Κεφάλαιο 11°
Τι είναι σκοτεινότερο από το πάθος;
Τίποτα...
Το πάθος φτάνει και περισσεύει για να εκτοξεύσει κάθε σου συναισθημα στα άκρα...
Τίποτα δεν είναι πιο απύθμενο, από το έρεβος του πάθους...
Εκεί που η λογική, η τρέλα και η ψυχή, δίνουν αιώνια μια μάχη ατελείωτη...
➿➿➿➿➿➿➿
"Δεν είναι λίγο επίφοβο να έρχεσαι εδώ;" η Ισμήνη του έβαλε ένα κονιάκ ακομα και κάθισε πλάι του.
"Ήθελα να σε δω. Αφήσαμε μια κουβέντα στη μέση..."
"Νομίζω είπαμε αρκετά... Δεν είμαι χαζή" η Ισμήνη ένιωσε την οικειότητα ανάμεσα τους, να εκτοξεύεται. Καθόταν πλάι της, και ήταν σαν να μη πέρασε μια μέρα από τότε που ήταν μαζί. Ίσως είχε προσθέσει μερικά τατουάζ, αλλά ήταν ίδιος...
"Γιατί σταμάτησες να μιλάς ξαφνικά;" ρώτησε σοβαρός σαν να διάβαινε στα μονοπάτια του μυαλού της. Δεν ήταν μόνο εκεινη, σκεπτική. Και ο Άρης, ήταν εξίσου. Να τη βλέπει, με σάρκα και οστά μπροστά του ξανά, να είναι μόνος μαζί της, να μπορεί να μη κρυφτεί από εκείνη για τίποτα, ήταν κάτι που δεν φανταζόταν ποτέ. Πόσο πιο χαριτωμένη μπορούσε να γίνει; Ένας πλάγιος κότσος στα μαλλιά της και ένα ζευγάρι φαρδουλές πιτζάμες έφταναν για να τη κάνουν το ωραιότερο πλάσμα στα μάτια του, ξανά.
"Για τους ίδιους λόγους που κάνεις παύσεις και χάνεσαι κι εσύ..." Του απάντησε με ειλικρίνεια
"Μου έλειψες..." η αλήθεια βγήκε από τα χείλη του, χωρίς ντροπή. "Δεν φαντάστηκα ποτέ ότι θα σε έβλεπα ξανά..."
"Είδες πως τα φέρνει η ζωή; Τη μια μέρα εξαφανίζεσαι, επιστρέφεις μια βδομάδα μετά και μου ανακοινώνεις ότι με χωρίζεις και σε βλέπω δέκα χρόνια αργότερα.." ο Άρης διέκρινε την ειρωνία στη φωνή της αμέσως.
"Δεν το ήθελα ρε Ισμήνη!"
"Το ήθελες δε το ήθελες δεν αλλάζει..."
"Δε θα έβαζα ποτέ τη ζωή σου σε κίνδυνο. Για αυτό ήρθα απόψε... Σταμάτα αυτή τη τρέλα. Η Χριστίνα δε το αξίζει όσο σκληρό κι αν σου ακούγεται... Θα σε θάψει αν μάθει... Τον ξέρω καλά" η Ισμήνη σηκώθηκε
"Η επιλογή σου σε έκανε να ξέρεις εκείνον αρκετά καλά και να ξεχάσεις εμένα. Ξέρω να προστατεύομαι... Θα βρω ποιος την έδειρε και θα φύγω μετά"
"Δε θα το βρεις. Τσαμπα ψάχνεις. Πηδιοταν με δέκα μαλακες τη βδομάδα!"
"Άρη σταμάτα να μιλάς έτσι!"
"Όχι ρε Ισμήνη δε σταματάω!" σηκώθηκε και τη πλησίασε. Έμεινε μπροστά της, και βάζοντας τα χέρια του στη μέση της, πήρε μόνος του την έγκριση και τη τράβηξε "Σε χώρισα. Δεν σε μίσησα. Ούτε έπαψα να..." έκανε μια παύση "Ποτέ δε σταμάτησα να είμαι ερωτευμένος μαζί σου..." παραδέχθηκε. Το χέρι του σκαρφάλωσε στο πρόσωπο της, της χάιδεψε το μάγουλο και εκείνη έμεινε να τον κοιτάζει. Πράγματι, είχαν πολύ δυνατά συναισθήματα ο ένας για τον άλλο. Κάτι όμως μέσα της, τη σταματούσε να του δώσει εκείνο το φιλί που ήξερε ότι ζητάει και φοβήθηκε... Φοβήθηκε γιατί εκείνο το κάτι, δεν είχε τη μορφή του Μάνου στη καρδιά της.
Μόλις ένιωσε τα χείλη του, πλάι στα δικά της, αποτραβήχτηκε.
"Δεν μπορώ. Συγνώμη... Είναι πολλά τα χρόνια. Δε πρέπει να αφεθω. Εκτός αυτού, τότε δεν χωρούσα στο κόσμο σου, και χωράω τώρα;"
Περπάτησε μέχρι τη κουζίνα και εκείνος την ακολούθησε
"Σε πήδηξε;" η Ισμήνη γύρισε και τον κοίταξε έντονα "Έλα λέγε... Αποκλείεται να μην δε σε πήδηξε. Ειναι γεμάτος αμφιβολίες... Σε έχω δει πως τον κοιτάς Ισμήνη. Πόσο μάλλον πως σε κοιτάζει εκείνος... Τον ξέρω από τα δέκα μου! Είκοσι πέντε ολόκληρα χρόνια!"
"Για εκείνον είμαι η Χριστίνα. Δεν μπορούσα να ρισκάρω... "
"Δεν λέω αυτό... Αλλά δε το καταλαβαίνεις. Ή μάλλον, είσαι τόσο έξυπνη που απαγορεύεις στον εαυτό σου να το καταλάβει..."
"Άρη; Ειλικρινά έχω πολύ δουλειά. Πρέπει να πάω στα σφαγεία και στα άλλα δύο μαγαζιά. Ήρθα για ένα σκοπό αλλά δε μπορώ να μην κάνω όσα μου αναθέτει"
Ο Άρης πήγε από πίσω της και μόλις την άγγιξε η Ισμήνη αναστεναξε. Σε κάθε άλλη περίπτωση, δε θα το σκεφτόταν καν. Ο Μάνος άλλωστε δεν ήταν τίποτα παραπάνω για εκείνη, από μια σχέση στιγμής. Δεν ήταν ποτέ βαθιά ερωτευμένη μαζί του. Με τον Άρη ήταν ομως και μάλιστα τρελά ερωτευμένη στο παρελθόν. Χώθηκε στο λαιμό της, τα χέρια του ταξίδεψαν κάτω από τη πιτζάμα και μόλις άγγιξαν τη σάρκα της, στο στήθος της γέμισε με αέρα.
"Δε μπορώ να πάρω τα χέρια μου από πάνω σου... Μόνο να σε αγγίξω σκέφτομαι από χθες..." το φιλί του δεν ήρθε στα χείλη της, αλλά στο λαιμό της. Δεν τον ένιωθε ξένο. Ίσα ίσα ήταν ο πρώτος της μεγάλος έρωτας. Νιώθοντας πάλι τα αγγίγματα του στο κορμί της, δεν ήταν καθόλου εύκολο για εκείνη.
Τη πίεσε πάνω του και γυρίζοντας την απότομα, τη έπιασε και τη φίλησε.
Η Ισμήνη, δεν κατάφερε να συγκρατήσει τον εαυτό της ακέραιο. Το φιλί βάθυνε. Ο Άρης την έπιασε και βάζοντας την επάνω στο πάγκο της κουζίνας, τράβηξε τη πιτζάμα της και την πέταξε. Τα πόδια της τυλίχθηκαν γύρω του αμέσως. Τα χέρια του άρχισαν να χαϊδεύουν κάθε σπιθαμή του κορμιού της και το φιλί τους, έγινε υγρό και γεμάτο παράπονο. Ήταν τόσο ερωτευμένοι και διαλύθηκαν όλα ανάμεσα τους...
Τα χέρια του πάνω της ήταν μια αίσθηση οικεία. Δεν σκέφτηκε στιγμή ότι πράττει κάτι άσχημο. Ο Άρης έστρωσε το κορμί της και το τράβηξε προς το μέρος του, έπιασε το εσώρουχο της, το έβγαλε και χώθηκε στο λαιμό της. Άρχισε να τη φιλάει παθιασμένα κρατώντας την με το ένα χέρι ένα με το άλλο απελευθέρωσε γρήγορα τον ανδρισμό του.
Το κορμί της ήταν κάτι που είχε φανταστεί άπειρες φορές... Η Ισμήνη ήταν η αδυναμία του. Εκεί πάτησε και ο πατέρας του όταν του είπε να κόψει παρτίδες για να μη πάθει κακο... Αν και του το έφερε πλαγίως, ότι έρωτες δε χωράνε στο κόσμο τους, άφησε την απειλή να εννοηθεί και αυτό τον τσάκισε.
Κάθε τους κίνηση, πήρε φωτιά ώσπου πιάνοντας τα οπίσθια της, την έφερε ακόμα πιο κοντα. Το μόριο του, φλέρταρε με την εσοχή του κόλπου της και δεν άργησε να την προκαλέσει... Κρατώντας τη σταθερά, βυθίστηκε μέσα της ενώ την ίδια στιγμή έψαξε τα χείλη της.
Τρία χρόνια έκανε να τον ξεπεράσει και η καρδιά της σκλήρυνε μετά από εκείνον. Ο Άρης ήταν ο λόγος που έπαψε να βλέπει και τους άντρες σαν κάτι με προοπτική.
Ωστόσο, μόλις μπήκε μέσα της , την στιγμή ακριβώς που έκλεισαν τα βλέφαρα της, η Ισμήνη χάθηκε. Τα άνοιξε αμέσως.
Τον κοίταξε, και τραβήχτηκε...
"Συγνώμη δε μπορώ..." κατέβηκε από το πάγκο, και εκείνος μαζεύτηκε ηρεμα. "Με συγχωρείς... Δεν... Καλύτερα , καλύτερα να φύγεις..." ήταν αναστατωμένη σε σημείο που ο Άρης παρατήρησε αμέσως ότι κάτι, συνέβη. Τι μπορεί να τη σταμάτησε; Δεν θύμωσε όμως. Είχαν περάσει πολλά μαζί και είχαν ένα στίγμα στο παρελθόν τους.
Της χαμογέλασε και πήγε στο σαλόνι, πήρε τα κλειδιά του και πιάνοντας τη από το χέρι την τράβηξε και την αγκάλιασε. Της άφησε ένα φιλί στο μάγουλο , και απομακρύνθηκε.
"Είμαστε εντάξει, Ισμήνη... Όλα καλά" Αρκέστηκε να πει "Αυτή τη φορά, δε θα φύγω τόσο απλά... Μια φορά έκανα το λάθος. Αν το θέλεις φυσικά... Αν όχι, και πάλι εδώ θα είμαι. Κάποιος πρέπει να προσέχει και τον κωλο σου, εκεί μέσα" Αστείευτηκε και εκεινη γέλασε αμήχανα "Αν χρειαστείς κάτι, πάρε με. Ότι ώρα και στιγμή κι αν είναι..." της έριξε μια τελευταία ματιά ίσα ίσα για να χορτάσει την εικόνα της. Ο Άρης ήξερε ήδη πως το παιχνίδι μαζί της ήταν χαμένο. Δεν χρειαζόταν τίποτα παραπάνω από τα μάτια της για να καταλάβει ότι η καρδιά της ήταν δοσμένη αλλού... Μη ξέροντας όμως, το Μάνο, δεν ήταν σίγουρος... Άνηκε άραγε σε εκείνον; Ή μήπως ο χειρότερος του φόβος έπαιρνε σιγά σιγά σάρκα και οστά μπροστά στα μάτια του;
Ότι ήταν να γίνει θα γινόταν...
Αυτό ήταν το μόνο σίγουρο...
➿➿➿➿➿➿➿
"Έγινε, μη τη χάσεις από τα μάτια σου..." το μυαλό του έπαιρνε χίλιες στροφές το δευτερόλεπτο. Ο Άρης... Αυτός τη σιχαίνονταν, τη φίλησε...
Έμπλεξε τα δάχτυλα του, και δεκάδες κρακ ακούστηκαν σαν τα τέντωσε προς τα μπροστά... Πήγαν στη κουζίνα , μα ύστερα δεν άργησε να βγει. Άρα σίγουρα δεν έκαναν σεξ... Όχι τώρα τουλάχιστον.
Τι είχε αλλάξει ανάμεσα τους;
Τι ήταν αυτό που του διέφευγε;
Και πως τόλμησε ο Άρης, να έρθει σε επαφή μαζί της δίχως να το ξέρει ο Χριστόφορος;
Του είπε άραγε την αλήθεια τον ιστορικό της; Σταμάτησε σε αυτή τη σκέψη και σφίχτηκε. Άνοιξε το κινητό και αποφάσισε να παίξει μόνος τη δική του μπαλιτσα...
"Αφεντικό;" ακούστηκε αμέσως η φωνή του. Ο Ντίνος ήταν ένας άνθρωπος σκιά. Στη δούλεψή του φυσικά αλλά ποτέ δεν έδινε το παρόν στα κλαμπ και στις συμφωνίες. Εκτελούσε εντολές μόνο του Χριστόφορου κι αυτό όταν χρειαζόταν.
"Θέλω ένα πλήρη έλεγχο στοιχείων"
"Όνομα;"
"Χριστίνα Μακρή. Θέλω να ξέρω μέχρι και ποτέ έπεσε το πρώτο της δόντι. Το κατάλαβες;"
"Θέλω μια με δύο μέρες..."
"Τις έχεις. Θα σου στείλω το μεσημέρι δώδεκα χιλιάρικα... Αξιοποίησε τα σωστά και βρες μου κάθε πληροφορία"
"Με θέλεις κάτι άλλο;"
"Όχι" έκλεισε μα δεν πρόλαβε να σκεφτεί τίποτα αφού το κινητό του, χτύπησε πίσω.
"Όλα εντάξει;" ρώτησε σηκώνοντας το
"Αδερφέ όλα πήγαν άψογα..."
"Χαίρομαι..."
"Πήγαν τόσο καλά που αφού δε καταφέραμε να τα πούμε λίγο, σε προσκαλώ κάτω. Δε μπορείς να αρνηθείς. Έχεις τρία χρόνια να έρθεις"
"Διονύση τρέχουν πολλά εδώ"
"Δε σηκώνω κουβέντα. Σε δύο μέρες σε περιμένω. Πρέπει να δεις το εμπόρευμα. Θέλω κα τη γνώμη σου σε ορισμένα θέματα που δε μπορούμε να συζητήσουμε από εδώ..."
"Καλώς..."
"Χριστόφορε; Παίζει να ενημερώσεις τον μεγάλο; Να κατέβει κι εκείνος;"
"Το γεράκι δεν κατεβαίνει πουθενά"
"Θέλω να κάνουμε δουλειές. Πιο μεγάλες. Ίσως θα ήταν φρόνιμο να έρθετε μαζί"
"Δικές του εντολές εκτελώ. Ότι θέλεις, σε μένα. Δεν έχει επαφές με κανένα και το ξέρεις..."
"Θέλω να του προτείνω κάτι που σκέφτηκα... Θα τα συζητήσουμε μαζί;"
"Τα πάντα μαζί"
"Καλώς. Πες του απλά να ξέρει ότι σκέφτομαι να επενδύσω στο λιμάνι σας. Να ξέρει για τι πρόκειται"
"Θα τον ενημερώσω"
"Επίσης, φέρε μαζί και το καλό σου το πράμα..."
"Γιατί;" ρώτησε αμέσως σαν κατάλαβε
"Πρώτον γιατί μου χρωστάει ένα χορό, τη σώσαμε, και δεύτερον θέλω να τη βάλω πλάι στη καλύτερη μου να κάνουμε σύγκριση. Καιρό έχουμε. Τι λες;"
"Ορεξουλες έχεις ε;"
"Έλα, χωρίς γκόμενες δεν έχει ζουμί η φάση. Τι να τα κάνω τα μούτρα σου μόνο! Να έχει λίγο σασπένς η φάση. Δε σηκώνω άρνηση. Σε δύο μέρες σας περιμένω. Θα έχεις από μέσα ξενοδοχείο... Έχω μια πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση στα σκαριά... Δε θα την αρνηθεί"
"Καλώς. Μιλάμε σε δύο μέρες..." έκλεισε και εγυρε προς τα πίσω. Οι δουλειά είχε αυξηθεί. Σε τέσσερις μέρες ερχόταν και η Μπάρμπαρα. Η Χριστίνα ήταν περίεργη. Το σημείωμα τριγύριζε στο κεφάλι του. Τώρα έγινε και αυτό με τον Άρη, ο Φάνης έφτανε αύριο και όλα ήταν ένα μπαχαλο στο κεφάλι του. Έπρεπε να τα βάλει σε μια τάξη και αυτό ακριβώς θα έκανε... Ένα ένα, με τη σειρά, θα τα φρόντιζε όλα.. Ωστόσο έπιασε τον εαυτό του, να καίγεται περισσότερο για ενα μόνο πράγμα... Την Χριστίνα...
Πόσο σημαντική έγινε ξαφνικά για να του πει ψέματα ο Άρης; Για να πουλήσει μια φιλία χρόνων για μια πόρνη; Τη πούλησε; Ή μήπως έπαιζε μαζί της κάποιο παιχνίδι; Κατάλαβε και εκείνος ότι κάτι είναι στραβό και προσπαθούσε να τη τεσταρει με το τρόπο του; Δεν ήταν όμως τέτοιος ο τρόπος του και το ήξερε... Θα προτιμούσε να της φυτέψει μια σφαίρα από το να την ακουμπήσει...
Έβλεπε τα γεγονότα σαν ένα τεράστιο φτιαγμένο παζλ, μόνο που για να ολοκληρωθεί και να ξεκαθαρίσει η εικόνα, έλειπαν μερικά κομμάτια...
Αυτά θα έβρισκε...
Αυτά θα ένωνε...
Και ανάλογα με την εικόνα που θα έφτιαχνε, θα έπραττε...
➿➿➿➿➿➿➿➿
Είχε κουραστεί...
Η ώρα είχε πάει δώδεκα τα μεσάνυχτα. Δεν πίστευε ότι θα της έπαιρνε τόσο χρόνο να βρει και να συντονίσει τις κοπέλες αλλά τα κατάφερε. Δεκαοχτώ από αυτές ήθελαν να φύγουν. Την σόκαρε το γεγονός ότι ο Χριστόφορος αντί να διαλέξει στη τύχη, την έβαλε να ρωτησει. Πέρα όμως από αυτό, περισσότερο την σόκαραν οι ίδιες οι γυναίκες που παρακαλούσαν να είναι μια από τις τυχερές που θα έφευγαν. Η Σουζάνα, μια Ρωσίδα που δούλευε στο κλαμπ , της είπε ότι και τη προηγούμενη φορά το πάλεψε να πάει αλλά δε τα κατάφερε. Κελαηδησε σαν πουλάκι στην Ισμήνη. Της είπε ότι πριν τέσσερα χρόνια αυτή η γυναίκα είχε πάει ξανά και ζήτησε κοπέλες. Χίλιες φορές στην Ιταλία και πόρνη παρά στην Ελλάδα. Δεν ήταν η μόνη με αυτή τη σκέψη... Το ποσοστό ήταν τρομακτικό. Αναρωτήθηκε πώς ήταν δυνατόν να μην είναι σε θέση όλες αυτές να βρούνε μια δουλειά. Αλλά καταβαθος ήξερε την απάντηση. Μόρφωση μηδέν. Τρόποι σχεδόν ανύπαρκτοι. Οικογένειες διαλυμένες... Έτσι όπως λειτουργούσε ο κόσμος γύρω της, ποιος θα έπαιρνε μια πόρνη ακόμη και σαν καθαρίστρια ενώ θα μπορούσε να πάρει ένα δικό του ατόμο; Κανείς φυσικά. Πάντα όλοι θα έβαζαν ένα δικό του, ένα γνωστό ή ίσως ένα φίλο πιο πάνω από αυτές τις γυναίκες... Άσε που οι περισσότερες δεν είχαν καν χαρτιά..
Η εικόνα ήταν λυπηρή...
Έφτασε στα φανάρια του Βαρδάρη και σταμάτησε στο κόκκινο. Από τη μια ήθελε να πάει σπίτι αλλά από την άλλη, ήθελε να δώσει και την αναφορά στο Χριστόφορο...
Τριγύριζε μέσα στο κεφάλι της από το πρωί.
Και πως να μη το κάνει;
Για εκείνον δούλευε άλλωστε...
Ίσως το άγχος της ήταν αυτό που τη σταμάτησε να προχωρήσει με τον Άρη αφού, αντί να ζήσει ή να απολαύσει τη στιγμή ύστερα από δέκα χρόνια, εκείνη έκλεισε τα μάτια και είδε το Χριστόφορο μπροστά της.
Άναψε πράσινο και έκοψε το τιμόνι δεξιά. Θα πήγαινε από το κλαμπ τελικά.
Έφτασε και πάρκαρε.
"Καλώς την! Νόμιζα δε θα έρθεις σήμερα..."
"Ναι. Ήρθα εκτάκτως..."
"Έδωσα τη θέση σου... Είχαμε κόσμο. Θα στο βάλω, πιο πάνω εντάξει;"
"Ναι, δεν υπάρχει θέμα" του έδωσε τα κλειδιά και συνέχισε. Είχε αρκετό κόσμο αυτό ήταν αλήθεια. Συνήθως καθημερινή δε είχε τόση κίνηση. Η Ισμήνη έμαθε πια τις μέρες. Μπαίνοντας είδε τον Ισαάκ στο μπαρ.
"Ωπ, Χριστινάκι! Και έλεγα ποιος λείπει για να βάλει σε τάξη αυτό το χαμό!" είπε και εκείνη έσμιξε τα φρύδια της.
"Τι συνέβη;"
"Τα κορίτσια μάλωσαν πίσω"
"Μια χαρά τις βλέπω..." αποκρίθηκε ρίχνοντας μια ματιά ολόγυρα. Ο κόσμος ήταν στις θέσεις του, αυτές χόρευαν. Άλλες σερβιραν...
"Τώρα, πριν δέκα λεπτά έπρεπε να δεις τι γινόταν..."
"Δε καταλαβαίνω..."
"Το αφεντικό ζήτησε μια γκόμενα για απόψε..." Η παλμοί της ανέβηκαν ξαφνικά. "Ήθελε μελαχρινή... Πήγα πίσω και ρώτησα. Πετάχτηκαν κάνα δυο και μάλωσαν!"
"Μάλιστα... Και;"
"Τι και; Ακόμα περιμένει...Του είπα ότι είχε κίνηση. Αφού ήρθες , δε πας εσύ; Τα καταφέρνεις καλύτερα..."
Η Ισμήνη κότσαρε ένα στραβό χαμόγελο στο πρόσωπο της.
"Θα το φροντίσω, μη σκας..."
"Για αυτό σ'αγαπαω ρε Χριστινάκι!" είπε αυθόρμητα "Τώρα, γιατί πριν κακά τα ψέματα μια σκύλα ήσουν κι εσύ" αστείευτηκε μα το μάζεψε αμέσως "Πλάκα κάνω..."
"Βάλε μου ένα διπλό σκέτο ουίσκι"
"Θα του πας και ποτό;"
"Ναι. Βάλε ένα. Χωρίς πάγο"
"Ξέρω πως πίνει το ποτό μη σκας. Μισό" Έφτιαξε το ποτό και εκείνη το πήρε.
"Αναλαμβάνω εγώ. Εσύ κοίτα εδώ όλα να κυλήσουν ομαλά"
Η Ισμήνη έφυγε και παίρνοντας τη στροφή για τα γραφεία, άνοιξε τα χείλη της και κατέβασε όλο το ουίσκι διψασμένα. Ύστερα άφησε το ποτήρι σε μια γωνιά στο πάτωμα και πλησίασε το γραφείο του.
"Εγώ είμαι..." αρκέστηκε να πει χτυπώντας τη πόρτα η οποία άνοιξε ύστερα από λίγο. Η Ισμήνη μπήκε, και στάθηκε στη θέση της.
"Γιατί ήρθες από εδώ;" την κοίταξε καλά καλά και γέλασε "Βλέπω, έγινες πάλι ο εαυτός σου" σχολίασε κοιτώντας τα ρούχα της.
"Ήθελα να σου δώσω αναφορά"
"Μάλιστα... Δε μπορώ τώρα. Φύγε και περίμενε έξω"
"Γιατί;" Ο Χριστόφορος σηκώθηκε
"Τι εννοείς γιατί; Με ποια δικαιοδοσία με ρωτάς γιατί;" έκανε το γύρω του γραφείου, στάθηκε και τη κοίταξε ήρεμος.
"Ο Ισαάκ δε κατάφερε να σου βρει κοπέλα. Θα σου δώσω την αναφορά και θα σου στείλω εγώ μια..."
Ανασηκωσε τα φρύδια του και γέλασε.
"Για λέγε λοιπόν..." ο Χριστόφορος αν ήξερε να κάνει καλά ένα πράγμα στη ζωή του, περισσότερο από τα άλλα ήταν να κρύβει τα ανύπαρκτα συναισθήματα του. Ο θυμός ήταν ένα από αυτά.
"Δεκαοχτώ θέλουν"
"Δε ζήτησα τόσες"
"Τόσες ήθελαν και τόσες έκρινα ότι μπορούν. Διάλεξε δώδεκα και άφησε τις άλλες..."
"Ωραία... Μια χαρά"
"Τι θέλεις να σου στείλω;"
"Μια πόρνη..." είπε περίεργα τη λέξη και τη πλησίασε "Ξέρεις εσύ... Σαν αυτές που το πρωί πηδιουνται με έναν... Το βράδυ με άλλον... Τρύπες... Πουτάνες..." ήταν απόλυτα ήρεμος όμως.
"Δε νομίζω να έχω ανάγκη από επανάληψη. Σε ρώτησα τι θες. Ξανθιά; Κοκκινομάλλα;"
"Τι πιστεύεις ότι θα ήθελα; Για πες... Τόσο καιρό με ξέρεις" ο Χριστόφορος έκανε έναν αργό σταθερό κύκλο γύρω της, σαν αληθινό γεράκι που πετάει πάνω από το θήραμα.
Κι έτσι την έβλεπε...
Ήταν λάθος η κίνηση της να πάει εκεί.
Οχι τουλάχιστον όσο τα νεύρα του ήταν στο θεό και οι απορίες στον αέρα.
Ξάφνου σταμάτησε πίσω της.
"Αργείς Χριστίνα..."
"Θέλεις μελαχρινή..."
"Μμμ... Ίσως ήθελα δέκα λεπτά πριν αλλά άργησε..."
"Τότε πες μου τι θες και..." το κορμί του, κόλλησε πίσω της. Η καρδιά της, άρχισε να πάλλεται όταν ξαφνικά, έκλεισαν τα φώτα.
Δεν πρόλαβε όμως να πει τίποτα. Ο Χριστόφορος την άρπαξε, και τη πέταξε κόντρα στο τοίχο μέσα στα σκοτάδια.
"Άφησε με... Τα φώτα"
"Βούλωσε το..." είχαν ήδη πέσει τρεις φορές τα φώτα μέσα στη μέρα. Έκαναν έργα πιο κάτω και δεν τον πτόησε. Έπιασε τα οπίσθια της δυνατά στις παλάμες του, και βάζοντας το πόδι του ανάμεσα στα μπούτια της, το άφησε να κρατήσει το κορμί της όσο φορούσε το προφυλακτικό του.
"Είπα θα σου στείλω μια γυν..." δεν ολοκλήρωσε ποτέ τη λέξη της. Αντιθέτως έγινε ένας μακρόσυρτος αναστεναγμός. Ο Χριστόφορος μπήκε μέσα της σαν τρελός. Τα χέρια της κλείδωσαν γύρω από το λαιμό του, μα τα έπιασε και τα τίναξε από πάνω του.
"Μη μ' αγγιζεις.…" έμπαινε μέσα της με σφοδρή ταχύτητα και ολοένα και επιτάχυνε ενώ εκείνη πάλευε να πιαστεί από κάπου. Όχι πως το είχε ανάγκη... Το κορμί της μπορούσε να το φέρει βόλτα μονάχα με το ένα του χέρι αν ήθελε. Έπιασε τον εαυτό της να αναζητά το πάθος του και τρόμαξε... Ήξερε οτι θα καταλήξουν στο σεξ, όταν πέρασε εκείνη τη πόρτα;
Είχαν γίνει μούσκεμα. Εκείνη τουλάχιστον σίγουρα αφού δεν την άφηνε να τον αγγίξει.
Σπάνια τελείωνε για γρήγορα μα την έφτασε σε ένα σημείο σε εκείνη τη στάση που δε της άφησε περιθώριο...
Την ώρα όμως που εκείνη έσβησε για πάρτη του, τα φώτα άναψαν...
Την είδε γερμένη προς τα πίσω, να δαγκώνει τα χείλη της από ευχαρίστηση και ηδονή ενώ την ίδια στιγμή, ο κόλπος της είχε γίνει βεντούζα. Ούτε τα φώτα που άνοιξαν δεν πήρε χαμπάρι αφού τα μάτια της ήταν κλειστά. Η επιδερμίδα της άλλαξε απόχρωση, τα μάγουλα της επίσης είχαν γίνει πιο ρόδαλα ενώ δευτερόλεπτα αργότερα, και βλέποντας ότι μένει στατικός μέσα της, άνοιξε τα βλέφαρα της.
Τα μάτια της είχαν ένα χαμόγελο μέσα τους. Ήταν που ήταν τόσο αμυγδαλωτα και σκανδαλώδη από μόνα τους, το ύφος της, τα έκανε ακόμα πιο προκλητικά. Την σήκωσε και σαν να άφηνε ένα βαρίδιο να πέσει, βυθίστηκε μέσα της ατσαλα. Τα φρύδια της έσμιξαν μα εκείνη τόλμησε να δαγκώσει ξανά τα χείλη της... Του χαμογέλασε... Πόσο περίεργο ήταν το πρόσωπο της...
Τα μάτια της είχαν εστιάσει πάνω του επίσης. Έμοιαζε σαν να παλεύει μέσα της να μη πράξει κάτι, το οποίο ήθελε να πράξει διακαώς...
Βλέποντας ότι κάτι μαζι της ξεφεύγει, την κατέβασε. Τη γύρισε προς το τοίχο και χωρίς καν να ρίξει τα μάτια κάτω, μπήκε μέσα της. Τα χέρια του κόλλησαν στη μέση της, ενώ σε κάθε ώθηση, το κεφάλι της γινόταν ένα με το τοίχο. Λίγες ωθήσεις ακόμα, ήταν αρκετές για να του χαρίσει την απόλαυση... Τραβήχτηκε από μέσα της και τη κοίταξε. Το φόρεμα της ήταν εξωπλατο. Ολόκληρη η ραχοκοκαλιά της, ήταν γεμάτη στάλες ιδρώτα... Το δάχτυλο του βρέθηκε στο σημείο χωρίς να το καταλάβει και σκιαγράφησε μια ευθεία γραμμή...
Άρχισε να κατεβαίνει, όλο πιο χαμηλά και εκεινη ένιωσε τον κίνδυνο. Δεν πρόλαβαν να κάνουν και πολλά όμως
"Αφεντικό! Όλα καλά. Ελέγξαμε το ρεύμα. Έσπασε η δουλειά και ήρθα να στο πω" Ο Ισαάκ ήταν έξω από τη πόρτα.
"Εντάξει" Ο Χριστόφορος έκανε ένα βήμα μακριά της, και συγκροτησε τον εαυτό του χωρίς να τη κοιτάζει. Το σώμα της του πρόσφερε τόσο διαφορετική ηδονή...
Ποια ήταν; Τι έκανε με τον Άρη λίγες ώρες πριν; Οι σκέψεις ήρθαν άβουλα στο κεφάλι του αλλά εκείνος τις έδιωξε.
"Με.. με χρειάζεσαι κάτι;" Η Ισμήνη , είχε ένα περίεργο πρόσωπο και μια έκφραση που τον μπέρδεψε . Δεν ήταν σαν τις άλλες φορές... Ήταν σχεδον σίγουρος οτι ήθελε να χαμογελάσει και δε το έκανε.
"Όχι. Φύγε. Αύριο σε θέλω εδώ το βραδάκι... Το μαγαζί θα κλείσει πριβέ. Να ετοιμάσουμε το χώρο. Έρχεται και ο Φάνης άλλωστε" καρφακι δε της κάηκε που επέστρεφε ο ηλίθιος παρόλα αυτά, θα του χάριζε μια επίστεψη και θα μάθαινε τι ακριβώς έκανε στην αδερφή της και γιατί. Ήταν σίγουρη ότι εκείνος ήταν. Δεν έμενε κανένας άλλος...
"Εντάξει..." Γύρισε προς τη πόρτα και όπως πάντα εκείνος άργησε να ανοίξει και η Ισμήνη γέλασε , μάλωσε τον εαυτό της αμέσως όμως. Γελούσε σαν καμιά ηλίθια γυναικούλα χωρίς λόγο...
"Γιατί γελάς;" μαγκώθηκε αμέσως
"Δε γελάω... Περιμένω να ανοίξεις" είπε χωρίς να γυρίσει
"Μπορώ να δω τα σπασίματα του λαιμού σου ξέρεις"
"Δε γελάω" Επέμεινε "
"Μάλιστα..." Ο Χριστόφορος τη πλησίασε και φτάνοντας πίσω της, έπιασε τα μαλλιά της που είχαν μείνει στο πλάι, και τα άπλωσε γύρω από το το λαιμό της. Το άγγιγμα του έφερε ρίγος στο κορμί της. Η Ισμήνη άρχισε να απορεί με τον εαυτό της πραγματικά.
"Τώρα ξαναπές μου ότι δε γέλασες και ίσως σε πιστέψω..." της ψυθιρισε
"Δεν γέλασα..." είπε ψύχραιμα και ύστερα η πόρτα άνοιξε. Η Ισμήνη πήρε μια ανάσα και δίχως να τον κοιτάξει, έφυγε...
Βγαίνοντας ακούμπησε για μια στιγμή στο τοίχο και βάζοντας το χέρι στο λαιμό της, μέτρησε τους παλμούς της. Έτρεχε σε αγωνα δρομου η καρδιά..
"Ηλίθιο κορμί! Παναθεμα σε, διαολε!" θύμωσε με τον εαυτό της και ανασυγκροτήθηκε. Δεν έμεινε λεπτό...
Βγήκε ενημέρωσε τον Ισαάκ να μη στείλει καμιά γυναίκα μέσα, και με βήμα γοργό πήγε στο πάρκινγκ.
"Φεύγεις κι εσύ ε;" της είπε ο παρκαδορος
"Ναι. Με την διακοπή δεν έμεινε και πολύς κόσμος. Τα βγάζουν πέρα. Που το έβαλες;"
"Περίμενε θα στο φέρω" ο παρκαδορος αυτός ήταν τόσο διαφορετικός από όσους άντρες έβλεπε μέσα στο μαγαζί και ήταν υπό τη δούλεψή του Χριστόφορου.
Μετρημένος και σοβαρός. Δεν ήταν κανένας φουσκωτος. Γενικά αν τον γνώριζε αλλού θα τον θεωρούσε έναν αξιαγάπητο κυριουλη που δουλεύει να συντηρήσει την οικογένειά του. Καμιά σχέση με ότι της παρουσίασε η Χριστίνα. Ένας παράπονο λόγος να αρχίσει να αμφισβητεί τα λεγόμενα της. Ούτε μια φορά δεν της την έπεσε ο άνθρωπος.
Το κινητό της δονησε και βγάζοντας το αναστεναξε.
"Τι θέλεις; Είπα θα σε πάρω μετά" Κατά φωνή και η αδερφή της
"Πρέπει να μιλήσουμε. Είναι επείγον..."
"Τι συνέβη;" ακούστηκε πράγματι σοβαρή και η Ισμήνη παραξενεύτηκε. "Περίμενε μισό λεπτό..." είπε βλέποντας τον παρκαδορο να πλησιάζει.
Της έφερε το αμάξι και κατέβηκε.
"Έτοιμη είσαι! Καλό βράδυ" την χαιρέτησε
"Ευχαριστώ Κυριάκο... Καλή ξεκούραση να έχεις κι εσύ" η Ισμήνη μπήκε στο αμάξι και έβαλε μπρος. Έβαλε το κινητό στη θήκη πάνω σου ταμπλό και άνοιξε την ακρόαση.
"Κυριάκο;' Απόρησε η Χριστίνα αμέσως
"Ναι , πως θες να τον πω τον άνθρωπο;" σχολίασε ενοχλημένη "Με το όνομα του τον λέω"
"Μα δε τον λένε Κυριάκο..."
"Μωρέ Χριστίνα τι λες; Ένα παρκαδορο έχει!"
"Ναι και τον λένε Κώστα..."
"Μάλλον θα μπερδεύεσαι..." Ήθελε τόσο να της τρίψει στα μούτρα το γεγονός ότι έκανε παρέα με τον έναν και με τον άλλο που μπερδευε τα ονόματα αλλά λόγω του μωρού κρατήθηκε.
"Καθόλου. Τον Κωστάκη δε ξέρω;"
"Κωστάκη;, ο άνθρωπος είναι πενήντα χρονών τι λες!"
"Εγώ τι λέω; Ούτε είκοσι δεν είναι!"
Η Ισμήνη κοίταξε το δρόμο μπερδεμένη
"Που ήσουν όταν δέχθηκες επίθεση;" Ρωτησε ξαφνικά
"Σου είπα εκατό φορές μωρέ Ισμήνη... Πήγαινα στο πάρκινγκ και.." η Χριστίνα έπαψε να μιλά ξαφνικά.
"Τι έγινε;"
"Εκείνο... Εκείνο το βράδυ." ξεκίνησε να λέει "Είχα νεύρα με το Χριστόφορο... Βγήκα να πάρω τσιγάρα, ο μικρός με φλέρταρε... Μάλωσα μαζί του..." είπε σιγανα και η Ισμήνη πήρε μια βαθιά ανάσα. Ήθελε να μπει μέσα από το τηλέφωνο και να τα κάνει όλα πουτάνα. "Τον προκάλεσα... Είπα ότι δεν ήταν άντρας... Πώς ήταν ανίκανος να ικανοποιήσει μια γυναίκα σαν εμένα..."
"Και παρέλειψες να μου πεις ότι μαλωσες με ένα τύπο;! Πόσο μάλλον ότι εθιξες τον ανδρισμό του στο ΙΔΙΟ ΠΆΡΚΙΝΓΚ που δέχθηκες επίθεση και που τώρα δουλεύει άλλος;!" Φώναξε έξαλλη
"Δεν... Δεν τον θεώρησα σημαντικό μα... Μα αν , έφυγε; Γιατί να έφυγε; Ήταν μήνες εκεί"
Η Ισμήνη τράβηξε ξαφνικά χειρόφρενο και χώθηκε μέσα σε ένα στενό. Έκανε ανατροφή και πήρε το δρόμο του κλάμπ.
Φτάνοντας κατέβηκε αμέσως και πλησίασε τον Κυριάκο που την κοιτούσε μπερδεμένος.
"Πότε έπιασες εδώ δουλειά;" ρώτησε αμέσως χωρίς περιστροφές
"Έχει ενα μήνα κοντά... Τι ερώτηση είναι αυτή;, έκανα κάτι;" τρόμαξε αμέσως. "Το αμάξι είναι καλά;"
"Ναι. Μια χαρά. Έρχομαι..." τον άφησε και μπήκε μέσα. Έτρεξε στον Ισαάκ αμέσως
"Ωπ, εσύ δεν έφυγες;"
"Γιατί αλλάξαμε παρκαδορο;" ρώτησε τρελαμενη
"Τι έπαθες ρε; Σου έκανε τίποτα το αμάξι;'
"Απάντησε μου βιάζομαι"
"Α ναι, έλειπες εσύ.. Δε ξέρω. Ο πιτσιρίκος εξαφανίστηκε. Α!" είπε ξαφνικά "Εκείνη ήταν και η τελευταία μέρα που σε είδαμε και εσένα...Ο μικρός δεν ήρθε ξανά. Ο Χριστόφορος τον έγραψε στα αρχίδια του. Δεν ασχολήθηκε και πολύ. " είπε ήρεμα "Γιατί ρωτάς;"
"Τίποτα ευχαριστώ" βγήκε από το μαγαζί εκτός εαυτού. Μπήκε στο αμάξι και κλείνοντας τη πόρτα είδε ότι η Χριστίνα ήταν ακόμα στη κλήση. Δεν μίλησε. Βγήκε από το πάρκινγκ και μόλις πήρε το κεντρικό άρχισε να κοπαναει το τιμόνι τρελαμενη
"Ισμήνη;...."
"Χριστίνα σκάσε! Πάψε! Ανάθεμα σε!' ήταν έξαλλη "Ο παρκαδορος σε χτύπησε! Αυτός!, και εσύ ούτε τι σου γίνεται δε ξέρεις! Χώθηκα μέσα στη βρωμιά της ζωής σου για ένα παρκαδορο ανάθεμα σε!" ξέσπασε τρελαμενη και η Χριστίνα σώπασε. Αναλαμπές από εκείνο το βράδυ πετάχτηκαν στα μάτια της μπροστά. Πράγματι αυτός την είχε χτυπήσει...θυμήθηκε το άρωμα του πριν σβήσουν όλα...
"Ισμήνη;"
"Μη μιλάς. Δώσε μου πεντε διαολεμενα λεπτά!" ζήτησε και άρχισε να παίρνει μικρές κόφτες ανάσες. Αυτό ήταν; Για ένα γκαυλωμενο τύπο σε ένα πάρκινγκ άλλαξε η ζωή της τόσο απότομα; Ούτε καν ο Φάνης δεν ήταν...
"Θα... Θα σε απαλλάξω από αυτό. Θα, επιστρέψω πίσω..." είπε σιγανα και η Ισμήνη έσφιξε το τιμόνι
"Με ένα παιδι στη κοιλιά θα έρθεις να κάνεις τι;!"
"Ισμήνη...;"
"Χριστίνα πάψε σε παρακαλώ!"
"Δεν έχεις λόγο να κάτσεις εκεί μέσα! Η μήπως έχεις;!"
"Πας καλά; Θέλεις να με εκνευρίσεις;"
"Μια ερώτηση και μια παρατήρηση έκανα! Στη τελική δικός μου κόσμος είναι! Σε ευχαριστώ και λυπάμαι πολύ για όλα...μπορώ να τα βγάλω πέρα μόνη μου όμως..."
"Δε το κάνω για σένα! Έχω αηδιασει με τη ζωή σου! Για το μωρό το κάνω! Θα βρω τις αποδείξεις που χρειάζονται για να μη σε κρατάνε στο χέρι και τέλος! Θα ζήσεις μια φυσιολογική ζωή!"
"Σε πήδηξε έτσι δεν είναι; Γλυκαθηκες;" Η Ισμήνη σαστισε
"Χριστίνα ακούς τι λες;"
"Είδες ότι αυτοί δε θα μου έκαναν κακό! Δεν καταλαβαίνω γιατί επιμενεις! Ζωή μου είναι!"
"Ποσο αχάριστη μπορείς να γίνεις;"
Ξάφνου η Χριστίνα σταμάτησε να μιλά.
Η Ισμήνη είχε τόσα νεύρα που δεν άκουσε ούτε τους ψιθύρους από πίσω
"Ξέρεις κάτι;" Είπε ξαφνικά "Ίσως έχεις δίκιο. Βρες τις αποδείξεις και θα αλλάξω τρόπο ζωής. Με συγχωρείς..."
Η Ισμήνη ούτε που απάντησε.
Τερμάτισε την κλήση έξαλλη...
Δεν ένιωθε μόνο ντροπή που δόθηκε στο Χριστόφορο, ένιωσε όμως και ντροπή για κάθε αξία που παραμέρισε και κάθε κανόνα της ζωής της που άλλαξε για χάρη της.
Και το ευχαριστώ ποιο ήταν;!
Να θέλει η Χριστίνα να επιστρέψει σε εκείνο το βόθρο με το παιδί... Η Ισμήνη άνοιξε τέρμα το παράθυρο να πάρει αέρα...
Δεν ήταν αρκετός... Τίποτα δεν ήταν αρκετό πια για όλα και όλους...
➿➿➿➿➿➿➿➿
"Γιατί δε με άφησες να της πω για το παιδί;!" γύρισε εξαγριωμένη προς το Μάνο που τόση ώρα της έκανε νοήματα.
"Γιατί δε σκέφτεσαι καθαρά! Για αυτό!"
"Μάνο τι ζητάς μου λες;"
"Να κάνω τη σύλληψη του αιώνα χωρίς να σου συμβεί κάτι... Δύσκολο είναι;"
"Δεν σε πιάνω..." Και φυσικά δε τον έπιανε. Ο Μάνος κατάλαβε αμέσως ότι η Ισμήνη είχε πηδηχτει με το Χριστόφορο και από όσα είχε ακούσει από τη Χριστίνα, της άρεσε σίγουρα. Το προηγούμενο βράδυ είχαν μιλήσει και μαζί. Η Ισμήνη ήταν περίεργη και του ζήτησε να κάνουν παύση στη σχεση τους. Αυτό τα έλεγε όλα. Ο εγωισμός του θίχτηκε ήδη αρκετά.
"Άφησε την να ψάξει για στοιχεία. Δε θα πάει μακριά... Αύριο κι όλας θα ξέρουν ποια είναι"
"Ακόμα δεν καταλαβαίνω! Δεν έχω παιδί. Σου είπα μπορώ να μπω και να σου δώσω ότι θέλεις!"
"Όχι έτσι ρε μωρό μου! Θα ρίξουμε πάνω της τις υποψίες. Θα βγεις λάδι εσύ... Τώρα που χωρίσαμε, γιατί να σε αφήσω να μπλέξεις μου λες;" συνέχισε γλυκά "Είσαι το κορίτσι μου το όμορφο... Εκείνη διάλεξε. Που να φανταζόμασταν ότι θα έβγαινε τόσο γαμιάς αυτός; Πούλησε τις αξίες της και πηδηχτηκε μαζί του ενώ σου είπε ότι δε το έκανε. Και μη μου πεις ότι την πιστεύεις..."η Χριστίνα τον κοίταξε σκεπτική
"Ήξερα ότι δε θα άντεχε... Ήταν θέμα χρόνου να κάνει κάποιος σεξ μαζί της. Ειδικά αυτός"
"Στα λόγια μου έρχεσαι... Άφησε την να κάνει το κομμάτι της"
"Θα τη σκοτώσει..."
"Δεν είναι ηλίθιος... Δε θα ρισκάρει τόσο εύκολα. Δε θα ξέρει καν αν η Ισμήνη βρήκε στοιχεία... Που μεταξύ μας, θα βρει..." είπε πονηρά
"Πώς θα βρει; Δεν έχει ιδέα που να ψάξει..."
"Εκείνη, εσύ όμως; Για σκέψου... Πόσα γραφεία έχουν; Η Ισμήνη είπε ότι έχουν ένα ακόμα στα σφαγεία που δεν ήξερες. Σωστά;" Η Χριστίνα έσμιξε τα φρύδια της. Πράγματι. Πώς ήταν δυνατόν εκείνη να το έμαθε σε τόσες μέρες;,
"Ναι, έτσι είπε προχθές..."
"Ωραία. Εκεί έχει κάμερες;"
"Ναι, έχει..."
"Άρα τελειώσαμε μωρό μου... Θα γίνεις Ισμήνη, θα τρυπώσεις εκεί, θα πάρεις τα στοιχεία και θα φροντίσεις να σε πιάσει η κάμερα , απλό..."
"Και γιατί να το κάνω αυτό;"
"Για να μη τη σκοτώσουν. Σιγά μη πιστέψουν τα λόγια της. Μέχρι να τους αποκαλύψει που έχει τα στοιχεία δε θα τη πειράξει κανείς... Εμείς όμως θα τους έχουμε στο χέρι μωρό μου. Φαντάσου να τους έχεις στα δικά σου πόδια..." Η Χριστίνα σφίχτηκε.
"Θα το ήθελα αυτό..."
"Εγώ να δεις... Εμπιστευσου με... Αύριο όλα θα μπούνε σε μια σειρά..." είπε και χωρίς καθυστέρηση σκαρφάλωσε πάνω της...
Σε εκείνο το κορμί που δε θα έφερνε αντιρρήσεις και δεν είχε εγωισμό...
Εκείνο το κορμί που έκανε ότι ήθελε και έβγαζε κάθε γούστο...
➿➿➿➿➿➿
"Τι διάολο είναι πάλι αυτό πρωί πρωί;" Κοίταξε τον Κυριάκο ο οποίος πρώτη φορά, έμπαινε μέσα στο μαγαζί. Αλλά είπε του Ισαάκ ότι ήταν επείγον.
"Δε ξέρω αφεντικό. Το βρήκα πάνω στο τζάμι από το τζιπ όταν ήρθα. Νόμιζα ήταν κάτι σημαντικό και το ξέχασες..."
"Καλώς, μπορείς να πηγαίνεις" άνοιξε τη πόρτα και μόλις έφυγε ο παρκαδορος ο Χριστόφορος κοίταξε το φάκελο σκεπτικός...
Έμοιαζε με τον προηγούμενο...
Ο Άρης δεν είχε πάει ακόμα. Ο Φάνης είχε φτάσει αργά τα ξημερώματα , και ήταν μόνος σχεδόν.
Ούτε μισή ώρα δεν είχε περάσει που πάρκαρε. Ποιος διάολος ήταν ικανός να πάει και να το αφήσει;
Έπιασε τον φάκελο και τον άνοιξε.
Τράβηξε το χαρτί που υπήρχε μέσα και διαβάζοντας, μίκρυνε το βλέμμα και σκοτείνιασε...
Άλλαξε όλη η όψη του...
Ισμήνη Μακρή
Αστυνομικός της δίωξης ναρκωτικών
Δε σου θυμίζει κάτι; Ούτε το επίθετο;
Απορώ όταν την πηδηξες δεν είδες το σημάδι στα κωλομέρια της;
Είσαι γελοίος...
Σε έπαιξε στα δάχτυλα...
🖤
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top