Κεφάλαιο 21°
Τα δύσκολα αρχίζουν εκεί που νομίζεις ότι είχαν τελειώσει...
Εκεί που τα εύκολα, πέρασαν και δεν ακούμπησαν.
Τι είναι δύσκολο για τον καθένα, μόνο η ψυχή του το ξέρει...
➿➿➿➿➿
Η νύχτα που πέρασε , ήταν η πιο ήρεμη από τη μέρα που μπλέχτηκε σε αυτή τη κατάσταση. Δεν ήξερε τι είχαν, αν είχαν κι αν εκείνος ένιωθε το ίδιο με εκείνη μα η Ισμήνη, κοιμήθηκε και ξύπνησε άλλος άνθρωπος. Κανένας δε τους ενόχλησε τη προηγούμενη μέρα στο γραφείο. Κανένας δε χτύπησε τη πόρτα ούτε θέλησε κάτι. Ωστόσο, εκείνος ήταν ακόμα ανέκφραστος μαζί της. Τα σήματα που της έστελνε ήταν μπερδεμένα. Ανακατα ακόμα και για ένα μυαλό σαν το δικό της. Δεν την ένοιαζε όμως η σιωπή του. Εκείνη έσπασε τη δική της και αυτό έφτανε. Έμεινε στα στήθη της για πάνω από μισή ώρα, δίχως να μιλά ενώ όταν ανασηκώθηκε και εκείνη τον τράβηξε , της έκανε πάλι έρωτα. Χωρίς ούτε μια λέξη. Τέσσερις ώρες ήταν κλεισμένοι εκεί μέσα και εκείνοι οι τοίχοι, λειτούργησαν σαν φρούριο για να ζήσουν στιγμή χωρίς έγνοιες και δολοπλοκίες. Χωρίς νύχτα και προβλήματα. Δύο άνθρωποι φυσιολογικοί. Αυτό κατάφεραν να κερδίσουν να γίνουν για λίγο. Πόσο φυσιολογικοι ήταν όμως; Καθόλου φυσικά...
Η Ισμήνη αποφάσισε να τον αποχωριστεί πρώτη. Σηκώθηκε, ντύθηκε και εκείνος είχε καθίσει απλά στο καναπέ και παρακολουθούσε κάθε της κίνηση. Όταν τον πλησίασε για να ελέγξει τη πληγή η οποία μάτωσε περισσότερο, δε την άφησε. Στην παραπάνω επαφή, φόρεσε το προσωπείο του, σηκώθηκε και ντύθηκε στα βουβά.
Όπως έκανε και παλαιότερα, της είπε να ετοιμάσει τα πράγματα της για ταξίδι. Ούτε το προορισμό της είπε, ούτε την ώρα ούτε καν με τι θα ταξίδευαν. Να είναι απλά έτοιμη και κάποια στιγμή θα περάσει να τη πάρει.
Ακόμα κι αυτό, της ήταν αρκετό.
Δεν ήταν και δε θα γινόταν ποτέ η γυναίκα που θα επιζητούσε η θα εκλιπαρούσε τη προσοχή ενός άντρα. Ούτε θα ζητιανευε συναισθήματα που ίσως δεν έχει. Η περηφάνια της παρά τον έρωτα της για εκείνον, δε της το επέτρεπε. Ωστόσο ήξερε ότι κατάφερε να σπάσει τα τείχη του τη στιγμή που σήκωσε το χέρι και τον χτύπησε.
Δε τη πείραξε. Δε την έπνιξε. Δε τη σκότωσε.
Δεν το μετάνιωσε...
Θα το έκανε ξανά και ξανά έτσι όπως την άφησε να αγωνιά. Δεν έμαθε να μετανιώνει εύκολα για τις επιλογές της ενώ όταν έκανε τον εσωτερικό της διάλογο και ξεσκέπασε τις αλήθειες της, ήξερε ότι ο δρόμος θα ήταν δύσβατος και γεμάτος αγκάθια.
Ένας άντρας σαν το Χριστόφορο δεν ξέρει να αγαπά. Δεν ξέρει να ερωτεύεται.
Απολαμβάνει και ζει τις στιγμές του.
Δε θα ζητούσε κάτι παραπάνω από εκείνον. Ούτε όμως θα έμενε πλάι του.
Η Ισμήνη ζύγισε τη κατάσταση από την δική της οπτική μόνη της. Τέτοιοι έρωτες δεν ανθίζουν και δεν καρποφορούν. Είναι καταδικασμένοι πριν καν αρχίσουν. Θέλει δύο για να ρίξεις τα τείχη και ήξερε ότι δεν ήταν διατεθειμένος να προβεί σε μια τέτοια πράξη. Δεν την πείραζε. Ήταν κατασταλαγμένος άνθρωπος.
Της ζήτησε να ετοιμάσει μια μικρή βαλίτσα.
Δεν της είπε ούτε τι ρούχα να πάρει ούτε τίποτα. Επέλεξε ρούχα που ταίριαζαν στην αισθητική της και μέσα σε εκείνα τα κουβάρια της Χριστίνας κατάφερε να ενώσει μερικά κομμάτια και να μοιάζουν ανθρώπινα. Η ώρα ήταν δώδεκα και τέταρτο. Πήγε στη κουζίνα, έφτιαξε έναν καφέ και κάθισε σκεπτική. Δεν ήταν μόνο η συμπεριφορά του ήταν και η πράξη που ολοκληρώθηκε σε τέτοιο βαθμό χθες και την προβλημάτισε. Άνοιξε το ημερολόγιο της. Για γυναίκα δεν ήταν σπάνιο αλλά είχε σχετικά νωρίς ωορρηξία.
Είχε στο σπίτι ακόμα τη καρτέλα με τα χάπια. Τότε ούτε που την άγγιξε. Τώρα όμως, φοβόταν. Ο Χριστόφορος δεν είχε ιδέα ότι ήταν αδιαθετη τις τελευταίες μέρες. Έμεινε στο ότι μετρούσε τις μέρες της και δεν κινδύνευε. Τώρα όμως;
Αναστεναξε και έπιασε τη καρτέλα.
Έβγαλε ένα χάπι και το κοίταξε.
Σηκώθηκε, πήρε ένα ποτήρι νερό και κάθισε.
Ήταν οριακά ή όχι; Είχε βέβαια περίπου μια βδομάδα μπροστά της ίσως και ένα δεκαήμερο βαριά βαριά αλλά η σκέψη είχε ριζώσει και ο τρόμος που της προκαλούσε ήταν τεράστιος. Δε θα του φόρτωνε ένα παιδί από το πουθενά χωρίς να έχει γνώση. Χωρίς καν να τον ενημερώσει ότι κολυμπάει σε επικίνδυνα νερά μέσα της.
Ξεφυσουσε συνεχώς. Δεν ήθελε να βάλει τέτοιο πράγμα στον οργανισμό της.
Από την αλλη, τι επιλογές είχε;
Άνοιξε το στομα της έβαλε το χάπι στη γλώσσα και πήρε το ποτήρι.
Καθώς το έσυρε στα χείλη της όμως, ένα δυνατό κορναρισμα τη τρόμαξε και άβουλα το έφτυσε...
Σηκώθηκε και είδε το τζιπ του έξω από το σπίτι. Το χάπι ήταν στο πάτωμα. Πήρε τη καρτέλα, την πέταξε στη τσάντα της και πηγαίνοντας στο δωμάτιο έβγαλε τη βαλίτσα. Θα το έπαιρνε στη διαδρομή ή όταν έφταναν. Εκείνη τη στιγμή, ο ψυχισμός της, δεν ήταν σε θέση να το λάβει άλλωστε. Ίσως αν υπολόγιζε σωστά τις μέρες να της έβγαινε καλύτερα. Θα του εξηγούσε κι όλας και θα τελείωνε το θέμα...
Άνοιξε την εξώπορτα και βγαίνοντας κατέβηκε και εκείνος. Αυτή τη φορά δεν είδε άλλα αυτοκίνητα. Ο Χριστόφορος ανέβηκε τα σκαλιά, και σταμάτησε.
"Δώσε μου τη βαλίτσα σου..." δεν περίμενε να του τη δώσει. Την πήρε και κατέβηκε. Την έβαλε στο πορτμπαγκάζ και μπήκε στη θέση του ενώ κι εκείνη τον ακολούθησε.
"Μόνοι είμαστε;"
"Θέλεις και παρέα;" σε σχέση με χθες ήταν σαφώς πιο ομιλητικός κι ας ειρωνεύτηκε στην ερώτηση της.
"Που πάμε αυτή τη φορά; Αποφάσισες να με πηγαινεις ταξιδακια;" ρώτησε στον ίδιο τόνο με το δικό του βάζοντας τη ζώνη της.
"Σωστα μαντεψες... Δεν είχα τι να κάνω και σκέφτηκα, δε τη πάω μια βόλτα στην Ιταλία;" η Ισμήνη γύρισε και τον κοίταξε έκπληκτη
"Σοβαρά μιλάς τώρα;"
"Δεν έχω πιει ούτε καφέ ακόμα. Πιο σοβαρά δε θα μπορούσα να μιλάω..." είχε μια δόση ειρωνίας και χαλαρότητας στα λόγια, ίσως και αστεϊσμού αλλά τα χείλη του, δεν έλεγαν να της χαρίσουν κανένα χαμόγελο.
Σίγουρα κάτι τον απασχολούσε.
Και δεν είχε άδικο...
Ο άντρας στην Χαλκιδική κατάφερε και τους ξέφυγε. Πώς ήταν δυνατόν ένας τύπος με χίλιες δυο πληγές να ξέφυγε; Η προδοσία σέρνονταν κάτω από τη μύτη του και ακόμα δεν έβρισκε ποιος ήταν...
Ωστόσο αυτό που τον προβλημάτιζε πιο πολύ, ήταν το τηλεφώνημα του Φάμπιο καθώς επέστρεφαν πίσω.
Επέμενε να βρεθούν για τη συμφωνία και τις διαδικασίες από κοντά. Ως εδώ καλά...
Η επιμονή του όμως συνεχίστηκε αναφέροντας την Ισμήνη. Ήθελε διακαώς να γνωρίσει τη γυναίκα που τον έσωσε. Όσο κι αν προσπάθησε ο Χριστόφορος να αποτρέψει εκείνο το ταξίδι μαζί της, απέτυχε. Ο Φάμπιο ήταν ξεκάθαρος. Ήθελε να τη γνωρίσει και θα τη γνώριζε. Παρόλα αυτά, ο Χριστόφορος ένιωθε ότι κάτι άλλο υπήρχε στο υπόβαθρο πίσω από αυτή τη συνάντηση. Κάτι που σύντομα θα μάθαινε. Κανενός το μυαλό δεν ήταν ικανό να τον παρασύρει εκεί που θέλει χωρίς να είναι έστω υποψιασμένος για κάτι.
Η Ισμήνη από τη πλευρά της βλέποντας τον σιωπηλό ύστερα από τη σύντομη κουβέντα τους, βυθίστηκε στο κάθισμα της και έστρεψε το βλέμμα έξω από το παράθυρο.
Ήταν άραγε η κατάλληλη στιγμή να του έλεγε ότι δεν ήθελε να ξανά τελειώσει μέσα της; Ή θα προκαλούσε κάποιο καυγά; Κι αν δεν επιζητούσε ξανά επαφή; Γιατί να έφερνε ένα τέτοιο θέμα στο φως; Από την άλλη για τον Χριστόφορο τι ήταν; Ένα πήδημα; Ένα ωραίο ίσως πήδημα που απολάμβανε; Ήταν ξεκάθαρος μαζί της μόλις την ανακάλυψε. Λάτρεψε να πηδάει το σύστημα.
Ήταν σίγουρη ότι θα πήγαινε και με άλλες γυναίκες. Ήταν το ποιόν και ο χαρακτήρας του τέτοιος. Ίσως κι εκείνη να τον προκάλεσε ερωτικά τις τελευταίες φορές. Ίσως αν καθόταν πιο φρόνιμη και μάζευε και τις δικές της ορμές, να μην αναζητούσε το δικό της κορμί αλλά ένα ξένο...
Όσο κι αν αυτή η σκέψη φάνταζε ιδανική όμως, η καρδιά της ένιωθε τα αγκαθια ένα ένα... Έτσι ήταν όμως η ζωή και αυτή η καλύτερη λύση.
Είδε τη ταμπέλα για το αεροδρόμιο και γύρισε προς το μέρος του. Σοβαρολογουσε... Η Ισμήνη σκέφτηκε για μια στιγμή μήπως τη κορόιδευε μα πήρε τη στροφή στην επόμενη έξοδο και σε δυο λεπτά, μπήκε στο αεροδρόμιο. Η καρδιά της άρχισε να χτυπάει δυνατα. Δεν είχε φοβίες αλλά τα αεροπλάνα τα απέφευγε. Πάντα ταξίδευε οδικώς, με τρένα ή λεωφορεία. Της προκαλούσαν κλειστοφοβία και δε το άντεχε. Τι να πει όμως και τι να πράξει έτσι όπως ήταν η κατάσταση;
Δεν οδήγησε όμως όπως ο υπόλοιπος κόσμος για το κύριο πάρκινγκ. Χώθηκε από έναν διαφορετικό διάδρομο και εκείνη κοίταξε έκπληκτη προς τα έξω. Οδηγούσε μέσα στον ίδιο το χώρο που υπήρχαν αεροπλάνα. Είδε κάτι άντρες , μερικά τζιπ επίσης έκαναν την εμφάνιση τους και κατάλαβε αμέσως ότι θα πετούσαν ιδιωτικά. Μόλις προχώρησαν λίγο ακομα και κίνησαν προς την άλλη μεριά, οι σκέψεις της επιβεβαιώθηκαν. Ένα ιδιωτικό τζετ τους περίμενε έτοιμο. Δύο ακόμα αμάξια ήταν παρκαρισμένα πλάι του και ο Χριστόφορος σταμάτησε.
"Κατέβα. Φτάσαμε..." αρκέστηκε να πει και κατέβηκε πρώτος.
Το αεροπλάνο ούρλιαζε χλιδή.
Ένα μικρό κόκκινο χαλακι υπήρχε στα σκαλοπάτια ενώ μόλις τον είδαν, καμιά δεκαριά άντρες κατέβηκαν από τα δύο τζιπ και παρατάχθηκαν σαν στρατιωτάκια.
"Αφεντικό, είναι όλα έτοιμα..." άκουσε κάποιον να τον ενημερώνει.
"Πάρε τις αποσκευές και διώξε την αεροσυνοδό" ζήτησε και γύρισε προς την Ισμήνη. "Μπες πρώτη.." δεν του απάντησε κάτι και προχώρησε. Μπαίνοντας μέσα έμεινε αφωνη. Δε φανταζόταν ποτέ τον εαυτό της μέσα σε ένα τέτοιο αεροπλάνο.
Δεν είχε καθίσματα.
Δεξιά και αριστερά υπήρχαν μεγάλες πολυθρόνες σαν καναπέδες, τραπέζια πλαι τους ενώ προς τα πίσω , διέκρινε από την ανοιχτή καμπίνα και ένα κρεβάτι το οποίο ολόγυρα του είχε ένα μπλε σκούρο φωτισμό και ολόλευκο πάπλωμα. Η μυρωδιά του φρεσκοψημενου καφέ ήταν διάχυτη στο χώρο και δεν άργησε να γίνει και εικόνα. Αυτό το αεροπλάνο ήταν εξοπλισμένο με τα πάντα. Πλάι στο κρεβάτι κάπως πιο απόμερα, υπήρχε ένα πάγκος. Μια καφετιέρα, ποτά , σνακς. Τα πάντα.
Δεν ήξερε που να πάει και τι να κάνει εκεί μέσα ενώ και μόνο το γεγονός πως ήταν στο αεροπλάνο, της έφερνε πανικό.
Κάθισε σε μια από τις πολυθρόνες και περίμενε. Τα πόδια της άρχισαν να χτυπούν νευρικά το ένα το άλλο μόλις άκουσε τους κινητήρες να παίρνουν ζωή και χλωμιασε. Έδεσε τη ζώνη της και γυρίζοντας προς τη πόρτα , σκέφτηκε να σηκωθεί να τρέξει και να φύγει. Τίποτα δε πρόλαβε να κάνει όμως αφού η σκιά του κορμιού του, φάνηκε πρώτη και ύστερα τον είδε να μπαίνει μέσα. Έδειχνε τοσο ήρεμος που τη ταραζε ακόμα περισσότερο. Συνομίλησε λιγάκι με έναν δικό του, ύστερα μπήκε στο πιλοτήριο και βγαίνοντας η πόρτα έκλεισε.
"Σε τέσσερις ώρες θα είμαστε εκεί" της ανακοίνωσε χωρίς να τη κοιτά και κάθισε. Ούτε τη ζωνη του έβαλε ούτε τίποτα.
Τα δάχτυλα της μπλέχτηκαν μόλις άρχισε να κινείται και πήρε δύο κόφτες ανάσες. Εκείνος πάλι ήταν στο κόσμο του. Άνοιξε μια τσάντα που έφερε μαζί, έβγαλε κάτι χαρτιά, σταύρωσε και τα πόδια του και αφήνοντας τα στο τραπεζάκι ακριβώς απέναντι της άρχισε να τα μελετάει. Το αεροπλάνο επιτάχυνε σχετικά γρήγορα και η Ισμήνη έπιασε τα μπράτσα της πολυθρόνας και έκλεισε τα μάτια της. Οι ανάσες της έγιναν ακόμα πιο γρήγορες και πιο μικρές. Ένιωθε ότι η κρίση πανικού πλησίαζε με γοργό ρυθμο όταν ξαφνικά, ένιωσε δυο χέρια , να πιάνουν τα δικά της και ανοίγοντας τα μάτια της, τον είδε σκυμμένο μπροστά της.
"Φοβάσαι..." παρατήρησε κοιτώντας το καταχλωμο πρόσωπο της.
"Χριστόφορε δε μπορώ να αναπνεύσω!" αντί να ημερεψει στην λέξη που της είπε, φούντωσε. "Λύσε με!" τράβηξε τα χέρια της και έπιασε βιαστικά τη ζώνη.
"Ηρέμησε! Μια πτήση είναι μόνο!" τίποτα. Δεν μπορούσε να ακούσει τίποτα. Το στήθος της ανεβοκατέβαινε μανιασμένα ώσπου ο Χριστόφορος έπιασε τη ζώνη ψύχραιμα την άνοιξε και εκείνη όρμησε πάνω του.
"Δε μπορώ... Δε μπορώ να αναπνεύσω.." Τη κράτησε σφιχτά και τη σήκωσε μαζί του. Μόλις το αεροπλάνο απογειώθηκε η Ισμήνη κρύφτηκε μέσα στα χέρια του ανεπαίσθητα και εκείνος σφίγγοντας τα μπράτσα του γύρω της, τη σήκωσε ελαφρά και την πήγε προς τη καμπίνα του κρεβατιού. Την άφησε και πιάνοντας το κορμί της το ώθησε προς τα μέσα και κάθισε και εκείνος.
"Μπορείς να σταματήσεις να τρέμεις;"
"Δε μπορώ! Δε μπορώ σου λέω δε μπορώ! Κι εδώ μέσα είναι ακόμα πιο αποπνικτικά!"
"Ισμήνη ηρέμησε!"
"Προσπαθώ!!" στη φωνή της έβαλε τα κλάματα σαν μικρό κοριτσάκι κι εκείνος πιάνοντας την από το πρόσωπο, την τράβηξε προς το δικό του και ένωσε τα χείλη του με τα δικά της.
"Ηρέμησε... Όλα είναι καλά" Της ψιθύρισε και κοίταξε βαθιά στα μάτια της. Ποτέ δε πίστευε ότι αυτή η ατρόμητη γυναίκα θα είχε μια τέτοια φοβία. "Πάω να φέρω ένα..."
"Μη πας πουθενά! Μη με αφήνεις μόνη, σε ικετεύω!" φοβόταν αληθινά. Ο Χριστόφορος αναστεναξε και την ξάπλωσε προς τα πίσω. Μέσα στις τόσες σκέψεις του, αυτο ήταν το τελευταίο που περίμενε να κάνει. Ξάπλωσε πλάι της κι εκείνη χώθηκε αμέσως στα χέρια του.
"Κάποιος θέλει να με βγάλει από τη μέση..." της είπε σίγουρος ότι θα τραβήξει αρκετά τη προσοχή της αν εστιάσει στο αστυνομικό και όχι το γυναικείο μυαλό της. "Στη συμπλοκή που έγινε, προσπάθησαν να με σκοτώσουν. Δεν ξέρω ακόμα ποιοι είναι. Η κατάσταση είναι περίεργη και επικίνδυνη... Υπάρχει ένας προδότης ανάμεσα μας Ισμήνη. Κάποιος που δίνει πληροφορίες και κινεί τα νήματα. Αλλά δε ξέρω ποιος..." της μιλούσε ήρεμα και όπως ακριβώς το φαντάστηκε έτσι και έγινε. Το κράτημα της μαλάκωσε, η καρδιά της άρχισε να ηρεμεί και οι ανάσες της έγιναν πιο ομαλές "Όταν επιστρέψουμε, θα φύγεις. Δεν υπάρχει κάτι που να σε κρατάει... Δεν έχεις θέση στο κόσμο μου" Ένιωσε τη καρδιά της να αγριευει ξανά στις τελευταίες του λέξεις. "Ούτε την αδερφή σου θα κυνηγήσω. Κανέναν. Μόλις τελειώσουν όλα όμως, σου χρωστάω κάτι, και θα στο φέρω στα χέρια σου. Μέχρι τότε, θα μείνεις μακριά μου"
"Χριστόφορε;" ανασηκωσε το κεφάλι της και τον κοίταξε. Ο φόβος για το αεροπλάνο φάνταζε μηδαμινός στα μάτια της μπροστά στο φόβο να φύγει από εκείνον. Ίσως η σκέψη να περασε και από το δικό της μυαλό αλλά ακούγοντας τη να βγαίνει από τα χείλη του, δε της άρεσε καθόλου. "Δε θέλω .."
"Δε θέλεις τι;"
"Δε θέλω να απομακρυνθώ..." δεν ήθελε όμως να του πει κατάμουτρα ότι ήταν ερωτευμένη μαζί του. Η αποδοχή του έρωτα , στον εαυτό της ήταν αρκετή. Ούτε ήταν διατεθειμένη να θρέψει το -εγω- του. Προφανώς και εκείνος δεν συμμερίζονταν τα αισθήματα της. Ωστόσο ήταν αρκετά έξυπνη "Ίσως μπορώ να βοηθήσω... Δουλειά μου είναι άλλωστε" δικαιολογήθηκε πριν της πει κάτι.
"Και γιατί να θέλεις να με βοηθήσεις;" ο Χριστόφορος τσιγκλούσε τη γλώσσα της
"Γιατί ας πούμε ότι θεωρώ ότι είναι πιο σωστό..." Η Ισμήνη τον κοίταξε έντονα "Δεν έχω εκείνα τα χαρτιά. Σου το ορκίζομαι. Ποτέ δε τα είχα..."
"Το ξέρω..." παραδέχθηκε κι εκείνη ταράχθηκε κάπως "Από τη πρώτη στιγμή το ήξερα Ισμήνη..."
"Και γιατι..." η απορία ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο της αμέσως
"Γιατί έτσι! Μερικά πράγματα δεν έχουν απαντήσεις..." σηκώθηκε , κάθισε κι εκείνη τον μιμήθηκε.
"Με κρατούσες χωρίς λόγο;" ρώτησε τη σκέψη της.
"Ναι"
"Είσαι τρελός;"
"Δελής λέγομαι, τρελός είμαι!" ο Χριστόφορος σηκώθηκε και βγήκε προς τα εξω μα εκείνη τον ακολούθησε.
"Είσαι σοβαρός; Πώς τόλμησες να με σύρεις στο βούρκο ξέροντας ότι πραγματικά ήρθα μόνο και μόνο για να βρω ποιος χτύπησε τη Χριστίνα και με κράτησες; Τι ήθελες; Τι θέλεις ακόμα;" Ξέσπασε ξεχνώντας και τη πτήση και όλα γύρω της. Δε της απάντησε. Γύρισε τη πλάτη του και εκείνη θύμωσε. Εξοργίστηκε. Στάθηκε πίσω του και κλείνοντας τις γροθιές της τον χτύπησε στη πλάτη "ΤΙ ΘΕΛΕΙΣ ΠΙΑ! ΔΩΣΕ ΜΟΥ ΜΙΑ ΑΠΆΝΤΗΣΗ ΠΟΥ ΝΑ ΠΑΡΕΙ!"
"ΕΣΕΝΑ ΘΕΛΩ! Ικανοποιημένη;!" Η Ισμήνη τρόμαξε κάπως από το τρόπο του και την ένταση της φωνής που ανέβηκε απότομα ενώ γυρίζοντας την έπιασε από το λαιμό, τη τράβηξε και τη φίλησε αμέσως βαθιά. Ήθελε πολύ να παλέψει το φιλί του, να τον βρίσει και να τον χτυπήσει μα αυτή η τόση δα, μικρή παραδοχή του, ακόμα κι αν υπονοούσε το κορμί της , την έκανε να του δωθεί. Βρέθηκαν στη καμπίνα σχετικά γρήγορα ενώ ακόμα πιο γρήγορα γδυθηκαν.
Δεν τον άφησε όμως να πάρει τα ηνία ποτε. Έχοντας το πείσμα της για οδηγό κι έτσι όπως ήταν στενός ο χώρος, σκαρφάλωσε πάνω του και τον κλείδωσε μέσα σε αυτά.
Το σεξ ανάμεσα τους, ήταν περίεργο.
Μπορούσαν να μαλώνουν δευτερόλεπτα πριν και ύστερα να φιλιούνται σαν ξαναμμενοι έφηβοι. Ύστερα να μαλώσουν πάλι και φτου κι από την αρχή. Οι τρυφερές στιγμές ήταν ελάχιστες μα υπαρκτές. Έμοιαζαν με ένα μωσαϊκό.
Εκεί που κυριαρχεί ένα χρώμα, θα δεις μια μπλε πετρίτσα εδώ, μια εκεί , μια παραπέρα... Από κοντά ίσως έμοιαζε περίεργο αλλά αν κράταγες απόσταση, ολόκληρο το θέαμα, θα ήταν μαγικό.
Αυτό ήταν όμως και το πρόβλημα τους...
Δεν ήξεραν να βλέπουν το αποτέλεσμα και εστίαζαν τόσο κοντά, που έχαναν την ομορφιά του.
Ο Χριστόφορος από την άλλη, ηξερε ότι δε θα ήταν σε θέση να κρατήσει τα χέρια του από πάνω της και ούτε ήθελε όμως. Αυτός ήταν και ο λόγος που έδιωξε την αεροσυνοδο. Ναι, της ζήτησε να φύγει και το εννοούσε. Δεν την ήθελε μέσα στα πόδια του και ανάμεσα στα πυρά κανενός.
Είχε ήδη αρκετά προβλήματα για να έχει το μυαλό του και στην ασφάλεια της...
Τα κορμιά τους είχαν ιδρώσει εκεί μέσα.
Η Ισμήνη , δεν τον άφησε λεπτό να επιβληθεί επάνω της. Ερωτευμένη ήταν, όχι θύμα και γυναικούλα στα χέρια του. Του έδινε το κορμί της και τον άφηνε να κυριαρχεί όταν εκείνη το επέλεγε...
Από τη πρώτη τους φορά, ηθελημένα του δόθηκε. Ήταν πολύ γοητευτικός άντρας. Ίσως τότε δε το παραδεχόταν στον εαυτό της αλλά ποτέ δε θα ανάγκαζε το κορμί της να υποβληθεί σε μια τέτοια κατάσταση και να κάνει σεξ με έναν άγνωστο για να μη φανερωθεί. Είχε υψηλό εγωισμό και περηφάνεια. Ωστόσο πλέον, ήταν σε θέση να ομολογήσει ότι, η εξωτερική του εμφάνιση, την παρέσυρε.
Το ότι του φανέρωσε την ανησυχία της τη προηγούμενη μέρα, δεν την πτόησε. Αρκετά ψέματα έλεγε το τελευταίο διάστημα άλλωστε. Κουράστηκε. Το άσπρο , άσπρο και το μαύρο, μαύρο. Απλά τα πράγματα.
Ο Χριστόφορος σήκωσε το σώμα του μα εκείνη κρατώντας τον απαλά από τους ώμους τον πίεσε πάλι προς τα κάτω. Ήταν αποφασισμένη να κρατήσει τα ηνία με κάθε κόστος. Και αυτό έκανε...
Η ταχύτητα της, αυξήθηκε επικίνδυνα πολύ. Τόσο που οι συσπάσεις του μορίου του μέσα της έκαναν πάρτυ. Ποτέ πιο πριν, δεν κινήθηκε με τόσο ρυθμο και δυναμική επάνω του. Άπλωσε τα χέρια της στα χείλη του όταν εκείνος προσπάθησε κάτι να πει και σκύβοντας ολόκληρη, τα απελευθέρωσε και τα φίλησε χωρίς να πάψει λεπτό τη κίνηση της. Στο δάγκωμα του, τον έπιασε από το λαιμό για πρώτη φορά και ξεκίνησε να κάνει σταυρωτές κινήσεις, συνεχόμενα.
Η απόλαυση εκεινη της άνηκε.
Ωστόσο, όσο κι αν ήθελε να τον ζορισει κι άλλο ο Χριστόφορος δε την άφησε.
Κράτησε τη μέση της σθεναρά και δίχως προειδοποίηση ,πίεσε τον εαυτό του προς τα πάνω με δύναμη ενώ την ίδια στιγμή, κατέβασε το κορμί της απότομα. Στην σφοδρή ένωση τους, η Ισμήνη κόλλησε και τον κράτησε μέσα της. Τα νύχια της, βρέθηκαν στη σάρκα του λαιμού, ενώ ταυτόχρονα μαζί της τελείωσε και εκείνος.
➿➿➿➿➿➿➿➿
"Έφυγαν;" ρώτησε βάζοντας τα ρούχα της. Μάζεψε και τα μαλλιά της και επέστρεψε στο κρεβάτι πλαι του.
"Ναι, εφυγαν μωρό μου... Όλα πάνε όπως τα σχεδιάσαμε. Βήμα βήμα..." Η Χριστίνα του χαμογέλασε και πιάνοντας τον από το χέρι, τον σήκωσε. "Βιάζεσαι;"
"Ναι ρε Φάνη! Μου υποσχεθηκες να με βγάλεις λίγο να πάρω αέρα... Βαρέθηκε κλεισμένη εδώ μέσα"
"Όσο κρατάς αυτά τα χαρτιά, εδώ μέσα θα είσαι... Το ξέρεις έτσι δεν είναι; Ο Χριστόφορος δε θα σε αφήσει τόσο απλά Χριστίνα... Γιατί δε μου τα δίνεις να τελειώνουμε;"
"Γιατί σου εξήγησα... Αυτά με κρατάνε ζωντανή"
"Δεν είμαι τόσο σίγουρος για αυτό πλέον.."
"Τι εννοείς;"
"Ο Χριστόφορος με την Ισμήνη έχουν έρθει πολύ κοντά. Πιο κοντά από ποτέ..." Η Χριστίνα αναστεναξε "Ο Παπαγεωργόπουλος, αν δε της μεγαλώσει την άδεια θα αναγκαστεί να επιστρέψει σύντομα στα καθήκοντά της. Επίσης η Μαριλένα δε ξέρει τίποτα. Την αναγνώρισε. Θέμα χρόνου είναι και δε θα μπορέσω να το σταματήσω το κακό. Για αυτό σου λέω δώσε μου τα καταραμένα τα χαρτιά, να τα έχω εγώ τουλάχιστον..."
"Θα δω ρε Φάνη... Ίσως όταν γυρίσουν να μιλήσω στο Χριστόφορο;"
"Έχεις τρελαθεί εντελώς;" τη κοίταξε τρελαμενος "Ούτε να το σκέφτεσαι. Άφησε τον απ' έξω... Ρε μωράκι μου... Με τη Ρενα στο πλευρό μας, δεν είναι ανάγκη να μπλέξουμε κι άλλο τα πράγματα. Ξέρει εκείνη τι κάνει... Δε θα καταλάβουν από πού τους ήρθε. Εμπιστευσου με σε αυτό... Να μιλήσεις και να πεις τι; Θα σε πάρει αμέσως χαμπάρι."
"Έχεις δίκιο..."
"Το ξέρω ότι έχω δικιο. Λοιπόν, φεύγω γιατι πρέπει να πάω στο μαγαζί αλλά το βράδυ σου υπόσχομαι θα βρω ένα τρόπο να σε βγάλω λίγο έξω. Εντάξει;" το πρόσωπο της αστραψε από χαρά.
"Εντάξει..." είπε και εκείνος χαρίζοντας της ένα φιλί, ντύθηκε και έφυγε...
➿➿➿➿➿➿
"Στις ομορφιές σου είσαι σήμερα..." Το σχόλιο του, καρφιτσωσε ένα χαμόγελο περίεργο στα χείλη της.
"Καλημέρα και σε σένα.." Απάντησε φτιάχνοντας το πάγκο της.
"Καλησπέρα είναι... Αλλά και πάλι, ακόμα δεν έγινε καλή..." Ο Άρης χώθηκε μέσα από το μπαρ και πλησιάζοντας τη, τριφτηκε πισω της
"Θα μας δουν, τρελάθηκες;"
"Μπορεί και να τρελάθηκα. Τι σκας; Η Νένα δε πρόκειται να έρθει πρωί πρωί..."
"Ρε Άρη, ίσως έρθει ο Φάνης.."
"Ε και; Δεκάρα δε δίνω αν με δει να φιλάω τη μπαργουμαν μας..."
"Δεν με φίλ..." την γύρισε και έκανε πράξη του αμέσως. Η Ρένα ήξερε ότι αυτό δεν ήταν σωστό. Δεν έπρεπε να συμβεί ανάμεσα τους. Ίσως ένα φλερτ ήταν στα σχέδια αλλά ως εκεί. Απατησε μαζί του το Λεωνίδα ήδη τέσσερις φορές ενώ ο Φάνης, της ξεκαθάρισε ότι όλο αυτό είναι μια δουλειά. Έπρεπε να βρει πληροφορίες και όχι να χαμουρέυεται μαζί του.
Τα αίματα άναψαν σχετικά γρήγορα.
Η Ρένα έπιανε τον εαυτό της να μη μπορεί να του αντισταθεί αλλά και εκείνος, ήταν το ίδιο ανυπόμονος να τη δει και να τη γευτεί.
"Γκχμ...!" Στο άκουσμα του Φάνη πίσω τους, η Ρένα τινάχτηκε κατακόκκινη ενώ ο Άρης έμεινε αδιάφορος.
"Το ξεροβηχεις ρε; Σου έκατσε κάτι στο λαιμό;" απάντησε βγαίνοντας απ' έξω
"Να σου θυμίσω λέω εγώ τώρα ότι είσαι αρραβωνιασμένος;" είπε με έμφαση
"Εσένα περίμενα να μου το θυμίσεις; Φάνη, λογάριαζε τις δουλειές σου εντάξει;" Ο Άρης τον στραβοκοίταξε και έφυγε προς το γραφείο του. Μόλις έμειναν μόνοι , η Ρένα δίστασε να στρέψει το βλέμμα της πάνω του.
"Τι σου είπα;" Τον άκουσε να λέει και ήξερε ότι έπρεπε να γυρίσει και να τον αντιμετωπίσει
"Έγινε! Δε φταίω εγώ. Εντάξει;" του αντιγυρισε μέσα από τα δόντια της.
"Πρέπει να τον βγάλουμε από τη μέση για να έχουμε καθαρό πεδίο όχι να πηδιεσαι μαζί του!"
"Φάνη, παράτα με! Ξέρω τι κάνω!"
"Πολύ αμφιβάλω!" την ειρωνεύτηκε
"Ήρθα για ένα σκοπό. Αυτόν εξυπηρετώ. Κι αν θέλεις να ξέρεις, καλύτερα να έχεις τον εχθρό από κοντά παρά μακριά..."
"Κοντά Ρένα! Όχι μέσα στα βρακιά σου!"
"Είναι και αυτό μια τακτική!"
"Σκατά στα μούτρα σου είναι! Κανόνισε να καψουρευτεις και να πάνε στραφι όλα! Μόνο αυτό σου λέω! Και τι δεν έκανα για να φύγει ο Χριστόφορος. Πόσα πιστεύεις μπορώ να κάνω μέσα σε μόλις τρεις μέρες που θα κάτσουν εκεί; Δεν είμαι Θεός!"
"Το ξέρω. Το μόνο που σου ζήτησα είναι να μην πειράξεις τα κορίτσια. Αυτό μη το ξεχνάς ούτε εσύ!"
"Σου είπα ότι δε θα πειραχθει ούτε τρίχα από τα κεφάλια τους. Συμφωνήσαμε. Εγώ τηρώ το λόγο μου!"
"Δε ξέρω Φάνη .. ειλικρινά πια δε ξέρω..."
"Όλα είναι σχεδιασμένα... Κράτα αυτό και κάνε τη δουλειά σου. Ο Παπάς δε θα περιμένει για πολύ Ρένα. Με τον Χριστόφορο εκτός ήδη οργανώνει τα επόμενα βήματα μετά την αποτυχία στη Χαλκιδική..."
"Πώς είναι;" ρώτησε κάπως χαμηλά
"Μια χαρά είναι. Λίγες χαρακιές απέκτησε στη πλάτη μόνο. Κατάφερα και τον έβγαλα εκτός τα ξημερώματα... Μη μου πεις όμως ότι σε τρώνε και οι τύψεις! Δεν είδα να ενδιαφέρεσαι που ο Λεωνίδας παραλίγο να χάσει τη ζωή του όσο εσύ πηδιεσαι με τον Άρη!"
"Πάψε!"
"Συνελθε... Μόνο αυτό σου λέω!"
Ο Άρης ξεπρόβαλε από το διάδρομο και βλέποντας τους να μιλάνε αρκετά κοντά, τους κοίταξε περίεργα
"Όλα εντάξει;" ρώτησε πλησιάζοντας
"Ναι... Μια χαρά όλα" Αρκέστηκε να του απαντήσει η Ρένα και γύρισε στη δουλειά της...
➿➿➿➿➿➿➿
Παλέρμο
Ιταλία
"Έφτασαν;" Ο Μαρσέλο κατέβηκε και βρήκε το Φάμπιο να διαβάζει την εφημερίδα του.
"Ναι. Είναι στο Μπάρι. Προσγειώθηκαν πριν μισή ώρα. Οι άντρες ενημέρωσαν ότι ξεκίνησαν ήδη"
"Ενισχυσες την ασφάλεια πατέρα;"
"Γιατί με πέρασες Μαρσέλο;"
"Θέλω απλά να βεβαιωθώ ότι δε θα γίνει τίποτα κατά τη διαδρομή τους μέχρι εδώ. Αυτό είναι όλο..."
"Μόνο αυτό;" Ο Φάμπιο άφησε την εφημερίδα και κατεβάζοντας τα γυαλιά του, τον κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω "Μου έφαγες τα αυτιά να τον πείσω να τη φέρει μαζί του... Τι ζητάς από αυτή τη γυναίκα;"
"Θέλω να τη γνωρίσεις..."
"Το κατάλαβα αυτό... Ο λόγος;"
"Πατέρα... Κινδυνεύει εκεί. Αυτή η γυναίκα δεν είναι σαν τις άλλες... Επέστρεψα και δε μπορώ να σταματήσω να τη σκέφτομαι..."
"Μαρσέλο μη μιλάς με γρίφους. Μου ζήτησες πάση θυσία να τη φέρω εδώ και το κατάφερα. Λέγε τι ζητάς"
"Εκείνη... Τη θέλω για γυναίκα" είπε και ο Φάμπιο άνοιξε διάπλατα τα μάτια του έκπληκτος "Μπορώ να της προσφέρω μια αληθινή ζωή πατέρα. Μη με κοιτάζεις έτσι! Την έχει μέσα στη βρωμιά χωρίς λόγο! Ποτέ δεν έμαθε να εκτιμάει!"
"Μη μιλάς έτσι για τον ξάδερφο σου!"
"Το ξέρεις ότι βλέπει τις γυναίκες σαν καταραμένες τρύπες! Αυτή διαφέρει... Θα τη δεις και θα καταλάβεις... Είναι, ένα όνειρο πατέρα... Τόσο σταθερή. Τόσο όμορφη... Έξυπνη και ετυμολογη... Έπρεπε να δεις πως διαχειριζόταν τη κατάσταση εκεί πίσω. Δεν έχω ξανανιώσει έτσι για γυναίκα..."
"Φτάνει αρκετά! Κατάλαβα... Αν τη θέλεις, θα την έχεις..."
➿➿➿➿➿➿
Κόλλησε το πρόσωπο της στο παράθυρο σαν παιδί και ρουφούσε αχόρταγα τη θέα ολόγυρα της. Τα αμάξια που τους περίμεναν δεν ήταν σαν τα τζιπ του Χριστόφορου.
Ήταν σχεδόν διπλάσια, γκρι χρώμα και αστραφταν. Στο σύνολο ήταν έξι. Της έκανε εντύπωση ο αριθμός για τη μεταφορά μονάχα δύο ανθρώπων. Έβλεπε πτυχές αυτής της ζωής και αναρωτιόταν για τη δουλειά της... Πώς θα κατάφερνε εκείνη να πιάσει ποτέ τέτοιους ανθρώπους; Για αυτό και το Γεράκι ξέφευγε πάντα... Σε αυτή της τη σκέψη γύρισε και τον κοίταξε. Φόρεσε και εκείνος ένα γκρι κοστούμι λευκό πουκάμισο. Πλάγιαζε άραγε με το γεράκι; Μέσα της ήξερε την απάντηση αλλά την τρομαζε περισσότερο από το να πλάγιαζε με τον Χριστόφορο.
Η Ισμήνη ήταν πράγματι πανέξυπνη.
Ένα από τα στοιχεία που είχαν συλλέξει κάποτε, ήταν ένα μανικετόκουμπο με τα αρχικά ΜΜ. Ίσως εκείνη τη μέρα δε το συνδιασε αμέσως μα ήταν φως φανάρι... Είχε μάθει πλέον τον Χριστόφορο. Φορούσε εκείνα τα μανικετόκουμπα συνεχώς. Στα αρχεία περάστηκαν σαν αποδεικτικά του Γερακιού. Χωρίς όμως να ξέρουν τι σημαίνουν. Εκείνη ήξερε πια... Ήξερε και κάπου μέσα της κάθε φορά που τον κοιτούσε, αναρωτιόταν για τη βία που ήταν ικανός να πράξει. Βρέθηκαν στο πτώμα ενός ξεκοιλιασμενου άντρα λίγα χρόνια πριν.
Ξεκαθάρισμα λογαριασμών.
Μόλις κουνήθηκε, τράβηξε το βλέμμα της από πάνω του. Γιατί κάθε φορά που έκαναν έρωτα γινόταν όλο και πιο περίεργος; Αυτή η σκέψη τη βασάνιζε...
Κάθισε πέντε λεπτά πλαι της και σηκώθηκε.
Ντύθηκε και επέστρεψε στη πολυθρόνα σαν να μη συνέβη τίποτα. Οι σιωπές του ούρλιαζαν και τη γέμιζαν με θυμό. Όχι ότι περίμενε κάτι από εκείνον, αλλά πάντα σωπαινε... Ένωναν τα κορμιά τους, αντάλλασσαν φιλιά, ψυχές ίσως για λίγη ώρα και μετά τίποτα. Άλλος άνθρωπος...
Αναστεναξε και χάθηκε πάλι στη θέα.
Άγρια ομορφιά είχε εκείνος ο τόπος.
Βράχια, θάλασσες , τοπία με δέντρα και άγονη γη σε ορισμένα σημεία. Όλα ήταν όμως πανέμορφα...
Ανέβασε τα πόδια της πλάι της στο κάθισμα , και εγυρε ελαφρώς παραπάνω στη θέση της. Το αυτοκίνητο είχε τζαμί στο ενδιάμεσο. Ήταν μόνοι τους στα πίσω καθίσματα.
Ήξερε ότι είχαν αρκετές ώρες μέχρι να φτάσουν στο Παλέρμο. Έκλεισε τα βλέφαρα της και αφεθηκε...
Μόλις κατάλαβε ότι αποκοιμήθηκε, γύρισε επιτέλους και τη κοίταξε. Ήταν σκληρός μαζί της; Ίσως... Τι να έκανε όμως;
Η Ισμήνη πλάι του, κινδύνευε. Πέρα από αυτό όμως, ακόμα πάλευε να διαχειριστεί τις αλήθειες του.
Τα χείλη του μίλησαν από μόνα τους λίγες ώρες πριν και αυτό τον φόβισε. Εσένα... Η λέξη που της είπε γύριζε στο κεφάλι του συνεχώς. Την είπε χωρίς να τη κάνει ουσία μέσα του. Απλά άνοιξε το στόμα του, και αφέθηκε. Αυτό ήθελε πραγματικά; Εκείνη; Σαν τι; Λέξεις όπως εξάρτηση και αδυναμία δεν υπήρχαν στο λεξιλόγιο του μέχρι πρότινος. Μα μόνο αυτές έφταναν σαν απαντήσεις πια... Ήταν ναρκωτικό. Ένα ισχυρό ναρκωτικό που έφτασε να έχει ανάγκη. Ανάγκη... Ακόμα μια λέξη που δε του άρεσε καθόλου.
Γύρισε προς το παράθυρο και κοίταξε το περιβάλλον. Χρόνια ολόκληρα είχε να πατήσει το πόδι του εκεί. Ο πατέρας του με το Φάμπιο είχαν εξαιρετικές σχέσεις ήξερε όμως ότι μια γυναίκα σαν την Αμαλία δε θα επιβίωνε με το χαρακτήρα της εκεί. Ήταν τόσο δυναμική που θα γινόταν άμεσα στόχος. Έφυγαν και κάθε τους απόκτημα, με τα χρόνια, τη διαχειριζόταν ο Φάμπιο κι ας ήταν στο όνομα τους. Ο Χριστόφορος είχε αμύθητη περιουσία στην Ιταλία. Κτίσματα και γη. Δεν ένιωθε στιγμή κατώτερος τους και φυσικά δεν ήταν. Ο παππούς του, χώρισε ισάξια τα υπάρχοντα του στα δύο του παιδιά. Σπίτια, παλιά σικελικά κάστρα , καράβια και κομμάτια γης. Οι Μορέτι κυβερνούσαν τη Σικελία για γενεές ολόκληρες. Θα μπορούσε κάλλιστα να επιστρέψει και με το μυαλό και τη δυναμική του, να κυριαρχήσει εκεί. Δε το ήθελε όμως... Είχαν άλλους νομούς και δεν μπορούσε να υποτάξει τον εαυτό του σε αυτούς.
Ένα ξαφνικό βάρος επάνω στο σώμα του τον έβγαλε από τις σκέψεις και γυρίζοντας αντιλήφθηκε ότι το κορμί της, έπεσε στον ώμο του. Προσπάθησε κάπως να τραβηχτεί αλλά η κατάληξη ήταν να ξαπλώσει στα πόδια του μέσα στον ύπνο της. Πήρε μια βαθιά ανάσα και αναστεναξε. Τα μαλλιά της ήταν γερμένα στο πλάι, το καινούριο της ρουφηγμα πιπιλούσε το μυαλό του και έτσι όπως κοιμόταν, τόσο γλυκά και ήρεμα, το χέρι του μπλέχτηκε στα μαλλιά της χωρίς να το σκεφτεί.
"Τι μου έχεις κάνει ρε Ισμήνη .." Ψέλλισε χαϊδεύοντας τα "Τι είσαι ικανή ακόμα να μου κάνεις άραγε..." αναρωτήθηκε και εμεινε εκεί να τη κρατάει απαλά.
Ήξερε μέσα του ότι πολύ σύντομα θα έφτανε σε ένα δίλημμα ζωής...
Ο Ντίνος ήθελε λίγο παραπάνω χρόνο αλλά στη τελευταία τους συνομιλία ήταν σχεδόν πεπεισμένος ότι ο Παπάς είχε ανάμειξη στο φόνο των γονιών της. Η ηθική και η καρδιά του πάλευαν. Ωστόσο ήξερε ακριβώς τι να κάνει. Το μόνο που τον προβλημάτιζε ήταν το τελευταίο κομμάτι στο αγαπημένο του πια παζλ... Εκείνο που θα έδιωχνε την ομίχλη και θα έδενε τα γεγονότα και αυτό δεν ήταν άλλο από τον προδότη...
"Arriviamo tra dieci minuti" (σε δέκα λεπτά φτάνουμε) η φωνή από το ηχείο τη τρόμαξε και η Ισμήνη πετάχτηκε. μόλις αντιλήφθηκε δε, ότι κοιμόταν στα πόδια του, μαζεύτηκε αμέσως.
"Σε δέκα λεπτά φτάνουμε..." την ενημέρωσε ήρεμα.
"Συγνώμη αν... Αν έπεσα πάνω σου" δεν ήξερε πώς να τον διαχειριστεί. Τα σκαμπανεβάσματα του ήταν συνεχή και αψυχολογητα. Όχι ότι θα ζητούσε και συγνώμη αλλά εκείνη την ώρα της βγήκε.
Ο Χριστόφορος από την άλλη, της χαμογέλασε. Έσκυψε προς το μέρος της και πιάνοντας τη ξαφνικά από το πηγούνι, της άφησε ένα πεταχτό φιλί στα χείλη που την έκανε να απορεί ακόμα πιο πολύ. Δεν απομακρύνθηκε αμέσως όμως... Έμεινε και τη κοίταξε βαθιά, ίσως πιο βαθιά μέσα στα μάτια από κάθε άλλη φορά
"Θα μείνουμε τρεις μέρες... Δε θέλω να τριγυρίζεις μόνη σου εκεί μέσα. Ότι κι αν πουν. Ότι κι αν κάνουν...Σε θέλω πλάι μου κάθε λεπτό της μέρας κι όταν δεν θα είμαστε μαζί, τα μάτια σου θα τα έχεις δεκατέσσερα..." είπε χαμηλά και επέτρεψε στη θέση του. Τα μάγουλα της κοκκίνισαν και η Ισμήνη θύμωσε με τον εαυτό της. Τι ήταν τώρα αυτό; Έκαναν σεξ σαν τα κουνέλια και εκείνη κοκκίνισε;
Κούνησε το κεφάλι της και γύρισε προς το παράθυρο... Αυτός ο άντρας, πράγματι διέλυε κομμάτι κομμάτι τον εαυτό της...
Όπως ακριβώς της είχε πει και τότε...
Στα επόμενα λεπτά, είδε μια τεράστια καγκελόπορτα να απλώνεται μπροστά της και κοίταξε αχόρταγα το μέρος.
Ήταν εν μέρη τρομακτικό. Υπήρχε βλάστηση παντού ολόγυρα ενώ πάνω από έξι άντρες φυλούσαν την είσοδο. Μόλις η πόρτα άνοιξε και μπήκαν μεσα, διέσχισαν σιγανα ένα πλακόστρωτο δρόμο και μόλις σταμάτησαν η Ισμήνη , ξεροκαταπιε...
"Καλώς ήρθες στη καρδιά της μαφίας, Ισμήνη..." της ψιθύρισε και εκείνη έμεινε με το στόμα ανοιχτό να το κοιτάζει... "Εδώ, είσαι δική μου... Αυτό μη το ξεχάσεις λεπτό..."
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top