Ακόμα ε(λ)πιζω

Έπειτα από λίγα λεπτά και αφού δεν είχε μείνει άλλος αέρας μέσα στα πνευμόνια της,τον έσπρωξε και έκανε δύο βήματα πιο δίπλα.

"Ανδρέα..." Προσπάθησε να κάνει τον τόνο της φωνής της πιο σοβαρό και απότομο.

"Έλλη!" Της απάντησε εκείνος στον ίδιο τόνο με το δικό της.

"Τι νομίζεις ότι κανείς;" Τον ρώτησε και περιπλανήθηκε στο δωμάτιο ενώ το βλέμμα της έπεσε έξω από το παράθυρο.
Η μυρωδιά της λεβάντας στο χώρο ήταν ακόμη ζωντανή και τις ξυπνούσε μνήμες που από καιρό είχε παλέψει να θάψει μέσα της.

"Φιλάω τη γυναίκα που αγαπάω!" Της απάντησε κάνοντας μερικά βήματα να τη πλησιάσει και εκείνη γύρισε απότομα και τον κοίταξε.

"Η γυναίκα που πρέπει να αγαπάς σε λίγο καιρό θα γίνει γυναίκα σου με παπά και με κουμπάρο." Του φώναξε σχεδόν.
Οι παλμοί τις χτυπούσαν ασταμάτητα σε όλο το κορμί της.
Όσο και να προσπαθούσε της ήταν ακατόρθωτο να του αντισταθεί.

"Η γυναίκα που αγαπώ θα είσαι πάντα εσύ!" Της απάντησε με θράσος και έπιασε μια τούφα από τα μαλλιά της.
"Αφού είσαι εδώ, σημαίνει ότι με αγαπάς και εσύ."
Συμπλήρωσε και έκλεισε το βλέμμα του στο δικό της.

Εκείνη χάθηκε στα μπλε του μάτια.
Τίποτα καινούργιο που δεν έβλεπε κάθε μέρα,δύο μπλε μάτια στο χρώμα σαν όλα τα υπόλοιπα μπλε μάτια. Μόνο που αυτά τη μαγνήτιζαν, ένιωθε ζάλη και χανόταν μέσα τους σαν να μην υπήρχε τίποτα άλλο τριγύρω της.
Η ανάσα της,οι αισθήσεις της η ύπαρξη της άνηκε και ανήκει σε αυτά τα δύο μπλε μάτια,μα όσο και να το ήθελε κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο.

Οι άμυνες της για λίγο εξαφανίστηκαν.
Τα δάχτυλα της άγγιξαν απαλά τα χείλη του.
Η πάλη στο μυαλό της ήταν αναπόφευκτη.
Μπροστά της είχε το "θέλω" και εκεί μέσα υπήρχε μόνο το "πρέπει".

Εκείνος καθόταν γαλήνιος και κοίταζε τη γυναίκα μπροστά του με πάθος, αυτό το πάθος που τους έδωσε φτερά και στο τέλος τους τσάκισε στο χώμα.

Εκείνη όρμηξε πάνω του και καταρρίπτοντας όλες τις άμυνες της,ένωσε ξανά τα χείλη τους σε ένα ασταμάτητο βαθύ φιλί που έκρυβε το πόνο και την αδημονία όλου αυτού του διαστήματος που έζησαν χώρια.
Εκείνος δεν περίμενε δευτερόλεπτο για να αρχίσει να αφαιρεί από πάνω της κάθε ίχνος υφάσματος που κάλυπτε τον παράδεισο του.

Τα βήματα τους θύμιζαν χορό ελευθερίας, χορό λύτρωσης και γαλήνης,κάθε βήμα τους έφερνε πιο κοντά στο ολόκληρο,σε αυτό το ολόκληρο που επιζητούσαν και οι δύο έχοντας τα μισά τους άδεια όλο αυτό το διάστημα που έμοιαζε ένας σκληρός και κρύος χειμώνας στις καρδιές τους.

Έπεσαν στο κρεβάτι σαν δυο αγρίμια έτοιμα να κατασπαράξουν το ένα το άλλο και εκείνος τη σταμάτησε και με μια κίνηση ανέβηκε από πάνω της.

"Πες μου ότι μ'αγαπας!" Απαίτησε,το πρόσωπο του έμοιαζε μωρού παιδιού.

"Ανδρέα" ψέλλισε η Έλλη ακόμα χαμένη σε εκείνη τη ζάλη που μόνο αυτός ο άνδρας της προκαλούσε.

"Πες μου Έλλη... Πες το για μια φορά!
ΑΠΛΑ ΠΕΣ ΤΟ!"
Ύψωσε τον τόνο της φωνής του στις τελευταίες λέξεις και πλησίασε κι άλλο το πρόσωπο του στο δικό της που πλέον ένιωθε την αναπνοή του να αγγίζει απαλά τα χείλη της.
Ήθελε να τα φιλήσει,το σώμα της διαμαρτυρόταν από κάτω του ασταμάτητα,τον είχε ανάγκη ή καλύτερα, εκείνος ήταν η ανάγκη της.

"Σ αγαπάω!" Ψιθύρισε για να μην ακούσει ούτε η ίδια αυτό που μόλις ξεστόμισε και εκείνος χωρίς να πει κουβέντα συνέχισε αυτό που άφησε στη μέση, πηγαίνοντας τη στα ουράνια για ακόμη μια φορά,σε εκείνο το ξενοδοχείο,σε εκείνο το δωμάτιο,σε εκείνο το κρεβάτι που φύλαξε μέσα του κάθε αναστεναγμό, κάθε χάδι,κάθε οργή,κάθε καυγά μα και κάθε όμορφη στιγμή που έζησαν οι δύο τους λίγο καιρό πριν εκείνος φύγει από τη ζωή της και αλλάξει χώρα.

Μισή ώρα μετά,χαμένη στο δικό της ξάπλωνε στο στήθος του έχοντας τον αγκαλιά ενώ εκείνος της χάιδευε τα μαλλιά και δεν έλεγε κουβέντα,μόνο την άκουγε να ανασαίνει και ένιωθε ότι μπορούσε να ζήσει αιώνες αν στα χέρια του ήταν πάντα εκείνη.

"Είναι μαγική!" Έσπασε τη σιωπή ο Ανδρέας ενώ σταμάτησε να της χαϊδεύει τα μαλλιά έγειρε το κεφάλι του να δει το πρόσωπο της.

"Ποια;" Τον ρώτησε με εκείνα τα μάτια που του έμοιαζαν αθώα και διαβολικά ταυτόχρονα.

"Η έλξη Έλλη,το λάθος που προσπερνάμε και οι δύο μπροστά σ' αυτό που θέλουμε να γευτούμε και δεν μπορούμε να του αντισταθούμε."
Της απάντησε και στο τέλος τα χείλη του στόλισε το πιο όμορφο χαμόγελο που είχε δει ποτέ της.

"Μπορούμε αλλά δεν θέλουμε!"

"Δεν μπορούμε Έλλη,είναι πάνω από τη λογική,είναι ανάγκη,σαν οι ψυχές μας να γνωρίζονται καλά,πολύ πριν σε γνωρίσω και με γνωρίσεις.
Από τη πρώτη στιγμή που σε γνώρισα ήξερα ότι είσαι δική μου,από το πρώτο λεπτό έτρεμα δίπλα σου σαν μικρό μωρό."
Εκείνη τον κοίταξε στα μάτια και το βλέμμα της σκοτείνιασε,τα χαρακτηριστικά του προσώπου της είχαν αγριέψει.

"Γιατί την παντρεύεσαι;"

"Γιατί με έδιωξες;"

"Απάντησε μου Ανδρέα!" Σηκώθηκε από την αγκαλιά του και κάθησε δίπλα του χωρίς να πάρει το βλέμμα της από δικό του, γυμνή,μέσα έξω.
Ήταν ώρα για αλήθειες,ήταν ώρα για ένα ξεκαθάρισμα που χρωστούσε ο ένας στον άλλο.

"Γιατί ήμουν θυμωμένος γαμωτο! Ήθελα να σε πληγώσω και να σε πονέσω όπως εσύ, γιατί αποφάσισες να συμβιβαστείς με το μέτριο από φόβο και άφησες το τέλειο και μην με διαψεύσεις,γνωρίζεις καλά ότι αυτό που ζούμε είναι αυτό που έχουν λίγοι! Γνωρίζεις πολύ καλά ότι είμαστε δύο μισά που ενώθηκαν και επέλεξες να μας τελειώσεις γιατί είσαι δειλή!"
Η φωνή του είχε ανέβει ανεξέλεγκτα και οι φλέβες του προσώπου του είχαν πλέον αρχίσει να φουσκώνουν από το θυμό που είχε συσσωρευτεί μέσα του.

Στο άκουσμα της τελευταίας λέξης η Έλλη τον χαστούκισε!

"Πώς τολμάς να με λες δειλή; Προστάτευσα την οικογένεια σου,ήταν τρέλα να φύγουμε μαζί, αυτό που έγινε πάλι σήμερα είναι τρ..."

"Είναι αγάπη! Α-ΓΑ-ΠΗ! Δεν είναι έγκλημα να μ' αγαπάς,έγκλημα είναι να κοιμάσαι με τον άντρα σου και να σκέφτεσαι εμένα αντί να το ζεις!"
Το χέρι της Έλλης ξεκίνησε για άλλη μια φορά να βρει το μάγουλο του όμως αυτή τη φορά εκείνος το σταμάτησε ενώ με το άλλο χέρι του τη τράβηξε από τον αυχένα  και έκλεισε το στόμα της με το δικό του.

Εκείνη αντιστάθηκε όμως γρήγορα η άμυνα της για ακόμα μια φορά κατέρρευσε σαν πύργος από τραπουλόχαρτα.

"Βλέπεις;" Της είπε χωρίς ανάσα. "Αυτό είναι αγάπη και εσύ τη σκοτώνεις!"

"Ανδρέα..."

"Έλα να φύγουμε μαζί τώρα γιατί σου ορκίζομαι πως θα είναι η τελευταία φορά. Τελευταία φορά που με αγγίζεις, τελευταία φορά που σε αγγίζω,αν δεν το κάνεις τώρα θα υποφέρουμε και οι δύο βουβά μέχρι ο ένας από τους δύο να πεθάνει και ο άλλος να ουρλιάξει για μια τελευταία φορά,όμως άσκοπα..."
Η Έλλη σηκώθηκε και άρχισε να ντύνεται,εκείνος έμεινε στο κρεβάτι και τη κοίταζε ακούγοντας τη καρδιά του να σπάει στα δύο για ακόμα μια φορά.

"Είχες δίκιο,με πόνεσες και θα με πονάς κάθε μέρα με το να παντρευτείς τη Δήμητρα,όμως έτσι πονούσα και μόνο που ήξερα ότι εκείνη ήταν μαζί σου,έτσι θα πονέσω και όταν σου χαρίσει το πρώτο σας παιδί,έτσι θα πονάω όταν ξέρω πώς είσαι σε εκείνης την αγκαλιά κάθε βράδυ,με εκείνη μπορείς να βγεις έξω δημόσια να περπατήσετε πιασμένοι χέρι με χέρι και έτσι επέλεξα να πονάω για να μην πονέσει ο Ιάσονας,να μην πονέσει η αδερφή σου,η μητέρα σου και μια μέρα ξυπνήσεις και συνειδητοποιήσεις πως πονάς και εσύ που σου λείπουν και το πρόβλημα είμαι εγώ!" Του απάντησε χωρίς να παίρνει αναπνοή και κάθησε δίπλα του στο κρεβάτι αφού είχε φορέσει και πάλι τα ρούχα της.
"Είμαι δειλή, όμως καμία ευτυχία δεν χτίστηκε πάνω σε δυστυχία."
Τον κοίταξε στα μάτια και ένα δάκρυ πρόλαβε να δραπετεύσει από μέσα τους.

"Είσαι δειλή και εκεί μπαίνει η τελεία."
Της σκούπισε το δάκρυ και ένας αναστεναγμός έφυγε από τα χείλη του ενώ έμεινε να τη κοιτάζει για λίγο.
Σηκώθηκε όρθιος και άρχισε να ντύνεται χωρίς να μιλάει κανείς τους.
Στάθηκε μπροστά της και εκείνη σηκώθηκε ενώ τα βλέμματα είχαν χάσει ξανά τη σπιρτάδα που λίγα λεπτά πριν υπήρχε μέσα τους.

"Ότι γίνει από εδώ και πέρα,θα ευθύνεσαι μόνο εσύ!" Τα χείλη του άγγιξαν το μέτωπο της απαλά αφήνοντας τα ίχνη τους σαν αποχαιρετιστήριο δώρο.

"Ανδρέα μην κάνεις λάθη που θα πληρώσουμε και οι δύο ακριβά!"Ο Ανδρέας είχε φτάσει ήδη κοντά στη πόρτα του δωματίου και την άνοιξε.

"Λάθη; Το λάθος είναι που δεν σε αρπάζω να φύγουμε,τώρα θα κάνω τα σωστά που θα σε οδηγήσουν στο λάθος!"

"Ανδρέα!" Φώναξε η Έλλη όμως εκείνος είχε πια κλείσει και τη πόρτα πίσω του.
Κάθησε στο κρεβάτι και άρχισε να κλαίει βουβά,όπως τόσα βράδια που τα δάκρυα έτρεχαν στο μαξιλάρι της ενώ ο Ιάσονας κοιμόταν,όπως εκείνες τις μέρες που γέννησε την Αριάδνη και η σκέψη πως οι περισσότερες πιθανότητες να είναι παιδί του Ανδρέα τη τρέλαιναν, όπως τα βράδια που είχε τύψεις,όπως τα βράδια που της έλειπε τόσο που της κοβόταν η ανάσα.

Θα άφηνε τον έρωτα της ζωής της,το ένα στο εκατομμύριο,για να μην πληγώσει κανένα.
Γιατί αυτή ήταν η Έλλη,πάντα οι άλλοι πάνω από εκείνη...
Είμαστε οι επιλογές μας συνήθιζε να λέει και πίστευε πως είχε κάνει τις δικές της,δεν είχε δικαίωμα στα λάθη,δεν είχε δικαίωμα στα πάθη,έπρεπε να είναι τέλεια ακριβώς γιατί είχε επιλέξει τα πρέπει της και τα είχε αγκαλιάσει σφιχτά. Ακριβώς επειδή ο Ανδρέας της θύμιζε πως "τέλεια" ήταν μόνο μαζί του,πονούσε και αυτός ο πόνος ήταν αβάσταχτος.

Ο γυρισμός στο σπίτι της ήταν αβάσταχτος,το σώμα της έτρεμε και τα μάτια της ήταν κόκκινα. Δεν άντεχε στη σκέψη πως θα είχε πάλι να αντιμετωπίσει τη πεθερά της όμως ήταν κάτι αναπόφευκτο.
Ξεκλείδωσε τη πόρτα και οι φωνές τους στο σαλόνι έκαναν την εμφάνιση τους τη στιγμή που άφηνε τα κλειδιά της πάνω στο μικρό τραπεζάκι που ήταν τοποθετημένο δίπλα από τη πόρτα.

Γελούσαν και μιλούσαν πίνοντας κρασί, όμως μια μεγάλη σιωπή απλώθηκε στο χώρο μόλις αντιλήφθηκαν πως γύρισε η Έλλη.

"Έλλη μου;" Ο Ιάσονας χαμογέλασε και χτύπησε το πόδι του απαλά για να καθήσει στην αγκαλιά του! "Καλώς τη μου!"

"Θα πάω να κάνω ένα μπάνιο,ήρθα από το γυμναστήριο και θέλω να καθαρίσω τον ιδρώτα από πάνω μου!" Του δικαιολογήθηκε γιατί δεν ήθελε να τον ακουμπήσει έχοντας ακόμα τον Ανδρέα πάνω της.

"Στην αισθητικό σου δεν ήσουν;" Τη ρώτησε αθώα η αδερφή του Ιάσονα κάνοντας τη να τα χάσει για λίγο.

"Ναι στην αισθητικό ήμουν,όμως γύρισα ξανά από το γυμναστήριο να κανονίσω κάποια τελευταία ραντεβού." Απάντησε βιαστικά για να μην προδοθεί,από παιδί ήταν κακή στο να λέει ψέματα και το ήξερε.

"Άντε πάμε να πλυθείς και έλα να μας κάνεις παρέα!" Πήρε το λόγο ξανά ο Ιάσονας δίχως να χάσει το χαμόγελο του.

"Θέλω να πάω τη μικρή για ύπνο και να περάσω λίγο χρόνο μαζί της,μου έλειψε σήμερα!"Είπε αθώα και χαμογέλασε στη σκέψη της κόρης της.

"Εσένα περίμενε η Αριάδνη για να κοιμηθεί, πότε θα θυμηθείς να μαζευτεις στο σπίτι σου,κοιμήθηκε το παιδί εδώ και μια ώρα!" Απάντησε αυταρχικά η Κάτια και η Έλλη τη κοίταξε έκπληκτη.

"Δεν σου επιτρέπω Κάτια!" Η φωνή της ανέβηκε απότομα.

"ΈΛΛΗ!" Ο Ιάσονας τη κοίταξε αυστηρά και η Έλλη πήρε τα μάτια της από την Κάτια και τα έστρεψε στον άντρα της.
Το θυμό διαδέχθηκε η απογοήτευση για ακόμα μια φορά στο θέμα Κάτια.

"Καληνύχτα!" Ψέλλισε έτοιμη να κλάψει ξανά και αφού τους γύρισε τη πλάτη έφυγε τρέχοντας στο δωμάτιο της κόρης της.
Κάθησε στο πάτωμα και της χάιδεψε τα μαλλιά περνώντας το χέρι της ανάμεσα από τα κάγκελα της κούνιας, ενώ εκείνη κοιμόταν γαλήνια.
Τα δάκρυα της έτρεχαν βροχή όμως δίπλα στο παιδί της δεν ένιωθε μόνη...



















Έρχεται τέλος στο Σκοτεινό Άγγελο και νέα κεφάλαια εδώ.
Ζω ;)





Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top