Κεφάλαιο 5°
Καλώς ήρθες...
Καλώς σας βρήκα...
Για κανε μια αναθεώρηση τώρα γιατί δεν έχεις ιδέα που ήρθες...
➿➿➿➿➿➿➿
Άφησε το αμάξι της ένα χιλιόμετρο μακριά και μπαίνοντας μέσα στα στενά από τα Λαδάδικα , ένιωσε τα αδιάκριτα βλέμματα των αντρών πάνω της αμέσως. Τα στενά ειχαν ήδη γεμίσει με κόσμο. Ήταν βράδυ πια. Αποφάσισε να τους κάνει γνωστή την παρουσία της έχοντας κόσμο στο μαγαζί για να υπάρχει κάποιος απόσυντονισμός. Να μην είναι εντελώς μόνοι και εστιάσουν αμέσως σε εκείνη. Έφτασε και στάθηκε μπροστά από το μαγαζί. Δεν θα έπαιρνε από τη πίσω είσοδο. Περπάτησε και είδε αμέσως δύο μπράβους έξω από το στριπτίζαδικο. Η Χριστίνα της είπε ότι ήταν κλαμπ, αλλά η Ισμήνη ήξερε τι να περιμένει σε αυτά τα υποτιθέμενα κλαμπ.
"Χριστινάκι! Που είσαι ρε μωρό μου τόσες μέρες;" τη χαιρέτησε ο τύπος και η Ισμήνη τον σκαναρε αμέσως. Δεξί χέρι τατουάζ, στο φρύδι ακόμα ένα.
"Είχα δουλειές Πανουλη! Έτσι είναι οι πολυάσχολες γυναίκες!" του έκλεισε το μάτι με τη καρδιά της να πηγαίνει σαν τρελή. Εκείνος της χαμογέλασε και άνοιξε αμέσως τη πόρτα.
Κράτησε σημειώσεις με τα χαρακτηριστικά όλων.
Η μυρωδιά από το αλκοόλ και τον καπνό πριν καν διαπεράσει την εσωτερική πόρτα, ήταν έντονη. Φθηνά τσιγάρα, μεθυσμένοι αγαμητοι άντρες... Λυσσασμένα βλέμματα και γυναίκες που πουλούσαν την όψη τους ήταν όσα ακριβώς περίμενε να αντικρύσει σαν τις διαπέρασε.
Το βλέμμα της έπεσε στο μπαρ.
Περπάτησε και πλησιάζοντας εστίασε στον τύπο. Τα φώτα ήταν αρκετά χαμηλά αλλά εκείνη κοίταξε το λαιμό του. Έψαχνε για τα χελιδόνια και τα βρήκε. Μόλις όμως πλησίασε αρκετά και εκείνος γύρισε, η Ισμήνη πάγωσε.
"Βρε βρε... Κοίτα ποιος αποφάσισε να μας τιμήσει με τη παρουσία του!" σχολίασε μα τράβηξε το βλέμμα του από πάνω της.
"Άρη, θέλω έξι σκέτα στο επτά!" μια κοπέλα ελαφρώς ντυμένη πλησίασε και εκείνος γύρισε. Η Ισμήνη όμως είχε τρελαθεί. Άρης... Πώς ήταν δυνατόν, να ήταν ο ίδιος Άρης; Τι δουλειά είχε εκεί μέσα; Πώς ήταν δυνατόν να είχε πάρει δώσε με αυτά τα καθίκια;
Και πως ήταν δυνατόν να δουλευε με τη Χριστίνα τρία χρόνια και να μην αναρωτήθηκε για εκείνη; Δεν έμοιαζαν; Είχαν περάσει δέκα χρόνια αλλά η Ισμήνη δε ξεχνούσε πρόσωπα.
"Σας έλειψα;" φόρεσε τη μάσκα της και μόλις πήγε κοντά, ο Άρης άφησε τα ποτά και τη κοίταξε. Το βλέμμα του ήταν κάπως έντονο.
"Θα έπρεπε;" της είπε αδιάφορα "Ελπίζω να αναθεωρησες αυτές τις μέρες και να επέστρεψες έχοντας βάλει μυαλό!" η Ισμήνη ήξερε για τον διαπληκτισμο τους
"Σε έβρισα. Εντάξει, δε το ήθελα... Κι εσύ όμως ήσουν απότομος. Ας το παραδεχτούμε κι ας το αφήσουμε πίσω μας..." Η Ισμήνη σήκωσε το χέρι προς το σκουλαρίκι της αλλά το κατέβασε σχεδόν αμέσως. Πάντα όταν την έπιανε άγχος έκανε αυτή τη κίνηση μα αντέδρασε γρήγορα. Δεν είχε ιδεα τι δουλειά είχε εκεί μέσα αλλά ήταν σίγουρη ότι θα θυμόταν αυτό της το χαρακτηριστικό. Εκτός κι αν την ξέχασε τόσο εύκολα στα δέκα χρόνια...
"Ωραίο κραγιόν..." σχολίασε κοιτώντας την επίμονα
"Βαρέθηκα όλο το ροζ..."
"Θα κάνεις πιο ωραίες πίπες τώρα!" του χαμογέλασε χαζά
"Ίσως... Ποτέ δε θα μάθεις άλλωστε!" χαχανισε και εκείνος κούνησε το κεφάλι πάνω κάτω.
"Ο Φάνης; Ο Χριστόφορος; Μέσα είναι;"
"Ναι. Αν και δε ξέρω κατά πόσο είναι φρόνιμο να πας ύστερα από τόσες μέρες. Φυτεμένη σε βλέπω!" της είπε και εκείνη πήρε μια ηλίθια γκριμάτσα
"Καλά καλά... Θα το δούμε αυτό" Έφυγε και εκείνος έμεινε να τη κοιτάζει μέχρι που χάθηκε. Μόλις πέρασε τις πόρτες κοίταξε το διάδρομο. Χερούλι, ο Φάνης. Δεν ήξερε από ποιον να ξεκινήσει όταν ξαφνικά η πόρτα χωρίς χερούλι άνοιξε. Η Ισμήνη όπλισε τον εαυτό της με περίσσιο θάρρος. Δεν έβλεπε την ώρα να έρθει αντιμέτωπη με εκείνο το καθίκι. Άντρες σαν εκείνον,ήταν σκέτα αποβρασματα όσο κι αν Χριστίνα τον παρουσίασε σαν θεό. Αυτό την εκνεύριζε ακόμα περισσότερο. Ακόμα και μετά από όσα έγιναν, της τον παρουσίασε εξωτερικά σαν να ήταν, κάτι τόσο άπιαστο... Κανένας άντρας δεν ήταν άπιαστος... Η Ισμήνη ήταν κάθετη σε αυτό. Είδε ένα χέρι να βγαίνει πρώτο. Σακάκι... Ύστερα όμως χάθηκε και εκείνος μπήκε πάλι μέσα.
Άνοιξε το βήμα της και πριν κλείσει η πόρτα έβαλε το χέρι της και τη σταμάτησε.
Ήταν γυρισμένος προς το γραφείο. Σε σχέση με την εικόνα που είχε στο μυαλό της, ηταν αρκετά πιο ψηλός και μυώδης από ότι της είπε. Σκαναρε για ένα δευτερόλεπτο το χώρο μα δεν είδε πουθενά το χρηματοκιβώτιο που της ανέφερε η Χριστίνα. Αποφάσισε να κάνει αισθητή τη παρουσία της όμως και να έρθει επιτέλους αντιμέτωπη μαζί του.
"Ευχαριστώ!" στη φωνή της, κοκαλωσε. Στο γύρισμα του δε, η Ισμήνη έμεινε να τον κοιτάζει.
"Κοίταξε την... Μπαίνει και ακάλεστη τώρα..." η φωνή του χαμηλή. Σχεδόν επικίνδυνη. Οι γωνίες του έντονες ακόμα και κάτω από τα μούσια του ενώ το βλέμμα του, σταθερό και αγέρωχο.
"Ευχαριστώ!" επανέλαβε ξανά
"Μη τολμήσεις να ξαναμπείς εδώ μέσα χωρίς άδεια..." Έκανε ενα βήμα προς το μέρος της και στο σήκωμα του χεριού του, για να τη πιάσει η Ισμήνη έκανε ένα βήμα πίσω.
"Πρέπει να μιλήσουμε. Σοβαρά" του είπε και εκείνος τη κοίταξε καλά καλά.
"Αντιλαμβάνεσαι τη θέση σου; Εξαφανίστηκες ένα μήνα ολόκληρο σχεδόν και τολμάς να έρχεσαι εδώ μέσα και να ζητάς να μου μιλήσεις κι όλας;" ο Χριστόφορος έκλεισε πάλι την απόσταση.
"Δεν σας είδα να ενδιαφέρεστε για το που ήμουν!" είπε κάπως πιο επιτακτικά και είδε το βλέμμα του να γυαλίζει. Πριν προλάβει όμως να κάνει τη κίνηση του, η Ισμήνη συνέχισε. Έβγαλε από τη τσάντα το υπερηχογράφημα, και του το έδειξε
"Ήμουν είκοσι μέρες στο νοσοκομείο! Με πλάκωσαν ξύλο! Ήμουν έγκυος και το έχασα! Και ούτε ένας σας δεν ενδιαφέρθηκε να δει αν ζω η αν πέθανα!" Κατάφερε να τραβήξει το ενδιαφέρον του αλλά δε κράτησε για πολύ. Είδε το βλέμμα του να σκοτεινιάζει αμέσως.
"Και ποιος σου είπε ότι νοιάζομαι για πάρτη σου;" η φωνή του ήταν ψυχρή σαν πάγος. Τη πλησίασε κάπως παραπάνω και εκείνη ανασηκωσε το κεφάλι της για να τον κοιτάξει. Η Χριστίνα της είπε ότι ήταν εντελώς απρόβλεπτος και το έβλεπε.
"Κάποιος από εδώ μέσα το έκανε! Αν δεν το έκανε κάποιος από εδώ μέσα, τότε σίγουρα κάποιος γνωστός. Είδα άντρες του Ραπτόπουλου πριν φάω ξύλο! Έτσι θα με κοιτάς; Έβαλαν χέρι στα πράγματα σου... Εκτός κι αν κάνω λάθος..." πέταξε το χαρτί της για να τσούξει τον εγωισμό του. Ίσως δεν έδινε δεκάρα για εκείνη, αλλά σίγουρα θα τον εξιταρε το γεγονός ότι πείραξαν κάτι δικό του με την εξουσία που είχε.
"Σαν πολύ δεν άνοιξε η γλώσσα σου;" Ο Χριστόφορος άπλωσε το χέρι αστραπιαία και το κλείδωσε μέσα στα μαλλιά της. Η Ισμήνη πάλευε με νύχια και με δόντια για να μη τον χτυπήσει. Παρόλα αυτά, πήρε μια βαθιά ανασα άλλαξε ύφος και τον κοίταξε φοβισμένη
"Με πονάς... Εγώ ήμουν στο νοσοκομείο και εσύ μόνο αυτό ξέρεις να κάνεις;" είπε με το πιο ηλίθιο ύφος που θα μπορούσε να πάρει.
"Τι κραγιόν είναι αυτό;" την έφερε ελαφρώς πιο κοντά και την επεξεργάστηκε. Για μια στιγμή η Ισμήνη τα έχασε αλλά κατάφερε να ανασυγκροτήσει τον εαυτό της. Η ανάσα του μύριζε όμορφα προς έκπληξη της. Όπως και ο ίδιος. Συνήθως αυτοί οι τύποι, ή θα μύριζαν αλκοόλ, ή καπνό... Όσο τον κοιτούσε από κοντά άλλο τόσο καταλάβαινε τα λόγια της Χριστίνας. Ήταν σκληρός άντρας. Και αρκετά γοητευτικός. Μα για εκείνη ήταν ένα ακόμα σκουπίδι του υποκόσμου. Πόσο εύκολα γυναίκες σαν την αδερφή της υπέκυπταν σε μια τέτοια γοητεία; Αναρωτήθηκε και απάντησε μόνη της... Πολλές...
"Άλλαξα... Δεν είναι εύκολη η αποβολή... Έπαιρνα χάπια. Με ζορισατε. Δεν ξέρω καν ποιος με άφησε έγκυο... Δεν εχω όρεξη για χρώματα. Θέλω να βρεις ποιος το έκανε..." Κλαψουρισε σαν κουτάβι ενώ εκείνος ακόμα τη κρατούσε από το πίσω μέρος του κεφαλιού της.
"Ζητάς; Τολμάς και μου ζητάς κάτι ύστερα από όσα ειπώθηκαν εδώ μέσα τη τελευταία φορά;" Έσκυψε κάπως παραπάνω ώσπου αφήνοντας ατσαλα το χέρι του, την έσπρωξε ελαφρά και εκείνη παραπάτησε. Ήθελε να του δώσει τόσο πολύ μια κλωτσιά... Να είχε το όπλο της να το βγάλει και να του τιναξει τα μυαλά στον αέρα.
"Οι ορμόνες ήταν" Είπε ζωγραφίζοντας μια λύπη στο πρόσωπο της. "Συγχώρεσε με... Δεν ήξερα γιατί ένιωθα έτσι αλλά τώρα ξέρω. Ίσως δε δίνεις δεκάρα αλλά είναι γυναικείο σώμα. Αλλάζει. Που να ξέρω ότι θα επηρεαστω τόσο πολύ!" έπαιξε ένα ακόμα χαρτί της "Με έδειραν Χριστόφορε..." άρχισε να κλαψουριζει σαν καμιά γυναικούλα "Πέρασα ένα μήνα να προσπαθώ να γίνω καλά. Σας περίμενα.. έστω κάποιος να νοιαστει... Κανένας σας δεν ήρθε όμως. Βρες ποιος το έκανε και θα κάνω ότι θελήσεις!" ήταν μια φράση που η Χριστίνα έλεγε συχνά. Αν και η Ισμήνη σιχαθηκε την ώρα και τη στιγμή που βγήκε από τα χείλη της. "Στη τελική... Κτήμα σου ήμουν... Σωστά; Τόσο που δε σε νοιάζει που κάποιος πείραξε τα πράγματα σου;" στόλισε το πρόσωπο της με το πιο χαζό της ύφος και τον κοίταξε ελπίζοντας να αντιδράσει.
"Θα μάθω" Ο Χριστόφορος πήγε μέχρι το γραφείο και κάθισε. Η καρδιά της άρχισε να χτυπάει σαν τρελή "Θέλεις κάτι άλλο;"
"Είμαστε... Είμαστε όπως πριν; Σου ζήτησα συγνώμη για όσα είπα. Δεν τα εννοούσα..." δακρυσε σχεδόν από αηδία
"Σε καθάρισαν από κάτω;" Η ερώτηση του την ξάφνιασε.
"Ναι..." είπε σοβαρή "Μα... Μα μου είπαν να αποφύγω τις επαφές για ένα διάστημα... Λόγω ίσως αιμορραγίας..."
"Δεν αιμορραγεις μετά την απόξεση..." Η Ισμήνη πάγωσε. "Είχες ένα μήνα. Θα πρέπει να είσαι εντάξει ως τώρα..."
"Δεν είμαι... Φταίει και ο βιασμός!"
"Βιασμός;"
"Ναι... Βιάστηκα, χτυπήθηκα και έτσι το έχασα... Έχω τραύματα..." ξεροκαταπιε χωρίς να χάσει το βλέμμα του κουταβιού. Ήξερε περισσότερα τελικά για το γυναικείο κορμί από ότι πίστευε και αυτό δε το περίμενε... Με τόσες που θα είχε γκαστρωσει όμως, ίσως ήταν κάτι αναμενόμενο που η Ισμήνη δεν υπολόγισε.
"Έλα εδώ..." ζήτησε και εκείνη περπάτησε σιγά σιγά. Ήξερε από τη Χριστίνα ότι αν θέλει κάτι το παίρνει και η καρδιά της άρχισε να τρέμει. Οι δικαιολογίες είχαν ξεμεινει.
Στάθηκε ακριβώς στο σημείο που της έδειξε. Μπροστά του. Ο Χριστόφορος την έπιασε ξαφνικά από τη μέση και την ανέβασε πάνω στο γραφείο. Δεν κοίταζε όμως το κορμί της... Τα μάτια της κοίταζε. Η Ισμήνη πήρε μια έκφραση κάπως πονεμένη.
"Ντρέπομαι. Σε παρακαλώ... Δε θέλω να με κοιτάξεις εκεί. Όχι ακόμα..." είπε νιώθοντας τον κίνδυνο. Ο Χριστόφορος χώθηκε ανάμεσα στα πόδια της, έπιασε το λαιμό της και τον έσφιξε.
"Το πότε θα βγεις στη δουλειά, κι αν χρειαστεί θα το αποφασίσω εγώ και μόνο εγώ... Το κατάλαβες;" η Ισμήνη κούνησε μόνο το κεφάλι της. Την έσφιξε αρκετά και όλος ο λαιμός της χωρούσε μονομιάς μέσα στη παλάμη του. "Άλλαξες άρωμα;" έσκυψε σαν να ήταν σκύλος που τη μύριζε...
"Όχι... Πήγα στο κομμωτήριο. Ήθελα μια αλλαγή..." Το άλλο του χέρι , χώθηκε στα μπούτια της και η Ισμήνη ξεροκαταπιε. "Σε παρακαλώ... Δεν είμαι σε κατάσταση..." έκανε μια απέλπιδα προσπάθεια μα κατάλαβε ότι δεν έχει νόημα. Αυτός ο άντρας ήταν αποφασισμένος ότι κι αν του έλεγε. Πρώτη φορά έβλεπε αρσενικό να μη κάνει πίσω, ακόμα για ένα τόσο σοβαρό θέμα. Κρατούσε ακόμα το λαιμό της σαν να ήταν ένα παιχνίδι στα χέρια του. Ήθελε να του δώσει μια κλωτσιά, να αρπάξει το όπλο που είδε στη πλάτη του, και να του τιναξει τα μυαλά στον αέρα. "Χριστόφορε...;" είπε σιγανα το όνομα του μα εκείνος συνέχισε να τη κοιτά χωρίς να καν να βλεφαρίσει.
"Σσς..." έσκισε με τα δάχτυλα του το καλσόν της και έπιασε το εσώρουχο της. Τα τυχαία αγγίγματα που της χάρισε καθώς το έσκιζε, και ο τρόπος που έπιασε το εσώρουχο της, έκαναν τη καρδιά της σπάσει. Κρατιόταν με νύχια και με δόντια για να μην του χυμίξει"Τρέμεις;" παρατήρησε και εκείνη προσπάθησε αμέσως να ημερεψει τον εαυτό της. Δεν ήταν κάτι που θα έκανε η Χριστίνα
"Όχι... Απλώς σου είπα ότι..." το δάχτυλο του άγγιξε τη κλειτορίδα της και της κόπηκε η μιλιά αμεσως. Η οπτική τους επαφή χάθηκε για μια και μόνο στιγμή όταν η Ισμήνη έκλεισε τα μάτια της στην αίσθηση. Μάλωνε με τον ίδιο τον εαυτό της που ένα κομμάτι σάρκας, παρέκκλινε από τα πιστεύω της και δρούσε μόνο του.
"Είσαι αρκετά υγρή..." παρατήρησε και ένιωσε το δάχτυλο του, να χαϊδεύει την εσοχή από τα απόκρυφα της. Εκεί όμως που ήταν έτοιμη, να σαλταρει όταν κατάλαβε τι ήταν έτοιμος να κάνει, η πόρτα χτύπησε και η Ισμήνη πήρε μια βαθιά ανάσα
"Χριστόφορε εγώ είμαι! Άνοιξε" φωναξε μια ανδρική φωνή και εκείνη έκλεισε τα βλέφαρα της. Όποιος κι αν ήταν, την έσωσε.
"Έχω δουλειά Φάνη..." απάντησε χωρίς να στρέψει το βλέμμα του αλλού.
"Είναι επείγον!"
"Πόσο επείγον;!"
"Πολύ!"
"Κατέβα. Ντύσου και πάρε δρόμο" Ήταν κοφτός στις εντολές. Η Ισμήνη κατέβηκε αμέσως από το γραφείο. "Αύριο θα πας στα σφαγεία..."
"Εντάξει..." είπε κατεβάζοντας το φόρεμα της αλλά εκείνος την άρπαξε από το χέρι και τη γύρισε
"Πηγές στον πλαστικό;" ρωτησε σοβαρός
"Όχι...Δεν ξέρω τι έκαναν στο νοσοκομείο. Είχα σκιστεί κάπως από το βιασμό... Είχα λίγα ράμματα αλλά έφυγαν..." δικαιολογήθηκε πεπεισμένη πια ότι αυτός ο άντρας πραγματικά ήταν όπως τον παρουσίασε η Χριστίνα χωρίς καμία υπερβολή.
"Μάλιστα... Καλως, το βράδυ μην αργήσεις... Σε θέλω εδώ. Έλειπες μέρες. Έχουμε θέματα πίσω. Ήρθαν τρεις καινούριες. Θέλουν καθοδήγηση"
"Θα είμαι πίσω στην ώρα μου..." αρκέστηκε να πει και το μάτι της έπεσε στο δαχτυλίδι. Πίεσε το κουμπί και η πόρτα άνοιξε.
"Χριστίνα;!" ο Φάνης δε πίστευε στα μάτια του.
"Γεια σου Φάνη..."
"Που διάολο ήσουν τόσες μέρες;!"
"Δεν είναι η Χριστίνα το θέμα μας τώρα!" Πετάχτηκε ο Χριστόφορος "Εσύ, πάρε δρόμο" Η Ισμήνη προσπέρασε το Φάνη και έφυγε. Βγαίνοντας έξω, έπιασε αμέσως το λαιμό της. Έκαιγε ολόκληρος από το κράτημα του το ίδιο όμως έκαιγαν και τα μπούτια της... Άρχισε να βρίζει μέσα από τα δόντια της έξαλλη. Βγήκε προς τα έξω και δεν έδωσε σημασία σε κανένα
"Ζεις τελικά;" ο Άρης την ειρωνεύτηκε καθώς περνούσε το μπαρ αλλά ήταν τόσο φορτισμένη που δεν μπήκε καν στο κόπο να απαντήσει. Άνοιξε το τσαντάκι της και έβγαλε τα κλειδιά από την Bmw . Έπρεπε να πάρει το αμάξι από εκεί και να εξαφανιστεί.
Βγαίνοντας από το μαγαζί, μόνο που δεν έτρεξε. Πήγε στο πάρκινγκ χωρίς να κοιτάξει πίσω.
"Επ, Χριστίνα! Μέρες έχω να σε δω!" δεν έδωσε καν σημασία στον άντρα που της μίλησε. Εντόπισε το αμάξι , άνοιξε και μπήκε μέσα. Του έπαιξε τα φώτα για να ανοίξει την έξοδο και πατώντας τέρμα το γκάζι, απομακρύνθηκε αμέσως.
Μόλις βγήκε στο κεντρικό, κατέβασε τα παράθυρα και άρχισε να παίρνει γρήγορες βαθιές ανάσες.
"Ισμήνη συνελθε... Ήσουν προετοιμασμένη για αυτό" παραμίλησε. "Ανάθεμα τον, τον καριόλη θα τον σκοτώσω!" παραμιλουσε έξαλλη και μπροστά της είχε μονάχα ένα προορισμό... Το σπίτι και το μπάνιο...
➿➿➿➿➿➿➿➿
"Με διέκοψες για να μου πεις ότι ο Παύλος τράκαρε;!" απόρησε έξαλλος
"Είχε το πράμα μαζί!"
"Φάνη; Αυτό θα το αναλαμβανες και μόνος σου!" Ο Φάνης δεν ήθελε να του πει, ότι ο Άρης τον ενημέρωσε για τη Χριστίνα όταν βγήκε. Ήδη είχαν γίνει αρκετά. Παρόλα αυτά, ποιος θα κατάφερνε να ξεφύγει από τον Χριστόφορο; Σχεδόν κανένας...
"Η... Η Χριστίνα; Πώς ήρθε;"
"Περπατώντας ήρθε. Πώς να ήρθε!"
"Ρε Χριστόφορε! Λείπει ένα μήνα... Ενημέρωσε με τουλάχιστον!"
"Είπε ότι την έδειραν , τη βίασαν και την παράτησαν σε ένα νοσοκομείο. Έγκυος ήταν λέει και απέβαλε..." είπε συνοπτικά και ο Φάνης ασπρισε. Το ύφος όμως του Χριστόφορου άλλαξε άρδην προς το χειρότερο "Πόσες φορές σου έχω πει να μη τελειώνεις μέσα της; Πόσες άλλες σου είπα ότι όταν πηδάμε μια πόρνη παίρνουμε προφυλάξεις;!" Χτύπησε τις παλάμες του με μανία στο γραφείο και ο Φάνης αναπήδησε στη θέση του. "Αυτό το μπαστάρδο ίσως ήταν δικό σου!"
"Ε... Έπαιρνε χάπια και..."
"Χάπια;!" είπε εξαγριωμένος "Πόση δουλειά να κάνουν τα γαμημενα όταν τη χύνεις πέντε φορές τη μέρα;!" ο Φάνης κατέβασε το κεφάλι αμέσως. Είχε δίκιο. "Απέβαλε γιατί κάποιος την σακαταψε... Βρες ποιος!"
"Θα δω... Ίσως υπάρχει κάτι στις κάμερες..."
"Έχεις μια βδομάδα. Κανείς δε παίζει με τα πράγματα μου. Ούτε με τις πόρνες μου! Κάνε μια έρευνα και για τον Άλεξ... Είπε ότι είδε δύο άντρες του πριν δεχθεί επίθεση. Αν έχει κάποια ανάμειξη, στείλε τον Άρη να τον φυτέψει"
"Εντάξει... Εκείνη; Ειναι σε θέση να... Ξέρεις... Να την βγάλουμε πάλι στη δουλειά;"
Ο Χριστόφορος τον κοίταξε για μια στιγμή σκεπτικός
"Δε πρόλαβα να την ελέγξω. Με διέκοψες. Νομίζω ότι είναι όμως. Παρόλα αυτά, δε θα απλώσεις χέρι πάνω της χωρίς την άδεια μου! Το κατάλαβες; Δες το σαν τιμωρία για τις μαλακίες σου! Δε θα τρέχω εγώ για σένα! Αν ήταν ακόμα έγκυος; Αν είχε το παιδί σου ρε ηλίθιε τι θα έκανες;! ΛΕΓΕ!" φώναξε και ο Φάνης ξεφυσησε "Μέχρι να κρίνω ότι έβαλες μυαλό, δε θα τη πηδήξεις. Κατανοητό;"
"Ναι..."
"Ωραία. Και τώρα, πήγαινε να δεις τι σκατά έπαθε ο Παύλος και κανόνισε το θέμα... Πρέπει να πεταχτώ στο λιμάνι. Προέκυψε μια συναλλαγή τελευταίας στιγμής. Οι δρόμοι είναι καθαροί.."
"Καλώς..."
"Φάνη; Μα τη Παναγία, αν ξαναπηδηξεις πουτάνα χωρίς προφύλαξη, θα σου γαμήσω ότι έχεις και δεν έχεις!" Είπε για τελευταία φορά και του έκανε νόημα να φύγει από το γραφείο. Μένοντας μόνος, κάθισε στη πολυθρόνα σκεπτικός. Ο τρόπος που τον κοίταζε η Χριστίνα ήταν διαφορετικός από τα συνηθισμένα... Δεν θα έμπαινε ποτέ στη διαδικασία να σκεφτεί τη ψυχοσύνθεση μιας γυναίκας ύστερα από αποβολή, αλλά κάτι στο βλέμμα της και στην έκφραση της μόλις την αγγιξε, ήταν αλλιωτικο... Είχε δει βιασμενη γυναίκα στο παρελθόν. Τσιριζε ακόμα και στην ιδέα να την ακουμπήσει κάποιος... Η σκέψη ότι ίσως του έλεγε ψέματα, διαπέρασε το κεφάλι του. Θα τολμούσε όμως να του πει ψέματα; Κι αν του είπε, πόσα από αυτά ήταν ψέμα; Τα χείλη του αιδοίου της, ήταν μαζεμένα, πιο μικρά και στητά... Αυτό εξηγούσε κάπως, ότι ίσως πράγματι είχε υποστεί ράμματα στο νοσοκομείο αλλά και πάλι, ένιωθε ότι κάτι του έκρυβε... Έπιασε τον εαυτό του, να την αναλύει παραπάνω από το φυσιολογικό και σηκώθηκε. Αρκετά είχε ασχοληθεί μαζί της. Όσο τον εξυπηρετούσε ακόμα, έφτανε...
Πήρε τα πράγματα του και βγήκε. Είχε πιο σημαντικές δουλειές να κάνει...
➿➿➿➿➿➿➿➿➿
Έβγαλε τη πετσέτα και χώθηκε κάτω από τα σεντόνια. Η αίσθηση να είναι γυμνή από κάτω τους, πάντα της προσέφερε ηρεμία και πλέον καθετί που θα της χάριζε μια στιγμή χαλάρωσης, ήταν χρυσός. Για καλή της τύχη, το βράδυ που επέστρεψε δεν ήταν ούτε ο Χριστόφορος εκεί, ούτε ο Φάνης. Μίλησε λίγο με τον Άρη αλλά μόνο τα βασικά ενώ ο Ισαάκ, ένας μπάρμαν, την ενημέρωσε για τις καινούριες. Αηδιασε η ψυχή της, βλέποντας τόσες γυναίκες ενθουσιασμένες να δώσουν τα κορμιά τους. Χουχουλιασε αλλά δεν κατάφερε να ηρεμήσει.
Το σπίτι ήταν αγνώριστο. Μοσχομυριζε πια... Είχε τακτοποιήσει τα πάντα, έπλυνε κάθε ρούχο και σεντόνι αυτές τις μέρες και έδειχνε σαν καινούριο. Παρόλα αυτά ήταν η πρώτη της νύχτα εκεί και ένιωθε περίεργα... Είχε να κοιμηθεί χρόνια στο πατρικό τους.
Έβγαλε κάτω από το μαξιλάρι το κινητό της και το κοίταξε...
Έπρεπε να μιλήσει με τη Χριστίνα και το Μάνο μα έπιασε τον εαυτό της να καθυστερεί κάπως. Ήξερε ότι θα έβγαινε σήμερα. Χρειάστηκε τελικά να μείνει κάποιες μέρες παραπάνω για να σιγουρευτούν για το μωρό μα όλα ήταν καλά. Τους είχε απαγορεύσει να στείλουν κάτι πρώτοι και ανοίγοντας το πληκτρολόγιο, έγραψε τον αριθμό της και τη κάλεσε.
"Ισμήνη; Επιτέλους θεέ μου!" ήταν ταιρωτσ της λόγια. "Άργησες... Είχα αρχίσει να τρομάζω"
"Όλα πήγαν καλά" Αρκέστηκε να πει.
"Δεν σε κατάλαβαν; Τόσο απλά;"
"Ναι, τόσο απλά. Θα βρω ποιος το έκανε. Δε θα μου πάρει πολύ χρόνο... Ο Μάνος;"
"Ήρθε και με πήρε πριν μισή ώρα... Με άφησε στο σπίτι και βγήκε να πάρει φαγητό"
"Εσύ είσαι καλά;"
"Ναι, μια χαρά όλα. Οι εξετάσεις κι αυτές υπέροχες... Το μωρό δεν διατρέχει κανένα κίνδυνο... Θα παίρνω απλά κάτι χάπια το πρώτο τρίμηνο... Έχω ασταθή μήτρα..." είπε ντροπιασμένη
"Δε πειράζει. Θα στρώσει..."
"Ισμήνη μου σίγουρα όλα πήγαν καλά; Μήπως σου έκαναν κάτι;"
"Τίποτα. Όλα πήγαν ρολόι"
"Εντάξει... Να προσέχεις..."
"Προσέχω. Θα μιλήσουμε αύριο αν είναι..."
"Καλά..." Η φωνή της ήταν λυπημένη αλλά η Ισμήνη δεν ήταν σε θέση να πει κάτι παραπάνω ούτε ήθελε. Έκλεισε το τηλέφωνο και αφήνοντας το στην άκρη αγκάλιασε το μαξιλάρι της. Το έντονο βλέμμα του, ξεπρόβαλε αμέσως στις σκέψεις της. Πώς ήταν δυνατόν κάποιος να αγγίζει τα πιο απόκρυφα σημεία μιας γυναίκας και να εστιάζει στο βλέμμα της χωρίς ίχνος συναισθήματος; Πόσο ψυχρός άνθρωπος ήταν; αναρωτήθηκε και γύρισε από την άλλη. Δεν μπορούσε να βολεύτει με τίποτα.
Θεωρούσε αδιανόητο κάποιος να σε ελέγχει με τόσο χυδαίο τρόπο από κάτω σου... Η Χριστίνα της είχε πει ότι έπρεπε να το περιμένει αυτό, αλλά η Ισμήνη ήταν σίγουρη πως με τόσα που θα έλεγε, θα έκανε πίσω. Μα έκανε λάθος... Το πρώτο και το τελευταίο λάθος που ήθελε να κάνει... Δεν της άρεσε να πέφτει έξω μα έγινε ακριβώς τι αντίθετο και δεν ήθελε να επιστρέψει να συμβεί ξανά.
Ξαναγύρισε πλευρό και στο μυαλό της ήρθε ο Άρης... Ήταν πράγματι αυτός; Μήπως του έμοιαζε; Κι αν ήταν, πόσο χαμηλά είχε πέσει, και γιατί; Ο τελευταίος που της ήρθε στο μυαλό ήταν ο Φάνης. Ήταν σαν κακομοιριασμενος... Τόσο διαφορετικός από τον αδερφό του. Αδύνατος... Για την ηλικία του έμοιαζε με παιδαρέλι...Η Χριστίνα της είχε πει ότι γίνεται αρκετά βίαιος και είναι νευρικός αλλά συγκριτικά με το ανάστημα του Χριστόφορου, ήταν η μέρα με τη νύχτα. Ένιωθε ότι αν του δώσει ένα μπάτσο, θα σωριαστεί κάτω...
Αναστεναξε και ξεφυσησε. Σηκώθηκε πάνω εκνευρισμένη, φόρεσε ένα φαρδύ κοντομανικο και πήγε στη κουζίνα. Πήρε ένα μπουκάλι κονιάκ από εκείνα που είχαν οι γονείς τους στα ντουλάπια και κάθισε. Απόρησε για μια στιγμή πως ήταν δυνατόν η Χριστίνα να μη τα είχε πειράξει τόσα χρόνια.. Έβαλε το ποτό της και το άφησε σχεδόν αμέσως να κατρακυλήσει μέχρι τον ουρανίσκο της. "Μαλάκα!" μονολογησε και γέμισε ένα ακόμα "Δε με ξέρεις καλά... Όταν θα σε βάλω πίσω από τα σίδερα, εκεί να δω τη μαγκιά σου!" συνέχισε και αδειάζοντας ακόμα ένα ποτήρι σηκώθηκε. Έκλεισε το φως και πήγε στο κρεβάτι. Δεν έπινε συχνά και αυτά τα τρία ποτηράκια ήταν ότι έπρεπε για να φέρουν λίγη ηρεμία μέσα της.
Ξάπλωσε, αγκάλιασε το μαξιλάρι της πάλι, και έκλεισε τα μάτια... Αύριο θα ήταν μια καινούρια μέρα και όσο πιο γρήγορα έβρισκε αποδείξεις και ενόχους, τόσο πιο γρήγορα θα τελείωνε μαζί τους...
➿➿➿➿➿➿➿➿
Έπιανε τη κοιλιά της προβληματισμένη...
Το ήθελε αυτό το παιδί;
Προσπάθησε να σκεφτεί αμέτρητες φορές με πόσους πήγε το τελευταίο μήνα χωρίς προφυλάξεις αλλά πέρα από τον Άλεξ και τον Φάνη όλοι είχαν βάλει προφυλάξεις. Αναστεναξε... Ήξερε κατά βάθος ότι ήταν του Φάνη το παιδί...
Τα κλειδιά στη πόρτα, την έκαναν να σηκώσει ελαφρώς τη κουβέρτα και να στρέψει το βλέμμα στη τηλεόραση.
Ο Μάνος μπήκε σιωπηλός. Δεν γύρισε ουτε να τον κοιτάξει. Πήγε κοντά της , άφησε τη σακούλα με το φαγητό στο τραπέζι και τη κοίταξε.
"Μίλησες με την Ισμήνη;"
"Ναι" είπε κοφτά
"Και; Δε σε ρώτησα για να μου απαντήσεις μονολεκτικά!"
"Άκου να σου πω!" γύρισε αμέσως προς το μέρος του εκνευρισμένη "Δεν ήθελα να μείνω μαζί σου. Και στη τελική δεν έχω ανάγκη από νταντά! Έχεις σπίτι δικό σου! Αυτό είναι της αδερφής μου!"
"Πολύ τη σκεφτόσουν την αδερφή σου, όταν μου άνοιγες τα πόδια σου!"
"Πέρασε ένας χρόνος!"
"Αυτό ακριβώς... Ένα ολόκληρο χρόνο, χωρίς να μου δώσεις ούτε ένα όνομα!"
"Σου είχα δώσει ήδη αρκετά!"
"Και; Αποφάσισες ξαφνικά να περιθάλψεις τα καθίκια με τα οποία συχναζες;" την ειρωνεύτηκε και εκείνη γύρισε προς τη τηλεόραση εκνευρισμένη. Ο Μάνος και η Ισμήνη ήταν τρία χρόνια μαζί αλλά στην αρχή, όλα ήταν μπαχαλο. Από το θάνατο των γονιών τους και μετά, ένα βράδυ πριν τα σπάσουν η Χριστίνα ήταν σπίτι τους. Ήπιαν λίγο παραπάνω , η Ισμήνη έπρεπε να πεταχτεί στο τμήμα, και πάνω στη στιγμή έκανα σεξ... Αυτός ήταν και ο λόγος που απομακρύνθηκε από την Ισμήνη εξ αρχής. Παρόλα αυτά , ύστερα από λίγους μήνες ήρθαν ξανά σε επαφή. Της άρεσε ο Μάνος ...
Δεν ήταν λίγες οι φορές μάλιστα, που για να γλυκανει στα ματια του, του έδινε ονόματα από αντίπαλα στρατόπεδα και εκείνος έκανε μικρό συλλήψεις... Το τελευταίο χρόνο όμως η Χριστίνα αποφάσισε να κόψει κάθε επαφή. Είχε ήδη μπει αρκετά βαθιά στον υπόκοσμο και δεν γουσταρε να πηδιεται άλλο με το γκόμενο της αδερφής της.
Πλέον, δεν ήθελε ούτε να τον κοιτάζει. Στη σκέψη ότι η Ισμήνη πήρε τη θέση της για να γλιτώσει εκείνη το μωρό, την έζωναν ένα παραπάνω οι τύψεις.
"Έτσι θα είμαστε; Ούτε θα μου μιλάς;" Είπε βλέποντας τη, να μη σαλευει
"Δεν εχω όρεξη. Είμαι κουρασμένη. Και σε παρακαλώ, να μην λέμε και πολλά πέρα από τα βασικά..."
"Σε έπιασαν οι τύψεις;"
"Μπορεί. Η αδερφή μου ρισκάρει τη ζωή της για μένα!"
"Κοίτα που την έπιασε ο πόνος!" σχολίασε πικρόχολα. "Τέλος πάντων, εσύ έβγαζες γούστα να πηδιεσαι μαζί μου... Όχι ότι ήταν άσχημα.. ίσα ίσα..." Ο Μάνος της έριξε μια ματιά αλλά εκείνη συνέχισε να μη τον κοιτά "Φάε τουλάχιστον. Δε θα βρω και το μπελά μου για χάρη σου!" Η Χριστίνα σηκώθηκε, πήρε τη σακούλα και πήγε στο δωμάτιο χωρίς άλλη κουβέντα...
➿➿➿➿➿➿➿
"Άργησες. Όλα καλά;" ο Άρης τον περίμενε. Είχε ξημερώσει σχεδόν και ήξερε ότι θα επέστρεφε στο μαγαζί πριν κλείσουν
"Ναι. Όλα καλά... Βάλε ένα ουίσκι"
Ο Άρης έπιασε το αγαπημένο του, και γέμισε ένα ποτήρι ίσα ίσα δύο πόντους. Του το έδωσε και ο Χριστόφορος τον κοίταξε.
"Έλα λέγε... Κάτι σε απασχολεί. Στραβωσε καμιά δουλειά;"
"Όχι"
"Τότε;"
"Δε ξέρω..."
"Έχει να κάνει με τη Χριστίνα μήπως;" ο Άρης μπήκε κατευθείαν στο ψητό.
"Λέει ότι τη χτύπησαν άσχημα..." σπάνια του απέκρυπτε κάτι και αφού ήταν μόνοι στο μαγαζί, του το είπε "Ποιος θα μπορούσε;"
"Εγώ!" είπε ο Άρης αμέσως "Άνετα θα την έκανα σαούλι!"
"Ρε μαλάκα σοβαρολογω!"
"Τι να σου πω... Δεν είναι και μια γυναίκα που βγάζεις άκρη... Ίσως μίλησε άσχημα σε κάποιον. Ξέρεις ότι τη σιχαίνομαι με όλο το συμπαθειο. Δεν έχει τρόπους..."
"Ήταν διαφορετική σήμερα..."
"Δηλαδή;"
"Δε ξέρω..." Άδειασε το ουίσκι και σηκώθηκε "Θα το βρω όμως... Που θα πάει!" είπε και δίχως άλλη κουβέντα, τον κοίταξε "Κλείσε και πάρε το ταμείο μαζί σου, μόλις τελειώσεις. Πάω σπίτι"
"Έγινε. Αύριο να έρθω νωρίτερα;"
"Έλα, η Χριστίνα θα πας στα σφαγεία με τον Μανώλη. Θα στείλω μαζί της και τον Ισαάκ οπότε θα είσαι μόνος. Έλα να στρώσεις και βλέπουμε..."
"Έγινε αδερφέ..." ο Χριστόφορος του έριξε μια τελευταία ματιά και έφυγε.
"Διαφορετική ε;" ψέλλισε και πήρε το ποτήρι σκεπτικός..
🖤🖤🖤
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top