Κεφάλαιο Δεκαεπτά - Ώρα Της Αλήθειας
Το αδύναμο κορμί της κείτονταν αναμεσά στα αδερφικά χεριά του Χορχε οπού όλο στοργή το συγκράτησε όμοιος με βράχος που ανακόπτει την φορά της παλίρροιας , απέναντι του σιωπηρός μάρτυρας των όσων εκτυλίσσονταν ο Ρικάρντο που μόλις είχε έρθει αντιμέτωπος με άλλο ένα δράμα που αντιμετώπιζε θαρραλέα η μυστηριώδης πολύπλευρη Σελινα .
Ξάφνου από κάποια σκονισμένη γωνιά του νου του αναδυθήκαν όσα του είχε ξεστομίσει με πικρία όσο εκείνος την κατηγορούσε με οικτρά λογία.
« Δεν γνωρίζεις την αίτια που με οδήγησε σε εκείνο το μονοπάτι!» ο απόηχος τους αντιλαλούσε στον μυαλό του ξανά και ξανά σε μια αργή ηχώ που τον στοίχειωνε .
« Χορχε …από τι ακριβώς πάσχει η μητέρα της ..;» ψιθύρισε αργόσυρτα περνώντας τα χεριά του νευρικά μέσα από τα μαλλιά του , προτού ακόμη μιλήσει ο άνδρας απέναντι του είχε κιόλας διαβάσει τις απαντήσεις στο αυλακωμένο πρόσωπο του ενώ μέσα στο μυαλό του αναζητούσε κατάλληλες λέξεις ώστε να εκφέρει την πραγματική διάσταση των γεγονότων .
« Έπρεπε να ξέρεις ..αλλά δεν σου επέτρεψε ! Απορώ Ρικάρντο πως μπορείς να της ζητάς να σε παντρευτεί ενώ δεν σου ξεδιπλώνει ούτε το προσωπικό της δράμα ! Η μητέρα της από μια πρόχειρη διάγνωση βρίσκεται στο ενδιάμεσο λεπτό νήμα που χωρίζει την ζωή από το θάνατο , την θάλασσα από την στεριά κάπου εκεί μέσα πλέει δίχως ελπίδα με μονή φωτεινή πλευρά την ύπαρξη της Σελίνα !»
« Θεέ μου ..! Ποιος θα το φανταζόταν πως ανέβαινε τέτοιο Γολγοθά !
Μα γιατί δεν μου μιλούσε ..; Ώστε αυτό το μυστικό πασχίζατε να κουκουλώσετε ;»
« Πολύ σωστά το έθεσες ! Άφησε με να της προσφέρω τώρα τις πρώτες βοήθειες ! Ανησυχώ πολύ για την κατάσταση της Σολεδαδ πρέπει να φύγω αν θέλεις μείνε μαζί της !
Α... και μην ξεχνιόμαστε έπειτα έχουμε μια πολύ σοβαρή συζήτηση που εκκρεμεί αναμεσά μας !» ψιθύρισε τοποθετώντας τρυφερά το σώμα της από την αγκαλιά του πίσω στο σκληρό στρώμα ενώ ταυτόχρονα μετρούσε το καλπάζον καρδιοχτύπι που ακόμη και λιπόθυμη την ταλάνιζε .
« Πήγαινε θα είμαι εδώ ..!» ψέλλισε την ώρα που καθόταν στην αναπαυτική μαύρη δερμάτινη πολυθρόνα που απείχε μερικά μόνο εκατοστά από το κρεββάτι.
Η πόρτα ξοπίσω του έκλεισε αφήνοντας τον αντιμέτωπο με τον ίδιο του τον εαυτό καθώς η κοιμωμένη σειρήνα απέναντι του δεν τον άφηνε αδιάφορο ξεκάθαρα .
Παρατηρούσε πόντο πόντο το χλωμό ανέκφραστο πρόσωπο οπού μέχρι πρότινος συσπόνταν από λυγμούς , αυλάκωνε από δάκρυα , υπέφερε από φόβο και ερωτά !
Ναι αυτό μπορούσε με σιγουριά να το διαβάσει στα βαθύ των βασανισμένων της ματιών που είχαν μια ακατανίκητη δύναμη να σε πλανεύουν .
Από την άλλη η εικόνα του Λεονάρντο σε συνδυασμό με την φρικτή πλεκτάνη που είχε στήσει στις πλάτες τους σαν ορμητική οργή τον κατέκλυσε η αδρεναλίνη του απελευθερώθηκε με βίαιο τρόπο προετοιμάζοντας τον για μάχη μέχρι θανάτου !
Πως είχε τολμήσει να καταχραστεί την εμπιστοσύνη της προσποιούμενος τον ερωτοχτυπημένο δίχως σαφώς να υπάρχει αντίκρισμα στα συναισθήματα του ;
Πάντοτε έτσι ήταν ένα παιδαρέλι ανώριμο που αρέσκονταν να διασκεδάζει με διαφόρων ειδών γυναίκες τάζοντας ότι μπορούσε να φανταστεί ο νους τους μέχρις ότου βαρεθεί και τις τινάξει από πάνω του σαν σκόνη από παπούτσι .
Στήλωσε εξεταστικά την ματιά του στο πρόσωπο της διώχνοντας σκέψεις και ανωφελές αγωνίες μακριά , είχε πολλά να διευθετήσει θέτοντας την δουλειά του για πρώτη φορά σε δεύτερη μοίρα καθώς οι περιστάσεις το απαιτούσαν .
Οι μακριές βλεφαρίδες της σκέπαζαν τα τεράστια σαγηνευτικά μαύρα ματιά της ανέπνεε ρυθμικά έχοντας τα χεριά της ακουμπισμένα προστατευτικά επάνω στην κοιλιά της .
Η αλαβάστρινη ομορφιά της λαμποκοπούσε ακόμη και υπό αντίξοες συνθήκες αναλογίστηκε με ένα λοξό χαμόγελο να κοσμεί τα χείλη του ενώ ολόκληρο το κορμί του φλεγόταν .
Απο την άλλη μεριά η εικόνα που αντίκρυσε ο Χόρχε τον χτύπησε σαν γροθιά στο στομάχι εισβάλοντας στην αίθουσα των εκτάκτων περιστατικών οπού δίνονταν στην κυριολεξία μάχη με τον χρόνο .
Γιατροί και νοσοκόμοι είχαν πλαισιώσει ασφυκτικά το φορείο προσφέροντας πρώτες βοήθειες καθένας με το δικό του τρόπο .
Ήταν μια από τις δυσκολότερες στιγμές στην δεκαετή καριέρα του που αισθανόταν ανήμπορος να πολεμήσει στα ίσια με οποιοδήποτε μέσο μια ασθένεια που κυριολεκτικά μάστιζε τον πληθυσμό παγκοσμίως αφαιρώντας ζωές .
Σε μια κοινή περίπτωση θα αντιδρούσε αστραπιαία δίνοντας αναρίθμητες εντολές από το πρώτο δευτερόλεπτο που πατούσε το πόδι του στον χώρο , όμως τούτη την στιγμή η γλώσσα είχε μουδιάσει , το στόμα είχε στεγνώσει , τα ποδιά είχαν κοπεί .
Πλησίασε δειλά μια νοσοκόμα παρατηρώντας τον ανήσυχη η όψη του μαρτυρούσε φόβο αν έχανε τελικά την άνιση μάχη δεν θα χάνονταν απλά μια νέα γυναικά άδικα .
Αν η αδερφή του αποχαιρετούσε σπαρακτικά την γυναικά οπού την έφερε στον κόσμο δεν θα τον συγχωρούσε ποτέ !
« Γιατρέ παρακαλώ πλησιάστε η κατάσταση της κυρίας είναι κρίσιμη ! Μόλις παραλάβαμε τις εξετάσεις της δείτε και μονός σας !
Προσήλθε διαμαρτυρομένη για πόνο και αδυναμία επίσης παρουσιάζει χαμηλό πυρετό !» ανέφερε ενημερωτικά η ξανθιά νοσοκόμα επιστρέφοντας στα καθήκοντα της αφού πρώτα του παρέδωσε τις αιματολογικές εξετάσεις .
Τα χεριά του έτρεμαν να πάρει ! Δυστυχώς δεν ήταν ο μονός που το είχε αντιληφθεί βρισκόταν στο επίκεντρο ενός συνόλου που ανέμενε εντολές που δεν έλεγαν να ξεκολλήσουν από το μυαλό περνώντας στην γλώσσα , τα έγγραφα επιβεβαίωσαν τις υποψίες του με τον χειρότερο δυνατό τρόπο .
Καθάρισε το λαιμό του την ιδιά ώρα που απέκτησε οπτική επαφή με την ασθενή του .
Δεν κοιμόταν προς έκπληξην του μονάχα περίμενε καρτερικά το επόμενο στάδιο ίσως και το τέλος , τα βλέμματα τους διασταυρωθήκαν και ένιωσε σαν να του μιλούσε για την Σελινα του ζητούσε να την προστατεύσει από το κακό που επέρχονταν .
« Αφηστε μας μονούς μια στιγμή παρακαλώ ! Να ετοιμαστεί παράλληλα η μονάδα εντατικής θεραπείας του τέταρτου ορόφου οπού και θα μεταφερθεί κατόπιν εντολής μου η ασθενής !» διέταξε ξάφνου σαν να ξέκλεψε δύναμη από την λιγοστή δική της .
Ευθύς αμέσως και οι δέκα
παρευρισκόμενοι νοσηλευτές έσπευσαν να εκτελέσουν τις εντολές του κλείνοντας την πόρτα προσεχτικά πίσω τους αντιλαμβανόμενοι σαφώς από την πρώτη στιγμή πως δεν επρόκειτο για απλό περιστατικό μα για οικογενειακή υπόθεση .
« Χορχε ..παιδί μου ..»
« Εδώ είμαι Σολεδαδ ! Τι σου συνέβη γλυκιά μου ..; Όλα θα πάνε καλά θα δεις μονάχα να διατηρήσεις την αισιοδοξία σου έτσι ;» πρόφερε παίζοντας θέατρο όπως είχε συνηθίσει βέβαια να κάνει σε τέτοιες σοβαρές περιπτώσεις μα τούτη την φορά όλα φάνταζαν μάταια εμπρός σε μια πανέξυπνη δυνατή γυναικά που όριζε μοναχή την μοίρα .
Άπλωσε με δυσκολία το χέρι της προς το μέρος του ανοίγοντας την παλάμη αναμένοντας την δική του .
Προς στιγμήν δίστασε εμπρός στην τρυφερότητα που ούτε από την μητέρα του δεν είχε λάβει στις τελευταίες στιγμές της τα ματιά του έκαιγαν έτοιμα να ξεχειλίσουν πράγμα που απαγόρευσε στον εαυτό του .
Δίχως δεύτερες σκέψεις ακούμπησε το άλλο μισό της παλάμης του στο παγωμένο δικό της μια αίσθηση που τον σόκαρε αρχικά καθώς με τα μάτια αποζητούσε απαντήσεις ήταν ολοφάνερο.
« Του μοιάζεις πολύ !» ψιθύρισε συγκινημένη καθώς μπροστά στα δικά της μάτια ο Χορχε ξάφνου μεταμορφώνονταν στον άνδρα που είχε αγαπήσει με όλη την καρδιά της και η μοίρα έφερε να είναι πατέρας του .
« Τον αγαπάς ακόμη έτσι ..;»
« Όσο δεν φαντάζεσαι ! Ερωτεύτηκα ολοκληρωτικά μα σύντομα προδόθηκα ..γνωρίζεις την ιστορία από ότι καταλαβαίνω ..»
« Μέχρι χθες θεωρούσα πως γνώριζα τα πάντα για τους γονείς μου , πως είμασταν οι πιο ευτυχισμένη οικογένεια του πλανήτη δίχως μυστικά και ίντριγκες να παραμονεύουν στο παρασκήνιο . Νόμιζα πως η Πάμελα ήταν η μονάκριβη αδερφή που θα μοιραζόμουν την ζωή αν εκείνοι έφευγαν .Σήμερα είμαι διαφορετικός αφότου η αλήθεια ήρθε στο φως αγκαλιάζοντας την συμπάθεια που έτρεφα για την Σελίνα !» δάκρυα κυλούσαν αδιάκοπα από τα θλιμμένα της ματιά ο εγωισμός που πρόβαλε τόσα χρονιά για άμυνα κυλούσε μαζί τους στο πάτωμα την ώρα που η ζωή ξεγλιστρούσε από τα χεριά της .
Χάιδεψε με μητρική στοργή να ξεχειλίζει το μάγουλο του κι ας μην ήταν γιος της μοιράζονταν το ίδιο αίμα με το παιδί της αυτό φάνταζε αρκετό ήθελε τόσο να την αποχαιρετήσει μα ίσως να μην προλάβαινε .
Είχε ζητήσει από την Ματιλντα να την καλέσει μα είχε περάσει ήδη μια ώρα δίχως ανταπόκριση μια ώρα που οι δείκτες του ρολογιού για κείνη μετρούσαν αντίστροφα επιβραδύνοντας το μαρτύριο και τον φόβο .
« Να την προστατεύσεις ! Μην την αφήσετε ορφανή τώρα που θα φύγω. Να την πάρετε υπό την προστασία σας !
Μα πρωτίστως να την γλιτώσετε από τα χεριά εκεινού του άνδρα κοντά του θα γνωρίσει μεγάλες τρικυμίες !» αναφώνησε σαν σε προφητεία με βλέμμα καρφωμένο στο κενό την ώρα που ο πόνος την διαπερνούσε τραντάζοντας το κορμί της .
« Σολεδαδ ..μείνε μαζί μου μην πέσεις σε κώμα ! Έρχεται η Σελίνα σε λίγο θα βρίσκεται κοντά σου πρέπει να δώσεις μάχη ! Σολεδαδ ..μ ακούς ;» ούρλιαζε ταρακουνώντας απαλά το άκαμπτο σώμα της που πρόδιδε πως οι λειτουργίες του οργανισμού έμπαιναν σταδιακά στον πάγο .
Πάνω στον πανικό του με την πίεση του χρόνου πιστόλι στον κρόταφο άρπαξε το φορείο έντρομος διασχίζοντας τους διάδρομους του αχανές κτιρίου , η καρδιά του από την αγωνιά θα έσπαζε το ίδιο και τα μηνίγγια του που σφυροκοπούσαν ακανόνιστα .
Σε λιγότερο από μισή ώρα βρισκόταν διασωληνομενη στην πιο εξελιγμένη μονάδα ολάκερης της χωράς , ο ίδιος χρειάστηκε μερικές ανάσες προτού αναλάβει το δύσκολο έργο της παρακολούθησης καθώς ο πανικός τον είχε καταβάλει το ίδιο και η σκέψη της αδερφής του λίγους ορόφους πιο κάτω .
Πίνοντας λίγο κρύο νερό προσπάθησε να αφυπνίσει την χαμένη του ψυχραιμία καθως ο εγκέφαλος του δεν έλεγε να ξεκολλήσει .
Ίσως να μην υπήρχε θεραπεία προς το παρών όμως είχε ζητήσει να χορηγηθούν παυσίπονα και διαφορά αλλά πανίσχυρα φάρμακα με σκοπό να πολεμήσει κατά μέτωπο την ασθένεια περιορίζοντας την εξάπλωση της στα υπόλοιπα ζωτικά όργανα .
Πηρέ στα χεριά του το κινητό πληκτρολογώντας τον αριθμό του σπιτιού του λίγα βασανιστικά δευτερόλεπτα μετα η καθησυχαστική φωνή της Ανχελικα έφθασε στα αυτιά του βάλσαμο.
« Αγάπη μου τι κάνεις ; Έχεις διάλλειμα ;»
« Όχι Μωρό μου έχει προκύψει ένα πολύ σοβαρό περιστατικό και μάλλον θα διανυκτερεύσω εδώ !
Εσύ ελπίζω να παίρνεις τις βιταμινες που σου συνταγογραφισε ο γιατρός σου δίχως παράπονα ! Μα πες μου είναι εκεί ο πατέρας ..;»
« Μην ανησυχείς φροντίζω πολυ σωστά το μωρό μας από την κοιλιά κιόλας ! Όμως αγάπη μου σήμερα είμασταν καλεσμένοι στην δεξίωση αναγγελίας αρραβώνων της κολλητής μου θα με αφήσεις να πάω ασυνόδευτη ;»
« Σου εξήγησα νομίζω δεν έχω χρόνο στην διάθεση μου ..μιλάμε για ανθρώπινες ζωές εδώ γλυκιά μου ! Να της ευχηθείς τα καλυτέρα εκ μέρους μου μα δεν θα παρευρεθώ δυστυχώς και τώρα δώσε μου τον πατερά έχω κάτι πολύ σημαντικό να του αναγγείλω !» αναφώνησε ανυπόμονος αντικρύζοντας πίσω από το τζάμι τις ελπίδες να λιγοστεύουν για την άμοιρη Σολεδαδ .
Βήματα ακούγονταν από την άλλη άκρη της γραμμής αργά και κουρασμένα αμέσως αναγνώρισε τον γνώριμο γερασμένο βηματισμό του πατερά του .
Αφού προφανώς η Ανχελικα όπως φαίνεται θυμωμένη πέταξε το ακουστικό επάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού δίχως να τον χαιρετήσει .
Δυστυχώς αντιλαμβάνονταν μέρα την ημέρα πως ούτε ο ερχομός του παιδιού στην ζωή τους θα καλυτέρευε η θα επιδιόρθωνε τις ρωγμές χρόνων που είχαν επέλθει στον γάμο τους .
Ο εγωκεντρισμός και η απάθεια οπού επιδείκνυε η κακομαθημένη ζηλιάρα σύζυγος του θα τους οδηγούσαν όπως όλα έδειχναν σε μια οριστική ρήξη .
Αναλογιζόταν θλιμμένος προτού η βροντερή ξέπνοη φωνή του πατερά του τον επαναφέρει απότομα στην πραγματικότητα
« Τι συμβαίνει γιε μου ..?»
« Δεν έχω καλά μαντάτα πατερά ..θα σε παρακαλέσω να καθίσεις προτού σου τα ανακοινώσω !»
« Τι είναι παιδί μου ; Έπαθε κάτι η ..Σολεδαδ ..;» ψιθύρισε με φωνή αλλοιωμένη από τους λυγμούς που πάσχιζε να συγκρατήσει καθως η γή χανόταν κάτω από τα πόδια του αφού καθ’ ολη την διαρκεια της ημερας βρισκοταν υπο συνεχη εκνευρισμο και ταραχη σαν κατι να επροκειτο να συμβεί από λεπτό σε λεπτό .
« Δεν χρειάζομαι ψευτο στηρίγματα ! Έλα λοιπόν ανακοίνωσε μου σαν άνδρας τι συμβαίνει θα το αντέξω !»
« Πρόκειται και για την κόρη σου και για την Σολεδαδ ..»
« Μην διστάζεις Χορχε τι τους συνέβη ..; Πες μου είναι καλά ; Είχαν κάποιο ατύχημα ; Μιλά παιδί μου !» αναφωνούσε αγανακτισμένος ενώ χρειάστηκε να γραπωθεί από την βελούδινη καρεκλά πίσω του λίγο πριν συντριβεί στο έδαφος σαν αδύναμη γυναικούλα.
« Μ ακούς πατερά ..; Είσαι εκεί ..;»
« Πες μου ..αντέχω..»
« Δεν ωφελεί να στο κρύβω χάνω άλλωστε πολύτιμο χρόνο ..η Σελίνα δέχθηκε μια σφαίρα η οποία την πέτυχε ξυστά και ευτυχώς δεν διατρέχει κίνδυνο ..μα έφερε η μοίρα μητέρα και κόρη να συναντηθούν στον ίδιο οίκο νοσηλείας . Η Σολεδάδ δυστυχώς είναι πολύ σοβαρά ..ίσως να μην τα καταφέρει .» ψέλλισε με καρδιά κομμάτια αντικρύζοντας απέναντι του μια απογοητευτική εικόνα της αναίσθητης Σολεδαδ που έδινε μάχη να κρατηθεί στην ζωή διασωληνομενη.
« Έρχομαι ..» η κοφτή απάντηση πλανήθηκε στον αιθέρα την στιγμή οπού η γραμμή νεκρώθηκε και σιωπή τύλιξε τα πάντα μαζί και την αγωνιά του Χορχε που δίχως να στέκεται άλλο θεατής του δράματος αναλάμβανε ενεργό ρολό φορώντας πίσω την μάσκα του την ώρα που εισέβαλλε στην μονάδα εντατικής θεραπείας έτοιμος για μάχη .
Η μέρα πέρασε σαν μια στιγμή με τα τόσα γεγονότα έξω από το θλιβερό κτίριο απλωνόταν η νύχτα πανίσχυρη και σαγηνευτική καλύπτοντας την οικουμένη με τα μαύρα της πέπλα αναγγέλλοντας την λήξη μιας πολυάσχολης γεμάτης έγνοιες και προβλήματα ημέρας για να επιφέρει σταδιακά την ξεκούραση που τόσο πολύ είχαν ανάγκη οι άνθρωποι .
Γύρω της επικρατούσε σκοτάδι ένα πυκνό ερημικό , καταθλιπτικό σκότος το ίδιο και εσωτερικά της η καρδιά της χτυπούσε ανεξέλεγκτα ενώ σαν πυρκαγιά απλωνόταν μέσα της ένας κόμπος που μετατρέπονταν σταδιακά σε θηλιά που δεν τολμούσε να προσδιορίσει .
Ακούμπησε τρεμάμενη την κοιλιά της εκεί οπού ένας καρπός είχε βρει πρόσφορο το έδαφος στην άνετη και καθαρή μήτρα της ώστε αποφάσισε να βγάλεις τις ρίζες του και να την κατοικήσει για εννέα μήνες .
« Πως να αισθανθώ μικρό μου ..τώρα που όλα γύρω καταρρέουν ; Ίσως ο μπαμπάς σου να μην συμβιβαστεί με την ξαφνική σου έλευση και να μας κλείσει την πόρτα κατάμουτρα ..! Όμως πρέπει να το μάθει ..δεν ωφελεί να καθυστερώ ..»
« Σε ποιον μιλάς μες το σκοτάδι καλή μου ..;» η παρέμβαση του την ανάγκασε να τιναχτεί φοβισμένη ενώ παραλίγο να δαγκώσει την γλώσσα της καθως ο διακόπτης στο πλάι της άνοιγε φέρνοντας τους αντιμέτωπους .
Έστρεψε αλλού το πρόσωπο της σκεπτική ενώ τα λογία της Ντομίνγκα την βασανιζαν αλύπητα εσωτερικά σε μια διαρκή επανάληψη ξανα και ξανα , όμως το χέρι του στο πηγούνι της δεν το είχε υπολογίσει που την παρότρυνε να τον κοιτάξει κατάματα .
« Σελινα κοίταξε με ..θέλω να μιλήσουμε ..» πρόφερε μελιστάλακτα με μια διαφορετική χροιά από ποτέ .
Στράφηκε προς το χλωμό πρόσωπο του αναζητώντας μια απάντηση στην στιγμιαία τρυφερότητα που αναπτύσσονταν αναμεσά τους έπειτα από τι παγερές ώρες που κινδυνεύαν να διαλύσουν τις άμυνες της εδώ και μέρες.
Μα αυτή η φωνή ο τρόπος που υπώνονταν οι λέξεις και το ακαταμάχητο ύφος του την τραβούσαν σαν τον πιο δυνατό μαγνήτη .
Ξεροκατάπιε κοιτώντας τον κατάματα ενώ η ανάσα του ζέσταινε την παγωμένη της καρδιά μέχρι τα πιο σκοτεινά της βαθύ ενώ συνάμα της γλύκαινε τον πόνο.
« Τι έχεις να μου πεις ..; Τι να εξηγήσεις ; Ότι παίζεις με τις γυναίκες σαν να είναι πιόνια στο ταμπλό σου ; Πως και εγώ μια από εκείνες τις καημένες είμαι ; Τι έχεις να πεις λοιπόν σε ακούω !»
« Σελινα…δεν ξέρω από που να αρχίσω ..! Δεν έγιναν έτσι ακριβώς τα πράγματα με την νοσοκόμα. Δηλαδή δεν έκανα ερωτά σε εκείνη αλλά σε εσένα μέσω εκείνης ..! Δεν ξέρω τι με έπιασε και σου τα λέω όλα αυτά πες το κρίση ειλικρίνειας πες το τρελά δεν με νοιάζει πως θα το ονομάσεις ! Ένα ξέρω στα σιγουρά πως σε θέλω σαν τρελός !
Αν μπορούσα θα σου έκανα ερωτά ακόμη κι εδώ πάνω σε τούτο το κρεββάτι !»
« Δεν ..δεν καταλαβαίνω ..! Έχεις πιεί Ρικάρντο ..; Τι ασυναρτησίες είναι αυτές που ξεστομίζεις απροκάλυπτα ! Παραδέχεσαι πως κοιμήθηκες εν τελεί με αυτήν ! Πως τολμάς να παίζεις μαζί μου λες και είμαι η κούκλα σου ;
Έχω ψυχή προσωπικότητα δεν είμαι ένα απλό κομμάτι κρέας !» αναφώνησε σπρώχνοντας το σώμα του με μανία να απομακρυνθεί από κοντά της ώστε να μην μυρίζει πια την μεθυστική κολόνια του στα ρουθούνια της να μην έχει τα δυο του χείλη σε απόσταση αναπνοής από τα δικά της .
Γράπωσε μονομιάς τα δυο της χεριά που τον πολεμούσαν ακινητοποιώντας την με ευκολία κι έπειτα βυθίστηκε στα βουρκωμένα γυαλιστερά της ματιά και ταξίδεψε προς στιγμήν σε αυτά.
« Δεν παίζω μαζί σου ! Δεν είσαι σαν τις άλλες όχι εσύ ! Μπροστά μου έχω μια οπτασία μια ζωντανή φαντασίωση όμως πέρα από όλα αυτά είσαι ένα πονεμένο πλάσμα ..που πολλάκις έχω κατηγορήσει με τα χειροτέρα λογία στο παρελθόν !»
« Άφησε με ..δεν χρειάζομαι ψεύτικες μεταμέλειες ! Ξέρω πολύ καλά ποιός είσαι πλέον ! Όπως επίσης γνωρίζω πως θα αντιδράσεις σαν σου ανακοινώσω πως περιμένω το παιδί σου !» ξεστόμισε ανεξέλεγκτα δίχως φραγμούς καταπρόσωπο .
Για μερικά δευτερόλεπτα παρέμεινε ακίνητος με τα ματιά του στυλωμένα στο πρόσωπο της ενώ χιλιάδες σκέψεις με μορφή αστραπής διέσχιζαν τον εγκέφαλο του .
Φοβήθηκε αντικρύζοντας τον ανήσυχο να τα έχει εντελώς χαμένα τα χεριά του εγκατέλειπαν τα δικά της που έπεφταν βαριά στο λευκό σεντόνι ενώ ο ίδιος οπισθοχωρούσε αμίλητος και σκυθρωπός .
Έκλεισε τα μάτια σφικτά γνωρίζοντας εξαρχής την κατάληξη και του δικού της παιδιού που επίσης θα μεγάλωνε δίχως πατερά .
Ένας κόμπος την έπνιγε ολοένα στο λαιμό συγκρατώντας την κραυγή που αντηχούσε στην ψυχή μα δεν μπορούσε να εκφράσει καθώς όλες οι αισθήσεις της βρίσκονταν σε επαγρύπνηση αναμένοντας ακόμη και επίθεση από μεριάς του εφόσον μια τέτοια είδηση φάνταζε δύσκολο να την χωνέψεις .
« Μιλά πες κάτι …μην δειλιάζεις ! Μην με αφήνεις να σβήνω στην απονιά ! Τουλάχιστον προτού περάσεις αυτήν την θύρα και χαθείς φέρσου σαν άνδρας ! Δικό σου είναι το παιδί δεν πήγα ποτέ με άλλον !»
« Όχι ..όχι κάνεις λάθος ..εγώ δεν γεννήθηκα για παιδιά δεν θέλω οικογένεια ! Εσύ είσαι μια πρόστυχη ποιός ξέρει με πόσους πλάγιασες ακόλαστα για να μου φορτώνεις εμένα τώρα ένα ξένο παιδί ! Ένα μπάσταρδο ! Όχι βρες άλλον να κοροϊδέψεις ..το φτωχαδάκι που σε γκάστρωσε εμένα να με ξεχάσεις ! Είχα δίκιο από την αρχή μαζί σου σε όλα ! Μια φθηνή ήσουν κι θα παραμείνεις !» ξέσπασε φωνασκώντας ακατάπαυστα μέχρι το θεό από ώρα σε ώρα κάποιος από το προσωπικό θα εισέβαλε να τους κάνει παρατήρηση για την ηχορύπανση ήταν βέβαιο .
Δεν άντεχε να πνιγεί άλλο τον πόνο που γιγαντωνόταν μέσα της παίρνοντας σταδιακά διαστάσεις παλιρροϊκού κύματος που παρέσυρε τα πάντα στο διάβα του ξέσπασε σε λυγμούς αφού δεν μπορούσε πλέον να ανασάνει μήτε να αρθρώσει λέξη κι ας είχε τόσα να του πει .
« Δεν…μη ..» κατάφερε να ψελλίσει με δυσκολία φλερτάροντας με την παράνοια που δεν απείχε πολύ από την λογική μια λεπτή διαχωριστική γραμμή τις κρατούσε χωριστά , ενώ σαν σήκωσε το βλέμμα να αντικρύσει το δικό του δεν τον αναγνώρισε .
Η απέχθεια ζωγραφιζόταν από άκρη σε άκρη στο όμορφο αγριεμένο πρόσωπο του με τις αχνές ρυτίδες να μαρτυρούν την οργή που τον διακατείχε την δεδομένη στιγμή ανεξέλεγκτη κάτι μεταξύ λυσσάς και αδυσώπητης τρέλας.
« Κλάψε τώρα να με πείσεις ..! Ψεύτρα οικτρή που εισέβαλλες στην οικογένεια μου για να την ξεγελάσεις ! Αλλά εμένα ποτέ σου δεν θα τα καταφέρεις ! Μην τολμήσεις να μιλήσεις στον γερό ξεμωραμένο πατερά μου για την εγκυμοσυνη ..εκείνος βλέπεις θα φάει αμάσητο το παραμύθι σου !
Δεν έχω καμία απολύτως σχέση με αυτό το μωρό ! Ούτε θέλω να ξέρω πως υπάρχει !» στρίγκλιζε ξεσπώντας ακόμη και στον τοίχο εμπρός του τα νευρά του και την πικρία που τον πλημμύριζε.
« Δεν είμαι έτσι..» ψέλλιζε μέσα από λυγμούς αλλεπαλλήλους οπού την έπνιγαν καθως το οξυγόνο στέρευε στα πνευμόνια της που εκαιγαν στην καρδιά της που κοβόταν μονομιάς στα δυο αιμορραγώντας ακατάσχετα ενώ το άλλο μισό της βυθιζόταν στο αίμα που έμελλε να βάψει αυτήν την αγάπη .
Η έρμη η ελπίδα ασφυκτιούσε ώρα την ώρα καθως το πλοίο βούλιαζε παρασύροντας μαζί του στον πάτο ένα σωρό από όνειρα και αναμνήσεις , μα μέσα σε όλη αυτή την τραγωδία σε έναν κυκεώνα πένθους και θανάτου που απλωνόταν μέσα στην τσακισμένη της καρδιά .
Εκείνος σαν σκιά του εαυτού του στεκόταν εκεί στην σκοτεινή γωνιά καθως είχε φροντίσει να την βυθίσει στο σκοτάδι.
Σχεδόν η μισή του φιγούρα διακρίνονταν απο το αχνό φως της πανσελήνου που εισέβαλλε άπλετο από το παράθυρο στο πλάι ρίχνοντας φως στις αθέατες πλευρές του .
Αισθανόταν το βλέμμα του παγερό επάνω στο κορμί της να γλύφει κάθε λεπτομέρεια λίγο πριν την εφιαλτική εγκατάλειψη που θα την άφηνε καταδικασμένη μέσα στην θλίψη και την απώλεια το ίδιο και το αγέννητο βρέφος που κυοφορούσε .
Γι’ αυτό και μόνο το λόγο αδιαφορώντας για την καρδιά της που έσπαγε σε χίλια κομμάτια από την αγάπη που έτρεφε μέρα την μέρα βρήκε την δύναμη μέσα από τα κλάματα να ψελλίσει σε μια ύστατη προσπάθεια.
« Αν με εγκαταλείψεις τώρα ..μην τολμήσεις να επιστρέψεις μετανιωμένος όταν θα αντιληφθείς το ποσό έσφαλες θα είναι όλοι οι δρόμοι κλειστοί. Δεν θα υπάρχω πια για εσένα ! Μα κυρίως το παιδί σου ..!» ψιθύριζε απαλά συγκρατώντας όσο μπορούσε την αχαλίνωτη θλίψη που την κατέκλυζε .
Πάνω στην ώρα ενημερωμένος για την φασαρία που προερχόταν από το δωμάτιο εισέβαλλε τρελαμένος ο Χορχε για να έρθει αντιμέτωπος με την πιο παγερή ατμόσφαιρα που είχε αντικρύσει στην ζωή του .
Συνάμα την εικόνα της συντετριμμένης τρεμάμενης αδελφής του που είχε μαζέψει το σώμα της κουβάρι για να αντέξει τον αφόρητο πόνο .
Καθάρισε το λαιμό του ανοίγοντας ξανα το φως στο θάλαμο προς στιγμήν τα έχασε δίχως να γνωρίζει τον λόγο της φιλονικίας η μάλλον τον ψυχανεμιζόταν .
Κάρφωσε τα οργισμένα ματιά του στην άκαμπτη φιγούρα του Ρικάρντο ο οποίος φάνταζε χαμένος στις σκέψεις .
Παρατηρούσε την Σελίνα μα ταυτόχρονα δεν την έβλεπε σαν ένας αόρατος μανδύας να τον είχε τυφλώσει διότι αν μπορούσε να έχει σφαιρική εικόνα δεν θα στεκόταν άπρακτος ενώ η αρραβωνιαστικιά του σπάραζε κατακόκκινη στο κλάμα .
Προσπέρασε βιαστικά αγκαλιάζοντας σφικτά την σοκαρισμένη αδερφή του που έτρεμε σαν το ψαρί ανάμεσα στα χεριά του ενώ ταυτόχρονα πάσχιζε να πάρει ανάσα σε μια κρίση πανικού.
« Σςς.. ησύχασε γλυκιά μου ..!
Πάρε οξυγόνο ανάπνευσε ..μια κρίση πανικού είναι μόνο σε λίγο θα είναι παρελθόν !» ψιθύριζε τρυφερά στο αυτί της ενώ ταυτόχρονα ανασήκωνε τον κορμό της με τον τρόπο του ώστε να της προσφέρει τις πρώτες βοήθειες .
Η σκηνή που διαδραματιζόταν εμπρός του δεν τον άγγιζε διόλου μονάχα παρέμενε θεατής στον θρήνο της λες και χαιρόταν που υπέφερε αναλογιζόταν η ιδιά δίχως να παίρνει τα ματιά της από το πρόσωπο του από τα δυο φλογερά του ματιά οπού μέσα τους καθρεπτιζόταν το μίσος.
Ο αέρας στέρευε χανόταν πέθαινε ποιος να ξερε ; Κι όμως δεν τον μισούσε ακόμη κι αν σταματούσε τούτη την στιγμή η καρδιά της θα έφευγε με την βεβαιότητα πως η αγάπη της προδόθηκε .
Στράφηκε αργά προς την μεριά του Χορχε μιλώντας με τα μάτια και μόνο ενώ ο αγώνας συνεχιζόταν και η κρίση δεν έλεγε να λάβει τέλος .
« Σε παρακαλώ Σελίνα μην παραιτείσαι τώρα ! Έλα βοήθησε με ..κορίτσι μου ξέρω πέρασες πολλά αλλά δεν είσαι μονή έχεις εμένα !» αναφωνούσε έντρομος ενώ πατούσε με την λαβή του το κουμπί εκτάκτου ανάγκης καλώντας σε βοήθεια καθως η κατάσταση ολοένα και ξεφευγε από τα χεριά του .
« Τι κοιτάζεις ακριβώς ;
Έλα να με βοηθήσεις δεν βλέπεις σπαρταράει σαν το ψάρι !» στρίγγλισε δίχως η έκκληση του να λάβει ανταπόκριση αφού η άκαμπτη ανέκφραστη φιγούρα δεν κούνησε από την θέση της λες και είχε μαρμαρώσει στο ίδιο σημείο δίχως ούτε τα ματιά του να κινήσει .
« Δεν αξίζει καμία βοήθεια αυτό το γύναιο !» ήταν οι τελευταίες του λέξεις που πρόφερε με απίστευτο μένος καθως άνοιγε την πόρτα και γίνονταν καπνός σαν να μην υπήρξε ποτέ ενώ προτού φθάσει στα αυτιά της ο εκκωφαντικός κρότος νοσοκόμες εισέβαλλαν ακολουθώντας το κάλεσμα σε βοήθεια .
« Δώστε μου μια ηρεμιστική παρακαλώ και γρήγορά ! Έχουμε οξεία κρίση πανικού !» αναφώνησε έντρομος καθως αισθανόταν το σώμα της στα χεριά του να παραλύει λες και χανόταν κάθε έλεγχος κι οι κόρες των ματιών της εστίαζαν στο κενό στο άπειρο έμοιαζε να χάνει τα λογικά της.
Ταρακουνούσε συνεχόμενα το κορμί της μήπως και την επανάφερε μα τα πράγματα φάνταζαν χειροτέρα από όσο φανταζόταν δεν ανταποκρίνονταν πια στα καλέσματα του , ούτε καν τον κοιτούσε μονάχα συνέχιζε την μάχη να εισπνεύσει καθαρό αέρα .
« Σελίνα ..έλα σύνελθε κορίτσι μου θα γυρίσει πείσματα κάνει !» αναφωνούσε ξανα και ξανα μήπως και τυπώνονταν το μήνυμα στο σβηστό υπολογιστή του μυαλού της .
Η νοσοκόμα επέστρεψε βαστώντας την ένεση την οποία και του παρέδωσε θλιμμένη δίχως να γίνει περαιτέρω αδιάκριτη και επέστρεψε στα καθήκοντα της , έμεινε μονός με την αδερφή του στα πρόθυρα της τρέλας η ίσως στην ιδιά την παράνοια βυθισμένη .
Με βουρκωμένα ματιά απώθεσε ένα τρυφερό φιλί στο μέτωπο της προτού η βελόνα τρυπήσει την φλέβα της εκχύνοντας εσωτερικά το δυνατό ηρεμιστικό .
Μέσα σε μερικά λεπτά οι σφιγμένοι μύες της χαλάρωσαν η αναπνοή της αποκαταστάθηκε ενώ ο ύπνος την λύτρωσε στην αναπαυτική αγκαλιά του όλα θα κρίνονταν σαν ξυπνούσε .
Άλλη μια τραγική σκηνή διαδραματίζονταν στο ίδιο κτίριο δυο ορόφους πιο πάνω στην μονάδα εντατικής θεραπείας , ο Χουάν φορώντας τα ειδικά αποστειρωμένα ρούχα που τον είχε προμηθεύσει το έμπειρο προσωπικό περνούσε το κατώφλι του δωμάτιου .
Τα πόδια του έτρεμαν για πρώτη φορά αισθανόταν τι θα πει τρόμος ενώ αντιλαμβανόταν ποσο φθαρτός και πρόσχαρος είναι ο κόσμος γύρω μας , πλησίασε συγκλονισμένος την γυναίκα που πλήγωσε περισσότερο στον κόσμο μα συνάμα αγάπησε .
Πέρασε το λεπτοκαμωμένο χεράκι της αναμεσά στα στιβαρά δικά του μεταδίδοντας λίγη από την δύναμη του από όλα όσα αισθανόταν και καταπίεζε χρονιά μέσα του εκείνη μπορεί να κοιμόταν ακόμη βαθιά μα σιγουρά αισθανόταν την αγάπη που ξεχείλιζε από κάθε κύτταρο του .
« Σολεδαδ ..είμαι εδώ ..ήρθα χρόνια μετά το ξέρω ! Συγχώρα με που υπήρξα τόσο βλάκας ! Δεν σε ξεπέρασα ποτέ αγάπη μου ήσουν ο άγγελος μου η ελπίδα μου τα κρύα βραδιά της συζυγικής κλίνης που μοιραζόμουν με μια ξένη . Η τελευταία μου σκέψη πριν κλείσω τα ματιά η πρώτη σαν ξυπνούσα ! Καμία δεν αγάπησα πιο πολύ από εσένα !» αναφωνούσε με πόνο να τον συντριβεί γονατίζοντας σαν σε εικόνισμα να προσευχηθεί ασπάζοντας το τρυπημένο από τους ορούς χέρι της ενώ δάκρυα το περίελουζαν .
Ο Χορχε πίσω από την κλειστή τζαμαρία παρακολουθούσε τον πατερά του να σπαράζει πρώτη φορά αφού στην κηδεία της μητέρας του ούτε δάκρυ δεν είχε στάξει εγείροντας τα καυστικά σχόλια του πλήθους ολόγυρα .
Τελικά έπειτα από τόσα χρονιά αντιλαμβανόταν μια πικρή αλήθεια πως δεν την είχε αγαπήσει ποτέ .
Επέστρεψε την επόμενη μέρα στο σπίτι άγριο θηρίο χτυπώντας την πόρτα με όλη του την δύναμη σαν να ήθελε να την σπάσει στο πρόσωπο της .
Ανέβηκε σαν σίφουνας στο δωμάτιο του δίχως να θέλει να επικοινωνήσει με κανέναν και ειδικά με τον άλλον τον υποκριτή που εξαιτίας του συνέβαιναν όλα αυτά .
Άρπαξε νευρικά το γεμάτο μπουκάλι ουίσκι και το κατέβασε μονορούφι λες και έπινε νερό ούτε το κάψιμο που αισθανόταν στο λαιμό και στο στήθος τον φρέναραν από την κούρσα που είχε επιλέξει .
Αφού στέρεψε και η τελευταία σταγόνα το εξφεντονισε στον τοίχο οπού θρυμματίστηκε μονομιάς διασκορπίζοντας γυαλιά ολόγυρα .
Έπειτα άνοιξε άλλο πνίγοντας τον αδάμαστο θυμό του στο αλκοόλ μήπως τελικά εκεί έβρισκε παρηγοριά στην πληθώρα των συναισθημάτων που τον κατέκλυζαν .
Την πλέον ακατάλληλη ώρα επέλεξε να κάνει την εμφάνιση του ο Λεονάρντο σαν η θολή ματιά του αντίκρυσε το πρόσωπο του ο θυμός θέριεψε μέσα του πέρνωντας ανεξέλεγκτες διαστάσεις ειδικότερα σε έναν μεθυσμένο άνδρα που το αλκοόλ οπού κυλούσε στις φλέβες του τον καθιστούσε ικανό για οποιαδήποτε εγκληματική πράξη .
« Εσύ φταις για όλα !
Κάθαρμα μην ξαναπεράσεις το κατώφλι μου ! Δεν θέλω να σε ξαναδώ μπροστά μου !» στρίγκλιζε επιθετικά παραπατώντας και σκοντάφτοντας επάνω σε έπιπλα ενώ ότι τον εμπόδιζε το έσπρωχνε βίαια δίχως δεύτερη σκέψη .
« Τι έγινε ; Τι συνέβη στην Σελινα ;Εσύ γιατί είσαι λιώμα τι χαλιά είναι αυτά ;»
« Η Σελίνα πάντοτε αυτή ..!
Πάρτην σου στην χαρίζω απλόχερα την πρόστυχη με ένα μωρό στα σωθικά ενός από τους εραστές που την πασπάτευαν στα κωλόμπαρα που δούλευε !»
« Τι είναι αυτά που λες ; Δεν σου επιτρέπω να μιλάς έτσι για εκείνη ! Ηρέμησε και εξήγησε μου..»
« Είναι έγκυος η κυριά !
Και έχει το θράσος να το φορτώνει σε εμένα ! Να λέει με ύφος σκυθρωπό και υποκριτικό που άξιζε βραβείο ερμηνείας πως περιμένει το δικό μου παιδί ! Είναι τόσο φθηνή σου λέω μας έπαιζε στα δάκτυλα της σαν μαριονέτες !»
« Τώρα κατάλαβα…σε απέρριψε γι’ αυτό σου την έδωσε ! Να ξέρεις είμαι έτοιμος να αναλάβω τις ευθύνες μου ως πατέρας αυτού του παιδιού διότι δικό πρόκειται να είναι ! Δεν την έκοψες σωστά εκείνη έχει καθάριο βλέμμα όχι σκοτεινό και ύπουλο σαν το δικό σου !»
Το μακάβριο δυνατό γέλιο του προκαλούσε ανατριχιλα αντηχωντας στο δωμάτιο απειλητικό και χαιρέκακο ενώ και η όψη του μονάχα τρόμο προκαλούσε .
Οι κόρες των ματιών του είχαν διασταλεί τα χαρακτηριστικά του προσώπου ήταν τραβηγμένα ενώ το σώμα του φάνταζε παραδομένο στο αλκοόλ .
« Χα.. κακομοίρη εσύ να την φορτωθείς να σου καταστρέψει την ζωή αφού σου κατακερματίσει πρώτα όλοκληρη την περιουσία τότε να σε δω..! Σε αφήνω να την παντρευτείς με τις ευχές μου για βίον ανθόσπαρτων !» συνέχισε κυνικά την ειρωνεία και τις άσεμνες συμπεριφορές απέναντι στον έκπληκτο αδερφό του που δεν έκρυβε την ικανοποίηση που αντλούσε απο το παραλλήρημα του.
« Χαίρομαι που λογικεύτηκες αδερφέ !
Η Σελίνα ανήκε εξαρχής σε εμένα διότι μονάχα εγώ έχω την δύναμη να την αγαπήσω περισσότερο κι από τον εαυτό μου και να της αφιερωθώ !
Όσο για εσένα ζήσε ήρεμα την ζωούλα σου όπως κι εμείς εμείς θα συνεχίσουμε τις δίκες μας !»
« Περίμενε αδερφούλη προτού να φύγεις σου έχω ένα δωράκι για το γάμο σου !» πρόφερε αργόσυρτα τραβώντας με μένος τα ματωμένα σεντόνια από το στρώμα του εκτοξεύοντας τα με απίστευτη φορά στο πρόσωπο του γελώντας υστερικά .
« Τι κάνεις ρε συ τρελάθηκες τελείως ;»
« Καθόλου αδερφέ μου ..κράτησε τα σεντόνια έχουν ποτιστεί με το αίμα της γυναίκας που θα σε καταστρέψει ! Αυτό να το θυμάσαι από εμένα όταν θα πονέσεις ! Τώρα χάσου τραβά σε εκείνη ..να σε παραμυθιάσει στον ιστό της ..!» στρίγγλισε για ακόμη μια φορά πέφτωντας ημιλιπόθυμος σε μια από τις πολυθρόνες που πλαισίωναν το παράθυρο πίσω του .
« Ρικάρντο ..τι σημαίνουν όλα αυτά ..;» αναφώνησε έκπληκτη η γνώριμη φωνή της πίσω από την πλάτη του δίχως να πιστεύει στα ιδιά της τα ματιά δύο ολόιδιοι άνδρες στέκονταν αντικρυστά λες κι ο ένας καθρεπτίζονταν στον άλλο .
« Σελίνα ..τι κάνεις εσύ εδώ..;» αναρωτήθηκε σαν πιο ψύχραιμος ο Λεονάρντο που έσπευσε να την πλησιάσει ενώ εκείνη κάλυψε τελευταία στιγμή το στόμα της με την αναστροφή του χεριού της πασχίζοντας να πνίξει την κραυγή που θα ξεσήκωνε τα πάντα στο πέρασμα της .
« Τι φρικτό παιχνίδι είναι αυτό που μου στήσατε ..; Ποιος από τους δυο σας μου ομιλεί ..; Ποιος είναι ο Ρικάρντο ;»
« Ησύχασε γλυκιά μου μπορώ να σου εξηγήσω ..»
« Μην με πλησιάζεις ! Ποιος είσαι εσύ πες μου ! Ποιος από τους δυο με εξαπάτησε ; Κι το παιδί που κουβαλάω στα σπλάχνα μου σε ποιόν απο τους δύο ανήκει να σας πάρει η οργή να σας πάρει ! » ξέσπασε εξαγριωμένη .
« Είμαι ο δίδυμος αδερφός του Ρικάρντο Σελίνα ονομάζομαι Λεονάρντο και κατά πασά πιθανότητα το παιδί είναι ..δικό μου ! »
« Τι λες εσύ ;Ποτέ κοιμήθηκα εγώ με εσένα ; Ακούς τι ξεστομίζεις ;
Ο άλλος γιατί δεν μου μιλάει ; Τι συμβαίνει αδιαφορεί για ακόμη μια φορά ; Σήκω επάνω δειλέ άνδρα ξεσκέπασε αυτή την πλεκτάνη !» ούρλιαζε έξω φρένων καθως ο νους δεν χωρούσε τις δυο μορφές που από το πουθενά αναστάτωναν την ζωή της αφού δεν περίμενε με τίποτα πως όταν θα έπαιρνε εξιτήριο θα ερχόταν αντιμέτωπη με αυτήν την εικόνα .
« Σε παρακαλώ γλυκιά μου ..σκέψου το μωρό ..»
« Σώπασε ! ..Δεν θέλω να σε ακούω !..
Επιθυμώ μόνο να μάθω ποιος από τους δυο σας μου έδωσε αυτό το αναθεματισμένο δακτυλίδι ;
Ποιος μου ζήτησε να τον παντρευτώ ; Γιατί παίξατε τόσο βρώμικα μαζί μου; Ας μιλήσει κάποιος ειλικρινά επιτέλους σε αυτό το θέατρο του παράλογου!» αναφωνούσε συγκλονισμένη δίχως να λαμβάνει απαντήσεις στα ερωτήματα της μονάχα θολές ματιές και έναν άγνωστο να προσπαθεί να την βοηθήσει …
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top