Κεφάλαιο 38°
°°Λιγο κρασί, λίγο θάλασσα και ένα βήμα πριν τη καταστροφή....°°
Ο ήλιος είχε πέσει σχεδόν και ο ουρανός γέμισε με γλυκά χρώματα... Έτσι τα αποκαλούσε στο μυαλό της αφού όλα της θύμιζαν ζαχαρωτά... Αποχρώσεις του ροζ, του μωβ, του απαλού μπλε...
Κοίταζες τον ουρανό και ήθελες απλά να ανοίξεις τα χείλη σου και να τον φας...
Άπλωσε το χέρι της στη πιατέλα.
Είχαν μείνει μόνο δύο κομμάτια κασέρι και πήρε το ένα.
"Το άλλο δικό σου. Δίκαιη η μοιρασιά!" του είπε γελώντας και σε συνδιασμό με το ποτό της, δάγκωνε λίγο λίγο το κασέρι για να μπερδεύεται η γεύση.
Ήταν στο δεύτερο μπουκάλι κρασί. Ούτε που κατάλαβαν όμως για ποτε ήπιαν το πρώτο. Είχαν και οι δύο τέτοια ανάγκη για να αδειασουν λίγο το μυαλό τους που έπιναν τη μια γουλια μετά την άλλη ασταμάτητα.
Η κουβέντα επικεντρώθηκε στη Σοφία και τη δουλειά και είχαν φτάσει σε ένα σημείο που ο διάλογος έβγαινε αβίαστα και φυσιολογικά σαν να ήταν δύο καλοί φίλοι.
"Μπορείς να φας και τα δύο κομμάτια... Ομολογώ πως με το συγκεκριμένο κρασί, αφήνουν μια έντονη γεύση στο στόμα κι αν συνεχίσω δε θα έχω σταματημό..." χαριτολογησε
"Δε νομίζεις πως χρειάζεται λιγάκι ξεγνοιασιά; Καμία φορά ζούμε κάτω υπό την απειλή των ευθυνών και όλα απλά μας πιέζουν από παντού..." του απάντησε ελαφρώς λυπημένη δίχως να χάσει το χαμόγελο της. "Επιμένω να φας το δικό σου κομμάτι..."
Ο Γιαμάν χαμογέλασε...
Σήκωσε το χέρι κάνοντας ένα διακριτικό νεύμα προς το σερβιτόρο και μόλις εκείνος πλησίασε, του ψιθύρισε κάτι στο αυτί και έφυγε.
"Τώρα τι ήταν αυτό;"
"Τίποτα"
"Ωωω... Κάτι μου λέει πως κάτι ετοιμαζεις!" η Μυρσίνη είδε το σερβιτόρο να πλησιάζει με ένα δίσκο και ένα μπουκάλι. "Σοβαρά τώρα;" ρώτησε πιάνοντας το κεφάλι της.
"Ποτέ δε παίρνουμε τα τελευταία κομμάτια! Τι να έκανα; Παρήγγειλα έναν ακόμα δίσκο και ένα κρασί!"
"Νομίζω ήπιαμε αρκετά! Αύριο πρέπει να ειμαστε το μεσημέρι στη Σοφία. Έρχεται ο Κενάν..."
"Θα είμαστε. Αρκετές ευθύνες πήραμε για σήμερα. Ας χαλαρώσουμε λιγάκι κ;ι από αύριο ξεκινάμε πάλι. Τι λες;" Ο Γιαμάν γέμισε τα ποτήρια τους, έπιασε και ένα κομμάτι από το κασέρι και ζωγραφίζοντας ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπο του, εγυρε προς τα πίσω απολαμβάνοντας τη γεύση.
"Εντάξει. Μόνο και μόνο όμως γιατί το εστιατόριο είναι πανέμορφο!"
"Βρίσκεις;"
"Απορώ γιατί δεν έκαναν εδώ το γλέντι του γάμου ο Κενάν με τη Σοφία..." η Μυρσίνη αναφέρθηκε σε ένα περίεργο θέμα και ξεροβηξε αμέσως "Εννοώ πως είναι όμορφα... Έχει αιώρες, φαναράκια, τραπέζια στην άμμο και κάθεσαι κάτω! Τι πιο όμορφο από αυτό!"
"Εγώ πάντως απόλαυσα και εκείνο το εστιατόριο..." είπε σιγανα ο Γιαμάν και εκείνη κοκκινησε. Άραγε θυμόταν; Άραγε επέλεξε εξ αρχής να ξεχάσει ή το επέβαλε στον εαυτό του λόγω των συνθηκών;
"Εγώ δεν το θυμάμαι τόσο καλά..." ανταπάντησε. Στις ερωτικές σκέψεις που ξεπήδησαν στο μυαλό της, ένιωσε μια θερμη στο κορμι και αδειάζοντας το ποτήρι της, εκείνος το γέμισε ξανά.
"Ααα αυτό είναι διαφορετικό!" της είπε δείχνοντας ένα κομμάτι από το καινούριο κασερι "Είναι πιο πικάντικο!"
"Δεν αμφιβάλλω αλλά νομίζω πως τίποτα δε πάει κάτω" Είπε χαριτωμένα πιάνοντας ελαφρώς την κοιλιά της
"Έλα, δοκιμασε αυτό και τέλος!"
"Δε νομίζω πως..."
"Πολλά λες..." Ο Γιαμάν έσυρε το κορμί του προς τη μεριά της και πιάνοντας το κασέρι από την άκρη , το έφερε ως τα χείλη της σκορπίζοντας σε όλο το κορμί της την αμηχανία. Μια αμηχανία που όσο όμως κι αν πάσχιζε να κρατηθεί ψηλά, κατέρρεε στο βωμό του κρασιού.
"Άνοιξε τα χείλη σου και δοκίμασε..." τη προέτρεψε και εκείνη καρδιοχτυπησε. Πόσο λάθος ήταν όλη η στιγμή...
Εκείνη, αυτός... Η θάλασσα... Το δροσερό αεράκι... Το κρασί... Η ζάλη...
Τα χείλη της άνοιξαν και εκείνος δαγκώνοντας τα δικά του, εισχώρησε προς τα μέσα το κομμάτι. Τόσο όσο έτσι ώστε να το δαγκώσει στην άκρη.
Η Μυρσίνη έκοψε ένα σημείο και μόλις εκείνος τράβηξε το κασέρι προς τα πίσω το μάσησε σιγανα κοιτώντας τον κατάματα.
Θα ορκιζόταν πως το κορμί του κατέρρεε κι εκείνο στην αμμουδιά και έπεφτε ολοένα προς το μέρος της.
Είδε με την άκρη του ματιού της το ποτήρι της να πλησιάζει
"Και πριν φύγει η γεύση.... Μια σταγόνα κρασί..." της ψιθύρισε τοποθετώντας το στόμιο του ποτηριού ακριβώς ανάμεσα στη γραμμή των χειλιών της...
Το σήκωσε σιγά σιγά και μόλις το κρασί ήρθε σε επαφή με τα χείλη της η Μυρσίνη έκλεισε ανεπαίσθητα τα μάτια και γεύτηκε το γλυκόπικρο υγρό.
Ένιωσε το ποτήρι να απομακρύνεται...
Έπειτα μια οικεία , θερμή δόση αέρα να πλησιάζει το πρόσωπο της και κάτι να την αγγίζει στο μάγουλο...
Ανοίγοντας τα βλέφαρα, ήρθε αντιμέτωπη με τα μάτια του...
Δύο μάτια που ήταν υπερβολικά κοντά και ένα πρόσωπο που απειλούσε το δικό της...
Μύριζε αλκοόλ...
Είχε όμως όμορφη μυρωδιά...
Μυρωδιά που ήθελε να ρουφήξει με κάθε κόστος αλλά κάπου μέσα στη παραζαλη της ήξερε πως απαγορεύεται.
Το δάχτυλο του όπως ακριβώς και τότε, ταξίδεψε από το μάγουλο της και έπιασε την άκρη από το κάτω της χείλος. Τρία μπουκάλια κρασί τελικά ήταν αρκετά...
"Zamanı geri alabilseydim ne olurdu merak ediyorum..." (Αναρωτιέμαι τι θα γινόταν αν μπορούσα να γυρίσω πίσω το χρόνο) είπε ψυθιριστα μα φαινόταν και στη δική του φωνή πως το αλκοόλ τον είχε επηρεάσει υπερβολικά πολύ. Λένε πως ανάλογα με τη ψυχικη σου κατάσταση , δρα και εκείνο... Από ότι φάνηκε η δική του ήταν διαλυμένη και το κρασί έκανε καλά τη δουλειά του...
Πίεσε ελαφρώς το κάτω της χείλος και μόλις η άκρη από το δάχτυλο του ένιωσε τη θερμότητα της γλώσσας της, τα χείλη του άνοιξαν αυτόματα...
Η οπτική επαφή τους δεν χάθηκε στιγμή όσο το πρόσωπο του έκλεινε την απόσταση...
"ortanca ... " (Ορτανσία) ψέλλισε τη μυρωδια της και λίγο πριν παραδοθεί στα χείλη της, το κινητό του άρχισε να χτυπάει σε ένα ρυθμο που ξεχώριζε από τις υπόλοιπες κλήσεις...
Ο Γιαμάν τινάχτηκε αμέσως προς τα πίσω θαρρείς και βγήκε από λήθαργο.
Η ίδια η Μπαχάρ επέμενε να βάλει ένα προσωπικό δικό της ήχο κλήσης έτσι ώστε να ξέρει πότε είναι εκείνη για να απαντάει. Παρόλα αυτά τη δεδομένη λειτούργησε σαν να ήταν άγιο νερό και εξαγνισε τη στιγμή καταστρέφοντας την...
Η Μυρσίνη σηκώθηκε αμέσως και εκείνος έκανε ακριβώς το ίδιο πράγμα βγάζοντας από τη τσέπη το κινητό που δεν έλεγε να πάψει
"Μπαχάρ;" σαν τον άκουσε και έχοντας το αλκοόλ να παίρνει αποφάσεις για εκείνη, άρπαξε τη τσάντα της εκνευρισμένη. Όχι πως είχε δικαίωμα να θυμώσει ίσα ίσα η πράξη της ήταν κάτι για το οποίο δεν ήταν περήφανη αλλά η Μυρσίνη παρόλα αυτά θύμωσε.
Ο Γιαμάν έκλεισε το τηλέφωνο με συνοπτικές διαδικασίες και εκείνη δίχως να του δίνει σημασια μάζεψε τα πράγματά της και έκανε να φύγει.
"Περίμενε!"
"Άφησε με!" Του γρυλισε σαν την έπιασε απο το μπράτσο
"Με συγχωρείς δεν ήθελα να..."
"Να;" ρώτησε ενοχλημένη "Τι να; Δεν καταλαβαίνω! Δεν έγινε τίποτα! Βγήκαμε για φαγητό, τελειώσαμε και τώρα θέλω να επιστρέψω. Θα πάρω ταξί!" η συμπεριφορά της άλλαξε άρδην αλλά δεν ήταν κάτι το οποίο μπορούσε να ελέγξει ούτε η ίδια. Είχε θυμώσει. Είχε θυμώσει με τον εαυτό της που αφέθηκε να έρθει τόσο κοντά μαζί του αλλά και με την ίδια τη καταραμένη τη ζωή που της στέρησε ένα του φιλί... Ένα φιλί που ακόμα κι αν ήταν απαγορευμένο , η ψυχή της το λαχταρούσε...
"Θα σε πάω εγώ. Στο ίδιο ξενοδοχείο μένουμε!"
"Όχι ευχαριστώ. Έχεις πιει. Καλό είναι να πάρεις και εσύ ταξί" Αποκρίθηκε εχθρικά και έκανε να φύγει μα ο Γιαμάν τη γραπωσε και τη τράβηξε προς το μέρος του. Στο γύρισμα που της έκανε, δίχως να το σκεφτεί η Μυρσίνη στριφογύρισε τη παλαμη της και τον χαστούκισε. Στον ήχο του χεριού της να σκάει στο μάγουλο του, έμεινε σαστισμένη με το στόμα ανοιχτό να τον κοιτάζει. "Συγνώμη δεν..." πριν ολοκληρώσει τα χέρια του τυλίχθηκαν σαν πλοκάμια γύρω από τα δικά της και τραβώντας τη με περίσσια δύναμη κατά πάνω του, όρμησε στα χείλη της...
Μα δεν τα άγγιξε....
Λίγο πριν τα συνθλίψει με τα δικά του, έβγαλε μια κραυγή μέσα στο πρόσωπο της και απελευθερώνοντας τη, άρπαξε το μπουφάν του. Έβγαλε χρήματα, τα άφησε στο τραπέζι και τη κοίταξε. Η Μυρσίνη έδειχνε τρομοκρατημένη.
"Σε πέντε λεπτά να είσαι στο αμάξι!" της είπε τελεσιδικα και έφυγε...
*****
Είχε μείνει με το ακουστικό στο χέρι και με δάκρυα στα μάτια. Τράβηξε μια καρέκλα, κάθισε και έβαλε τα κλάματα. Πρώτη φορά της μίλησε έτσι...
Της το έκλεισε σχεδόν μέσα στα μούτρα επειδή πήρε να δει τι κάνει...
Όλη την ημέρα ούτε ένα τηλέφωνο δεν της έκανε και με την υιοθεσία να πηγαίνει τόσο στραβά η Μπαχάρ ένιωθε την απελπισία να τη πνίγει...
Αναρωτήθηκε τι έκανε λάθος.
Πάντα η σχέση τους ήταν καλή. Δεν είχαν εντάσεις αλλά ούτε και προβλήματα. Όπου κι αν βρισκόταν άπαξ και τον έπαιρνε τηλέφωνο το σήκωνε αμέσως.
Ο ήχος της θάλασσας καθώς και η ώρα , έφεραν τρέμουλο στα μέσα της.
Τι δουλειά είχε στη θάλασσα τέτοια ώρα; Με ποιον ήταν και της το έκλεισε έτσι; Για κάποιο λόγο ένιωθε το γάμο της να περνάει κρίση και αυτό δε θα το επέστρεψε να συμβεί. Όχι τουλάχιστον σε ένα γάμο που όλοι έδειχναν με το δάχτυλο ζηλεύοντας τα πάντα από αυτόν... Ίσως αυτός ήταν και ο λόγος που πήγαν στραβά όλα. Η ζήλεια του κόσμου...
Μια ακόμα αμαρτία που τους πήρε στο κατόπι της...
Κοίταξε το κινητό σκεπτόμενη πως ίσως τη καλεσει πίσω ή της στείλει κάποιο μήνυμα για να ζητήσει συγνώμη για τη συμπεριφορά του, μα εκείνο ήταν κενό...
Ξεφυσησε και σηκώθηκε. Πήρε το κινητό, έκλεισε το φως και βγήκε από τη κουζίνα. Σε δύο μέρες θα επέστρεφε... Ίσως έπρεπε απλά να τον αφήσει στην ησυχία του. Από την άλλη δεν ήξερε για ποιο λόγο να κάνει πίσω.
Τη παράτησε για να πάει στη γέννα μιας κοινής γνωστής κατά τα δικά της δεδομένα δίχως να σκεφτεί το δικό τους μέλλον... Ο Γιαμάν στα μάτια της της όφειλε εξηγήσεις για τη συμπεριφορά του και εκείνη τις απαιτούσε. Του έστειλε ένα μήνυμα πως η συμπεριφορά του ήταν απαράδεκτη και πως είχε θυμώσει, έκλεισε το κινητό της για να τον κάνει να τη ψαξει και ανέβηκε στο δωμάτιο. Ίσως έπρεπε τελικά να τον κάνει με το τρόπο της να ανησυχήσει για να καταλάβει τα λάθη του...
Ίσως το πρωί να έβρισκε δέκα κλήσεις του και μηνύματα... Με αυτό το σκεπτικό ξάπλωσε στο κρεβάτι, έκλεισε τα μάτια της και κοιμήθηκε...
******
"Εμένα δε θα μου γυρίζεις έτσι τη πλάτη!" της φώναξε σαν βγήκε από το τζιπ και όδευε προς την είσοδο του ξενοδοχείου. Ο εκνευρισμός ανάμεσα τους δεν είχε τέλος. Η Μυρσίνη μπήκε με το ζόρι στο αμάξι και αφού τη πήρε από πίσω ακολουθώντας τη κατά μήκος του δρόμου για δύο ολόκληρα λεπτα.
"Δεν είμαι κτήμα σου! Συνεργάτης σου είμαι! Και τώρα τραβά στο δωμάτιο σου να χαρείς! Ότι έχουμε να πούμε το είπαμε και στην ουσία δεν έχουμε και τίποτα να πούμε!"
Έπειτα από το χαστούκι που του έδωσε ήταν πραγματικά μετανιωμένη αλλά η κοφτή και απότομη συμπεριφορά του μετέπειτα δεν της άφησε περιθώρια.
Ούτε όμως φυσικά και οι τύψεις που κόντεψαν να φιληθουν και τους διέκοψε η γυναίκα του. Ίσως ήταν περισσότερο η ντροπή που την έκανε να συμπεριφερθεί τόσο εχθρικά παρά τα όσα διαδραματίστηκαν μεταξύ τους...
Όσο περνούσε όμως η ώρα, άλλο τόσο το αλκοόλ που κατανάλωσαν στα τελευταία έκανε δράση. Ήταν ένα ολόκληρο μπουκάλι κρασί που περίμενε καρτερικά να χτυπήσει τη κατάλληλη στιγμή...
"Περίμενε διαολε!" ο Γιαμάν την έπιασε από το χέρι αλλά εκείνη τον έσπρωξε και άρχισε να τρέχει προς το ξενοδοχείο δίχως να κοιτάξει πίσω. Είχε νυχτώσει και στο λόμπυ δεν είχε κόσμο. Έτρεξε απευθείας προς το ασανσέρ , πάτησε βιαστικά το κουμπί και μόλις άνοιξαν οι πόρτες και μπήκε μέσα, η τεράστια παλάμη του τις κράτησε πριν κλείσουν και στάθηκε μπροστά της.
"Τι θες;" του φώναξε με αγανακτιση "Άσε με ήσυχη! Σταμάτα να με ακολουθείς!" Συνέχισε εξοργισμένη και εκείνος μπαίνοντας μέσα, τη γραπωσε από τη μέση, τη σήκωσε και την πέταξε κόντρα στο τοίχο...
Καθώς οι πόρτες έκλειναν το μόνο που ακουγόταν από το εσωτερικό, ήταν οι μικρές κραυγές και τα βογγητα της καθώς πάλευε να πατήσει στο εδαφος...
🙄🙄🙄🙄
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top