Κεφάλαιο 6- Μέρος Δεύτερο

Είναι τέλεια! Σκεφτόταν ο Γεράσιμος καθώς παρατηρούσε τη γοητευτική ντράμερ Λίζα όσο οι IQ ροκαραν με πάθος. Τόσους μήνες που το συγκρότημα έκανε πρόβες στο σπίτι τους δεν είχε καθίσει ποτέ να τους δει να παίζουν. Και τώρα ένιωθε κάτι δυνατό, κάτι ανεξέλεγκτο για τη σκοτεινή, ξανθιά θεά και τα τύμπανα που χτυπούσε. Έβγαζε ένα δυναμισμό απίστευτο που τον τρέλαινε και αν δεν της μιλούσε και δεν τη γνώριζε καλύτερα θα τρελαινόταν.

"Μπράβο, παιδιά! Είστε καταπληκτικοί." διέκοψε τις ονειροπολήσεις του ο Τόνι. Οι πρόβες είχαν τελειώσει και τα μέλη άρχισαν να μαζεύουν τα όργανα. Ο Γεράσιμος βρήκε ευκαιρία και την πλησίασε.

"Γεια." της είπε. Η κοπέλα σήκωσε το βλέμμα της και τον κοίταξε κάνοντας τον να τα χάσει.

"Δεν θυμάμαι να έχουμε συστηθεί επισήμως... Γεράσιμος Τζίος." της είπε ευγενικά και την κάρφωσε με τα μάτια του εκείνα που είχαν γοητεύσει τόσες γυναίκες. "Έχω μείνει άφωνος από το παίξιμο σου."

"Ευχαριστώ, Γεράσιμο. Με λένε Λίζα Μάγιου, αν και σίγουρα θα με ξέρεις."

"Ω, μα και βέβαια! Είμαι μεγάλος θαυμαστής του συγκροτήματος και ειδικά δικός σου." της εκμυστηρεύτηκε, αν και δεν άκουγε ιδιαίτερα αυτό το είδος μουσικής.

"Αχ, ευχαριστώ και πάλι." είπε η κοπέλα γοητευμένη. "Είσαι πολύ γλυκός." Του χαμογέλασε και τα μελί της μάτια φάνηκαν τώρα πιο ζεστά, παρά τη μαύρη σκιά που τα πλαισίωνε.

"Ο ήχος από τα ντραμς σου χτυπάει κατευθείαν στην καρδιά μου." της είπε και ένιωσε ένα ανεπαίσθητο φτερούγισμα στην καρδιά του. "Τι θα έλεγες να βγούμε κάποια μέρα, να γνωριστούμε καλύτερα;"

"Ναι, φυσικά." του απάντησε η Λίζα και ο Γεράσιμος πέταξε από τη χαρά του μέσα του. "Θα γνωριστούμε...εις βάθος." πέρασε στην επίθεση και τον κοίταξε με νόημα, ερχόμενη λίγο πιο κοντά του. Η Σίσυ τους κοίταξε από λίγα μέτρα πιο πέρα και είδε πόσο κοντά είχαν έρθει. Τα πράγματα δεν θα εξελίσσονταν καθόλου καλά ανάμεσα στον Γεράσιμο και στην Έλενα έτσι και ο πρώτος συνέχιζε αυτό το φλερτ με τη Λίζα. Όμως είχε ορκιστεί να μην ανακατευτεί ξανά με τα ερωτικά των "παιδιών" της. Ήταν μεγάλοι πια, μπορούσαν να πάρουν τις δικές τους αποφάσεις, όσο σωστές ή λάθος κι αν ήταν.

💥💥💥💥

Το ίδιο βράδυ, το πήρα απόφαση ότι δεν θα άντεχα αν δεν έκανα τον Βάιο δικό μου. Δεν με γελούσε εμένα, από το παθιασμένο φιλί του και από τον τρόπο που με κοιτούσε, ήμουν σίγουρη ότι ήταν μπάι και όχι γκέι. Και δεν μπορούσα να δεχθώ ότι βρισκόταν στο κρεβάτι του, μόλις δύο πόρτες μακριά μου και δεν μπορούσα να τον αγγίξω. Έπρεπε να τον αγγίξω και ύστερα να με αγγίξει κι αυτός και...

"Τέλεια! Αποκλείεται να μου αντισταθεί τώρα." μονολόγησα μπροστά απ' τον καθρέφτη. Είχα φορέσει τα πιο προκλητικά εσώρουχα που είχα, ένα λευκό, δαντελωτό σετ με γαλάζιες λεπτομέρειες και φιογκάκια, το οποίο συνδύασα με μαύρες, ημιδιαφανές, ψηλές κάλτσες στερεωμένες σε ζαρτιέρες φυσικά. Βάφτηκα με απαλή σκιά, μάσκαρα, ρουζ και φυσικά ένα κατακόκκινο κραγιόν που έκανε τα χείλη μου ακόμη πιο σαρκώδη από ότι ήταν. Ίσιωσα τα σκούρα ξανθά μαλλιά μου και τα μάζεψα ψηλά σε ένα εντυπωσιακό χτένισμα. Ήμουν ωραία γυναίκα τελικά και ας μην το έβλεπα συχνά! Αποκλείεται να αντιστεκόταν στα χείλη μου και στο γυμνασμένο ηλιοκαμένο σώμα μου. Φόρεσα και μια λευκή μεταξωτή ρόμπα και έτοιμη!

Βγήκα στον κενό χώρο του ορόφου. Ήταν σκοτεινός και ήσυχος, που σήμαινε ότι όλοι είχαν πέσει για ύπνο. Ήμουν έτοιμη για όλα εκείνη τη νύχτα. Ένιωθα ήδη το σώμα μου να παίρνει ολόκληρο φωτιά. Πλησίασα την πόρτα του δωματίου του και την άνοιξα αργά. Ήταν το παλιό δωμάτιο του Γεράσιμου, το οποίο όμως δεν χρειαζόταν γιατί ο Γεράσιμος κοιμόταν στη Σουίτα μαζί με την Έλενα από τότε που παντρεύτηκαν. Άνοιξα αργά την πόρτα και μπήκα.

Ο Βάιος κοιμόταν. Πλησίασα αργά το κρεβάτι του και έγειρα από πάνω του.

"Βάιε..." είπα με απαλή, αισθησιακή φωνή. "Βάιε, ξυπνά λίγο." Άνοιξε αργά τα μάτια του και με κοίταξε.

"Μμμ, τι έγινε Έμμα;" ρώτησε. Ανασηκώθηκε και κοίταξε το κινητό του στο κομοδίνο δίπλα του.

"Γιατί με ξυπνάς στις τρεις η ώρα τη νύχτα; Και γιατί είσαι βαμμένη;" απόρησε βλέποντας με καλύτερα με το φως της οθόνης του κινητού.

"Σου έχω μια έκπληξη." Του είπα χαμογελώντας πονηρά. Άνοιξα τη ρόμπα και την άφησα να πέσει στο πάτωμα. Ο Βάιος με κοίταξε άφωνος. Η καρδιά μου χτυπούσε σαν τρελή για αυτό που έκανα, όμως προσπαθούσα να δείξω χαλαρή και τολμηρή.

"Λοιπόν, πως σου φαίνομαι;" τον ρώτησα με νόημα.

"Έμματι σου συμβαίνει; Δεν είσαι ο εαυτός σου." Μου είπε, όμως δεν τον άφησα να μιλήσει παραπάνω. Πριν προλάβω να διστάσω και να αλλάξω γνώμη, ένωσα τα χείλη μου με τα δικά του. Με άφησε να τον φιλήσω για λίγα δευτερόλεπτα και για λίγο πέταξα πάλι στον έβδομο ουρανό. Όταν όμως έβαλα τη γλώσσα μου μέσα αναζητώντας τη δικιά του και πήγα να ανέβω πάνω του, με διέκοψε απότομα για ακόμα μια φορά.

"Σταμάτα." Μου είπε σπρώχνοντας με από πάνω του. Σηκώθηκε αναστατωμένος και άρχισε να φωνάζει:

"Τι στο καλό έχεις πάθει;! Ποιο κομμάτι του 'είμαι γκέι, δεν πάω με γυναίκες πάω με άντρες'  δεν έχεις καταλάβει;!"  Νευρίασα, όχι μόνο απ' τις φωνές του αλλά και επειδή με απέρριψε για ακόμα μια φορά, ενώ με ήθελε, το ένιωθα.

"Εσύ ποιο κομμάτι του 'είμαι ερωτευμένη μαζί σου από την πρώτη στιγμή που σε είδα' δεν έχεις καταλάβει;!" φώναξα κι εγώ εκτός εαυτού. "Απλά σ' αγαπώ και θέλω να κάνουμε έρωτα! Τόσο δύσκολο είναι;!"

"Ναι! Τόσο δύσκολο είναι να καταπιέσω τον εαυτό μου! Με πιέζεις! Με πιέζεις πάρα πολύ εσύ και ο έρωτας σου απ' τη μέρα που ήρθα! Γι' αυτό θα φύγω μακριά σου! Αύριο κιόλας τα μαζεύω και φεύγω!" και με κοίταξε με ένταση. Ένιωθα πιο πληγωμένη και ταπεινωμένη από ποτέ.

"Νομίζω πως το καλύτερο για σένα θα είναι να μη με ξαναδείς ποτέ. " συνέχισε πιο ήρεμα.

"Δεν με νοιάζει, φύγε! Πήγαινε να βρεις κανένα αγοράκι να 'βολέψεις'". Αυτά τα λόγια τα είπα πάνω στα νεύρα μου και τώρα που τα ξανασκέφτομαι, ήταν πολύ λάθος. Ήθελα να τον πληγώσω, να τον ταπεινώσω όπως έκανε και αυτός σε εμένα. Ο Βάιος κούνησε αποδοκιμαστικα το κεφάλι του και ήξερα ότι τώρα πια δεν είχαμε καμία ελπίδα.

"Νόμιζα πως με αποδεχόσουν όπως είμαι. Έτσι μου είχες πει." Είπε. "Αυτό το φιλί ήταν ένα λάθος. Λυπάμαι που τελείωσαν έτσι τα πράγματα. Όμως πρέπει να φύγω." Κατέληξε σκύβοντας το κεφάλι για να αποφύγει το βλέμμα μου. Εγώ σήκωσα τη ρόμπα μου από κάτω και τη φόρεσα.

"Αντίο, Βάιε." Του είπα και έφυγα.

Πήγα στο δωμάτιο μου, αναλογίστηκα τα όσα έκανα και είπα που τον ανάγκασαν να φύγει και ξέσπασα σε κλάματα. Ξημερώματα κατάφερε να με πάρει ο ύπνος. Όταν ξύπνησα, είχε ήδη φύγει. Δεν είπε σε κανέναν το λόγο, αν και όλοι τον είχαν καταλάβει. Σίγουρα θα άκουσαν τις φωνές απ τον τσακωμό μας την προηγούμενη νύχτα . Η Σίσυ μου είπε πως φαινόταν πολύ λυπημένος, πράγμα που με έκανε να σκεφτώ πολλά πράγματα.

Όσο κι αν με πονάει η φυγή του, είμαι σίγουρη ότι μια μέρα θα επιστρέψει. Ένιωσε κι εκείνος κάτι, δεν χωράει αμφιβολία. Απλά δεν ήξερε πως να το χειριστεί. Μέχρι πριν λίγες μέρες νόμιζε πως είναι γκέι και ξαφνικά ένιωσε πόθο για γυναίκα και δεν ήξερε πως να φερθεί, ίσως δεν ήξερε πια και ποιος είναι. Όμως ξέρω ότι κάποια μέρα θα βρει τον εαυτό του και θα γυρίσει να συνεχίσουμε αυτό που αρχίσαμε

Ο Βάιος δεν ήταν ο μόνος που έφυγε από το σπίτι. Την αμέσως επόμενη μέρα, μας κάλεσε η Σίσυ για συμβούλιο.

"Αποφάσισα να φύγω κι εγώ ." Μας είπε. Κοιταχτήκαμε μεταξύ μας με έκπληξη.

"Να φύγεις απ το σπίτι; Μα γιατί;" ρώτησε ο Χρήστος.

"Δεν υπάρχει συγκεκριμένος λόγος. Απλώς είστε μεγάλοι πια και θα ήθελα να μείνω μόνη μου. Το έργο μου εδώ τελείωσε." Μας απάντησε τελείως αινιγματικά εκείνη.

"Θα κρατήσουμε επαφή, έτσι;" τη ρώτησα με ελπίδα.

"Εννοείται. "

"Και τι θα γίνει με το συγκρότημα;"

"Δυστυχώς, δεν μπορώ να συνεχίσω να παίζω. Θα πρέπει να βρείτε άλλον για πλήκτρα και μπορώ να βοηθήσω σε αυτό."

"Και ποτέ θα φύγεις;" ρώτησα.

"Σε καμία δεκαριά μέρες. Έχω βρει σπίτι, απλά τώρα περιμένω να μου πάνε εκεί τα καινούργια μου έπιπλα."

"Θα μας λείψεις πολύΣίσυ." Είπε ο Γεράσιμος.

Και μιας και που τον ανέφερα, ο Γεράσιμος έχει αλλάξει πολύ τον τελευταίο καιρό. Πλέον βάφει όλο του το μαλλί μαύρο, το οποίο κάνει αντίθεση με τα βιολετιά του μάτια και τον κάνει ακόμα πιο γοητευτικό.

Η Έλενα είναι έγκυος στο δεύτερο παιδί τους. Το πρώτο, η Παναγιώτα, είναι ένα πανέμορφο κοριτσάκι που μοιάζει πολύ και στους δύο γονείς της. Έχει πάρει τα καστανά μάτια της μητέρας της, έχει όμως μαύρα μαλλιά, άγνωστο από ποιον καθώς και οι δύο γονείς έχουν ανοιχτόχρωμα μαλλιά. Ίσως από κάποιον παππού ή γιαγιά, δεν μπορούμε να ξέρουμε γιατί κανένας απ' τους δύο δεν γνώρισε ποτέ γονείς. Όμως όσο μεγαλώνει, μοιάζει με μια θηλυκή μικρογραφία  του Γεράσιμου. Τις ώρες που δουλεύει η Έλενα, την προσέχουμε εμείς. Η Έλενα δουλεύει σε μια ναυτιλιακή εταιρεία και οι ώρες της δεν συμπίπτουν με τις ώρες του Γεράσιμου, ο οποίος είναι μπράβος σε ένα νυχτερινό κέντρο.  Το ζευγάρι τον τελευταίο καιρό είχε αρχίσει να απομακρύνεται. Όμως τώρα με την εγκυμοσύνη η Έλενα έχει πάρει άδεια, οπότε ήλπιζα να φτιάξουν τα πράγματα μεταξύ τους. Μέχρι χθες...

Όσο για τον  Χρήστο, τα ξαναβρήκε με τη Μπέτι. Τα πάνε τέλεια, η Μπέτι κοιμάται συνέχεια σπίτι μας και το πάνε για γάμο, παρόλο που δεν έχει γίνει πρόταση ακόμα. Έχουν ξεκινήσει και οι δύο εκπαίδευση για αστροναύτες. Χαίρομαι τόσο πολύ που ο κολλητός μου θα πραγματοποιήσει το παιδικό του όνειρο.

🌌🌌🌌🌌🌌🌌🌌

Ο Γεράσιμος είχε ρεπό εκείνη τη μέρα. Δεν είχε σταματήσει λεπτό να σκέφτεται τη Λίζα. Ο γάμος του με την Έλενα δεν πήγαινε καθόλου καλά. Όχι ότι τσακώνονταν, ίσα ίσα φαινόταν ένα πολύ αγαπημένο ζευγάρι. Απλά τον τελευταίο καιρό θύμιζαν περισσότερο αδέλφια, παρά ζευγάρι. Δεν έκαναν πλέον έρωτα και πολλές φορές κοιμούνταν  ξεχωριστά. Η Έλενα πήγαινε και κοιμόταν στο δωμάτιο της Παναγιώτας με την δικαιολογία ότι ανησυχούσε και ότι ήθελε να την προσέχει. Επιπλέον, ο Γεράσιμος δούλευε νύχτα, οπότε όταν γυρνούσε, εκείνη την ώρα η Έλενα ξυπνούσε για να ετοιμαστεί για τη δική της δουλειά. Και τώρα βρισκόταν στη δεύτερη εγκυμοσύνη και είχε γίνει πολύ ευέξαπτη και νευρική. Ο Γεράσιμος σκεφτόταν συνεχώς ότι παντρεύτηκαν μικροί και είχαν αρχίσει να βαριούνται ο ένας τον άλλον. Βιάστηκαν να πιστέψουν ότι ήταν πλασμένοι ο ένας για τον άλλον... Και τώρα είχε έρθει αυτή η κοπέλα, η Λίζα, για να αναστατώσει το είναι του και να ανατρέψει τα πάντα. Την αγαπούσε όμως την Έλενα και δεν ήθελε να την προδώσει. Όμως δεν θα άντεχε, δεν θα ησύχαζε αν δεν έκανε δικιά του τη Λίζα. Βγήκε στον κήπο να μην τον ακούει κανένας και πληκτρολόγησε τον αριθμό της. Μερικούς χτύπους αργότερα, ακούστηκε η υπέροχη φωνή της, λίγο άγρια σαν την ομορφιά της μα και γλυκιά συγχρόνως.

"Έλα, Λίζα." της είπε προσπαθώντας να ακουστεί άνετος. "Ο Γεράσιμος είμαι."

"Γεια σου, Γεράσιμε. Τι κάνεις;"

"Καλά. Ε... Θα ήθελα πολύ να σε δω. Τι θα έλεγες να βγούμε εκείνο το ραντεβού που λέγαμε;"

"Ναι, φυσικά." του απάντησε και εκείνος πανηγύρισε αθόρυβα. "Πού λες να πάμε;"

"Το ξέρεις το πανδοχείο 'Το Κόκκινο Ραντεβού'; Έχει και μπαρ, και θα μπορούσαμε να πιούμε ένα ποτό."

"Ναι και βέβαια το ξέρω. Δεν έχω κανένα πρόβλημα. Να πούμε κατά τις έξι;"

"Τέλεια! Θα σε περιμένω εκεί. Θα περάσουμε όλο το απόγευμα μας μαζί, κούκλα. Τα λέμε. Φιλιά."

"Φιλάκια, θα τα πούμε εκεί." και το έκλεισαν. 

Ο Γεράσιμος έβαλε το αυτοκίνητο του στο πάρκινγκ του πανδοχείου και βγήκε. Η καρδιά του χτυπούσε σαν τρελή από ανυπομονησία να τη δει. Το μυαλό του σαν τρελό του φώναζε να μην προδώσει τη γυναίκα του, αλλά να δώσει μια ευκαιρία να φτιάξουν τα πράγματα ειδικά τώρα που θα του χάριζε το δεύτερο παιδί. Αλλά πότε άκουσε το μυαλό του για να το ακούσει τώρα; Πάντα την καρδιά του άκουγε. 

Όταν τον ρώτησε η Έλενα που πήγαινε, της είπε ψέματα ότι θα έβγαινε με έναν φίλο του. Δεν ήξερε αν τον πίστεψε, καθώς έβαλε αρκετή κολόνια και έφτιαχνε το μαλλί του για πολλή ώρα μπροστά απ' τον καθρέφτη. Το ντύσιμο του ήταν άψογο και σοβαρό: Μαύρο παντελόνι, λευκή μπλούζα, ένα γκρι σακάκι με σηκωμένα τα μανίκια και φυσικά μαύρα δερμάτινα παπούτσια. 

Μπήκε στο μπαρ του πανδοχείου, κάθισε σε ένα τραπέζι και την περίμενε με αγωνία. Πέρασαν μερικά λεπτά και η Λίζα φάνηκε στην πόρτα. Είχε βαφτεί έντονα, ως συνήθως, με μαύρη σκιά και κραγιόν και για μία ακόμα φορά μαγεύτηκε από την άγρια ομορφιά της. Φορούσε μαύρο κολάν, παπούτσια all star και ένα μαύρο τοπ με κουμπιά που άφηνε ακάλυπτη την κοιλιά και μεγάλο μέρος του στήθους της. Τα κατάξανθα μαλλιά της ήταν ως συνήθως πιασμένα σε χαμηλές πλεξούδες και στο λαιμό της είχε φορέσει ένα τσόκερ με καρφιά. Δεν φορούσε άλλα αξεσουάρ.

Ο Γεράσιμος σηκώθηκε αμέσως για να την υποδεχθεί.

"Γεια σου Γεράσιμε." του είπε χαμογελώντας εκείνη. "Ανυπομονούσα πολύ να σε δω."

"Κι εγώ το ίδιο, Λίζα. Δεν ξέρω τι έχω πάθει μαζί σου." της είπε την αλήθεια. "Αλλά ας μην τα συζητήσουμε από τώρα αυτά."

"Έχεις δίκιο. Ας πιούμε πρώτα και μετά θα χορέψουμε." είπε εκείνη και κάθισε στο τραπέζι τους, ενώ ο Γεράσιμος πήγε να παραγγείλει στο μπαρ. Δεν είχε πολύ κόσμο εκείνη την ώρα και η μουσική έπαιζε χαμηλά. Επέστρεψε στο τραπέζι τους με δύο ποτήρια ουίσκι και ξεκίνησαν να πίνουν και να γνωρίζονται καλύτερα. Του μίλησε για τη μικρότερη αδελφή της και για την κόντρα που υπήρχε μεταξύ τους και του έδειξε τα τατουάζ με τα οποία ήταν γεμάτα τα χέρια της λέγοντας του την ιστορία του καθενός. Στο δεξί της χέρι είχε μια νεκροκεφαλή που φαινόταν να πλαισιώνεται από φωτιά ψηλά στον ώμο της. Χαμηλότερα, στο μπράτσο της, είχε κάνει μια σκέτη νεκροκεφαλή, ενώ πιο κάτω, στον πήχη της, έναν μπλε ήλιο που γελούσε σατανικά. Στον καρπό της υπήρχε το σήμα των πειρατών, με την κλασική νεκροκεφαλή και τα δύο σπαθιά από κάτω της. Αυτή ήταν η άγρια πλευρά της, όπως του είπε. Απ' το αριστερό χέρι είχε κάνει πολύ πιο χαρούμενα τατουάζ, δείχνοντας έτσι την πιο ήμερη πλευρά της: ένα χαρούμενο ποντικάκι στον ώμο, μια νεράιδα πιο κάτω, έναν αετό και πιο χαμηλά, στον καρπό της, μια πεταλούδα. Επίσης είχε ένα ροζ αρκούδι στη μέση ακριβώς του στήθους της, που φαινόταν από την ανοιχτή μπλούζα, ένα ρόμβο, σύμβολο του βιντεοπαιχνιδιού The Sims το οποίο λάτρευε να παίζει, στον αφαλό της και έναν νάνο χαμηλά στη μέση της. Είχε κι άλλα, αλλά αυτά απ' ότι του είπε με νόημα βρίσκονταν σε πιο κρυφά σημεία... Ο Γεράσιμος είχε περιέργεια να τα ανακαλύψει και άθελα του τη φαντάστηκε γυμνή. Στη συνέχεια, της μίλησε και εκείνος για τη ζωή του, για το ορφανοτροφείο, για την υιοθεσία από τη Σίσυ, για τα χαρούμενα παιδικά του χρόνια στο μεγάλο σπίτι, για τον κόσμο του εγκλήματος με τον οποίο έμπλεξε στα δεκαοχτώ του, για τον παραλίγο γάμο του με την πολύ μεγαλύτερη του Καίτη και την απιστία της. Μιλούσε με σαρκασμό για τον εαυτό του και έκανε τη Λίζα να γελάσει έτσι όπως αφηγιόταν τη συγκεκριμένη ιστορία. 

Η ώρα περνούσε πολύ ευχάριστα και γρήγορα. Έξω είχε αρχίσει να νυχτώνει. Συνέχισαν να πίνουν και της εκμυστηρεύτηκε ακόμα και πράγματα τα οποία δεν είχε πει σε κανέναν, όπως για παράδειγμα τη νύχτα μετά τον χωρισμό του απ την Καίτη, όπου τελικά κατέληξε στο κρεβάτι με την ασέξουαλ Σίσυ. Πάλι η Λίζα γέλασε.

"Πώς το κατάφερες αυτό;" του είπε. Μετά της μίλησε για τον έρωτα του για την υιοθετημένη "αδελφή" του Έλενα, για την εγκυμοσύνη και τον γάμο τους... Και τέλος για το πόσο είχαν απομακρυνθεί τον τελευταίο καιρό. Είχαν ήδη πιει αρκετά και ήδη ένιωθε άνετα μαζί της.

"Και ύστερα ήρθες εσύ." της είπε στο τέλος. "Και μπορεί να σε γνωρίζω μόνο μερικές μέρες, όμως...Θεέ μου, Λίζα, νιώθω σαν να σε ξέρω χρόνια. Για καμιά άλλη δεν έχω νιώσει ποτέ έτσι... Ούτε για τη γυναίκα μου."

"Ούτε εγώ έχω νιώσει ποτέ έτσι για κανέναν άντρα." του είπε εκείνη και οι ματιές τους ενώθηκαν, χάθηκε μέσα στο μελί χρώμα των ματιών της. Η μουσική δυνάμωσε ξαφνικά, καθώς κι άλλοι θαμώνες είχαν μαζευτεί και άρχισε να παίζει ένα ποπ- ροκ πολύ γνωστό κομμάτι.

"Θα μου χαρίσεις αυτόν το χορό;" τη ρώτησε ο Γεράσιμος χαρίζοντας της ένα ακαταμάχητο βλέμμα κι ένα χαμόγελο.

"Φυσικά." απάντησε η Λίζα ανήμπορη να του αντισταθεί. Πήγαν στην πίστα, όπου ήδη γινόταν χαμός και στριμώχτηκαν ανάμεσα τους. Άρχισαν να χορεύουν με τα σώματα τους πολύ κοντά μεταξύ τους και έμοιαζαν να ταιριάζουν απόλυτα. Στο ρεφρέν η Λίζα κόλλησε πάνω του και κινούνταν ρυθμικά χωρίς να ξεκολλούν οι ματιές του ενός απ' τον άλλον. Τα χέρια του Γεράσιμου κινήθηκαν στη μέση της και ακόμα πιο κάτω, κι ένιωθε πως αν δεν την έκανε δική του εδώ και τώρα θα τρελαινόταν. Ο πειρασμός ήταν μεγάλος, βρίσκονταν σε ένα πανδοχείο με πολλά δωμάτια από πάνω τους.

"Σε θέλω, Λίζα." της είπε.

"Κι εγώ. Πάμε να πάρουμε δωμάτιο;" του πρότεινε εκείνη σαν να διάβασε τη σκέψη του. "Ξέρω ποιο θα είναι το καλύτερο για εμάς." Ο Γεράσιμος ξεροκατάπιε. Ώστε ήταν πρόθυμη να του δοθεί απόψε κιόλας; Τώρα;

"Ναι. Πήγαινε μας." είπε και της έδωσε ένα απαλό φιλί στα χείλη. Εκείνη τον άρπαξε, τύλιξε τα χέρια της γύρω απ΄ τους ώμους του και φιλήθηκαν με τις γλώσσες τους να χορεύουν τρελά, ενώ τα σώματα τους πάλλονταν από προσμονή και ας μην κινούνταν πλέον στο ρυθμό του τραγουδιού. Η Λίζα σταμάτησε αφήνοντας τον ξέπνοο.

"Ακολούθησε με, Γεράσιμε." του είπε και εξαφανίστηκε ανάμεσα στο πλήθος. Ο Γεράσιμος πάσχισε να κάνει χώρο για να περάσει και τελικά τη βρήκε λίγα μέτρα πιο πέρα. 

Τον οδήγησε σε μια πόρτα στο βάθος, όπου ήταν η ρεσεψιόν.

"Θα θέλαμε το Κόκκινο Δωμάτιο παρακαλώ. Είναι διαθέσιμο;" ρώτησε την υπάλληλο.

"Φυσικά! Ορίστε το κλειδί σας." είπε ευγενικά η ρεσεψιονίστ δίνοντας της την κάρτα- κλειδί του δωματίου.

Πέρασαν από μια άλλη πόρτα και αφού ανέβηκαν μερικές ξύλινες σκάλες, βρέθηκαν σε ένα διάδρομο με πολλές πανομοιότυπες πόρτες με νούμερα επάνω τους. Η Λίζα προχώρησε σε μια πόρτα στο βάθος με το νούμερο 106 και την άνοιξε. 

Αρχικά επικράτησε σκοτάδι όταν μπήκαν, όμως πάτησε ένα διακόπτη στον τοίχο στα δεξιά της. Ο Γεράσιμος σκέφτηκε ότι σίγουρα είχε πάει εκεί κι άλλες φορές για να γνωρίζει έτσι τα κατατόπια. Του άρεσε που ήταν έμπειρη και τολμηρή. Μόλις πάτησε το διακόπτη, μεμιάς άναψαν πολλά κόκκινα φώτα, ενεργοποιήθηκε μια ντισκομπάλα στην οροφή και αισθησιακή μουσική άρχισε να παίζει. Στο βάθος υπήρχε μόνο ένα κρεβάτι από κόκκινο ξύλο με ουρανό, με ένα μαύρο μεταξωτό σκέπασμα και περίτεχνα σχέδια στο ψηλό κεφαλάρι του. Παράθυρα δεν υπήρχαν, δίνοντας έτσι μια αίσθηση απόλυτης απομόνωσης στο χώρο, σαν να βρίσκονταν σε άλλη διάσταση. Η Λίζα πλησίασε σε έναν άλλο διακόπτη στον απέναντι τοίχο και τον γύρισε μερικές φορές μέχρι να βρει την κατάλληλη μουσική. Έβαλε ροκ όπως ήταν φυσικό και πλησίασε τον Γεράσιμο.

"Λοιπόν, πώς σου φαίνεται;" τον ρώτησε.

"Ώστε, από εδώ πήρε έμπνευση η Σίσυ για να χτίσει το Κόκκινο Δωμάτιο στο σπίτι μας." της απάντησε, μαγεμένος από το όλο σκηνικό. Την αγκάλιασε απ' τη μέση τραβώντας την πάνω του.

"Σε θέλω τώρα, Λίζα." της είπε και τη φίλησε. Από εκεί και πέρα χάθηκε τελείως ο έλεγχος των πράξεων. Σταμάτησε η λογική και κάθε αμφιβολία έκανε φτερά. Το πάθος κυριαρχούσε και οδηγούσε τους δύο εραστές που τα κορμιά τους ήταν σαν να ήταν πλασμένα το ένα για το άλλο και ήταν γραφτό να σμίξουν. Απελευθερώθηκαν γρήγορα απ' τα ρούχα τους. Τα μαύρα εσώρουχα της Λίζας την έκαναν ακόμα πιο όμορφη και άρχισαν να αποκαλύπτονται κι άλλα τατουάζ. Ο Γεράσιμος τη θαύμασε λίγο, έπειτα τη φίλησε ξανά οδηγώντας την προς το κρεβάτι. Την ξάπλωσε και άρχισε να φιλάει κάθε εκατοστό του κορμιού της του ζωγραφισμένου με όλα εκείνα τα περίεργα σχέδια και χρώματα. Όταν ενώθηκαν με πάθος και ορμή, ξέχασε τα πάντα και αφέθηκε σε εκείνη την άλλη διάσταση στην οποία πέρασαν.

Λίγη ώρα μετά, την κρατούσε γυμνή στην αγκαλιά του. Ήταν λαχανιασμένοι και οι δύο. Το μαύρο κραγιόν της Λίζας είχε φύγει, βρισκόταν παντού πάνω του, ενώ ξανθιές τούφες είχαν ξεφύγει από τις πλεξούδες της. Ο Γεράσιμος ακόμα δεν μπορούσε να το πιστέψει πως είχε γίνει αυτό. Η Λίζα ήταν όπως ακριβώς τη φανταζόταν στο σεξ, άγρια και παθιασμένη αλλά και τρυφερή συγχρόνως. Δεν μπορούσε να την αποχωριστεί. Τη φίλησε και σύντομα ήταν έτοιμος για εκείνη ξανά.

Είχε ξεχάσει την αίσθηση του χρόνου καθώς έκαναν έρωτα ξανά και ξανά με αναλλοίωτο πάθος χωρίς να μιλούν, μόνο να αναστενάζουν και να φωνάζουν από ηδονή και οι φωνές τους να συνοδεύουν τη γρήγορη μουσική που έπαιζε απ' τα ηχεία. Μετά από μία ακόμα φορά που τελείωσαν και ο Γεράσιμος άρχισε να συνέρχεται, αποφάσισε να κοιτάξει το κινητό του και σηκώθηκε για να το βγάλει από την τσέπη του τζιν του που ήταν πεταμένο στο πάτωμα. Είδε με τρόμο πως η ώρα είχε πάει δώδεκα!

"Ντύσου. Πρέπει να φύγουμε." της είπε με βαριά καρδιά. "Έχω αργήσει πολύ." Η Λίζα συμφώνησε ότι και εκείνη είχε αργήσει και η αδελφή της θα είχε γίνει έξαλλη. Σηκώθηκε και ντύθηκαν.

Αφού πλήρωσαν για τις ώρες που έμειναν στο δωμάτιο, βγήκαν έξω στο βραδινό φθινοπωρινό αέρα. Ο ουρανός είχε συννεφιάσει και οι πρώτες ψιχάλες άλλης μιας βροχής είχαν αρχίσει να πέφτουν.

"Μόλις έζησα την πιο μαγευτική νύχτα της ζωής μου." του είπε τότε η Λίζα. "Θα ξαναβρεθούμε;"

"Εννοείται." απάντησε ο Γεράσιμος, που όντως ήθελε να την ξαναδεί και να τη γνωρίσει ακόμα καλύτερα. Της έδωσε άλλο ένα παθιασμένο φιλί κι έπειτα η Λίζα τον κοίταξε στα μάτια και του είπε:

"Καληνύχτα, Γεράσιμε. Να προσέχεις." Ο Γεράσιμος πήγε στο αυτοκίνητο του και έφυγε για το σπίτι. Ένα μέρος του εαυτού του ένιωθε τύψεις για αυτό που έκανε, που απάτησε τη γυναίκα του. Όμως αυτό που ένιωθε για τη Λίζα ήταν πολύ δυνατό και δεν ήθελε να τελειώσει.

🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤🖤

Χθες τη νύχτα δεν είχα ύπνο, έτσι κατέβηκα στο σαλόνι να δω τηλεόραση. Έξω είχε αρχίσει να βρέχει. Η Έλενα περίμενε ακόμα τον Γεράσιμο, ο οποίος είχε πει πως πήγε για καφέ με ένα φίλο του, όμως ξέραμε όλοι πολύ καλά πως ο Γεράσιμος δεν είχε άλλους φίλους εκτός από εμάς. Τελικά, έπεσε για ύπνο στο δωμάτιο της Παναγιώτας, μη μπορώντας να τον περιμένει άλλο.

Η κεντρική είσοδος άνοιξε ξαφνικά και μπήκε μέσα ένας βρεγμένος Γεράσιμος που το μαλλί του είχε χαλάσει και ήταν ανάκατο. Φαινόταν χαρούμενος, πάγωσε όμως όταν με είδε. Σηκώθηκα και τον πλησίασα.

"Πού ήσουν;" τον ρώτησα. "Είχες πει ότι θα πήγαινες για ένα καφέ και δεν θα αργούσες."

"Ε, είπαμε να πάμε και για ποτό τελικά με τον φίλο μου και ξέρεις πώς πάνε αυτά..." ήρθε αμέσως η δικαιολογία του. Δεν με έπειθε όμως εμένα! Σίγουρα είχε βγει με γυναίκα. Πώς μπόρεσε και το έκανε αυτό στην Έλενα;

"Ας τα αυτά!" του φώναξα. "Δεν ντρέπεσαι ρε;" συνέχισα πιο σιγανά για να μην ξυπνήσουμε κανέναν. "Η γυναίκα σου είναι έγκυος κι εσύ..."

"Έμμα, μην ανακατεύεσαι!" ύψωσε πάλι τους τόνους αυτός. Δεν του είπα τίποτα άλλο. Έκλεισα την τηλεόραση και ανέβηκα νευριασμένη στο δωμάτιο μου.

Ο Γεράσιμος έχει δίκιο. Τι θέλω κι ανακατεύομαι σε υποθέσεις που δεν είναι δικές μου; Θα τους αφήσω να τα βρουν μεταξύ τους.

Ωχ...! Τι είναι αυτό;  Ένα e-mail απ' τον Βάιο! 

Αγαπημένη μου Έμμα.

Ξέρω πως έφυγα πολύ απότομα από τη ζωή σου, όσο απότομα μπήκα. Όμως δεν γινόταν αλλιώς, καλή μου. Ο Τόνι είχε δίκιο τελικά: δεν είμαι μόνο γκέι. Είμαι μπάι. Μ' αρέσουν όντως και γυναίκες. Για την ακρίβεια, μου αρέσει μόνο μία γυναίκα: εσύ, Έμμα. Άργησα να το καταλάβω και αρνιόμουν να το παραδεχτώ, αλλά σε ερωτεύτηκα σχεδόν όσο κι εσύ. Όμως, αγάπη μου, δεν είχα τίποτα να σου προσφέρω. Δεν έχω ξαναπάει με γυναίκα, μόνο με άντρες καθώς απ΄το Λύκειο πίστευα πως είμαι γκέι, έτσι δεν έχω ιδέα πώς να σε ικανοποιήσω. Γι' αυτό αποφάσισα να γυρίσω τον κόσμο και να αποκτήσω εμπειρίες, ώσπου να φτάσω σε σημείο να σταθώ αντάξιος σου. Θα γυρίσω μια μέρα, στο υπόσχομαι. Όμως δεν μπορώ να σου εγγυηθώ το πότε. Μπορεί να περάσουν μήνες, η και χρόνια. Πάντως θα γυρίσω. Αν δεν μπορέσεις να με περιμένεις, είναι δικαίωμα σου και δεν μπορώ να στο στερήσω. Εγώ πάντως θα περιμένω πώς και πώς τη μέρα που θα σε σφίξω και πάλι στην αγκαλιά μου.

Βάιος Κιτσόπουλος 

Θα γυρίσει! Μια μέρα θα γυρίσει, είμαι σίγουρη. Ακόμα κι αν περάσουν χρόνια πάντως, εγώ θα τον περιμένω.

❤❤❤❤❤❤

Και με αυτές τις σκέψεις, η Έμμα έπεσε για ύπνο, με τη σκέψη του Βάιου και την ελπίδα ότι θα ξανασμίξουν. Έξω, η βροχή συνέχισε να πέφτει καταρρακτωδώς, όμως μέσα στην καρδιά της είχε λιακάδα.

**************

Στο επόμενο κεφάλαιο θα προχωρήσουμε δέκα χρόνια μετά, στο 2039, όπου η Έμμα μας αφηγείται τι άλλαξε μέσα σε αυτό το διάστημα και συμβαίνει κάτι τραγικό: κάποιος από τους πρωταγωνιστές αυτοκτονεί. Όμως υπάρχει κι ένας νέος έρωτας, έτσι για να αποφύγουμε λίγο το ψυχοπλάκωμα! 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top