Κεφάλαιο 7°

°°Δεν τον περιμένεις αλλά έρχεται ...
Δεν τον ορίζεις, μα τα αλλάζει ολα...
Είναι απρόβλεπτος... καταστροφικός... Δαιδαλώδης και ανατρεπτικός
Ποιος είναι; °°

Κωνσταντινούπολη 2020

Ένα επαναλαμβανόμενο τικ τοκ, ξέφευγε ξέφρενα από τις φλέβες των κροτάφων της και φέρνοντας τα χέρια προς το πρόσωπο, ετριψε τα μάτια της. Το μυαλό της ήταν μπερδεμένο και μια θολούρα ήταν απλωμένη παντού.
"Κατάρα!" έβρισε ξεφυσωντας δυνατα και απλώνοντας το χέρι στο κομοδίνο, έπιασε το ρολόι. Έδειχνε μία το μεσημέρι μα το δωμάτιο ήταν θεοσκοτεινο.
"Πως διάβολο έφτασα πίσω;" αναρωτήθηκε και ανάβοντας το φωτιστικό του κομοδίνου είδε ένα σημείωμα πλάι της.

"Never give your key's to stranger's..." (Μη δίνεις ποτέ τα κλειδιά σου σε ξένους)

Η καρδια της έχασε αμέσως ένα χτύπο και πάνω στο πανικό της πήγε να σηκωθεί και σωριάστηκε στο πάτωμα.

"Τη τρέλα μου μέσα!" αναφώνησε ενώ την ίδια στιγμή, βουηξε όλο το κεφάλι της. "Καλά να πάθεις..." ψέλλισε σαν της ήρθε η εικόνα με τη Σοφία να κρατάει το τρίτο κρασί στα χέρια. Ήταν η μόνη που τριγύριζε στο μυαλό της και από εκεί και έπειτα, δε θυμόταν τίποτα.
Σύρθηκε με τα γόνατα ως το μπάνιο και έφτασε ως το νιπτήρα σκαρφαλώνοντας σχεδόν τη μαρμάρινη βάση. "Πως είμαι έτσι θεέ μου..." το μακιγιάζ της είχε χαλάσει εντελώς. Η μάσκαρα είχε βάψει τα μάτια της μαύρα και αντιλήφθηκε πως ήταν ακόμα με τα χθεσινά ρούχα.
Έριξε λίγο νερό στο πρόσωπο της και αρπάζοντας μια πετσέτα βγήκε ψάχνοντας τη τσάντα της η οποία ήταν τοποθετημένη πάνω στη πολυθρόνα.
"Τουλάχιστον δεν με έκλεψαν.." είπε σαν την άνοιξε και είδε μέσα το πορτοφόλι και το κινητό "Έξι αναπάντητες;!" απόρησε και ανοίγοντας το κινητό είδε τρεις από τη Σοφία, δύο από το Σωτήρη και μια από τη μάνα της.
Πάτησε τον αριθμό της Σοφίας δίχως δεύτερη σκέψη και ξάπλωσε στη πολυθρόνα περιμένοντας

"Που είσαι επιτέλους;!" Ακούστηκε δυνατά η φωνή της σαν απάντησε αμέσως

"Καταρχήν μη φωνάζεις σε παρακαλώ..."

"Έχουμε ραντεβού σε μια ώρα στη μοδίστρα! Σε παίρνω εδώ και μισή ώρα!"

"Πως έφτασα στο ξενοδοχείο;"

"Άστα αυτά τώρα! Σήκω να ετοιμαστείς και να γίνεις άνθρωπος!'

"Σοφία κάτι ρώτησα! Ξύπνησα ανάθεμα με ένα σημείωμα πλάι μου και..." Η Μυρσίνη έκανε μια παύση και άνοιξε διάπλατα τα μάτια της "Ζαμάν..." ψέλλισε αθέμιτα

"Ποιος Ζαμάν μωρέ Μυρσίνη; Ιδέα δεν εχω πως επέστρεψες! Ούτε πως βρέθηκα στο κρεβάτι ξέρω. Ο Κενάν λείπει από το πρωί μα μου έφτιαξε πρωινό και το κεφάλι μου κοντεύει να σπάσει! Το ραντεβού ήταν στις έντεκα και ευτυχώς η γυναίκα δέχθηκε να το μεταφέρουμε ! Σήκω!"

"Μη φωνάζεις να χαρείς..." οι εικόνες στροβιλίζονταν στο κεφάλι της και η Σοφία δε βοηθούσε καθόλου με το πανικό που της χάριζε. "Ένας άντρας με έφερε στο δωμάτιο είμαι σίγουρη. Ζαμάν... Ζαμάν κάτι τέλος πάντων. Ο Κενάν τον ξέρει..."

"Ζαμάν; Δεν υπάρχει κανένας με αυτό το ....Ω θεέ!" Η Σοφία σταμάτησε να μιλά και η Μυρσίνη αναστεναξε "Ο Γιαμάν! Ο Γιαμάν σε πήγε! Πω πω ρεζίλι..."

"Ποιος είναι τούτος; Πως στο καλό με έφερε;"

"Δε θυμάμαι. Τώρα που το είπες όμως απλώς θυμήθηκα το Κενάν να μπαίνει σπίτι μαζί του και μετά δε θυμάμαι πολλά. Υποθέτω αυτός δε πήγε στο ξενοδοχείο..."

"ΑΦΗΣΕΣ ΕΝΑΝ ΑΓΝΩΣΤΟ ΝΑ ΜΕ ΦΕΡΕΙ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ;!"

"Δεν είναι άγνωστος! Μη φωνάζεις! Κουμπάρος μας είναι, συνελθε! Σήκω και ετοιμάσου! Έρχομαι να σε πάρω σε ένα τέταρτο!" η Σοφία έκλεισε το τηλέφωνο χωρίς πολλά πολλά και η Μυρσίνη έμεινε να κοιτάζει το κρεβάτι μπερδεμένη. Θυμήθηκε κάποιον να τη κουβαλάει στα χέρια μα το πρόσωπο του ήταν θολό. Έπειτα θυμήθηκε τον εαυτό της να γελάει και να πέφτει κάτω σαν την άφησε έξω από τη πόρτα για να ανοίξει.

"Περίφημα! Γίναμε ξεφτίλα από τη πρώτη μας μέρα εδώ... Και πώς διάολο ήξερε το δωμάτιο μου; Σκατα!" όσο ξυπνούσε το μυαλό της άλλο τόσο οι μνήμες ζωντάνευαν και ξέροντας πως η Σοφία δεν αστειεύονταν σηκώθηκε με τα χίλια ζόρια και πήγε στο ντουζ. Πέταξε κάθε ρούχο από πάνω της, πλύθηκε με καυτό νερό για να χαλαρώσει και ετοιμάστηκε. Δεκαπέντε λεπτά ακριβώς πέρασαν όταν άκουσε το τηλέφωνο και την ενημέρωσαν πως τη περιμένουν στη ρεσεψιόν.

"Πως είσαι έτσι;!" Η Σοφία γέλασε σαν την είδε να κατεβαίνει.

"Θέλεις να τα βγάλω μήπως;" ειρωνεύτηκε η Μυρσίνη δείχνοντας τα μαύρα της γυαλιά "Ξέρεις τι κρύβουν απο πίσω;"

"Χαλιά γίναμε χθες ε;"

"Τουλάχιστον εσύ κατέληξες στο κρεβάτι σου μα εμένα με έφερε πίσω ένας άγνωστος!"

"Πήρα το Κενάν. Ο Γιαμάν σε έφερε. Και δεν είναι άγνωστος! Τέλος πάντων, άντε πάμε στη πρόβα γιατί μετά έχει ραντεβού και ο Κενάν για το κοστούμι..."

"Μια εβδομάδα πριν το γάμο θα κάνεις πρόβα;"

"Ε και τι κάνω; Αφού ξέρεις πως με αγχωνει να τα έχω όλα έτοιμα! Κάτι πρέπει πάντα να αφήνω για τελευταία στιγμή!"

"Τέλος πάντων... Μου θες και νυφικό τρομάρα σου στο δημαρχείο!" τη κοροϊδεψε σαν βγήκαν και μπήκαν στο αμάξι

"Α, όλα και όλα! Ίσως δεν έχω μάνα και πατέρα να με βγάλει από το σπίτι και να παίξουν τα τύμπανα μα θα το χαρώ! Που να δεις το φόρεμα που έκλεισα για σένα!"

"Σοφία τρελάθηκες; Έφερα μαζί μου ένα ωραιότατο συνολακι και άλλο δε θέλω!"

"Δε κατάλαβες καλά! Τέλος πάντων, δε θα το συζητήσω και πολύ! Θα βάλεις το λευκό κοστούμι να ειμαστε σετακι και τέλος!"

"Μα φόρεμα δεν είπες; Θες να με τρελάνεις; Βασικά σταμάτα κάπου να πάρουμε ένα καφέ γιατί δε θα το αντέξω... Τι φόρεμα τι κοστούμι, εγώ θα βάλω τα όμορφα ρουχαλακια μου..."

"Εννοείται θα κάνουμε στάση για καφέ... Έχουμε όλο το χρόνο μπροστά μας. Αν θες κάνε και ένα τσιγαρακι... ΜΥΡΣΊΝΗ ΠΑΣ ΚΑΛΑ;!! ΣΕ ΔΕΚΑ ΛΕΠΤΆ ΕΧΟΥΜΕ ΡΑΝΤΕΒΟΎ!"

"Καλά ντε! Μη φωνάζεις!"

"Έβαλα νομίζω δύο κιλά... Σκατα θα μου κάνει!"

"Θα σου κάνει... Μη γκρινιάζεις..."

"Ποτέ δε γκρινιάζω!"

Η Μυρσίνη έπιασε το κεφάλι της και η Σοφία συνέχισε να οδηγεί

"Σου είπε ο Κενάν τίποτα για χθες;" ρώτησε ύστερα από λίγο

"Σαν τι να μου πει; Ήρθαν και μας βρήκαν σε μαύρα χάλια. Είπε πως ούτε στα πόδια μας δεν μπορούσαμε να σταθούμε. Με έβαλε για ύπνο αφού πρώτα με ρώτησε δε ποιο ξενοδοχείο μένεις. Ειλικρινά δε θυμάμαι τίποτα... Υποθέτω ρώτησε στη ρεσεψιόν ο Γιαμάν και σε ανέβασε μέχρι πάνω"

"Έφαγα μια σαβουρντα στη πόρτα... Το θυμήθηκα. Ρεζίλι των σκυλιών στο ξένο άνθρωπο"

"Δε παρεξηγεί αυτός μη σκας. Είναι άλλη πάστα..."

"Ούτε το πρόσωπο του θυμάμαι...!"

"Μια αρκούδα με μούσια είναι , τι να θυμάσαι;!" τον κοροϊδεψε γελώντας "Φτάσαμε!" Η Σοφία πάρκαρε και η Μυρσίνη κοίταξε το κτήριο

"Εδώ είναι;"

"Ναι γιατί;"

"Μοιάζει με ανάκτορο!"

"Ωραίο έτσι; Η πεθερουλα μου, ήθελε μόνο τα καλύτερα! Δώρο από εκείνη είναι..." απάντησε χαρούμενη

"Ειρωνεύεσαι;"

"Καθόλου..." απάντησε η Σοφία μα το χαμόγελο στα χείλη της χάθηκε για μια στιγμή "Ξέρεις τι είναι να μη θέλει να σε δει η μάνα σου και μια άλλη μάνα να σε αγκαλιάζει σαν να είσαι παιδί της;" ρώτησε λυπημένη και η Μυρσίνη την αγκάλιασε αμέσως

"Μη μου στεναχωριέσαι κοριτσάκι μου... Εντάξει;"

"Δε στεναχωριέμαι ... Απλά είναι σαν αγκάθι Μυρσίνη... Δε ξέρω αν καταφέρω ποτέ να το αποβάλλω από μέσα μου..."

"Όλα θα πάνε καλά.. Φόρεσε το λαμπερό σου χαμόγελο σε παρακαλώ, εντάξει; Θα δεις πως θα σε πάρουν τηλέφωνο από μόνοι τους σαν καταλάβουν το λάθος τους. Τα βλέπω και εγώ από τη μάνα μου... Άστα..."

"Έχεις δίκιο... Είναι μέρα χαράς σήμερα αλλά και κάθε σήμερα που θα έρθει. Πάμε;"

"Φύγαμε!"

******

"Νομίζω είναι μακρύ..." Η Σοφία έκανε ένα κύκλο για δεύτερη φορά και η γυναίκα τη κοίταξε γελώντας

"Ειναι πανέμορφο. Άσε λιγάκι την ουρά κορίτσι μου. Μια φορά ντύνεσαι νύφη!"

"Έχετε δίκιο"

"Ίσως θέλει λιγάκι μάζεμα στο στήθος..."

"Μάζεμα; Μια χαρά είναι το μπούστο!"

"Είναι λίγο αποκαλυπτικό τελικά. Νόμιζα θα είχες πιο μικρό στήθος μα πιέζεται αρκετά..." επέμεινε η γυναίκα

"Αχ, μπορούμε να το αφήσουμε έτσι για τώρα; Δεν αντέχω αλλο ένα τέταρτο θέλω να πάω στο μπάνιο..."

"Δε πειράζει, πήγαινε και θα κάτσει η φίλη σου για μοντέλο. Έχετε το ίδιο σωματότυπο..."

"Εμ..." Ξεκίνησε να λέει η Μυρσίνη "Δεν υπάρχει περίπτωση να..."

"ΝΑΙ!!! ΝΑ ΣΕ ΔΩ ΝΥΦΟΥΛΑ!" αναφώνησε η Σοφία η οποία άρχισε ήδη να ξεντυνεται

"Ξέχασε το!"

"Ωωωω έλα τώρα! Ποιος θα σε δει μωρέ;, Εξάλλου δε λένε πως μια ελεύθερη πρέπει να βάλει το νυφικό; Άντε ντε!!"

"Τώρα θυμήθηκες τις παραδόσεις;"

"Πάντα τις θυμάμαι και ότι θέλω κάνω!" απάντησε αμέσως

"Εννοείς όποτε σε συμφέρει!"

"Το ίδιο είναι! Σε παρακαλώ μωρέ Μυρσίνη! Άντε γιατί δεν αντέχω ούτε λεπτό!"

"Καλέ έλα φόρεσε το, που σε έπιασαν οι ντροπες! Το ξέρω αυτό το βλέμμα!" Πετάχτηκε και η γυναίκα και η Σοφία χοροπηδησε απ'τη χαρά. Της έδωσε ένα φιλί και έτρεξε προς το μπάνιο.

"Τώρα εγώ πρέπει να το φορέσω έτσι;" ρώτησε τη μοδίστρα πιάνοντας το νυφικό και εκείνη γέλασε πονηρά δείχνοντας της ξεκάθαρα πως δεν είχε επιλογή "Μπορούμε σας παρακαλώ να κάνουμε γρήγορα μην έρθει κανείς και γίνουμε ρεζίλι;"

"Σε ποιον να γίνεις ρεζίλι κόρη μου! Έλα θεέ! Νυφικό είναι!"

Η Μυρσίνη έβγαλε τα ρούχα της βαριαναστεναζοντας και με τη βοήθεια της μοδίστρας το φόρεσε.

"Μια κούκλα είσαι! Κάτσε να αφήσω και τα μαλλιά σου ελεύθερα..."

"Εμ.. να κάνουμε το μπούστο και να τελειώνουμε σας παρακαλώ;"

"Θέλω έμπνευση! Κάτσε να σε φτιάξω σαν νυφουλα!" Η Μυρσίνη ένιωθε πως έπαιζε στο θέατρο του παραλόγου. Τα στήθη της ούρλιαζαν μέσα από το ύφασμα και η μοδίστρα πιάνοντας μια τιάρα, τη στερέωσε στα μαλλιά της και αναστεναξε. "Μοιάζεις της κόρης μου.. γυρνά καλέ να δεις τον εαυτο σου στο καθρέφτη!"

"Μήπως να κάναμε εκείνο το στένεμα;" ρώτησε ξανά μα το βλέμμα της μοδίστρας δεν της άφησε επιλογή. Αναστεναξε και γύρισε προς το μεγάλο καθρέφτη. Σαν αντίκρυσε το είδωλο της έμεινε να το κοιτάζει παγωμένη. Θυμήθηκε τότε που ήταν τόσο δα κοριτσάκι και είχε ντυθεί πριγκίπισσα στα καρναβάλια.

"Πανέμορφη είσαι! Άντε και στα δικά σου κούκλα μου!"

"Εγώ... Δεν..."

"Ωωωω, όλο και κάποιος θα υπάρχει! Κι αν δεν υπάρχει, θα έρθει από εκεί που δε το περιμεν...."

"Lanet olsun !" (Ανάθεμα!) μια αντρική φωνή ακούστηκε και σαν γύρισε έμεινε άναυδη

"Kendini nasıl ifade ettiğine dikkat et genç adam!" (Πρόσεχε πως εκφραζεσαι νεαρέ μου!) Η γυναίκα μάλωσε αμέσως τον άντρα ενώ ο άλλος που ήταν δίπλα του γέλασε "Βγείτε έξω! Η νύφη έρχεται και πρέπει να φτιάξω το φόρεμα!" Η γυναίκα συνέχισε στα ελληνικά μα δεν άργησε να πιάσει πάλι τα τουρκικά. Τους πλησίασε ενώ η Μυρσίνη έμεινε να τους κοιτάζει κρατώντας τα στήθη της και προσπαθώντας να κρύψει τα ασυμμαζευτα. Όσο όμως η μοδίστρα μιλούσε μαζί τους, ο ένας από αυτούς τη κοιτούσε συνεχώς. Ήταν τόσο γνώριμο το πρόσωπο του ενώ εκείνα τα μάτια του, έφεραν κοκκίνισμα στα μάγουλα της. Ένα κοκκίνισμα που την έκανε να νιώσει σαν κοριτσάκι... Θυμήθηκε τον άντρα στο σοκάκι αλλά και όσα έγιναν τη προηγούμενη νύχτα και ένιωσε ένα τσίμπημα στα σωθικά της. Είχαν κάτι κοινό οι μνήμες της...

"Κενάν! Γιαμάν!" μόλις ακούστηκε η φωνή της Σοφίας η Μυρσίνη πάγωσε. "Τι δουλειά έχετε εδώ; Αμάν! Πήγε τέσσερις!" αποκρίθηκε μα σαν γύρισε το βλέμμα πάνω της , σταμάτησε και θαύμασε "Ουάου!!!!" η Σοφία παραμέρισε τη μοδίστρα και τους άντρες και πήγε κοντά της. "Σου πάει πιο πολύ και απο εμένα! Ε Κενάν; Αχ, ούτε σας συστησα! Έλα έλα!!" Η Σοφία έπιασε τη Μυρσίνη από το χέρι σέρνοντας τη κυριολεκτικά κοντά τους "Κανονικά έπρεπε να γίνει χθες αλλά έτσι όπως ήμασταν..." σχολίασε χαρούμενη "Μυρσίνη; Από δω ο Κενάν, ο άντρας μου"

"Η περίφημη Μυρσίνη λοιπόν, στα φυσιολογικά της!" σχολίασε καλοπροαίρετα δίνοντας της το χέρι

"Και από δω ο γορίλας που σε πήγε σπίτι ο..."

"Γιαμάν..." τη διέκοψε εκείνος λέγοντας το όνομα του χαμηλά και σαν άπλωσε το χέρι προς τη Μυρσίνη, εκεινη έμεινε να το κοιτάζει σαν να ήταν το κεφάλι ενός φιδιού... Δεν ήξερε αν έπρεπε να ανταλλάξει τη χειραψία, ή να γυρίσει και να τρέξει μακριά...

😌😌😌😌

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top