Δε ξέρω για πόσο θα μπορούσα να κρατήσω την ανάσα μου
Βρωμούσε αλκοόλ, αν και δε πίνει συχνά όταν το κάνει χάνει τελείως την αίσθηση των πράξεών του. Δεν δείχνει έλεος, φανταστείτε πόσο χειρότερος θα μπορούσε να γίνει. Δε ξέρω για πόσο θα μπορούσα να κρατήσω την ανάσα μου.
Αισθάνθηκα ένα κύμα ευφορίας να με διαπερνά, μία γλυκιά ζάλη. Ήμουν έτοιμη να χάσω τις αισθήσεις μου ακαριαία και σαν ένα όραμα βλέπω τον εαυτό μου να πέφτει κάνοντας έναν τεράστιο γδούπο και τον πατέρα μου να με δέρνει μέχρι θανάτου.
Όταν άνοιξα τα βλέφαρά μου, είχε φύγει. Ανάσα! Μπορώ ξανά να αναπνεύσω. Ποτέ δεν πίστευα ότι το οξυγόνο θα μου φάνταζε τόσο πολύτιμο. Ο πατέρας μου, από όσο μπορούσα να διακρίνω είχε σχεδόν ντυθεί.
Βήχει δυνατά χωρίς να σκεπάσει το στόμα του με το χέρι του. Πάντα το κάνει αυτό. Κλείνει το φως και κοπανάει δυνατά τη πόρτα. Σπεύδω να τη συγκρατήσω με τα χέρια μου πριν με πλακώσει. Η ξαφνική επαφή με το ξύλο τσούζει το δέρμα μου, αλλά αυτό δεν είναι τίποτα το αντέχω..
Αφού γλίτωσα τώρα μπορώ να αντέξω πολλά.. Ο πατέρας προχωράει στο μπάνιο και εγώ τρέχω προς την ελευθερία, οπουδήποτε μακριά του νιώθω ελεύθερη.
================================================================================
Κλαίω δυνατά με λυγμούς να αναβλύζουν από το λάρυγγά μου, αφήνομαι, δεν υπάρχει λόγος να καταπιέζομαι πια, δε μπορεί να με ακούσει. Τα μάτια μου είναι θολά και βλέπω τα πάντα σα να περικλύονται από ομίχλη.
Νομίζω πως το ασανσέρ ανεβαίνει προς τον όροφό μου. Η πόρτα ανοίγει και τρέχω μέσα συγκρουόμενη με μία φιγούρα που βγαίνει από μέσα. Από το περίβλημά του πρέπει να είναι ο κύριος Ιάσονας που είχα δει πριν να φεύγει.
Μυρτώ: Ποιά είναι αυτή που έπεσε πάνω σου;
Ιάσονας: Μη της δίνεις σημασία μητέρα, έλα τώρα πάμε μέσα ο Ορφέας σε περιμένει.
Περνάει τα χέρια του γύρω από τη κοντύτερη φιγούρα και απομακρύνεται. Οι πόρτες κλείνουν και εγώ μπορώ να εκφράσω όλο το πόνο που αισθάνομαι, φωνάζω και κλαίω ανεξέλεγκτα. Οι λυγμοί τραντάζουν όλο μου το κορμί, και μετά κενό.
Ξέμεινα και από δάκρυα και από κουράγιο. Χωρίς να έχω άλλες δυνάμεις στεκόμουν ανέκφραστη με τα στεγνά δάκρυα να στολίζουν λαμποκοπόντας τα μάγουλά μου. Πέφτω πάνω στη τσάντα μου και αφήνομαι να με πάρει ο ύπνος.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top