Κεφάλαιο 6- Μέρος Πρώτο

Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2029

Σίσυ: 39
Έμμα: 29
Χρήστος: 28
Γεράσιμος: 27
Έλενα: 26
Βάιος: 25
Παναγιώτα: 4

Καθόμουν στο σαλόνι μαζί με τον Γεράσιμο, τον Χρήστο και την Έλενα και περιμέναμε τη Σίσυ.

"Έχει κανείς ιδέα γιατί μας είπε η Σίσυ να την περιμένουμε εδώ;" έσπασε τη σιωπή ο Χρήστος.

"Δεν ξέρω, πάντως αυτά τα συμβούλια συνήθως δεν βγαίνουν σε καλό." Είπε ο Γεράσιμος. Εκείνη την ώρα η κεντρική πόρτα άνοιξε και επιτέλους μπήκε η Σίσυ.

"Γεια, παιδιά!" Μας χαιρέτησε χαρούμενη. Σηκωθήκαμε όλοι και πλησιάσαμε.

"Υποδεχθείτε  τον νέο μας συγκάτοικο: τον Βάιο Κιτσόπουλο." Πίσω της μπήκε ίσως ο ομορφότερος άντρας που είχα δει ποτέ μου. Έτσι ένιωσα εκείνη τη στιγμή. Είχε κοντά καστανά μαλλιά και όμορφο πρόσωπο με βαθιές γωνίες. Φορούσε ένα κολλητό μαύρο τζιν, μέσα από το οποίο φαινόταν πως ήταν γυμνασμένος,  σκούρο καφέ φούτερ και μαύρα παπούτσια. Στάθηκε δίπλα στη Σίσυ.

"Γεια σας." Είπε και οι ματιές μας συναντήθηκαν. Η Σίσυ μας σύστησε όλους, όμως εγώ δεν παρακολουθούσα γιατί ήμουν χαμένη μέσα στο βλέμμα του και στα ζεστά κάστανα του μάτια που ενώθηκαν με τα δικά μου. Πρώτη φορά ένιωθα έτσι, σαν υπνωτισμένη μπροστά από έναν άντρα που μόλις γνώριζα. Ένα ρίγος διαπερνούσε ολόκληρο το σώμα μου απλά και μόνο επειδή με κοιτούσε. Έπειτα ο Βάιος έστρεψε τη μάτια του στους υπόλοιπους και συστήθηκε ευγενικά. Όταν ήρθε η σειρά να σφίξει και το δικό μου χέρι, το κράτησε λίγο παραπάνω από όσο χρειαζόταν. Δεν είχα πλέον αμφιβολία. Αυτός ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά! Και μέχρι τώρα δεν είχα ιδέα πως υπήρχε.

Στα 29 μου χρόνια, είχα κάνει διάφορες σχέσεις, όμως ο ένας ήταν χειρότερος απ τον άλλο. Όλοι με απογοήτευαν και εκτός αυτού, δεν είχα νιώσει ποτέ κάτι το ιδιαίτερο για κανέναν από αυτούς, αυτό το σκίρτημα η τη φλόγα που έλεγαν όλοι. Ώσπου ήρθε αυτός ο γοητευτικός άντρας απ το πουθενά και ανέτρεψε τα πάντα.

"Βάιε, τι δουλειά κάνεις;" τον ρωτούσε η Έλενα τη στιγμή που προσγειώθηκα και πάλι στη Γη. Ο Βάιος δεν με κοιτούσε πια. Είχε πιάσει συζήτηση με τους υπολοίπους .

"Είμαι μάγειρας." Της απάντησε. Όλοι άρχισαν να τον ρωτάνε σχετικά με τα μυστικά και τις δυσκολίες του επαγγέλματος. Εγώ όμως δεν τολμούσα να του μιλήσω, χωρίς να ξέρω γιατί.

Βάιος μόλις μετακόμισε στην πόλη." Είπε ύστερα η Σίσυ. " Και μιας και έχουμε μεγάλο σπίτι και περισσεύουν δύο δωμάτια, είπα να τον φιλοξενήσουμε και να μας δίνει κάθε μήνα ένα συμβολικό ποσό για το ενοίκιο. Δεν υπάρχει αντίρρηση..."

"Όχι, καμία απολύτως!" Είπε κατευθείαν η Έλενα, εισπράττοντας ένα βλέμμα γεμάτο ζήλια από τον Γεράσιμο.

"'Εμμα, θες να πάτε να ξεναγήσεις τον Βάιο στην πόλη;" μου πρότεινε η Σίσυ, σαν να είχε διαβάσει τις σκέψεις μου!

"Ε... Ναι.. Βέβαια. Αν θέλει και ο ίδιος, φυσικά." Είπα και κοίταξα πάλι στα μάτια του.

"Είμαι λίγο κουρασμένος απ το ταξίδι, αλλά νομίζω πως μπορούμε να πάμε έστω μέχρι το κεντρικό πάρκο για λίγο." Ήταν η πρώτη φορά που απευθύνθηκε σε εμένα ευθέως.

Βγήκαμε έξω. Είχε σχεδόν νυχτώσει, ο καιρός ήταν συννεφιασμένος και τα σύννεφα βαριά, έτοιμα να ρίξουν τη βροχή τους στον κόσμο. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο μου, ένα γκρι, παλιό μεταχειρισμένο και ξεκινήσαμε. Ο Βάιος ήταν πολύ σιωπηλός και απέφευγε να με κοιτάξει.

"Σε ποιο εστιατόριο είσαι μάγειρας;" τον ρώτησα για να σπάσω την αμηχανία.

"Στο Little Corsica Bistro." Μου απάντησε.

"Τέλειο! Έχω φάει πολλές φορές εκεί." Είπα. Όντως, το συγκεκριμένο ήταν το πιο διάσημο εστιατόριο της πόλης με τις καλύτερες κριτικές.

"Τα φαγητά τους είναι υπέροχα." Συνέχισα. " Αν και τώρα που πήγες κι εσύ, είμαι σίγουρη πως θα είναι ακόμα καλύτερα." Ωχ, τι ανόητο πράγμα βρήκα και είπα!

"Γιατί το λες αυτό;" με ρώτησε αφοπλίζοντας με.

"Επειδή... Σίγουρα θα είσαι πολύ καλός μάγειρας για να σε πήραν εκεί."

"Κι εσύ που το ξέρεις; Μόλις με γνώρισες, δεν έχεις δοκιμάσει φαγητό μου, δεν ξέρεις πως μαγειρεύω." Μου είπε κάνοντας με να νιώσω ακόμα πιο ηλίθια! "Η μήπως το λες επειδή νομίζεις πως είμαι ένας από εκείνους τους όμορφους σεφ που βλέπεις στην τηλεόραση;" Δεν του απάντησα. Μου ερχόταν να βάλω τα κλάματα, μα συγκρατήθηκα σφίγγοντας με όλη μου τη δύναμη το τιμόνι. Γιατί ήταν τόσο ψυχρός απέναντι μου;

"Να μην κάτσουμε πολύ σε παρακαλώ. Το πάει για βροχή." Μου είπε ύστερα από λίγο.

"ΟΚ." Του απάντησα μόνο και δεν ξαναμιλήσαμε μέχρι το τέλος της διαδρομής.

Πάρκαρα στην άκρη του πάρκου και βγήκαμε. Περπατήσαμε λίγο αμίλητοι, εγώ κοιτούσα κάτω έχοντας τα χέρια μου στις τσέπες του τζιν μου. Έπειτα σταμάτησα στην κεντρική πλατεία και ξεκίνησα να λέω με ύφος επίσημο:

"Λοιπόν, αυτό είναι το κεντρικό πάρκο της Διδυμούπολης. Εδώ γίνονται πολλές εκδηλώσεις, πάρτι και πανηγύρια." Όμως τώρα ήταν άδειο το πάρκο και ήμασταν μόνοι μας.

"Χμμ... Μάλιστα." Είπε ο Βάιος αφηρημένος, σαν να είχε κάπου αλλού το μυαλό του. Άκουσα κάτι να δονείται.

"Με συγχωρείς λίγο, χτυπάει το κινητό μου." Είπε  και αφού το έβγαλε απ την τσέπη του τζιν του το σήκωσε. "Έλα! Ναι, μόλις έφτασα." Το πρόσωπο του άλλαξε αμέσως έκφραση. Έγινε πιο χαρούμενος.

"Μια απ τις συγκατοίκους μου με έφερε στο κεντρικό πάρκο για να με ξεναγήσει. Ναι έλα, σε περιμένω." Το έκλεισε και με κοίταξε. "Έρχεται το αγόρι μου, ο Τόνι." Είπε και αμέσως τα έχασα.

"Το...αγόρι σου;" ρώτησα σαστισμένη.

"Ναι. Είμαι γκέι. Δεν πιστεύω να έχεις πρόβλημα με αυτό; Δεν είσαι ομοφοβική η κάτι τέτοιο...;"

"Όχι, όχι! Προς Θεού!" Αναφώνησα. Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Ο Βάιος  , ο μοναδικός άντρας που ερωτεύθηκα με την πρώτη ματιά, είναι γκέι. Μα πως ήταν δυνατόν; Αφού ένιωσα ότι υπήρχε κάτι μεταξύ μας. Η μήπως ήταν η ιδέα μου, ένας έρωτας μόνο απ την δική μου τη μεριά;

"Τι έχεις; Σε πειράζει, έτσι;" με ρώτησε πάλι. Φαίνεται είχε καταλάβει την απογοήτευση μου. Έπρεπε να το καλύψω αλλιώς θα πίστευε όντως ότι είμαι ομοφοβική!

"Όχι, απλά σκεφτόμουν... Πώς είπες ότι το λένε το αγόρι σου;" ρώτησα, γιατί το όνομα Τόνι όντως κάτι μου θύμιζε.

"Τόνι. Τόνι Βάγκνερ. Είναι τραγουδιστής των IQ." Αυτό και αν ήταν σύμπτωση και παιχνίδι της μοίρας!

"Το ξέρω." Απάντησα. "Είναι το δικό μας συγκρότημα. Και η Σίσυ είναι μέλος."

"Το γνωρίζω, καλή μου." Απάντησε ο Βάιος γελώντας. "Είμαι μεγάλος φαν."

Όντως, η Σίσυ κατάφερε τελικά να πραγματοποιήσει το όνειρό της και να συμμετάσχει σε συγκρότημα. Τραγουδιστής ήταν φυσικά ο διάσημος Τόνι Βάγκνερ. Η Σίσυ ήταν στα πλήκτρα, και υπήρχε επίσης ένας κιθαρίστας, ο Μπίλι και μια κοπέλα ντράμερ, η Λίζα. Εγώ μπήκα πρόσφατα στο συγκρότημα και για αυτό δεν ήμουν πολύ γνωστή. Στην αρχή ήμουν απλή βοηθός, όταν όμως έφυγε ο μπασίστας, πήρα τη θέση του και το ταλέντο μου είχε αρχίσει επιτέλους να αναγνωρίζεται.

"Η Σίσυ πάντα έλεγε πως ο Τόνι είναι εκκεντρικός τύπος και έχει παραδεχθεί δημόσια πως είναι γκέι, όμως κάνεις δεν ήξερε για τη σχέση του μαζί σου." Του είπα.

"Έκπληξη!" Ακούστηκε μια φωνή και κάποιος πετάχτηκε πίσω από ένα θάμνο τρομάζοντας μας. Ήταν ο Τόνι. Ήταν όντως εκκεντρικός, είχε βαμμένα ξανθά μαλλιά  με ροζ ανταύγειες και ορισμένες φορές βαφόταν κιόλας, όμως τώρα ήταν άβαφτος και ντυμένος απλά με τζιν και δερμάτινο μπουφάν. Φίλησε στο στόμα τον Βάιο, με πάθος, χωρίς να τον νοιάζει που τους έβλεπα.

"Έμμα!" Φώναξε μετά και με αγκάλιασε ενθουσιασμένος. "Τι κάνεις, χρυσό μου;" με φίλησε στα μάγουλα.

"Γεια σου Τόνι." Είπα.

"Λοιπόν, αγάπη μου, η Έμμα είναι μια απ τις καινούργιες μου συγκατοίκους." Είπε ο Βάιος.

"Το ξέρω. Εγώ ζήτησα από τη Σίσυ να σε φιλοξενήσει σπίτι τους. Αν έμενες στο δικό μου, ίσως γινόμασταν στόχος για κουτσομπολιά και οι παπαράτσι θα έκαναν πάρτι απ έξω κάθε μέρα." Αστειεύτηκε ο Τόνι. Εκείνη τη στιγμή νιώσαμε χοντρές ψιχάλες να πέφτουν στα πρόσωπα μας.

"Πρέπει να φύγουμε. Θα αρχίσει να βρέχει." Είπα και ο Βάιος συμφώνησε. "Χάρηκα που σε είδα, Τόνι. Και μην ανησυχείς, δεν θα διαρρεύσει τίποτα για τη σχέση σας." Ο Βάιος με κοίταξε σαν να με ευχαριστούσε, επιβεβαιώνοντας την υποψία μου ότι κρατούσαν τη σχέση τους κρυφή.

"Ευχαριστώ." Είπε ο Τόνι. " Το καινούργιο τραγούδι είναι έτοιμο, παρεμπιπτόντως. Πες στη Σίσυ να μαζευτούμε αύριο σπίτι σας να το προβάρουμε."

"Ανυπομονώ." Είπα.

"Λοιπόν, πάμε;" με ρώτησε ο Βάιος.

"Ναι, πάμε. Καληνύχτα, Τόνι."

"Καληνύχτα αγαπούλα!" Ο Τόνι με αγκάλιασε πάλι, φίλησε ξανά τον Βάιο και φύγαμε.

Όταν μπήκαμε στο αυτοκίνητο, η απογοήτευση μου επειδή δεν θα μπορούσα ποτέ να έχω τον Βάιο επέστρεψε. Δεν μπορεί να ένιωσα μόνο εγώ κάτι... Τον είδα πως με κοίταξε όταν μας σύστησε η Σίσυ. Δεν μπορεί! Δεν ήταν μόνο το γεγονός ότι ανήκε σε κάποιον άλλον, αλλά πολύ περισσότερο το ότι ήταν γκέι και δεν θα γυρνούσε ποτέ να με κοιτάξει ερωτικά. Όσο και αν με πλήγωνε  όμως όφειλα να το αποδεχτώ. Ώσπου ένα βράδυ...

Τον είδα να κάθεται στο παγκάκι πλάι στην πισίνα σκεφτικός, μπορεί και λυπημένος. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι ένιωθε. Πλησίασα. Ήταν μια όμορφη νύχτα και όλα τα αστέρια έλαμπαν ψηλά στον ουρανό.

"Βάιε; Τι κάνεις εδώ πέρα μόνος σου;" τον ρώτησα.

"Απολαμβάνω αυτή την όμορφη βραδιά." Μου απάντησε, και τότε κατάλαβα πως ήταν θλιμμένος για κάτι. "Θα κάτσεις να μου κάνεις παρέα;" μου πρότεινε, και μόνο που δεν πανηγύρισα εγώ!

"Ναι, φυσικά." Απάντησα και κάθισα δίπλα του στο παγκάκι.

"Ξέρεις, χώρισα με τον Τόνι." Μου είπε. Κατά βάθος χάρηκα και ένιωσα ένοχη για αυτό, όμως δεν το έδειξα.

"Αλήθεια; Γιατί;" ρώτησα μόνο.

"Μου είπε ότι...Δεν είμαι αρκετά γκέι για εκείνον, ότι κοιτάω γυναίκες και ότι ντρέπομαι για τη σχέση μας."

"Λυπάμαι. Και είναι οριστικό;"

"Ναι."  Τώρα πια μπορούσα να χαρώ μέσα μου χωρίς ενοχές! Το πεδίο ήταν ελεύθερο! Ίσως όντως να ίσχυε το ότι του αρέσουν και γυναίκες, οπότε είχα έστω μια ελπίδα!

"Μην ανησυχείς." Του είπα. "Είμαι σίγουρη ότι θα ξαναβρείς κάποιον...Η κάποια, για να αγαπήσεις ξανά. Πάντως μη ντρέπεσαι για αυτό που είσαι. Έχω μάθει να αποδέχομαι τους ανθρώπους όπως είναι. Κι εσύ είσαι φίλος μου και σ αγαπώ πάρα τις προτιμήσεις σου στους άντρες." Το σ αγαπώ που του είπα έμμεσα, πάντως, μόνο φιλικό δεν ήταν! Λίγο ακόμα να με κοιτούσε με αυτά τα κάστανα μάτια και δεν θα μπορούσα να κρύψω άλλο τα αισθήματα μου.

"Ευχαριστώ, Έμμα. Το εκτιμώ πολύ." Μου είπε και χαμογέλασε, κάνοντας με να λιώσω.

"Ναι σαι καλά. Έχει λίγο ψυχρά, ε;" είπα  για να αλλάξω θέμα και να μην καρφωθώ.

"Κρυώνεις;" μου είπε ο Βάιος. "Έλα εδώ." Έβαλε το χέρι του πάνω από τους ώμους μου και πριν καν το καταλάβω βρισκόμουν στην αγκαλιά του. "Τώρα κρυώνεις;" με ρώτησε με απαλή φωνή.

"Λιγότερο." Είπα, αν και στην πραγματικότητα είχα πάρει φωτιά έτσι όπως με κρατούσε στα χέρια του. Ήταν τόσο ζεστή η αγκαλιά του. Η καρδιά μου χτυπούσε τόσο δυνατά που ένιωθα πως θα ξεκολλήσει απ το στήθος μου. Γύρισα και τον κοίταξα. Οι ματιές μας ενώθηκαν και τα χείλη μας απείχαν μόνο μερικά εκατοστά. Θεέ μου, πόσο υπέροχα ήταν...! Δεν άντεχα άλλο. Πλησίασα κι άλλο τα χείλη μου στα δικά του και εκείνα ενώθηκαν μεταξύ τους. Άρχισαν να κινούνται αργά και απαλά, στέλνοντας ρίγη σε όλο μου το σώμα. Η γλώσσα μου αναζήτησε τη δική του και εκείνος ανταποκρίθηκε αμέσως και τώρα πια φιλιόμασταν με τόσο πάθος που ένιωθα πως θα τελειώσω. Το χέρι μου κινήθηκε στο σημείο  ανάμεσα στα πόδια του και το δικό του χαμηλά στη μέση μου. Ένιωθα σαν να βρισκόμασταν σε κάποιον άλλο πλανήτη μόνο οι δύο μας. Δεν είχα ιδέα πόση ώρα είχε  περάσει. Σταματούσαμε ξέπνοα μόνο για ένα δευτερόλεπτο, για να πάρουμε ανάσα και συνεχίζαμε πάλι. Ήταν δικός μου τώρα, ήμουν σίγουρη πως ότι και αν του ζητούσα θα το έκανε. Δεν άντεχα να περιμένω άλλο. Διέκοψα το ατελείωτο αυτό φιλί και κοιταχτήκαμε στα  μάτια λαχανιασμένοι.

"Πάμε στο Κόκκινο Δωμάτιο;" του πρότεινα δίχως ίχνος δισταγμού η ντροπής. Ο Βάιος όμως τραβήχτηκε ξαφνικά από την αγκαλιά μου, σαν να του είχα πει κάτι πολύ κακό.

"Δεν μπορώ." Μου είπε αποφεύγοντας το βλέμμα μου. Ένιωσα μεγάλη απογοήτευση. Τόση ώρα που με φιλούσε, ήμουν σίγουρη πως με ήθελε και αυτός σαν τρελός. Και τώρα μου αρνιόταν τόσο απλά μια νύχτα; Δεν ήθελα να του πω τίποτα άλλο. Σηκώθηκα και γύρισα την πλάτη για να απομακρυνθώ.

"Έμμα..." με σταμάτησε η απαλή φωνή του, και για λίγο σκέφτηκα μήπως είχε αλλάξει γνώμη. Στράφηκα και τον κοίταξα. Με είχε πλησιάσει.

"Πρέπει να με καταλάβεις. " είπε. "Δεν θα μπορούσα ποτέ να σου προσφέρω την ικανοποίηση που αξίζεις ως γυναίκα." Εγώ όμως δεν μπορούσα να καταλάβω. Ένιωθα ακόμα τα χείλη του πάνω στα δικά μου, εκείνο τον πόθο που με έκανε να νιώσω μόλις λίγα δευτερόλεπτα πριν. Όμως δεν ήθελα να τον πιέσω άλλογιατί έτσι θα έκανα τα πράγματα χειρότερα.

"Δεν πειράζει... Καταλαβαίνω. " προσποιηθηκα με χαμόγελο. "Καληνύχτα, Βάιε."

"Καληνύχτα." Μου είπε και γύρισα για να απομακρυνθώ προς το εσωτερικό του σπιτιού.

Ξάπλωσα σκεπτόμενη ακόμα το υπέροχο φιλί του και τη φωτιά που είχε αφήσει άσβεστη μέσα μου. Πώς γίνεται ένας άντρας που λέει ότι δεν πάει με γυναίκες να μπορεί να κάνει μια γυναίκα να νιώσει έτσι;

Ξημέρωσε μια ομιχλιασμένη μέρα. Είχα κοιμηθεί ελάχιστα. Σηκώθηκα και πήγα στο μπάνιο, ελπίζοντας να μην πετύχω τον Βάιο πουθενά. Αφού τελείωσα κατέβηκα στην κουζίνα του ισογείου. Μόνο η Σίσυ καθόταν σε μια απ τις καρέκλες του τραπεζιού και έτρωγε πρωινό.

"Καλημέρα Έμμα. " Μου είπε με κάπως αυστηρό και ανόρεχτο ύφος

"Καλημέρα Σίσυ." Δεν είχα όρεξη να φάω τίποτα. Μόνο καφέ ήθελα για να ανοίξουν τα μάτια μου. Κινήθηκα προς την καφετιέρα, επάνω στον πάγκο της κουζίνας και είδα στο νεροχύτη να έχουν μαζευτεί ένα σωρό άπλυτα πιάτα. Μόρφασα από τις μυρωδιές των χθεσινών και προχθεσινών φαγητών και άρχισα να φτιάχνω τον καφέ μου. Ήξερα πως το φταίξιμο για την κατάσταση της κουζίνας και γενικά του σπιτιού τις τελευταίες μέρες ήταν κυρίως δικό μου.

"Σήμερα έχουμε πρόβα, μην το ξεχάσεις. Στις έξι το απόγευμα να είσαι εδώ." μου είπε η Σίσυ όταν κάθισα στο τραπέζι με την κούπα τον αχνιστό καφέ στο χέρι μου. Δεν απάντησα. Η σκέψη μου για ακόμα μια φορά πήγε στον Βάιο και στο χθεσινό όλο πάθος φιλί μας. Ήπια μια γουλιά καφέ.

"Ε! Με προσέχεις;" αναφώνησε νευριασμένη η Σίσυ.

"Ε; Ναι... Βέβαια. Θα είμαι εδώ για την πρόβα." απάντησα. 

Ευτυχώς, η μουσική με έκανε να ξεχνώ όλα μου τα προβλήματα. Η Σίσυ είχε μετατρέψει το υπόγειο σε στούντιο, για να κάνουμε εκεί τις πρόβες και τις ηχογραφήσεις με το συγκρότημα χωρίς να ενοχλούμε κανέναν. Είχα ένα μικρό άγχος βέβαια. Πώς θα αντιμετώπιζα τον Τόνι μετά το χθεσινό φιλί με τον πρώην του;

"Ωραία. Εγώ να πηγαίνω." Είπε η Σίσυ και σηκώθηκε. Και ύστερα έριξε τη βόμβα που περίμενα απ την ώρα που μπήκα:

"Και κάνε καμία δουλειά, σε παρακαλώ. Έχουμε βρομίσει από τότε που έφυγε ο πρώην σου."

Αναφερόταν φυσικά στον τελευταίο μας οικιακό βοηθό, τον Άρη, με τον οποίο είχαμε μια σύντομη σχέση λίγο πριν εμφανιστεί ο Βάιος στις ζωές μας. Κράτησε μόνο για λίγες μέρες, όμως εγώ δεν ήθελα να συνεχίσω μαζί του και τον χώρισα. Εκείνος παραιτήθηκε αμέσως. Οπότε , λογικό ήταν να κατηγορεί εμένα η Σίσυ για την κατάσταση του σπιτιού.

Το απόγευμα έφτασε. Η ομίχλη είχε διαλυθεί και ο ήλιος έφτανε ανενόχλητος προς τη Δύση του.

Πρώτος έφτασε ο Τόνι. Μας χαιρέτησε όλους κανονικά και δεν φαινόταν καθόλου η θλίψη του για τον χωρισμό του με τον Βάιο. Ευτυχώς για εμένα, η Σίσυ δεν ανέφερε κάτι, έτσι δεν θα χρειαζόταν να νιώσω αμήχανα για αυτό που έγινε το προηγούμενο βράδυ.

Μετά έφτασε ο κιθαρίστας μας, ο Μπίλι. Ήταν όμορφος νεαρός, με καστανά μαλλιά με μια φράντζα που έπεφτε απαλά πάνω από το ένα του μάτι και πολλά τατουάζ στα χέρια.

"Καλώς τον Μπίλι." είπε η Σίσυ. "Η άλλη που είναι;"  Αναφερόταν φυσικά στη ντράμερ, τη Λίζα, η οποία πάντα αργούσε. Ήταν κι εκείνη γεμάτη με τατουάζ σε όλο σχεδόν το σώμα της και αρκετά εκκεντρική στο ντύσιμο και στο βάψιμο.

"Ξέρω γω... Μάλλον θα την καθυστερεί η αδελφή της πάλι." απάντησε ο Μπίλι. "Όπου να 'ναι θα έρθει, ελπίζω." Η Λίζα ζούσε με την μικρότερη αδελφή της και συνέχεια τσακώνονταν. Πλησίασα κι εγώ. Είχα φορέσει το αγαπημένο μου ξεβαμμένο τζιν και ένα γκρίζο, επίσης ξεβαμμένο και ξεφτισμένο, μπλουζάκι.

"Καλησπέρα Μπίλι." του είπα.

"Γεια σου κούκλα." με χαιρέτησε εκείνος. "Είσαι έτοιμη να ροκάρουμε;"

"Είμαι, αρκεί να έρθει και η ντράμερ μας."

"Είπε κανείς ντράμερ;!" ακούστηκε μια ενθουσιασμένη γυναικεία φωνή από την πόρτα. Ήταν η Λίζα. Φορούσε ένα κοντό τζιν σορτσάκι, μαύρη μπλούζα με διχτυωτά μανίκια και μαύρες ψηλές μπότες που της έφταναν ως το γόνατο. Το βάψιμο της έντονο, ως συνήθως, με μαύρη σκιά και μολύβι στα μάτια και μαύρο κραγιόν στα χείλη. Τα κατάξανθα μαλλιά της ήταν μαζεμένα σε πλεξούδες.

"Α! Κατά φωνή." είπε ο Μπίλι.

"Τι λέει, μάγκες;" χαιρέτησε η Λίζα. "Σόρι που άργησα, αλλά η ηλίθια η αδελφή μου δεν σταματούσε τη γκρίνια της. Απορώ γιατί μένω ακόμα μαζί της!"

"Καταλαβαίνω τι περνάς. Είστε τελείως διαφορετικοί χαρακτήρες και για αυτό δεν τα βρίσκετε." της είπε η Σίσυ. Εκείνη την ώρα κατέβηκε ο Βάιος, ντυμένος για τη δουλειά με τη στολή του μάγειρα. Θεέ μου, του πήγαινε τόσο πολύ...!  Έριξε μια ματιά  στον Τόνι και έπειτα σε εμένα.

"Γεια σας, παιδιά." χαιρέτησε βιαστικά και έφυγε. Εκείνος τον παρακολούθησε μέχρι να βγει από την πόρτα και όλοι καταλάβαμε πως πονούσαν και οι δυο για τον χωρισμό τους. Η Σίσυ πλησίασε τον τραγουδιστή μας και έβαλε το χέρι της στον ώμο του.

"Η μουσική θα σε βοηθήσει να ξεχαστείς." του είπε.

"Ναι, έχεις δίκιο. Ώρα να πιάσουμε δουλειά." είπε εκείνος αποφασισμένος.

Πήγαμε στο υπόγειο και στήσαμε τα όργανα. Η Σίσυ πήρε θέση μπροστά απ' τα πλήκτρα, ο Τόνι άρχισε να δοκιμάζει το μικρόφωνο, εγώ και ο Μπίλι περάσαμε τις κιθάρες πάνω απ' τους ώμους και τις κουρδίσαμε λίγο. Η Λίζα κάθισε στα ντραμς.

"Έτοιμοι; Τρία, δύο, ένα, και!" είπε ο Τόνι κι εγώ μπήκα πρώτη με το μπάσο μου, συνοδεύοντας την απαλή φωνή του στην πρώτη στροφή. Είπε μερικούς στοίχους κι έπειτα, η Λίζα έδωσε ρυθμό χτυπώντας τα ντραμς και μπήκαν και οι υπόλοιποι. Όσο προχωρούσε το τραγούδι, τόσο πιο δυναμικό γινόταν και η φωνή του Τόνι αγρίευε και δυνάμωνε κι εκείνη. 

Παραδόθηκα στη μουσική, σε αυτό που μου άρεσε να κάνω και ταξίδεψα με τις νότες σε άλλη διάσταση. Σκεφτόμουν τον Βάιο, τον πόνο της απόρριψης του, όμως αυτό μου έδινε ακόμα περισσότερη ορμή για να παίζω. Το ίδιο και ο Τόνι, που τραγουδούσε σαν να μην υπάρχει αύριο. Ένιωθα κάποιες στιγμές ότι μοιραζόμασταν τον ίδιο πόνο κατά κάποιον τρόπο, και ας μη γνώριζε εκείνος για τον έρωτα μου για τον Βάιο, και ας τον είχε απορρίψει ο ίδιος. Ίσως και να μετάνιωσε, ίσως ήθελε να ξαναείναι μαζί του. Αυτό όμως θα προκαλούσε ακόμα περισσότερο πόνο σε εμένα. 

Παίξαμε μερικά ακόμα κομμάτια, δικά μας αλλά και μερικών άλλων συγκροτημάτων και ο Γεράσιμος είχε έρθει να μας παρακολουθήσει. Κάπου στο τέλος ενός κομματιού, πρόσεξα πως είχε κολλήσει και κοιτούσε σαν χαμένος τη Λίζα.

******************************************

Μεγάλο βγήκε, ε; Σύντομα θα είναι έτοιμο και το δεύτερο μέρος με τις εξής εξελίξεις: 

Η Έμμα προσπαθεί πάλι να προσεγγίσει τον Βάιο και επιστρατεύει όλη τη θηλυκή της γοητεία για να τον ξελογιάσει, ενώ ο Γεράσιμος ερωτεύεται παράφορα τη Λίζα. Θα ακολουθήσει την καρδιά του, ή τη λογική που του λέει να παραμείνει πιστός στην έγκυο γυναίκα του;


Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top