τα κομμάτια έπειτα την τράβηξε από τα μαλλιά ενώ εκείνη πάλευε να ελευθερωθεί γρατζουνώντας με λυσσά το πρόσωπο του .

Την πέταξε στο έδαφος βγάζοντας ένα πιστόλι από την εσωτερική τσέπη του σακακιού του χτυπημένη όπως ήταν στο κεφάλι κατά την πτώση ζαλιζόταν έντονα η πόρτα εμπρός της ήταν διπλή το σώμα της πονούσε αλλα το ένστικτο της επιβίωσης δεν την είχε εγκαταλείψει ακόμη .

« Βρωμά νόμιζες θα σε σώσουν ! Δεν υπάρχει διαφυγή όταν βάζεις το χερι στην φωτιά ! Κατέστρεψες ένα πολύ οργανωμένο σχέδιο τώρα έχει το ένα παιδί ενώ γνωρίζει πως υπάρχει εγκληματική ενέργεια ! Είσαι χειρότερη απ την φίλη σου που τσουρουφλίστηκε στο αυτοκίνητο μαζί με τον εραστή της !» σχολιασε παραδεχομένος το έγκλημα του τοποθετώντας παράλληλα τον σιγαστήρα σημαδεύοντας το θυμα του στο κεφάλι .

« Σε παρακαλώ θα επανορθώσω..» ψελλισε απελπισμενη ενώ τα δάκρυα κυλούσαν ποτάμι και τα αγαπημένα της πρόσωπα περνούσαν μπροστά απ τα μάτια της σαν ταινία αποχαιρετώντας έναν προς έναν.

  Δοκίμασε να συρθεί για μερικά μετρά γνωρίζοντας πως θα πυροβολήσει μα η ελπίδα πέθαινε τελευταία  «Βοηθειαααα ! Θα με σκοτώσουν !!» στρίγκλισε καθώς η σφαίρα καρφωνόταν στον κρόταφο κλέβοντας μεσά από τα χείλη την ζωή της .

« Σε σκότωσαν ήθελες να πεις !» σχολιασε χαιρέκακα πάνω από το ματωμενο πτώμα της πληκτρολογώντας παράλληλα ένα μήνυμα στον ανοιχτό υπολογιστή μπροστά του.
‘’Δεν άντεχα τα τόσα προβλήματα στην ζωή έβαλα τελος !’’με τον χρόνο να τον πίεζε ασφυκτικά εξαφάνισε τα ίχνη οσο πιο γρηγορά μπορούσε και έγινε καπνός.

Ένα επίμονο κλάμα στοίχειωνε τα όνειρα της κάθε βραδύ εφιάλτες με την χαμένη κόρη της ταλάνιζαν το σώμα και του νου άλλοτε πεταγόταν ιδρωμένη ξεσπώντας σε λυγμούς με την Σολέδαδ να την παρηγορεί άλλοτε από το βρέφος που πεινούσε με λίγα λογία είχε να ξεκουραστεί ένα ολόκληρο εικοσιτετράωρο .

Ο ήλιος εισέβαλε απ τα στόρια επιβλητικός κι κυρίαρχος τα πουλιά κελαηδούσαν χαρωπά εξω στον κήπο μα εκείνη δεν ήταν έτοιμη να ξυπνήσει σαν μικρό παιδί κάλυψε το πρόσωπο της με το λευκό σεντόνι για να κρύψει το φως .

Η Σολέδαδ είχε ξυπνήσει από νωρίς και περιποιούνταν το μωρό στην άλλη πλευρά του αχανούς δωματιου που χωριζε μεσοτοιχία από το υπερδιπλο κρεββάτι της  .

Συγκίνηση και ρίγος την κατεκλυζαν κάθε φορά που άκουγε με πόση στοργή μιλούσε στο μωράκι που αν και δεν ήξερε ακόμη αν είναι εγγόνι της είχε αγαπήσει . 

Ξεπρόβαλε κρατώντας το αγκαλιά καλημερίζοντας την παρα τις προσπάθειες που είχε καταβάλει να κατευνάσει το κλάμα του ο καημενούλης πεινούσε τόσο που οι φωνές του τρυπούσαν μέχρι και τους τοίχους .
« Κορίτσι μου κάποιος πεινάει..» προφερε τρυφερα προσφέροντας τον προσεχτικά στην αγκαλιά της .

Η ευτυχία της σαν τον αντίκρυσε για ακόμη μια φορά έδιωξε μακρια την κόπωση ξεκίνησε να τον ταΐζει παρατηρώντας την μητέρα της με αγωνιά.
« Από δω και πέρα τι θα κάνουμε μαμά ; Γνωρίζω πως εδώ μεσά δεν μπορώ να παραμείνω για πολύ η κατάσταση είναι έκρυθμη η Πάμελα θα με πολεμήσει με κάθε μέσο!» εγνεψε καταφατικα το κεφάλι της αποφεύγοντας να αποκαλύψει πως ολόκληρο το βραδύ την βρήκε αγρυπνη ήθελε τόσο να εισβαλει στο δωμάτιο του Χουάν να βεβαιωθεί πως είναι ασφαλής μα δεν τολμούσε .

« Κορίτσι μου μην σκοτίζεις το νου σου έχουμε χρόνο γι αυτό ..κοιτά να βρεις τον εαυτό σου σπάραζε η καρδιά μου χθες βραδύ που σε άκουγα να κλαις και να στενάζεις μες τον ύπνο σου κάθε λίγο ! Το κακό που σου έκαναν  θα το πληρώσουν!»

« Οσο Γι αυτό να σε σίγουρη ! Μολις ανακαλύψω ποιος έχει απαγάγει την κόρη μου θα τον κάνω να καταραστεί την ωρα που γεννήθηκε !» ψιθύρισε πλημμυρισμένη από μίσος και οργή που καθρεπτιζόταν τοσο έντονα στο βλέμμα της ανατριχιάζοντας σύγκορμη την Σολέδαδ που δεν είχε αντικρύσει ποτέ ξανα τέτοιο μένος .

« Μην μιλάς έτσι παιδί μου με τρομάζεις !  Δεν γεννήθηκες μοχθηρή για να επιβουλεύεσαι ακόμη και εχθρούς !»

Με χείλη σφιγμένα από τον πόνο κοίταξε κατάματα την Σολέδαδ ξεστομίζοντας την αλήθεια που η ιδιά αγνοούσε «Θέλησαν να με δουν νεκρή , μου έκλεψαν ότι πολυτιμότερο είχα , με εξευτέλισαν μα όλα αυτά θα τα πληρώσουν ! Ξεκινάει η εκδίκηση μου μητέρα ! Εγώ η Σελίνα δεν θα αφήσω κανένα ατιμώρητο ακόμη κι τον ανδρα οπου λάτρεψα με πάθος !» ψιθύρισε σαν όρκο που έδωσε στον πληγωμένο της εγωισμό .

« Μιλάει η θλίψη σου τώρα ..θα δεις οσο περνάει ο καιρός θα ξεθυμάνεις !»

« Όχι ποτέ ! Πως να ξεχάσω την απώλεια του παιδιού μου πες μου πως ;»

« Ξερω ..ησύχασε περναμε δυσκολα όμως έχεις αυτό το μωράκι ..» την συζήτηση διέκοψε ένας χτύπος στην πόρτα που μούδιασε ομολογούμενος τις δυο τους πρόβαλε στο κατώφλι τους ο Χορχε φρεσκοξυρισμένος καλοντυμένος μα φανερά καταβεβλημένος .

«Ελπίζω να μην ενοχλώ καλημερίζω τις όμορφες κυρίες !»

« Χορχε επιτέλους πως είναι ο Χουάν ;»

« Ησύχασε Σολέδαδ κοιμάται από χθες το βραδύ βρίσκεται υπό παρακολούθηση δεν κινδυνεύει ! Αν θες σε πάω να τον δεις..»

« Ε…αργότερα ίσως δεν θέλω να περιφέρομαι άσκοπα σε ξένο σπίτι ..»

« Χμ ..υπεκφεύγεις αλλα δεν είναι της παρούσης έχω καταπληκτικά νέα για το κορίτσι μας !»
Τινάχτηκε επάνω από ανυπομονησία ενώ διαμαρτυρήθηκε με την σειρά του το βρέφος «Βρέθηκε η κόρη μου επιτέλους αυτό δεν είναι ;»

« Αγάπη μου μακάρι να μπορούσα να σου την φέρω εδώ και τώρα! Μα σύντομα θα την βρούμε μαζί ενωμένοι. Ο θεός σε ευλόγησε καλή μου τουλάχιστον κρατάς στην αγκαλιά σου το γιο σου !»

Τα πόδια της λύγισαν στο άκουσμα της είδησης η καρδιά χτυπούσε τρελαμένη δάκρυα έτρεχαν ανεξέλεγκτα στα πρησμένα της ματιά μα όπως θα περίμενε κανεις δεν υποδέχτηκε το χαρμόσυνο μαντάτο ως υθιστε.

« Ει..χαμογελά το ενστικτο σου ήταν αλάνθαστο καλή μου ! Είναι δικός σου αίμα σου !» συνέχισε η Σολέδαδ πλάισιονοντας ανακουφισμένη την χλωμή ανέκφραστη φιγούρα που κοιτούσε επίμονα το μωρό πασχίζοντας να συνειδητοποιησει την πραγματικότητα .

« Θα χαμογελάσω και θα ευτυχίσω πραγματικά όταν κρατήσω και τα δυο μου μισά στα χερια ! Αλλώστε ήμουν σίγουρη πως τούτο το πλάσμα βγήκε από μεσά μου αναγνώριζα τον χτύπο της καρδίας του !» σχολιασε χαϊδεύοντας τα ροδαλά μαγουλά του κοιτάζοντας με ευγνωμοσύνη προς το μέρος του αδερφού της .
« Δεν έχω λογία να σε ευχαριστήσω για ότι έπραξες για εμάς αδερφέ μου..»
ψιθύρισε χαζεύοντας χαμογελώντας νωχελικά τα ματιά του να βουρκώνουν.
« Επιτέλους με προσφώνησες όπως επιθυμούσα ! Είσαι οικογένεια γλυκιά μου ! Αγνόησε την Πάμελα είναι η μικρότερη και κακομαθημένη μα χθες λύγισε κι εκείνη το είδα στα ματια της ..»

« Δεν της κρατώ κακιά ..όλα εγιναν τοσο ξαφνικά αλλα αν θες την αλήθεια νιώθω πως ανήκω επιτέλους κάπου χαίρομαι που σας βρήκα ! Θέλω αργότερα να με πας στον...Χουάν» συλλαβισε αποφευγοντας να τον προσφωνήσει πατέρα μια φορά το έπραξε στην κλινικη μα το είχε μετανιώσει δεν ένιωθε έτοιμη να ξεχάσει .

« Οπότε θέλεις προς το παρόν ντύσου να πάρουμε πρωινό όλοι μαζί στον κήπο σαν οικογένεια ! Αν θέλεις δώσε μου τον ανιψιό μου για να ετοιμαστείς με την ησυχία σου ..» πρότεινε ενθουσιασμένος ενω εκείνη δεν τολμόυσε να του αρνηθεί χαμογελώντας του παρέδωσε το βρέφος οπου με την συνοδεία της Σολέδαδ εγκατέλειψαν το δωμάτιο συζητώντας ζωηρά .

Έμεινε μονή κοιτάζοντας την ευτυχία από ένα μακρινό παράθυρο καθώς έμελλε να κερδιθούν πολλές μάχες ακόμη για να πάρει τον πόλεμο αλλα δεν θα δίσταζε πουθενά ακόμη κι αν η ζωή της επεφύλασσε τις χειρότερες εκπλήξεις .

Η μερα ήταν φανταστική ηλιόλουστη ζεστή με ένα ελαφρυ αεράκι να σου δροσίζει απαλά το δέρμα στον μικρό σχετικά με το μήκος του οικήματος  κήπο με τα παράξενα φυτά και τα διάφορα είδη πουλιών σε πολύχρωμα κλουβιά έπαιρναν το πρωινο τους σε κλίμα αμηχανίας .

Ξετρελαμένος ο Χορχε με το μωρό συμπεριφερόταν σαν να ήταν παιδί του ίσως επειδή του έλειπε αφόρητα το δικο του δημιούργημα που από πολύ μικρό του πήραν μακρια.

Η Σολέδαδ έπινε μαγκωμένη τον καφέ της έχοντας απέναντι την αγουροξυπνημένη παγερή Πάμελα.

Ένα καλημέρα είχε ψελλίσει έχοντας καρφωμένο το ίδιο υποτιμητικό βλέμμα στην όψη της ενώ απέφευγε να ρίξει μια ματιά στο μωρό αλλώστε δεν της αρέσαν ιδιαίτερα .

Επικρατούσε μια αμήχανη σιωπή αναμεσά στις δυο γυναίκες παρόλο που ο διάλογος συνεχιζόταν κανονικά με τον Χορχε.

« Μα καλα που είναι η..κόρη σας δεν μας καταδέχεται ;» επιτέλους έπειτα από ωρα της απηύθυνε τον λογο « Χα το ήξερα πως θα έσπαγες αδερφούλα κι εσύ κάποια στιγμή δεν σου άρεσε ποτέ να είσαι στην απέξω !» πετάχτηκε αστειευόμενος ο Χορχε γεμίζοντας το ποτήρι του χυμό πορτοκαλί .

« Είμαι πολιτισμένη ξέρεις τυγχάνει να ειμαστε συνδαιτημόνες στο ίδιο τραπέζι..δεν σημαινει ότι εσπασα επειδή εξέφρασα μια ευνόητη ερώτηση ! Από ότι φαίνεται η κοπέλα ξεκίνησε ήδη τους βεντετισμούς γι αυτό μας έχει στήσει τόση ωρα !»

« Καλυτέρα να αποσυρθώ και πάλι στον ξενώνα Χορχε ήταν κακή ιδέα μου να σε ακολουθήσω !»

« Ω έλα τώρα Σολέδαδ είμαστε οικογένεια σταματά να αισθάνεσαι παρείσακτη !»

«  Μα φυσικά αυτό και είναι ! Εισέβαλαν ξαφνικά στην οικογένεια μας κατακτώντας μια θέση που δεν τους ανήκει στην ζωή και την οικία μας  !»

« Ως εδώ ήταν Πάμελα ! Αν δεν σου αρέσει μπορείς να γυρίσεις στις Βρυξέλες και να ετοιμάσεις τον επικείμενο γάμο σου χωρίς να μας δηλητηριάζεις με τον φθόνο σου !»

« Ώστε έτσι λοιπόν ; Σε τύφλωσαν τόσο άσχημα που έφθασες να με μειώνεις έτσι εμένα που σου στεκόμουν όταν κατέρρεες , που ξενυχτούσα μαζί σου όταν σπούδαζες.  Σπιλώνεις εως και την μνήμη της μητέρας μας αφού η κυριά φρόντισε να καθίσει μέχρι κι στην κενή της θέση !Δεν θα σου κάνω την χάρη Χορχε !» ξέσπασε με βουρκωμένα μάτια  φέρνοντας σε ακόμη χειρότερη θέση την Σολέδαδ που με αργα βήματα εγκατέλειψε το τραπέζι.

Το κουδούνι της εξώπορτας χτυπούσε σαν τρελό μα κανεις δεν άκουγε λόγω του καυγά στο εξωτερικό αναρωτήθηκε αν άρμοζε να ανοίξει την πόρτα σαφώς η μικρή δεν θα έχανε την ευκαιρία να την κατηγορήσει ότι γύρισε να πάρει την θέση της μητρός της !

Αποφάσισε να το αγνοήσει μα το κουδούνι εξακολουθούσε να τρυπάει το οστικό της νεύρο με αποτέλεσμα να πάρει την πρωτοβουλία να ανοίξει ερχομένη αντιμέτωπη με μια γνώριμη φιγούρα.
« Λεονάρντο τι.. τι κανεις εσυ εδώ ;» ψέλλισε με δυσκολία ενώ μερικά μετρά πιο πισω η καρδιά της Σελινα χοροπήδησέ στο στήθος .

« Ρικάρντο ..» ψέλλισε πλησιάζοντας ανέκφραστη κοντά του ενώ η Σολέδαδ τα είχε κυριολεκτικά χαμένα εφόσον δεν έτυχε να γνωρίσει ποτέ τον μοιραίο ανδρα που στοίχειωσε την ψυχή του παιδιού της .

« Σειρήνα επιτέλους !»ψιθύρισε ανακουφισμένος εισβάλοντας σαν τρελός σφίγγοντας στην αγκαλιά του το κορμί της .
Είχε μουδιάσει δεν τύλιξε τα δικά της χερια γύρω απ το κορμί του με προσμονή όπως ο ιδιος είχε επιλέξει να πράξει αιφνιδιαστικά τον απομάκρυνε με δύναμη κοιτώντας τον παγερά « Πως μα βρήκες;  Όπως ήρθες να φύγεις στο είπα και στο νοσοκομείο δεν θέλω να σε ξαναδώ ! Θα συνεργαζόμαστε τυπικά μόνο για την ταινία !»

« Κίνησα γη και ουρανό να σε βρω το συντομότερο δεν άντεχα να σε ξαναχάσω..»
Η καρδια της έλιωσε μα δεν θα του επέτρεπε να παίξει ξανα μαζί της παρα την δεξιοτεχνία που διέθετε στα λογία κι την ομορφιά που ξεγελούσε κάθε τόσο την ευάλωτη καρδιά προτού να χτίσει τα οχυρά της.

« Κακώς έψαξες να με βρεις έχεις οικογένεια πλέον Ρικάρντο ένα παιδί που αποζητάει τον πατερά ! Ξεχνά με αλλώστε δεν σήμαινα και τίποτα το ιδιαίτερο στην ζωή σου από οσο θυμάμαι !» χάιδεψε μια τούφα απ τα μοσχομυριστά μαλλιά της που πάντοτε τον αποπροσανατόλιζαν έχανε τον εαυτό του πλάι της .

« Φέρθηκα σαν κρετίνος σου έδειχνα το αντίθετο από ότι αισθανόμουν πολύ σημαντική μου είσαι σειρήνα ..μου έχεις λείψει τόσο !»

« Φύγε σε παρακαλώ προτού πιαστώ στην όμορφη παγίδα σου ! Όμορφο το ψέμα σου αν ήμουν η ιδιά θα έπεφτα στην αγκαλιά σου δίχως αναστολές μα βλέπεις δεν άφησες περιθώρια θέλησες να με πονέσεις !»

« Άκουσε με για μια φορά ..δεν με ενδιαφέρει αυτός ο ανόητος γάμος αν γνώριζες μονάχα ίσως καταλάβαινες μα με δεσμεύουν γερές αλυσίδες που αν σπάσω κινδυνεύουν οσα αγαπώ !»

« Μιλάς αινιγματικά δεν με ενδιαφέρει να μάθω τίποτα απολύτως φύγε σε παρακαλώ ! Δεν έχεις ιδέα τι περνάω !» προτού ολοκληρώσει την φράση της ξεπρόβαλε στην πόρτα ο Χορχε με το μωρό που αποζητούσε την μητέρα του
« Σελινα ο γιος σου σε καλεί..» σχολιασε αυθορμητα προτου αντιληφθεί τον απρόσμενο επισκέπτη που στεκόταν στο καθιστικό  .

« Γιος ..» ψέλλισε μπερδεμένος δεν έβγαζε νόημα από οσα συνέβαιναν εμπρος του ο νους του σε ένα απότομο πισωγύρισμα έπαιζε σε επανάληψη την σκηνή που ευχόταν να σβήσει για πάντα απ την μνήμη του την στιγμή που η γιατρός του ανακοίνωνε τον θάνατο των παιδιών .

« Σελίνα τι σημαίνουν όλα αυτά εξήγησε μου ! Με ποιο δικαίωμα απέκρυψες πως τα παιδιά μου βρίσκονται εν ζωή ;» …

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top